Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

Ἡ θαυματουργός εἰκών τῆς Παναγίας τῆς Ἀμπελακιωτίσσης καί ἡ εὕρεσίς της. Μιχαήλ Τσώλη


Ἡ θαυματουργός εἰκών τῆς Παναγίας τῆς Ἀμπελακιωτίσσης καί ἡ εὕρεσίς της

Μιχαήλ Τσώλη Δημοσιογράφου

• Θείᾳ χάριτι «μεταναστεύει» ἀπό τά Ἀμπελάκια καί «κατασκηνώνει» ἐπί δρυός εἰς τήν Ναυπακτίαν.
• Θεωρεῖται, μέ μεγάλην βεβαιότητα, ἔργον τοῦ χαρισματικοῦ εἰκονογράφου τῆς Θεοτόκου, Ἁγίου Ἀποστόλου Λουκᾶ.
Ἡ ἀνέγερσις Ἱ.Ναοῦ καί ἡ ἵδρυσις Μοναστηρίου εἰς τήν Κοζίτσαν…

Εἰς τά Ἀμπελάκια, Πολίχνη τῆς Θεσσαλίας, πρὸς τὰ βόρεια τῆς Ὄσσας καὶ κοντὰ στὴν κοιλάδα τῶν Τεμπῶν, ὑπῆρχε ἀπὸ τὰ βυζαντινὰ χρόνια Μητροπολιτικὸς Ναὸς τιμώμενος στὸ ὄνομα τῆς Παναγίας.
Δύο ὅμως χρόνια μετὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τὸ 1455, ὁ Ὀθωμανικὸς στρα τὸς κατέλαβε καὶ τὴ Θεσσαλία, καὶ ἐπιδόθηκε σὲ διαρπαγὴ καὶ καταστροφὴ ἱερῶν καθιδρυμάτων. Τότε λοιπόν, λεηλατήθηκε καὶ ὁ ἱερὸς ἐκεῖνος Ναὸς τῆς Θεοτόκου καὶ οἱ Τοῦρκοι πέταξαν τὶς ἱερὲς εἰκόνες του, στὸν Πηνειό.
Ὑπῆρχε στὸ Ναὸ ἐκεῖνο καὶ μία παλαιά, θαυματουργὸς εἰκόνα τῆς Παναγίας ποὺ προβλημάτισε ἀρνητικά τούς κατακτητές, διότι ἐνῶ τὴν εἶχαν πετάξει στὸν ποταμό, ἐκείνη ξαναβρέθηκε στὴ θέση της, στὸ εἰκονοστάσι!
Τότε λοιπὸν ἐκεῖνοι ἔκαψαν τὸν Ἱ. Ναό, γιὰ νὰ μείνει ἄστεγος ἡ εἰκόνα, καὶ τὴν ξαναπέταξαν στὸν ποταμό, ὁπότε καὶ ἐξαφανίστηκε πλέον ἀπὸ τὰ Ἀμπελάκια.
Ἡ εὐλογημένη ὅμως αὐτὴ εἰκόνα τῆς «Παναγίας τῆς Ἀμπελακιώτισσας», δὲν χάθηκε τελικὰ, ἀλλὰ μὲ τὴ θαυμαστὴ χάρη τῆς θείας βου λῆς, «μετανάστευσε» στὴν ὀρεινὴ Ναυπακτία, ὅπου καὶ «κατασκήνωσε» ἐπὶ ὑψιτενοῦς δρυός, σὲ δασῶδες λόφο, κοντὰ στὸ παλαιὸν χωρίον Κοζίτσα.

