Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2012

Γιά νά μήν σταναχωρηθεῖ ὁ γέροντάς μου - Ἡ μοναχή Ἀντωνία καί ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ


Γιά νά μήν σταναχωρηθεῖ ὁ γέροντάς μου - Ἡ μοναχή Ἀντωνία καί ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ

 Αυτές οι δύο καλογριές, Λουκία και Αντωνία, πού έφεραν ονόματα Άγιων, προς τιμήν των οποίων υπήρχαν παρεκκλήσια στην μονή του Ευαγγελισμού, ήτανε το ευλογημένο ζευγάρι, πού αροτριούσε τα μπαΐρια του μοναστηριού- τα δυο ευλογημένα ζώα, πού θέρμαιναν με την ζεστή τους αναπνοή το Βρέφος το τεχθέν τα δύο ζώα, πού ανάμεσα τους γνώριζες τον Χριστό Θεό.
Εύρισκαν εκπλήρωση τού Προφήτου τα λόγια: «Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση».
Πώς να μη θυμάσαι την Αντωνία, πού αυγή-αυγή σκόλη-καθημερινή με τις γαλότσες στα πόδια και τα ράκη της έτρεχε να περιποιηθεί τα ζώα; Αγαπούσε τόσο πολύ το διακόνημά της, πού πασιχαρής έφθανε στον στάβλο. Έτρεχε σαν μικρή κοπελούδα. Δεν φαίνεται πώς πάταγε στην γη’ έχω την εντύπωση πώς πέταγε. Ολοπρόθυμα εκτελούσε την ταπεινή της διακονία, αγόγγυστα, χωρίς κοντανάσες και φυσήματα δύστηνα και λογισμούς: «Οι άλλες στο γραφείο, στο ραφείο, στην εκκλησία- εγώ στα ζώα».

Και αυτό όχι μόνον κάποιες φορές, άλλ’ όλες τις μέρες της αφιέρωσής της. Και τα ευλογημένα ζώα ενστικτωδώς καταλάβαιναν την αγάπη και την φροντίδα της γι’ αυτά και πανηγύριζαν στην ταπεινή της παρουσία. Πάντα σιγοψιθύριζα στην θέα της: «Να ο Κουκουζέλης με τα τραγιά στον Άθωνα’ κι εκείνα, την ώρα πού έψαλλε στις ρεματιές και τους λόγγους, άφηναν  την βοσκή και εκστατικά τον άκουγαν». Τραυλή και ισχνόφωνη όπως ήταν, θύμιζε τον Μωυσή, πού έβοσκε τα πρόβατα του πεθερού του Αιθήρ. Τα εύρισκε η Αντωνία με τα ζουλάπια.
Την ρωτούσα διάφορα για το διακόνημά της και μού απαντούσε:
- Οι ταπεινές διακονίες βοηθούνε τον αδύναμο άνθρωπο στην μετάνοια. Μια χρονιά λοιπόν πού ξεκινούσε, κατά την συνήθεια, ή αδελφή Αντωνία να πάει και πάλι στην Σάμο για τις ελιές, πήγε στον Γέροντα, για να χαιρετίσει και να πάρει την ευχή του. Εκείνος με πολλή πατρική αγάπη της λέει:
- Να πάς, παιδί μου, στην ευχή τού Θεού και της Παναγίας, αλλά θέλω,  πρώτα ό Θεός, να είσαι πίσω στο μοναστήρι παραμονή Χριστουγέννων οπωσδήποτε.
-Να ‘ναι ευλογημένο, Γέροντα -λέει η αδελφή και ξεκινά.     
 Έφυγε πράγματι η αδελφή Αντωνία, πήγε στην Σάμο και μάζευε με πολλή προθυμία τις ελιές. Κάθε μέρα της έδιναν ένα καλάθι ελιές και λίγο λάδι. Όταν τελείωσε το μάζεμα των ελιών, συγκέντρωσε ότι της είχαν δώσει και ετοιμάστηκε να φύγει για το μοναστήρι, γιατί ήδη ήταν προπαραμονή Χριστουγέννων και έπρεπε, κατά την εντολή τού Γέροντα,  να επιστρέψει στην Μονή.
Την εποχή εκείνη όμως δεν υπήρχαν αυτοκίνητα και ο μόνος τρόπος για να μεταφερθεί κάποιος στο λιμάνι ήταν οι αγωγιάτες, οι όποιοι είχαν άλογα με καρότσες και έβαζαν μέσα εκεί τα πράγματα. Πηγαίνει και η αδελφή Αντωνία και βρίσκει τον μοναδικό αγωγιάτη τού χωριού και του λέει:
- Σάς παρακαλώ πολύ, μπορείτε να με πάτε στο λιμάνι, για να φύγω για την Πάτμο; Έχω και μερικά πράγματα μαζί μου. Και όσο κάνει θα σας πληρώσω.
Ο αγωγιάτης, αντί άλλης απαντήσεως, άρχισε να φωνάζει και να την βρίζει άσχημα. (Ήταν κομμουνιστής, όπως αργότερα έμαθε ή αδελφή.)
- Φύγε από κοντά μου. Δεν θέλω ούτε να σε βλέπω, όχι να σε πάω και στο λιμάνι -της έλεγε. Η αδελφή τον παρακαλούσε, λέγοντάς του:
- Άνθρωπέ μου, μόνον ηρέμησε και μη με πάς στο λιμάνι. Τόσο πολύ είχε αγριέψει, πού νόμιζε ότι θα της έκανε κακό.
Τί να έκανε η αδελφή Αντωνία; Ήδη είχε αρχίσει να βραδιάζει και δεν είχε πλέον άλλα περιθώρια. Γύρισε και κλείστηκε στο φτωχικό σπιτάκι πού έμενε με μεγάλη λύπη, διότι ξημέρωνε παραμονή Χριστουγέννων και δεν μπορούσε να κάνη την υπακοή που της έβαλε ο Γέροντας.
- Δεν με ένοιαζε για μένα -μου έλεγε- όσο ήθελα να μη στενοχωρήσω τον Γέροντα.
Εκεί μέσα στο σπιτάκι της γονάτισε και όλη την νύχτα προσευχόταν με δάκρυα στους Αρχαγγέλους πού έχουμε κοντά μας. Τούς είχε μεγάλη ευλάβεια. Η προσευχή της ήταν η εξής: «Αρχάγγελέ μου Μιχαήλ, εσύ πού τα φτερά σου είναι μεγάλα και δυνατά και έχεις παρρησία στον Θεό, βρες τρόπο να φύγω, για να μη στενοχωρηθεί ο Γέροντας μου και φώτισε και τον αγωγιάτη να μη μου κάνη κακό». Αυτά έλεγε όλη την νύχτα και παρακαλούσε τον Αρχάγγελο με δάκρυα.
Τι οικονόμησε λοιπόν ο Θεός; Όταν ο αγωγιάτης πήγε στο σπίτι του και έπεσε να κοιμηθεί, βλέπει στον ύπνο του ένα νέο λαμπερό και του λέει:
-Γιατί δεν θέλεις να πας την καλόγρια στο λιμάνι; Ο αγωγιάτης τότε αγρίεψε και λέει στον νέο:
-Ποιος είσαι εσύ, πού τόλμησες να έρθεις στο σπίτι μου τέτοια ώρα και με διατάζεις;
Ο νέος του απαντά:
-Το ποιος είμαι εγώ, θα το δεις, αν δεν κάνης αυτό πού σού λέω.
Τού λέει ο αγωγιάτης:
- Δηλαδή με φοβερίζεις;
Και πήγε να σηκωθεί για να τον δείρει.
- Στάσου! -του λέει ο νέος-Εγώ πού σε διατάζω είμαι ο αρχάγγελος Μιχαήλ και, εάν δεν σηκωθείς να την πάρεις την μοναχή τώρα στο λιμάνι να φύγει, αύριο θα είσαι πεθαμένος. Θα σου πάρω εγώ την ψυχή σου.
Ακούγοντας αυτά σηκώθηκε με τρόμο πολύ, παίρνει αμέσως το άλογο με την καρότσα και πηγαίνει εκείνη την ώρα στο σπιτάκι πού έμενε η αδελφή κι αρχίζει να χτυπά δυνατά την πόρτα.Η αδελφή βρισκόταν ακόμη γονατιστή στην προσευχή. Μόλις άκουσε τα χτυπήματα στην πόρτα έτρεξε και άνοιξε, αλλά αντικρίζοντας τον αγωγιάτη τρόμαξε υπερβολικά και θέλησε να ξανακλείσει την πόρτα. Εκείνος όμως της φώναξε και της είπε:
- Φέρε γρήγορα τα πράγματά σου, φέρε τα πράγματά σου!
- Μα, άνθρωπέ μου, τί έπαθες, πώς σού ήρθε τέτοια ώρα; Κα! πάλι εκείνος τρομαγμένος της λέει:
- Φέρε, σού λέω, τα πράγματά σου και δεν έχω καμιά όρεξη να τα βάλω με αυτόν.
-Τα φόρτωσε επιτέλους και μετά της λέει:
 Ανέβα κι εσύ.
Η αδελφή ανέβηκε με την ψυχή στο στόμα από τον φόβο της. Καθώς προχωρούσαν στον δρόμο της λέει ο αγωγιάτης:
- Δεν μου λες, καλογριά μου, τί σχέση έχεις εσύ με τον Ταξιάρχη και ήρθε απόψε στον ύπνο μου και με φοβέριζε; «Αν δεν πάς την καλογριά στο λιμάνι -μου είπε- αύριο θα είσαι πεθαμένος, δεν θα ζεις». Λοιπόν γι’ αυτό σε πάω, γιατί δεν έχω καμιά όρεξη να τα βάλω με τον Ταξιάρχη.
Η αδελφή, ύστερα από αυτό, συγκινημένη ευχαρίστησε τον Θεό, την Παναγία μας και τον Ταξιάρχη, πού την βοήθησε να φύγει και να κάνη την υπακοή της.
Στον αγωγιάτη εξήγησε ότι προσευχόταν όλη την νύχτα στον Ταξιάρχη να την βοηθήσει, γι’ αυτό έγινε αυτό το θαύμα.
Έτσι, η αδελφή Αντωνία αξιώθηκε πράγματι να φθάση στο μοναστήρι παραμονή Χριστουγέννων, χάριν της υπακοής της και της θαυματουργικής επεμβάσεως του Αρχαγγέλου.
Η Αντωνία, πλήρης ημερών και καλών έργων, απήλθεν εις τας αιωνίους μονάς και συναγάλλεται μετά των Αγγέλων και των απ’ αιώνος αμμάδων.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ- ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΩΝ ΜΟΝΑΖΟΥΣΩΝ. ΙΕΡΟΝ ΔΟΧΕΙΑΡΙΤΙΚΟΝ ΚΕΛΛΙΟΝ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ.
ΑΓΙΩΝ ΌΡΟΣ 2012
 http://agathan.wordpress.com
hristospanagia3.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου