Μητροφάνους Αρχιεπ., Σοφίας Οσίας, Μάρθας & Μαρίας, Ιωάννου Οσιομ., Αλωνίου Οσίου, Κλατέος Βρεσκίας, Ἀτταλός, Ζωτικός, Κάμασις καὶ Φίλιππος, Νιννοκία, Βρεάκη, Πετρόκιος, Κρουϊδανός, Δαγανὸς καὶ Μεδανὸς, Ἔντφριθος, Μεθόδιος Ρωσίας, Ἐλεάζαρος, Ναζάριος καὶ Εὐμένιος, Ἀνδρόνικος, Βασίλειος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες , Γεώργιος Κροατίας.
Ο Άγιος Μητροφάνης Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης
Υπήρξε
ο πρώτος επίσκοπος της Κωνσταντινούπολης (313-327 μ.Χ.)· Ήταν γιος του
Δομετίου και ανεψιός του αυτοκράτορα Πρόβου. Όταν το Μάιο του 325 έγινε
η Α' Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια, ο Μητροφάνης δεν μπόρεσε να
παραστεί ο ίδιος, επειδή ήταν αρκετά γέροντας και άρρωστος. Έστειλε,
όμως, αντιπρόσωπο του τον πρωτοπρεσβύτερο Αλέξανδρο, άνδρα πρόθυμο και
θεοσεβή. Στα χρόνια, επίσης, που ήταν Αρχιεπίσκοπος ο Μητροφάνης,
θεμελιώθηκαν πολλά μεγάλα οικοδομικά έργα της Βασιλεύουσας. Μεταξύ δε
αυτών και οι περίφημοι ναοί της Αγίας Σοφίας, της Αγίας Ειρήνης και της
Αγίας Δυνάμεως. Ο Μητροφάνης πέθανε το 327 μ.Χ. και άφησε διάδοχο τον
άξιο πρωτοπρεσβύτερό του Αλέξανδρο. Διότι πίστευε ότι το σωτηριώδες
έργο της Εκκλησίας προάγεται ακόμα περισσότερο με τη σωστή επισκοπική
διαδοχή, ανταποκρινόμενος έτσι στο θεόπνευστο λόγο της Αγίας Γραφής,
που αναφέρει ότι: "δει ουν τον επίσκοπον ανεπίληπτον είναι". Δηλαδή, το
καλό και υψηλό έργο της επιστασίας του οίκου του Θεού πρέπει να
ανατίθεται σε καλούς και εκλεκτούς ανθρώπους. Γι' αυτό, λοιπόν, πρέπει
ο επίσκοπος να είναι ακατηγόρητος, ώστε κανείς να μη μπορεί να πει
τίποτα σε βάρος του.
Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Αρετών ταις ακτίσι καταλαμπόμενος, Πατριαρχών ανεδείχθης γέρας και θεία κρηπίς, ως Χριστού μυσταγωγός Πάτερ Μητρόφανες, από δε θρόνου υψηλού, τη Εκκλησία δαδουχείς, το φέγγος της ευσέβειας. Και νυν απαύστως δυσώπει, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Αρετών ταις ακτίσι καταλαμπόμενος, Πατριαρχών ανεδείχθης γέρας και θεία κρηπίς, ως Χριστού μυσταγωγός Πάτερ Μητρόφανες, από δε θρόνου υψηλού, τη Εκκλησία δαδουχείς, το φέγγος της ευσέβειας. Και νυν απαύστως δυσώπει, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Κοντάκιον Ήχος δ'. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ
Τον
Ιεράρχην του Χριστού Μητροφάνην, της Εκκλησίας τον φωσφόρον λαμπτήρα,
τον ομοούσιον τον Λόγον τω Πατρί, εν μέσω κηρύξαντα, θεοφόρων Πατέρων,
και θρόνον κοσμήσαντα, Βασιλίδος εν πρώτοις, και προφητείας χάριν εκ
Θεού, σαφώς λαβόντα, συμφώνως υμνήσωμεν.
Η Οσία Σοφία που έζησε ασκητικά και όσια
Καταγόταν
από την Αίνο της Θράκης και ήταν θυγατέρα επισήμων και πλουσίων γονέων.
Παντρεύτηκε και έγινε μητέρα έξι παιδιών, που είχε το θλιβερό ατύχημα
να τα χάσει όλα. Βρήκε λοιπόν παρηγοριά στη θλίψη της, προστατεύοντας
ορφανά και χήρες. Έκανε συνεχείς ελεημοσύνες, προσευχές, νηστείες και
κάθε τι που ανακούφιζε τον πλησίον. Στα τέλη της ζωής της εκάρη Μοναχή
και αφιέρωσε τη ζωή της στη λατρεία του Θεού. Απεβίωσε ειρηνικά, σε
ηλικία 53 ετών.
Οι Αγίες Μάρθα και Μαρία οι αδελφές του Λαζάρου (εορτή Μάρθα)
Η
Μάρθα και η Μαρία, μαζί με τον αδελφό τους Λάζαρο, ήταν για τον Κύριο
Ιησού Χριστό η πιο αγαπητή και αγία οικογένεια της Βηθανίας. Το
Ευαγγέλιο, μας παρουσιάζει τη Μαρία να απορροφάται από τη διδασκαλία
του Ιησού, ενώ η Μάρθα, που ήταν μεγαλύτερη αδελφή, φροντίζει πολύ για
το τραπέζι της φιλοξενίας. Γι' αυτό ακούει από το στόμα του Διδασκάλου
το πασίγνωστο και διδακτικότατο "Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη
περί πολλά, Μαρία δε την αγαθήν μερίδα εξελέξατο, ήτις ουκ
αφαιρεθήσεται απ' αυτής" (Λουκ. ι' 38-42). Η Μαρία επίσης, άλειψε και
με πολύτιμο μύρο τα πόδια του Ιησού και σπόγγισε υστέρα με την
παρθενική της κόμη. Και οι δύο αδελφές, ευσεβή και διακεκριμένα μέλη
της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας, αξιώθηκαν να πεθάνουν ειρηνικά και
όχι εν διωγμώ. Διότι ο Κύριος δεν θέλησε ν' αφήσει να πονέσουν οι
καρδιές, των οποίων κάτω από τη στέγη του σπιτιού τους, είχε απολαύσει
τόση αγία γαλήνη τις παραμονές των παθών Του.
Ο Άγιος Ιωάννης Οσιομάρτυρας ηγούμενος Μονής Μοναγρίας
Κατά
τον Άγιο Νικόδημο, ήταν ηγούμενος της Μονής Μοναγρίας και αφού τον
έβαλαν μέσα σε σάκο τον έριξαν στη θάλασσα και έτσι έλαβε το στεφάνι
του μαρτυρίου.
Ο Όσιος Αλώνιος
Φαίνεται
ότι ήταν ένας από τους διάσημους στην αρετή ασκητές της ερήμου.
Αποφθέγματά του υπάρχουν στον Ευεργετινό. Απεβίωσε ειρηνικά.
Οἱ Ἅγιοι Ἀρέτιος καὶ Δακιανὸς οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀρέτιος καὶ Δακιανὸς ἐμαρτύρησαν στὴ Ρώμη.
Ὁ Ἅγιος Κλατέος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Βρεσκίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Κλάτεος, ὑπῆρξε πρῶτος ἢ δεύτερος Ἐπίσκοπος τῆς Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας, στὴν Ἰταλία, καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο, τὸ 64 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Νέρωνος (54 – 68 μ.Χ.).
Οἱ Ἅγιοι Ἀτταλός, Ζωτικός, Κάμασις καὶ Φίλιππος οἱ Μάρτυρες τῆς Ρουμανίας
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀτταλός, Ζωτικός, Κάμασις καὶ Φίλιππος ὑπέστησαν, σύμφωνα μὲ κάποιους ἐρευνητές, τὸ μαρτύριο στὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ἄλλοι λέγουν ὅτι ἄθλησαν μεταξὺ τῶν ἐτῶν 319 – 324 μ.Χ., ὄταν βασιλέας ἦταν ὁ Λικίνιος. Δυνάμεθα, ἐπίσης, νὰ ἰσχυρισθοῦμε ὅτι οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθηκαν μαρτυρικὰ στὰ βόρεια τοῦ Δουνάβεως, ὅπου τότε κατοικοῦσαν οἱ Γότθοι, πρὸς τοὺς ὁποίους διέδωσε τὸ Εὐαγγέλιο ὁ Ἅγιος Σάββας τοῦ Μπουζάου. Ἡ καταδίωξη ποὺ ἐξαπέλυσε ὁ βασιλέας Ἀθανάριχος κατὰ τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὰ ἔτη 370 – 372 μ.Χ., ἴσως νὰ προκάλεσε καὶ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων ἀνεκαλύφθησαν στὴν κρύπτη μιᾶς βασιλικῆς στὴν περιοχὴ Νικολιτσὲλ τῆς ἐπαρχίας Τούλτσεα τῆς Ρουμανίας, τὸ 1971. Σήμερα τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν εὑρίσκονται στὴ μονὴ Κοκὸς τῆς Τούλτσεα τῆς Ρουμανίας.
Ἡ Ὁσία Νιννοκία ἐκ Βρετανίας
Ἡ Ὁσία Νιννοκία ἔζησε στὴ Βρετανία τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀπὸ τὴν παράδοση θεωρεῖται θυγατέρα τοῦ Ἁγίου Μπρενθακίου τοῦ Μπρέκνοκ. Ἀκολούθησε τὸν Ἅγιο Γερμανὸ τῆς Ὡξέρρης, ὅπου ἀργότερα ἐκάρη μοναχὴ καὶ ἔγινε ἡγουμένη σὲ μονὴ τῆς Ἀρμορίκης τῆς Βρετάνης. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 467 μ.Χ., καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἐδώρισε, μετὰ τὴν κοίμησή της, τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι πολλοὶ πιστοὶ προσέτρεχαν στὴ μονὴ Κουΐμπερ τῆς Βρετάνης, γιὰ νὰ θεραπευθοῦν.
Ἡ Ὁσία Βρεάκη ἐξ Ἰρλανδίας
Ἡ Ὁσία Βρεάκη καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Περὶ τὸ 460 μ.Χ. ἀκολούθησε στὴν ἱεραποστολὴ τὸν Ἅγιο Πατρίκιο, ἀλλὰ ἐργάσθηκε, ἐπίσης, σὲ περιοχὲς τοῦ ποταμοῦ Χάιλ τῆς Κορνουάλης. Ὁ Θεὸς τῆς ἐδώρισε τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος ἐξ Οὐαλίας
Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος, προστάτης τῆς Κορνουάλης, ἐγεννήθηκε τὸ 468 μ.Χ. στὴ νότια Οὐαλία καὶ ἦταν νεώτερος υἱὸς ἢ, κατ’ ἄλλους, ἀνεψιὸς τοῦ Ἁγίου Κλαυδίου Κέρνιβ († 3 Μαΐου), βασιλέως τοῦ Γκλιούϊσινγκ τῆς Οὐαλίας. Γιὰ ἀρκετὰ χρόνια ἐγκαταστάθηκε στὴν Ἰρλανδία καὶ ἀργότερα ἐπέστρεψε στὴ Μεγάλη Βρετανία, ὅπου ἵδρυσε ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο στὴ πόλη Χάϊλεσμουθ καὶ ἕνα μοναστήρι στὴν περιοχὴ τοῦ Λανβέτινοκ, ποὺ ἔλαβε ἀργότερα τὸ ὄνομα Πέτροκστον καὶ σήμερα εἶναι γνωστὴ ὡς πόλη τοῦ Πάντστοου, ὅπου ἀσκήτεψε ἐπὶ τριάντα χρόνια. Ὁ Ὅσιος ἐπισκέφθηκε γιὰ προσκύνημα τὴ Ρώμη καὶ τοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ τελικὰ ἔφθασε μέχρι τὴν Ἰνδία, γιὰ νὰ ζήσει ὡς ἐρημίτης σὲ νησὶ τοῦ Ἰνδικοῦ ὠκεανοῦ. Ἐπιστρέφοντας στὴν Κορνουάλη, ἵδρυσε ἕνα ἄλλο μοναστήρι στὸ Πέτερικ καὶ ἕνα ἐρημητήριο στὸ Μπόντμιν, ὅπου ἐκεῖ συναντήθηκε μὲ τὸν Ὅσιο Γορανὸ († 7 Ἀπριλίου).
Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸμ 564 μ.Χ., καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὴν πόλη Πάντστοου καὶ μετακομίσθηκε στὸ νεὸ τοῦ Μπόντμιν.
Οἱ Ὅσιοι Κρουϊδανός, Δαγανὸς καὶ Μεδανὸς ἐξ Ἰρλανδίας
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες Κρουϊδανός, Δαγανὸς καὶ Μεδανὸς κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία καὶ ἔζησαν τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἦσαν μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Πετροκίου καὶ ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἔντφριθος ἐξ Ἰρλανδίας
Ὁ Ἅγιος Ἔντφριθος ἔζησε τὸν 7ο καὶ 8ο αἰώνα μ.Χ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Λιντισφέϊρν, τὸ 698 μ.Χ., καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 721 μ.Χ
Ὁ Ὅσιος Μεθόδιος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Μεθόδιος ἔζησε κατὰ τὸ 14ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς Πεσνόσα, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν πόλη Ντμιτρὸβ τῆς ἐπαρχίας τῆς Μόσχας. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1392.
Οἱ Ὅσιοι Ἐλεάζαρος, Ναζάριος καὶ Εὐμένιος οἱ Θαυματουργοί
Οἱ Ὅσιοι Ἐλεάζαρος, Ναζάριος καὶ Εὐμένιος ἔζησαν στὴ Ρωσία τὸ 15ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου στὴν περιοχὴ Μουρμάνσκ (Μούρωμ) κοντὰ στὸ Ὄλενετς. Ἀξιώθηκαν τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας καὶ ἐκοιμήθησαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴ μνήμη τους τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ Νόβγκοροντ, κατὰ τὴν τέταρτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή.
Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Περμίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνδρόνικος, κατὰ κόσμον Βλαδίμηρος Νικόλσκϊυ, ἐγεννήθηκε τὴν 1η Αὐγούστου 1870 στὸ χωριὸ Ποβοντνέβο τῆς Ἐπισκοπῆς Γιαροσλάβλ τῆς Ρωσίας καὶ ὁ πατέρας του ἦταν διάκονος. Ἐσπούδασε στὴ σχολὴ τοῦ Γιαροσλάβλ καὶ τὸ 1891 συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τὴν 1η Αὐγούστου 1893, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης, ἐκάρη μοναχὸς καὶ στὶ 6 Αὐγούστου ἐχειροτονήθηκε διάκονος. Τὸ 1895 ἐτελείωσε τὴ θεολογικὴ ἀκαδημία καὶ στὶς 22 Ἰουλίου τοῦ ἰδίου ἔτους ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος.
Ὁ νέος ἱερέας Ἀνδρόνικος ἐξεκίνησε τὴ διακονία του ἀπὸ τὸν Καύκασο, ὅπου διορίσθηκε βοηθητικὸς ἐπιθεωρητὴς τῆς ἐκκλησιαστικῆς σχολῆς τοῦ Κουτάϊσι. Τὸ 1897 ἀπεστάλη στὸ Ρώσικο Ὀρθόδοξο ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο τῆς Ἰαπωνίας. Ἀναχώρησε γιὰ τὴ νέα του θέση περίλυπος ἀπὸ τὴν Ἁγία Πετρούπολη, στὶς 21 Σεπτεμβρίου 1897. Ἔφθασε στὴν Ὀδησσὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνεχώρησε μὲ τὸν ἀρχιμανδρίτη Σέργιο (Στραγκορόντσκϊυ) γιὰ τὴν Ἰαπωνία, ὅπου ἔφθασε στὶς 26 Δεκεμβρίου. Ἔγραφε γιὰ τὸ ταξίδι αὐτὸ τὰ ἀκόλουθα: «Ὁ διορισμός μου αὐτὸς μὲ κατέστησε τόσο περίλυπο ποὺ ἔκλαψα. Θὰ ἤμουν εὐτυχὴς νὰ μὴν εἶχε συμβεῖ. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ ζήσω, ὅπως ἐγὼ θέλω, ἀλλὰ ὅπως ὁ Θεὸς κελεύει».
Μετὰ δύο ἔτη ἐπέστρεψε στὴ Ρωσία, στὴν πόλη Ἄρντον, καὶ ἀνέλαβε, μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ Ἐπισκόπου καὶ φίλου του, τὴ διεύθυνση ἑνὸς ἐκκλησιαστικοῦ σχολείου.
Λίγα χρόνια ἀργότερα, τὸ 1906, ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τοῦ Κιότο καὶ ἀναλαμβάνει τὰ καθήκοντά του ὡς Βοηθὸς Ἐπίσκοπος τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Ἰαπωνίας.
Τὸ 1907, ἐκλέγεται ἀναπληρωτὴς τοῦ Ἐπισκόπου Εὐλογίου τοῦ Χόλμ καί, τὸ 1908, ἀναλαμβάνει τὰ καθήκοντά του ὡς Ἐπίσκοπος μίας περιφέρειας τοῦ Νόβγκοροντ. Τὸ κήρυγμά του εἶναι δυναμικὸ καὶ ἀνδρεῖο.
Στὶς 30 Ἰουλίου 1914, ἡ Ἐκκλησία τὸν τοποθετεῖ ὡς Ἐπίσκοπο Περμίας καὶ Σολικάμσκ. Ὁ Α’ Παγκόσμιος πόλεμος ἀρχίζει. Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος διαβλέπει τὴ βαριὰ δοκιμασία καὶ τὸ φοβερὸ τοῦ πολέμου, ποὺ χαρακτηρίζει πλήρη βαρβαρότητα, ἠθικὴ πτώχευση καὶ πνευματικὴ διαστροφή.
Ἀμέσως μετὰ τὸν πόλεμο ξεσπᾶ ἡ ἐσωτερικὴ δοκιμασία τοῦ Ρωσικοῦ λαοῦ. Τὸ τσάρικο καθεστὼς πέφτει μὲ τὴν ἐπανάσταση τῶν Μπολσεβίκων. Ἔτσι, ὅταν, τὸ 1918, ἐδημοσιεύθηκε στὴν Περμία τὸ διάταγμα γιὰ τὴν «ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως» καὶ τὸ χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ κράτους, ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος ἀντιστέκεται καὶ θεωρεῖ τοὺς ἐπαναστάτες ἐχθροὺς τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Πατριάρχης Τύχων τὸν ἀνυψώνει στὴ θέση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καὶ ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος γράφει πρὸς αὐτόν: «Εἶμαι, πρὸς τὸ παρόν, ἐλεύθερος, ἀλλὰ γνωρίζω, ὅτι σύντομα θὰ μὲ συλλάβουν».
Πράγματι! Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος συνελήφθη ἀπὸ τοὺς ἐπαναστάτες, στὶς 4 Ἰουνίου 1918, στὶς τρεῖς μετὰ τὰ μεσάνυχτα. Ὁ ἐπαναστάτης Μυασνίκωφ ἔγραψε στὰ ἀπομνημονεύματά του: «Ἐπήγαμε γιὰ πέντε βέρστια κατὰ μῆκος τῆς Σιβηρικῆς ἐθνικῆς ὁδοῦ. Ὁδηγηθήκαμε σὲ ἕνα δάσος καὶ ἐκεῖ ἐσταματήσαμε τὰ ἄλογα. Ἔδωσα στὸν Ἀνδρόνικο ἕνα φτυάρι καὶ τὸν διέταξα νὰ σκάψει ἕνα τάφο. Ὅταν τελείωσε, προσευχήθηκε πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις καὶ μετὰ εἶπε ὅτι περιμένει. Εἶπα ὅτι δὲν θὰ τὸν ἐπυροβολοῦσα, ἀλλὰ θὰ τὸν ἔθαβα ζωντανό, ἂν ἀκύρωνε ὅλα ὅσα εἶχε γράψει καὶ πεῖ ἐναντίον μας. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε. Τὸν ἐσκεπάσαμε μὲ λίγο χῶμα καὶ τὸν πυροβολίσαμε».
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Τσέρνιγκωφ καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βασίλειος (Μπογκογιαβλένσϊυ) ἐγεννήθηκε τὴν 1η Φεβρουαρίου 1867 στὸ Ταμπώφ. Ἦταν γόνος ἱερατικῆς οἰκογένειας καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Τὸ 1888 ἐτελείωσε τὴ σχολὴ τοῦ Ταμπὼφ καὶ σὲ νεαρὴ ἡλικία, τὶ ἴδιο ἔτος, ἐχειροτονήθηκε διάκονος. Δύο ἔτη ἀργότερα, στὶς 11 Μαρτίου 1890, ἐχειροτονήθηκε ἱερέας, γιὰ νὰ καλύψει τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες τοῦ χωριοῦ Ὀβσυάνκι τῆς ἐπαρχίας Ταμπώφ.
Ὅμως τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ νεαρὸ ἱερέα ἦταν ἄλλο. Μετὰ ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια, ἡ πρεσβυτέρα του ἐκοιμήθηκε. Ἔτσι ὁ πρεσβύτερος Βασίλειος ἐγκαταβιώνει στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ καὶ στὶς 14 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1908 κείρεται μοναχός. Στὶς 15 Ὀκτωβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους διορίζεται διευθυντὴς τῆς θεολογικῆς σχολῆς τοῦ Τσέρνιγκωφ καὶ χειροθετεῖται ἀρχιμανδρίτης. Τὸν ἑπόμενο χρόνο, στὶς 26 Ἰουλίου, ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος Σοὺμσκ τῆς ἐπαρχίας Χάρκωβ καί, τὸ 1911, μετατίθεται στὸ Νόβγκοροντ – Σεβέρσκ τῆς ἐπισκοπῆς Τσέρνιγκωφ. Ἐδῶ ἐργάζεται ὡς ἀληθινὸς ποιμένας καὶ διακρίνεται γιὰ τὰ ἔργα φιλανθρωπίας καὶ εὐποιίας. Στὶς 5 Ὀκτωβρίου 1916, σὲ ἀναγνώριση τῆς θεοφιλοῦς διακονίας του, ἀνυψώνεται σὲ Ἀρχιεπίσκοπο Τσέρνιγκωφ καὶ Νεζχίν. Παραιτεῖται, ὅμως, τὸ 1917, καὶ ἀποσύρεται στὴ μονὴ Ζαϊκονοσπασσκϊυ τῆς Μόσχας.
Ὅταν, τὸ 1918, δολοφονεῖται ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνδρόνικος, Ἀρχιεπίσκοπος Περμίας, ὁ Ἅγιος Βασίλειος καλεῖται νὰ ἐρευνήσει ἀπὸ τὸ Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν τῆς Μόσχας τὰ γεγονότα τῆς δολοφονίας. Ἀλλὰ ἡ δραστηριότητα τῆς ἐξεταστικῆς ἐπιτροπῆς ἐξόργισε τοὺς ἔνοχους, ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ κρυφθοῦν, γιὰ νὰ μὴν ἀνακαλυφθοῦν.
Ἔτσι, τὸ 1919, μεταξὺ τῶν πόλεων Περμίας καὶ Βιάτκα, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βασίλειος, ὁ ἀρχιμανδρίτης Ματθαῖος, διευθυντὴς τῆς σχολῆς τῆς Περμίας, καὶ ἕνας λαϊκὸς ἐδολοφονήθησαν ἀπὸ Μπολσεβίκους καὶ τὰ σώματά τους ἐρρίφθησαν στὸ νερὸ τῆς γέφυρας Κάμα. Οἱ Χριστιανοὶ ἐπῆραν τὰ τίμια λείψανά τους καὶ κρυφὰ τὰ ἐνταφίασαν. Σύντομα ὁ τόπος τοῦ ἐνταφιασμοῦ τους ἔγινε προσκύνημα καὶ τόπος ἁγιασμοῦ καὶ θαυμάτων. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό οἱ ἐπαναστάτες κατέστρεψαν τὸ μνημεῖο τοῦ ἐνταφιασμοῦ καὶ ἔκαψαν τὰ ἱερὰ λείψανα.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Κροατίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Γεώργιος (Μπότζικ) ἦταν ἱερέας στὴν πόλη Νασίκε τῆς Κροατίας. Ὑπέστη φρικτὰ βασανιστήρια καὶ ἐμαρτύρησε κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου πολέμου ἀπὸ φανατικοὺς Ρωμαιοκαθολικούς.
Οἱ Ἅγιοι Ἀρέτιος καὶ Δακιανὸς οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀρέτιος καὶ Δακιανὸς ἐμαρτύρησαν στὴ Ρώμη.
Ὁ Ἅγιος Κλατέος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Βρεσκίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Κλάτεος, ὑπῆρξε πρῶτος ἢ δεύτερος Ἐπίσκοπος τῆς Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας, στὴν Ἰταλία, καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο, τὸ 64 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Νέρωνος (54 – 68 μ.Χ.).
Οἱ Ἅγιοι Ἀτταλός, Ζωτικός, Κάμασις καὶ Φίλιππος οἱ Μάρτυρες τῆς Ρουμανίας
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀτταλός, Ζωτικός, Κάμασις καὶ Φίλιππος ὑπέστησαν, σύμφωνα μὲ κάποιους ἐρευνητές, τὸ μαρτύριο στὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ἄλλοι λέγουν ὅτι ἄθλησαν μεταξὺ τῶν ἐτῶν 319 – 324 μ.Χ., ὄταν βασιλέας ἦταν ὁ Λικίνιος. Δυνάμεθα, ἐπίσης, νὰ ἰσχυρισθοῦμε ὅτι οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθηκαν μαρτυρικὰ στὰ βόρεια τοῦ Δουνάβεως, ὅπου τότε κατοικοῦσαν οἱ Γότθοι, πρὸς τοὺς ὁποίους διέδωσε τὸ Εὐαγγέλιο ὁ Ἅγιος Σάββας τοῦ Μπουζάου. Ἡ καταδίωξη ποὺ ἐξαπέλυσε ὁ βασιλέας Ἀθανάριχος κατὰ τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὰ ἔτη 370 – 372 μ.Χ., ἴσως νὰ προκάλεσε καὶ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων ἀνεκαλύφθησαν στὴν κρύπτη μιᾶς βασιλικῆς στὴν περιοχὴ Νικολιτσὲλ τῆς ἐπαρχίας Τούλτσεα τῆς Ρουμανίας, τὸ 1971. Σήμερα τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν εὑρίσκονται στὴ μονὴ Κοκὸς τῆς Τούλτσεα τῆς Ρουμανίας.
Ἡ Ὁσία Νιννοκία ἐκ Βρετανίας
Ἡ Ὁσία Νιννοκία ἔζησε στὴ Βρετανία τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀπὸ τὴν παράδοση θεωρεῖται θυγατέρα τοῦ Ἁγίου Μπρενθακίου τοῦ Μπρέκνοκ. Ἀκολούθησε τὸν Ἅγιο Γερμανὸ τῆς Ὡξέρρης, ὅπου ἀργότερα ἐκάρη μοναχὴ καὶ ἔγινε ἡγουμένη σὲ μονὴ τῆς Ἀρμορίκης τῆς Βρετάνης. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 467 μ.Χ., καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἐδώρισε, μετὰ τὴν κοίμησή της, τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι πολλοὶ πιστοὶ προσέτρεχαν στὴ μονὴ Κουΐμπερ τῆς Βρετάνης, γιὰ νὰ θεραπευθοῦν.
Ἡ Ὁσία Βρεάκη ἐξ Ἰρλανδίας
Ἡ Ὁσία Βρεάκη καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Περὶ τὸ 460 μ.Χ. ἀκολούθησε στὴν ἱεραποστολὴ τὸν Ἅγιο Πατρίκιο, ἀλλὰ ἐργάσθηκε, ἐπίσης, σὲ περιοχὲς τοῦ ποταμοῦ Χάιλ τῆς Κορνουάλης. Ὁ Θεὸς τῆς ἐδώρισε τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος ἐξ Οὐαλίας
Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος, προστάτης τῆς Κορνουάλης, ἐγεννήθηκε τὸ 468 μ.Χ. στὴ νότια Οὐαλία καὶ ἦταν νεώτερος υἱὸς ἢ, κατ’ ἄλλους, ἀνεψιὸς τοῦ Ἁγίου Κλαυδίου Κέρνιβ († 3 Μαΐου), βασιλέως τοῦ Γκλιούϊσινγκ τῆς Οὐαλίας. Γιὰ ἀρκετὰ χρόνια ἐγκαταστάθηκε στὴν Ἰρλανδία καὶ ἀργότερα ἐπέστρεψε στὴ Μεγάλη Βρετανία, ὅπου ἵδρυσε ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο στὴ πόλη Χάϊλεσμουθ καὶ ἕνα μοναστήρι στὴν περιοχὴ τοῦ Λανβέτινοκ, ποὺ ἔλαβε ἀργότερα τὸ ὄνομα Πέτροκστον καὶ σήμερα εἶναι γνωστὴ ὡς πόλη τοῦ Πάντστοου, ὅπου ἀσκήτεψε ἐπὶ τριάντα χρόνια. Ὁ Ὅσιος ἐπισκέφθηκε γιὰ προσκύνημα τὴ Ρώμη καὶ τοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ τελικὰ ἔφθασε μέχρι τὴν Ἰνδία, γιὰ νὰ ζήσει ὡς ἐρημίτης σὲ νησὶ τοῦ Ἰνδικοῦ ὠκεανοῦ. Ἐπιστρέφοντας στὴν Κορνουάλη, ἵδρυσε ἕνα ἄλλο μοναστήρι στὸ Πέτερικ καὶ ἕνα ἐρημητήριο στὸ Μπόντμιν, ὅπου ἐκεῖ συναντήθηκε μὲ τὸν Ὅσιο Γορανὸ († 7 Ἀπριλίου).
Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸμ 564 μ.Χ., καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὴν πόλη Πάντστοου καὶ μετακομίσθηκε στὸ νεὸ τοῦ Μπόντμιν.
Οἱ Ὅσιοι Κρουϊδανός, Δαγανὸς καὶ Μεδανὸς ἐξ Ἰρλανδίας
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες Κρουϊδανός, Δαγανὸς καὶ Μεδανὸς κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία καὶ ἔζησαν τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἦσαν μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Πετροκίου καὶ ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἔντφριθος ἐξ Ἰρλανδίας
Ὁ Ἅγιος Ἔντφριθος ἔζησε τὸν 7ο καὶ 8ο αἰώνα μ.Χ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Λιντισφέϊρν, τὸ 698 μ.Χ., καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 721 μ.Χ
Ὁ Ὅσιος Μεθόδιος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Μεθόδιος ἔζησε κατὰ τὸ 14ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς Πεσνόσα, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν πόλη Ντμιτρὸβ τῆς ἐπαρχίας τῆς Μόσχας. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1392.
Οἱ Ὅσιοι Ἐλεάζαρος, Ναζάριος καὶ Εὐμένιος οἱ Θαυματουργοί
Οἱ Ὅσιοι Ἐλεάζαρος, Ναζάριος καὶ Εὐμένιος ἔζησαν στὴ Ρωσία τὸ 15ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου στὴν περιοχὴ Μουρμάνσκ (Μούρωμ) κοντὰ στὸ Ὄλενετς. Ἀξιώθηκαν τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας καὶ ἐκοιμήθησαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴ μνήμη τους τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ Νόβγκοροντ, κατὰ τὴν τέταρτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή.
Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Περμίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνδρόνικος, κατὰ κόσμον Βλαδίμηρος Νικόλσκϊυ, ἐγεννήθηκε τὴν 1η Αὐγούστου 1870 στὸ χωριὸ Ποβοντνέβο τῆς Ἐπισκοπῆς Γιαροσλάβλ τῆς Ρωσίας καὶ ὁ πατέρας του ἦταν διάκονος. Ἐσπούδασε στὴ σχολὴ τοῦ Γιαροσλάβλ καὶ τὸ 1891 συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τὴν 1η Αὐγούστου 1893, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης, ἐκάρη μοναχὸς καὶ στὶ 6 Αὐγούστου ἐχειροτονήθηκε διάκονος. Τὸ 1895 ἐτελείωσε τὴ θεολογικὴ ἀκαδημία καὶ στὶς 22 Ἰουλίου τοῦ ἰδίου ἔτους ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος.
Ὁ νέος ἱερέας Ἀνδρόνικος ἐξεκίνησε τὴ διακονία του ἀπὸ τὸν Καύκασο, ὅπου διορίσθηκε βοηθητικὸς ἐπιθεωρητὴς τῆς ἐκκλησιαστικῆς σχολῆς τοῦ Κουτάϊσι. Τὸ 1897 ἀπεστάλη στὸ Ρώσικο Ὀρθόδοξο ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο τῆς Ἰαπωνίας. Ἀναχώρησε γιὰ τὴ νέα του θέση περίλυπος ἀπὸ τὴν Ἁγία Πετρούπολη, στὶς 21 Σεπτεμβρίου 1897. Ἔφθασε στὴν Ὀδησσὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνεχώρησε μὲ τὸν ἀρχιμανδρίτη Σέργιο (Στραγκορόντσκϊυ) γιὰ τὴν Ἰαπωνία, ὅπου ἔφθασε στὶς 26 Δεκεμβρίου. Ἔγραφε γιὰ τὸ ταξίδι αὐτὸ τὰ ἀκόλουθα: «Ὁ διορισμός μου αὐτὸς μὲ κατέστησε τόσο περίλυπο ποὺ ἔκλαψα. Θὰ ἤμουν εὐτυχὴς νὰ μὴν εἶχε συμβεῖ. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ ζήσω, ὅπως ἐγὼ θέλω, ἀλλὰ ὅπως ὁ Θεὸς κελεύει».
Μετὰ δύο ἔτη ἐπέστρεψε στὴ Ρωσία, στὴν πόλη Ἄρντον, καὶ ἀνέλαβε, μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ Ἐπισκόπου καὶ φίλου του, τὴ διεύθυνση ἑνὸς ἐκκλησιαστικοῦ σχολείου.
Λίγα χρόνια ἀργότερα, τὸ 1906, ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τοῦ Κιότο καὶ ἀναλαμβάνει τὰ καθήκοντά του ὡς Βοηθὸς Ἐπίσκοπος τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Ἰαπωνίας.
Τὸ 1907, ἐκλέγεται ἀναπληρωτὴς τοῦ Ἐπισκόπου Εὐλογίου τοῦ Χόλμ καί, τὸ 1908, ἀναλαμβάνει τὰ καθήκοντά του ὡς Ἐπίσκοπος μίας περιφέρειας τοῦ Νόβγκοροντ. Τὸ κήρυγμά του εἶναι δυναμικὸ καὶ ἀνδρεῖο.
Στὶς 30 Ἰουλίου 1914, ἡ Ἐκκλησία τὸν τοποθετεῖ ὡς Ἐπίσκοπο Περμίας καὶ Σολικάμσκ. Ὁ Α’ Παγκόσμιος πόλεμος ἀρχίζει. Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος διαβλέπει τὴ βαριὰ δοκιμασία καὶ τὸ φοβερὸ τοῦ πολέμου, ποὺ χαρακτηρίζει πλήρη βαρβαρότητα, ἠθικὴ πτώχευση καὶ πνευματικὴ διαστροφή.
Ἀμέσως μετὰ τὸν πόλεμο ξεσπᾶ ἡ ἐσωτερικὴ δοκιμασία τοῦ Ρωσικοῦ λαοῦ. Τὸ τσάρικο καθεστὼς πέφτει μὲ τὴν ἐπανάσταση τῶν Μπολσεβίκων. Ἔτσι, ὅταν, τὸ 1918, ἐδημοσιεύθηκε στὴν Περμία τὸ διάταγμα γιὰ τὴν «ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως» καὶ τὸ χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ κράτους, ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος ἀντιστέκεται καὶ θεωρεῖ τοὺς ἐπαναστάτες ἐχθροὺς τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Πατριάρχης Τύχων τὸν ἀνυψώνει στὴ θέση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καὶ ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος γράφει πρὸς αὐτόν: «Εἶμαι, πρὸς τὸ παρόν, ἐλεύθερος, ἀλλὰ γνωρίζω, ὅτι σύντομα θὰ μὲ συλλάβουν».
