Δευτέρα 2 Μαΐου 2011

Άγιος Αθανάσιος ο Πατελλάρος ο καθήμενος (με άφθαρτο λείψανο) +2 Μαίου


Ο Άγιος Αθανάσιος ο Πατελλάρος (ο καθήμενος, όπως τον ονομάζουν οι Ρώσοι) γεννήθηκε γύρω στα 1580 στην Κρήτη Το όνομά του ήταν Αλέξιος Πατελλάρος (ή Πατελάρος), ο μετέπειτα άγιος Αθανάσιος.

Η  Κρήτη τότε ήταν κάτω από τους Ενετούς κι έτσι ο μικρός Αλέξιος μορφώθηκε στα σχολεία τους και έλαβε κατώτερη και ανώτερη μόρφωση σύμφωνα με τα δικά τους μέτρα. Μορφώθηκε αρκετά καλά ώστε έγινε σύντομα ένας συγκροτημένος φιλόσοφος, φιλόλογος και εξαίρετος ομιλητής.
Από μικρός έδειξε ιδιαίτερη συμπάθεια και κλίση προς το μοναχισμό. Γι’ αυτό πορεύθηκε προς το Όρος Σινά και το Άγιον Όρος, όπου γνώρισε και έζησε από κοντά το μοναστικό ιδεώδες.

Μελέτη και προσευχή ήταν τα όπλα του, που τον βοήθησαν στην συνέχεια σε μια περιπετειώδη ζωή. Στο Άγιον Όρος εγκαταβίωσε στην μονή Εσφιγμένου, αφού προηγουμένως έζησε για λίγο σε μονή στην Θεσσαλονίκη, όπου εν τω μεταξύ χειροτονήθηκε διάκονος και πήρε το όνομα Ανανίας.


Απ’ εκεί ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους και στην επιστροφή του έζησε μόνος πια σ’ ένα κελλί κοντά στις Καρυές. Η ζωή του τώρα ήταν ασκητική, αφιερωμένη ολοκληρωτικά στη νηστεία, τη μελέτη και την προσευχή. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και άλλαξε το όνομά του σε Αθανάσιος, το οποίο διατήρησε σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του.

Την εποχή εκείνη πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο εθνομάρτυρας Κύριλλος Λούκαρις, που καταγόταν επίσης από την Κρήτη. Ο Κύριλλος Λούκαρις πληροφορήθηκε για την ανώτερη κατάρτιση, αλλά και τα προσόντα του Αθανάσιου.
Στη Θεσσαλονίκη, που υπηρέτησε για μικρό χρονικό διάστημα, απέκτησε τη φήμη μεγάλου ιεροκήρυκα και θαυμάσιου χειριστή του προφορικού και γραπτού λόγου. Τον κάλεσε έτσι ο Κύριλλος Λούκαρις στην Κωνσταντινούπολη, όπου τον διόρισε προσωπικό του γραμματέα και σύμβουλο. Εκτίμησε τις γνώσεις και τις αρετές του, γι’ αυτό σύντομα ο Αθανάσιος χειροτονήθηκε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1630-1634).

Τα γεγονότα όμως στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως δεν είχαν θετική εξέλιξη. Ο προστάτης και ευεργέτης του Κύριλλος Λούκαρις με τις ξένες επεμβάσεις, ιδιαίτερα των Ιησουϊτών, εξορίζεται στην νήσο Τένεδο και τη θέση του καταλαμβάνει ο ίδιος ο Αθανάσιος. Δεν έμεινε όμως για αρκετό χρονικό διάστημα στον Πατριαρχικό Θρόνο.

Κατόρθωσε να παραμείνει μόνο σαράντα μέρες. Κατηγορίες και συκοφαντίες τον βρίσκουν στερημένο κάθε δικαιώματος αλλά και καθηρημένο. Στην κατάσταση αυτή ο Αθανάσιος βρήκε πάλι καταφύγιο στο Άγιον Όρος, στο παλαιό του κελλί στις Καρυές, αλλά όχι για πολύ. Τον Σεπτέμβριο του 1635 ο Αθανάσιος έφθασε στην Αγκώνα της Ιταλίας. Δεν έμεινε όμως για πολύ εκεί. Στις 25 Οκτωβρίου τον βρίσκουμε στην Βενετία.