Ἡ θαυμαστὴ φανέρωσις καὶ εὕρεσίς της 

Κατὰ τὸ μήνα Αὔγουστο τοῦ 1455, ἔγινε ἡ θαυμαστὴ φανέρωσή της μὲ πύρινο φωτεινὸ σημάδι ἢ «πυρίνῳ σημείῳ», ὅπως λέει τὸ σχετικὸ τροπάριο, ἀλλὰ καὶ ἡ εὕρεσή της. Φανερώθηκε σὲ ἕνα καλοκάγαθο βοσκὸ τοῦ χωριοῦ Κοζίτσα, ποὺ εἶχε τὴν μάνδρα τοῦ θερινοῦ ποιμνιοστασίου του, σὲ ἕνα λόφο, ἀπέναντι ἐκείνου ποὺ εἶχε κατασκηνώσει ἡ ἱερὴ εἰκόνα.
Ὁ βοσκὸς ἐκεῖνος εἶδε μία νύχτα στὸν ἀντικρινὸ λόφο νὰ φεγγίζει πύρινα ἕνα παράξενο φῶς. Στὴν ἀρχὴ ἀνησύχησε νομίζοντας ὅτι ἦταν, ἴσως, τὸ ξεκίνημα κάποιας πυρκαγιᾶς. Τὸ γεγονὸς ὅμως ὅτι τὸ φῶς ἐκεῖνο ἔμενε σταθερὸ τὸν καθησύχασε.
Ἡ ἀπορία του βέβαια, στὸ μεταξὺ μεγάλωνε, γιὰ τὸ τί μποροῦσε νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔβλεπε, μέχρις ὅτου ἀποκοιμήθηκε...
Ὅταν ξημέρωσε ἐνημέρωσε, γιὰ αὐτὸ ποὺ εἶδε καὶ ἕνα ἄλλο βοσκὸ, ποὺ εἶχε τὸ μαντρὶ γιὰ τὰ ζωντανὰ του κάπου ἐκεῖ κοντά του. Σκέφθηκε στὸ μεταξὺ ἂν τὸ φῶς ξαναφανεῖ νὰ δοκιμάσει, μὲ ἕνα δικό του τρόπο, νὰ ἐντοπίσει, κατὰ προσέγγιση, τὸ σημεῖο τοῦ λόφου ἀπὸ ὅπου αὐτὸ ἐκπεμπόταν.

Τὴν ἑπόμενη νύχτα τὸ φωτεινὸ σημάδι ξαναφάνηκε. Τότε, ἐκεῖνος, πῆρε τὸ ὅπλο του καὶ σκόπευσε τὸ σημεῖο. Ἔπειτα σταθεροποίησε τὸ ὅπλο του στὴ θέση τῆς νυχτερινῆς σκόπευσής του, δένοντάς το κατάλληλα ἐπὶ δέντρου, ὥστε νὰ ἰδεῖ, ξημερώνοντας, πρὸς τὰ ποῦ δείχνει.
Τὴν ἄλλη μέρα ξυπνάει χαράματα καὶ κατευθύνεται μὲ ἀγωνία στὸ ὅπλο του ὅπου καὶ διαπιστώνει ὅτι ἡ σκόπευσή του βλέπει πρὸς ἕνα ὑψηλόκορμο δέντρο, ποὺ δεσπόζει στὴν παρθένα βλάστηση τοῦ λόφου.
Ἀποφασίζει ἀμέσως νὰ φτάσει ἐκεῖ, κοντά του, καὶ παρὰ τὶς δυσκολίες εἰσόδου στὸ δάσος αὐτὸ τὰ καταφέρνει. Φτάνοντας ἐκεῖ βλέπει, μὲ ἔκπληξη καὶ ἱερὴ συγκίνηση, μία θαυμάσια, ἐντυπωσιακὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας, στηριγμένη ἐπὶ σταυροειδοῦς κλάδου μίας ὑψιτενοῦς δρυός.

