Το Λειτούργημα της Πνευματικής Πατρότητος
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Σταύρου Τρικαλιώτη Θεολόγου
Καθώς βρισκόμαστε στην πνευματική περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστης και ενώ η οικονομική κρίση έχει οδηγήσει πολύ κόσμο σε μιά γενικότερη κατάθλιψη, θεωρούμε ότι ο ρόλος του πνευματικού πατρός ως χειραγωγού στην εν Χριστώ ζωή είναι απαραίτητος, όσο ποτέ άλλοτε. ΄Οσα θα ακολουθήσουν είναι ένα απόσπασμα εκτενέστερης ομιλίας μας περί του Λειτουργήματος της Πνευματικής Πατρότητος, όπου και αναλύονται τα κριτήρια επιλογής του πνευματικού πατρός, όπως μας τα παρέδωσαν οι θεοφώτιστοι άγιοι Πατέρες.
Ο πιστός καλείται να επιλέξει έναν πνευματικό οδηγό, που θα τον οδηγήσει στη σωτηρία της ψυχής του. Η επιλογή αυτή δεν πρέπει να γίνει τυχαία και αβασάνιστα. Οι άγιοι πατέρες μας θέτουν πολύ υψηλές προδιαγραφές. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος εφιστά την προσοχή μας ώστε να μην αναθέσουμε την πνευματική μας καθοδήγηση σε διδάσκαλο άπειρο και εμπαθή και μας διδάξει διαβολικό αντί ευαγγελικό τρόπο ζωής.
Στη συνέχεια προτρέπει τον πιστό να κάνει έντονη και μετά δακρύων προσευχή, ώστε ο Θεός να του στείλει καθοδηγητή απαθή και άγιο. Μάλιστα δεν σταματά εδώ. Προτρέπει τον πιστό να κάνει προσωπική έρευνα των Θείων Γραφών, καθώς και των πρακτικών συμβουλών των αγίων πατέρων, ώστε αυτά που διαβάζει να τα αντιπαραθέτει με τα «διδασκόμενα και πραττόμενα» από τον πνευματικό και αυτά που είναι σύμφωνα με τις Άγιες Γραφές να τα αποδέχεται ανεπιφύλακτα, όσα, όμως, είναι νοθευμένα και ξένα προς την Αγία Γραφή να τα απομακρύνει από τον νου του, για να μην πλανηθεί. Στο τέλος, μάλιστα, αποφθέγγεται: «Πολλοί γαρ, ίσθι, πλάνοι και ψευδοδιδάσκαλοι εν ταις ημέραις ταύταις γεγόνασιν» (Φιλοκαλία, τ. Γ’ , σελ. 242, βλβ’, λγ’, εκδ. Αστέρος).
Πόσα θύματα, αλήθεια, τέτοιων πλάνων και εμπαθών πνευματικών δεν βλέπουμε και σήμερα; Πόσοι δεν ξεφεύγουν από την ευαγγελική και πατερική διδαχή και διδάσκουν τους ανθρώπους ένα αταίριαστο και σχιζοφρενικό μίγμα ευαγγελικών και κοσμικών διδαχών και μπερδεύουν τους ανθρώπους, όντας οι ίδιοι μπερδεμένοι άνθρωποι.
Ο γέροντας Πορφύριος, ο άγιος πνευματικός των ημερών μας, τόνιζε: «Να προσέχετε σε τι πνευματικούς πηγαίνετε». Κάπου αλλού δίδασκε πατρικά: «Οι κανόνες δεν έχουν τον χαρακτήρα της εκδικήσεως ή της τιμωρίας, αλλά της διαπαιδαγωγήσεως, και δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς, που επιβάλλονται από ορισμένους πνευματικούς κατά την εξομολόγηση, και οι οποίοι, είτε από υπερβάλλοντα ζήλο, είτε από άγνοια, εξαντλούν τα όρια της τιμωρίας, χωρίς να αντιλαμβάνονται, ότι με τον τρόπο αυτό, αντί να κάνουν καλό, διαπράττουν έγκλημα. Εγώ, πάντα τους φωνάζω και τους συμβουλεύω: Όχι μεγάλες τιμωρίες. Αλλά σωστές συμβουλές.
