Οἱ βαθμίδες τῆς μοναχικῆς πολιτείας
Ἱερομονάχου Γέροντα Ἀρσενίου Μπόκα (+1910-1989)
Μέρος Β'
Τό ἔτος 1929 τελείωσε αὐτό τό Λύκειο ἄριστος μεταξύ τῶν ἀρίστων καί ἐπονομαζόμενος μεταξύ τῶν συμμαθητῶν τους ὡς «"ὁ ἅγιος» γιά τήν ἀποφασιστικότητα, σταθερότητα καί ἐπιμέλεια τῆς ζωῆς του.
Τόσος ἦτο ὁ σεβασμός τῶν συμμαθητῶν του πρός τό πρόσωπό του, ὥστε μέ τήν εὐκαιρία κάποιας ἑορτῆς στήν πλατεῖα τῆς πόλεως, οἱ ἀριστοῦχοι ἐκείνου τοῦ ἔτους μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ἰωάννη καί τόν διευθυντή τους, καθηγητή Κάνδιδο Τσιοκάν, ἐπιστρέφοντες στήν πύλη τοῦ Λυκείου τους ἐστεφάνωσαν τόν Ἰωάννη μέ ἕνα κλαδί ἐλιᾶς σάν δεῖγμα τῆς ἁγίας ζωῆς του καί τῆς ἐπιδόσεώς του στά μαθήματα.
Ὅταν κάποτε ἕνας ἀπό τούς μαθητές ἑτοιμαζόταν νά πάρη ἕνα φυντάνι καί νά τό φυτεύση τιμῆς ἕνεκεν, ὁ διευθυντής τόν σταμάτησε καί τοῦ εἶπε: «Ὄχι, ἀλλά ὁ Ἰωάννης Μπόκα θά φυτεύση τό δενδρύλλιο».
Μ᾿ αὐτήν τήν προετοιμασία καί τίς λαμπρές σπουδές πού ἔκαμε, στήν συνέχεια γράφτηκε στήν θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Σιμπίου, πού λέγεται «Ἀνδρεϊάνα», πρός τιμήν τοῦ μητροπολίτου Ἀνδρέου.
Ἐκεῖ ὄχι μόνο σπούδασε τήν θεολογία, ἀλλά ἐπεδόθη καί μέ ἀσυνήθη ζῆλο στήν προσωπική πνευματική του ζωήἘπί πλέον ἀγάπησε καί τίς τέχνες. Ἔμαθε τήν ἐκκλησιαστική μουσική, νά παίζη λαοῦτο καί ἀσκήθηκε ἐπιμελῶς στήν ἁγιογραφία. Μέ τήν ἁγιογραφία ἀσχολεῖτο ἰδιωτικά σάν φοιτητής σ᾿ ἕνα δωματιάκι πλησίον τοῦ φαρμακείου τῆς Ἀκαδημίας.
Ἐδῶ τόν ἀνεκάλυψε γιά τά προσόντα του ὁ διαπρεπής καθηγητής Νικόλαος Ποποβίτσι, μετέπειτα ἐπίσκοπος τῆς ἐπαρχίας Ὀράντεα, ὁ ὁποῖος τόν ἔστειλε μέ ὑποτροφία τῆς Μητροπόλεως Σιμπίου στή σχολή Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Βουκουρεστίου.
Ἐκεῖ ἀκολούθησε καί μαθήματα ἰατρικῆς.
Ἀλλ᾿ ὅμως δέν ἀπουσίαζε ποτέ ἀπό τά ἐνδιαφέροντα μαθήματα ὀρθοδόξου πνευματικότητος τοῦ π. Νικηφόρου Κραϊνίκ, μέ τόν ὁποῖον εἶχε συνδεθῆ πολύ. Ὁ μητροπολίτης Νικόλαος Μπάλαν τότε ἀσχολήθηκε μέ τήν ἵδρυσι καί λειτουργία, δίπλα στό μοναστήρι Σίμπαντα ντε Σιούς, ἑνός μοναχικοῦ σεμιναρίου, ὅπου ἐγένοντο δεκτοί, ἐκτός τῶν μοναχῶν, κατ᾿ ἐξαίρεσι καί μερικοί εὐσεβεῖς λαϊκοί νέοι.
Ὁ π. Ἀρσένιος μέ πρότασι τοῦ ἀνωτέρω Μητροπολίτου Νικολάου, ἐκάρη μοναχός στό μοναστήρι Σίμπαντα ντέ Σιούς τό 1939, ὅπου καί χειροτονήθηκε ἱερεύς ἀπό τόν ἴδιο.
Μετά ἀπό ἕνα χρόνο, ὁ Μητροπολίτης τόν ἔστειλε στήν Ἑλλάδα, στό Ἄγιον Ὄρος γιά νά τελειοποιήση τίς γνώσεις του γύρω ἀπό τήν μοναχική τάξι καί τήν ἐν πνεύματι ζωή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Φθάνοντας ἐκεῖ καί μή γνωρίζοντας κανέναν-ἔλεγε ὁ ἴδιος-μπῆκε σ᾿ ἕνα δάσος καί προσευχόταν πολύ στόν Σωτῆρα Χριστόν νά τοῦ στείλη στόν δρόμο του ἕνα πνευματικό ὁδηγό, ἀλλά ὁ Κύριος ἀπό θεία οἰκονομία δέν τοῦ ἔστειλε.
Γνωρίζοντας ὁ π. Ἀρσένιος ὅτι ὁ Κύριος ἔχει μία καλή Μητέρα, ἡ ὁποία προσεύχεται γιά ὅλο τόν κόσμο, τήν παρεκάλεσε μέ δάκρυα νά τοῦ ὑποδείξη ἕνα ἄνθρωπο-ὁδηγό γιά νά τόν διδάξη τά τῆς καλογερικῆς ζωῆς γιά τήν σωτηρία του, ὅπως μᾶς ἔλεγε ὁ ἴδιος. Καί πράγματι ἦλθε ἡ ἴδια ἡ Κυρία Θεοτόκος, τόν ἐπῆρε ἀπό τό χέρι, τόν ἀνέβασε σ᾿ ἕνα ὑψηλό βουνό, τό ὁποῖον ἦτο ἀνάμεσα σέ δύο μεγάλες χαράδρες, ὅπου ἦτο φοβερό νά βλέπη κανείς κάτω.
Ἦτο τόσο ἀπόκρημνο καί κοφτερό, ὥστε δέν ἠμποροῦσε ἄνθρωπος νά περπατήση μέ γυμνά τά πόδια του. Ἡ Κυρία Θεοτόκος τόν ἀνέβασε στήν κορυφή τοῦ ὄρους ἐκείνου καί τόν ἄφησε στήν ποιμαντική φροντίδα ἑνός ἁγίου πού ζοῦσε ἐκεῖ σ᾿ αὐτόν τόν τόπο, πρίν ἀπό 100 χρόνια. Κατόπιν ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄφαντη.
Ἡ Κυρία Θεοτόκος τόν ἐνίσχυσε νά μείνη νηστικός ἐπί 40 ἡμέρες καί στό διάστημα αὐτό διδάχθιηκε ἀπό τόν Ἅγιο ὅ,τι εἶχε ἀνάγκη γιά τήν μοναχική ζωή.
Μετά ἀπό τό διάστημα αὐτό τῶν 40 ἡμερῶν ἐπάνω στήν κορυφή ἐκείνη τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐπέστρεψε στήν Ρουμανία, στό μητροπολιτικό Κέντρο τοῦ Σιμπίου, ὅπου ἔμεινε περισσότερο ἀπό ἕνα χρόνο.
Στήν Ἀκαδημία αὐτή ὑπηρετοῦσε τότε ὡς διευθυντής καί ὁ καταγόμενος ἀπό ἐκείνη τήν ἐπαρχία π. Δημήτριος Στανιλοάε, μέ τόν ὁποῖον ὁ π. Ἀρσένιος κατά τρόπον οἰκεῖον καί φιλικόν συζητοῦσε γιά τήν γραμμή τοῦ Ἀθωνικοῦ Ἡσυχασμοῦ. Τοῦ ἔφερε πολλά φιλοκαλικά χειρόγραφα ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, τά ὁποῖα μελετοῦσε μέ λαχτάρα ὁ π. Δημήτριος Στανιλοάε, τά μετέφρασε καί τά ἐσχολίασε, πραγματοποιώντας μέ τήν βοήθεια τοῦ π. Ἀρσενίου τήν ἐκτύπωσι τῶν πρώτων τόμων τῆς Φιλοκαλίας, τῶν ὁποίων τό ἐξώφυλλο ἐφιλοτέχνησε ὁ π. Ἀρσένιος.
Ὁσάκις ἱερεῖς τῶν γειτονικῶν ἐνοριῶν τῆς Μονῆς Σίμπαντα ντε΄Σιούς ἤρχοντο νά ἰδοῦν καί νά ἀκούσουν τόν π. Ἀρσένιο, ἐκεῖνος ἔπιανε αὐτή τήν εὐκαιρία καί τούς ὡμιλοῦσε γιά τήν φιλοκαλία καί τούς ἔδινε τά πρῶτα ἐκτυπωθέντα βιβλία. Αὐτοί οἱ ἱερεῖς ἦσαν καί οἱ πρῶτοι ἀναγνῶστες τῆς Φιλοκαλίας.
Στό μοναστήρι τοῦ μάρτυρος Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου (Σίμπατα ντε Σιούς) φωτίσθηκε ἀπό τήν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί προικίσθηκε μέ τό χάρισμα τῆς προοράσεως. Καί μόνο πού θά σέ ἀντίκρυζε, αἰσθανόσουν ὅτι ἔμπαινε στά βάθη τῆς ψυχῆς σου σάν τό ἠλεκτρικό ρεῦμα. Σέ καθήλωνε καί σοῦ ἀπεκάλυπτε τούς λογισμούς σου, τίς ἁμαρτίες καί τά ἔργα πού εἶχες κάνει. Δηλαδή ἐγνώριζε ὅλη τήν ζωή σου καί σέ καλοῦσε μέ τό ὄνομά σου.
Στήν μονή αὐτή ἐργάσθηκε μέχρι τό 1948. Ὅλοι οἱ Πιστοί τόν ἀνεγνώριζαν σάν ἕνα ἐξαιρετικό κληρικό, στολισμένον μέ ἰδιαίτερα χαρίσματα ἀπό τόν Θεό.
Ὁ λόγος του ἦτο ἀποφασιστικός, ἡ ματιά του διεισδυτική, τό μάτι τῆς ψυχῆς του διορατικό καί εἶχε τέτοια φυσικά χαρίσματα, τά ὁποῖα ἔθεσε στήν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Στό μοναστήρι αὐτό ὁ π. Ἀρσένιος ἐχρημάτισε ἡγούμενος, ἀλλά δέν ἐπιθυμοῦσε νά ἔχη κάποιο ἐπίσημο ὄνομα. Ὁπωσδήποτε ἦτο μεγάλος πατήρ γιά ὅλα τά θαυμαστά ἔργα τά ὁποῖα ἠμποροῦσε μέ τήν θεία βοήθεια νά κάνη. Ξεπερνοῦσε τούς πάντες ἀπό πάσης ἀπόψεως καί στήν μόρφωσι καί στήν ἀντίληψι καί στίς δυνατότητες γνώσεως καί ἐρεύνης. Πραγματικά ἦτο ἕνας ἄνθρωπος χαρισματοῦχος καί ἀνώτερος ὅλων.
Στά βουνά τῆς μονῆς Σίμπαντα ντέ Σιούς, μέ τήν βοήθεια μερικῶν χριστιανῶν, ἐσκάλισε ὁ Πατήρ, ἕνα πέτρινο κελλί. Σέ ἕνα τόσο μεγάλο ὑψόμετρο 1700 μέτρων φυσικά δέν ὑπῆρχε νερό. Τότε ἐπῆρε ὁ π. Ἀρσένιος ἕνα τρυπάνι καί τρυπώντας τόν βράχο, ἐξῆλθε ἄφθονο καί γευστικό νερό, ὅπως βγῆκε μέ τήν προσευχή τοῦ προφήτου Μωϋσέως στήν ἔρημο. Αὐτό τό νερό τρέχει μέχρι σήμερα.
Ἀκόμη καί κάτω στήν πεδιάδα, ὅπου εἶναι τό μοναστήρι, ἔδωσε ἐντολή ὁ Πατήρ καί ἔσκαψαν ἐργάτες. Ἐξῆλθε νερό μέ τίς προσευχές του, τό ὁποῖο πίνουν οἱ ἄνθρωποι καί δοξάζουν τόν Θεό. Πολλοί μέ τήν πίστι στόν Θεό, πίνοντας ἀπ᾿ αὐτό τό νερό, θεραπεύονται ἀπό διάφορες ἀρρώστειές τους. Αὐτό γίνεται μέχρι σήμερα. Ἐκεῖ δίπλα ἔκτισαν καί ἕνα μικρό ἐκκλησάκι, ὅπου πηγαίνουν οἱ Πιστοί γιά νά προσκυνήσουν καί νά προσευχηθοῦν.
Οἱ Πιστοί τακτοποιοῦσαν τά θέματα τῆς ζωῆς τους σύμφωνα μέ τήν γνώμη τοῦ Πατρός, ὁ ὁποῖος εἶχε τήν ἀπάντησι ἕτοιμη γιά τόν καθένα μέ τόν θεῖο φωτισμό.
Τώρα νά ἐξιστορήσουμε μερικά ἀπό τά θαυμαστά ἔργα του (θά ἠμποροῦσα νά τά ὀνομάσω θαύματα), διά τῶν ὁποίων ὁ Θεός ἀπεκάλυψε σέ πολλούς εὐλαβεῖς Χριστιανούς ὅτι ὁ π. Ἀρσένιος ἦτο προφήτης τῶν ἡμερῶν μας.
Ἀφ᾿ ὅτου χειροτονήθηκε ἱερεύς καί ἔλαβε καί τήν εὐλογία νά ἐξομολογῆ, συχνά στήν ἐξομολόγησι ἔλεγε στούς ἀνθρώπους πού ἤρχοντο τά ἀνεξομολόγητα ἁμαρτήματά τους (τά ὁποῖα αὐτοί τά ἔκρυβαν ἤ τά ξεχνοῦσαν) καί μόνο σέ μερικούς ἔδινε τήν εὐλογία νά κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Εἶχε τό χάρισμα ἀπό τόν Θεό ὁ π. Ἀρσένιος καί ἔβλεπε τήν ἐσωτερική κατάστασι τῶν ἀνθρώπων κι αὐτά πού εἶχαν κάνει στήν ζωή τους καί αὐτά πού θά τούς συμβοῦν.
Βλέποντας ὅμως ὁ Πατήρ ὅτι πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς, πού ἐξωμολογοῦντο, δέν ἄλλαζαν τόν τρόπο τῆς ζωῆς τους, ἀλλά συνέχιζαν μέ τίς κακές ἐπιθυμίες τους καί τά ἁμαρτήματά τους καί γνωρίζοντας ὅτι θά εἶναι ἐγγυητής γιά τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους στήν Μέλλουσα Κρίσι, παρεκάλεσε τόν Θεό νά τοῦ ἀποκαλύψη γιά ποιά αἰτία οἱ ἄνθρωποι δέν ἀφήνουν τίς ἁμαρτίες τους.
Καί μία ἡμέρα, καθήμενος σ᾿ ἕνα κάθισμα στόν κῆπο τοῦ μοναστηριοῦ καί κυττάζοντας πρός τό βουνό, βλέπει ὅτι ἐμφανίσθηκε στήν κορυφή τοῦ βουνοῦ ἕνα μεγάλο σύννεφο, μαῦρο καί σκοτεινό καί μέσα σ᾿ αὐτό ἀκουγόταν φασαρία καί πολύς θόρυβος.
Ἀντικρύζοντας μέ περισσότερη προσοχή, παρετήρησε ὅτι ξαφνικά τό σύννεφο χωρίσθηκε σέ δύο μέρη καί στό μέσον τοῦ συννέφου, φάνηκε ἡ κορυφή τοῦ βουνοῦ, ὅπου ὑπῆρχε βασιλικός θρόνος περικυκλωμένος ἀπό φωτιά καί ὁ σατανᾶς νά κάθεται ἐκεῖ ἔχοντας γύρω του πολλούς δαίμονες.
Ἄκουσε τότε ὁ π. Ἀρσένιος τόν Ἑωσφόρο νά λέγη στούς δαίμονες:
-Ποιός ἀπό ἐσᾶς εἶναι ἐπιτήδειος νά εὕρη ἕνα πονηρό λογισμό, τόν ὁποῖον νά ψιθυρίσουμε στόν νοῦ τῶν ἀνθρώπων γιά νά τούς ἑλκύσουμε πρός τό μέρος μας κι ἔτσι νά κερδίσουμε πολλές ψυχές, νά κάνουμε μία βασιλεία μεγαλύτερη ἀπό ἐκείνη τοῦ Θεοῦ, διότι ὀλίγος καιρός ἀκόμη μᾶς ἔμεινε.
Τότε ἐμφανίζεται ἕνας διάβολος. Προσκύνησε τόν ἀρχηγό του μέχρι τοῦ ἐδάφους καί τοῦ εἶπε:
-Ἔξοχε τοῦ σκότους ἀρχηγέ, εὑρῆκα κατάλληλο νά ψιθυρίσω στούς ἀνθρώπους τόν λογισμό ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός.
Τότε ὁ ἀρχισατανᾶς τοῦ εἶπε: Δέν εἶναι πολύ καλή αὐτή ἡ πονηριά σου, διότι ἠμποροῦμε νά κερδίσουμε περισσότερους μέ ἄλλο τρόπο. Ἄς ἔλθη κάποιος ἄλλος.
Ἦλθε ὁ δεύτερος καί τοῦ εἶπε:
-Ἔξοχε τοῦ σκότους ἀρχηγέ, ἐγώ προτείνω, νά τούς ἀφήσουμε νά πιστεύουν στόν Θεό, ἀλλά νά τούς ψιθυρίσουμε ὅτι δέν ὑπάρχει, οὔτε παράδεισος οὔτε κόλασις καί ὅτι ἡ ζωή αὐτή ὑπάρχει μόνο μέχρι τοῦ τάφου.
Ὁ ἀρχισατανᾶς, μετά ἀπό ἀρκετή περίσκεψι τοῦ εἶπε:
Οὔτε μ᾿ αὐτή τήν πονηρή σκέψι θά ἠμπορέσουμε νά κερδίσουμε πάρα πολλούς, διότι ὁ Χριστός, ὅταν ἀνυψώθηκε στούς οὐρανούς, εἶπε στούς μαθητές Του: «Ἐν τῷ οἰκίᾳ τοῦ Πατρός μου μοναί πολλαί εἰσι...καί ἐάν πορευθῶ καί ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον, πάλιν ἔρχομαι καί παραλήψομαι ὑμᾶς πρός ἐμαυτόν...» (Ἰωάν.14,2-3). Ἀκόμη εἶναι ἀρκετά ριζωμένη αὐτή ἡ πίστις στό νοῦ τῶν ἀνθρώπων ὅτι ὑπάρχει Θεός καί Αὐτός θά τούς ἀνταμείψη κατά τά ἔργα τους. Λοιπόν, ἄς ἔλθη ἄλλος.
Ἔρχεται ὁ τρίτος καί λέγει, ἀφοῦ πρῶτα τόν προσκύνησε μέχρι τοῦ ἐδάφους:
- Ἔξοχε τοῦ σκότους ἀρχηγέ, ἐγώ προτείνω καλλίτερα νά ἐπαινοῦμε τούς ἀνθρώπους γιά τήν πίστι τους στόν Θεό, στήν ὕπαρξι τοῦ παραδείσου καί τῆς κολάσεως, στήν τελική Κρίσι, ἀλλά ταυτόχρονα, χωρίς διακοπές νά τούς ψιθυρίζουμε: «Μή βιάζεσθε νά μετανοήσετε.
Ἀφῆστε αὐτό τό ἔργο στά γεράματά σας, διότι ὁ θάνατος θ᾿ ἀργήση. Τώρα νά χαίρεσθε τίς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς, νά ἱκανοποιῆτε ὅλες τίς σαρκικές σας ἐπιθυμίες, διότι ἔχετε ἀρκετό χρόνο μπροστά σας»! Καί κάνοντας ἐμεῖς τά δελεαστικά μαγικά μας ἔργα, δέν θά καταλαβαίνουν αὐτοί πότε περνάει ὁ καιρός καί ἔρχεται τό τέλος τους. Ὁ θάνατος θά ἔρχεται ξαφνικά καί θά τούς εὑρίσκει ἀπροετοίμαστους καί τότε αὐτοί θά εἶναι γιά πάντα ἰδικοί μας.
Τότε ὁ ἀρχισατανᾶς ἐκούνησε τό κεφάλι του ἱκανοποιητικά. Ἐγρύλισε ἀπό μία διαβολική χαρά καί μέ μία βιαστική λαχτάρα τούς εἶπε:
-Πηγαίνετε καί κάνετε, ὅπως ἀκούσατε ἀπό τόν συνάδελφό σας!
Ἔτσι, μόνο τυπικά καί γιά τά μάτια τοῦ κόσμου ἐκπληρώνουν οἱ ἄνθρωποι τά χριστιανικά τους καθήκοντα, ἐφ᾿ ὅσον σέ κάθε στιγμή οἱ πονηροί δαίμονες τούς ψιθυρίζουν δελεαστικά γιά τίς ἀπολαύσεις αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί οἱ ἄνθρωποι ὑπακούουν. Δέν ἀλλάζουν τήν τακτική τους καί συνεχίζουν νά ἱκανοποιοῦν τίς ἐπιθυμίες τους καί τίς ἁμαρτίες τους, περιφρονώντας τίς πατρικές συμβουλές καί τήν ἀληθινή μετάνοια, ἔστω καί στά γεράματά τους.
Μετάφρασις ἐπιμέλεια
ὑπό ἀδελφῶν Ἱερᾶς Μονῆς
Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
2003
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
Γιά νά διαβάσετε τα ὑπόλοιπα μέρη πατήστε Γέροντας Ἀρσένιος Μπόκα - βαθμίδες μοναχικῆς πολιτείας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.