Πράγματι! Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος συνελήφθη ἀπὸ τοὺς ἐπαναστάτες, στὶς 4 Ἰουνίου 1918, στὶς τρεῖς μετὰ τὰ μεσάνυχτα. Ὁ ἐπαναστάτης Μυασνίκωφ ἔγραψε στὰ ἀπομνημονεύματά του: «Ἐπήγαμε γιὰ πέντε βέρστια κατὰ μῆκος τῆς Σιβηρικῆς ἐθνικῆς ὁδοῦ. Ὁδηγηθήκαμε σὲ ἕνα δάσος καὶ ἐκεῖ ἐσταματήσαμε τὰ ἄλογα. Ἔδωσα στὸν Ἀνδρόνικο ἕνα φτυάρι καὶ τὸν διέταξα νὰ σκάψει ἕνα τάφο. Ὅταν τελείωσε, προσευχήθηκε πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις καὶ μετὰ εἶπε ὅτι περιμένει. Εἶπα ὅτι δὲν θὰ τὸν ἐπυροβολοῦσα, ἀλλὰ θὰ τὸν ἔθαβα ζωντανό, ἂν ἀκύρωνε ὅλα ὅσα εἶχε γράψει καὶ πεῖ ἐναντίον μας. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε. Τὸν ἐσκεπάσαμε μὲ λίγο χῶμα καὶ τὸν πυροβολίσαμε».
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Τσέρνιγκωφ καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βασίλειος (Μπογκογιαβλένσϊυ) ἐγεννήθηκε τὴν 1η Φεβρουαρίου 1867 στὸ Ταμπώφ. Ἦταν γόνος ἱερατικῆς οἰκογένειας καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Τὸ 1888 ἐτελείωσε τὴ σχολὴ τοῦ Ταμπὼφ καὶ σὲ νεαρὴ ἡλικία, τὶ ἴδιο ἔτος, ἐχειροτονήθηκε διάκονος. Δύο ἔτη ἀργότερα, στὶς 11 Μαρτίου 1890, ἐχειροτονήθηκε ἱερέας, γιὰ νὰ καλύψει τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες τοῦ χωριοῦ Ὀβσυάνκι τῆς ἐπαρχίας Ταμπώφ.
Ὅμως τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ νεαρὸ ἱερέα ἦταν ἄλλο. Μετὰ ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια, ἡ πρεσβυτέρα του ἐκοιμήθηκε. Ἔτσι ὁ πρεσβύτερος Βασίλειος ἐγκαταβιώνει στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ καὶ στὶς 14 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1908 κείρεται μοναχός. Στὶς 15 Ὀκτωβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους διορίζεται διευθυντὴς τῆς θεολογικῆς σχολῆς τοῦ Τσέρνιγκωφ καὶ χειροθετεῖται ἀρχιμανδρίτης. Τὸν ἑπόμενο χρόνο, στὶς 26 Ἰουλίου, ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος Σοὺμσκ τῆς ἐπαρχίας Χάρκωβ καί, τὸ 1911, μετατίθεται στὸ Νόβγκοροντ – Σεβέρσκ τῆς ἐπισκοπῆς Τσέρνιγκωφ. Ἐδῶ ἐργάζεται ὡς ἀληθινὸς ποιμένας καὶ διακρίνεται γιὰ τὰ ἔργα φιλανθρωπίας καὶ εὐποιίας. Στὶς 5 Ὀκτωβρίου 1916, σὲ ἀναγνώριση τῆς θεοφιλοῦς διακονίας του, ἀνυψώνεται σὲ Ἀρχιεπίσκοπο Τσέρνιγκωφ καὶ Νεζχίν. Παραιτεῖται, ὅμως, τὸ 1917, καὶ ἀποσύρεται στὴ μονὴ Ζαϊκονοσπασσκϊυ τῆς Μόσχας.
Ὅταν, τὸ 1918, δολοφονεῖται ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνδρόνικος, Ἀρχιεπίσκοπος Περμίας, ὁ Ἅγιος Βασίλειος καλεῖται νὰ ἐρευνήσει ἀπὸ τὸ Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν τῆς Μόσχας τὰ γεγονότα τῆς δολοφονίας. Ἀλλὰ ἡ δραστηριότητα τῆς ἐξεταστικῆς ἐπιτροπῆς ἐξόργισε τοὺς ἔνοχους, ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ κρυφθοῦν, γιὰ νὰ μὴν ἀνακαλυφθοῦν.
Ἔτσι, τὸ 1919, μεταξὺ τῶν πόλεων Περμίας καὶ Βιάτκα, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βασίλειος, ὁ ἀρχιμανδρίτης Ματθαῖος, διευθυντὴς τῆς σχολῆς τῆς Περμίας, καὶ ἕνας λαϊκὸς ἐδολοφονήθησαν ἀπὸ Μπολσεβίκους καὶ τὰ σώματά τους ἐρρίφθησαν στὸ νερὸ τῆς γέφυρας Κάμα. Οἱ Χριστιανοὶ ἐπῆραν τὰ τίμια λείψανά τους καὶ κρυφὰ τὰ ἐνταφίασαν. Σύντομα ὁ τόπος τοῦ ἐνταφιασμοῦ τους ἔγινε προσκύνημα καὶ τόπος ἁγιασμοῦ καὶ θαυμάτων. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό οἱ ἐπαναστάτες κατέστρεψαν τὸ μνημεῖο τοῦ ἐνταφιασμοῦ καὶ ἔκαψαν τὰ ἱερὰ λείψανα.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Κροατίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Γεώργιος (Μπότζικ) ἦταν ἱερέας στὴν πόλη Νασίκε τῆς Κροατίας. Ὑπέστη φρικτὰ βασανιστήρια καὶ ἐμαρτύρησε κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου πολέμου ἀπὸ φανατικοὺς Ρωμαιοκαθολικούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.