Με τη μεσολάβηση γνωστών του προσπάθησε να επανέλθει στο Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ή της Θεσσαλονίκης. Απαίτηση των Ενετικών αρχών και άλλων στενών συνεργατών της κούριας του Βατικανού ήταν να γράψει ομολογία πίστεως προς τον Πάπα της Ρώμης. Αυτό δεν το έκανε ο Αθανάσιος.
Αφού ταξίδεψε στη συνέχεια στη Χίο, Πάτμο, Πάρο, Μήλο, Κύθηρα, Ζάκυνθο και Κέρκυρα, κατόρθωσε με την επέμβαση της Ενετικής εξουσίας να επανέλθει στη μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Εδώ παρέμεινε από τον Αύγουστο του 1637 μέχρι τον Ιούνιο του 1638.

Οι διαμάχες όμως στο Πατριαρχείο συνεχίστηκαν λόγω των ξένων επεμβάσεων. Έτσι στο θρόνο ανέβηκε τώρα ο Κύριλλος Κονταρής, αφού οι Ιησουίτες στραγγάλισαν τον Κύριλλο Λούκαρι. Η κατάσταση αυτή δεν ήταν καθόλου ευχάριστη.
Έτσι ο Αθανάσιος, φοβούμενος για την ζωή του, εγκαταλείπει τη Θεσσαλονίκη και φθάνει μέσω Κωνσταντινουπόλεως στη Χίο. Αλλά και πάλι οι διάφορες συγκυρίες τον βοήθησαν να επανέλθει στη Θεσσαλονίκη, αυτή τη φορά προεδρικώς. Από τον Αύγουστο του 1639 μέχρι το 1643 παρέμεινε εκεί, έχοντας υπό την κυριαρχία του και την πατριαρχική μονή των Βλατάδων.
Στην συνέχεια ο Αθανάσιος ταξίδεψε «εις τα μέρη της άνω Μυσίας». Σε μια μονή του Ιασίου ο Αθανάσιος εφησύχαζε γράφοντας διάφορα έργα και μεταφράζοντας βιβλία της Αγίας Γραφής στη Νεοελληνική γλώσσα Με τους εκεί ηγεμόνες ανέπτυξε φιλικές σχέσεις, αφού στόχος του ήταν να επιστρέψει σαν πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Τελικά επιστρέφει τον Ιούνιο του 1652 και παραμένει μόνο σαράντα μέρες.

Μετά από πολλές εκκλήσεις στους τσάρους Αλέξιο και Μιχαήλ ο Αθανάσιος έφθασε στη Μόσχα στις 15 Απριλίου 1653 συνοδευόμενος από πολλούς ιερωμένους και λαϊκούς, όπως τον αρχιμανδρίτη Νεόφυτο και τον κελλάρη Γρηγόριο του μοναστηρίου της Αναλήψεως της Κρήτης, τον αρχιμανδρίτη Χριστόφορο από τη Θεσσαλονίκη, τον αρχιμανδρίτη Δοσίθεο από τα Ιωάννινα, και άλλους διακόνους και λαϊκούς.

Ο αυτοκράτορας της Ρωσίας στις 22 Απριλίου δέχθηκε επίσημα τον πρώην Κωνσταντινουπόλεως Αθανάσιο και τη συνοδεία του. Η υποδοχή ήταν λαμπρή με όλες τις πρέπουσες τιμές.Η υποδοχή ήταν λαμπρή με όλες τις πρέπουσες τιμές.

Ο αυτοκράτορας έστειλε το προσωπικό του άλογο, για να μεταφέρει τον Αθανάσιο στα ανάκτορα της Μόσχας μαζί με τον Έλληνα διερμηνέα. Η άφιξη του Αθανασίου ήταν επιβλητική. Η υποδοχή από τον Τσάρο και τους δικούς του έγινε στην τραπεζαρία του παλατιού.
Ένας διάκονος της αυλής του Τσάρου παρουσίασε τον Αθανάσιο και τη συνοδεία του στον Τσάρο με τα εξής λόγια: «Μεγάλε αυτοκράτορα και τσάρε, πρίγκιπα Αλέξιε Μιχαήλοβιτς, αυτοκράτορα όλης της Ρωσίας και κάτοχε πολλών κρατών – Αθανάσιος ο πρώην πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και οι άλλοι γέροντες σε σένα, μεγάλε αυτοκράτορα, υποβάλλουν την υπακοή τους».

Στη συνέχεια πρόσφερε ο Πατριάρχης τα εξής δώρα στον αυτοκράτορα: μια εικόνα του Σωτήρος Χρίστου, ένα ξύλινο ανάγλυφο σταυρό, λείψανα του Ευαγγελιστή Ματθαίου, το άγιο μύρο που ευλόγησαν οι τέσσερις πατριάρχες της Ανατολής, από τον αρχιμανδρίτη των Ιωαννίνων ένα ξύλινο σταυρό, από την Κρήτη λείψανα του αγίου Αλεξίου, ανθρώπου του Θεού. Στη συνέχεια ο Πατριάρχης Αθανάσιος εξεφώνησε λόγο και ο αυτοκράτορας ρωτούσε να μάθει σχετικά με τη σωτηρία εν συντομία.

Μετά ο αυτοκράτορας ζήτησε από τον Πατριάρχη να καθίσει για ν’ ακούσει τα δώρα του Τσάρου: ένα ασημένιο κύπελλο, δαμασκηνό ύφασμα και άλλα ενδύματα και εκατό ρούβλια… Η υπόλοιπη συνοδεία του Πατριάρχη έλαβε επίσης άλλα μικρότερα δώρα και χρηματικό ποσό. Ένα μικρό απόσπασμα από τον λόγο του Αθανάσιου είναι σημαντικό να αναφερθεί:…
«Είμαστε με το θέλημα του Θεού πτωχοί και χάσαμε τους Έλληνες βασιλείς μας για τις αμαρτίες μας και τώρα ζούμε κάτω από τον ζυγό των απίστων. Μόνο συ ο Τσάρος είσαι προστάτης και στύλος της πίστεως και βοηθός στις καταστροφές μας…».

Ο πρώην Κωνσταντινουπόλεως Αθανάσιος και η συνοδεία του επισκέφτηκαν την Λαύρα του  Αγίου Σεργίου και άλλες μεγάλες μονές της Ρωσίας. Εν τω μεταξύ ο Τσάρος υστέρα από παράκληση του Αθανασίου του χάρισε μια πλήρη αρχιερατική στολή με μίτρα και εγκόλπιο, όπως και πολλές εικόνες για την μονή του Αγίου Νικολάου της Μολδαβίας.
Στις 12 Δεκεμβρίου εκλήθησαν εν νέου ο Πατριάρχης και η συνοδεία του από τον Τσάρο για την αποχαιρετιστήρια τελετή της επιστροφής. Τους δέχθηκε τώρα στην χρυσή αίθουσα του Θρόνου. Ακολούθησε η ίδια τελετή και προσεφέρθησαν στο τέλος φαγητά και ποτά στους υψηλούς επισκέπτες.

Ο Αθανάσιος άφησε στον Τσάρο ένα εκτενές ευχαριστήριο γράμμα και αναχώρησε με την συνοδεία του μέσα στο βαρύ χειμώνα με χιόνια και φοβερό κρύο.
Γι’ αυτό κουρασμένος από την πορεία του αυτή αναγκάστηκε να σταματήσει για λίγο στην μονή της Μεταμορφώσεως στην πόλη Λουβνί της Ουκρανίας. Έφθασε περίπου εκεί στις αρχές Φεβρουαρίου του 1654.
Αισθανόμενος ότι πλησιάζει το τέλος του συνέταξε την πνευματική του διαθήκη διαθέτοντας όλα τα ποσά που του έδωσε ο Τσάρος σε διάφορα μοναστήρια, όπως σ’ όλες τις μονές του Αγίου Όρους, στην μονή της Αγίας Αναστασίας στη Θεσσαλονίκη, στο μοναστήρι του Σινά, σε διάφορες μονές των Ιεροσολύμων και στις μονές Αγίου Νικολάου και Αρχαγγέλου Μιχαήλ της Ρουμανίας.
Άφησε επίσης μερικά ποσά στους συνοδούς του και μερικά για τα έξοδα της κηδείας του και τα μνημόσυνα υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του.

Στις 5 Απριλίου 1654 ο πρώην Κωνσταντινουπόλεως Αθανάσιος άφησε την τελευταία του πνοή εκεί στη μονή της Μεταμορφώσεως. Σύμφωνα με τη διήγηση βρέθηκε ο Αθανάσιος με το Ευαγγέλιο στα χέρια του ευλογών τον κόσμο. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Ω Κύριε δέξου το πνεύμα μου».
Είναι άξιο λόγου να αναφερθεί εδώ η ιδιαίτερη τιμή που έτρεφε προς τη μονή του Σινά, αφού άφησε στον τότε αρχιεπίσκοπο Ιωσήφ μια πλήρη αρχιερατική στολή, μίτρα, εγκόλπιο και ιερά σκεύη.
Το 1662 ο μητροπολίτης Γάζας Παΐσιος Λιγαρίδης (του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων) σε όραμα είδε τον Αθανάσιο να τον προστάζει να ανοίξει τον τάφο του. Ο Παΐσιος Λιγαρίδης επισκεπτόταν τυχαία την μονή της Μεταμορφώσεως.

Πληροφόρησε αμέσως τον τότε ηγούμενο Βίκτωρα για το παράξενο όραμά του και την εμφάνιση του Αθανασίου. Τότε όλη η αδελφότητα της Μονής ύστερα από πολύωρες παρακλήσεις και αγρυπνία, με την ευλογία του τότε μητροπολίτη Κιέβου Ιωσήφ, ανοίξανε τον τάφο του Αθανάσιου, για να βρεθούν μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη.
Ο άγιος Αθανάσιος βρέθηκε καθιστός πάνω στο θρόνο του, όπως τάφηκε, με το σώμα του άφθορο και σε στάση δεήσεως και προσευχής. Τότε επήραν το σκήνωμα του και το τοποθέτησαν στον μεγαλοπρεπή ναό της Μεταμορφώσεως της Μονής την 1η Φεβρουαρίου 1662.

Βέβαια το άφθορο λείψανο του Αγίου πολλές φορές μεταφέρθηκε από τόπο σε τόπο, όταν υπήρχε ανάγκη ανακαινίσεως του ναού. Όταν το 1684 άρχισε την ανοικοδόμηση του μεγάλου καθεδρικού ναού της Μεταμορφώσεως, το άγιο λείψανο μεταφέρθηκε στον ιερό ναό του αγίου Γεωργίου.  Εκεί έμεινε μέχρι το 1692, οπότε εγκαινιάστηκε ο καθεδρικός ναός.

Ο τότε μητροπολίτης Κιέβου Βαρλαάμ με πολλή μεγαλοπρέπεια εγκαινίασε το ναό και το άγιο λείψανο τοποθετήθηκε εκεί. Όταν το 1728 ο θόλος του ναού γκρεμίστηκε, το ολόσωμο σκήνωμα του Αγίου μεταφέρθηκε στον ξύλινο ναό του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Από εκεί υστέρα από ένα ατύχημα, για σίγουρη φύλαξη, το 1736 μεταφέρθηκε στον πέτρινο ναό του Ευαγγελισμού.

Εκεί έμεινε μέχρι το 1743, όταν πια ο μεγάλος αυτός καθεδρικός ναός της Μεταμορφώσεως έλαβε την τελική του μορφή. Η τελετή έγινε από τον τότε μητροπολίτη Κιέβου Τιμόθεο, ο όποιος στη συνέχεια, στις 26 Αυγούστου 1743, έγινε μητροπολίτης Μόσχας. Εκεί στον ίδιο ναό ήταν και η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας Λουβέσκαγια.
Το 1773 ξέσπασε μεγάλη πυρκαγιά με αποτέλεσμα την πλήρη καταστροφή της Μονής. Οι αδελφοί της Μονής τότε πήραν το άγιο λείψανο και για δυό μέρες με προσευχές και δεήσεις το είχαν έξω στον κήπο της Μονής.

Την τρίτη μέρα, μετά από το σβήσιμο της πυρκαγιάς το άγιο λείψανο μεταφέρθηκε στον καθεδρικό ναό. Στις δύο πυρκαγιές που έπληξαν την Μονή το 1736 και το 1785 ο άγιος Αθανάσιος με διάφορους τρόπους θαυματούργησε, σύμφωνα με διηγήσεις του τότε ηγουμένου Παϊσίου. Στις 2 Μαΐου του 1819 με κάθε μεγαλοπρέπεια ο τότε μητροπολίτης Πολτάβας Μεθόδιος και ο ηγούμενος Κύριλλος τοποθέτησαν το άγιο λείψανο μέσα σε μεγάλη ασημένια  θήκη.
Είναι επίσης ενδιαφέρον να αναφερθεί το γεγονός ότι μετά τον θάνατο του οι συνοδοί του κληρικοί του φόρεσαν άπασαν την αρχιερατική στολή με τη μίτρα και την πατερίτσα, τον κάθισαν πάνω στο θρόνο και έτσι τον έθαψαν μέσα σε τάφο από πέτρα μέσα στον ναό της Μεταμορφώσεως.

Σύμφωνα με την διήγηση, άνοιξαν μέρος του δαπέδου στην είσοδο ακριβώς της κεντρικής αγίας θύρας. Εκεί που έγινε η ταφή περνούσε ο ποταμός Σούλα και το πλησιέστερο χωριό ονομαζόταν Μγκάκι, που απέχει λίγα χιλιόμετρα από την πόλη Λουβνί.
Η αγιοποίηση του έγινε ύστερα από έκθεση του ηγουμένου του Μοναστηρίου προς τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξιο Μιχαήλοβιτς με ημερομηνία 6 Ιανουαρίου 1672.  Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, η ανακήρυξη του Αθανασίου σε άγιο έγινε μεταξύ του 1672 και 1676.

 πηγή-vatopaidi.wordpress.com

proskynitis.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου