«Οὕτω καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχη, νεκρά ἐστι καθ’ ἑαυτὴν» (Ἰακ. 2-17)
Ὁ ἀββὰς Ἠσαΐας γιὰ νὰ διδάξη στοὺς μαθητές του ὅτι, ὅποιος δὲν ἐργασθεῖ, δὲν ἀμείβεται ἀπὸ τὸν Θεὸ, ἀνέφερε τὸ ἑξῆς παράδειγμα: «Κάποτε κάποιος γέροντας πῆρε ἕνα ζεμπίλι, πῆγε στὸ ἁλώνι καὶ λέγει στὸν κύριο τοῦ χωραφιοῦ: “Δός μου σιτάρι΄”.
Καὶ τὸν ρωτᾶ ἐκεῖνος: “Θέρισες καὶ ἐσύ, Ἀββᾶ;”. Τοῦ ἀπαντᾶ: “Ὄχι”. Καὶ τοῦ λέγει ὁ κύριος τοῦ χωραφιοῦ: “Πῶς λοιπὸν θέλεις νὰ σοῦ δώσω σιτάρι, ἀφοῦ δὲν θέρισες;”. Τοῦ λέγει τότε ὁ γέρων: “Ὥστε, ἂν τινὰς δὲν θερίση, δὲν παίρνει μισθό;”. Τοῦ ἁπαντᾶ ὁ γεωργός: “ Ὄχι”. Καὶ ἔτσι ἔφυγε ὁ γέρων. Οἱ δὲ ἀδελφοί, σὰν εἶδαν τί ἔκαμε, τοῦ ἔβαλαν μετάνοια καὶ τὸν εὐχαρίστησαν».1
Ὁ γέροντας Παΐσιος μιλώντας γιὰ τὸν ἀγώνα τῶν χριστιανῶν ἔλεγε: «Μὲ φιλότιμο νὰ ἐργάζεσαι στὸν Χριστό. Καὶ ὁ Χριστὸς στὴν ψυχὴ ποὺ ἔχει καλὴ διάθεση, ἀγωνιστικὸ πνεῦμα καὶ φιλότιμο ἐργάζεται ἀθόρυβα. Νὰ κάνης τὸν ἀγώνα σου, ὄχι γιὰ νὰ ἁγιάσης, ἀλλὰ γιὰ νὰ χαρῆ ὁ Χριστός. Ἂν δουλεύης, γιὰ νὰ χαρῆ ὁ Χριστός, θὰ εἶναι ἁπλὸς ὁ ἀγώνας σου καὶ θὰ ἔχεις μέσα σου θεία παρηγοριά.
Ὁ Χριστὸς εἶναι στοργικὸς Πατέρας καὶ ὄχι τύραννος. Τὸν φιλότιμο ἀγώνα μας χαίρεται ὁ Χριστός. Ὁ φιλότιμος ἄνθρωπος, ὅπου καὶ ἂν βρεθῆ, θὰ κάνη προκοπή, γιατί θὰ ἐργασθῆ φιλότιμα. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν καλλιεργεῖ τὸ φιλότιμο, ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Θεός, ὅ,τι καὶ ἂν κάνη, ἀνεπρόκοπος θὰ εἶναι.
Βλέπαμε παλιὰ τὰ καημένα τὰ ζῶα, καὶ τὰ βόδια καὶ τὰ ἄλογα, ὅταν στὸ ζευγάρι τὸ ἕνα ἦταν φιλότιμο καὶ τὸ ἄλλο δὲν τραβοῦσε, ζοριζότανε τὸ φιλότιμο καὶ ἔσερνε καὶ τὸ ἄλλο. Καὶ τελικὰ ἐκεῖνο ποὺ δὲν εἶχε φιλότιμο κατέληγε στὸν χασάπη.
Ἂν μᾶς παρουσιάση κανένα τέτοιο ζῶο ὁ Χριστὸς μεθαύριο καὶ μᾶς πεῖ: “δῆτε αὐτό, σβάρνιζε καὶ τὰ ἄλλα δύο· ἐσεῖς τί κάνατε;”, τί θὰ ποῦμε; Ἂχ μωρέ, πάρτε το στὰ ζεστά! Ἡ πνευματικὴ ζωὴ εἶναι λεβεντιά. Σᾶς δίνονται τόσες δυνατότητες».2
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Μπριαντσανίνωφ μιλώντας γιὰ τὴν πίστη καὶ τὰ ἔργα ἔλεγε: «Ἡ ὀρθόδοξη πίστη στὸν Χριστό, ἐπισφραγισμένη μὲ τὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, εἶναι ἀρκετὴ γιὰ τὴν σωτηρία, μόνο ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ χρόνο, γιὰ νὰ πράξει καὶ καλὰ ἔργα. Γιατί, ἂν ἡ πίστη εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὁ Χριστός, τὰ καλὰ ἔργα εἶναι ἡ διακονία τοῦ Χριστοῦ. Στὴ διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς εἶναι ἀπαραίτητα τὰ ἔργα.
Ἀπὸ αὐτὰ στὸν χριστιανὸ ἀναγνωρίζονται ὡς καλὰ μόνο ἐκεῖνα ποὺ ἀποτελοῦν ἐκπλήρωση ἤ συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἐκεῖνα ποὺ τρέφουν καὶ διατηροῦν ζωντανὴ τὴν πίστη του. Ἡ ἀληθινὴ πίστη εἶναι τὸ μοναδικὸ μέσο σωτηρίας· πρέπει νὰ εἶναι ὅμως ζωντανή, ποὺ νὰ ἐκφράζεται μὲ ὅλη τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Ἔργα ἐνάντια στὴν πίστη ἀποκαλύπτουν ἄλλα πιστεύματα.
Ἐγκωμιάζοντας τὸν Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ἐγκωμιάζει τὰ ἔργα τῆς πίστεώς του καὶ μάλιστα τὴν ὑπακοή του πρὸς τὸν Θεό, ὅταν Ἐκεῖνος τὸν πρόσταξε νὰ θυσιάσει τὸν Ἰσαάκ. Ἡ θανάτωση τοῦ Ἰσαὰκ ἦταν πράξη κάθε ἄλλο παρὰ καλή, σύμφωνα μὲ τὴν μεταπτωτικὴ ἀνθρώπινη ἀντίληψη. Ἡ πίστη ἔδωσε στὸν Ἀβραὰμ τὴν δύναμη νὰ τὴν ἐκτελέσει. Καὶ ἐκτελώντας την, ἔδειξε ἀκριβῶς τὴν τελειότητα τῆς πίστεώς του».3
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τοὺς ψαλμοὺς λέγει: «Τοὺς ἐθνικοὺς δὲν τοὺς πείθουν τόσον τὰ θαύματα, ὅσον ὁ τρόπος ζωῆς· τὸν ἐνάρετον δὲ βίον τίποτε δὲν τὸν κάνει νὰ εἶναι τέτοιος, ὅσον ἡ ἀγάπη. Διότι τὰ μὲν θαύματα πολλὲς φορὲς ἔγιναν ἀφορμὴ νὰ χαρακτηρισθοῦν πλάνοι ἐκεῖνοι ποὺ τὰ ἐπετέλεσαν, ἐνῶ τὸν καθαρὸν βίον δὲν θὰ ἠμποροῦσαν νὰ τὸν κατηγορήσουν.
Ὅταν δὲν εἶχεν ἀκόμη διαδοθῆ τὸ κήρυγμα, εὔλογα τὰ θαύματα ἐθαυμάζοντο, τώρα ὅμως πρέπει νὰ θαυμάζεται κανεὶς ἀπὸ τὸν τρόπον ζωῆς, διότι τίποτε δὲν μεταβάλλει τόσον τὸ φρόνημα τῶν ἐθνικῶν, ὅσον ἡ ἀρετή· τόσον δὲν σκανδαλίζει ὅσον ἡ κακία. Καὶ εἶναι πολὺ φυσικόν, διότι ὅταν ἰδῆ ἐκεῖνον ποὺ ἔλαβεν ἐντολὴν καὶ τοὺς ἐχθρούς του νὰ ἀγαπᾶ, νὰ εἶναι πλεονέκτης, νὰ ἁρπάζη, νὰ συμβουλεύη τὰ ἀντίθετα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ πράττει καὶ νὰ μεταχειρίζεται τοὺς ὁμοφύλους του ὡσὰν θηρία, θὰ θεωρήση τὰ λεχθέντα μωρίαν, διότι ἡμεῖς εἴμεθα αἴτιοι τοῦ νὰ μείνουν οἱ ἄλλοι εἰς τὴν πλάνην των».4
Καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος θὰ πῆ: «Ἔργα ἐννοοῦμεν καὶ τοὺς λόγους καὶ τὰς σκέψεις, καὶ γενικῶς κάθε κίνησιν τοῦ ἀνθρώπου. Δηλαδὴ μὲ ποίαν διάθεσιν καὶ μὲ ποῖον σκοπόν, ποίων ἐκ τῶν δύο διὰ νὰ ἀρέσωμεν εἰς τοὺς ἀνθρώπους ἤ διὰ νὰ ἐκτελέσωμεν τὰ προστάγματα, ποὺ μᾶς ἔδωσεν ὁ Θεός, αὐτὰ τὰ γνωρίζει μόνον ἐκεῖνος ποὺ κατανοεῖ τὰ ἔργα μας».5
Ὑποσημειώσεις
1.Εἶπε Γέρων, Ἐκδ. Ἀστὴρ, σελ.87
2.Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι τόμ. Ε΄ σελ. 256
3. Ἁγ. Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ἀσκητικὲς Ἐμπειρίες, τόμ. Β΄ 322
4.Ἰ. Χρυσοστόμου Ε.Π.Ε. τόμ. 14 σελ. 389 5.Μ. Βασιλείου Ε.Π.Ε. τόμ.
5 σελ. 191
Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φυλ. 1993, 11 Ὀκτωβρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.