Πέμπτη 28 Ιουλίου 2011

28 Ιουλίου Συναξαριστής


Των Αγίων Προχόρου, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένα, Ευσταθίου Μάρτυρα, Ακακίου, Δροσίδος, Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, Παύλου Ξηροποταμινού, Χριστοδούλου Μάρτυρα, Αυξεντίου εν Λαοδικία, Εγκαίνια Ναού Υπεραγίας Θεοτόκου τοις Διακονίσσης.



Οἱ Ἅγιοι Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων καὶ Παρμενᾶς οἱ Ἀπόστολοι καὶ Διάκονοι


«Ὃς ἐὰν θέλη ἐν ἡμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος». Ὅποιος, δηλαδή, θέλει νὰ γίνει μέγας
μεταξύ σας, εἶπε ὁ Κύριος, ἂς εἶναι ὑπηρέτης σας καὶ ἂς μαθαίνει νὰ γίνεται ἐξυπηρετικὸς στοὺς ἄλλους.
Σ’ αὐτὴ τὴν κατηγορία ἀνθρώπων ἀνήκαν καὶ οἱ ἀπόστολοι – ἀπὸ τοὺς 70 μαθητὲς τοῦ Κυρίου – Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων καὶ Παρμένος. Αὐτοὶ ἦταν μεταξὺ τῶν ἑπτὰ ἐκλεγμένων διακόνων τῆς πρώτης χριστιανικῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων (Πράξ. στ’ 5).
Τὸ ἔργο τους ἦταν νὰ ὑπηρετοῦν καὶ νὰ ἐπιστατοῦν στὴ διατροφὴ τῶν ἀπόρων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαίτερα τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν χηρῶν. Ἀλλὰ ὑπηρετοῦσαν καὶ στὴ διάδοση τοῦ Θείου Λόγου. Ἔτσι ἀργότερα, ὁ μὲν Πρόχορος ἀκολούθησε τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη στὴ Μικρὰ Ἀσία, ὅπου ἔγινε ἐπίσκοπος Νικομήδειας καὶ ἀναδείχθηκε τέλειος διάκονος τοῦ ἐπισκοπικοῦ καθήκοντος.
Ὁ δὲ Τίμων ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο στὰ Βόστρα τῆς Ἀραβίας, ὅπου εἶχε σταλεῖ νὰ ὑπηρετήσει τὸ Εὐαγγέλιο.

Οἱ ἄλλοι δύο, ὁ Νικάνωρ καὶ ὁ Παρμένος, πέθαναν στὴν Ἱερουσαλήμ, ἐκτελώντας τὸ διακονικό τους ἔργο. Κηδεύθηκαν ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Ἀποστόλους, κάτω ἀπὸ τὸ πένθος ὅλης της Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ὑπηρέτησαν μὲ τόσο ζῆλο καὶ ἐπιτυχία.
Ἔτσι, ὁ καθένας χωριστά, ἀναδείχθηκε «πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ». Δηλαδὴ πιστὸς διάκονος στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου.


Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖοι συνέκδημοι, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, θεόθεν ἐκρίθητε διακονεῖν εὐσεβῶς, τῷ θείῳ πληρώματι, Πρόχορε θεηγόρε, σὺν Νικάνορι ἅμα, Τίμων ὁ θεοκῆρυξ. Παρμενᾶς τε ὁ θεῖος, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Διάκονοι σεπτοί, καὶ αὐτόπται τοῦ Λόγου, καὶ σκεύη ἐκλογῆς, ἀνεδείχθητε πίστει, Νικάνος καὶ Πρόχορε, Παρμενᾶ Τίμων ἔνδοξε. Ὅθεν σήμερον, τὴν ἱερὰν ὑμῶν μνήμην, ἑορτάζομεν, ἐν εὐφροσύνῃ καρδίας, ὑμᾶς μακαρίζοντες.

Μεγαλυνάριον.
Ἡ τῶν Ἀποστόλων θεία τετράς, Πρόχορε Νικάνορ, καὶ σὺν Τίμωνι Παρμενᾶς, ὡς τῆς εὐσεβείας διάκονοι καὶ μύσται, μυσταγωγεῖν τὰ κρείττω, ἡμᾶς μὴ παύσησθε.





Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Μάρτυρας

Γεννήθηκε στὴν πόλη Ἄγκυρα καὶ εἶναι ἀπὸ τὰ λαμπρὰ στολίσματα τῆς Ἐκκλησίας.
Θαρραλέος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἀκούραστος ἐργάτης τῶν ἐντολῶν του, καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο Κορνήλιο. Στὴν ἀνάκριση ποὺ τοῦ ἔκαναν, ἐπέμεινε στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ καὶ καταδικάστηκε στὴν πιὸ βάρβαρη ποινή. Τοῦ τρύπησαν δηλαδὴ τοὺς ἀστραγάλους, καὶ ἔπειτα ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν ἀπὸ τὶς τρύπες τῶν πληγῶν του μὲ σχοινί, τὸν ἔσυραν στὸν ποταμὸ Σάγαρι, στὰ νερὰ τοῦ ὁποίου τὸν ἔριξαν.
Διασώθηκε ὅμως ἀπὸ τὴ Θεία Χάρη καὶ βγῆκε ἔξω. Ἄλλα μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες, ὅταν ἔμαθε αὐτὸ ὁ ἔπαρχος, ντροπιασμένος σκότωσε τὸν Εὐστάθιο μὲ τὸ δικό του μαχαίρι.
Ἔτσι ὁ Εὐστάθιος, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχή, στεφανωμένος μὲ τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.





Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Μάρτυρας


Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος, καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀπολλωνία καὶ μαρτύρησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Λικίνιου. Ἦταν ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ δεινὸς κήρυκάς του.
Λόγω τοῦ ἔργου του καταγγέλθηκε καὶ βασανίστηκε. Ὅμως μὲ τὴ Θεία ἐπέμβαση, βγῆκε ἀλάβωτος ἀπὸ τὰ βασανιστήρια. Ἔτσι δὲν ἔπαθε τίποτα ὅταν τὸν ἔριξαν μέσα σὲ καζάνι μὲ βραστὸ νερὸ καὶ διασώθηκε ἀπὸ τὴν ἀγριότητα πεινασμένου λιονταριοῦ. Βλέποντας αὐτὰ τὰ θαύματα ὁ ἔπαρχος Τερέντιος, τὸν ἄφησε ἐλεύθερο.
Στὴ συνέχεια ὁ Ἅγιος μετέβη στὴν Μίλητο, ὅπου καὶ συνέχισε τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς μιᾶς ἀληθινῆς πίστης τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ναὸ τῶν εἰδώλων καὶ μὲ τὴν ἀπειλὴ τῶν βασανιστηρίων, θέλησαν οἱ εἰδωλολάτρες νὰ τὸν κάνουν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὅμως μὲ τὴν δύναμη τῆς προσευχῆς του καὶ μόνο, μπόρεσε νὰ συντρίψει τὰ ἀγάλματα τῶν εἰδώλων.
Γι’ αὐτήν του τὴν πράξη ἀποκεφαλίστηκε. Τὸ ἅγιο λείψανό του ἐναποτέθηκε στὴν πόλη τῶν Συνάδων.





Ἡ Ἁγία Δροσίς ἡ Μάρτυς

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὴν ἔριξαν μέσα σὲ χωνευτήριο χρυσοῦ.





Ἡ Ὁσία Εἰρήνη ἡ Χρυσοβαλάντου

Ὑπῆρξε στὰ χρόνια τῆς βασίλισσας Θεοδώρας, ποὺ ἀναστήλωσε τὶς ἅγιες εἰκόνες.
Ἡ Εἰρήνη καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ διακρινόταν ὄχι μόνο γιὰ τὴν εὐσέβειά της, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν σωματικὴ ὡραιότητά της καὶ γιὰ τὴν εὐγενῆ ἀνατροφή της. Εἶχε ζητηθεῖ λοιπὸν σὲ γάμο, ἀπὸ διακεκριμένο ἄνδρα τοῦ παλατιοῦ καὶ ξεκίνησε γιὰ τὸ Βυζάντιο.
Στὴ διαδρομὴ ὅμως, πέρασε ἀπὸ τὴ Μονὴ τοῦ Χρυσοβαλάντου καὶ τόσο ἑλκύστηκε ἀπὸ τὴ συναναστροφὴ τῶν καλογριῶν, ὥστε πῆρε τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ παραμείνει μαζί τους. Ἔτσι ἀπέρριψε τὶς κοσμικὲς δόξες, γύρισε στὴν πατρίδα της, πούλησε τὰ ὑπάρχοντά της, βοηθώντας πολλοὺς φτωχοὺς καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρήματα τὰ ἐναπόθεσε στὴ Μονή.
Ἔγινε μοναχὴ καὶ ἡ ζωὴ τῆς μέσα στὸ μοναστήρι ὑπῆρξε πολὺ ἀσκητικὴ καὶ ἁγία. Ὅταν πέθανε ἡ ἡγουμένη, ἡ Εἰρήνη, παρὰ τὴν ἄρνησή της, ὁρίστηκε διάδοχός της. Ἀπὸ τὴ νέα της θέση, ἐπετέλεσε τὰ καθήκοντά της ἄριστα. Ὁ Θεὸς μάλιστα, τὴν προίκισε μὲ τὸ προφητικὸ καὶ θαυματουργικὸ χάρισμα. Ἔτσι διὰ τῆς προσευχῆς της, ἀπάλλαξε πολλοὺς ἀπὸ τὰ δαιμόνια.
Προαισθάνθηκε τὸν θάνατό της καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά, γεμάτη χαρὰ γιὰ τὸ εὐχάριστο οὐράνιο ταξίδι της.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Δόξαν ῥέουσαν, ὑπεριδοῦσα, νύμφη ἄμωμος, ὤφθης Κυρίου, δι’ ἀσκήσεως Ὀσία ἐκλάμψασα· ὡς οὖν Εἰρήνη τυχοῦσα τοῦ πόθου σου, ἐν ὁμονοίᾳ ἡμᾶς διαφύλαττε, ἀξιάγαστε, Χριστῷ τῷ Θεῷ πρεσβεύουσα, δωρήσασθε ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν τοῦ κόσμου εὔκλειαν, καταλιποῦσα Ὁσία, τῷ Χριστῷ νενύμφευσαι, τῷ Βασιλεῖ τῷ ἀφθάρτῳ, κάλλεσι, τῆς παρθενίας λελαμπρυσμένη, σκάμμασι, τῆς ἐγκρατείας πεποικιλμένη· διὰ τοῦτό σε Εἰρήνη, ὁ σὸς Νυμφίος λαμπρῶς ἐδόξασε.

Μεγαλυνάριον.
Τῆς Καππαδοκίας τὴν καλλονήν, καὶ Χρυσοβαλάντου, ὀδηγίαν τὴν ἀσφαλῆ, τὴν πηγὴν θαυμάτων, πηγάζουσαν τῷ κόσμῳ, Εἰρήνην τὴν Ὁσίαν, ὕμνοις τιμήσωμεν.





Ἐγκαίνια Ναοῦ Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοὶς Διακονίσσης

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.





Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ξηροποταμηνός

Σύμφωνα μὲ τὸν Σ. Εὐστρατιάδη ἡ βιογραφία τοῦ Ὁσίου Παύλου, ποὺ βρίσκεται στὸ Νέον Ἐκλόγιον, εἶναι τελείως φανταστική.
Σ’ αὐτὸ φέρεται σὰν γιὸς τοῦ Βασιλιὰ Μιχαὴλ Α’ τοῦ Ραγκαβὲ (811 – 813) καὶ τῆς θυγατέρας τοῦ αὐτοκράτορα Νικηφόρου τοῦ Γενικοῦ. Εὐνουχίστηκε σὲ παιδικὴ ἡλικία καὶ ἔφτασε σὲ μεγάλα ὕψη φιλοσοφίας.
Ἀπαρνήθηκε τὸν κόσμο καὶ πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔκτισε τὴ Μονὴ Ξηροποτάμου, τῆς ὁποίας καὶ ἔγινε ἡγούμενος. Ἡ ἁγιορείτικη παράδοση ὅμως, τὸν θέλει σύγχρονο τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, ἱδρυτὴ τῆς Λαύρας.
Τοῦ Ὁσίου αὐτοῦ Παύλου, σώζονται στὴ Μονὴ Ξηροποτάμου ἕξι Κανόνες στοὺς Ἁγίους 40 μάρτυρες, Κανόνας ἰαμβικὸς στὸν τίμιο σταυρὸ καὶ λόγος στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Βασιλείου ἀξίας ἀνταλλαξάμενος, τὸν θεοΰφαντον τρίβωνα τῆς ὁσίας ζωῆς, ὡς ἀστὴρ ἑωθινὸς ἐν Ἄθῳ ἔλαμψας, καὶ ὁδηγεῖς φωτιστικῶς, Μοναζόντων τοὺς χορούς, πρὸς κτῆσιν τὴν τῶν κρειττόνων, Παῦλε Πατέρων ἀκρότης, καὶ πρεσβευτὰ ἡμῶν πρὸς Κύριον.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀνάκτων βλάστημα, Παῦλε θεόφρον, κληρονόμος ἄξιος, καὶ υἱὸς ὤφθης εὐκλεής, τοῦ οὐρανίου Παντάνακτος, δι’ ἰσαγγέλου ζωῆς Πάτερ Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ὡς ἀνάκτων γόνος, κληρονόμος δι’ ἀρετῶν· σὺ γὰρ Πάτερ Παῦλε, ἀγγελικῶς βιώσας, τῆς ὑπὲρ νοῦν εὐκλείας, λαμπρῶς ἠξίωσαι.





Ὁ Ἅγιος Χριστόδουλος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Κασσανδρείας

Ὁ Νεομάρτυρας Χριστόδουλος γεννήθηκε σ’ ἕνα χωριὸ τῆς Κασσάνδρας, ποὺ ὀνομαζόταν Βαλτά. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἦλθε στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ράφτη.
Πληροφορήθηκε ὅτι κάποιος χριστιανὸς Βούλγαρος, ἑτοιμαζόταν ν’ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τότε ὁ Χριστόδουλος προμηθεύτηκε ἕναν μικρὸ σταυρὸ καὶ πῆγε στὸ καφενεῖο, ὅπου θὰ γινόταν ἡ περιτομὴ τοῦ ἀρνησίχριστου. Διέσχισε τὸ πλῆθος τῶν γενιτσάρων, καὶ ἐνῶ χτυποῦσαν τὰ τύμπανα, πλησίασε τὸν ἀρνησίχριστο, παρουσίασε τὸν σταυρὸ καὶ τοῦ εἶπε: «Ἀδελφὲ τί ἔπαθες; Νὰ ἡ πίστη μας, νὰ ὁ Χριστός ποὺ σταυρώθηκε γιὰ τὴν ἀγάπη μας. Σὺ γιατί ἀφήνεις τὸν Χριστὸ τὸν σωτήρα σου καὶ γίνεσαι Τοῦρκος;». Ἐξαγριωμένοι οἱ Τοῦρκοι, ὅρμησαν καὶ συνέλαβαν τὸν Χριστόδουλο καὶ μὲ χτυπήματα τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή, ὅπου ἀπαίτησαν τὸν θάνατό του. Στὴν προτροπὴ τοῦ κριτῆ ν’ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, ὁ Μάρτυρας μὲ θάρρος ἀπάντησε: «... καὶ σὺ ἄφησε τὸν μωαμεθανισμὸ καὶ γίνε Χριστιανός».
Ἀποδεικνύοντας ἔτσι τὴν ἀκλόνητη πίστη του, παραδόθηκε στοὺς δήμιους, οἱ ὁποῖοι τὸν κρέμασαν κοντὰ στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ στὴ Θεσσαλονίκη, στὶς 28 Ἰουλίου 1777.
Τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου μὲ καρφωμένο τὸν σταυρὸ στὴν πλάτη του, παρέμεινε γυμνὸ κρεμασμένο γιὰ δυὸ μέρες. Κατόπιν οἱ Χριστιανοί, ἀγόρασαν τὸ λείψανό του ἀντὶ 600 γροσιῶν καὶ τὸ ἔθαψαν μὲ τιμές.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον βλάστημα, τῆς Κασσανδρείας, καὶ τῆς πίστεως, νέος ὁπλίτης, ἀνεδείχθης Νεομάρτυς Χριστόδουλε· τοῦ γὰρ Σωτῆρος κηρύξας τὸ ὄνομα, τὸν δι’ ἀγχόνης ὑπέμεινας θάνατον. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Φερωνύμως Ἅγιε, Χριστῷ δουλεύων ἀμέμπτως, στρατιώτης ἄριστος, τῆς οὐρανίου στρατείας, γέγονας, καλῶς ἀθλήσας ὑπὲρ Κυρίου· ὅθεν σε, ὡς Νεομάρτυρα νικηφόρον, ἀνυμνοῦμεν καὶ βοῶμεν· Χαίροις τὸ κλέος ἡμῶν Χριστόδουλε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Κασσανδρείας θεῖος βλαστός, ὁ ὑστέροις χρόνοις, μαρτυρήσας ὑπὲρ Χριστοῦ· χαίροις Νεομάρτυς, Χριστόδουλε θεόφρον, ἡμῶν πρὸς τὸν Σωτῆρα, πρέσβυς θερμότατος.





Ὁ Ἅγιος Αὐξέντιος ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε ἐν Λαοδικείᾳ τῆς Φρυγίας. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου Μάρτυρα.


synaxarion.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου