Οἱ ἑπτά νέοι παῖδες ἀπό τήν Ἔφεσο. (Μέρος ΣΤ')
Ἐκλεκτές διηγήσεις καί προσευχές γιά μικρά παιδιά
Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Ἐκεῖνον τόν καιρό ὁ Κυριός μας Ἰησοῦς Χριστός, πού ἀνέστησε τόν φίλο Του Λάζαρο μετά άπό τέσσαρεις ἡμέρες, ἀνέστησε κι αὐτούς τούς ἑπτά νέους, ἀφοῦ εἶχαν κοιμηθῆ 192 χρόνια. Τούς ἀνέστησε μέ τήν θεία Του δύναμι καί ἐξουσία πού ἔχει ἐπάνω στίν θάνατο. Οἱ νέοι ἐξύπνησαν καί ἐδόξασαν τόν Θεό, χωρίς νά γνωρίζουν ὅτι ἐκοιμήθησαν 192 χρόνια.
Ἐνόμισαν ὅτι ἐκοιμήθηκαν μόνο μία νύκτα. Τά ροῦχα τους ἦταν ἀνέπαφα ἀπό τόν χρόνο, τά σώματά τους ἀδιάφθορα, ἀκόμη καί οἱ μορφές του ἦταν φωτεινές μέ ὑγεία καί νεανική λαμπρότητα.
Ἐκάθισαν καί συζητοῦσαν γιά τήν ὀργή τοῦ βασιλέως καί γιά τόν διωγμό πού συνέχιζε κατά τῶν χριστιανῶν. Ἐθεωροῦσαν ὅτι εἶναι ὁ Δέκιος πρίν περίπου 200 χρόνια, ὁ βασιλεύς καί ὁ διώκτης τῶν χριστιανῶν.
Καί κυττάζοντας πρός τόν νεώτερον, τόν Ἰάμβλιχον, τόν ἐρώτησαν ἐάν ἄκουσε κάτι στήν πόλι γιά νά τούς τό κοινοποιήση. Καί ὁ Ἰάμβλιχος τούς ἀπήντησε:
-Αὐτά πού σᾶς εἶπα χθές τό βράδυ θά σᾶς τά ὑπενθυμίσω καί τώρα. Ὁ βασιλεύς διέταξε σήμερα ὅλοι οἱ πολίτες νά εἶναι ἕτοιμοι γιά νά θυσιάσουν. Ὅσον ἀφορᾶ γιά ἐμᾶς, διέταξε νά μᾶς ἀναζητήσουν, ὥστε μαζί μέ ὅλους ἐνώπιόν του νά προσφέρουμε τήν θυσία. Ἐάν ἀρνηθοῦμε, θά μᾶς βασανίσουν.
Τότε ὁ Μαξιμιλιανός εἶπε ἐνώπιον ὅλων:
-Ἀδελφοί, νά εἴμεθα ἕτοιμοι νά ἐξέλθουμε γιά νά μᾶς ἰδοῦν καί νά σταθοῦμε μέ ἀνδρεία ἐνώπιον τοῦ Δεκίου. Γιατί νά στεκώμεθα ἐδῶ σάν κάτι φοβισμένες γυναικοῦλες;
Νά ἐξέλθουμε καί χωρίς φόβο νά ὁμολογήσουμε ἐνώπιον τοῦ ἐπιγείου βασιλέως τόν οὐράνιο Βασιλέα, τόν ἀληθινό Θεό μας, τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό καί γιά τήν ἀγάπη Του νά ὑπομείνουμε μέχρι θανάτου! Νά δώσουμε τίς ψυχές μας γι᾿ Αὐτόν.
Νά μή φοβηθοῦμε τόν θνητόν αὐτόν τύραννον καί τά πρόσκαιρα βάσανα γιά νά μή χάσουμε τήν αἰώνια ζωή τήν ὁποίαν περιμένουμε ἐν ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί σύ, ἀδελφέ Ἰάμβλιχε, φρόντισε νά ἐξασφαλίσης τροφή γιά τήν καθορισμένη ὥρα τοῦ φαγητοῦ μας. Πάρε χρήματα καί πήγαινε στήν πόλι καί ἀγόρασε ψωμί περισσότερο ἀπό ὅ,τι χθές, διότι χθές μᾶς ἔφερες λίγο καί ἐπεινάσαμε.
Ἀκόμη προσπάθησε νά μάθης τί διέταξε γιά ἐμᾶς ὁ Δέκιος καί γύρισε γρήγορα γιά νά ἐνισχυθοῦμε μέ τήν τροφή καί μετά νά ἐξέλθουμε ἀπ᾿ἐδῶ νά δώσουμε δόξα στόν Χριστό μας μέ τά βάσανά μας, τά ὁποῖα καί θά ὑπομείνουμε μέ τήν βοήθειά Του.
Ἔτσι, ὁ Ἰάμβλιχος ἐπῆρε χρήματα καί ἐπῆγε στήν πόλι πολύ πρωΐ, ὅταν ἄρχισε κιόλας νά ξημερώνη.
Ἀφοῦ ἐξῆλθε ἀπό τήν σπηλιά ὁ Ἰάμβλιχος, εἶδε τίς πέτρες νά ἔχουν πέσει κάτω καί ἀπόρησε. Καί σκεπτόταν μόνος του καί ἔλεγε μέ τόν ἑαυτό του:
-Τί εἶναι αὐτά καί πότε τά ἔβαλαν; Διότι τό βράδυ δέν ἦταν αὐτές οἱ πέτρες:
Κατεβαίνοντας ἀπό τό βουνό, ἐπήγαινε μέ πολύ φόβο μέσα στήν πόλι, μήπως κάποιος τόν γνωρίσει καί τόν καταγγείλη στόν βασιλέα.
Μετάφρασις: Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 2010
Ἀναβάσεις
26 Αὐγούστου 2013
Για να διαβάσετε τα υπόλοιπα πατήστε Ιστορίες Γέροντος Κλεόπα
Ἀναβάσεις
26 Αὐγούστου 2013
Για να διαβάσετε τα υπόλοιπα πατήστε Ιστορίες Γέροντος Κλεόπα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.