Ἀτενίζει μὲ δέος τὸ ἱερὸ βλέμμα της καί, μὲ ἀνεβασμένους τοὺς χτύπους τῆς καρδιᾶς του, σταυροκοπιέται καὶ ἀγκαλιάζει τὸν κορμὸ τοῦ δέντρου, ποὺ φιλοξενεῖ τὸ ἱερὸ κειμήλιο. Ἀνακοινώνει ἔπειτα καὶ στὸν ἄλλο βοσκὸ τὸ χαροποιὸ γεγονὸς καὶ ἀμέσως τρέχουν καὶ οἱ δύο τους στὸ χωριὸ νὰ ἀναγγείλουν τὴν εὕρεση τῆς εἰκόνας στοὺς συγχωριανούς τους.
Ὅλοι, κατόπιν, οἱ κάτοικοι τῆς Κοζίτσας, σταυροκοπούμενοι, σπεύδουν πρὸς τὸ δασώδη λόφο, γιὰ νὰ ἰδοῦν μὲ τὰ μάτια τους αὐτὸ τὸ ἐκπληκτικὸ γεγονός, θείας εὐλογίας, ποὺ συνέβαινε στὸν τόπο τους.

Μέσα σὲ λίγες ὧρες ἡ χαρμόσυνη εἴδηση φτάνει στὰ κοντινὰ χωριὰ τῆς ἐπαρχίας, ἐνῶ ἔκτακτοι ἀπεσταλμένοι πληροφοροῦσαν, γιὰ τὸ ἱερὸ γεγονὸς καὶ τὸν Μητροπολίτη Ναυπάκτου, ποὺ συμπτωματικά, κατὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, εἶχε ἐπισκεφθεῖ γειτονικὴ πρὸς τὴν Κοζίτσα ἐπαρχία.

 Ἡ εὕρεση τῆς θαυματουργοῦ εἰκόνος, ἔλαβε χώραν στὶς 15 Αὐγούστου τοῦ 1455, ἡμέρα ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.
Ἦταν δηλαδὴ κατὰ τὸ ἴδιο ἔτος ποὺ οἱ Τοῦρκοι τὴν εἶχαν πετάξει στὸν Πηνειό.

Τήν κατεβάζουν ἀπὸ τὸ δένδρον μὲ κατάνυξιν 

Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα καταφθάνει ἐκεῖ καὶ ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου συνοδευόμενος ἀπὸ ἀρκετοὺς ἱερεῖς, ὅπου καὶ βλέπουν μὲ ἱερὸ δέος τὸ ἐκπληκτικὸ γεγονός.
Ἔπειτα, ἀφοῦ φοροῦν τὰ ἐπίσημα λειτουργικά τους ἄμφια, ψάλλοντας καὶ θυμιατίζοντας, κατεβάζουν ἀπὸ τὸ δέντρο τὴν ἱερὴ εἰκόνα μὲ λιτανευτικὴ κατάνυξη, τὴν ἀσπάζονται καὶ τὴν τοποθετοῦν εὐλαβικά, ὄρθια ἐπὶ τοῦ κορμοῦ τοῦ δέντρου.
Ἀρχίζει ἀκολούθως ὁ ἀσπασμός της ἀπὸ τὸν πιστὸ λαό, πού, συγκινημένος, εὐχαριστοῦσε τὸ Θεὸ γιὰ τὸ θεῖο Δῶρο τῆς εὐλογίας Του, ποὺ τοὺς εἶχε χαρίσει.

Ὅταν ἔπειτα γίνεται λόγος γιὰ τὸ ποῦ θὰ ἔπρεπε νὰ στεγασθεῖ τὸ ἱερὸ αὐτὸ κειμήλιο, ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου σεβόμενος τὴ θεία ἐπιλογὴ τῆς εἰκόνας ἀποφασίζει νὰ μείνει ἐκεῖ, ἐπὶ τόπου, ὅπου καὶ νὰ ἱδρυθεῖ τὸ ταχύτερο δυνατό, ἱερὸς Ναός.
Τότε οἱ εὐσεβεῖς κάτοικοι τοῦ χωριοῦ στέγασαν ἀμέσως τὴ θαυματουργὸ εἰκόνα τῆς Παναγίας, μὲ ἰδιαίτερη μάλιστα φροντίδα προστασίας της, κτίζοντας τοῖχο καὶ στέγη ἐπὶ τοῦ κορμοῦ τῆς δρυός.
Ἐκεῖ λοιπόν, στὴν προσωρινὴ κατοικία της, ἔμεινε ἡ ἱερὴ εἰκόνα ἐπὶ ἕνα ἔτος, τιμώμενη ἀνελλιπῶς ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς τῆς κοντινῆς καὶ εὐρύτερης περιοχῆς, μὲ ἀναμμένο πάντα, ἡμέρα καὶ νύχτα, τὸ καντήλι της.
Ἕνα χρόνο μετά, τὸ 1456, ὁ ἱερὸς Ναὸς καὶ ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας τῆς Ἀμπελακιώτισσας, μὲ τὶς γενναιόδωρες προσφορὲς καὶ τὴν ἐντατικὴ ἐργασία τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς, εἶχαν ἀποπερατωθεῖ καὶ ἐκεῖ πλέον στεγάστηκε ἡ ἱερὴ εἰκόνα.
Τὸν καιρὸ λοιπὸν ἐκεῖνο, ἐπισκέπτεται τὴν ἱερὰ Μονὴ Κοζίτσας καὶ Τριμελὴς Ἐπιτροπὴ ἀπὸ τὰ Ἀμπελάκια, γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ ἂν ἡ εἰκόνα αὐτὴ ἦταν τῆς Παναγίας τῶν Ἀμπελακίων καὶ ἀφοῦ, οἱ ἀπεσταλμένοι τὴν εἶδαν καὶ τὴν προσκύνησαν, «ἀνωμολόγησαν ὅτι ἦν ἐκείνη ἥτις εἶχε ριφθῆ ὑπὸ τῶν Τούρκων εἰς τὸν Πηνειὸν ποταμόν».
Χαρακτηριστικὰ στοιχεῖα τῆς θαυματουργοῦ εἰκόνος Ἡ θαυμάσια αὐτὴ εἰκόνα, «ἐκ κη- ρομαστίχης καὶ φυσικῶν χρωμάτων φιλοτεχνημένη», θεωρεῖται κατὰ πᾶσαν βεβαιότητα, ἀπὸ τοὺς εἰδικούς, ἔργο εὐλογημένης ἀπεικόνισης τῆς Παναγίας ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ, ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ γιατρὸς ἦταν καὶ χαρισματικὸς ζωγράφος.
Τὸ ὄνομά του, ὡς εἰκονογράφου, ἀ να φέρεται καὶ σὲ Μεγαλυνάριο τοῦ Παρακλητικοῦ Κανόνα τῆς Θεοτόκου, ὡς ἑξῆς: • «Ἄλαλα τὰ χείλη τῶν ἀσεβῶν τῶν μὴ προσκυνούντων τὴν εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, τὴν ἱστορηθεῖσαν ὑπὸ τοῦ Ἀ ποστόλου Λουκᾶ ἱερωτάτου, τὴν Ὁδηγήτριαν».

Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση ὁ ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς φιλοτέχνησε ἱερὲς εἰκόνες τῆς Παναγίας μὲ τὸν Σωτήρα Χριστὸ ὡς βρέφος, εἰς τὰς ἀγκάλας της, τὶς ὁποῖες ἔπειτα ἔδειξε στὴ Θεοτόκο καὶ ἐκείνη τὶς ἀποδέχτηκε εὐμενῶς, μὲ εὐλογία λέγοντας: • «Ἡ Χάρις τοῦ ἐξ ἐμοῦ τεχθέντος, εἴη δι᾽ ἐμοῦ μετ᾽ αὐτῶν».
Ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου «Ἱστορία τῆς Ἱ. Μονῆς Κοζίτσης», Ἰωάννης Δ. Καλλιαμβάκος, Ἔκδοσις 1900), γράφει γιὰ τὴ θαυματουργὸ αὐτὴ εἰκόνα τὰ ἀκόλουθα: • «... εἶναι ἐζωγραφημένη ἐπὶ σανίδος παριστᾶ δὲ τὴν θεομήτορα μέχρις τῆς ὀσφύος μὲ τὴν κεφαλὴν κεκλιμένην πρὸς τὰ ἀριστερὰ καὶ μὲ σταυρωμένα ἐπὶ τοῦ στήθους τὰς χεῖρας.
Ἡ ἐπ' αὐτῆς παρατηρούμενη ἀναπαράστασις, εἰς τε τοὺς ὀφθαλμούς, τὰς ὀφρύς, τὴ ρίνα, τὸ στόμα, τὰ χείλη, ἐκθαμβοῖ τὸν παρατηρητὴν καὶ καθιστᾶ τοῦτον, ὄχι μόνον ἔκπληκτον, ἀλλ᾽ εὐσεβέστατον καὶ εὐλαβέστατον».
Ἡ Παναγία ἡ Ἀμπελακιώτισσα εἰκονίζεται μόνη, χωρὶς τὸ θεῖο βρέφος, ἐπὶ σανίδος διαστάσεων 0,48Χ0,33 τοῦ μέτρου. Μαζὶ δὲ μὲ τὸ ξύλινο, ἐπεξεργασμένο πλαίσιό της, ὅπου εἰκονογραφοῦνται προφῆτες, οἱ συνολικὲς διαστάσεις της εἶναι 0,75X0,54 μ.
Κατὰ τὸ ἔτος 1820 φιλοτεχνήθηκε ἀπὸ κάποιον Δαμιανὸ ἀπὸ τὴν Κοζίτσα, ἐπίχρυσο ἀργυρὸ πλαίσιο, ποὺ καλύπτει ὅλη τὴν εἰκόνα, πλὴν τοῦ μετώπου, ὅπου ἔχει γυάλινη κάλυψη γιὰ προφύλαξη ἀπὸ τὶς και- ρικὲς μεταβολές.
Ὁ Ἱερὸς Ναὸς τοῦ Μοναστηριοῦ αὐτοῦ ἀνακαινίστηκε κατὰ τὸ ἔτος 1847. Ἀναγράφεται δὲ τοῦτο σὲ πλάκα πάνω ἀπὸ τὴν κύρια εἴσοδό του. Ὁ ἀρχιτέκτονας τῆς ἀνακαινισθείσης οἰκοδομῆς του καταγόταν ἀπὸ τὴν Κόνιτσα.
Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας τῆς Ἀμπελακιωτίσσης γιορτάζει ἐπίσημα καὶ πανηγυρικά, δύο φορὲς τὸ χρόνο, τιμώντας ἔτσι καὶ τὰ δύο πολύτιμα, εὐλογημένα ἱερὰ κειμήλια, ποὺ τῆς χάρισε ὁ Θεός: • Στὶς 15 Αὐγούστου ἑορτὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἡμέραν κατὰ τὴν ὁποίαν ἔγινε ἡ εὕρεσις τῆς θαυματουργοῦ εἰκόνος καὶ στὶς 23 Φεβρουαρίου, ἑορτὴν τοῦ ἱερομάρτυρος Πολυκάρπου, ὅπου καὶ φυλάσσεται τὸ εὐλογημένο λείψανο τῆς δεξιᾶς χειρός του.

Ὑπογραμμίζουμε τέλος ὅτι δραστήρια καὶ πολύπλευρη ἦταν ἡ συμμετοχὴ τοῦ Μοναστηριοῦ αὐτοῦ κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Ἐθνεγερσίας τοῦ 1821, ὁπότε καὶ Μοναχοί της θυσίασαν τὴ ζωή τους στὸν ἱερὸ ἐκεῖνο ἀγώνα ὑπὲρ τῆς Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος...

Ἀπολυτίκιον Παναγίας Ἀμπελακιωτίσσης (Ἦχος γ)
Λίαν εὔφρανας τοὺς ὀρθοδόξους, καὶ κατήσχυνας τοὺς κακοδόξους,
Παναγία πιστῶν σου τὸ καύχημα· πυρίνῳ γὰρ σημείῳ ἐφανέρωσας,
ἥν ἐξηφάνισαν οἱ ἄπιστοι εἰκόνα σου.
Ταύτην χαίροντες, εἰς Ἀμπελακιώτισσαν ἀσπαζόμεθα.

Ὀρθόδοξος Τύπος άρ τεύχ. 1939 10 Αὐγούστου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου