ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΤΡΙΩΔΙΟΥ
Τριώδιον λέγεται τὸ λειτουργικὸ βιβλίο ποὺ περιέχει ὑμνολογικὸ ὑλικὸ κυρίως τοῦ Ἑσπερινοῦ καὶ τοῦ Ὄρθρου καὶ χρησιμοποιεῖται μαζὶ μὲ τὸ Μηναῖο καὶ τὴν Παρακλητικὴ στὶς Ἱερὲς Ἀκολουθίες τῆς περιόδου ἀπὸ Κυριακῆς τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου μέχρι τὸ Μεγάλο Σάββατο. Τριώδιο ὅμως λέγεται καὶ ἡ περίοδος ποὺ καλύπτει:
α. Τὶς τρεῖς ἑβδομάδες πρὶν ἀπὸ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ (22 ἡμέρες), ἀπὸ τὴν Κυριακὴ Τελώνου-Φαρισαίου ἕως καὶ τὴν Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου.
β. Τὴ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ (40 ἡμέρες, ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα μέχρι τὴν Παρασκευὴ πρὶν ἀπὸ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου).
γ. Τὶς δυὸ ἡμέρες Σάββατο τοῦ Λαζάρου καὶ Κυριακὴ τῶν Βαΐων (συνδετικὲς ἡμέρες τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς μὲ τὴ Μεγ. Ἑβδομάδα).
δ. Τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα (6 ἡμέρες), ἤδη ὀνομασμένη ἔτσι ἀπὸ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες.
ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Ὀνομάζεται Τριώδιο, γιατί πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὕμνους ποὺ περιλαμβάνει, τοὺς λεγόμενους Κανόνες, δὲν περιέχουν 9 ἢ 8 ᾠδές, ἀλλὰ τρεῖς ᾠδὲς (= Τριώδιον), στὶς ὁποῖες συμπεριλαμβάνονται σταθερὰ οἱ η´ καὶ θ´ ᾠδὴ καὶ διαδοχικὰ μία ἀπὸ τὶς πέντε πρῶτες).
Παλαιότερα στὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου συμπεριλαμβάνονταν καὶ ἡ περίοδος ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα μέχρι τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων. Ἀργότερα ὅμως ἡ περίοδος αὐτὴ ἀποτέλεσε ἰδιαίτερη περίοδο καὶ οἱ ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς περιελήφθησαν σὲ ἰδιαίτερο λειτουργικὸ βιβλίο τὸ ὁποῖο θὰ ἀναλύσουμε κάποια ἄλλη φορά, τὸ λεγόμενο «Πεντηκοστάριο».
ΣΚΟΠΟΣ
Ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου ἔχει σκοπὸ νὰ μᾶς προετοιμάσει μὲ νηστεία, προσευχὴ καὶ μετάνοια, γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε τὰ Ἅγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας καὶ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του.
Γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ λόγο ἡ Ἐκκλησία μᾶς συμβουλεύει ὄχι μὲ χοροὺς καὶ καρναβάλια, οὔτε μὲ γλέντια ἁμαρτωλὰ καὶ μασκαρέματα, ἀλλὰ μὲ «χαροποιὸ πένθος», μὲ κατάνυξη καὶ εὐφροσύνη πνευματικὴ νὰ περάσουμε τὴν περίοδο καὶ τὶς ἑορτὲς τοῦ Τριωδίου.
Καὶ γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ πραγματοποιήσουμε τὰ ἀνωτέρω εὐκολότερα, ἡ Ἐκκλησία μας, σὰν φιλόστοργη Μητέρα ποὺ εἶναι καὶ ἔχει βαθιὰ γνώση τῆς ἀνθρώπινης φύσεώς μας, μᾶς προετοιμάζει ἀνάλογα.
Γιὰ νὰ μὴν πᾶμε ξαφνικὰ ἀπὸ τὴ ρᾴθυμη κατάσταση, στὴν ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ ἡ ρουτίνα τῆς καθημερινῆς ζωῆς καὶ ὁ εὐδαιμονισμός, στὴν ἀνώτερη πνευματικά, μᾶς καλεῖ νὰ σκεφθοῦμε τὴ σημασία της πρὶν μποῦμε σ᾿ αὐτήν, κάθε φορὰ μὲ μία προπαρασκευαστικὴ περίοδο.
Μορφωτικὴ ἀξία τοῦ Τριῳδίου
Τὸ Τριώδιο περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία ποὺ περιέχουν ἱερὲς ἀκολουθίες ὁδηγεῖ τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν τέκνων τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας στὴν περισυλλογὴ καὶ στὴν κατάνυξη. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὀνομάζεται καὶ «κατανυκτικὸ τριώδιο». Μὲ τὸν κύκλο τῶν ἑορτῶν τοῦ Τριωδίου ἀνανεώνονται τὰ βιώματα τῆς νηστείας, τῆς ἐγκράτειας, τῆς μετάνοιας, καὶ τῆς χαρμολύπης.
Μὲ τὴν βοήθεια ποὺ παίρνει ὁ πιστὸς ἀπὸ αὐτὸ ποὺ δημιουργεῖ στὴν ψυχή, φθάνει στὸ Πάσχα εὐλαβικὸς προσκυνητὴς τῶν Παθῶν καὶ τῆς Ἀναστάσεως.
Τέλος συμπερασματικὰ θὰ ἤθελα νὰ τονίσω ὅτι ἡ μορφωτικὴ ἀξία τοῦ Τριωδίου εἶναι πολύ σημαντικὴ καὶ ἡ ὠφελιμότητά του γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ προκοπὴ καὶ ἀρτίωση τῶν φιλακολούθων καὶ εὐλαβῶν χριστιανῶν ἐξαιρετικὰ σπουδαία. Ἔτσι ἐξηγεῖται καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι κάθε χρόνο, κατὰ παράδοση, μὲ ἀνυπομονησία καὶ λαχτάρα περιμένουμε τὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου.
Ἡ Διαμόφωση τοῦ Τριῳδίου
Ἀπὸ τὰ μέσα ἢ γύρω στὰ τέλη τοῦ τρίτου αἰῶνα μ.Χ., ἡ νηστεία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος διευρύνθηκε διὰ μέσου τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, προκειμένου οἱ πιστοὶ νὰ προετοιμάζονται καλύτερα γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῶν παθῶν καὶ τῆς θείας ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ καὶ ἐνῷ τὰ χρόνια παρέρχονταν, πρὸς ἀρτιότερη προετοιμασία τῶν πιστῶν γιὰ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τοῦ Πάσχα, καθιερώθηκαν καὶ οἱ πρὸ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς τρεῖς προπαρασκευαστικὲς ἑβδομάδες, δηλαδὴ οἱ ἑβδομάδες ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου μέχρι τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς ἢ Τυροφάγου. Σταδιακὰ ἐπίσης ἔγινε καὶ ἡ ἑορτολογικὴ διαμόρφωση τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καὶ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Σχετικά μὲ τὸν ᾀσματικὸ πλοῦτο τοῦ Τριωδίου, πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι πέρασε ἀπὸ ὅλες τὶς χαρακτηριστικὲς φάσεις καὶ σταθμοὺς τῆς ἐκκλησιαστικης ποιήσεως. Στὴν διαμόρφωση τοῦ ᾀσματικοῦ κύκλου τοῦ Τριωδίου συνέβαλαν διάσημοι ὑμνογράφοι καὶ μελωδοὶ τῆς ἐκκλησίας μας, ὅπως ὁ Ῥωμανὸς ὁ Μελωδός (στ´ αι.), ὁ Ἰωάννης Δαμασκηνός (ζ´ αι.), καὶ ἄλλοι πολλοί.
Γιὰ τὴν διαμόρφωση τοῦ Τριωδίου, ὅπως τὸ ἔχει στὴ χρήση της σήμερα ἡ ἐκκλησία μας, ἔπαιξαν ρόλο ὅλες οἱ χριστιανικὲς γενεὲς μέχρι τὸν δέκατο πέμπτο αἰῶνα μετὰ Χριστόν. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὶς ᾀσματικὲς ἀκολουθίες τῶν ἑορτῶν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (Β´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν), τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος (Δ´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν), κ.ἄ.
Ἀποδεικνύεται ἐπίσης ἀπὸ την εἰσαγωγὴ τοῦ ἐπιταφίου θρήνου, ἐγκωμίων δηλαδή, ποὺ ψάλλονται στὸν Ἐπιτάφιο, καὶ ἀπὸ τὴν εἰσαγωγὴ τῶν συναξαρίων τοῦ Νικηφόρου Καλλίστου τοῦ Ξανθόπουλου.
ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΤΡΙῼΔΙΟΥ (περιεχόμενα)
Πρὶν τὴν Μ. Τεσσαρακοστή
-ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
-ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
Ψυχοσάββατο
-ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
Σάββατο τῶν Ὁσίων Πατέρων
-ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
-Κατανυκτικοὶ Ἑσπερινοί
ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Ἡ ἀξία τῆς νηστείας
Σκανδαλισμὸς ἀπὸ τὴν τήρηση τῆς νηστείας
-ΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
Μέγα Ἀπόδειπνο
Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων
Ἑορτασμὸς ἁγίων τὴν Μ.Τεσσαρακοστή
Σάββατο τῆς «Καθαρᾶς Ἑβδομάδος»
Πρώτη Κυριακὴ τῶν νηστειῶν ἢ τῆς Ὀρθοδοξίας
Βυζαντινὲς καὶ θαυματουργὲς εἰκόνες
Δευτέρα Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν
Τρίτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν
Τέταρτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν
Πέμπτη τοῦ Μεγάλου Κανόνος
Ἀκάθιστος Ὕμνος
Πέμπτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν
Σάββατο τοῦ Λαζάρου
Ἕκτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν (τῶν Βαΐων)
ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ
ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ (Κυριακὴ Βαΐων Ἑσπέρας)
ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ (Μεγάλη Δευτέρα Ἑσπέρας)
ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ (Μεγάλη Τρίτη Ἑσπέρας)
ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ (Μεγ. Τετάρτη Ἑσπέρας)
ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ (Μεγάλη Πέμπτη Ἑσπέρας)
ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ (Μεγάλη Παρασκευὴ Ἑσπέρας)
ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΤΡΙΩΔΙΟΥ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
Τὴν Κυριακὴ αὐτὴ διαβάζεται ἡ ὁμώνυμη παραβολή, στὴν ὁποία διακρίνουμε τὰ ἀποτελέσματα τῆς ὑπερήφανης προσευχῆς τοῦ «δικαίου» Φαρισαίου ποὺ τελικὰ δὲν εἰσακούστηκε καὶ τῆς ταπεινῆς προσευχῆς τοῦ ἁμαρτωλοῦ Τελώνου, τοῦ ὁποίου (ἡ προσευχή) ἀνέβη στὸν οὐρανὸ ὡς θυμίαμα καὶ εἰσακούστηκε.
Μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο ἡ Ἐκκλησία μᾶς βοηθᾶ νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴν ἀνάγκη προσεγγίσεως τῆς ὑψοποιοῦ ταπεινώσεως, τὴν ὁποία κάθε χριστιανὸς πρέπει νὰ ἐπιδιώκει μέσα στὴν περίοδο τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς καὶ κατ᾿ ἐπέκταση στὴ ζωή του.
Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος δὲν κινδυνεύει νὰ πέσει. «Ὁ ὑποκάτω πάντων ὤν, ποῦ πεσεῖται;» λέγουν οἱ Πατέρες. Δηλ. αὐτὸς ποὺ τοποθετεῖ καὶ θεωρεῖ τὸν ἑαυτόν του κάτω - κάτω, χαμηλότερα ἀπ᾿ ὅλους, ποῦ θὰ πέσει; Καὶ ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἔλεγε: «Εἶδα ὅλες τὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ νὰ ἔχουν ἁπλωθεῖ πάνω στὴ γῆ καὶ εἶπα λυπημένος: Ποιὸς ἄραγε μπορεῖ νὰ τὶς ἀποφύγει; Καὶ ἄκουσα φωνὴ ποὺ ἔλεγε: Ἡ ταπεινοφροσύνη!»
Τὴν Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ αὐτῆς τῆς ἑβδομάδας τρώγεται καὶ κρέας.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
Ἡ παραβολὴ τοῦ «Ἀσώτου Υἱοῦ» εἶναι γνωστή. Ὁμιλεῖ γιὰ ἕνα πλούσιο νέο ὁ ὁποίος ἄσωτα κατασπατάλησε τὴν περιουσία του σὲ χώρα μακρινὴ καὶ στὸ τέλος κατάντησε νὰ βόσκει χοίρους. Τότε μετανόησε καὶ ἐπέστρεψε στὸν πατέρα του, ποὺ τὸν δέχθηκε μὲ ἄπειρη ἀγάπη καὶ στοργή.
Ἡ παραβολὴ εἶναι ἀνεξάντλητη σὲ νοήματα, ἀφοῦ, ὅπως λέγεται, ὁλόκληρο τὸ ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας εὑρίσκεται μέσα σ᾿ αὐτή.
Τὸ βαθύτερο νόημα τῆς παραβολῆς εἶναι τετραπλό:
α. Ἡ ἀπελπιστικὴ κατάσταση στὴν ὁποία φθάνει ὁ ἁμαρτωλός.
β. Ἡ ἀνάγκη μετανοίας καὶ τὰ σωτήρια ἀποτελέσματά της.
γ. Τὸ μέγεθος τῆς θείας Εὐσπλαχνίας, στὴν ὁποία μποροῦν νὰ στηρίζονται καὶ οἱ πλέον ἁμαρτωλοί, ὥστε νὰ μὴ φθάνουν ποτὲ στὴν ἀπελπισία. Κανένα ἁμάρτημα, ὅσο μεγάλο κι ἂν θεωρεῖται, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερνικήσει τὴ φιλάνθρωπη γνώμη τοῦ Θεοῦ καὶ
δ. Ἡ ἀποφυγὴ τοῦ αἰσθήματος τῆς αὐτάρκειας τοῦ δικαιωμένου, ὅπως θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ὁ πρεσβύτερος υἱός.
Ἐὰν λοιπὸν συναισθανθοῦμε τὴν πραγματικὴ πνευματική μας κατάσταση καὶ μὲ εἰλικρίνεια ὁμολογήσουμε τὰ λάθη μας καὶ τὴν κατασπατάληση τῶν ταλάντων ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Θεός, θὰ καταλάβουμε ὅτι αὐτὴν τὴν Κυριακὴ ὅλοι μας ἑορτάζουμε καὶ ὅλοι, κατὰ κάποιο τρόπο, εἴμαστε ἄσωτοι υἱοί, ἀπομακρυνθέντες ἀπὸ τὸν «Οἶκον τοῦ Οὐρανίου Πατρός μας».
Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ τηρεῖται κανονικὴ νηστεία (ἀλάδωτα).
ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ
Τὸ Σάββατο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω, λέγε - «Σάββατο τῶν Ψυχῶν» ἢ Ψυχοσάββατο. Εἶναι τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ δυὸ Ψυχοσάββατα τοῦ ἔτους (τὸ δεύτερο ἐπιτελεῖται τὸ Σάββατο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς).
Ὁ λόγος ποὺ τὸ καθιέρωσε ἡ Ἐκκλησία μας, παρ᾿ ὅτι κάθε Σάββατο εἶναι ἀφιερωμένο στοὺς κεκοιμημένους, εἶναι ὁ ἑξῆς: Ἐπειδὴ πολλοὶ κατὰ καιροὺς ἀπέθαναν μικροὶ ἢ στὴν ξενιτιὰ ἢ στὴ θάλασσα ἢ στὰ ὄρη καὶ τοὺς κρημνοὺς ἢ καὶ μερικοί, λόγῳ πτώχειας, δὲν ἀξιώθηκαν τῶν διατεταγμένων μνημοσύνων, «οἱ θεῖοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι ἐθέσπισαν τὸ μνημόσυνο αὐτὸ ὑπὲρ πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων Χριστιανῶν».
Ἐπειδὴ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω ποιοῦμε ἀνάμνηση τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ κεκοιμημένοι μας ἀκόμη δὲν κρίθηκαν, τοὺς μνημονεύουμε σήμερα καί, ἐπικαλούμενοι τὸ ἄπειρο ἔλεός Του, παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ μὲ τὸ μνημόσυνο ποὺ κάνουμε, νὰ τοὺς ἀναπαύσει.
Συγχρόνως δέ, ἐνθυμούμενοι καὶ ἐμεῖς τὸ θάνατο, «διεγειρόμεθα πρὸς μετάνοιαν...».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
Ἡ Κυριακὴ αὐτὴ λέγεται ἔτσι, διότι ἀπὸ τὴν ἑπόμενη ἡμέρα (Δευτέρα) ἀπέχουμε κρέατος. Δηλ. ἡ Κυριακὴ τῆς Ἄποκρεω εἶναι ἡ τελευταία ἡμέρα τῆς κρεοφαγίας μέχρι Πάσχα καὶ δὲν ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυση κρέατος, ἐκτὸς ἂν πρόκειται γιὰ ἀρρώστους.
Οἱ θεῖοι Πατέρες ἔταξαν αὐτὴ τὴν Κυριακὴ νὰ γίνεται ἀνάμνηση τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ θυμόμαστε, ὄχι μόνο τὴ φιλανθρωπία Του (ἀπὸ τὴν Κυριακή του Ἀσώτου), ἀλλὰ καὶ τὴ δικαιοσύνη Του στὴν κρίση ποὺ θὰ γίνει μερικῶς τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου μας καὶ τελικῶς - τελεσιδίκως στὴ Δευτέρα Παρουσία Του.
Ἔτσι εἶναι δυνατὸν νὰ διεγειρόμαστε ἀπὸ τὸν ὕπνο ἢ ἀμελείας πρὸς ἐργασία τῶν ἀρετῶν καὶ καλλιέργεια - αὔξηση τῶν ταλάντων μας.
ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
Μετὰ τὴν προηγηθεῖσα (μὲ τὰ προηγούμενα) παιδαγωγία, οἱ Θεοφόροι Πατέρες σὰν ἄριστοι Στρατηγοί, ποὺ προετοιμάζουν τὰ στρατεύματά τους γιὰ μάχη μὲ τὰ λαμπρὰ Παραδείγματα τῶν ἡρῴων, μᾶς προβάλλουν ἤδη πρὸς μίμηση καὶ παρηγοριὰ ὅλους τοὺς διαλάμψαντες ὁσίους καὶ θεοφόρους Πατέρες καὶ Μητέρες - Μοναχοὺς καὶ Μοναχὲς ποὺ ἁγίασαν μὲ νηστεία - ἀγρυπνία - προσευχὴ καὶ ταπείνωση.
Ὅλοι αὐτοὶ ποὺ ἀποτελοῦν παραδείγματα ἀγῶνος καὶ μετανοίας μᾶς παρακινοῦν καὶ μᾶς προτρέπουν στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα ποὺ ἀρχίζει, πρὸς ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, ἀπόρριψη τῶν κακιῶν καὶ τελικὴ κατάκτηση «τῶν ἐπηγγελμένων ἡμῖν ἀγαθῶν» (ἐγκόσμιων καὶ ὑπερκοσμίων).
Κακῶς ἐπικράτησε νὰ θεωροῦνται τὸ Σάββατο αὐτὸ καὶ τὸ Α´ Σάββατο τῶν Νηστειῶν (τοῦ θαύματος τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου) ὡς Ψυχοσάββατα.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
Μετὰ τὴ διακοπὴ τῆς κρεοφαγίας, αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα (τρίτη τοῦ Τριωδίου), ΟΛΕΣ τὶς ἡμέρες της, τρῶμε τυροκομικά, αὐγὰ καὶ ψάρια. Γι᾿ αὐτὸ ὀνομάστηκε «Τυροφάγου» ἢ «Τυρινῆς».
Ἡ Ἐκκλησία μας, χωρὶς νὰ θεωρεῖ μολυσμένη καμία τροφή, ἐπιτρέπει τὴ βρώση γάλακτος καὶ αὐγῶν καὶ ὄχι τὸ πρόβατο ἢ τὸ κοτόπουλο, ποὺ τὰ παράγουν, ΔΙΟΤΙ ΔΙΑΚΡΙΝΕΙ τὶς τροφὲς σὲ περισσότερο καὶ ὀλιγότερο βοηθητικὲς στὴν ἐγκράτεια καὶ κατὰ καιροὺς ἄλλες ἐπιτρέπει καὶ ἄλλες ἀπαγορεύει.
Μαζί μὲ τὴ νηστεία λοιπόν, ποὺ ἀρχίζει μερικῶς καὶ σταδιακῶς ἀπὸ τὴν ἑβδομάδα αὐτή, ἡ Ἐκκλησία φέρει ἐνώπιόν μας καὶ μᾶς θυμίζει μὲ τὰ τροπάρια αὐτῆς τῆς Κυριακῆς, τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν Παράδεισο, ποὺ ἔγινε λόγῳ τῆς παρακοῆς τους (δὲν ἐτήρησαν τὴ νηστεία, σχετικά μὲ τὸν ἀπαγορευμένο καρπό). Ἀντὶ τοῦ Παραδείσου καὶ τῆς αἰωνιότητας, βρῆκαν τὸ θάνατο.
Καὶ ἐμεῖς καλούμεθα (μὲ τὴν ὑμνολογία τῆς ἡμέρας) αὐτὸ ποὺ ἔχασε ὁ Ἀδὰμ μὲ τὴν ἀκρασία (ἀνυπακοή, ἀμετανοησία, ἐγωισμὸ καὶ γαστριμαργία), νὰ τὸ κερδίσουμε μὲ τὴν ἐγκράτεια (ὑπακοή, μετάνοια, ταπείνωση καὶ νηστεία).
Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας αὐτὴ τὴν Κυριακὴ μᾶς τονίζει ὅτι: «Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται (ἄνοιξε) οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι (ὅσοι θέλουν ν᾿ ἀγωνιστοῦν) εἰσέλθετε...», ὥστε, ὅσοι εἶναι καλοπροαίρετοι, ν᾿ ἀρχίσουν μὲ ὄρεξη καὶ χαρὰ τὸν ἀγῶνα τῆς Τεσσαρακοστῆς.
ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΙ
Τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τῆς Τυροφάγου τελεῖται ὁ κατανυκτικὸς Ἑσπερινός της Συγνώμης.
Κατανυκτικὸς λέγεται, διότι ψάλλονται κατανυκτικὰ τροπάρια ἀπὸ τὸ Τριώδιο, ποὺ τὸ περιεχόμενό τους διαποτίζεται ἀπὸ βαθιὰ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας, πένθος, συντριβή, μετάνοια καὶ θερμὴ ἱκεσία γιὰ ἄφεση ἁμαρτιῶν.
Ἑσπερινὸς Συγνώμης λέγεται, αὐτὸς μόνον, ἀπὸ τοὺς κατανυκτικούς, διότι στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ λαὸς ἀσπάζεται τὸ Εὐαγγέλιο ζητώντας ἀπὸ τὸν ἱερέα συγγνώμη καὶ στὴ συνέχεια καὶ μεταξύ τους, ὥστε συγχωρεμένοι νὰ ἀρχίσουν τὴ Μεγ. Τεσσαρακοστή. Πρόκειται γιὰ μία ὡραία συνήθεια, ποὺ καλὸ εἶναι νὰ ἀναβιώσει.
Αὐτοὶ οἱ κατανυκτικοὶ Ἑσπερινοὶ τελοῦνται κάθε Κυριακὴ τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς.
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικὸ τῶν Ἑσπερινῶν αὐτῶν εἶναι ὅτι μετὰ τὴν Εἴσοδο καὶ τὸ «Ἑσπέρας Προκείμενον», ἀλλάζει ὁ διάκοσμος τῆς Ἁγίας Τραπέζης καὶ ἡ στολὴ τοῦ ἱερέως. Ἀπὸ πασχαλινή, λόγῳ τῆς Κυριακῆς, μεταπίπτει σὲ πένθιμη, λόγῳ τῆς Τεσσαρακοστῆς (ἀλλάζουν τὰ λευκά μὲ πορφυρὰ - ἐφ᾿ ὅσον τὸν Χριστὸ δὲν Τὸν πενθοῦμε ὡς ἄνθρωπο, ἀλλ᾿ ὡς Βασιλέα Θεό). Ὅπου χρησιμοποιοῦνται μὼβ ἢ μαῦρα, εἶναι συνήθεια μεταφερθεῖσα ἀπὸ τὴ Δύση.
Στὸ τέλος τοῦ Ἑσπερινοῦ ψάλλονται τὰ τροπάρια «Θεοτόκε Παρθένε...», «Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ...» κ.λπ. καὶ κατακλείονται μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου:
«Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῷς.
Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.
Ναί, Κύριε, Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου· ὅτι εὐλογητὸς εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Λέγοντάς την, κάνουμε καὶ τρεῖς μεγάλες μετάνοιες. Ἀκολουθοῦν δώδεκα μικρές, ἐνῷ λέμε μυστικῶς τό: «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» καὶ στὸ τέλος ἐπαναλαμβάνεται τό: «Ναὶ Κύριε, Βασιλεῦ...» κάνοντας καὶ τετάρτη μεγάλη μετάνοια.
ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Ἀπὸ τὴ Δευτέρα μετὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς ἀρχίζει ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστή. Εἶναι περίοδος αὐστηρῆς νηστείας, ἐκτενῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν καὶ γενικῶς πνευματικῆς περισυλλογῆς καὶ μετάνοιας.
Στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐθέσπισαν τὴν 40ήμερη αὐτὴ νηστεία, κατὰ μίμηση τῆς 40ήμερης νηστείας τοῦ Κυρίου, ὥστε προετοιμασμένοι μὲ προσευχὲς καὶ ἐλεημοσύνες, μὲ νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες, μὲ δάκρυα καὶ ἐξομολόγηση καὶ καθαρὴ συνείδηση, νὰ ἑορτάσουμε τὶς ἅγιες ἡμέρες τῶν Παθῶν καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας.
Νηστεύουμε γιὰ τὰ ἰδικά μας ἁμαρτήματα, λέει ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος καὶ ὄχι γιὰ τὸ Πάσχα ἢ τὴ Σταύρωση τοῦ Κυρίου μας.
Λέγεται ἡ Τεσσαρακοστὴ αὐτὴ «Μεγάλη», γιατί:
α. Εἶναι μεγάλα τὰ γεγονότα στὰ ὁποῖα ὁδηγούμαστε (Πάθη - Ἀνάσταση).
β. Ἡ νηστεία τὴν περίοδο αὐτὴ εἶναι αὐστηρὴ καὶ διαφέρει ἀπὸ τὴ νηστεία τῆς Τεσσαρακοστῆς τῶν Χριστουγέννων. Δηλ. εἶναι ἀλάδωτη δὲν τρῶμε λάδι, πλὴν Σαββάτου καὶ Κυριακῆς. Ὅλες τὶς ἄλλες ἡμέρες τρῶμε ξηροφαγία ἢ ἀλάδωτα φαγητά. Ἐννοεῖται ὅτι αὐτὴ τὴ νηστεία τὴν ἐφαρμόζουν οἱ ὑγιεῖς. Ὅσοι ἔχουν προβλήματα ὑγείας, παίρνουν εὐλογία ἀπὸ τὸν Ἐξομολόγο, τὸν Πνευματικό τους καὶ ρυθμίζουν τὸ ζήτημα.
Ἡ νηστεία εἶναι παθοκτόνος καὶ ὄχι σωματοκτόνος.
Ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς λέγεται «Καθαρὰ Δευτέρα», καθὼς καὶ ὅλη ἡ πρώτη ἑβδομάδα «Καθαρὰ Ἑβδομάς», ἐπειδὴ οἱ πιστοὶ «καθαίρονται διὰ τῆς νηστείας» (καὶ ὄχι γιατί κάνουν καθαριότητα σ᾿ ὅ,τι ἔμεινε ἀφάγωτο ἀπὸ τὴν προηγούμενη ἑβδομάδα! Ρυθμίζουν ὅσο γίνεται, φαγητὰ καὶ ποσότητες γιὰ νὰ μὴν πετιοῦνται).
Ἤδη «Τὸ Στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι...» μποροῦν νὰ εἰσέλθουν στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα, γιὰ νὰ λάβουν ἀμάραντο «στέφανον παρὰ τοῦ Παμβασιλέως Χριστοῦ...».
Ἡ ἡμέρα εἶναι γιὰ πολλοὺς ἀργία καὶ ὡς πρώτη ἡμέρα τῆς Τεσσαρακοστῆς ἐπιβάλλεται νὰ τὴν ἀρχίσουμε σωστὰ μὲ τὸν πρωινὸ ἐκκλησιασμό. Τὸ ἀπόγευμα παρακολουθοῦμε καὶ ἀπολαμβάνουμε τὸ πρῶτο Μέγα Ἀπόδειπνο.
Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
Δυστυχῶς σήμερα ἡ νηστεία ἔχει πολὺ παραμεριστεῖ. Ἐλάχιστοι μάλιστα δίδουν σημασία στὴν κανονικὴ νηστεία. Ἡ ἀξία της ὅμως, ὅπως τὴν τονίζει ὁ Μ. Βασίλειος, εἶναι πολὺ μεγάλη: «Ἡ νηστεία ἔχει ἡλικία ἴση μὲ τὴν ἀνθρωπότητα, διότι ἐνομοθετήθηκε στὸν Παράδεισο. Ἀπὸ τὸν καρπὸν τοῦ δένδρου... δὲν θὰ φάγετε εἶπεν ὁ Θεὸς στοὺς Πρωτοπλάστους. Καὶ ἐπειδὴ δὲν τηρήθηκε ἡ νηστεία αὐτή, ἐκδιωχθήκαμε ἀπὸ τὸν Παράδεισο... Ὁ Μωυσῆς μετὰ ἀπὸ νηστεία ἔλαβε τὶς πλάκες τοῦ Νόμου στὸ Σινᾶ. Ὁ Ἠσαῦ γιὰ λίγο φαγητὸ ἐπώλησε τὰ πρωτοτόκια στὸν Ἰακώβ. Ἡ νηστεία ἔκανε ἀκατανίκητο τὸν Σαμψών. Ἡ νηστεία γεννᾷ Προφῆτες, κάμνει ἰσχυρότερους τοὺς ἰσχυρούς, κάμνει σοφοὺς τοὺς νομοθέτες. Ἡ νηστεία ἁγιάζει τὸν ἀφιερωμένο στὸν Θεὸ καὶ καθιστᾷ τὸν ἱερέα ἱκανὸ νὰ προσφέρει θυσίαν. Ἡ νηστεία ἔσβησε τὴ δύναμη τοῦ πυρός, ἔφραξε στόματα λεόντων, ἀναβιβάζει τὴν προσευχὴ στὸν οὐρανό. Ἡ νηστεία εἶναι πρόοδος τῶν οἴκων, μητέρα τῆς ὑγείας, παιδαγωγὸς τῶν νέων, στολισμὸς τῶν πρεσβυτέρων... Τοῦ νηστεύοντος οἱ ὀφθαλμοὶ εἶναι ἤρεμοι, τὸ βάδισμα σεμνό, τὸ πρόσωπο σοβαρό, οἱ λόγοι του μετρημένοι, ἡ καρδία του καθαρά... Ἂν θέλεις νὰ κάνεις ἰσχυρὸ τὸ πνεῦμα σου, χαλιναγώγησε μὲ νηστεία τὴν σάρκα σου... Μὴν νομίσεις ὅτι ἡ νηστεία περιορίζεται στὶς τροφές. Πραγματικὴ νηστεία εἶναι ἡ νηστεία τῶν πέντε αἰσθήσεων. Τί τὸ ὄφελος νὰ νηστεύεις ἀπὸ τροφὲς καὶ νὰ εὑρίσκεσαι σὲ φιλονικίες ἢ διαμάχες μὲ τοὺς δικούς σου, νὰ κατατρώγεις τὸν ἀδελφόν σου μὲ τὴν γλῶσσα σου, νὰ βλέπεις ἄσεμνα θεάματα, νὰ ἀκούεις μουσικὴ ἢ πράγματα ποὺ σὲ βλάπτουν καὶ νὰ μεθᾷ ἡ ψυχή σου ὄχι μὲ οἶνο, ἀλλὰ μὲ θυμόν!...». Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀξία τῆς πραγματικῆς καὶ ἀληθινῆς νηστείας. Νηστεία καὶ ἀπὸ τὶς τροφές, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ πάθη.
ΣΚΑΝΔΑΛΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
Τὸ θέμα τοῦ σκανδαλισμοῦ εἶναι παρεξηγημένο. Λένε πολλοί: «Ἔφαγα κρέας ἢ πάστα παρ᾿ ὅλο ποὺ ἦταν Παρασκευὴ γιὰ νὰ μὴν τοὺς σκανδαλίσω»!!! Τὸ ὅτι πρέπει νὰ προσέχουμε τὸ σκανδαλισμὸ δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία καὶ πρέπει. Ἀλλὰ ὁ σκανδαλισμὸς ποὺ πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε καὶ νὰ προσέχουμε, εἶναι ὁ σκανδαλισμὸς ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν παράβαση τῶν Νόμων τοῦ Θεοῦ ἢ τῶν ἐντολῶν τῆς Ἐκκλησίας. Σκανδαλισμὸς ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν Νόμων τοῦ Θεοῦ, (ἂν πράγματι ὑπάρχει καὶ τοιοῦτος σκανδαλισμός), πρέπει νὰ μᾶς ἀφήνει τελείως ἀδιάφορους! Ἂν ὑπάρχουν, (καὶ βεβαίως ὑπάρχουν), ἄνθρωποι ποὺ σκανδαλίζονται διότι βλασφημοῦμε, ψευδόμεθα ἢ δὲν τηροῦμε (καταλύομε) τὶς νηστεῖες κ.λπ., τότε ἡ ἐνοχή μας εἶναι διπλή: Καὶ ἐμεῖς ἁμαρτάνουμε καὶ τοὺς ἀδελφούς μας σκανδαλίζουμε. Ἀλλὰ ἂν ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού... σκανδαλίζονται(!), διότι ἡμεῖς προσευχόμαστε, κοινωνοῦμε, τηροῦμε τὶς νηστεῖες κ.λπ., ἂς σκανδαλίζονται καὶ ἂς λέγουν ὅ,τι θέλουν! Πρέπει νὰ ἐννοήσουμε ὅτι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ἐπίδειξη καὶ ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ὁμολογία. Μπρὸς λοιπὸν στὰ πασχαλινὰ φαγητά, ὁ Χριστιανός, τὴν ἡμέρα της νηστείας, χωρὶς φαρισαϊσμοὺς καὶ καυχησιολογίες ἀρνεῖται νὰ φάγει. Ἔτσι ἀποδεικνύεται συνεπὴς στὶς ἀρχές του, ὁμολογητὴς τῆς πίστεώς του καὶ πειθαρχικὸ παιδὶ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐὰν φάγει, ἐμπράκτως διδάσκει καὶ τοὺς ἄλλους νὰ πράττουν τὸ ἴδιο, χωρὶς μάλιστα τύψεις, ἀφοῦ κι᾿ αὐτὸς ποὺ θρησκεύει, τρώει...
ΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
Στὴν περίοδο αὐτὴ πραγματοποιοῦνται πολλὲς καὶ σημαντικὲς ἀλλαγές. Δηλ. στὶς πέντε νηστήσιμες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας, (Δευτέρα ἕως Παρασκευή), δὲν ἐφαρμόζεται τὸ καθιερωμένο τυπικό: Τὸ πρωὶ ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ καὶ Ὄρθρου μὲ ἢ χωρὶς Θεία Λειτουργία καὶ τὸ ἀπόγευμα ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ.
Αἰτία τῶν ἀλλαγῶν εἶναι οἱ νέες ἀκολουθίες ποὺ προστίθενται στὴν περίοδο αὐτή: Ἡ Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, ποὺ συνήθως τελεῖται Τετάρτη καὶ Παρασκευή, οἱ Χαιρετισμοὶ καὶ τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο. Ἔτσι παρουσιάζονται οἱ ἀκόλουθες περιπτώσεις:
α. Τὸ πρωὶ τῆς Δευτέρας, Τρίτης καὶ Πέμπτης τελοῦνται:
(1) Μεσονυκτικὸ καὶ Ὄρθρος,
(2) Οἱ Ὧρες (Α´, Γ´, ΣΤ´ καὶ Θ´),
(3) Ὁ Ἑσπερινὸς τοῦ ἀπογεύματος (στὸν ὁποῖο, φυσικά, τιμᾶται ὁ Ἅγιος τῆς ἑπόμενης ἡμέρας).
β. Τὸ πρωὶ τῆς Τετάρτης καὶ Παρασκευῆς τελοῦνται ὅλα τ᾿ ἀνωτέρω καὶ στὸν Ἑσπερινὸ ἐπισυνάπτεται καὶ ἡ Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
γ. Ἐὰν ἡ Προηγιασμένη πρόκειται νὰ τελεσθεῖ τὸ ἀπόγευμα, τότε ἡ πρωινὴ ἀκολουθία ἀρχίζει κανονικά, σταματᾷ ὅμως στὴν ΣΤ´ Ὥρα καὶ γίνεται ἀπόλυση.
δ. Ἡ Προηγιασμένη τὸ ἀπόγευμα ἀρχίζει μὲ τὴν Θ´ Ὥρα, (κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὁποίας ὁ Λειτουργὸς «παίρνει καιρό», μὲ διαφορετικὸ τυπικὸ καὶ ἐνδύεται πλήρη στολή) καὶ μετὰ τὴν ἀπόλυση (τῆς Θ´ Ὥρας), συνεχίζει μὲ τὸ «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία...» ὁπότε ἀρχίζει ὁ Ἑσπερινός μὲ τὴν Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
ε. Τὸ ἀπόγευμα τῶν τεσσάρων πρώτων ἡμερῶν (Δεύτερα ἕως Πέμπτη), στὴ θέση τοῦ Ἑσπερινοῦ τελεῖται τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο.
στ. Ἐὰν τὸ ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης τελεσθεῖ ἡ Προηγιασμένη, τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο τελεῖται συνήθως μετὰ τὴ Θ. Λειτουργία (τῶν Προηγιασμένων Δώρων).
ζ. Τὸ ἑσπέρας τῆς Παρασκευῆς τῶν πέντε πρώτων ἑβδομάδων, τελεῖται στοὺς Ναοὺς ἀκόμη μία νέα Ἀκολουθία: ἡ προσφιλὴς στὸ λαό μας ἀκολουθία, τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Παναγίας («Ἄγγελος πρωτοστάτης...» - «Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε») στὸ μέσο του Μικροῦ Ἀποδείπνου, κάθε φορὰ μὲ μία «Στάση», καὶ τὴν πέμπτη ἑβδομάδα ὅλες οἱ Στάσεις μαζὶ - ὁλόκληρος ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος.
Τὸ πλῆθος αὐτὸ τῶν Ἀκολουθιῶν ἐναρμονίζεται μὲ τὸ Ὀρθόδοξο λατρευτικὸ πνεῦμα ποὺ θέλει τὸν πιστὸ ἑπτάκις τῆς ἡμέρας νὰ αἰνεῖ τὸν Θεὸ (Ψαλμ. ριη´, 164), ἀλλὰ ἔρχεται στὴν καθημερινὴ πράξη καὶ ζωὴ σ᾿ ἀντίθεση μὲ τὸ σύγχρονο πνεῦμα τοῦ κόσμου, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ὄχι μόνο δὲν ἔχει ἐλεύθερο χρόνο, ἀλλ᾿ οὔτε καὶ τὴν ἀνάλογη διάθεση... Ὑπάρχει δυστυχῶς μεγάλη ἐκκοσμίκευση καὶ σύγχυση στὸ μυαλό του.
Ἡ Ἐκκλησία πάντως τὴν περίοδο αὐτή, γνωρίζοντας τὴν κατάσταση τοῦ ἄνθρωπου, τὸν βοηθᾷ νὰ βρεῖ τὸ δρόμο του προσφέροντάς του τὴ λύση τῆς συχνότερης συμμετοχῆς του στὴ λατρευτικὴ ζωή. Ὅποτε εὐκαιρεῖ καὶ μπορεῖ νὰ ἐξοικονομεῖ κάποιο χρόνο, νὰ τὸν διαθέτει στὸν Θεὸ καὶ νὰ παρακολουθεῖ κάποια ἀπὸ τὶς πολλὲς Ἀκολουθίες. Ἔτσι καὶ ὁ χρόνος θ᾿ ἀξιοποιεῖται καλύτερα καὶ οἱ εὐλογίες τοῦ Θεοῦ θ᾿ αὐξάνουν στοὺς πιστοὺς ποὺ θὰ κάνουν τέτοιες θυσίες...
ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ
Κάθε ἀπόγευμα τῶν ἡμερῶν Δευτέρας, Τρίτης, Τετάρτης καὶ Πέμπτης, ὁλόκληρης τῆς Τεσσαρακοστῆς μέχρι Μεγ. Τρίτη, τελεῖται στοὺς Ἱ. Ναοὺς (ἢ στὸ σπίτι μας, ἐὰν δὲ μεταβοῦμε στὸ Ναό), ἡ Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου.
Τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας τελεῖται τὸ Μικρὸ Ἀπόδειπνο (καὶ ὁλόκληρο τὸ χρόνο, πλὴν τῆς Διακαινήσιμης ἑβδομάδας): Τὴν Παρασκευή, τελεῖται μαζί μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας, ἐνῷ Σάββατο καὶ Κυριακὴ τὸ διαβάζουμε σπίτι μόνοι μας.
Λέγεται Ἀπόδειπνο, διότι εἶναι ἀκολουθία ποὺ γίνεται (κανονικά) μετὰ τὸ δεῖπνο, δηλ. εἶναι ἡ βραδινὴ προσευχὴ τοῦ Χριστιανοῦ καὶ Μέγα, λόγῳ τῆς ἐκτάσεώς του καὶ γιὰ νὰ διακρίνεται ἀπὸ τὸ Μικρὸ Ἀπόδειπνο.
Περιέχει (1) Ψαλμοὺς ποὺ διαβάζονται, (2) ὡραιότατα καὶ ποικίλα μικρὰ τροπάρια ποὺ ψάλλονται καὶ (3) εὐχὲς ποὺ ἀναγινώσκει ὁ ἱερέας. Εἶναι μία ὡραιότατη Ἀκολουθία ποὺ περιέχει καὶ τὸ γνωστότατο τροπάριο: «Κύριε τῶν Δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ· ἄλλον γὰρ ἐκτός σου βοηθὸν ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν, Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς».
Πρὸ τοῦ τέλους ἀναγινώσκεται ἡ εὐχὴ τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ: «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου...» .
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ
Τὴν καθαρὰ Τετάρτη καὶ συνήθως κάθε Τετάρτη καὶ Παρασκευή, μόνο στὴ Μεγ. Τεσσαρακοστή, τελεῖται στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο:
Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει σὲ χρήση τρεῖς Θεῖες Λειτουργίες κατὰ τὶς ὁποίες γίνεται θυσία. Τὴ Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ Ἁγίου Βασιλείου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου. Ἡ τρίτη γίνεται μία φορὰ τὸ χρόνο, τὴν ἡμέρα της ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου, τὴν 23η Ὀκτωβρίου. Τοῦ Ἁγ. Βασιλείου γίνεται δέκα φορές: Τὴν ἡμέρα της ἑορτῆς του (1η Ἰανουαρίου), τὶς παραμονὲς Χριστουγέννων, Φώτων καὶ Πάσχα, τὶς πέντε πρῶτες Κυριακὲς τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς καὶ τὴ Μεγ. Πέμπτη. Τὶς ἄλλες ἡμέρες τοῦ ἔτους τελεῖται ἡ Θ. Λειτουργία τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου.
Ὅλες ὅμως αὐτὲς οἱ Λειτουργίες ἔχουν πανηγυρικὸ καὶ χαρμόσυνο χαρακτῆρα. Ἐπειδὴ ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ εἶναι πένθιμη περίοδος, ἡ Ἐκκλησία μας ὅρισε οἱ Λειτουργίες αὐτὲς νὰ τελοῦνται μόνο τὰ Σάββατα καὶ τὶς Κυριακὲς τῆς Μ. Σαρακοστῆς. Τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας δὲ γίνεται Θ. Λειτουργία.
Οἱ Χριστιανοὶ ὅμως τοὺς πρώτους αἰῶνες εἶχαν τὴ συνήθεια νὰ μεταλαμβάνουν τέσσερις καὶ πέντε φορὲς τὴν ἑβδομάδα, διότι ἐγνώριζαν ὅτι δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ζοῦν «ἐν Χριστῷ» ἄνευ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὁ ἴδιος εἶπε ὅτι εἶναι «βρῶσις καὶ πόσις». «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. στ´ 54). Τότε, βέβαια, τὰ δισκοπότηρα μπορεῖ νὰ ἦταν «ξύλινα», ἀλλὰ οἱ Χριστιανοὶ ἦταν «χρυσοί», μὲ ἁγία ζωή. Σήμερα, παρότι, πολλὲς φορές, συμβαίνει τὸ ἀντίθετο, οἱ Χριστιανοὶ μποροῦν καὶ πρέπει νὰ κοινωνοῦν τακτικότερα, πάντοτε μὲ ἄδεια τοῦ Πνευματικοῦ τους, προσέχοντας πολὺ τὴ ζωή τους.