Γιατί, οι μεγάλες τιμωρίες τροφοδοτούν τον άλλο (τον διάβολο) με πλούσια πελατεία. Και αυτός, αυτό περιμένει. Αυτό καραδοκεί, και έχει πάντα ανοικτές τις αγκάλες του για να τους δεχτεί! Και τους τάζει, μάλιστα, λαγούς με πετραχήλια. Γι’ αυτό απαιτείται μεγάλη προσοχή στην επιλογή του πνευματικού. Όπως αναζητάμε τον καλύτερο γιατρό, το ίδιο να κάνετε και για τον πνευματικό. Και οι δύο γιατροί είναι. Ο ένας του σώματος κι ο άλλος της ψυχής.»! (Γέροντος Πορφυρίου ιερομονάχου «Ανθολόγιο Συμβουλών», σελ. 338, εκδόσεις «Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος», Μήλεσι Αττικής, 2002).
Η εναγώνιος προσευχή προς τον Θεό του οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου ήταν: «πέμψον μοι άνθρωπον γινώσκοντά σε». Πολλοί σήμερα, επηρεασμένοι από σύγχρονους προορατικούς πνευματικούς αναζητούν πνευματικούς που να κοσμούνται με το προορατικό χάρισμα, απολυτοποιώντας το έκτακτο αυτό δώρο, που δίνει ο Θεός σε ορισμένους μόνον ανθρώπους. Η τακτική αυτή είναι λανθασμένη, όπως μας εξηγεί ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος με τον διαχρονικό του λόγο: «Μη ζητώμεν [εννοείται γέροντες] προγνώστας μηδέ προβλέπτας [=προορατικούς]· αλλά προ πάντων ταπεινόφρονας πάντως, και ταις εν ημίν νόσοις αρμοδίους…» (Κλίμαξ, σελ. 112, βρκγ’, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου).
Ο πνευματικός πατήρ εμπνέεται κι έχει ως πρότυπό του τον Θαυμαστό Σύμβουλο, τον ίδιο τον Θεό. Κι όπως οι προφήτες έλεγαν: τάδε λέγει Κύριος, έτσι κι εκείνος δίδει λόγον και συμβουλή παρά Θεού. Ο απόστολος Παύλος παρότρυνε τους χριστιανούς της Εφέσου να κάνουν πολλή προσευχή, ώστε να του δοθεί λόγος: «Και υπέρ εμού [προσεύχεσθε], ίνα μοι δοθή λόγος εν ανοίξει του στόματός μου, εν παρρησία γνωρίσαι το μυστήριον του Ευαγγελίου» (Εφ. στ’ 19).
Ο Μέγας Βασίλειος συνιστά να βρει κάποιος έναν «φίλο του Θεού», για τον οποίο είναι βέβαιος ότι ο Θεός ομιλεί μέσω αυτού. Ο πνευματικός πατήρ καλείται να γίνει όργανο του Αγίου Πνεύματος. Εξ άλλου αυτό σημαίνει πνευματικός: ο εμφορούμενος από το Άγιο Πνεύμα. Να έχει ο ίδιος θεραπευθεί: «Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν» (Λουκ. δ’ 23). Να περάσει από τα στάδια της καθάρσεως και του φωτισμού του νου και της καρδίας του από το Άγιον Πνεύμα.
Ή, αν δεν έχει κατορθώσει αυτά τα στάδια, τουλάχιστον να διδάσκει και να μεταφέρει όσα οι άγιοι πατέρες διδάσκουν, χωρίς διαστρεβλώσεις και παρερμηνείες, γιατί έχει να αποδώσει λόγο για κάθε μία ψυχή που του εμπιστεύεται στο πετραχήλι του ο ίδιος ο Θεός. Ο λόγος του προς κάθε πιστό πρέπει να είναι κρυστάλλινος και αληθινός, χωρίς υστεροβουλίες και ανθρώπινους υπολογισμούς.
Όπως διδάσκει και ο απόστολος Παύλος: «Ου γαρ εσμεν ως οι λοιποί καπηλεύοντες τον λόγον του Θεού [=που νοθεύουν τον λόγο του Θεού], αλλ’ ως εξ ειλικρινείας [=αλλά ως άνθρωποι ειλικρινείς], αλλ’ ως εκ Θεού κατενώπιον του Θεού εν Χριστώ λαλούμεν [ως απεσταλμένοι από τον Θεό, μιλάμε ενώπιον του Θεού εν Χριστώ]» (Β’ Κορ. β’, 17).
Ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός τονίζει ότι, για να συμβουλεύσει κάποιος, πρέπει κάποιος να ρωτήσει και μάλιστα με τη θέλησή του και χωρίς πίεση ή εξαναγκασμό. Εδώ, πρέπει να υπογραμμίσουμε τον σεβασμό της ελευθερίας του προσώπου από τον πνευματικό. Η Εξομολόγηση πρέπει να γίνεται σε πνεύμα ελευθερίας και ανέσεως. Ο εξομολογούμενος είναι σαν το μικρό ανθάκι, που χρειάζεται χρόνο και πότισμα για να ανοίξει.
Οποιαδήποτε μέθοδος καταδυναστεύσεως και επιβολής ή χειρισμού του πνευματικού στο πρόσωπο του εξομολογούμενου είναι εκ των προτέρων καταδικαστέα. Η εξομολόγηση είναι διακονία εν ταπεινώσει και όχι διαδικασία στραγγαλισμού των συνειδήσεων. Παρών αοράτως είναι ο ίδιος ο Θεός, που δέχεται την εξαγόρευση των πιστών.
Επίσης ο πνευματικός πατήρ, σύμφωνα με τον όσιο Πέτρο τον Δαμασκηνό, για να συμβουλεύσει, θα πρέπει να έχει λάβει από τον Θεό το χάρισμα της διακρίσεως και να έχει αποκτήσει από τη μακροχρόνια άσκηση «διορατικόν νουν». Όταν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, τότε εντυπώνεται «ο λόγος εν τη ψυχή του ακούοντος τον λόγον και θερμαίνηται εκ της πίστεως, ορών τον σύμβουλον αγαθόν» (Φιλοκαλία, τ. Γ’, σελ. 91, β10 – 20, εκδ. Αστέρος). Είναι χρέος – μας λέει ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος – του πιστού να εξετάζει και να ανακρίνει τον κυβερνήτη πριν τον επιλέξει ως πνευματικό πατέρα, μην πέσει σε ναύτη αντί για κυβερνήτη και σε νοσούντα αντί για ιατρό και σε εμπαθή αντί για απαθή.
Όταν, όμως, τον επιλέξει, δεν πρέπει να ανακρίνει τον «καλόν αγωνοθέτη», έστω κι αν δει σε αυτόν, ως άνθρωπος, που είναι, ίσως ορισμένα μικρά σφάλματα. Διαφορετικά δεν υπάρχει ωφέλεια από την υποταγή στον πνευματικό πατέρα (Ιωάννου Σιναΐτου «Κλίμαξ», σελ. 67 – 68, β ζ’, εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου).
Είπαμε ότι οι πατέρες στη διαδικασία επιλογής πνευματικού πατρός από τον πιστό θέτουν υψηλότατες προδιαγραφές. Οι προδιαγραφές αυτές είναι ενδεικτικές και βοηθούν τον πιστό να ευαισθητοποιηθεί ως προς τα κριτήρια επιλογής. Δεν πρέπει, όμως, να φτάσουμε στο άλλο άκρο και να πούμε: αφού δεν υπάρχουν πνευματικοί, που να πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις, τότε δεν πάμε να εξομολογηθούμε. Την απάντηση μας την δίνει ο θεοφώτιστος γέροντας Παΐσιος ο αγιορείτης: «Αυτά είναι δικαιολογίες.
Κάθε πνευματικός έχει θεία εξουσία, εφ’ όσον φοράει πετραχήλι. Τελεί το μυστήριο, έχει την θεία χάρη και όταν διαβάσει την συγχωρητική ευχή, ο Θεός σβήνει όλες τις αμαρτίες, τις οποίες εξομολογηθήκαμε με ειλικρινή μετάνοια. Από μας εξαρτάται πόσο θα βοηθηθούμε από το μυστήριο της εξομολογήσεως» (Γέροντος Παϊσίου αγιορείτου «Λόγοι», τ. Γ’ Πνευματικός αγώνας, σελ. 244, Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης).
Ο επίσκοπος, που δίνει την άδεια στον ιερέα να εξομολογεί, έχει τη βασική ευθύνη και πρέπει να δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την επιλογή των καταλλήλων προσώπων. Όμως και εμείς δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών. Θα κοιτάξουμε οι πνευματικοί να έχουν την «έξωθεν καλή μαρτυρία» (Α’ Τι. γ’, 7), να μην είναι ανήθικοι, να έχουν ορθόδοξο και πατερικό πνεύμα και όχι παπικό ή παπίζον, ο πρότερος βίος τους να είναι ανεπίληπτος, να είναι σοβαροί, συνετοί και εχέμυθοι. Να έχουν μαθητεύσει κοντά σε δοκιμασμένους πνευματικούς, να έχουν σπλάγχνα οικτιρμών κατά το πρότυπο του ουρανίου πατρός, να είναι δηλαδή θεματοφύλακες της θείας φιλανθρωπίας, όπως μας διδάσκει ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός.
Να μην είναι νεόφυτοι στο λειτούργημα της πνευματικής πατρότητος, αλλά να έχουν ψηθεί στο στάδιο της υπακοής σε πνευματικό και οι ίδιοι. Θα προσέξουμε να μην πέσουμε σε αλεξιπτωτιστές, που ανέλαβαν την πνευματική ευθύνη, χωρίς να έχουν ψηθεί από τα προβλήματα της ζωής, που έγιναν κατευθείαν καπετάνιοι και δεν πέρασαν πρώτα από το διακόνημα του μούτσου. Αλλά και η εμπειρία και μαθητεία άλλων εξομολογουμένων, που διακρίνονται για τη σοβαρότητά τους και τον ενάρετο βίο τους, θα αποτελέσει για μας ένα πρόσθετο κριτήριο.
Οι ποιμένες, επίσης, θα πρέπει να εξασκούν με ιδιαίτερο ζήλο και προθυμία το μεγάλο διακόνημα της πνευματικής πατρότητος, που απαιτεί κόπους και θυσίες και καμιά φορά ξεπερνά και τις ανθρώπινες δυνάμεις. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και τα όσα λέει σε πνευματικό του τέκνο ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Συνελάβομέν σε δια διδασκαλίας, ωδινήσαμέν σε δια μετανοίας, απετέκομέν σε δια υπομονής πολλής και ωδίνων και πόνων σφοδρών και καθημερινών δακρύων» (Νεοελληνική απόδοση: Σε συλλάβαμε πνευματικά μέσω της διδασκαλίας, πονέσαμε με ωδίνες πνευματικές για σένα μέσω της μετανοίας, σε γεννήσαμε πνευματικά με πολλή υπομονή και κόπους και δυνατούς πόνους και καθημερινά δάκρυα». Επιστολή 3, 1 – 3).
Πώς να μην παραδώσεις τον εαυτό σου σ’ ένα τέτοιο πνευματικό, που χύνει πραγματικά αίμα για να σε αναγεννήσει πνευματικά και να σε οδηγήσει στην πραγματική σου ελευθερία, που την προσφέρει ο Χριστός; (Γαλ. ε’, 1) Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας μας λέγει ότι με τον Χριστό η σχέση αφέντη – σκλάβου, που υπήρχε, αντικαθιστάται από το μυστήριο του Πατέρα – Υιού.
Γι’ αυτό στην ουσία της η πνευματική πατρότητα δεν έχει άλλο λόγο ύπαρξης, παρά να οδηγήσει τον άνθρωπο από το στάδιο του σκλάβου στην ελευθερία των τέκνων του Θεού. Με το άγιο βάπτισμα γινόμαστε κατά χάριν τέκνα του Θεού και δια της Ιεράς Εξομολογήσεως διατηρούμε τη Χάρη της θείας υιοθεσίας.
Πηγή: Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Σταύρου Τρικαλιώτη, εφημερίου Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Αττικής.
http://www.aganargyroi.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=740:2012-03-11-19-24-33&catid=81:2011-06-22-18-53-25&Itemid=72
Αναδημοσίευση από: Ι. Μητρ. Γλυφάδας
http://www.im-glyfadas.gr/01/03/01030028.asp
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.