Οἱ βαθμίδες τῆς μοναχικῆς πολιτείας
Ἱερομονάχου Γέροντα Ἀρσενίου Μπόκα (+1910-1989)
Μέρος Γ'
Μέ τό χάρισμα τῆς προοράσεως μέ τό ὁποῖον τόν ἐπροίκισε ὁ Θεός ἐπρόσεχε στά βάθη τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων μέ μία μοναδική ἀκρίβεια σ᾿ αὐτούς πού ἤρχοντο νά τόν συμβουλευθοῦν.
Κάποια ἡμέρα ἦλθε σ᾿ αὐτόν μία κοπέλλα μέ τόν λογισμό νά τόν πειράξη, ἀλλά ὁ πατήρ τῆς εἶπε: «Ἐσύ, κορίτσι μου, βλέπε ὅτι σέ ζητεῖ ὁ Νυμφίος καί ἑτοιμάσου διότι εἶναι καθ᾿ ὁδόν καί ἔρχεται νά σέ πάρη». Καί μετά ἀπό μερικές ἡμέρες ἦλθε ὁ Νυμφίος (διά τοῦ θανάτου) καί τήν παρέλαβε.
Σέ δύο νέους πού ἤθελαν νά νυμφευθοῦν τούς εἶπε: Νά μή νυμφευθῆτε διότι εἶσθε ἀδέλφια. Καί πράγματι ἦσαν ἀδέλφια κατά σάρκα.
Ἄλλοτε, στό τέλος μιᾶς Θείας Λειτουργίας, πού λειτουργοῦσε σ᾿ ἕνα ἐκκλησάκι τοῦ δάσους, ἦλθαν δύο οἰκογένειες ἀπό τό γειτονικό ὁμώνυμο χωριό Σίμπατα ντέ Σιούς. Ἡ μία εἶχε ἕνα γυιό καί ἡ ἄλλη μία κόρη καί εἶπαν στόν π.Ἀρσένιο:
-Πάτερ, οἱ νέοι αὐτοί θέλουν νά νυμφευθοῦν.
Ἀντικρύζοντάς τους καί τούς δύο εἶπε στόν νέο ὁ Πατήρ:
-Παιδί μου, ψάξε νά εὕρης ἄλλη κοπέλλα, διότι πολύ ὁμοιάζεις μ᾿ αὐτή τήν κοπέλλα.
Ἐπιστρέφοντας ὁ Πατήρ στά γειτονικά ἐκεῖνα χωριά, εἶπε στούς γονεῖς τῶν δύο παιδιῶν:
-Ἐσεῖς δέν βλέπετε ὅτι ὁμοιάζουν πολύ σάν ἀδέλφια; Εἶναι μεγάλη ἁμαρτία νά νυμφευφθοῦν, ἐνῶ εἶναι ἀδέλφια.
Τότε ὁ νέος εἶπε πρός τόν π.Ἀρσένιο:
-Τήν ἁμαρτία αὐτή θά τήν πάρουμε ἐπάνω μας ἐμεῖς, πάτερ!
Τί συνέβη στήν συνέχεια; Ἐνυμφεύθηκαν καί τό πρῶτο παιδί τους γεννήθηκε εὔρωστο, τό δεύτερο καί τό τρίτο κωφάλαλα, τό ἄλλο, εἶχε ἐπιληψία καί μετά ἀπό ὀλίγο καιρό ἀπέθανε. Μετά ἀπό ὀλίγα χρόνια τό πρῶτο παιδί τους σκοτώθηκε σέ τροχαῖο ἀτύχημα πού συνέβη ἔξω ἀπό τό μοναστήρι Σίμπατα ντε Σιούς.
Ἡ σύζυγος τοῦ νέου ἐκείνου, πού εἶπε ὅτι θά ἀψηφήση τήν ἁμαρτία, ἀρρώστησε καί πάντοτε ἐρωτοῦσε τόν ἑαυτό της: «Γιατί ὑποφέρω τόσο πολύ;» Ἦλθε στό μοναστήρι Σίμπατα ντέ Σιούς γιά νά ἐπιτελέση 40 Λειτουργίες καί νά ἀποκαλύψη ὁ Θεός ποιά εἶναι ἡ ἐνοχή της καί ἡ αἰτία αὐτῶν τῶν μεγάλων παιδεύσεων, πού έξέσπασαν ἐπάνω τους.
Ὅταν συνεπληρώθησαν οἱ 20 Λειτουργίες σκέφθηκαν νά φέρουν καί τά ὑπόλοιπα χρήματα γιά νά κάνουν καί τίς ὑπόλοιπες. Βλέποντας ἡ πενθερά της ὅτι ἀνεχώρησε ἡ νύμφη της ἀπό τό μοναστήρι, βγῆκε μπροστά της νά τήν συναντήση. Ὅταν συναντήθηκαν, ἡ νύμφη τῆς εἶπε:
-Μαμά, γιατί ἦλθες μπροστά μου;
Ἡ πενθερά της, ἐλεγχομένη ἀπό τήν συνείδησί της τῆς εἶπε:
-Ἐσύ, Βιορίκα, ἔφυγες τώρα ἀπό τό μοναστήρι καί πᾶς νά φέρης χρήματα γιά τίς ὑπόλοιπες Λειτουργίες, λόγῳ τῶν πολλῶν συμφορῶν σου! Ἐγώ ὅμως δέν ἠμπορῶ ἄλλο νά ὑπομείνω καί ἦλθα νά σοῦ εἰπῶ, ὅτι ἐσύ καί ὁ ἄνδρας σου εἶσθε κατά σάρκα ἀδέλφια!
Τότε ἡ κοπέλλα ἄρχισε νά κλαίη καί τῆς εἶπε:
-Γιατί δέν μέ κατέστησες προσεκτική τότε καί δέν μοῦ εἶπες τήν ἀλήθεια; Βλέπεις, ὅτι ἐπαληθεύθηκαν τά λόγια τοῦ π. Ἀρσενίου;
Μιά ἄλλη φορά ἦλθε μία γυναῖκα καί εἶπε στόν Γέροντα ὅτι ἔχασε ἤ ὅτι τῆς ἔκλεψαν 20.000 λέϊ. Ἀλλά ὁ Πατήρ, πρίν τοῦ εἰπῆ ἐκείνη τό πρόβλημά της, τῆς τό ἀνεκοίνωσε ὁ ἴδιος ὅτι μέ τά χρήματα αὐτά ἔπρεπε νά πληρώση γιά νά γεννηθοῦν δύο παιδιά της, καί τά δύο κορίτσια, καί ὅτι ἀπό τότε καί στό ἑξῆς δέν θά ἔχη προκοπή τό σπίτι της, διότι οἱ ψυχές τῶν παιδιῶν αὐτῶν, τά ὁποῖα ἐσκότωσε μέ ἔκτρωσι, ζητοῦν τήν ἐκδίκησι ἀπό τούς γονεῖς τους.
Αὐτούς πού κλέπτουν χρήματα, τούς ἀπεκάλυπτε. Τίς γυναῖκες πού βάφονται τίς ἐμάλωνε σκληρά. Τούς καπνιστές τούς ἀπηγόρευε πάλι νά καπνίζουν. Τούς ἱερεῖς, πού ἐκάπνιζαν τούς ἐμάλωνε πολύ αὐστηρά καί τούς ἔλεγε:
-Ἐσεῖς εἶσθε οἱ χριστοφόροι πού κοινωνεῖτε τόν Χριστό καί Τόν ἔχετε πάντοτε μέσα σας; Καί πῶς βάζετε τσιγάρο στό στόμα σας, ἐνῶ πρό ὀλίγου μεταλάβατε τόν Χριστό; Φωτιά δίνετε στόν Χριστό, φωτιά θά σᾶς δώση καί θά σᾶς καύση καί Ἐκεῖνος!
Στόν καιρό τοῦ πολέμου ἤρχοντο νέοι, οἱ ὁποῖοι ἔπρεπε νά ἀναχωρήσουν γιά τό μέτωπο. Σέ μερικούς ἔδινε νά τοῦ φιλήσουν τό χέρι, πρίν ἀναχωρήσουν, ἐνῶ σέ ἄλλους δέν τούς τό ἔδινε. Σ᾿ αὐτούς πού δέν τούς τό ἔδινε, τόν ἐρωτοῦσαν:
-Πάτερ, γιατί σ᾿ ἐμᾶς δέν ἔδωσες τό χέρι νά τό ἀσπασθοῦμε; Καί ὁ Πατήρ τούς ἀπαντοῦσε:
-Μ᾿ ἐσᾶς θά συναντηθῶ πάλι, ἀλλά μέ τούς ἄλλους ὄχι.
Καί πράγματι, ὅσοι τοῦ ἠσπάζοντο τό χέρι, ἀπέθνησκον στόν πόλεμο.
Ἡ μητέρα τοῦ π. Ἀρσενίου, ἡ ὁποία δέν ἐγνώριζε τίποτε γι᾿ αὐτόν, ἀκούοντας ὅτι στό μοναστήρι Σίμπατα ντέ Σιούς εἶναι ἕνας πατήρ, ὁ ὁποῖος κατάγεται ἀπό τήν περιοχή Μπράντ τῆς Χουνεντοάρας, ἔλεγε: Σίγουρα αὐτός εἶναι τό παιδί μου καί ἐπῆρε τό τραῖνο νά τόν συναντήση. Ὁ Πατήρ μέ τό προορατικό χάρισμα πού εἶχε, τήν εἶδε νά ἔρχεται καί ἔστειλε ἕνα χριστιανό μέ τό κάρρο στόν σταθμό.
Τοῦ εἶπε ἐν τῷ μεταξύ τί ὥρα φθάνει τό τραῖνο καί σέ ποιό τροχιόδρομο θά σταματήση. Ὅταν ἔφθασε τό τραῖνο, ἡ πόρτα τοῦ βαγονιοῦ μέ τό ὁποῖο ἐρχόταν ἡ μητέρα του, σταμάτησε ἀκριβῶς ἐκεῖ πού περίμενε ὁ καροτσιέρης. Κατεβαίνοντας ἡ μητέρα του, τόν ἐρώτησε πῶς ἠμπορεῖ νά πάη στό τάδε μοναστήρι καί ἐκεῖνος τῆς εἶπε: «Ἔλα μαζί μου, διότι γιά ἐσᾶς μ᾿ ἔστειλε ὁ Πατήρ»!
Τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔρχεται πολύς κόσμος καί ἕνα ἄγημα στρατοῦ στό μοναστήρι, πού ἑορτάζει. Ἐτέλεσαν τόν ὄρθρο μέσα στήν μικρή ἐκκλησία τῆς μονῆς καί ὁ Πατήρ εἶπε, ἐπειδή οἱ Χριστιανοί ἦσαν πολλοί, νά τελεσθῆ ἡ Θ. Λειτουργία ἔξω, σέ εἰδικό Βῆμα πού ὑπῆρχε γιά τόν σκοπό αὐτό. Ὅταν ὁ Πατήρ εὑρίσκεττο στήν ὡραία πύλη , ἕνας ψάλτης, πού στεκόταν δίπλα του, ἐξεπλάγη κάποια στιγμή καί τόν ἐφώναξε:
-Ἀλλοίμονό σου, Πάτερ!
-Ὁ Πατήρ τόν σταμάτησε λέγοντάς του:
-Τί εἶναι;
-Πάτερ, εἶσαι περικυκλωμένος ἀπό φωτιά.
Ἦτο τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν. Καί τοῦ εἶπε κατόπιν ὁ Πατήρ: «Κι ἐγώ αἰσθανόμουν ὅτι εὑρισκόμουν μέσα σέ φλόγες»!
Ὅταν κάποτε ἐδιάβασε τήν εὐχή τῆς μεταβολῆς τῶν Θείων Δώρων σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ, ἦλθε ἕνα πουλάκι καί ἐμελώδησε τρεῖς φορές ἐπάνω στήν Ἅγία Τράπεζα καί κατόπιν ἐπέταξε ἔξω.
Μετάφρασις ἐπιμέλεια
ὑπό ἀδελφῶν Ἱερᾶς Μονῆς
Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
2003
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.