Πάσας
τάς ἀποδείξεις περὶ τοῦ ἀδυνάτου τῆς ἐξελίξεως τῶν ἐνοργάνων ὄντων, ἀψύχων καί
ἐμψύχων, ἐπισφραγίζει τό γενικόν, ὡσαύτως καί ἀπολύτως ἀγεφύρωτον, χάσμα μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καί πάντων τῶν λοιπῶν
ἐνοργάνων ὄντων, δι' οὗ ἐχωρίσθη ἀποτόμως ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ πάντων τῶν ἐνοργάνων
ὄντων, ἀψύχων καί ἐμψύχων, καί τό ὁποῖον εἶναι ὄχι μόνον πνευματικόν-ψυχικόν,
ἀλλὰ καί ὀργανικόν.
Διότι ἔχει ὁ ἄνθρωπος καί βασικὰς ὀργανικάς-ἀνατομικὰς
διαφοράς, ὡς καί βιολογικὰς τοιαύτας, ἀπὸ ὅλα τὰ εἴδη τῶν τόσον ὑμνηθέντων
πιθήκων (ὅπως βεβαίως, καί κατὰ μείζονα λόγον, ἀπὸ ὅλα τὰ λοιπὰ ἐνόργανα ὄντα)
χωριζόμενος οὕτως - καί κατὰ πάντα - ἀπολύτως ἀπ' αὐτῶν.
Ὁ Ἄγγλος ἀνατόμος
Κέηβ, συγκρίνας, κατὰ τὸν Ζώρζ Γκραναί 1965 ἀνατομικούς χαρακτῆρας τοῦ ἀνθρώπου
καί τῶν ἀνθρωποειδῶν πιθήκων, κατήρτισε τὸν ἀκόλουθον πίνακα: Ὅτι 312
χαρακτηριστικὰ ἀπαντῶνται μόνον εἰς τὸν ἄνθρωπον, 396 χαρακτηριστικὰ εἶναι
κοινὰ τόσον εἰς τὸν ἄνθρωπον ὅσον καί εἰς τὸν Γορίλλαν, 354 χαρακτηριστικὰ
εἶναι κοινὰ εἰς τὸν ἄνθρωπον καί εἰς τὸν Ὀραγγουτάγκον, 117 χαρακτηριστικὰ
εἶναι κοινὰ μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ Γίββωνος καί 313 χαρακτηριστικὰ εἶναι
κοινὰ μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καί τῶν κατωτέρων πιθήκων.
Διακρίνεται λοιπὸν ὁ
ἄνθρωπος ὅλων τῶν πιθήκων κλπ. - τῶν ὡς προγόνων του ἢ ἄλλως ὡς αὐταδέλφων ἤ
ἐξαδέλφων του!!! φερομένων –βιολογικῶς τε καί ἀνατομικῶς, διά 312
χαρακτηριστικῶν, ἅτινα ἀπαντῶνται μόνον
εἰς αὐτόν·
Πῶς
ἀνεπτύχθησαν εἰς τὸν ἄνθρωπον τὰ ἰδιαίτερα ταῦτα χαρακτηριστικά, ἐν οἷς
διακρίνεται ὡσαύτως ἰδιαιτέρα δι' ἕκαστον σκοπιμότης καί πρόνοια; Θὰ ἀπαντήσουν
ἀναμφιβόλως πάλιν οἱ ἐξελικτικοί, ὅτι ἀνεπτύχθησαν διά τῆς ἐξελίξεως, τῆς πραγματοποιούμενης
διά τῆς φυσικῆς ἐπιλογῆς καί τῆς προσαρμογῆς, προηγηθείσης ἴσως καί ἀποτόμου
τινὸς ἐξελίξεως ἀπὸ εἴδους εἰς εἶδος. Ἐν τούτοις αὕτη εἶναι ἡ βασικὴ των πλάνη.
Ἡ ψευδὴς βάσις, ἐπὶ τῆς ὁποίας καί ἐν τῇ προθέσει των, οἱ ὑλισταὶ ἐξελικτικοί, νά
ἀρνηθοῦν τὴν ὕπαρξιν Δημιουργοῦ καί τὴν ὑπ' Αὐτοῦ δημιουργίαν τῶν ὄντων, ἐν
γένει, ἀνήγειραν ὅλον τό φανταστικὸν καί ψευδὲς οἰκοδόμημα τῆς θεωρίας τῆς
ἐξελίξεως. Ἀποδεικνυομένης λοιπὸν ἀναληθοῦς καί ἀνυπάρκτου τῆς βάσεως ταύτης,
ὁλόκληρον τό πομφολυγῶδες τοῦτο οἰκοδόμημα διαλύεται καί ἀφανίζεται παταγωδῶς.
Καί
εἶναι ἀνύπαρκτος καί ὅλως φανταστικὴ ἡ ὑπὸ τῶν ἐξελικτικῶν τιθεμένη, ὡς
ἀνωτέρω, βάσις, διότι ἡ ἱκανότης τῶν ἐνοργάνων καί ἐμψύχων ἐν γένει ὄντων πρός
προσαρμογὴν εἰς τό περιβάλλον ἤ ἐπιλογὴν
εἶναι ἀπολύτως ὡρισμένη καί περιωρισμένη δι' ἕκαστον εἶδος καί
γένος, μὴ δυναμένη νά ὑπερβῇ τὰ ἐξυπηρετοῦντα μόνον τὴν εἰδικὴν ἑκάστου εἴδους ἤ
γένους ζωὴν πλαίσια.
Ὅταν τὰ πλαίσια
ταῦτα δι' οἱονδήποτε λόγον διαταραχθοῦν ἤ παραβιασθοῦν, ἐπακολουθεῖ ὄχι τοῦ
εἴδους ἤ γένους ἡ ἐξέλιξις κ.λπ., ἀλλ' ὁ θάνατος,
ὁ ἀφανισμός αὐτῶν. Τοῦτο
διδάσκει ἡ πεῖρα τῶν αἰώνων ἄν ἡ ρηθεῖσα ἄποψις ἦτο ἀληθής, τότε τά ὑπάρχοντα
σήμερον ἀνώτερα ἔμψυχα ὄντα, καί δή ὁ ἄνθρωπος, θά ἠδύναντο - ὡς ὀργανισμοί
ἀνωτέρων ἐξελικτικῶν ἀναμορφώσεων καί μεταβολῶν - νά ὑπερπηδήσουν τά ὅρια
ταῦτα.
Δέν συνέβη ὅμως τοιοῦτον τι μέχρι σήμερον καί δέν θά συμβῇ ποτέ. Οὐδεμία
ὀργανική μεταμόρφωσις ἤ μετάμειψις εἴδους ἤ γένους θά ἐπιτευχθῇ. Αἱ
διασταυρώσεις, αἱ τεχνητῶς ὑπό τοῦ ἀνθρώπου γενόμεναι (διότι, κατά τήν
μαρτυρίαν τοῦ Dufrenoy, τά ἔμψυχα ὄντα τά ἀνήκοντα εἰς
διάφορα γένη ἐξ ἐνστίκτου ἀποφεύγουν τάς μεταξύ των ἐπιμιξίας)[1]
εἶναι περιωρισμέναι μεταξύ ἀπολύτως συγγενῶν πάντοτε εἰδῶν καί γενῶν, καί δέν
θὰ ὑπερβοῦν ποτέ τὰ ὑπὸ τοῦ Δημιουργοῦ, πρός ἐξυπηρέτησιν τῆς δημιουργίας καί
πάλιν τεθέντα ὅρια, ἅτινα καί περιωρίσθησαν ὑπὸ τοῦ ἰδίου κατὰ τοιοῦτον τρόπον
ὥστε, πᾶσαι αἱ διασταυρώσεις νά διέπωνται ὑπὸ τῶν τριῶν μορφῶν τοῦ παγκρατοῦς
νόμου τῆς κληρονομικότητος (Μεντελισμοῦ), ἤτοι τῆς Μέσης, τῆς Μωσαϊκῆς καί τῆς Ἐναλλασσομένης, καθ' ἅς, ὡρισμένος
ἀριθμὸς ἀπογόνων τῆς πρώτης μορφῆς ἐν σταθερῇ ἀναλογίᾳ 1 : 2: 1, ἐπανέρχεται
εἰς τὸν καθαρὸν τύπον τῶν ἀρχικῶν προγόνων. Ὡρισμένοι δέ τεχνητοὶ μεσάζοντες,
ὡς ὁ ἡμίονος κλπ., εἶναι στεῖροι ἤ ἄγονοι, μὴ ἔχοντες, κατὰ τὸν νόμον τῆς
«ἀγονίας», τὴν ἱκανότητα ἀναπαραγωγῆς[2].
Ὅταν
δέ οὐδεμία τεχνητὴ παραλλαγή ἤ
μεταλλαγὴ συγγενῶν πάντοτε καί ἀνηκόντων εἰς τό αὐτὸ εἶδος ἤ γένος ὄντων, δύναται νά ἐκφύγῃ τοῦ πλαισίου
τῶν Νόμων τούτων τῆς κληρονομικότητος (ἤ τῶν νόμων τῆς ἐπικρατήσεως, τῆς
ἀποσχίσεως ἤ διασπάσεως καί τῆς καθαρότητος τῶν γαμετῶν) ὅπως καί τῶν συναφῶν
Νόμων: α) τοῦ Quetelep, καθ' ὃν πάντα τὰ πρός ἕνα οἱονδήποτε χαρακτῆρα
παραλλάσσοντα εἴδους τινός κατατάσσονται περὶ μέσον τινὰ τύπον καί αἱ διαφοραὶ
ἀπὸ τοῦ μέσου τούτου τύπου εἶναι τοσούτω σπανιώτεραι, ὅσῳ περισσότερον
μεμακρυσμέναι ἀπ' αὐτοῦ τυγχάνουν· καί β) τῶν Welmorin καί Johansen, περὶ «παλινδρομήσεως»,
καθ' ὅν οἱ ἀπόγονοι τείνουν νά ἐπανέλθουν πρός τὸν μέσον τύπον, ἀπὸ τοῦ ὁποίου
οὕτω παρουσιάζονται μεμακρυσμένοι ὀλιγώτερον ἤ οἱ γονεῖς των[3].
Ὅταν φύσει τὰ ἔμψυχα ὄντα ἀποφεύγουν τάς μεταξὺ των ἐπιμιξίας, εἰς δέ τὰ ἄψυχα
-φυτὰ δένδρα - δέν εἶναι δυνατὸν νά νοηθῇ κἄν τοιαύτη τάσις, πῶς θὰ γίνη
ἀποδεκτὴ τυχαία μεταλλαγή οἱουδήποτε εἴδους ἤ γένους καί μετατροπὴ αὐτοῦ εἰς
ἕτερον;
Μήπως
ὅμως οἱ προμνησθέντες νόμοι, οἱ πρός φρούρησιν προφανῶς τοῦ ἀμεταβλήτου τῶν
εἰδῶν ὑπὸ τοῦ Δημιουργοῦ ταχθέντες, ἐν συνδυασμῷ καί μετὰ τῶν λοιπῶν τοιούτων, διά τὴν
συντήρησιν, γενικώτερον, τοῦ φαινομένου τῆς ζωῆς, δέν στρέφονται ἐξ ἴσου καί
κατὰ τῶν ὀπαδῶν τῆς τελολογικῆς ἤ θεϊστικῆς ἐξελίξεως, κατὰ τούς ὁποίους ἡ
ἐξέλιξις τῶν ὄντων ἐγένετο τῇ συνεργείᾳ φυσικῶν δυνάμεων, ἀλλ' ὑπὸ τὴν
ἐποπτείαν τοῦ Θεοῦ;
Μυωπάζοντες,
ἐν τούτοις, ἵνα μὴ εἴπωμεν τυφλώποντες οἱ ὑποστηρικταὶ τῆς ἐξελικτικῆς
Κοσμοθεωρίας πρὸ τῶν ἀμαχήτων τούτων ἀληθειῶν, τάς ὁποίας πᾶσαι αἱ πρόοδοι τῆς
Ἐπιστήμης, ἀλλὰ καί αἱ παλαιοντολογικαὶ ἔρευναι βεβαιοῦν πανηγυρικῶς (κυροῦσαι τό
ἐπιστημονικὸν ἀπόφθεγμα «πᾶν ζῶν ὄν, μόνον ἐξ ὁμοίου ὄντος γεννᾶται καί
ἀναπαράγεται») ὁμιλοῦν - ἰδίᾳ οἱ ὑλισταὶ ἐξελικτικοὶ - περὶ δημιουργικῆς ἱκανότητος τῆς Φύσεως, χωρὶς εἰς τὸν ὅρον τοῦτον νά δύνανται νά δώσουν
οὐδένα συγκεκριμένον χαρακτηρισμόν.
Ἀλλ'
ἡ λεγομένη Φῦσις δέν εἶναι τὶ ἄλλο
εἰμὴ ἡ συμπαντικὴ μᾶζα-ἐνέργεια, ἡ ἀπαρτιζόμενη καί σχηματιζόμενη, ἐκ τῶν γνωστῶν 102 ἤδη χημικῶν στοιχείων -καί
τῶν ἰσοτόπων αὐτῶν, καί συγκειμένη ... ὡς ἐκ τούτου, ἐκ μονάδων σταθερῶν
ἠλεκτρικῶν πεπερασμένων (τῶν θετικονίων, καί οὐδετερονίων τῶν πυρήνων, τῶν
ἠλεκτρονίων περὶ τούς πυρῆνας κ.ἄ.) ἤ καί τοῦ πολυδιαφημισθέντος μποζονίου τοῦ
Χίγγς πού ὀνομάζουν φύσιν, μὴ ἐχουσῶν πρός ἀλλήλας οὐδὲ συνοχήν!!! ἐκ μονάδων
ἠλεκτρισμοῦ, στερουμένων νοήσεως καί εἰδέναι, συνειδήσεως τῆς ἑαυτῶν ὑπάρξεως
ὅπως καί ἐλευθερίας, καί ὑποτεταγμένων εἰς ἀτέγκτους ἐννόμους δυνάμεις
(φυσικοὺς Νόμους), ὑπὸ τό κράτος τῶν ὁποίων ἐπιτελοῦν μηχανικῶς, τυφλῶς καί
ἀναλλοιώτως ὡρισμένας κινήσεις, μεταμορφώσεις καί μεταβολὰς[4].
Παραθέτομεν
σχετικῶς πρός τό μποζόνιον τοῦ Χίγγς τό ἄρθρον τοῦ Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ τοῦ Ἐθνικοῦ
Μετσοβείου Πολυτεχνείου Ἡλία Κατσούρα (περιοδικό ΠΑΡΕΜΒΟΛΗ ΙΟΥΛΙΟΣ –ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2012) ὅ
καί διαφωτίζει ἱκανῶς διά τάς ἀπόψεις συγχρόνων ἐπιστημόνων.
«Εἰσαγωγικά, θά ἤθελα νά ὑπενθυμίσω τά ἑξῆς:
Στίς 4 Ἰουλίου, οἱ ἐπικεφαλῆς τῶν ἐπιστημονικῶν Συνεργασιῶν C.M.S. καί A.T.L.A.S. ἀνακοίνωσαν
στό Εὐρωπαϊκό Ἐργαστήριο Σωματιδιακῆς Φυσικῆς, C.E.R.N., στή Γενεύη, ἀποτελέσματα τῆς ἀνάλυσης τῶν μέχρι
σήμερα πειραματικῶν δεδομένων, πού ἐλήφθησαν μέ τούς ὁμωνύμους πολυσύνθετους ἀνιχνευτές
τους.
Οἱ ἀνιχνευτές αὐτοί εἶναι ἐγκατεστημένοι
σέ χώρους περί τά 100 μέτρα κάτω ἀπό τήν ἐπιφάνεια τῆς Γῆς, ὅπου φέρονται ἐπανειλημμένα
σέ σύγκρουση κυκλικά καί ἀντίθετα κινούμενοι συρμοί δεσμίδων πρωτονίων.
Αὐτά
κινοῦνται ἐπί ὧρες σέ σωλῆνες ὑψηλοῦ κενοῦ καμπτόμενα καί ἑστιαζόμενα ἀπό τούς
μαγνήτες τοῦ νέου κυκλικοῦ Μεγάλου Ἐπιταχυντή Ἀδρονίων, L.H.C., μήκους 27 χιλιομ., ἀφοῦ ἔχουν ἐπιταχυνθεῖ τελικά ἀπό
αὐτόν σέ πολύ ὑψηλές ἐνέργειες καί ταχύτητες 99,999% τῆς ταχύτητος τοῦ φωτός.
»Μεταξύ τῶν
προϊόντων πού προκύπτουν κατά τίς συγκρούσεις κάποιων ζευγῶν πρωτονίων,
παρατηρεῖται, μέ τήν ἀπαιτούμενη στατιστική βεβαιότητα, καί ἡ παραγωγή ἑνός
πολύ σπανίου νέου βαρυοῦ καί ἀσταθοῦς σωματιδίου πού διασπᾶται κυρίως σέ δύο
πολύ ἐνεργητικά φωτόνια («ἀκτίνες» ἠλεκτρομαγνητικῆς ἐνεργείας).
Τό σωματίδιο
αὐτό ἀνήκει στήν κατηγορία τῶν μποζονίων, δηλαδή τῶν σωματιδίων πού ἔχουν ἀκέραιο
ἤ μηδενικό σπίν («συστροφή»), σέ ἀντίθεση μέ τήν ἄλλη κατηγορία τῶν γνωστῶν
θεμελιωδῶν σωματιδίων ὕλης (π.χ. ἠλεκτρόνιο, κουάρκ, κ.λπ.), πού ἔχουν σπιν 1/2.. Τό θεωρητικό σχῆμα τό ὁποῖο περιγράφει τίς
θεμελιώδεις ἀλληλεπιδράσεις (δυνάμεις μεταξύ) τῶν θεμελιωδῶν σωματιδίων (ἐκτός
τῆς βαρύτητας) καί ἔχει ἐπαληθευθεί πειραματικά μέ ἐξαιρετική ἀκρίβεια, ὀνομάζεται Καθιερωμένο Πρότυπο τῆς Σωματιδιακῆς Φυσικῆς.
» Τό σωματίδιο
πού ἀνακαλύφθηκε εἶναι πολύ πιθανόν νά εἶναι τό λεγόμενο σωματίδιο τοῦ Higgs (Χίγγς), ἀπό τό ὄνομα τοῦ ἐρευνητή Peter Higgs, ὁ ὁποῖος συνέβαλε μέ ἄλλους, ἀνεξάρτητα καί σχεδόν
ταυτόχρονα, στή διατύπωση ἑνός μηχανισμοῦ μέ τόν ὁποῖο ἐξηγεῖται ἡ ἐξαιρετική
διαφορετικότητα δύο ἀπό τίς θεμελιώδεις δυνάμεις, τῆς ἠλεκτρομαγνητικῆς (μέ
τήν ὁποία π.χ. δομοῦνται τά ἄτομα) καί τῆς ἀσθενοῦς πυρηνικῆς (ἡ ὁποία π.χ. ἐλέγχει
κρίσιμα τόν ἀργό ρυθμό παραγωγῆς ἐνέργειας στόν Ἤλιο). Οἱ δυνάμεις αὐτές σέ
πολύ ὑψηλές ἐνέργειες ἔχει ἀποδειχθεῖ πειραματικά ὅτι συγκλίνουν (εἶναι
«συμμετρικές») καί «ἑνοποιοῦνται» στή μαθηματική περιγραφή τους, ἐνῶ στην
καθημερινότητά μας ἐμφανίζονται ἐξαιρετικά διαφορετικές σέ ἰσχύ καί ἐμβέλεια!
» Ὁ μηχανισμός αὐτός
των F.Englert, R.Brout καί
P.Higgs παράγει θεωρητικά τό ἀνωτέρω «σπάσιμο» τῆς
συμμετρίας, καί ἐξηγεῖ γιατί τά φωτόνια (φορεῖς - μεσολαβητές τῆς ἠλεκτρομαγνητικῆς
δύναμης) εἶναι ἄμαζα καί ἡ αντίστοιχη δύναμη ἔχει ἄπειρη θεωρητικά ἐμβέλεια, ἐνῶ
οἱ φορεῖς τῆς ἀσθενοῦς πυρηνικῆς δύναμης, W καί Ζ, ἔχουν μᾶζα (καί μάλιστα ὅση 80-90 πρωτόνια!) μέ
ἀποτέλεσμα ἡ δύναμη αὐτή νά ἔχει πολύ μικρή εμβέλεια.
Ἐπιπλέον δίνει καί μία ἐξήγηση
γιά τό πώς ἀποκτοῦν τή μᾶζα πού ἔχουν τά θεμελιώδη σωματίδια. Τέλος, προβλέπει καί
τήν ὕπαρξη ἑνός σωματιδίου, τό ὁποῖο ἔχει ἐπικρατήσει ἐπιστημονικά νά ἀναφέρεται
μέ τό ὄνομα τοῦ Higgs, ἑνός ἀπό τούς ἐρευνητές,
γιατί μόνον αὐτός τό πρόβλεψε καί ὑπολόγισε μερικές ἀπό τίς ἰδιότητές του.
» Χρειάζονται
περαιτέρω μελέτες τῶν ἰδιοτήτων τοῦ νέου σωματιδίου καί τῶν τρόπων διάσπασής
του μέ μεγαλύτερα δείγματα δεδομένων, πού θά ληφθοῦν μέχρι τό τέλος τοῦ ἔτους καί
μετά, γιά νά δείξουν ἄν εἶναι αὐτές πού ἀναμένονται, στά πλαίσια τοῦ
Καθιερωμένου Προτύπου, γιά τό θεμελιῶδες σωματίδιο Χιγγς, ὁπότε θά ἔχει δοθεῖ
μία ἐπιστημονική ἀπάντηση στά σημαντικά ἐρωτήματα «γιατί ἔχουν μᾶζα τά θεμελιώδη σωματίδια;» καί «γιατί προκαλεῖται ἡ ἀσυμμετρία τῶν δύο
θεμελιωδῶν δυνάμεων, δηλαδή τῆς ἠλεκτρομαγνητικῆς καί τῆς ἀσθενοῦς πυρηνικῆς;»
πού ἀναφέρθηκαν.
»Θά μποροῦσε, ὅμως,
νά πρόκειται γιά ἕνα σύνθετο σωματίδιο, στά πλαίσια ἄλλων θεωρητικῶν μοντέλων,
ἤ τό ἐλαφρότερο ἀπό μία σειρά ἀπό σωματίδια «τύπου Χίγγς», πού προβλέπεται ἀπό
τό θεωρητικό σχῆμα τῆς λεγόμενης ὑπερσυμμετρίας. Αὐτό ἐντάσσει ὅλα τά θεμελιώδη σωματίδια ὕλης καί
δυνάμεων σέ μιά μαθηματική συμμετρία, μέ ἀποτέλεσμα νά λύνει ἕνα θεωρητικό
πρόβλημα σχετικά μέ τό ἴδιο τό χίγγς τοῦ Κ.Π. καί νά προβλέπει τήν ὕπαρξη πολλῶν
νέων σωματιδίων, πού ὅμως δέν ἔχουν παρατηρηθεῖ ἀκόμα στό L.H.C. Αὐτά (καί ἄλλα θεωρητικά σχήματα, ὅπως τῆς ὕπαρξης
π.χ. μικροσκοπικῶν χωρικῶν διαστάσεων ἐπιπλέον τῶν γνωστῶν μας τριών!) θά ἀποσαφηνιστοῦν
μέ τή λήψη πολύ περισσότερων δεδομένων, ἀφοῦ ὁ ἐπιταχυντής καί οἱ ἀνιχνευτές ἀναβαθμιστοῦν
κατά τό 2013-14, ὥστε νά λειτουργήσουν ἀπό τό 2015 καί ἐξῆς στήν ἐνέργεια τῶν
14 τρισεκατομμυρίων ἠλεκτρονιοβόλτ, γιά τήν ὁποία καί σχεδιάστηκαν.
» Σέ ἕνα ἀπειροστό
χρονικό διάστημα ἀπό τήν ἀρχή τῆς Δημιουργίας μέ τή Μεγάλη Ἔκρηξη, ἐνέργεια
μετατράπηκε σέ πολλῶν εἰδῶν ἐνεργητικά σωματίδια. Ὁ μικρότατος σέ διαστάσεις χῶρος
τοῦ Σύμπαντος ἦταν γεμάτος ἀπό ἕνα πεδίο (τῶν Englert-Brout-Higgs, ΕΒΗ), μιά ἰδιότητα
δηλαδή τοῦ χώρου μέ τήν ὁποία αὐτό ἀλληλεπίδρασε μέ τά κινούμενα στό χῶρο
σωματίδια, προσδίδοντας σέ αὐτά μᾶζα, ἀνάλογη μέ τό βαθμό σύζευξής του μέ αὐτά.
Τό πεδίο αὐτό ὑποτίθεται ὅτι συνεχίζει νά γεμίζει τό Σύμπαν καί ἐπειδή εἶναι
κβαντικό, ἔχει τήν ἰδιότητα νά γεννῶνται ἀπό αὐτό καί νά ἐξαφανίζονται
σωματίδια, τά λεγόμενα κβάντα (ἤ μέ ἰσοδύναμη εἰκόνα, «κυματικές» διεγέρσεις)
τοῦ πεδίου. Αὐτά τά σωματίδια ὀνομάζονται δυνητικά σωματίδια χίγγς, ἐπειδή
μποροῦν νά ὑπάρξουν γιά πολύ μικρό χρονικό διάστημα, σύμφωνα μέ τήν ποσοτική
διατύπωση τῆς ἀρχῆς τῆς ἀπροσδιοριστίας, ἔστω καί ἄν παραβιάζουν τήν ἀρχή
διατήρησης τῆς ἐνέργειας γιά τό διάστημα αὐτό.
» Κατά τίς ἀλληλεπιδράσεις
(«συγκρούσεις») μεταξύ δύο πολύ ἐνεργητικῶν πρωτονίων στά πειράματα στό C.E.R.N., ἀλληλεπιδροῦν τά συστατικά τους κουάρκ καί γλοιόνια καί,
ὅταν αὐτά ἔχουν ἀρκετή ἐνέργεια, διεγείρεται τό πεδίο ΕΒΗ καί συντονίζεται σέ
μιά ἐνέργεια πού ἀντιστοιχεῖ στή μᾶζα τοῦ σωματιδίου Χίγγς.
Ὅταν «εἰσαχθεῖ» ἀρκετή
ἐνέργεια τοπικά στό πεδίο ΕΒΗ, ἕνα δυνητικό σωματίδιο χίγγς γίνεται «ὁρατό»,
δηλαδή πραγματικό σωματίδιο χίγγς, σύμφωνα καί μέ τή σχέση ἰσοδυναμίας μάζας Μ
καί ἐνέργειας Ε, τοῦ Ἀϊνστάϊν, Ε = MC2, ὅπου
C εἶναι ἡ ταχύτητα
τοῦ φωτός. Ὅσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἐνέργεια τῶν συγκρουόμενων πρωτονίων, τόσο
μεγαλύτερη εἶναι ἡ πιθανότητα παραγωγῆς ἑνός πραγματικοῦ Χίγγς. Αὐτό ὅμως διασπᾶται
σχεδόν ἀκαριαία μέ ποικίλους τρόπους, δίνοντας διάφορα σωματίδια ὡς προϊόντα. Μέ
τήν ἀνίχνευση αὐτῶν τῶν σωματιδίων ἀπό τούς ἐξειδικευμένους ἀνιχνευτές τοῦ C.M.S. καί A.T.L.A.S. -
δηλαδή τή μέτρηση τῆς ἐνέργειας ἤ ὀρμῆς τους καί τῆς τροχιᾶς κίνησής τους, εἶναι
δυνατόν νά ὑπολογιστεῖ ἡ μᾶζα τοῦ ἀρχικοῦ σωματιδίου πού διασπάστηκε.
»Οἱ διάφορες ὀνομασίες
πού τοῦ δόθηκαν εἶναι δημοσιογραφικές, - μᾶλλον, παρά ἐπιστημονικές. Ἐπειδή ἡ
πειραματική ἐπιβεβαίωση τοῦ σωματιδίου χίγγς ἔχει μακρά ἱστορία δεκαετιῶν ἀνεπιτυχοῦς
ἀναζήτησης (λόγω της ἄγνωστης θεωρητικά, ἀλλά μεγάλης (τελικά;) τιμῆς τῆς μάζας
του), ὁ βραβευθείς μέ Νομπέλ φυσικός Lederman ἤθελε
νά τιτλοφορήσει σχετικό βιβλίο του ὡς «The God-damned particle» (Τό Θεο-κατάρατο σωματίδιο!).
Ὁ ἐκδότης προτίμησε ὅμως
τον τίτλο «Τό σωματίδιο τοῦ Θεοῦ». Ἕνας συμβολικός λόγος, πού θά μποροῦσα νά
δώσω γιά τήν ὀνομασία αὐτή εἶναι ὅτι μέσω τοῦ πεδίου τοῦ σωματιδίου αὐτοῦ ὁ
Δημιουργός προσέδωσε ὑλική ὑπόσταση λίγο μετά τή Μεγάλη Ἔκρηξη, στά διάφορα
θεμελιώδη καί ἄλλα σωματίδια.
Ἄλλοι ἀναφέρονται σέ αὐτό ὡς god particle (σωματίδιο θεός),
γιά ἀνάλογο λόγο, ὁ δέ γνωστός γιά τόν ἀθεϊσμό του ἐκλαϊκευτής (καί
προπαγανδιστής) Lawrence Krauss τό
ἀποκαλεῖ «The Godless particle» (τό ἄθεο
σωματίδιο) στό τελευταίο τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ Newsweek (16.7.12)! Ἡ
δημοσιογραφική χρήση τῶν διαφόρων ὀνομάτων, πιθανόν νά ἐκφράζει τίς μεταφυσικές
προτιμήσεις τῶν ἀρθρογράφων καί τίποτε ἄλλο.
»Αὐτές οἱ ὀνομασίες
δέν ὑπονοοῦν ὅτι πρόκειται γιά μία ἀνακάλυψη τῆς ἐπιστήμης ὅτι ὑπάρχει ἤ ὅτι δέν
ὑπάρχει Θεός, ἀφοῦ ὁ Ἄκτιστος Θεός εἶναι «ἐπέκεινα» τῆς φύσεως τοῦ κτιστοῦ
κόσμου, πού μπορεῖ νά ἐρευνᾶ καί νά μελετᾶ ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἐπιστήμη. Ἀπλᾶ,
πρόκειται γιά ἄλλη μία ἀνακάλυψη τοῦ «πῶς», στά σημαντικά ἐρωτήματα πού ἀναφέρθηκαν
παραπάνω, σχετικά μέ τίς ἰδιότητες τῶν θεμελιωδῶν σωματιδίων καί θεμελιωδῶν
δυνάμεων πού λειτουργοῦν στό Σύμπαν.
Οἱ ἐπιστήμονες καί ὅλοι μας, γενικά,
γοητευόμαστε ἀπό τόν καταπληκτικό πλοῦτο τῶν ὄντων καί τή νομοτέλεια τῆς
φύσεως, ἀπό τό βάθος τοῦ μικροκόσμου τῶν στοιχειωδῶν σωματιδίων, τῶν ἀτόμων -
μορίων, τοῦ DNA, μέχρι τά κύτταρα
καί τούς πολύπλοκους ζῶντες ὀργανισμούς, τό γήϊνο περιβάλλον καί ὑπόβαθρο, τόν ἄνθρωπο,
τό ἡλιακό σύστημα, τόν γαλαξία μας, τά δισεκατομμύρια τῶν γαλαξιῶν στό Σύμπαν.
Οἱ ἐπιστήμονες, ἀνάλογα μέ τήν ἰδιαίτερη ἕλξη ἀπό κάποια ἀπό αὐτές τίς περιοχές
προσπαθοῦν νά ἐμβαθύνουν στίς λεπτομέρειές τους, νά βροῦν σχέσεις τῶν μερῶν, νά
περιγράψουν φυσικούς μηχανισμούς, νά διατυπώσουν κανόνες καί νόμους πού
διέπουν τή λειτουργία τους σέ μαθηματική γλῶσσα. Προχωροῦν λογικά μέ τήν
παρατήρηση, τό πείραμα, τίς θεωρητικές ὑποθέσεις - προβλέψεις, τίς ἀπαιτούμενες
πειραματικές ἐπιβεβαιώσεις, προσπαθῶντας νά δώσουν φυσικές ἐξηγήσεις. Αὐτή εἶναι
ἡ καθιερωμένη καί ἐπιβεβαιωμένη ἐπιστημονική διαδικασία αἰῶνες τώρα γιά τή
μελέτη καί γνώση τοῦ φυσικοῦ κόσμου.
» Στήν πορεία
αὐτή τοῦ ἐρευνητικοῦ ζήλου ἤ καί τῆς συνεχοῦς ἐμβριθοῦς ἐνημέρωσης, οἱ
ἐπιστήμονες δέν μποροῦν νά ἀγνοήσουν θεμελιώδη ἐρωτήματα, ὅπως «γιατί ὑπάρχει
ὁ κόσμος;», «γιατί ὑπάρχουν οἱ φυσικοί νόμοι;», «γιατὶ μποροῦμε καί γνωρίζουμε
βαθύτερα καί πληρέστερα;», «ὑπάρχει ἀρχὴ τῶν πάντων;» καί ἄλλα.
Ἐξάλλου,
ἐπιστημονικὰ ἔχουν διαπιστωθεῖ πάρα πολλὲς καταπληκτικές ἰδιαιτερότητες («συμπτώσεις;»)
στήν ἰσχὺ τῶν θεμελιωδῶν δυνάμεων, κάποιων φυσικῶν μεγεθῶν, ὅπως μάζες τῶν
κουάρκ, κ.λπ., κ.λπ., οἱ ὁποῖες ἂν ἦσαν λίγο διαφορετικές δέν θά μποροῦσαν νά
δημιουργηθοῦν ἀστέρες-ἤλιοι, ἄτομα, δευτέριο καί βαρύτεροι πυρῆνες, ὅπως
ἄνθρακας, (ποῦ εἶναι βασικὸ στοιχεῖο τῆς ὀργανικῆς ὕλης), ζωή, ὁ ἄνθρωπος.
» Εἶναι φυσικὸ
οἱ ἐρευνητές, λόγῳ τῆς ἐπιστημονικῆς μεθόδου, νά ἀναζητοῦν συνεχῶς περαιτέρω
φυσικὲς ἐξηγήσεις, ἔστω καί μὲ ἀπίθανες εἰκασίες, τῶν ὁποίων οἱ προβλέψεις θὰ
πρέπει, φυσικά, νά ἐπαληθεύονται πειραματικά. Αὐτό, ὅμως, μπορεῖ νά μὴν εἶναι
ἐφικτό. Ἡ συνέχιση αὐτῆς τῆς μεθοδολογίας, ἐπίσης, προϋποθέτει ἕνα εἶδος
ἐπιστημονικοῦ «δόγματος», ὅτι ὁ ἄνθρωπος θὰ μπορεῖ ἐσαεὶ νά ἐξηγεῖ καί νά
κατανοεῖ μὲ μόνη τη λογική του, χωρὶς ὅρια. Ἀντίθετα, ἡ ἴδια ἡ φύσῃ καί ἡ
ἐπιστήμη μᾶς βάζουν ὅρια! (θεώρημα τοῦ Goedel, θεώρημα τοῦ Turing, ἀρχὴ τῆς
ἀπροσδιοριστίας τοῦ Heisenberg, κ.λπ.).
»Ἀρκετοὶ
ἐπιστήμονες, ἐξαιτίας καί τῶν παραπάνω καταπληκτικῶν «συμπτώσεων»,
ἀναγνωρίζουν σκοπιμότητα καί σχεδιασμό στό Σύμπαν ἀπὸ τὸν Θεό, καί λόγῳ τῶν
πνευματικῶν βιωμάτων καί ἐμπειριῶν τους, βλέπουν νά ἐπαληθεύεται ἡ ρήση τοῦ
Ἀπ. Παύλου, ὅτι «τὰ γάρ ὁρατὰ αὐτοῦ (τοῦ Θεοῦ) ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι
νοούμενα καθορᾶται, ἥ τέ αΐδιος (αἰώνια) αὐτοῦ δύναμις καί θειότης, εἰς τό
εἶναι αὐτούς ἀναπολογήτους (Ρωμ. Α΄, 20) καί ὅτι ὁ Θεὸς θέλησε νά ὑπάρξουμε καί
μᾶς καλεῖ ἐλεύθερα σὲ μία σχέση φιλίας μαζὶ Του. Μέσα ἀπὸ τὶς ἐξαιρετικὲς
ἐπιστημονικὲς διαπιστώσεις τοῦ «πῶς», διακρίνουν τό «ποῖος», «δι' ἐσόπτρου
(θαμπὸ καθρέφτη) ἐν αἰνίγματι (ἀσαφῶς)» (Α΄
Κορ. Ιγ 12).
» Ἄλλοι ἐπιστήμονες, δέν τὰ
βλέπουν αὐτά, εἴτε γιατὶ δέν ἔχουν προβληματιστεῖ ἀρκετά, ἀπορροφημένοι ἀπὸ καυτά
ἐπιστημονικὰ ἐρωτήματα, εἴτε γιατὶ θαμπώνονται ἀπὸ τίς ἐπιτυχίες τους, εἴτε
γιατὶ θέλουν νά ἐντυπωσιάσουν διαφημίζοντας τόν ἑαυτό τους μέ τήν ἀμφισβητήσῃ
τοῦ Θεοῦ, («πουλᾶνε» τά βιβλία τους, ἔστω καί ἂν εἶναι ρηχά, ἤ περιέχουν ἀναπόδεικτες
εἰκασίες), εἴτε καί λόγῳ τῆς ἀνεπάρκειας τῆς πνευματικῆς τους παράδοσης».
Εὐλόγως
ἐρωτᾶται ὅθεν εἶναι λογικόν τό «πῶς» νά ἀνάγεται εἰς «ποῖος» καί νά θεοποιεῖται καί μάλιστα ὅταν τό
«πῶς» εἶναι ἄλογον καί ἀσυνείδητον;
Εἰς
τὴν ἄνουν λοιπὸν ταύτην καί ἄνευ συνοχῆς ἠλεκτρικὴν μᾶζαν -
ἐνέργειαν ἀπέδωκαν καί δυστυχῶς ἀποδίδουν ἀντιθέως καί σατανικῶς τὴν δημιουργικὴν ἱκανότητα τῆς διαμορφώσεως
τοῦ τόσον ἐκπάγλου ὑλικοῦ Σύμπαντος, τοῦ βροντοφωνοῦντος τὴν ὕπαρξιν τοῦ
Ἀπείρου Δημιουργοῦ του. Ναὶ.
Διότι τό ἔκπαγλον τοῦτο ὑλικὸν Σύμπαν, μὲ τούς
ἀναριθμήτους εἰσέτι Γαλαξίας ὕλης καί ἀντιΰλης καί τὰ ἀναρίθμητα ὡσαύτως εἰσέτι
εἴδη καί γένη τῶν ἐπὶ τοῦ ἡμετέρου πλανήτου πολυειδῶν καί πολυμόρφων ἐνοργάνων
ὄντων, ἐν οἷς ἀπὸ τῶν φωσφοριζόντων βυθῶν τῶν ἀβύσσων μέχρι τῶν ἀπροσπελάστων
οὐρανίων ἐκτάσεων ἐξαστράπτει ἡ ὑπερκόσμιος σφραγὶς μιᾶς ὑπερόχου «σκοπιμότητος»
καί ἀπείρου προνοίας, σοφίας καί δυνάμεως, εἶναι ἡ τρανότερα καί
μεγαλειωδεστέρα, ἀναντιρρήτως ἀπόδειξις τῆς ὑπάρξεως τοῦ Ἀπείρου Δημιουργοῦ Τρισυποστάτου
Θεοῦ.
Εἶναι
ἄκρως λυπηρόν, ὅτι οἱ ὑποστηρικταὶ τῆς ὑλιστικῆς θεωρίας ὑπάρξεως τοῦ κόσμου (τινὲς
τῶν ὁποίων διεκδικοῦν καί τὸν θριγκὸν τῆς Ἐπιστήμης) παρέμειναν ἀδιάφοροι πρὸ
τοσούτων ἐκδηλώσεων τῆς θείας Σοφίας καί παντοδυναμίας καί προνοίας, τῶν
ἐμφαινομένων σαφῶς εἴς τε τὰ ἐλάχιστα τῆς παρούσης ὑλικῆς Δημιουργίας (χημικὰ
στοιχεῖα, κύτταρα κλπ.), ὅπως καί εἰς τὰ μέγιστα αὐτῆς, ἤτοι εἰς τάς ὁμάδας καί
τάς συστροφὰς τῶν γαλαξιῶν[5].
Καί
δέν συνεκινήθησαν ἀπὸ τὴν ὑπέροχον
διάπλασιν καί ζωὴν τῶν ἁπλῶν μέν, ἀλλ' ἰδιαιτέρων κατ' εἶδος καί μὲ
διάφορον μορφήν, μέγεθος καί περιεχόμενον ἀρχικῶν γεννητικῶν κυττάρων τῶν ὀργανισμῶν
τῶν ἐνοργάνων ὄντων, ἐν οἷς διακρίνεται εἰδικὴ καί θαυμαστὴ βιολογικὴ - ζωϊκὴ
μηχανοχημικὴ λειτουργία, διαγγέλλουσα εἰδικὸν ἑκάστου γεννητικοῦ κυττάρου
προορισμόν, πρός πραγμάτωσιν ὡρισμένου ἔργου - σκοποῦ ἐν ὡρισμένῳ περιβάλλοντι καί
ἐν ὡρισμένῳ χρόνῳ.
Δέν
ἐπηρεάσθησαν ἀπὸ τὴν θαυμασίαν ἐπίσης καί μυστηριώδη ἀληθῶς τάξιν καί ἁρμονίαν,
ἀλλὰ καί τὴν ἀπαραβίαστον καί ἀναλλοίωτον ἀκρίβειαν μεθ' ὧν διαπλάσσονται οἱ
πολυκύτταροι ὀργανισμοὶ ἐξ ἑνὸς ἀρχικῶς κυττάρου, διά διχοτομήσεως μέν, μέχρις
ὡρισμένων ὁρίων, πολλαπλασιασμοῦ δέ ἀκολούθως, πάλιν μέχρις ὡρισμένων ἐπίσης
ὁρίων, ὑπὸ τό κράτος ὅμως νόμου τοιαύτης ἐπιβολῆς, ὥστε, ἐξ ὡρισμένων μόνον,
μετὰ τὴν τοιαύτην διχοτόμησιν, κυττάρων νά διαπλάσσωνται τὰ καθ' ἕκαστα
συστήματα ἤ ὄργανα τοῦ ὀργανισμοῦ.
Ἐπικαλοῦνται
ὡς ἀπόδειξιν τῆς ἐξελίξεως τῶν ἐμβίων ὄντων τὴν ὁμοιότητα ὡρισμένων ὀργάνων ἤ
μελῶν τῶν ὀργανισμῶν τῶν συγγενῶν πάντοτε εἰδῶν καί γενῶν[6],
ὅπως καί τὴν ἐν τοῖς ὀργανισμοῖς των ὕπαρξιν εἰδικῶν τίνων ὀργάνων, τὰ ὁποῖα
ἀπεκλήθησαν ὑποτυπώδη. Ἀλλ' ἡ μὲν ὁμοιότης ὀργάνων τινῶν ἤ συστημάτων τῶν ὄντων
τούτων ἦτο ἀναπόφευκτος φύσει, ἐφόσον πρόκειται περὶ ἐργοστασίων καύσεως καί
καταλλαγῆς τῆς ὕλης, ἐργοστασίων κινήσεως καί ἀναπαραγωγῆς, προωρισμένων ὅπως
διαμορφωθοῦν καί ἀναπτυχθοῦν - μέχρις ὡρισμένων ὁρίων ὀργανικῆς ἀναπτύξεως -
ζήσουν καί ἀναπαραχθοῦν ἐν τῷ αὐτῷ φυσικῷ περιβάλλοντι καί ὑπὸ τό κράτος τῶν
αὐτῶν φυσικῶν νόμων.
Τῶν δέ ὑποτυπωδῶν ὀργάνων, ἄλλων μὲν ἀγνοεῖται εἰσέτι ὁ
σκοπὸς καί ὁ προορισμός, ἄλλων δέ ἡ δῆθεν κατὰ τό φαινόμενον ἀτροφία ἤ
ἀχρήστευσις εἶναι ἀπόδειξις ὄχι ἐξελικτικῆς ἱκανότητος τῶν ὄντων καί
δημιουργίας νέων ὀργάνων εἰς τούς ὀργανισμοὺς αὐτῶν, ἀλλὰ παλινδρομήσεως καί
ἐκφυλισμοῦ τούτων, μερικοῦ ἤ καθολικοῦ, ὅταν ὑπέρτεραι τῆς προσαρμοστικῆς
ἱκανότητος αὐτῶν συνθῆκαι ἐπὶ τῆς ζωῆς των ἐπιδράσoυν[7].
Καί
προκειμένου περὶ τοῦ ἀνθρώπου, προέβαλον μέχρι τῆς τελευταίας μεγάλης!! ἐν
Ἀφρικῇ ἀνακαλύψεώς των ὡς διάμεσους τύπους - κρίκους μεταξὺ ἀνθρώπου καί πιθήκου,
τὸν ἄνθρωπον τῆς Ἰάβας, τοῦ Νεάντερταλ, τῆς Γερμανίας, τοῦ Πεκίνου ἤ ἄλλως τὸν
«Σινάνθρωπον», τὸν ἄνθρωπον τῆς Μοραβίας, τῆς Ἀϊδελβέργης, τῆς Σαπὲλ - ώ - Σαὶν
κ.ἄ.
Ἀλλὰ
περὶ μὲν τοῦ ἀνθρώπου τῆς Ἰάβας, ἡ μεγάλη ἀποστολὴ Σελένκα, ἐκδώσασα κατὰ τό
ἔτος 1912 τὰ πορίσματα αὐτῆς, ἀπεφάνθη ὅτι «δέν ἀνήκει οὗτος εἰς τὴν
πλειόκαινον διάπλασιν τῆς τριτογενοῦς
περιόδου, ὡς ὁ εὐρέτης αὐτοῦ καθηγητὴς Ντυμπουὰ ὑπεστήριξεν, ἀλλ' εἰς τὴν τῶν
καθολικῶν προσχώσεων, ἤτοι τὴν τεταρτογενῆ
περίοδον, καθ' ἥν πλεῖστα ὅσα λείψανα τοῦ λογικοῦ ἀνθρώπου ἀνευρίσκονται»[8].
Περὶ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Νεάντερταλ, διακεκριμένοι εἰδικοὶ ἐπιστήμονες, ὡς ὁ ἐν
Βόνη καθηγητὴς Mayer, ὁ καθηγητὴς Rudolf Wagrer, ὁ Dr Piunner Rey, ὁ καθηγητὴς
Birchow κ.ἄ. ἀπεφάνθησαν ὡσαύτως ὅτι «πρόκειται περὶ ἀνθρώπου». Περὶ δέ τῶν
λοιπῶν, καί συγκεκριμένως περὶ τοῦ «ὀρθοῦ πιθηκανθρώπου», ὁ γάλλος φυσιολόγος
Charles Richet, γράφων εἰς τὴν γενικὴν Ἐπιθεώρησιν τῶν Ἐπιστημῶν, τῆς 30ης Ὀκτωβρίου 1905, ἀποφαίνεται ὅτι: «Εἶναι τίς
κατηναγκασμένος νά ὁμολογήσῃ ὅτι ἄβυσσος βαθεῖα ὑφίσταται μεταξὺ τοῦ πρώτου
τῶν πιθήκων καί τοῦ τελευταίου τῶν ἀνθρώπων οὐδὲ θὰ δυνηθοῦν τὰ πενιχρὰ λείψανα
τοῦ ὀνομασθέντος ὀρθοῦ πιθηκανθρώπου νά μεταβάλουν τὴν ὁμόφωνον ταύτην γνώμην».[9]
Τὰ
αὐτὰ περὶ τοῦ πιθηκανθρώπου κλπ., ἐπαναλαμβάνουν, ἐκτὸς ἄλλων: 1) ὁ ῥηθείς
Elie de Cyon, 2) ὁ Γερμανὸς ἀνθρωπολόγος Hermann Claatsel, καθηγητὴς τῶν Πανεπιστημίων
τῆς Χάϊντεμπερκ καί τοῦ Μπρεσλάου (1863 - 1916) καί 3) ὁ πολὺς Wirchow
τονίζοντες, χαρακτηριστικῶς, ὁ μὲν πρῶτος, ὅτι «ἡ Ἰδέα ὅτι τό ἀνθρώπινον γένος
κατάγεται ἐκ τίνος οἱουδήποτε πιθηκοειδοῦς εἶνε ἀναμφισβητήτως ἡ πλέον ΜΩΡΑ ἐκ
τῶν ἐξαγγελθεισῶν περὶ τῆς ἱστορίας τοῦ ἀνθρώπου» ὁ δεύτερος, ὅτι «ἔχει τὶς τό
δικαίωμα νά ἐξαλείψῃ ὁριστικῶς τὸν ἀνθρωποειδῆ πίθηκον ἐκ τοῦ καταλόγου τῶν
προγόνων τοῦ ἀνθρώπου, ὡς καί τὸν περίφημον πιθηκάνθρωπον» καί ὁ τρῖτος ὅτι
«ματαίως ἀναζητεῖται τό διάμεσον, ὅπερ θὰ ἥνου δῆθεν τὸν ἄνθρωπον πρός τὸν
πίθηκον ἤ πρός ἄλλο ζωϊκὸν εἶδος... ὅτι πᾶσαι αἱ ἐπιχειρηθεῖσαι ἔρευναι
ἀπέμειναν ἄνευ ἀποτελέσματος ὅτι δέν ὑπάρχει προάνθρωπος, δέν ὑπάρχει πιθηκάνθρωπος
(ἀνθρωποπίθηκος)· καί ὅτι ὁ μεσάζων κρίκος παραμένει φάντασμα, ἀποκύημα
φαντασίας»[10].
Εἰς
ὅμοιον σχεδὸν συμπέρασμα, διά τούς αὐτοὺς δῆθεν μεσάζοντας μεταξὺ ἀνθρώπου καί
πιθήκου τύπους, καταλήγει ὁ ἀρθρογράφος Ζὼρζ Κραναὶ εἰς τό δεύτερον ἄρθρον του,
ἐν τῷ περιοδικῷ Ἥλιος τῆς 15.3.52, διατυπώνων τό ἑξῆς περὶ αὐτῶν ἐρώτημα, ὡς καί
τῶν περιφήμων νέων εὐρημάτων: «Πρόκειται περὶ πιθήκων ἤ περὶ ἀνθρώπων; Θὰ ἦτο
δύσκολον νά διακρίνῃ κανείς… ἀντιπροσωπεύουν ἄραγε
οὔτοι ἀμέσους προγόνους μεταγενεστέρων ἐποχῶν; Νά βεβαιώσῃ κανεὶς κάτι
τέτοιο, θὰ ἦτο πολὺ παρακινδυνευμένον»[11].
Ναί,
ἀληθῶς. Δέν πρόκειται περὶ διαμέσων
τύπων μεταξὺ ἀνθρώπου καί πιθήκου, ἀλλὰ περὶ ἀνθρώπων ἀφ' ἑνὸς καί πιθήκων ἤ
πιθηκοειδῶν ἀφ' ἑτέρου, ἀπὸ τῶν ὁποίων ὅμως,
ὅλως διάφορος ἐπλάσθη ὁ ἄνθρωπος καί ἀπὸ ἀπόψεως ὀργανικῆς, ἐκ τούτου δέ
καί ἡ ὅλως διάφορος σύστασις τοῦ αἵματος καί τοῦ λευκώματός του, ὅπως καί τὰ
312 ἰδιαίτερα ἀνατομικὰ χαρακτηριστικά, ἅτινα ἀπαντῶνται μόνον εἰς αὐτόν.
Ἐχωρίσθη δέ ἀπολύτως ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ πάντων τῶν πιθήκων ἤ πιθηκοειδῶν ὅπως καί
ἀπὸ πάντων τῶν λοιπῶν ἐμψύχων ὄντων, οὐ μόνον διά τῆς διαφόρου συστάσεως καί
διαπλάσεως τοῦ σώματος του, ἀλλά, καί κυρίως διά τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ ψυχῆς,
ἥτις, ὡς ἰδιαιτέρα ἐν αὐτῷ πνευματικὴ - ἄρα δέ καί ἐνσυνείδητος καί ἐλευθέρα
ὑπόστασις, ἀποτελεῖ, ἀναντιρρήτως, τὴν κορωνίδα τῶν ἀποδείξεων (προκειμένου
ἰδία περὶ τοῦ ἀνθρώπου) ἐναντίον τῆς «Θεωρίας τῆς ἐξελίξεως» καί καθιστᾷ τό
μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καί πάντων τῶν λοιπῶν ἐμψύχων ὄντων χάσμα ἀπολύτως ἀγεφύρωτον.
Πρωτίστη δέ ἀπόδειξις τῆς ἰδιαιτέρας καί ἐνσυνειδήτου ὑποστάσεως τῆς ἀνθρωπίνης
ψυχῆς εἶναι ἡ ὑλικὴ σύστασις τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος.
********
[1]
μακαριστοῦ Π. Τρεμπ., μν. ἔργ., σελ. 59 καί βιβλ αὐτόθι.
[2] Εἰς τάς σπανιωτάτας διαμέσου
τῶν αἰώνων περιπτώσεις τῆς γονιμότητος μιᾶς ἡμιόνου ἐν τῷ κήπῳ τῆς
ἐγκληματίσεως τῶν Παρισίων καὶ ἑνὸς νόθου ἀπογόνου κονίκλου καὶ λαγωοῦ, τὸν
ὁποῖον διεφήμισαν Ca καὶ οἱ περὶ αὐτόν, οἱ ἀπόγονοι τῆς μὲν πρώτης ἀπὸ τῆς
δευτέρας γενεᾶς, τοῦ δὲ δευτέρου ἀπὸ τῆς τρίτης, ἐπανῆλθον εἰς τὰ ἐπικρατέστερα
ἀρχικὰ γένη τοῦ ἵππου καὶ τοῦ λαγωοῦ, κατὰ τὸν αὐτὸν νόμον τοῦ Μέντελ. Πρβλ.
καὶ μακαριστοῦ Π. Τρεμπ. μν. ἔργ., σελ. 60-63 καὶ βιβλ., αὐτόθι.
[3]
μακαριστοῦ Π. Τρεμπ., μν. ἔργ., σελ. 82-95 καί βιβλ. αὐτόθι.
[4] Ὅτι καί αἱ ἔννομοι
δυνάμεις οἱ φυσικοί Νόμοι, αἱ διέπουσαι
τάς κινήσεις, μεταμορφώσεις κλπ., τῆς Συμπαντικῆς μάζης, εἶναι δυνάμεις
«θέσει» καί ὄχι «φύσει», δυνάμεις δηλονότι δοθεῖσαι τῇ ὕλῃ ἔξωθεν, ἤτοι ὑπό τοῦ Θεοῦ, ἀποδεικνύεται:
α) ἐκ τοῦ ὅτι αἱ δυνάμεις αὕται διέπουν τάς κινήσεις καί μεταβολάς τῆς ὕλης -
Μάζης καί ἰθύνουν ταύτας πρός ὡρισμένον πάντοτε τέλος - σκοπόν β) ἐκ τοῦ ὅτι ὡρισμέναι
ἰδιότητες καί δυνάμεις τῆς ὕλης (μαγνητισμός, φῶς, θερμότης κλπ.) ἐμφανίζονται εἰς
ὡρισμένας μόνον μορφάς καί πυκνώσεις αὐτῆς· καί γ) ἐκ τοῦ ὅτι ὡρισμέναι
δυνάμεις (Νόμοι χημικοί, βιολογικοί κλπ) καί δή οἱ ἐξυπηρετοῦντες τό φαινόμενον
τῆς ζωῆς ἐμφανίζονται ὄχι ἀπ' ἀρχῆς τῆς ὑπάρξεως τῆς ὕλης - ἐνεργείας, ἀλλά ἀπό
τῆς ἐμφανίσεως τῆς ζωῆς καί κατά τά διάφορα αὐτῆς στάδια, προοδευτικῶς. Ἡ
θεωρία δέ τῆς «Σχετικότητος», οὐδόλως θίγει τάς ἀληθείας ταύτας. Διότι ἀληθῶς
αἱ ἔννομοι δυνάμεις, αἱ ἰθύνουσαι τό ὑλικόν Σύμπαν, εἶναι ἀνάλογοι καί σχετικαί
πρός τούς σκοπούς τούς ὁποίους ὁ Δημιουργός ἔταξε δι' ἕκαστον τῶν μερῶν καί τῶν
μορφῶν αὐτοῦ.
[5]
Τάς συγχρόνους θεωρίας τῆς «κβαντομηχανικῆς» πού ἐπί ἕναν αἰῶνα περίπου
διατυπώνει νόμους πού διέπουν τά φυσικά φαινόμενα σέ ἀτομική καί ὑποατομική
κλίμακα καί προβλέπουν μόνον τήν πιθανότητα τό σωματίδιο αὐτό νά εὑρίσκεται εἰς
μίαν ὡρισμένην περιοχήν τοῦ χώρου, τῆς
«ἀπροσδιοριστίας» τοῦ Heisenberg
δυνάμει τῆς ὁποίας δέν εἶναι δυνατόν νά προσδιορισθῇ μετ’ ἀκριβείας ἡ θέσις καί ἡ ταχύτητα ἑνός
ὑποατομικοῦ σωματιδίου, τῆς «σχετικότητας» τοῦ Einstein «εἰδική» πού μελετᾶ τήν
κινητικήν συμπεριφοράν ἑνός σώματος πού κινεῖται μέ πολύ ψηλή ταχύτητα ὡς τοῦ
φωτός καί «γενική» πού ἐπιχειρῇ ἑρμηνεία τῶν φαινομένων τῆς καμπυλώσεως τοῦ
χωροχρόνου ὡς ἀπορροίας τῆς ὑπάρξεως βαρυτικῶν πεδίων, τῶν «χορδῶν» πού
ἀποπειρᾶται νά ἐξηγήσῃ τήν δομή τοῦ σύμπαντος καί εἰς ὑποατομικόν ἐπίπεδον
θεωροῦσα καί τήν ἐπίδρασιν τῆς βαρυτικῆς δυνάμεως μέ τήν βοήθειαν ὄχι
σωματιδίων, ἀλλά δομῶν μέ διαστάσεις τῶν λεγομένων χορδῶν, τῆς «Θεωρίας του
Χάους», πού ἀσχολεῖται μέ τήν
συμπεριφοράν ὡρισμένων μή γραμμικῶν δυναμικῶν συστημάτων, πού χαρακτηρίζονται
κυρίως ἀπό εὐαίσθητον ἐξάρτησι ἐκ τῶν ἀρχικῶν συνθηκῶν καί ἐν συνεχείᾳ ἐκ τῆς
ἀπουσίας περιοδικότητος, θεωροῦμεν ὡς προσπάθειαν τοῦ ἀνθρώπινου πνεύματος νά
κατανοήσῃ τόν ὑπέροχον μακρόκοσμον καί τόν ἐκπληκτικόν μικρόκοσμον, ἡ ὑπέροχος
ἁρμονία καὶ τάξις, αἱ διέπουσαι ἀρχαί τάς κινήσεις τῶν πλανητῶν τοῦ ἡλιακοῦ
ἡμῶν συστήματος (ὅπως καὶ τοῦ συνόλου τῶν οὐρανίων σωμάτων ἐκ τῶν ὁποίων
ἀπαρτίζεται ὁ ἡμέτερος Γαλαξίας) καὶ τά δισεκατομμύρια των ἄλλων Γαλαξιῶν ἡ
ἀσύλληπτος πρόνοια ἡ ἰθύνουσα τὴν ζωήν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀλληλεπίδρασιν ὅλων τῶν
ἐπὶ τοῦ πλανήτου τούτου ἐμβίων ὄντων, εἰς τήν «μεταφυσικήν, ὑπαρξιακήν καί
ὀντολογικήν ἑρμηνείαν των» ἀποδεικνύουν ὡς ἀβασίμους. Δέν ἀποτελοῦν δὲ καὶ αἱ
θεωρίαι αὗται εἰμὴ ἐκδήλωσιν τῆς ἀδυναμίας τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ, ὅπως διακρίνῃ
τοὺς πανσόφους νόμους τοὺς ἰθύνοντας τὸ σύνολον τῆς παρούσης δημιουργίας, ἀπὸ
τῶν κινήσεων τῶν ἠλεκτρονίων κλπ. περὶ τοὺς πυρῆνας τῶν στοιχείων μέχρι τῶν
κινήσεων τῶν Γαλαξιῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν παντεποπτείαν ὡσαύτως τοῦ Ἀπείρου Νοῦ
Δημιουργοῦ, τοῦ Τρισυπόστατου Θεοῦ, τοῦ ἐφορῶντος καὶ ἰθύνοντος τὰ πάντα,
ἐφόσον ἐν Αὐτῷ ζῷσι, κινοῦνται καί εἰσί. (Πράξ. ΙΖ΄ 28).
[6]Εἶναι ἀπολύτως πεπλανημένον
τὸ ἀρχαῖον ἀπόφθεγμα, ὅτι ἡ ἀνάγκη διαπλάσσει τὸ ὄργανον. Τὸ ἀληθὲς εἶναι ὅτι,
τὰ ὄργανα διαπλάσσονται ἀνάλογα μὲ τάς μελλούσας ἀνάγκας τῶν ὀργανισμῶν, καὶ
ἔχουν ὡρισμένην μόνον ἱκανότητα προσαρμογῆς.
[7] Πρβλ. καί μακαριστοῦ Π. Τρεμπ. Μν. ἔργ. σελ.
95-103 καί βιβλ. αὐτ.
[8]Πρβλ. Ν. Σπηλ. μν.
ἔργ, σελ. 58 καί βιβλ.
αὐτόθι.
[9]Ἰδίου, αὐτόθι,
σελ. 56-58
[10]Ἰδίου, αὐτόθι, σελ. 39-61
[11]
Καθ' ὁμολογίαν τῆς ἐπιστήμης ὁ πραγματικὸς ἄνθρωπος (Homo sapiens)
ἐνεφανίσθη ἐπὶ τοῦ πλανήτου πρὸ δέκα (ἀριθ. 10) περίπου χιλιάδων ἐτῶν. (Πρβλ.
διατριβὴν Γ. Γουέλες ἐν τῷ περιοδικῷ «Ἥλιος» τῆς 20ης Μαρτίου 1954, ὑπὸ τὸν
τίτλον: «Οἱ πρῶτοι πραγματικοὶ ἄνθρωποι...»). Ὡσαύτως εἰς τὸ αὐτὸ περιοδικὸν
«Ἥλιος», τῆς 25ης Αὐγούστου 1954, ἐδημοσιεύθησαν τὰ ἀκόλουθα; «Χάρις εἰς τὰ
ῥαδιενεργὰ ἰσότοπα G 14 τοῦ ἄνθρακος, ποὺ περιέχεται εἰς τάς ὀργανικὰς ὕλας,
κατωρθώθη ἡ διαπίστωσις τῆς ἡλικίας ὡρισμένων ἀντικειμένων τῆς προϊστορίας καὶ
τῆς προϊστορικῆς ἐποχῆς, ὅπως συμβαίνει μὲ τὰ ὀρυκτά… Μία ὁμὰς Ἀμερικανῶν
ἐπιστημόνων, διευθυνομένη ὑπὸ τοῦ καθηγητοῦ Γ. Φ. Λέϊμπυ εἰδικεύθη εἰς τοιαύτης
φύσεως ἐρεύνας καὶ δημοσιεύει ἐτησίως πολυάριθμα δείγματα ἀνευρεθέντα κυρίως
εἰς τὴν Ἀμερικὴν καὶ τὴν ἐγγὺς Ἀνατολήν. Αἱ γενόμεναι ἔρευναι εἰς τὴν Ἀμερικὴν
δέν ἔδωσαν ἴχνη πού νά μαρτυροῦν τὴν παρουσίαν τοῦ ἀνθρώπου πρὸ τῶν 10.000
χιλιάδων ἐτῶν». Κατόπιν καὶ τῶν ὁμολογιῶν τούτων τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τελείας
ἄρα ἀποδείξεως ὅτι τὰ «περὶ προανθρώπων καὶ πρωτανθρώπων» εἶναι προϊόντα ἀτελῶν
φαντασιῶν, καθίσταται προφανὲς πόσον ἀληθὴς τυγχάνει καὶ ἡ περὶ τοῦ χρόνου τῆς ὑπὸ
τοῦ Θεοῦ δημιουργίας τῶν πρωτοπλάστων πληροφορία τῆς Γραφῆς.
Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας Κόσμος-Εξέλιξις ή δημιουργία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.