Γιὰ νὰ λυθεῖ λοιπὸν τὸ πρόβλημα τῆς συχνῆς Θ. Κοινωνίας, ἡ Ἐκκλησία καθόρισε νὰ τελεῖται μόνο τὴ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ ἡ κατανυκτικὴ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων. Σ᾿ αὐτὴ δὲ γίνεται πλήρης Θ. Λειτουργία, διότι ὁ Ἄρτος ποὺ θὰ χρησιμοποιηθεῖ καθαγιάζεται τὴν προηγούμενη Κυριακή, ἐμποτίζεται στὸ Ἅγιο Αἷμα τοῦ Κυρίου μας, φυλάσσεται στὸ Ἅγιο Ἀρτοφόριο τῆς Ἁγίας Τραπέζης καὶ προσφέρεται γιὰ Κοινωνία τὴν ἡμέρα ποὺ τελεῖται ἡ Προηγιασμένη Θ. Λειτουργία.
Ἡ Λειτουργία αὐτὴ εἶναι, κανονικά, ἑσπερινή, γι᾿ αὐτὸ εἶναι συνυφασμένη μὲ Ἑσπερινὸ καὶ οἱ Χριστιανοί, μέχρις ὅτου κοινωνήσουν, μένουν ἄσιτοι, δηλ. νηστικοὶ (οὔτε νερό, οὔτε τσιγάρο), ἀπὸ τὰ μεσάνυκτα μέχρι τὴν ὥρα τῆς Θ. Κοινωνίας. Ὅσοι δὲν μποροῦν νὰ κρατήσουν, πηγαίνουν στοὺς Ναούς, ποὺ τελοῦν τὴν Προηγιασμένη Λειτουργία πρωί, πρὸς διευκόλυνση τῶν πιστῶν, ἢ κοινωνοῦν Σάββατο ἢ Κυριακή.
Χαρακτηριστικὰ τῆς Προηγιασμένης Λειτουργίας:
α. Προηγεῖται τῆς Προηγιασμένης, ἡ ἀκολουθία τῆς Θ´ Ὥρας.
β. Μὲ τὸ «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός...» ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία, στὴν ἀρχὴ τῆς ὁποίας ἐπισυνάπτεται ὁ Ἑσπερινός της ἑπόμενης ἡμέρας.
γ. Ὅταν ἀναγιγνώσκονται τὰ «Πρὸς Κύριον...» (Ψαλτήρι σὲ τρεῖς Στάσεις), συνήθως στὸ τέλος ἀκούγονται ἀπὸ τὸ ἱερὸ ἦχοι θυμιατοῦ, (ἡ Ὡραῖα Πύλη εἶναι κλειστή). Αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὁ ἱερέας μεταφέρει τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα, ὅπου φυλάχθηκε ἀπὸ τὴν Κυριακή, στὴν Ἱερὰ Πρόθεση καὶ γι᾿ αὐτὸ οἱ πιστοὶ πρέπει νὰ σηκώνονται καὶ νὰ παρακολουθοῦν νοερὰ καὶ λογικὰ τὰ τελούμενα.
δ. Στὴ Μεγάλη Εἴσοδο (ποὺ γίνεται ἀπὸ τὸ συντομότερο δρόμο), ἐπειδὴ ὁ ἱερέας μεταφέρει τὸ προηγιασμένο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας - τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ - οἱ Χριστιανοὶ γονατίζουν λατρευτικῶς (πέφτουν μπρούμυτα), ἐπαναλαμβάνοντας μυστικῶς τό: «Δι᾿ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν...».
ε. Στὸ τέλος, ἀναγιγνώσκονται οἱ δυὸ Ψαλμοί: «Εὐλογήσω τὸν Κύριον...» (ὁ 33ος) καὶ «Ὑψώσω σε ὁ Θεός μου...» (ὁ 144ος), κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ὁποίων ὁ ἱερέας μοιράζει τὸ ἀντίδωρο καὶ μετὰ τελειώνει ἡ Λειτουργία, μὲ τὸ «Δι᾿ εὐχῶν...».
στ. Τὸ ἀντίδωρο αὐτὸ εἶναι τὸ πρόσφορο ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὁ ἱερεὺς τὴν Κυριακὴ ἔβγαλε τὸν Ἀμνό. Πολλοὶ αὐτὸ τὸ λένε «Παναγία» (ἐπειδὴ ἀπὸ τὰ σπλάγχνα της βγῆκε ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτὸ τὸ ἀντίδωρο στὶς Προηγιασμένες εἶναι συνήθως μικρὸ τεμάχιο, (ἐκτὸς ἐὰν εὐλογηθοῦν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ περισσότερα πρόσφορα).
ζ. Στὶς Προηγιασμένες Θεῖες Λειτουργίες δὲ μνημονεύονται ὀνόματα ζώντων καὶ τεθνεώτων, οὔτε στὴν Ἱερὰ Πρόθεση, οὔτε στὴ Θεία Λειτουργία.
η. Στὴ Λειτουργία αὐτὴ ἐπίσης δὲν τελοῦνται μνημόσυνα. Μποροῦν νὰ γίνουν μετὰ τὸ «Δι᾿ εὐχῶν...» τρισάγια.
Μ᾿ αὐτὸ τὸν ὡραῖο καὶ σοφὸ τρόπο καὶ διατηρώντας τὸν κατανυκτικὸ χαρακτῆρα τῆς περιόδου, ἔλυσε ἡ Ἐκκλησία μας τὸ πρόβλημα τῆς συχνῆς Θείας Κοινωνίας καὶ ἤδη οἱ πιστοὶ ἐκτιμώντας καὶ «ἐκμεταλλευόμενοι» αὐτὴ τὴν πνευματικὴ εὐκαιρία, κατακλύζουν τοὺς Ναούς, Τετάρτη καὶ Παρασκευή, μεταλαμβάνοντας τῶν Προηγιασμένων αὐτῶν Θείων Δώρων.
ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΑΓΙΩΝ ΣΤΗ ΜΕΓ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ ἡ Θ. Λειτουργία ποὺ πάντοτε συνοδεύει τὴν ἑορτή τους, ἔχει ἑορταστικό, πανηγυρικὸ καὶ καταλυτικὸ τῆς νηστείας χαρακτῆρα. Αὐτὸ δὲ συμφωνεῖ μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὁποίας, λόγῳ νηστείας, ἀσκήσεως καὶ κατανύξεως, δὲν τελοῦνται οἱ καθιερωμένες Θεῖες Λειτουργίες (ἀπὸ Δευτέρας μέχρι Παρασκευῆς).
Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο παρουσιάζονται οἱ ἑξῆς περιπτώσεις ἑορτασμοῦ Ἁγίων:
α. Διαπρεπεῖς Ἅγιοι ποὺ κοιμήθηκαν σ᾿ αὐτὴ τὴν περίοδο, δὲν ἑορτάζονται στὴ μνήμη τους καὶ ὁ ἑορτασμός τους μετατέθηκε μέσα στὴν Τεσσαρακοστή, σὲ ἡμέρα Κυριακῆς, κατὰ τὴν ὁποία τελεῖται Θ. Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Βασιλείου ὅπως τῶν Ἁγίων Ἰωάννου τῆς Κλίμακας (30 Μαρτίου) καὶ Μαρίας τῆς Αἰγύπτιας (1 Ἀπριλίου), ποὺ ἑορτάζονται στὴν Δ´ καὶ Ε´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν (ἀντίστοιχα).
β. Ἄλλων διαπρεπῶν Ἁγίων ἡ μνήμη τους μετατέθηκε ἐκτὸς Τεσσαρακοστῆς, ὅπως εἶναι ἡ ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (23 Ἀπριλίου) καὶ τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τοῦ νέου θεολόγου (12 Μαρτίου) ποὺ ἑορτάζονται τὴ 2η ἡμέρα τοῦ Πάσχα καὶ τὴ 12η Ὀκτωβρίου ἀντίστοιχα, τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς τῆς Σαμαρείτιδας (26 Φεβρουαρίου), ποὺ ἑορτάζεται τὴν Ε´ Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος (συμπίπτει μὲ τὴν πρώτη ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν, 40 ἡμέρες πρὸ τοῦ Πάσχα), ποὺ ἑορτάζεται τὴν 6η Αὐγούστου κ.λπ.
γ. Ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ δὲ μετατίθεται, ἀλλὰ πανηγυρίζεται μὲ Θ. Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου, ὅποια ἡμέρα κι᾿ ἂν συμπέσει. Καὶ αὐτὸ γιατί ἡ σύλληψη τοῦ Κυρίου, ποὺ ἔγινε στὶς 25 Μαρτίου, πρέπει νὰ ἑορτάζεται ἐννέα μῆνες ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Γεννήσεώς Του (25 Δεκεμβρίου).
δ. Οἱ ἑορτὲς τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους (10 Φεβρουαρίου), τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τῶν Στρατιωτῶν (9 Μαρτίου) καὶ ἡ α´ καὶ β´ εὕρεση τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (24 Φεβρουαρίου), δὲν μετατίθενται ἐπίσης. Ἐὰν συμπέσουν μὲ ὁποιαδήποτε καθημερινὴ ἡμέρα (νηστείας), τελεῖται ἡ Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, ἐὰν συμπέσουν μὲ Σάββατο, πανηγυρίζονται κανονικὰ καὶ ψάλλεται πλήρης ἡ ἀκολουθία τους ἀπὸ τὸ Μηναῖο, ἐνῷ ἐὰν συμπέσουν μὲ Κυριακὴ ἡ ἀκολουθία τους συμψάλλεται (μερικῶς) μετὰ τῶν Ἀναστάσιμων καὶ τῶν τοῦ Τριωδίου.
Γενικά, σὲ κάθε ἑορτὴ Ἁγίου ποὺ θέλουμε νὰ τὸν ἑορτάσουμε σὲ ἡμέρα καθημερινή, μέσα στὴ Μεγ. Τεσσαρακοστή:
α. Στὸν Ὄρθρο διαβάζουμε Εὐαγγέλιο τοῦ Ἁγίου.
β. Ψάλλουμε μεγάλη Δοξολογία.
γ. Στὴν Προηγιασμένη ψάλλουμε κεκραγάρια τοῦ Ἁγίου σὺν τὰ τοῦ Τριωδίου.
δ. Τὸ Δοξαστικὸ εἶναι τοῦ Ἁγίου.
ε. Ἡ εἴσοδος γίνεται μὲ Εὐαγγέλιο.
στ. Μετὰ τὸ «Κατευθυνθήτω...» διαβάζουμε Ἀπόστολο καὶ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἁγίου καὶ στὸ τέλος
ζ. Ψάλλουμε τὸ κοινωνικὸ τοῦ Ἁγίου.
Στὶς Τετάρτες καὶ Παρασκευὲς τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς ποὺ τελεῖται Προηγιασμένη, ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τοῦ «μὴ ἑορταζομένου» Ἁγίου ποὺ συμπίπτει μ᾿ αὐτὴ τὴν ἡμέρα, ψάλλουμε ὁρισμένα τροπάρια τοῦ Ἁγίου, ἀκολουθεῖται ὅμως κυρίως ἡ σειρὰ ποὺ καθορίζεται στὸ Τριώδιο, χωρὶς ἀνάγνωση Εὐαγγελίου.
ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΗΣ «ΚΑΘΑΡΑΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ»
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία μας θυμᾶται καὶ ἑορτάζει τὸ διὰ τῶν κολλύβων θαῦμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος, ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης σκέφθηκε νὰ μολύνει τοὺς Χριστιανοὺς τὴν «Καθαρὰ Ἑβδομάδα» προσφέροντάς τους στὴν ἀγορὰ τῆς Κων/πόλεως μόνο μὴ νηστήσιμα φαγητὰ καὶ ἐπὶ πλέον εἰδωλόθυτα (1).
Τὶς προθέσεις αὐτὲς τοῦ Ἰουλιανοῦ τὶς ἀπεκάλυψε ὁ Ἅγιος Θεόδωρος στὸν Πατριάρχη Εὐδόξιο, παρουσιασθεὶς στὸν ὕπνο του. Καὶ αὐτός, πρὸς ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος, διέταξε ἐγκαίρως νὰ κάνουν κόλλυβα μὲ πολὺ σιτάρι, ὥστε μ᾿ αὐτὰ νὰ τραφοῦν οἱ Χριστιανοί.
Ἀπὸ παρεξήγηση αὐτῆς τῆς ἑορτῆς, πολλοὶ Χριστιανοὶ θεωροῦν τὸ Σάββατο αὐτὸ σὰν Ψυχοσάββατο καὶ πηγαίνουν στοὺς Ναοὺς κόλλυβα γιὰ τοὺς κεκοιμημένους τους. Ἡ συνήθεια αὐτὴ ὠφελεῖ τοὺς κοιμηθέντας, ἀλλὰ ἐμεῖς ἐξηγήσαμε ὅτι δυὸ εἶναι τὰ Ψυχοσάββατα (παραμονὴ Ἀπόκρεω καὶ Πεντηκοστῆς). Ἑπομένως μποροῦμε νὰ θυμόμαστε τὸ θαῦμα κάνοντας κόλλυβα πρὸς δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Μάρτυρά Του (κόλλυβα Ἁγίου) καὶ μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτή, νὰ κάνουμε κόλλυβα καὶ ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων μας.
ΠΡΩΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ Ἢ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ἡ πρώτη Κυριακὴ τῆς Σαρακοστῆς λέγεται καὶ Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπειδὴ αὐτὴ τὴν ἡμέρα ἑορτάζουμε τὴν ἀναστήλωση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων καὶ τὸ θρίαμβο τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας κατὰ τῆς αἱρέσεως τῶν Εἰκονομάχων αὐτῶν δηλ. ποὺ δὲ δέχονταν νὰ τιμοῦν τὶς Ἅγιες Εἰκόνες καὶ ὀνόμαζαν τὴν τιμὴ αὐτὴ εἰδωλολατρία.
Περισσότερα ἀπὸ 100 χρόνια κράτησε ὁ «πόλεμος» αὐτός, τὸν ὁποῖο σταμάτησε ἡ αὐτοκράτειρα Θεοδώρα καὶ ὁ γιός της Μιχαήλ, ἀναστηλώνοντας τὶς εἰκόνες ἐντὸς τῶν Ναῶν.
Τὴν ἀνάμνηση αὐτῆς τῆς ἀναστηλώσεως, μὲ λιτανεῖες τῶν Εἰκόνων, ἑορτάζουμε τὴν ἡμέρα αὐτή, διότι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι τιμοῦμε καὶ δοξάζουμε τοὺς Ἁγίους, τοὺς Ἀγγέλους καὶ περισσότερο πάντων τὴν Παναγία μας, ἀλλὰ ΜΟΝΟ ΣΤΟΝ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ προσφέρουμε ΛΑΤΡΕΙΑ: Τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἄλλο λατρεία καὶ ἄλλο τιμὴ καὶ σεβασμός, ὁ ὁποῖος δὲν ἀπευθύνεται στὴν εἰκόνα, ἀλλὰ «διαβαίνει ἐπὶ τὸ Πρωτότυπον».
(1) Εἰδωλόθυτο λεγόταν τὸ κρέας ποὺ ἀπέμενε ἀπὸ τὰ θυσιαζόμενα ἀτοὺς θεοὺς ζῷα καὶ τὸ ὁποῖο οἱ εἰδωλολάτρες διέθεταν στὴν ἀγορὰ πρὸς πώληση - βρώση. Τὰ εἰδωλόθυτα ἀποτελοῦν τὸ κύριο θέμα τῶν κεφαλαίων η´, θ´ καὶ ι´ τῆς α´ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
ΠΕΡΙ ΕΙΚΟΝΩΝ: ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ
Κανεὶς ἄνθρωπος δὲν εἶδε οὔτε μπορεῖ νὰ δεῖ τὸν Θεὸ Πατέρα· γίνεται γνωστὸς μόνο μέσα ἀπὸ τὶς εἰκόνες Του καὶ ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν κατ᾿ ἐξοχὴν εἰκόνα Του, τὸν Υἱό του, «ὃς ἐστὶν εἰκὼν τοῦ Θεοῦ» (Β´ Κορ. δ´, 4). Ἡ προσκύνηση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων εἶναι δόγμα τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ διακηρύχθηκε τὸ 787 στὴν Ζ´ Οἰκ. Σύνοδο (νίκη κατὰ τῆς Εἰκονομαχίας). Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δίδει μεγάλη σημασία στὴν Εἰκόνα, διότι μία Εἰκόνα δὲν εἶναι ἁπλῶς μία παράσταση ἢ ἕνας ζωγραφικὸς πίνακας. Μία Εἰκόνα εἶναι τιμητικὸ ἀντικείμενο, ἀναπόσπαστο μέρος τῆς Λειτουργίας καὶ μία ἑστία πραγματικῆς παρουσίας. Μία παρουσία ὅμως ὄχι μὲ τὴν ἔννοια μὲ τὴν ὁποία τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασί, (μετὰ τὸν καθαγιασμό), εἶναι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Μία Εἰκόνα π.χ. τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶναι μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια ὁ Χριστός, ἀλλὰ ὑπάρχει ἕνας μυστηριακὸς (μυστικός) σύνδεσμος μεταξὺ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἁγίας Εἰκόνας Του. Μὲ τὴ δύναμη τῆς θείας Χάρης, μία Εἰκόνα συμμετέχει σὲ κάτι τὸ ὁποῖο μπορεῖ κάλλιστα νὰ προσδιοριστεῖ μὲ τὶς λέξεις τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, «ὡς αἱ ἐνέργειαι τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἡ ἐνεργὸς δύναμις τοῦ Θεοῦ, ἐργαζομένη διὰ τὴν σωτηρία μας».
Γι᾿ αὐτὸ ἡ ἁγιογράφηση μιᾶς Εἰκόνας θεωρεῖται πράξη ἱεροτελεστίας. Τὸ ξύλο διαλέγεται καὶ εὐλογεῖται, τὰ χρώματα εὐλογοῦνται, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ ἁγιογραφήσει προετοιμάζεται μὲ νηστεία, μὲ ἐξομολόγηση καὶ Θεία Κοινωνία. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐργασίας του τηρεῖ ὁρισμένους ἀσκητικοὺς κανόνες: ἐμβάθυνση στὸ βίο τοῦ Ἁγίου, προσευχή, σιωπή, ἐγκράτεια κ.λπ. Ἔτσι μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ εἰκόνα γίνεται κάτι περισσότερο ἀπὸ ζωγραφική. Εἶναι φορτισμένη καὶ ἐμποτισμένη μὲ τὴ θεία Χάρη, ἀλλὰ καὶ συνδεδεμένη μὲ τὸ συγκεκριμένο Ἅγιο ποὺ παριστάνει.
Κανονικά, μόνο μ᾿ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις καὶ «προδιαγραφές» μπορεῖ κανεὶς νὰ ἁγιογραφεῖ. Διαφορετικά, δὲν ἔχει «δικαίωμα»! Διότι δυστυχῶς ἔχουμε φθάσει στὸ σημεῖο νὰ ἁγιογραφοῦν, (διάβαζε ζωγραφίζουν), εἰκόνες γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους, ἄνθρωποι ἄπιστοι ἢ καὶ ἀντίχριστοι, ἐκμεταλλευτὲς τῆς πίστεως τῶν Χριστιανῶν. Καὶ οἱ Χριστιανοὶ δυστυχῶς συμβιβάζονται μ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση! Διότι εἶναι ἀδιανόητο αὐτὸ ποὺ συμβαίνει μερικὲς φορές: νὰ κατασκευάζουν π.χ. τὸ Ἅγιο Ποτήριο στὸ ἐργαστήριο τῆς ἐπιχειρήσεως μὲ σόρτς, καπνίζοντας, ἀκούγοντας στὸ ραδιόφωνο ποδόσφαιρο καὶ κατὰ διαστήματα βλασφημώντας, διότι ὁ διαιτητὴς ἀδικεῖ τὴν ὁμάδα τους!!!
Χάρη τοῦ λατρευτικοῦ ἤθους καὶ τοῦ Ὀρθόδοξου τρόπου προσεγγίσεως τοῦ θέματος, πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅτι οἱ ἱερὲς Εἰκόνες ἁγιογραφοῦνται ἀπὸ ἁγιογράφους ποὺ πιστεύουν, ποὺ γνωρίζουν τὴν ἀποστολή τους καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ τηροῦν τὶς προϋποθέσεις καὶ τοὺς περιορισμοὺς ποὺ ἐπιβάλλονται ἢ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν τέχνη αὐτή. Εἴθε κάποτε:
α. Νὰ μάθουμε ὅλοι μας ποῦ θὰ δίνουμε τὶς παραγγελίες μας γιὰ τὴν ἁγιογράφηση τῆς βυζαντινῆς Εἰκόνας ποὺ ἐπιθυμοῦμε νὰ ἀποκτήσουμε.
β. Ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία νὰ ἐλέγξει καὶ νὰ ρυθμίσει τὸ θέμα αὐτό, ὅπως ἐλέγχει καὶ τὸ λειτούργημα τῆς Ἱερωσύνης, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ ὁ ὁποιοσδήποτε νὰ προσέρχεται σ᾿ αὐτὸ τὸ «ἐπάγγελμα».
Εἶναι καλὸ νὰ χρησιμοποιεῖ κανεὶς μόνο Βυζαντινοῦ τύπου εἰκόνες ἀπὸ πιστοὺς ἁγιογράφους. Αὐτὲς ἐναρμονίζονται μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Ὄρθοδοξης Ἐκκλησίας μας. Αὐτές, μὲ τὰ ἀναστάσιμα καὶ φωτόμορφα πρόσωπα τῶν Ἁγίων, μᾶς βοηθοῦν πνευματικὰ καὶ ἀναγωγικὰ μᾶς κατανύσσουν.
Ἡ Βυζαντινὴ ἁγιογραφία εἶναι τέχνη λειτουργικὴ καὶ μία τέτοια ἁγιογραφία βελτιώνει ἐπιτυχημένα καὶ ὑποβοηθεῖ τοὺς σκοποὺς καὶ τὰ ἀποτελέσματα ποὺ ἔχει ἡ λατρεία μας.
Οἱ Ἱερὲς Εἰκόνες ποὺ ἔχουν φιλοτεχνηθεῖ μὲ τὴν ἀναγεννησιακὴ δυτικὴ τεχνοτροπία, δὲ συμφωνοῦν μὲ τὸ ὀρθόδοξο κατανυκτικὸ καὶ ἀσκητικὸ πνεῦμα καὶ δὲν ἐκφράζουν πνευματικὰ τὴν ποιότητα τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Γι᾿ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ προτιμῶνται οὔτε γιὰ τοὺς Ἱ. Ναούς, οὔτε γιὰ τὰ εἰκονοστάσια μας, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἔργα τέχνης ἢ ἀριστουργήματα.
Ὁ λαός μας θεωρεῖ μερικὲς εἰκόνες θαυματουργές. Εἶναι δυνατὸν εἰκόνες νὰ κάνουν θαύματα;
Μερικοὶ ἀποδίδουν τὰ θαύματα αὐτὰ ὄχι στὶς εἰκόνες, ἀλλὰ στὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων ποὺ προσεύχονται μπροστά τους. Τὸ ὅτι ἡ πίστη θαυματουργεῖ δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Αὐτὸ ὅμως δὲ σημαίνει ὅτι μερικὲς εἰκόνες δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν αὐτὲς οἱ ἴδιες θαυματουργικὴ Χάρη. Αὐτὸ δὲν εἶναι καθόλου παράδοξο καὶ μᾶλλον φυσικὸ θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς πιστοὺς - οἱ ἄπιστοι ὅλα τὰ θεωροῦν παράδοξα καὶ ἀνύπαρκτα - γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο:
Τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στοὺς Μαθητές Του, βλέπουμε ὅτι δὲν περιορίζεται στοὺς ἴδιους τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ καὶ στὴ σκιά τους! Τὸ λέει καθαρὰ ἡ Ἁγία Γραφὴ (Πράξ. ε´, 12-15). Ἔφερναν τὰ φορεῖα τῶν ἀσθενῶν στὸ δρόμο ποὺ θὰ περνοῦσε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὥστε, ἔστω καὶ ἡ σκιά του νὰ πέσει ἐπάνω τους, γιὰ νὰ τοὺς θεραπεύσει! Ἀκόμη καὶ τὰ μανδήλια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ριπτόμενα στοὺς ἀσθενεῖς ἢ στοὺς δαιμονισμένους, τοὺς ἐθεράπευον! (Πράξ. ιθ´, 12). Καὶ ὅπως ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας, αὐτὸ ἦταν εὔνοια τοῦ Θεοῦ ὄχι πρὸς τὰ μανδήλια, ἀλλὰ πρὸς τοὺς Ἀποστόλους, τῶν ὁποίων ἡ θαυματουργική τους δύναμη ἔφθανε μέχρι τὴ σκιὰ ἢ τὰ μανδήλια τους.
Ἐὰν λοιπὸν ὁ ἁγιογράφος ἦταν ἅγιος ἄνθρωπος, γιατί τὰ ἔργα τῶν χειρῶν του μὲ τὴ χάρη καὶ τοῦ εἰκονιζόμενου Ἁγίου Προσώπου νὰ μὴν ἔχουν θεία Εὐλογία καὶ χαρίσματα μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα; Ἑπομένως, εἶναι δυνατὸν εἰκόνες νὰ κάνουν θαύματα καὶ ὑπάρχουν τέτοιες θαυματουργὲς εἰκόνες.
ΔΕΥΤΕΡΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἑορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Θεσ/νίκης, ὁ ὁποίος ὑπῆρξε κορυφαῖος διδάσκαλος τῶν Ὀρθόδοξων Δογμάτων, ἀκαταγώνιστος πολέμιος τῶν κακοδοξιῶν καὶ κήρυκας τῆς θείας Χάριτος. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, σὰν ἐνέργεια πρὸς σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἄκτιστη. Τὴν ἄκτιστη Χάρη μποροῦμε μόνο νὰ τὴν αἰσθανόμαστε καὶ νὰ τὴν ζοῦμε, ὅπως περίπου μποροῦμε νὰ αἰσθανόμαστε καὶ νὰ ζοῦμε τὴν παρουσία ἑνὸς ἁγίου Γέροντος. Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ προσεγγίζει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ζητεῖ καὶ ἀνταπόκριση· τότε καθίσταται ἐνεργὸς καὶ καρποφορεῖ... Ἀπὸ μικρὸς ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀνατράφηκε στὰ ἀνάκτορα τῆς Κων/πόλεως, μορφώθηκε ἀναλόγως καὶ στὴ συνέχεια ἀσκήτευσε στὸ Ἅγιο Ὄρος. Παρευρέθηκε στὶς Συνόδους ποὺ ἔγιναν στὴν Κων/πόλη τὸ 1341 κατὰ τοῦ Βαρλαὰμ καὶ τὸ 1347 κατὰ τοῦ ὁμοφρόνου τοῦ Βαρλαάμ, Ἀκίνδυνου. Στὶς Συνόδους αὐτὲς ἀγωνίσθηκε γενναιότατα ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Τὸ 1346 ἔγινε Ἀρχιεπίσκοπος Θεσ/νίκης γιὰ 13 χρόνια καὶ σὲ ἡλικία 63 ἐτῶν τὸ 1359 κοιμήθηκε, ἀφοῦ ἔγραψε πάρα πολλὰ συγγράμματα. Τὸ ἱερό του Λείψανο σῴζεται στὸν ὁμώνυμο Μητροπολιτικὸ Ναὸ Θεσ/νίκης. Τὸν προβάλλει λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὴ δεύτερη αὐτὴ Κυριακή, ὡς συνέχεια καὶ ἐπέκταση τῆς προηγούμενης, σὰν ἕνα εἶδος δεύτερης «Κυριακῆς της Ὀρθοδοξίας», διότι ἡ νίκη τοῦ θείου Γρηγορίου κατὰ τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τῶν Δυτικῶν, θεωρήθηκε ὡς νίκη ἀνάλογη μὲ τὴ νίκη κατὰ τῶν εἰκονομάχων.
ΤΡΙΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(Τῆς Σταυροπροσκυνήσεως)
Τὴν Κυριακὴ αὐτὴ ποὺ βρίσκεται στὸ μέσο τῆς Σαρακοστῆς, ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει τὴν προσκύνηση τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Ἐπειδὴ ἡ σωματικὴ ἀδυναμία ἀπὸ τὸν ἀγῶνα τῆς νηστείας μᾶς περικυκλώνει καὶ ἡ δυσκολία αὐξάνει, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία προβάλλει σήμερα, στὸ μέσο του δρόμου τῆς νηστείας σὰν βοήθειά μας, τὸν Πανάγιο Σταυρό, τὴ χαρὰ τοῦ κόσμου, τῶν πιστῶν τὴ δύναμη, τῶν ἁμαρτωλῶν τὴν ἐλπίδα.
Προσκυνώντας λοιπὸν τὸν Τίμιο Σταυρὸ λαμβάνουμε χάρη καὶ δύναμη γιὰ νὰ τελειώσουμε τὸν ἀγῶνα τῆς νηστείας ψάλλοντας: «Τὸν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν Δέσποτα καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».
Ὅποιος δὲν αἰσθάνεται καὶ δὲ ζητᾷ αὐτὴ τὴ δύναμη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, γίνεται δυστυχῶς θῦμα τῶν «ἐπιτηδείων». Ἀντιθέτως, ὅποιος τὴν αἰσθάνεται, φέρει τὸν Τίμιο Σταυρὸ στὸ στῆθος του, κάνει σωστὰ τὸ σταυρό του, καὶ δὲν πέφτει στὸν πειρασμὸ νὰ καταφύγει στὰ μέντιουμ, στοὺς μάγους, ἢ σ᾿ ὅποιον ἐπαγγέλλεται «σωτηρία καὶ λύτρωση» μὲ τρόπο διάφορο ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ὑποδεικνύει ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία Του.
Στὸν καθορισμὸ τῆς ἑορτῆς πιθανὸν νὰ συνετέλεσε καὶ ἡ κατὰ τὴν 6η Μαρτίου σημειούμενη στὰ Μηναῖα ἀνάμνηση τῆς εὑρέσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Σημειώνεται ὅτι κατὰ τὸ τυπικὸ τοῦ Ἁγίου Σάββα, προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ γίνεται ὄχι μόνο τὴν Κυριακή, ἀλλὰ καὶ τὴ Δευτέρα, Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ τῆς ἑβδομάδας ποὺ ἀκολουθεῖ.
ΤΕΤΑΡΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Σήμερα ἑορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, συγγραφέα τῆς «Κλίμακος», ποὺ ὑπῆρξε κήρυκας τῆς μετανοίας καὶ τῆς νηστείας. Γεννήθηκε στὴν Παλαιστίνη γύρω στὸ 523 καὶ ἀπὸ μικρὸς ἄρχισε τοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες. Ἔγινε Ἡγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Σινᾶ καὶ συνέγραψε τριάκοντα λόγους, τῶν ὁποίων ὁ καθένας ἀναφέρεται σὲ μία ἀρετή, ἀπὸ τὶς εὐκολότερες πρὸς τὶς δυσκολότερες, ἀναβιβάζοντας τὸν ἄνθρωπο μὲ σκαλοπάτια πνευματικὰ σὲ οὐράνιο ὕψος. Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο καὶ τὸ σύγγραμμα ὀνομάστηκε Κλῖμαξ τῶν ἀρετῶν. Ἀπεβίωσε τὸ 603.
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται κανονικὰ τὴν 30η Μαρτίου, ἀλλὰ ἐπαναλαμβάνεται ἡ ἑορτὴ σήμερα, διότι ἡ Ἐκκλησία μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο μας προβάλλει πρὸς μίμηση ἕνα ἄνθρωπο σὰν καὶ ἐμᾶς, ποὺ μὲ τὴν ἄσκηση ἔφθασε σὲ ἑκατονταπλασίονα καρποφορία καὶ ἁγιότητα.
Κυρίως ὅμως προβάλλεται ὁ Ἅγιος Ἰωάννης διότι μετὰ τὶς τρεῖς βασικὲς Κυριακὲς τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς, οἱ ὁποίες μᾶς δίδουν τὰ συγκεκριμένα δογματικὰ στοιχεῖα τῆς πίστεως, μὲ τὰ ὁποῖα ἐξασφαλίζονται οἱ προϋποθέσεις ὀρθῆς Λατρείας τοῦ Θεοῦ καὶ μετὰ τὴν ἐνίσχυση ποὺ δεχόμαστε ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τὴν τέταρτη αὐτὴ Κυριακὴ παρουσιάζεται ἡ ἄλλη πλευρὰ τοῦ θέματος, ἡ μεθοδολογικὴ ἐνημέρωση μὲ τὸ βιβλίο τῆς «Κλίμακος» καὶ ἡ θεολογικὴ κατοχύρωση τῆς ἐσωτερικῆς ἀναγεννήσεως, ποὺ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἀσκητικὴ καὶ κατανυκτικὴ ζωὴ τοῦ πιστοῦ, ποὺ περιγράφεται στὸ βιβλίο αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου. Γι᾿ αὐτὸ διαβάζεται στὶς Μονὲς τὴν περίοδο αὐτὴ ἡ «Κλίμακα».
Ἀπὸ αὔριο Δευτέρα ἀρχίζει ἡ πέμπτη ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ λειτουργικὸ ἀποκορύφωμα τῆς Τεσσαρακοστῆς. Δηλαδὴ αὐτὴ ἡ ἑβδομάδα βαστάζει τὸ βάρος τοῦ τέλους καὶ ὄχι ἡ ἕκτη, διότι ἀκολουθεῖ ἡ Μεγ. Ἑβδομάδα μὲ τὶς πυκνές, πρωὶ - βράδυ καὶ μακρὲς Ἀκολουθίες της.
Μὲ «διάκριση» δηλ. οἱ Ἅγιοι Πατέρες πρόσθεσαν σ᾿ αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα δυὸ νέες ἀκολουθίες: τὴν Πέμπτη τὸ Μέγα Κανόνα καὶ τὸ Σάββατο τὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο, ὥστε στὸ μεσοδιάστημα τῆς ἕκτης ἑβδομάδας νὰ ὑπάρξει μία σχετικὴ μικρὴ λειτουργικὴ ἀνάπαυλα καὶ ἀνάπαυση τῶν πιστῶν, γιὰ νὰ εἰσέλθουν «ξεκούραστοι» στὴ Μεγ. Ἑβδομάδα.
ΠΕΜΠΤΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΝΟΝΟΣ
Τὴν Τετάρτη ἀπόγευμα, μεταξὺ Δ´ καὶ Ε´ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν, ψάλλεται ἡ ἀκολουθία τοῦ «Μεγάλου Κανόνος», στὸ μέσο του Μικροῦ Ἀποδείπνου. Κανονικὰ εἶναι ὁ Ὄρθρος τῆς ἑπομένης καὶ μπορεῖ νὰ τελεῖται ἀγρυπνία μὲ Θ. Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων.
Κανόνες εἶναι μεγάλοι ὕμνοι, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦνται ἀπὸ μικρότερες ἑνότητες ποὺ λέγονται ᾨδὲς (ἀπὸ τὸ ρῆμα ᾄδω). Κάθε ᾠδὴ ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸν Εἱρμὸ (τὴν πρώτη δηλ. στροφή) καὶ τὰ ὑπόλοιπα 3-4 συνήθως Τροπάρια (τρέπονται, δηλ. ψάλλονται ὅπως τὸ πρῶτο, ὁ εἱρμός). Κανόνες ὑπάρχουν μὲ διάφορο ἀριθμὸ ᾠδῶν. Ὑπάρχουν Κανόνες μὲ δυὸ ᾠδές, μὲ τρεῖς (τριώδιο), μὲ τέσσερις, πέντε μέχρι ἐννέα ᾠδὲς (ἐννέα εἶναι καὶ οἱ Βιβλικὲς ᾨδές).
Ὁ Κανὼν αὐτὸς λέγεται Μέγας, λόγῳ τοῦ πλήθους τῶν τροπαρίων ποὺ περιέχουν οἱ ἐννέα ᾠδές του. Σ᾿ αὐτὰ περιλαμβάνονται σήμερα καὶ τὰ τροπάρια ποὺ πρόσθεσαν μεταγενέστεροι Ὑμνογράφοι: γιὰ τὴν Ὁσία Μαρία καὶ γιὰ τὸν ἴδιο, τὸν Ἅγιο Ἀνδρέα. Ἔτσι, στὸ σύνολό του ὁ Μέγας Κανὼν ἔχει 11 Εἱρμούς, (ἡ β´ καὶ γ´ ᾨδὴ ἔχουν ἀπὸ 2 Εἱρμούς) καὶ 250 Τροπάρια! (ἡ β´ ᾨδὴ ἔχει 41 Τροπάρια!).
Συγγραφέας τοῦ Μ. Κανόνα εἶναι ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, ὁ Ἱεροσολυμίτης. Ἦταν Μοναχὸς τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα. Ἐχρημάτισε γραμματέας τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων, συμμετεῖχε στὴν ΣΤ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ 680 καὶ μετά, ἀφοῦ ἐξελίχθηκε στὰ διάφορα ἐκκλησιαστικὰ ὑπουργήματα, ἐκλέχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης.
Συνέγραψε πολλοὺς κανόνες καὶ διάφορα συγγράμματα. Τὸ σπουδαιότερο ὑμνογραφικό του ἔργο εἶναι ὁ Μέγας Κανὼν ποὺ θεωρεῖται τὸ «Κύκνειό» του ᾆσμα. Ἀπέθανε γύρω στὸ 740, στὴ Λέσβο, ὅπου βρέθηκε, εἴτε ἐπιστρέφοντας στὴν Κρήτη ἀπὸ τὴν Κων/πολη, εἴτε ἐξόριστος, ὡς ὑποστηρικτὴς τῶν Ἁγίων Εἰκόνων.
Περιεχόμενο τοῦ Μ. Κανόνα
Ἀνατρέχει σ᾿ ὅλα τὰ πρόσωπα τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης προβάλλοντας τὶς πράξεις - καλὲς ἢ κακὲς -τῶν δικαίων πρὸς μίμηση καὶ τῶν ἀδίκων πρὸς ἀποφυγή.
Ἡ κεντρικὴ ἰδέα τοῦ Κανόνα εἶναι ἡ Μετάνοια. Αὐτὴ θεωρεῖ ὁ Ποιητὴς θύρα τοῦ Παραδείσου. Ἐφ᾿ ὅσον δὲν ἔχουμε καρποὺς μετανοίας, ἂς προσφέρουμε στὸν Θεὸ τὴ συντετριμμένη καρδία μας καὶ ἂς ἀναγνωρίσουμε τὴν πνευματική μας πτωχεία.
Ὁλόκληρο τὸ πένθιμο καὶ κατανυκτικὸ περιεχόμενο τοῦ ἀριστουργήματος αὐτοῦ συνοψίζεται στὸ Τροπάριο:
«Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι (πρόκειται νὰ θορυβηθεῖς)· ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου (σύνελθε λοιπὸν γιὰ νὰ σὲ λυπηθεῖ) Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν». Ό Μ. Κανόνας ψάλλεται τμηματικὰ τὶς τέσσερις πρῶτες ἡμέρες τῆς «Καθαρᾶς Ἑβδομάδος», (ΔΕΥΤΕΡΑ ἕως ΠΕΜΠΤΗ), μαζί μὲ τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο.
ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ
Τὴ Μεγ. Σαρακοστή, στὶς 4 πρῶτες ἑβδομάδες, κάθε Παρασκευὴ βράδυ, στὸ μέσο τοῦ Μικροῦ Ἀποδείπνου, ἀντηχοῦν οἱ θαυμάσιοι καὶ προσφιλέστατοι στὸ λαό μας Χαιρετισμοὶ τῆς Παναγίας («Ἄγγελος πρωτοστάτης...» - «Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε»).
Ψάλλονται τμηματικά, κάθε φορὰ καὶ μία «Στάση» ἀπὸ τὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο, μαζί μὲ τὸν ἐξαίρετο «Κανόνα» του (τὰ Τροπάρια τῶν Χαιρετισμῶν), ποὺ περιέχει ὀκτὼ ᾠδὲς καὶ ἀρχίζει μὲ τὸ Τροπάριο: «Ἀνοίξω τὸ στόμα μου καὶ πληρωθήσεται πνεύματος...».
Ὁλόκληρος ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος ψάλλεται στὸν Ὄρθρο τοῦ Σαββάτου τῆς Ε´ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν, ἀλλὰ γιὰ εὐκολία τῶν πιστῶν τὸν ψάλλουμε ἀποβραδὶς (τὴν 5η Παρασκευὴ τῆς Τεσσαρακοστῆς).
Οἱ Χαιρετισμοὶ συνδέθηκαν μὲ τὴ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ λόγῳ τῆς μεγάλης Θεομητορικῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Εἶναι ἡ μόνη μεγάλη ἑορτὴ ἡ ὁποία δὲν ἔχει μεθέορτα, ἐξ αἰτίας τοῦ χαρακτῆρα τῆς Σαρακοστῆς. Αὐτὴ τὴν ἔλλειψη ἔρχεται νὰ καλύψει ἡ ψαλμῳδία τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου.
Τὸ ὑμνολογικὸ αὐτὸ κείμενο χρησιμοποιεῖται στὴν Ἐκκλησία μας περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο. Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ Μοναστήρια καὶ τοὺς Ναοὺς στοὺς ὁποίους γίνεται Ἀπόδειπνο, πολλοὶ λαϊκοὶ συνηθίζουν νὰ διαβάζουν τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας κάθε βράδυ μαζί μὲ τὸ Μικρὸ Ἀπόδειπνο.
Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος εἶναι «Κοντάκιο». Εἶναι δηλ. ὕμνος ἀνάλογος πρὸς τοὺς «Κανόνες». Ἡ ὀνομασία του ὀφείλεται μᾶλλον στὸ κοντὸ ξύλο στὸ ὁποῖο ἡ μεμβράνη μὲ τὸν ὕμνο ἦταν τυλιγμένη. Τὸ πρῶτο τροπάριο τοῦ Ὕμνου λέγεται «Προοίμιον»: «Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει...» τὸ ὁποῖο ἀργότερα ἀντικαταστάθηκε μὲ τὸ πασίγνωστο: «Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια...». Ἀκολουθοῦν οἱ 24 «Οἶκοι» ἀπὸ τὸ Α μέχρι τὸ Ω. Κάθε ἕξι γράμματα (κάθε ἕξι «Οἴκους») ἔχουμε μία «Στάση». Ἡ τελευταῖα λέξη κάθε «Οἴκου» ποὺ ἐπαναλαμβάνει ὁ λαός, σὰν σύντομη ἱκεσία, λέγεται «Ἐφύμνιον» καὶ ὑπάρχουν δυό: Τὸ «Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε» καὶ τὸ «Ἀλληλούϊα». Τὸ πρῶτο «Ἐφύμνιον» γιὰ τοὺς περιττοὺς «Οἴκους» ποὺ περιλαμβάνουν 156 Χαῖρε (12 Χαῖρε x 12 καὶ 12 τῶν «Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε») καὶ τὸ δεύτερο, γιὰ τοὺς ἀρτίους.
Θέμα τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου
Στὸ πρῶτο μέρος (Α-Μ, στὶς δυὸ πρῶτες «Στάσεις»), ὑμνεῖται ἡ ἐνανθρώπιση τοῦ Κυρίου. Ἀρχίζει μὲ τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Παρθένου («Ἄγγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη, εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τῷ Χαῖρε...»), συνεχίζει μὲ τὴ σύλληψη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Παναγία, τὴν ἐπίσκεψή της στὴν Ἐλισάβετ, τοὺς λογισμοὺς τοῦ Ἰωσήφ, τὴν προσκύνηση τῶν Ποιμένων καὶ τῶν Μάγων, τὴ φυγὴ στὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου.
Στὸ δεύτερο μέρος (Ν-Ω) ὑμνεῖται ἡ δυνατότητα θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου χάρη στὴ σάρκωση τοῦ Κυρίου καὶ ἡ θεομητορικὴ ἀξία τῆς Παναγίας. Καὶ ὅλα τ᾿ ἀνωτέρω μὲ θαυμάσιες ποιητικὲς ἀποστροφὲς καὶ ἐγκώμια ποὺ περιλαμβάνουν ἐπιτυχέστατες ἀντιθέσεις καὶ ὡραιότατες θεολογικὲς εἰκόνες.
Ὁ «Ἀκάθιστος Ὕμνος», σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, ὀνομάστηκε ἔτσι γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο: Τὸ ἔτος 626 ἡ Κων/πολη πολιορκήθηκε συγχρόνως ἀπὸ τοὺς Ἀβάρους (ξηρά) καὶ τοὺς Πέρσες (ξηρὰ καὶ θάλασσα) γιὰ μῆνες. Ὁ Αὐτοκράτορας Ἡράκλειος ἀπουσίαζε στὴν Ἀσία. Ὁ κίνδυνος πτώσεως τῆς Πόλεως ἦταν πολὺ μεγάλος. Στὴν ἄμυνα πρωτοστάτησε ὁ Πατριάρχης Σέργιος. Ἔτσι οἱ λίγοι μαχητὲς μαζί μὲ τὸν Κλῆρο καὶ τὸ λαὸ ζητώντας τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ (μὲ προσευχὲς καὶ παρακλήσεις) καὶ στηρίζοντας τὶς ἐλπίδες τους στὴν Προστάτριά τους, τὴν «Ὑπέρμαχο Στρατηγό», τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἀντιστέκονταν ἀπεγνωσμένα. Καί, ὢ τοῦ θαύματος, ἕνας φοβερὸς ἀνεμοστρόβιλος κατέστρεψε τὰ πλοῖα τῶν Περσῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ λυθεῖ ἡ πολιορκία. Ἡ Βασιλεύουσα ἐσώθη! (ἦταν 8 Αὐγούστου).
Τότε «ὀρθοστάδην ὅλος ὁ λαός» ἔψαλλε τὸν Ὕμνο αὐτό, ὁ ὁποίος ἀπὸ τότε ὀνομάστηκε Ἀκάθιστος. Τὰ νικητήρια ἀποδόθηκαν στὴν Προστάτρια τῆς Κων/πόλεως, τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ποὺ πάντα σκέπει καὶ προστατεύει τὸ Ἔθνος μας.
ΠΕΜΠΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Τὴν Κυριακὴ αὐτὴ τιμᾶται ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγύπτια, ποὺ παρ᾿ ὅτι ἑορτάζεται τὴν 1η Ἀπριλίου, προβάλλεται σήμερα πρὸς διέγερση τῶν ρᾴθυμων καὶ ἁμαρτωλῶν σὲ μετάνοια.
Ἀπὸ 12 χρονῶν ἡ Μαρία ἄρχισε νὰ ζεῖ ἄσωτα. Ὅταν στὰ 29 της χρόνια πῆγε στοὺς Ἁγίους Τόπους γιὰ προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, δὲν κατάφερε νὰ εἰσέλθει στὸ Ναό, ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι, ἐπειδὴ αἰσθανόταν μία ἀόρατη δύναμη νὰ τὴν ἐμποδίζει. Τότε συναισθάνθηκε τὴν ἁμαρτωλότητά της καὶ ὑποσχέθηκε ν᾿ ἀλλάξει ζωή. Ἔτσι μὲ τὴ βοήθεια τῆς Παναγίας προσκύνησε τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ ἀνεχώρησε γιὰ τὴν ἔρημο, πέραν τοῦ Ἰορδάνου, ὅπου ἔζησε ἀλλὰ 47 (!) χρόνια. Τὰ πρῶτα 17 μὲ πολλοὺς πειρασμοὺς καὶ δυσκολίες, ἐνῷ τὰ λοιπὰ 30 σὰν ἐπίγειος ἄγγελος! Ἀπὸ τὰ λίγα ποὺ μάθαμε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ζωσιμᾶ ποὺ τὴν ἀνακάλυψε τὸ 46ο ἔτος διαμονῆς της στὴν ἔρημο καὶ τὴν ἑπόμενη χρονιὰ τὴν κοινώνησε, γνωρίζουμε ὅτι σ᾿ ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια δὲ συνάντησε ἄνθρωπο καὶ ζοῦσε μὲ τὰ θηρία. Ἂν καὶ ἀγράμματη τελείως, γνώριζε ἀπ᾿ ἔξω τὴν Ἁγία Γραφή, ἰκανώθηκε νὰ γράφει, νὰ περπατᾷ ἐπάνω στὰ ὕδατα, νὰ μετακινεῖται ἀστραπιαῖα σὰν πνεῦμα καὶ προικίσθηκε μὲ τὸ διορατικὸ χάρισμα. Ἕνα χρόνο μετὰ τὴ Θ. Μετάληψή της, ὁ Ἅγιος Ζωσιμᾶς τὴν βρῆκε πλησίον τῆς σπηλιᾶς της νεκρὴ καὶ δίπλα της γραμμένα: «Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, θάψον ὧδε τὸ σῶμα τῆς ἀθλίας Μαρίας. Ἀπέθανον τὴν αὐτὴν ἡμέραν, καθ᾿ ἣν ἐκοινώνησα τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Εὔχου ὑπὲρ ἐμοῦ». Αὐτὰ ἔγιναν τὸ 378, ἢ κατ᾿ ἄλλους τὸ 437.
Ἡ Ὁσία Μαρία, μαζί μὲ τὴν Ὁσία Πελαγία, τὸν Ὅσιο Μωϋσῆ τὸν Αἰθίοπα, τὸν ἱερὸ Αὐγουστίνο καὶ ἄλλους, εἶναι ζωντανὰ παραδείγματα τῆς δυνάμεως τῆς μετανοίας. Ἂς μὴν ἀπελπιζόμαστε λοιπόν. Μποροῦμε νὰ γίνουμε, μὲ τὴ δύναμη τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ κατάλευκοι ὡς Ἄγγελοι, ἀρκεῖ νὰ μετανοήσουμε, ὅπως ἡ Ὅσια Μαρία.
ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου εἶναι τὸ μεγαλύτερο θαῦμα ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάστασή Του.
Γνωρίζοντας τὶς ἐξελίξεις ὁ Χριστὸς καθυστέρησε τὴ μετάβασή Του στὴ Βηθανία καὶ ὅταν ἔφθασε, οἱ ἀδελφές του Λαζάρου Μάρθα καὶ Μαρία, Τὸν ὁδήγησαν στὸν τάφο. Ἐκεῖ ἐδάκρυσε καὶ «διέταξε» τοὺς παριστάμενους νὰ ἀφαιρέσουν τὸ λίθο ποὺ κάλυπτε τὸν τάφο. Μετὰ ἐκραύγασε μὲ φωνὴ μεγάλη: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω». Καὶ ὁ νεκρὸς ποὺ τέσσερις ἡμέρες ἦταν στὸν τάφο καὶ ἐμύριζε, ἄρχισε νὰ περπατᾷ! Τὸ θαῦμα ἔγινε, ἀφοῦ προηγήθηκε ἡ ἐνέργεια τοῦ ἀνθρώπου (ἢ ἀφαίρεση τοῦ λίθου, ἡ ὁποία μποροῦσε νὰ γίνει ἄνετα ἀπὸ τὸν Χριστό, ἐνῷ πλησίαζε τὸν τάφο). Ὅμως, ἔτσι θέλησε καὶ ἔτσι πάντοτε θέλει ὁ Θεός. Οἱ ἄνθρωποι νὰ κάνουμε τὰ ἀνθρώπινα (ὅ,τι πρέπει καὶ φυσικά, πάντοτε ἐντὸς τῶν δυνατοτήτων μας) ὁπότε ὁ Θεός, κάνει τὰ θεϊκά. Οὔτε ἐμεῖς μποροῦμε νὰ κάνουμε τὰ θεϊκὰ (τὰ ὑπεράνω τῶν δυνάμεών μας) - ματαιοπονοῦμε, οὔτε ὁ Θεὸς κάνει τὰ ἀνθρώπινα, αὐτὰ ποὺ ἐμεῖς πρέπει νὰ κάνουμε φανερώνοντας τὴν προαίρεσή μας.
Ὁ Λάζαρος γιὰ τὸ φθόνο τῶν ἀρχόντων φυγαδεύτηκε στὴν Κύπρο, ὅπου ἔζησε ὡς Ἐπίσκοπος ἄλλα 30 χρόνια. Ὅταν τὸ 63 μ.Χ. ἀπέθανε γιὰ δεύτερη φορά, στὸν τάφο του ποὺ βρίσκεται στὸν ὁμώνυμο Ναὸ τῆς Λάρνακας ἀνέγραψαν: «Λάζαρος ὁ τετραήμερος καὶ φίλος τοῦ Χριστοῦ».
Τὸ Σάββατο αὐτὸ εἶναι τὸ μοναδικὸ ἀναστάσιμο! Ἡ ἀκολουθία περιλαμβάνει ἀναστάσιμα εὐλογητάρια, τὸ «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι», πρὶν ἀπὸ τὸν Ν´ Ψαλμὸ καὶ στὴν ἀπόλυση, τὸ «Ὁ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν, Χριστός...». Ἐπίσης δὲν ψάλλονται οὔτε Μαρτυρικὰ οὔτε Θεοτόκια. Μνημόσυνα δὲν τελοῦνται ἀπὸ σήμερα (Σάββατο τοῦ Λαζάρου) μέχρι Κυριακῆς τοῦ Θωμά.
ΕΚΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Μετὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε πάλι στὸν Ἰορδάνη ποταμό, γιὰ νὰ μὴν τὸν συλλάβουν οἱ Ἀρχιερεῖς ποὺ σχεδίαζαν τὸ θάνατό του.
Ἕξι ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὸ Ἑβραϊκὸ Πάσχα, ἐπέστρεψε στὴ Βηθανία, ὅπου στὸ γεῦμα ποὺ προσέφερε ἡ οἰκογένεια τοῦ Λαζάρου, ἡ ἀδελφή του Μαρία ἄλειψε τὰ πόδια τοῦ Ἴησού μὲ μύρο καὶ τὴν ἑπομένη (Κυριακὴ τῶν Βαΐων) εἰσῆλθε στὰ Ἱεροσόλυμα καθήμενος «ἐπὶ πώλου ὄνου».
Τότε ὁ λαὸς ἔστρωνε στὴ γῆ βάϊα (ὅπως κάνουν στοὺς θριαμβευτές), ἐπειδὴ Τὸν θεωροῦσαν ἐπίγειο βασιλέα (ποὺ θὰ τοὺς ἐλευθέρωνε ἀπὸ τὸ Ρωμαϊκὸ ζυγό) καὶ Τὸν ὑποδέχθηκαν μὲ τὴν κραυγή: «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ Βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ».
Ἀπὸ τὴν ὑποδοχὴ αὐτὴ σείστηκε καὶ χάρηκε ἡ Σιών, ἐνῷ σήμερα χαίρεται καὶ ἑορτάζει ἡ νέα Σιών, ὁ νέος Ἰσραὴλ δηλαδὴ ὅλοι ἐμεῖς, γιατί ἔρχεται ὁ Κύριος νικητὴς τοῦ θανάτου προδηλώνοντας τὴ δική Του καὶ τὴ δική μας ἀνάσταση.
Στοὺς Ἱ. Ναοὺς μοιράζονται στὸ λαὸ βάϊα, δάφνες ἢ κλαδιὰ ἐλαίων.
Τὰ βάϊα, δηλ. τὰ ἀπαλὰ κλαδιὰ τῶν φοινίκων, ἐσήμαιναν τὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ θανάτου. Τὸ «Ὡσαννά» ἑρμηνεύεται «σῶσε με, παρακαλῶ» καὶ τὸ πωλάριον τῆς ὄνου, ζῷο ἀδάμαστο καὶ ἀκάθαρτο, κατὰ τὸ Μωσαϊκὸ Νόμο, μὲ τὸ κάθισμα τοῦ Χριστοῦ σ᾿ αὐτό, ἐσήμαινε τὴν πρώην ἀκαθαρσία καὶ ἀγριότητα τῶν ἐθνῶν καὶ τὴν ὑποταγή τους μετὰ ἀπὸ αὐτὰ στὸν Εὐαγγελικὸ Νόμο.
ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ
Ὀνομάζεται Μεγάλη, ὄχι διότι ἔχει περισσότερες ἡμέρες ἢ ὦρες, ἀλλὰ διότι μεγάλα εἶναι τὰ γεγονότα ποὺ ἑορτάζουμε καὶ διότι ἀπερίγραπτες ὑπῆρξαν οἱ ὠφέλειες τὶς ὁποίες ἐλάβαμε αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα: σταμάτησε ὁ πόλεμος τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό, καταργήθηκε ὁ θάνατος καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ Διαβόλου, ἐξαφανίστηκε ἡ κατάρα καὶ ἔγινε ἡ συμφιλίωση τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους.
Ὅλα τὰ ἀνωτέρω ἐξυμνοῦνται μὲ θαυμάσιους ὕμνους, «οἱ ὁποίοι ὁμοιάζουν ὡσὰν νὰ μεταβαίνουμε ἀπὸ ᾄσματα σὲ ᾄσματα ᾀσμάτων, ἀπὸ τὰ ἱερὰ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ ἀπὸ τὸν πρῶτο οὐρανό, ὄχι στὸ δεύτερο, ἀλλὰ στὸν τρίτο καὶ ὑψηλότατο οὐρανό, σ᾿ αὐτὰ τὰ Λόγια τοῦ Θεοῦ».
Οἱ ἀκολουθίες τῆς Μεγ. Ἑβδομάδας εἶναι πρωινές, δηλ. εἶναι ὁ Ὄρθρος κάθε ἡμέρας. Γιὰ νὰ μπορεῖ ὅμως ὁ λαὸς νὰ τὶς παρακολουθήσει, «κατ᾿ οἰκονομίαν» ψάλλονται τὸ ἀπόγευμα τῆς προηγουμένης. Δηλ. τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων ψάλλεται ὁ Ὄρθρος τῆς Μ. Δευτέρας, ἀπόγευμα τῆς Μ. Δευτέρας, ψάλλεται ὁ Ὄρθρος τῆς Μ. Τρίτης κ.ο.κ. (τὸ πρωὶ ψάλλονται οἱ Ὦρες καὶ ὁ Ἑσπερινὸς τῆς ἑπομένης).
ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ
(Κυριακὴ Βαΐων Ἑσπέρας)
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση δυὸ γεγονότων. Πρῶτον, τοῦ ἐναρέτου Ἰωσὴφ (υἱοῦ τοῦ Ἰακὼβ καὶ δισέγγονου τοῦ Ἀβραάμ), ὁ ὁποῖος εἶναι τύπος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ δυὸ φθονήθηκαν, πωλήθηκαν, καταβιβάστηκαν σὲ λάκκο - τάφο, βασανίστηκαν, δοξάσθηκαν (ὡς πρωθυπουργὸς τοῦ Φαραὼ - ὡς ἀναστὰς Κύριος) καὶ ἔθρεψαν τὸ λαὸ (μὲ τὸ φυλαγμένο σιτάρι - μὲ τὸν Ἄρτο τῆς ζωῆς, τὸ Πανάγιο Σῶμα Του). Δεύτερον, τῆς ἀκάρπου συκῆς, τὴν ὁποία καταράστηκε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ δείξει τὸ τέλος τῆς ἄκαρπης ἑβραϊκῆς Συναγωγῆς, ἀλλὰ καὶ τὴ μοῖρα ὅλων αὐτῶν ποὺ δὲν παρουσιάζουν πνευματικοὺς καρπούς.
Ἡ ὑμνολογία τῆς ἡμέρας μᾶς προτρέπει σὲ ἀγῶνες γιὰ ἀπόκτηση ἀρετῶν.
Ἐπειδὴ τὸ πρῶτο τροπάριο ποὺ ψάλλεται τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ ἐπαναλαμβάνεται τὶς δυὸ ἑπόμενες ἡμέρες εἶναι τὸ κατανυκτικότατο: «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός...», ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὴν παραβολὴ τῶν δέκα Παρθένων, γι᾿ αὐτὸ οἱ Ἀκολουθίες τῆς Μεγ. Δευτέρας, Τρίτης καὶ Τετάρτης λέγονται «Ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου». Πρόκειται γιὰ τὸ γνωστὸ τροπάριο ποὺ καθημερινὰ τὸ ἀναγιγνώσκουμε στὴν πρωινή μας προσευχή, τὸ Μεσονυκτικό.
ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ
(Μεγάλη Δευτέρα Ἑσπέρας)
Τὴ Μεγ. Τρίτη ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση: Πρώτον, τῆς παραβολῆς τῶν δέκα Παρθένων, καλούμενοι καὶ ἐμεῖς νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν Χριστὸ μὲ λαμπάδες ἀρετῶν (ἰδιαιτέρως τῆς ἐλεημοσύνης) καὶ δεύτερον, τῆς παραβολῆς τῶν Ταλάντων καλούμενοι καὶ ἐμεῖς ν᾿ αὐξήσουμε τὰ χαρίσματά μας.
Τ᾿ ἀνωτέρω μᾶς τὰ θυμίζει ἡ Ἐκκλησία μας μὲ τοὺς ὕμνους τῆς ἡμέρας, διότι ὁ Χριστὸς θὰ ἔλθει αἰφνίδια εἴτε, εἰδικά, τὴ στιγμὴ τοῦ θανάτου μας, εἴτε, γενικά, στὴ Δευτέρα Παρουσία Του. Καὶ θὰ μᾶς ζητήσει νὰ Τοῦ παρουσίασουμε τὴν πρόοδό μας, ἔστω καὶ μικρὴ (στὴν παραβολὴ τῶν Ταλάντων κατεδίκασε τὸν τρίτο δοῦλο, διότι δὲν παρουσίασε αὔξηση τοῦ ἑνὸς ταλάντου του - παρ᾿ ὅτι, σύμφωνα μὲ τοὺς Πατέρες, αὐτὸς κατὰ τὰ ἄλλα ἦταν τηρητὴς τοῦ Νόμου).
Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ξεχνᾶμε τὶς πέντε μωρὲς παρθένες, οἱ ὁποῖες ἔχασαν τὸν Παράδεισο παρὰ τὴ «θρησκευτικότητά» τους... Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἁπλὴ ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων μας χωρὶς βαθύτερη βίωση τῆς πίστεώς μας ἢ ἡ «ἐνεργοποίηση» τῆς θρησκευτικότητάς μας ὁρισμένες μόνο ὧρες τοῦ 24ώρου, ἐνδεχομένως νὰ μὴν θεωρηθοῦν ἀρκετά, γιὰ νὰ προσελκύουν τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου καὶ τὴ χάρη Του.
ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
(Μεγάλη Τρίτη Ἑσπέρας)
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση τριῶν γεγονότων:
α. Τῆς ἀλείψεως τοῦ Κυρίου ἀπὸ γυναῖκα πόρνη μὲ μύρο τριακοσίων δηναρίων (τότε τὸ μεροκάματο ἦταν ἕνα δηνάριο).
β. Τῆς συγκλήσεως τοῦ Συνεδρίου τῶν Ἰουδαίων γιὰ καταδίκη τοῦ Χριστοῦ καὶ
γ. Τῆς ἀναχωρήσεως τοῦ Ἰούδα πρὸς τοὺς Ἀρχιερεῖς μὲ τοὺς ὁποίους συμφώνησε τὴν προδοσία, (γι᾿ αὐτὴν καθιερώθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀποστολικοὺς χρόνους ἡ νηστεία τῆς Τετάρτης).
Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ψάλλεται καὶ τὸ περίφημο «Τροπάριο τῆς Κασσιανῆς», τῆς εὐσεβοῦς καὶ λογίας αὐτῆς ὑμνογράφου τοῦ Βυζαντίου, τὴν ὁποία οἱ εὐφάνταστοι μυθιστοριογράφοι παρουσίασαν ὡς πόρνη.
Πόρνη δὲν ἦταν ἡ Κασσιανή, ἡ ποιήτρια, ἀλλὰ ἡ ἡρωΐδα τοῦ ποιήματός της, ἡ γυναῖκα δηλ. ποὺ ἄλειψε μὲ μῦρα τὸν Κύριο.
Τὸ ἀπόγευμα τῆς Μεγ. Τετάρτης (πρὶν ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου) τελεῖται στοὺς Ἱ. Ναοὺς καὶ τὸ Ἱερὸ Εὐχέλαιο.
ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
(Μεγ. Τετάρτη Ἑσπέρας)
Τὴ Μεγ. Πέμπτη ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση:
α. Τῆς νίψεως τῶν ποδῶν τῶν Ἀποστόλων ἀπὸ τὸν Κύριο.
β. Τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου.
γ. Τῆς θαυμαστῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν Πατέρα Του, καὶ
δ. Τῆς προδοσίας τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸ μαθητή Του Ἰούδα.
Τὸ βράδυ αὐτὸ τελεῖται ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο φεύγει ὁ Ἰούδας γιὰ τὴν προδοσία, καὶ ὁ Χριστὸς νίπτει τὰ πόδια τῶν Μαθητῶν Του. Ἀκολούθως μεταβαίνουν στὴν κοιλάδα τῶν Κέδρων, ὅπου, μετὰ τὴν Ἀρχιερατικὴ Προσευχή, καταφθάνει ὁ Ἰούδας μὲ τὴ συνοδείᾳ του καὶ μὲ φίλημα Τὸν προδίδει. Κατόπιν ὁ Ἰησοῦς φέρεται στοὺς Ἀρχιερεῖς Ἄννα καὶ Καϊάφα, οἱ Μαθητὲς σκορπίζονται, πλὴν τοῦ Ἰωάννου καὶ Πέτρου, ὁ ὁποίος ὅμως Τὸν ἀρνεῖται τρίς. Στὸ Συνέδριο καταδικάζεται ἐπειδὴ ὁμολογεῖ ὅτι εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ στὴ συνέχεια ἐμπαίζεται ποικιλοτρόπως.
Τὴ Μεγ. Πέμπτη τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία σ᾿ ἀνάμνηση τῆς πρώτης Λειτουργίας, ἡ ὁποία παραδόθηκε τὸ ἑσπέρας τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἀπὸ τὸν Κύριο στὸ Ὑπερῷο τῆς Ἱερουσαλήμ. Τελεῖται λοιπὸν ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, διότι αὐτὴ συνάπτεται σὲ Ἑσπερινὸ καὶ γίνεται τὸ πρωὶ τῆς Μ. Πέμπτης ἀντὶ τὸ ἑσπέρας, ἐπειδὴ τὸ ἀπόγευμα θὰ γίνει ὁ Ὄρθρος τῆς Μ. Παρασκευῆς.
ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
(Μεγάλη Πέμπτη Ἑσπέρας)
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, δηλ. τῶν ἐμπτυσμῶν, τῶν ραπισμάτων, τῶν ὕβρεων κ.λπ. καὶ κυρίως τῆς σταυρώσεως καὶ τοῦ φρικτοῦ θανάτου Του. Ἐπίσης τὴν ὁμολογία τοῦ Λῃστοῦ ποὺ ἔκανε στὸ σταυρό, ὅτι ὁ Κύριος εἶναι Βασιλεὺς οὐράνιος καὶ τὴν παράκλησή του νὰ τὸν θυμηθεῖ στὴ Βασιλεία Του.
Εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἄκρας ταπεινώσεως καὶ τῆς ὑπέρτατης θυσίας, διότι δέσμιος ὁ Χριστὸς ἀνακρίνεται ὡς κακοῦργος ὅλη τὴ νύκτᾳ μεταξὺ Πέμπτης καὶ Παρασκευῆς, καταδικάζεται ὁ Ἀθῷος καὶ κατὰ τὴν ἕκτη ὥρα (δηλ. κατὰ τὴ 12η μεσημβρινή), ἀνάμεσα σὲ δυὸ λῃστὲς σταυρώνεται. Τὴν ἐνάτη ὥρα (3 τὸ μεσημέρι), ἀφοῦ ἐφώναξε τὸ «Τετέλεσται», ἐκπνέει «ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου». Ἀκολουθεῖ ἡ ἀποκαθήλωση καὶ ἡ ταφὴ πρὶν τὴ δύσῃ τοῦ ἡλίου «ἐν καινῷ μνημείῳ».
Σήμερα διαβάζονται οἱ δώδεκα σχετικές μὲ τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου περικοπές, ἀπὸ τὶς περιγραφὲς τῶν τεσσάρων Εὐαγγελιστῶν (τὰ λεγόμενα δώδεκα Εὐαγγέλια). Μεταξὺ πέμπτου καὶ ἕκτου Εὐαγγελίου, λιτανεύεται ἐντὸς τοῦ Ναοῦ ὁ Ἐσταυρωμένος καὶ τοποθετεῖται στὸ μέσο γιὰ προσκύνηση.
Τὸ πρωὶ τῆς Παρασκευῆς διαβάζονται οἱ «Μεγάλες Ὧρες» Α´, Γ´, ΣΤ´ καὶ Θ´ (λέγονται μεγάλες λόγῳ διαρκείας καὶ διότι ἀναφέρονται σὲ μεγάλα γεγονότα). Ἀμέσως μετὰ τὶς Ὦρες ἀκολουθεῖ ὁ Μεγάλος Ἑσπερινὸς στὸν ὁποῖο διαβάζεται Εὐαγγέλιο, κατὰ τὴ διάρκειᾳ τοῦ ὁποίου γίνεται ἡ Ἀποκαθήλωση τοῦ Ἐσταυρωμένου. Μετὰ ἀπὸ λίγο τοποθετεῖται ἐπάνω στὸ ἱερὸ Κουβούκλιο, (αὐτὸ ποὺ μοιάζει μὲ κενοτάφιο), ἕνα ὕφασμα, πάνω στὸ ὁποῖο εἶναι ζωγραφισμένος ἢ κεντημένος ὁ Κύριος ὡς νεκρός· αὐτὸ τὸ ὕφασμα λέγεται «Ἐπιτάφιος».
Ὅλα αὐτά, ἀναγνώσματα, ψαλμῳδίες καὶ λοιπὰ τελούμενα, δὲν ἀποτελοῦν μία ἀνάμνηση ἢ ἕνα θέατρο. Ὄχι. Εἶναι κάτι πολὺ περισσότερο: Εἶναι μία πραγματικὴ παρουσία ὅλων αὐτῶν τῶν γεγονότων, μία μεταφορὰ τοῦ παρελθόντος στὸ παρὸν καὶ ἀντιστρόφως, τοῦ παρόντος στὸ παρελθόν. Εἶναι ἕνα Μυστήριο ἀναβιώνει τὰ γεγονότα γιὰ τὸν καθένα μας, ὥστε νὰ τὰ ζήσουμε προσωπικά...
Οἱ ἱερεῖς σήμερα δὲ λειτουργοῦν τὴ Θυσίᾳ, τὴ Θείᾳ Λειτουργία, διότι ἔχει τελεστεῖ ἀπὸ τὸν Μέγα Ἀρχιερέα ἐπάνω στὸ Σταυρὸ μὲ τὴ Σταύρωσή Του. Καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀναβιώνει τὴ θυσίᾳ τοῦ Κυρίου καὶ εἶναι σὰν νὰ ζεῖ ὅλη τὴν ἡμέρα της Μεγ. Παρασκευῆς τὴ Λειτουργία αὐτή.
ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ
(Μεγάλη Παρασκευὴ Ἑσπέρας)
Τὸ Μ. Σάββατο ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση τῆς ταφῆς τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὸ ὁποῖο δὲ χωρίστηκε ἡ Θεότητά Του καὶ τῆς καθόδου τῆς Ψυχῆς Του στὸν ᾍδη, ἑνωμένη καὶ αὐτὴ μὲ τὴν παντοδύναμη Θεότητά Του. Ἐκεῖ ἔἐνίκησε τὸν ᾍδη καὶ ἐλευθέρωσε τὶς κρατημένες σ᾿ αὐτὸν ψυχὲς (ὅσες, φυσικά, ἐπίστευσαν).
Σήμερα, Σάββατο, ὁ Κύριος ἀναπαύεται, ὅπως ὁ Θεὸς ἀναπαύθηκε μετὰ τὴ Δημιουργίᾳ τῶν ἕξι ἡμερῶν, «τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ». Τὸ Σάββατο αὐτὸ τοῦ Νόμου καὶ τῆς Δημιουργίας προετύπωνε τὸ Σάββατο τοῦ Κυρίου: Τὴν ἀνάπαυσή Του στὸν τάφο. «Ὑπνοῖ ἡ Ζωή», (γι᾿ αὐτὸ κάθε Σάββατο θυμούμεθα τοὺς κεκοιμημένους καὶ τελοῦμε Μνημόσυνα).
Τὴν τρίτη ἡμέρα ἑνώθηκε πάλι ἡ Ψυχὴ μὲ τὸ Σῶμα καὶ ἀνέστη ὁ Κύριος ἐκ νεκρών (2).
Κατ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο, ἡ Ψυχὴ τοῦ Κυρίου νίκησε τὸν ᾍδη καὶ τὸ Σῶμα νίκησε τὸ θάνατο, ἐπειδὴ ἦταν ἑνωμένα μὲ τὴ Θεότητά Του.
Στὴν Ἀκολουθία τῆς βραδιᾶς ψάλλονται σὲ τρεῖς στάσεις καὶ τὰ λεγόμενα «Ἐγκώμια» - μικρὰ καὶ πολὺ ἀγαπητὰ τροπάρια ἀγνώστου ποιητή. Πιθανὸν νὰ εἶναι συνθέσεις, τοῦ ιε´ αἰῶνα. Μετὰ τὴ Δοξολογία γίνεται ἔξοδος καὶ περιφορὰ τοῦ «Ἐπιταφίου» μὲ τὸ ἱερὸ Κουβούκλιο.
Τὸ Μ. Σάββατο πρωὶ γίνεται ὁ Ἑσπερινὸς τοῦ ἀπογεύματος, δηλ. τοῦ Πάσχα, μαζί μὲ τὴ Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου. Ἔχει ἀναστάσιμο χαρακτῆρα καὶ ὁ λαὸς τὴν ὀνομάζει «πρώτη Ἀνάσταση». Εἶναι πάρα πολὺ ὡραία ἀκολουθία, λόγῳ τῆς κοσμοσωτηρίου ἑορτῆς τοῦ ΠΑΣΧΑ, μὲ ὡραιότατα τροπάρια. Νὰ ἕνα στιχηρὸ ἰδιόμελο τοῦ Ἑσπερινοῦ:
«Σήμερον ὁ Ἅδης στένων βοᾷ· Συνέφερέ μοι, εἰ τὸν ἐκ Μαρίας γεννηθέντα, μὴ ὑπεδεξάμην· ἐλθὼν γὰρ ἐπ᾿ ἐμέ, τὸ κράτος μου ἔλυσε· πύλας χαλκᾶς συνέτριψε· ψυχὰς ἃς κατεῖχον τὸ πρίν, Θεὸς ὢν ἀνέστησε. Δόξα Κύριε τῷ Σταυρῷ σου, καὶ τῇ Ἀναστάσει σου».
Καὶ ὁ προεόρτιος παιάνας χαρᾶς:
«Ἀνάστα ὁ Θεὸς κρίνων τὴν γῆν, ὅτι σὺ βασιλεύεις εἰς τοὺς αἰῶνας, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ μέγα ἔλεος».
Ἐδῶ τελειώνει ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου.
Ἀπὸ τῆς Ἁγίας Κυριακῆς τοῦ Πάσχα ἀρχίζει ἄλλη περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἡ περίοδος τοῦ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟΥ.
2. Ἡ τριήμερη ταφὴ τοῦ Κυρίου ἐξηγεῖται ὡς ἑξῆς: Πρώτη ἡμέρα, ἡ Παρασκευὴ ἀπὸ 3 μ.μ. μέχρι τὴ δύση τοῦ ἡλίου. Δεύτερη ἡμέρα, τὸ Σάββατο, ὁλόκληρο 24ωρο. Τρίτη ἡμέρα, ἀπὸ τὴ δύση τοῦ ἡλίου τοῦ Σαββάτου μέχρι περίπου τὰ μεσάνυκτα τῆς Κυριακῆς.
nektarios.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.