Ἀπό τά θαύματα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος. (Μέρος Ε')
Ἐκλεκτές διηγήσεις καί προσευχές γιά μικρά παιδιά
Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Τό πρωΐ ὁ Ἅγιος εἶπε στόν διάκονό του:
-Πήγαινε παιδί μου, φέρε τά ἄλογα καί τόν σανό του, τώρα πού εἶναι πρωΐ νά ξεκινήσουμε γιά τό μεγάλο ταξίδι μας.
Ἦταν δύο ὧρες πρίν ξημερώσει. Ἐπῆγε στόν σταύλο καί εὑρῆκε τά ζῶα σκοτωμένα.
-Πάτερ, ἀλλοίμονό μας, κακοί ἄνθρωποι ἐσκότωσαν τ᾿ ἄλογά μας.
Καί ὁ Γέροντας Ἐπίσκοπος εἶπε στόν ὑποτακτικό του:
Αὐτοί οἱ ἀρειανοί τό ἔκαμαν αὐτό τό ἔργο γιά νά μή πᾶμε στήν σύνοδο. Πήγαινε καί βάλε τό κεφάλι τους στήν θέσι τοῦ σώματός τους καί ἔρχομαι κι ἐγώ.
Ἀκόμη δέν εἶχε ξημερώσει. Ὁ ὑποτακτικός του, ἐπειδή ἦταν ἀκόμη σκοτάδι, ἐφήρμοσε τό ἄσπρο κεφάλι στό μαῦρο ἄλογο καί τό μαῦρο κεφάλι στό ἄσπρο ἄλογο.Ὅταν ἔφθασε ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἐκεῖ, τόν ἐρώτησε:
-Παιδί μου, ἔβαλες τά κεφάλια τους στά σώματα τῶν ἀλόγων;
-Τά ἔβαλα, Πάτερ.
-Ποῦ εἶναι;
-Νά, ἐδῶ.
Ἦταν ὅμως σκοτάδι καί δέν ἔβλεπε τί ἔκανε.
Τότε ὁ Ἅγιος εἶπε:
-Νά εἶσαι δεδοξασμένος Κύριε, Ἐσύ πού ἔδωσες ζωή σέ ὁλόκληρη τήν κτίσι τώρα καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀμέσως τά ἄλογα ἀναστήθηκαν καί κλωτσοῦσαν τό ἕνα τό ἄλλο.
Δέσε τή καρότσα πίσω στά ἄλογα, παιδί μου!
Δέν εἶχε ἰδεῖ ὅτι ἔχει κάνει λάθος μέ τά χρώματα τῶν κεφαλιῶν τῶν ἀλόγων. Ὁπότε εἶπε στόν Γέροντά του:
-Γέροντα, ἔκαμα κάποιο λάθος. Ἔβαλα κοντά τό κεφάλι τοῦ ἄσπρου ἀλόγου στό μαῦρο ἄλογο καί τό ἀντίθετο.
-Ἄφησέ τα αὐτά, παιδί μου, ἔτσι ἤθελε ὁ Θεός! Ἄϊντε, ξεκινᾶμε μέ τοῦ Χριστοῦ μας τήν εὐλογία.
Καί καθώς ἐπήγαιναν, ἐξημέρωσε σέ δύο ὧρες. Οἱ Ἀρειανοί εἶδαν τό μαῦρο κεφάλι κολλημένο στό ἄσπρο ἄλογο καί τό ἄσπρο κεφάλι στό μαῦρο ἄλογο καί παρεξενεύθηκαν. Ἔλεγαν μεταξύ τους γεμᾶτοι ἀπορία:
-Ἰδού, βλέπετε ὅτι ἐκόψατε τό κεφάλι τοῦ ἀλόγου. Ποιοῦ ἀλόγου;
-Ναί, ναί, τά ἐκόψαμε.
-Ἀλλά κυττᾶξτε μπροστά σας τά ἄλογα! Πῶς ἀναστήθηκαν; Αὐτός ὁ Ἐπίσκοπος τά ἀνέστησε. Ὅταν ἔλθη στήν σύνοδο, θά μᾶς κάνη σκόνη. Εἶναι μέγας θαυματουργός ἅγιος!
Ὅταν ἔφθασαν στήν σύνοδο εἶχαν φθάσει ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες. Ὁ Βασιλεύς ἦταν στόν θρόνο του καί δίπλα ἡ βασίλισσα. Οἱ Πατέρες 318, ὁλόκληρος στρατός μέ τάξι. Ἐκάθοντο σέ καθίσματα ἕνας δίπλα στόν ἄλλον. Ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἔφθασε τελευταῖος. Ἦλθε καί στρατός μέ στρατηγούς γιά τήν ἐπιτήρησι τῆς τάξεως.
Ὁ Ἅγιος ἦλθε μέ ψάθινο σκοῦφο, μέ ἕνα μάλλινο ἐπανωφόριο καί μέ τσαρούχια στά πόδια.
Οἱ ἀξιωματικοί τῆς φρουρᾶς τόν ἔβαλαν νά καθίση τελευταῖος λόγῳ τῆς χωριάτικης περιβολῆς του. Μερικοί ἀπ᾿ αὐτούς γελοῦσαν. Τότε ὁ διάκονος τούς εἶπε:
-Κύριοι, ὁ ἐπίσκοπος Σπυρίδων εἶναι ἀπό τήν πόλι Τριμυθοῦντα τῆς Κύπρου. Νά, καί ἡ πρόσκλησις πού ἔχει ἀπό τόν βασιλέα. Στό ἐπάγγελμά του εἶναι τσοπάνης καί μόνο τίς κυριακές πηγαίνει νά λειτουργήση σάν ἐπίσκοπος.
Ὅταν ἄκουσαν οἱ ἀρειανοί ὅτι ἦλθε ὁ γέρο Ἐπίσκοπος Σπυρίδων, ἐθορυβήθησαν. Ὅταν ἔμαθαν καί γιά τό θαῦμα ἀναστάσεως τῶν ἀλόγων, τότε εἶπαν: «Αὐτός θά ἀποδείξη ποιά εἶναι ἡ ἀλήθεια».
Ὅταν τόν εἶδε ὁ βασιλεύς, κατέβηκε κάτω ἀπό τόν θρόνο του. Ἔβγαλε τό βασιλικό του στέμμα καί τόν ἐπροσκύνησε. Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἐπίσκοπο έξεπλάγησαν. Καί ὁ Ἄρειος ταράχθηκε μέ τούς ὁπαδούς του καί εἶπε: «Ποιός εἶναι πού κι αὐτός ὁ βασιλεύς ἐγονάτισε μπροστά του καί ἀσπάσθηκε τά πόδια του;
Ὁ βασιλεύς ἔδωσε στόν Ἅγιο θρόνο νά καθίση δίπλα του καί τοῦ εἶπε:
-Κάθισε ἐδῶ, πάτερ Σπυρίδων! Πρόσεξε τί λέγουν αὐτοί, ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι τῆς ἰδίας οὐσίας μέ τόν Θεό Πατέρα, ἀλλά ὅτι εἶναι ἕνα ἐκλεκτό κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μεγαλύτερος ἀπό τούς ἀγγέλους, ἀλλά ὄχι ὅτι εἶναι καί Θεός. Γι᾿ αὐτό συγκεντρωθήκαμε ὅλοι ἐδῶ γιά νά δείξουμε τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Ὄχι κάτι ἄλλο, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εὑρίσκεται σέ μεγάλο κίνδυνο. Τί λέγεις ἡ ἁγιότης σου;
Μετάφρασις: Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 2010
15 Σεπτεμβρίου 2013
Για να διαβάσετε τα υπόλοιπα πατήστε Ιστορίες Γέροντος Κλεόπα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.