Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

Η τιμή των ιερών λειψάνων εις την ορθόδοξον παράδοσίν μας. Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού. (Μέρος Β΄ Τελευταίο)


Ἡ τιμὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων εἰς τὴν ὀρθόδοξον παράδοσίν μας.
Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητοῦ 

(Ἀπολογητικὴ μελέτη)


Ὁ κόσμος, ὅπως ἀναφέραμε εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, καὶ γιʼ αὐτὸ ὀνομάζεται κόσμος, δηλαδὴ κόσμημα. Δὲν ταυτίζουμε τὸν κόσμο μὲ τὸ Θεό, ὅπως κάνουν οἱ κακόδοξοι πανθεϊστές, ἀλλὰ κάνουμε τὴ σαφῆ διάκριση μεταξύ τοῦ ἄναρχου Θεοῦ Δημιουργοῦ καὶ τῆς ἐν χρόνῳ δημιουργίας.

Ὁ κόσμος εἶναι προϊόν τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ ἄρα τυγχάνει τῆς ἰδιαίτερης φροντίδας Του. Ὁλόκληρη τὴν ὑλικὴ κτίση, ζῶσα καὶ ἄψυχη, τὴ διαπερνᾶ ἡ ἄκτιστη ἐνέργειά Του, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται μὲ τὴ λειτουργία τῶν αἰώνιων φυσικῶν νόμων, οἱ ὁποῖοι συγκροτοῦν καὶ συγκρατοῦν τὸ σύμπαν.
Ἡ ἀεὶ ὑπάρχουσα στὸν κόσμο ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ γιὰ τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία τὸ λόγο τῆς ἱερότητάς του. Ἡ εἴσοδος τοῦ κακοῦ στὸν κόσμο ἀποτελεῖ μιὰ ἐπίπονη καὶ θλιβερὴ παρένθεση, ἡ ὁποία ἔκλεισε μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τὸ ἐπὶ γῆς ἀπολυτρωτικό Του ἔργο.

Ἡ ἐνανθρώπησή Του ἀποτελεῖ ὕψιστο τεκμήριο ὅτι ὁ καλὸς λίαν ὑλικὸς κόσμος (Γέν. 1,31), ἔχει καθαγιαστεῖ ἀπὸ τὴν ὀργανικὴ μετοχή Του σὲ αὐτόν. Τὸ ἄχραντο σῶμα τοῦ Κυρίου ὑπῆρξε ὁ σύνδεσμος τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου.
Ἡ θεοποίηση τοῦ πραγματικοῦ ὑλικοῦ σώματος τοῦ Κυρίου σημαίνει ὄχι ἁπλὰ τὴν ἱεροποίηση τῆς κτίσεως, ἀλλὰ καὶ αὐτὴν ἀκόμα τὴ θεοποίησή της, ἡ ὁποία θὰ ὁλοκληρωθεῖ μὲ τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου, ἀφοῦ «ὅταν ὑποταγῇ αὐτῷ τὰ πάντα, τότε καὶ αὐτὸς ὁ υἱὸς ὑποταγήσεται τῷ ὑποτάξαντι αὐτῶ τὰ πάντα, ἵνα ᾖ ὁ Θεὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσιν» (Α΄ Κορ. 15,28).

Πιὸ αἰσιόδοξη ἔκβαση γιὰ τὴ θεία δημιουργία δὲν ὑπάρχει! Μέσα σὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ ὄχι μόνο δικαιολογεῖται ἡ τιμὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ ἐπιβάλλεται. Δὲν ὑπάρχει, ὅπως ἀναφέραμε, τίποτε τὸ μιαρὸ στὸν ὄμορφο κόσμο τοῦ Θεοῦ, πολλῷ δὲ μᾶλλον στὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, ποὺ εἶναι ἡ κορωνίδα, τὸ ἐπιστέγασμα καὶ ἡ εὐγενέστερη καὶ τελειότερη μορφὴ τῆς θείας δημιουργίας.

Ἰδιαιτέρως ὁ πιστὸς χριστιανὸς μὲ τὴν συσσωμάτωσή του στὸ μυστικὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, γίνεται μέσω τῶν ἱερῶν μυστηρίων ὀργανικὸ καὶ ἀναπόσπαστο κύτταρό του, καθότι τὰ «σώματα ἡμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν» (Α΄Κορ. 5,15).
Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπῆρξαν συνειδητὰ μέλη Χριστοῦ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἦταν καὶ θὰ εἶναι ἐσαεί, χριστοφόροι, θεοφόροι, φορεῖς τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τὸ λέει ξεκάθαρα ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἁγιᾶσαι ὑμᾶς ὁλοτελεῖς καὶ ὁλόκληρον ὑμῶν τὸ πνεῦμα καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα ἀμέμπτως ἐν τῇ πα- ρουσίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Χριστοῦ τηρηθείῃ» (Α΄Θεσ. 5,23).
Ἔτσι ὁ θάνατός τους (γιὰ τὴν ἀκρίβεια ἡ κοίμησή τους), δὲ διακόπτει αὐτὴ τὴ μακάρια σχέση μὲ τὸ Θεό. Τὰ λείψανά τους, προσωρινὰ χωρισμένα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τους, συνεχίζουν νὰ εἶναι μέλη Χριστοῦ καὶ φορεῖς τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, διότι ἀδιαλείπτως «ὁ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἕν πνεῦμα ἐστι» (Α΄ Κορ. 5,17).

Φανερὴ ἀπόδειξη αὐτῶν τὰ ἄπειρα ἄφθαρτα λείψανα ἁγίων σὲ ὁλόκληρο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο, τὰ ὁποῖα εὐωδιάζουν καὶ θαυματουργοῦν, διότι, ὅπως τονίζει ὁ Μ. Βασίλειος, «ὅτε ὑπὲρ Χριστοῦ ὁ θάνατος, τίμια τά λείψανα τῶν ὁσίων αὐτοῦ» (P.G. 30,112).
Τὰ πιστοποιοῦν τὰ ἀπειράριθμα τεμάχια ἁγίων λειψάνων, τὰ ὁποῖα ἀπὸ τὰ πρωτοχριστιανικὰ χρόνια ὡς τὰ σήμερα ἀποτελοῦν πολύτιμους θησαυροὺς σὲ ὅλες τὶς τοπικὲς ἐκκλησίες καὶ τά μοναστήρια μας, τὰ ὁποῖα εὐωδιάζουν καὶ θαυματουργοῦν.
Ο Μ. Βασίλειος ἀναφέρει ἐπίσης χαρακτηριστικὰ πὼς τὸ λείψανο τῆς ἁγίας μάρτυρας Ἰουλίττης, τοποθετημένο σὲ περίοπτη θέση τῆς πόλεως «ἁγιάζει μὲν τὸν τόπον, ἁγιάζει δὲ τοὺς εἰς αὐτὸν συνόντας» (Θ.Η.Ε., τόμ.8, 113).

Τὰ τίμια λείψανα τῶν ἁγίων μας εἶναι οἱ ἀείρρευστες πηγὲς ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν, ἀντλώντας τον ἀπὸ τὴν ἀστείρευτη πηγὴ τοῦ ἁγιασμοῦ, τὸ Θεό!
Ὡς ὀρθόδοξοι πιστοὶ ὄχι μόνο δὲν μᾶς προκαλεῖ ἀποστροφή, ἀηδία καὶ φόβο ἡ θέα τῶν ἱερῶν λειψάνων, ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο χαρά, ἱλαρότητα, ἠρεμία καὶ προπαντὸς ἐλπίδα. Οἱ «Ἀποστολικὲς Δια- ταγὲς» (4ος αἰών.) συστήνουν στοὺς πιστούς: «μὴ βδελύσεσθε τὰ τούτων (τῶν μαρτύρων) λείψανα» (ΣΤ, 5-7).

Τιμώντας τὰ ἱερὰ λείψανα, τιμᾶμε τὸ Θεό, τὸν δημιουργό τῶν σωμάτων. Τιμᾶμε τὸ Χριστὸ καὶ τὰ κύτταρα τοῦ ἁγίου σώματός Του. Τιμᾶμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ Ὁποίου ἡ χάρη εἶναι ἐναποθηκευμένη σὲ αὐτά, διότι τὰ σώματα τῶν ἁγίων «ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματος ἐστιν» (Α΄ Κορ. 5,19).
Γιʼ αὐτὸ καὶ μᾶς παραγγέλλει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ» (Α΄ Κορ. 5,20).

Τιμᾶμε ἐπίσης στὰ ἱερὰ λείψανα τὴ θεοδημιούργητη κοινή μας ἀνθρώπινη φύση. Κι ἀκόμη στὰ ἱερὰ λείψανα τιμᾶμε τὴν ὑλικὴ κτίση, τῆς ὁποίας αὐτὰ εἶναι ὁμοούσια καὶ τεθεωμένα μέρη. Ὁρισμένοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὁμιλοῦν γιὰ «ἅγιο ὑλισμό», ἐντελῶς διάφορο τοῦ δύστηνου ἀθεϊστικοῦ ὑλισμοῦ!
Ἀλλὰ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ κάνουμε καὶ μιὰ ἄλλη διευκρίνιση. Μᾶς κατηγοροῦν οἱ ἐκκλησιομάχοι ὅτι λατρεύουμε πτώματα, ὅτι εἴμαστε «πτωματολάτρες».
Ἀπαντοῦμε γιὰ πολλοστὴ φορὰ ὅτι ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι πορευόμενη Ἐκκλησία μας ἔχει ξεκαθαρίσει τὰ πράγματα. Κάνει τὴν ἀπαραίτητη διάκριση μεταξὺ λατρείας, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται μόνο στὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ μεταξὺ τιμῆς, ποὺ ἀπευθύνονται στὰ δημιουργήματά Του.
Δὲ λατρεύουμε λοιπὸν τὰ λείψανα τῶν ἁγίων μας, ἀλλὰ τὰ σεβόμαστε καὶ τὰ τιμᾶμε ὡς μέλη Χριστοῦ. Τὰ φυλάσσουμε, τὰ φροντίζουμε καὶ τὰ ἀγγίζουμε ὡς καὶ τὰ δικά μας μέλη, ἀφοῦ ὅλοι οἱ πιστοὶ συναποτελοῦμε ἕνα σῶμα.

Τὰ ἀσπαζόμαστε μὲ εὐλάβεια, γιὰ νὰ ἁγιαστοῦμε ἀπὸ αὐτά, ἀφοῦ εἶναι κεχαριτωμένα καὶ ἁγιασμένα. Οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν, στὶς κατακόμβες, τελοῦσαν τὴ Θεία Λειτουργία ἐπάνω στοὺς τάφους τῶν μαρτύρων.
Αὐτὴ ἡ συνήθεια συνεχίζεται ὡς τὶς μέρες μας, κατὰ τὴν τελετὴ τῶν ἐγκαινίων τῶν ναῶν τοποθετοῦνται ἱερὰ λείψανα στὴν ἁγία Τράπεζα, ὅπως «ὑποκάτω τοῦ θυσιαστηρίου (εἶναι) αἱ ψυχαὶ τῶν ἐσφαγμένων διὰ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ» (Ἀποκ.6,9), ὅπως θεσμοθέτησε μὲ τὸν ζ΄ κανόνα της ἡ Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος.

Ὁ πρῶτος διδάξας τὸ μίσος καὶ τὴν ἀποστροφὴ κατὰ τῶν ἱερῶν λειψάνων εἶναι ὁ διάβολος. Ὁ ἁγιασμὸς καὶ ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου τὸν βασανίζει ἀπελπιστικά. Οἱ ἅγιοι εἶναι τὰ πλέον μισητὰ ὄντα γιὰ ἐκεῖνον, γιʼ αὐτὸ ἐκδηλώνει τὸ ἄσβεστο μίσος στὰ τίμια καὶ ἁγιασμένα λείψανά τους. Εἶναι γνωστό τό ὑβρεολόγιο τῶν πονηρῶν πνευμάτων, μέσω ἄτυχων ἀσθενῶν δαιμονισμένων, κατὰ τῶν ἱερῶν λειψάνων, σὲ μεγάλες πανηγύρεις, ὅπως λ.χ. τοῦ ἁγίου Γερασίμου στὴν Κεφαλονιά!

Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀναφέρει πὼς «τῶν γὰρ λειψάνων φερομένων» κατανικᾶται «τῶν δαιμόνων ἡ δύναμις» (P.G. 63,470).
Οἱ εἰδωλολάτρες διῶκτες τῶν πρώτων χριστιανῶν μισοῦσαν μὲ πάθος τὸ σέβας τους πρὸς τὰ σώματα τῶν καλλινίκων μαρτύρων, καὶ γιʼ αὐτὸ φρόντιζαν νὰ τὰ ἐξαφανίζουν. Ὁ θρησκομανὴς αὐτοκράτορας Διοκλητιανὸς εἶχε δώσει διαταγὴ νὰ καίγονται μαζὶ μὲ τὰ βιβλία τῶν χριστιανῶν καὶ τὰ λείψανα τῶν μαρτύρων!
Ὀρδὲς φανατικῶν εἰδωλολατρῶν, μὲ ἐπικεφαλῆς τοὺς ἀδίστακτους ἱερεῖς τῶν εἰδώλων, ἐξαφάνισαν τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν λειψάνων τῶν μαρτύρων, ποὺ κατεῖχε ἡ Ἐκκλησία ὡς τότε!
Ὅ,τι διασώθηκε τὸ ἀποτέλειωσε ἡ μανία τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη (361-363), ὁ ὁποῖος ξέσπασε μὲ ἀνείπωτη μανία κατὰ τῶν ἱερῶν λειψάνων τῆς Ἀντιόχειας, διότι τοῦ διαμήνυσε ὁ μάντης τοῦ «Δαφναίου Ἀπόλλωνα» ὅτι δὲ μποροῦσε νὰ χρησμοδοτήσει λόγω τῆς ὕπαρξης παρακείμενα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου μάρτυρα Βαβύλα.

Ὁ ἄθλιος χριστιανομάχος αὐτοκράτορας κατέστρεψε τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ μαζὶ χιλιάδες ἄλλα λείψανα, μὲ ἀποκορύφωμα τὴ βεβήλωση καὶ καταστροφὴ τῶν λειψάνων τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὴν Παλαιστίνη!
Σὲ ὁλόκληρη τὴν αὐτοκρατορία ἔλαβαν χώρα ἀπίστευτες βεβηλώσεις χριστιανικῶν τάφων ἀπὸ στίφη φανατικῶν εἰδωλολατρῶν. Τότε καταστράφηκε τὸ ἐναπομεῖναν μέρος τῶν ἱερῶν λειψάνων μαρτύρων τῆς περιόδου τῶν διωγμῶν, ἐκτὸς ἐλαχίστων.
Σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἀναμείγνυαν τὰ ἱερὰ λείψανα μὲ ὀστᾶ ζώων καὶ τὰ ἔριχναν σὲ χωνευτήρια, γιὰ νὰ μὴ εἶναι δυνατὴ ἡ ἀναγνώρισή τους! Εἶναι πιὰ ὁλοφάνερο: ἡ μανία τῶν χριστιανομάχων κατὰ τῶν ἱερῶν λειψάνων ὑποβάλλεται ἀναμφίβολα ἀπὸ τὸν ὑποβολέα τους τὸ διάβολο καὶ γιʼ αὐτὸ ἐκδηλώνεται μὲ τόση διαβολικὴ μανία!

Στοὺς εἰδωλολάτρες καὶ στοὺς σύγχρονους «ὀρθολογιστὲς» ἡ θέα τῶν νεκρῶν καὶ τῶν τάφων γεννοῦσε καὶ γεννᾶ αἰσθήματα τρόμου, ἀποστροφῆς καὶ ἀπαισιοδοξίας, διότι τοὺς θυμίζει τὴν ἐκμηδένισή τους.
Γιʼ αὐτὸ ζητοῦν ἐπίμονα τὴν ἀποτέφρωση τῶν πτωμάτων, νὰ ἀπαλλαχτοῦν ἀπὸ αὐτὰ τὸ συντομότερο δυνατὸ καὶ ὁριστικά!
Ἀντίθετα σὲ ἐμᾶς τοὺς πιστοὺς ἡ ἐπαφή μας μὲ τοὺς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, τὰ κοιμητήρια καὶ τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν ἁγίων μας, γεννᾶ αἰσθήματα αἰσιοδοξίας, ἠρεμίας καὶ μακάριας ἐλπίδος, διότι ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος «μνήματα ἁγίων οὐ σοροὶ καὶ λάρνακες καὶ στῆλαι καὶ γράμματα, ἀλλʼ ἔργων κατορθώματα καὶ πίστεως ζῆλος» (P.G. 50,600).

Γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ κάποιος ἄς ἀνατρέξει στὶς παλαιοχριστιανικὲς κατακόμβες, γιὰ νὰ διαπιστώσει ἀπὸ τὸ διάκοσμο καὶ τὶς ἐπιτάφιες ἐπιγραφὲς τὴ ριζικὰ διαφορετική μας ἀντιμετώπιση τοῦ θανάτου. Ἀναφέρουμε γιὰ παράδειγμα τὴν ἑξῆς ἐπιτάφια ἐπιγραφή, ἡ ὁποία βρέθηκε σὲ κατακόμβη τῆς Ρώμης: «Ἡ σὰρξ ἐνθάδε κεῖται, ψυχὴ δὲ ἀνακαινισθεῖσα τῷ πνεύματι Χριστοῦ, εἰς οὐρανὸν Χριστοῦ βασιλείαν μετὰ τῶν ἁγίων ἀνελήφθη».

Ἐδῶ ὁ τάφος δὲν εἶναι μακάβριο θέαμα, ἀλλὰ πηγὴ μακάριας ἐλπίδος!
Τὰ ὀστεοφυλάκια στὰ μο- ναστήρια μας εἶναι χῶροι περισυλλογῆς τῶν μοναχῶν. Ἡ κοίμηση τοῦ πιστοῦ ὄχι μόνον δὲν εἶναι ἐκμηδένιση, ἀλλὰ ἡ ἀναγέννησή του ἐν Χριστῷ στὴν αἰώνια ζωὴ καὶ ἡ εἴσοδός του στὴν ἀτέρμονη βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Στὸν ὀδυρμὸ τῆς ἀπελπισίας τῶν χριστιανομάχων μπροστὰ στὸ θάνατο καὶ στὸν ἐφιαλτικό τους διαρκῆ τρόμο γιὰ τὴν ἐκμηδένισή τους, ἀντιπαραθέτουμε, ὄχι ἁπλὰ τὴν πίστη μας, ἀλλὰ τὴ βεβαιότητά μας, γιὰ τὴν αἰώνια ζωή μας, ἡ ὁποία ἀπορρέει ἀπὸ τὴν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Στὴ φρικιαστικὴ προσμονὴ τῶν νεοπαγανιστῶν νὰ βρεθοῦν δικαιωματικὰ μετὰ θάνατον στὸ σκοτεινὸ καὶ ἀραχνιασμένο «βασίλειο» τοῦ κορυφαίου «θεοῦ» τους Πλούτωνα, ἀντιπαραθέτουμε τὴ μακάρια καὶ βεβαία ἐλπίδα μας νὰ βρεθοῦμε κάτω ἀπὸ τὸ θρόνο τῆς μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀκτινοβολοῦμε τὸ ἐκτυφλωτικὸ φῶς τῆς Θεότητας, νὰ συμβασιλεύουμε μὲ τὸ Χριστὸ μας ἀτελεύτητα στοὺς αἰῶνες, διότι δὲν εἴμαστε πιὰ ἁπλοὶ λάτρεις Του, ὅπως οἱ παγανιστὲς τῶν «θεῶν» τους, ἀλλὰ «υἱοὶ καὶ κληρονόμοι Θεοῦ διὰ Χριστοῦ» (Γαλ. 4,7)!

Ὁ θάνατος, ἡ φθορὰ καὶ ἡ ἐκμηδένιση εἶναι «προνόμια» μόνο των ἀπίστων! Ἀντίθετα «ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» (Α΄ Ἰωάν. 3,14).
Σκωληκόβρωτα, ἀηδιαστικὰ καὶ ἀποκρουστικὰ εἶναι τὰ πτώματα τῶν ἀπίστων, τὰ ὁποῖα προορίζονται γιὰ νὰ σαπίσουν στὸν τάφο ἢ νὰ καρβουνιάσουν στοὺς μακάβριους ἀποτεφρωτῆρες.

Ἀφόρητη μπόχα θανάτου ἀποπνέουν τὰ λείψανα ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἐθελούσια ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς ἀφθαρσίας, τὸ Χριστό. Τουναντίον, τὰ τίμια λείψανα τῶν ἁγίων μας εἶναι «τιμιώτερα λίθων πολυτελῶν καὶ δοκιμώτερα ὑπὲρ χρυσίον» (Μαρτ. ἁγ. Πολυκ. P.G. 5,1044Α), «θησαυρὸς ἀτίμητος… τῇ ἁγίᾳ Ἐκκλησίᾳ καταληφθέντα» (Μαρτ. ἁγ. Ἰγνατίου, ΘΗΕ, τόμ.8, στ.113), ὡς μέλη Χριστοῦ, καὶ «ἑνώσει ἀφάτω» μὲ τὸ δικό Του σῶμα κατὰ τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸ νέο Θεολόγο.
Εἶναι θεοποιημένα καὶ ἀφθαρτοποιμένα σώματα καὶ μέλη, εἰς τύπον τοῦ ἐνδόξως ἀναστημένου σώματος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ (Α´ Κορ.15,44), ὁ Ὁποῖος φέρει «ἐν ἑαυτῷ κινουμένην ζωήν… ἀΐδιον καὶ μηδενὶ θανάτω περατουμένην» κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητὴ (P.G. 91,1144C).

Τέτοια τιμὴ καὶ ὕμνος γιὰ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα δὲν ἔχει ἀποδοθεῖ ποτὲ ἄλλοτε ἀπὸ κανέναν! Μόνο ἐμεῖς τιμᾶμε τὸ θεοδημιούργητο ἀνθρώπινο σῶμα μέχρι τὸ ἔσχατο μικρομόριό του στὰ τιμημένα λείψανα τῶν ἁγίων μας, σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς ἄθλιους συκοφάντες μας, οἱ ὁποῖοι τὸ καταφρονοῦν κατάφορα.
Ἡ δική μας φιλανθρωπία φτάνει καὶ ὡς τοὺς νεκρούς, ἐνῶ ἡ δική τους δὲν ξεπερνᾶ τὸν ἑαυτό τους. Αὐτὴ εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς πάμπολλες εἰδοποιεῖς διαφορές μας…


Ορθόδοξος Τύπος 8 Ιουλίου '11

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου