Η Περιτομή του Χριστού και η ζωή του από τα 12 έως τα 30 χρόνια
Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ιερού Παρεκκλησίου Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Χατζηκυριακείου Ιδρύματος Πειραιώς
Εν Πειραιεί 1-1-2013
Σύμφωνα μέ τόν Συναξαριστή, τήν 1η Ιανουαρίου
εορτάζουμε τήν Δεσποτική εορτή της κατά σάρκα Περιτομής του Κυρίου καί Θεού καί Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Περιτομή είναι η εκτομή, το κόψιμο του τμήματος του δέρματος, που περιβάλλει τη
βάλανο του αρσενικού γεννητικού οργάνου.
Η περιτομή ήταν εντολή του Θεού, που τελούνταν την ογδόη ημέρα από την γέννηση του βρέφους. Τήν περιτομή καταδέχθηκε νά λάβει φιλανθρώπως ο Κύριός μας κατά τήν προσταγή του παλαιού νόμου, έτσι ώστε, αντί της χειροποιήτου καί σαρκικής περιτομής, νά εισάγει σ’ εμάς τήν αχειροποίητη καί πνευματική περιτομή, δηλαδή τό Άγιον Βάπτισμα.
Διότι, καθώς ο Κύριος καταδέχθηκε νά γίνει άνθρωπος για μας καί νά λάβει όλα τά αδιάβλητα καί ακατηγόρητα ιδιώματα της ανθρωπίνης φύσεως, έτσι δέν ντράπηκε ο Πανάγαθος νά λάβει καί τήν περιτομή γιά τρία αίτια.
Πρώτον μέν, διότι θέλησε νά εμφράξει τά στόματα των αιρετικών, οι οποίοι τόλμησαν νά πουν ότι ο Κύριος δέν προσέλαβε αληθινή σάρκα, αλλά φανταστική, όπως ο θεομάχος καί αιρετικός Μάνης καί οι οπαδοί του Μανιχαίοι. Γιατί, πώς θά περιτεμνόταν, αν δέν λάμβανε αληθινή σάρκα;
Δεύτερον, γιά νά επιστομήσει τούς Ιουδαίους, οι οποίοι Τόν κατηγορούσαν ότι δέν φυλάττει τό Σάββατο καί ότι παραβαίνει τόν νόμο. Βέβαια, ψευδώς Τόν συκοφαντούσαν, διότι Αυτός φύλαττε τόν νόμο.
Καί τρίτον, γιατί, αν δέν περιτεμνόταν, κανένας ποτέ από τούς Ιουδαίους δέν θά Τόν δεχόταν νά διδάσκει, αλλά θά Τόν είχαν αποπέμψει ως αλλόφυλο. Κανείς δέν θά Τόν πίστευε ότι Αυτός είναι ο προσδοκώμενος Χριστός εκ σπέρματος Αβραάμ. Γιατί, αυτοί, πού προέρχονταν από τόν Αβραάμ, είχαν όλοι ως σφραγίδα καί σημείο τήν περιτομή, η οποία τούς ξεχώριζε από τά άλλα έθνη.
Η περιτομή ήταν εντολή του Θεού, που τελούνταν την ογδόη ημέρα από την γέννηση του βρέφους. Τήν περιτομή καταδέχθηκε νά λάβει φιλανθρώπως ο Κύριός μας κατά τήν προσταγή του παλαιού νόμου, έτσι ώστε, αντί της χειροποιήτου καί σαρκικής περιτομής, νά εισάγει σ’ εμάς τήν αχειροποίητη καί πνευματική περιτομή, δηλαδή τό Άγιον Βάπτισμα.
Διότι, καθώς ο Κύριος καταδέχθηκε νά γίνει άνθρωπος για μας καί νά λάβει όλα τά αδιάβλητα καί ακατηγόρητα ιδιώματα της ανθρωπίνης φύσεως, έτσι δέν ντράπηκε ο Πανάγαθος νά λάβει καί τήν περιτομή γιά τρία αίτια.
Πρώτον μέν, διότι θέλησε νά εμφράξει τά στόματα των αιρετικών, οι οποίοι τόλμησαν νά πουν ότι ο Κύριος δέν προσέλαβε αληθινή σάρκα, αλλά φανταστική, όπως ο θεομάχος καί αιρετικός Μάνης καί οι οπαδοί του Μανιχαίοι. Γιατί, πώς θά περιτεμνόταν, αν δέν λάμβανε αληθινή σάρκα;
Δεύτερον, γιά νά επιστομήσει τούς Ιουδαίους, οι οποίοι Τόν κατηγορούσαν ότι δέν φυλάττει τό Σάββατο καί ότι παραβαίνει τόν νόμο. Βέβαια, ψευδώς Τόν συκοφαντούσαν, διότι Αυτός φύλαττε τόν νόμο.
Καί τρίτον, γιατί, αν δέν περιτεμνόταν, κανένας ποτέ από τούς Ιουδαίους δέν θά Τόν δεχόταν νά διδάσκει, αλλά θά Τόν είχαν αποπέμψει ως αλλόφυλο. Κανείς δέν θά Τόν πίστευε ότι Αυτός είναι ο προσδοκώμενος Χριστός εκ σπέρματος Αβραάμ. Γιατί, αυτοί, πού προέρχονταν από τόν Αβραάμ, είχαν όλοι ως σφραγίδα καί σημείο τήν περιτομή, η οποία τούς ξεχώριζε από τά άλλα έθνη.
Γι’ αυτό, λοιπόν, οκτώ ημέρες μετά τήν εκ Παρθένου Γέννησή
Του, ευδόκησε ο Κύριος νά φερθεί από τήν μητέρα Του καί τόν Ιωσήφ σ’ εκείνο τόν
διορισμένο τόπο, όπου ήταν συνήθεια νά περιτέμνονται τά βρέφη καί εκεί
περιετμήθη καί έλαβε τό γλυκύτατο όνομα Ιησούς, πού σημαίνει Σωτήρ, τό οποίο
κάλεσε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, όταν ευαγγελίσθηκε τήν Θεοτόκο, πρίν συλληφθεί ο
Κύριος στήν κοιλιά της Παρθένου, όπως γράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς.
Σύμφωνα με τον Όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, ο Ιησούς Χριστός μάς δίνει μέ τήν περιτομή του ένα ιατρικό φάρμακο, πού μάς διαφυλάττει από όλα τά κακά. Αυτό είναι τό γλυκύ όνομα Ιησούς, τό οποίο προείπε μέν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, πρίν συλληφθεί στήν κοιλία της Παρθένου, τόσο στόν Ιωσήφ, όπως λέει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος «τέξεται υιόν καί καλέσεις τό όνομα αυτού Ιησούν», όσο καί στήν Παρθένο, όπως λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς.
Μέ αυτό τό όνομα ονομάσθηκε στήν περιτομή Του πραγματικώς˙ «καί ότε φησίν επλήσθησαν ημέραι οκτώ του περιτεμείν τό παιδίον καί εκλήθη τό όνομα αυτού Ιησούς». Ιησούς˙ τό κύριο όνομα του Μεσσία, κατά τόν ιερό Αυγουστίνο, τό οποίο συνέχει όλη τήν ένσαρκο οικονομία, τήν σοφία, τήν δύναμη, την αγαθότητα καί τήν άκρα αγάπη Του πρός εμάς.
Ιησούς˙ όνομα πού, κατά μερικούς, υπερέχει καί αυτό τό τετραγράμματο όνομα του Θεού, επειδή αυτό μέν, τό όνομα Ιησούς, δηλώνει συνεπτυγμένως τό όνομα καί του Κτίστου καί του Κυρίου, εκείνο δέ, τό όνομα Θεός, δηλώνει μόνο ή τό όνομα του Κτίστου ή του Κυρίου. Ιησούς˙ όνομα, τό οποίο, κατά τήν εβραϊκή διάλεκτο, σημαίνει σωτήρ, καί τό οποίο παράγεται από τό ρήμα Ιαχά, πού σημαίνει σώζω, κατά τόν Γεώργιο Κορέσσιο, τόν ειδήμονα των εβραϊκών.
Και, εν συντομία, Ιησούς είναι τό όνομα τό γεμάτο από κάθε παρηγοριά καί σωτηρία και είναι όχι μόνο μία σύνοψη όλων των τελειοτήτων, πού αρμόζουν στόν Σωτήρα μας, ως Θεό, καί όλων των αρετών, πού Του αρμόζουν ως άνθρωπο, αλλά είναι καί μία σύνοψη όλων εκείνων, πού έκανε γιά τήν σωτηρία μας, καί ένας αρραβώνας όλων εκείνων, πού έχει σκοπό νά κάνει στό μέλλον, αν δέν εμποδισθεί από’μας, και νά μας φέρει εμπράκτως στόν τελικό σκοπό μας, πού είναι ο Παράδεισος.
Αυτό τό άγιο όνομα, τό υπέρ παν όνομα του Ιησού, τό δοξάζουν καί τό προσκυνούν όλοι οι Άγγελοι στόν ουρανό καί όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί στή γη, καί θά τό προσκυνήσουν ακόμη καί αυτοί οι υποχθόνιοι δαίμονες καί οι άπιστοι άνθρωποι, καθώς έχει γραφεί ˙ «εν τω ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων καί επιγείων καί καταχθονίων».
Αυτό τό πολυπόθητο και παντεπόθητο όνομα του Ιησού είχαν καί έχουν ως γλυκύτατο μελέτημα στή γλώσσα καί τήν καρδιά, όχι μόνο όλοι οι Όσιοι καί οι Ασκητές, πού κατοικούσαν καί κατοικούν στά όρη καί τίς σπηλιές της Αιγύπτου, της Λιβύης, της Θηβαΐδος, του Αγίου Όρους καί άλλων τόπων, αλλά καί πάρα πολλοί λαϊκοί, πού βρίσκονταν καί βρίσκονται στόν κόσμο καί στά βασίλεια, φωνάζοντας πάντοτε τό «Κύριε
Ιησού
Χριστέ,
Υιέ
του
Θεού,
ελέησόν
με». Αυτό ενθυμούνται κάθε ώρα καί σ’αυτό είναι προσκολλημένη η αναπνοή τους καί μέ αυτό τό όνομα έδιωχναν τούς κακούς λογισμούς και τούς πονηρούς δαίμονες, καθώς είπε ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος˙ «Ιησού ονόματι μάστιζε τούς πολεμίους»˙ καί πάλι «Ιησού όνομα κολληθήτω τη πνοή σου καί τότε είση ησυχίας ωφέλειαν».
Ας σπουδάζουμε κι εμείς, αγαπητοί μου, εις τό εξής νά θυμόμαστε πάντοτε και νά λέμε τό «Κύριε
Ιησού
Χριστέ
Υιέ
του
Θεού
ελέησόν
με» πότε μέν μέ τό στόμα, περισσότερο δέ μέ τήν καρδιά, συμμαζεύοντας όλο τόν νου μας καί μελετώντας αυτή τήν ευχή, κρατώντας και λίγο τήν αναπνοή, καθώς τό διδάσκουν καί οι θείοι Πατέρες.
Διότι, μέ τήν συχνή αυτή μελέτη καί ενθύμηση του Ιησού, όχι μόνο γλυτώνουμε από τούς κακούς λογισμούς, αλλά καί συνειθίζουμε νά αγαπάμε τόν Ιησού καί νά πράττουμε τίς εντολές του μέ χαρά. Μήν προφασιζόμασθε, όμως, ότι βρισκόμασθε στόν κόσμο καί γι’αυτό δέν μπορούμε νά προσευχόμασθε μέ τόν νου μας πάντοτε.
Γιατί, ο Απ. Παύλος παραγγέλλει, όχι μόνο στούς μοναχούς καί τούς ασκητές, αλλά καί σέ όλους τούς κοσμικούς, νά προσεύχονται πάντοτε, λέγοντας˙ «αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Αλλά καί ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, σχετικά μέ τήν αδιάλειπτη μνήμη του Θεού, λέει˙ «μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστέον».
Γι’αυτό, ας αποφασίσουμε νά αγωνιζόμασθε γιά τήν σωτηρία μας, γιά νά δοξασθεί τό όνομα του Σωτήρος μας Ιησού σ’εμάς καί εμείς αντιστρόφως νά δοξασθούμε σ’αυτό, καθώς λέει ο Απ. Παύλος˙ «όπως ενδοξασθή τό όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εν υμίν καί ημείς εν αυτώ».
Ας ζητήσουμε συγχώρηση από τόν Ιησού γιά τήν ατιμία, πού προξενήσαμε μέ τίς αμαρτίες μας, του παντίμου ονόματός Του και ας Τόν παρακαλέσουμε νά εντυπώσει στήν καρδιά μας αυτό τό άγιο όνομά Του, και νά μάς σώσει, όχι γιά ο,τιδήποτε άλλο, παρά μόνο γιά τό σωτήριο καί φερώνυμο όνομά Του, καθώς μόνος Του ο Ίδιος τό υπόσχεται˙ «καί εφεισάμην αυτών διά τό όνομά μου τό άγιον».
Και πάλι˙ «τάδε λέγει Κύριος˙ ουχ υμίν εγώ ποιώ οίκος Ισραήλ, αλλ’η διά τό όνομά μου τό άγιον». Αν απέχουμε από κάθε αδικία καί αμαρτία γιά τό όνομα του Ιησού Χριστού, καθώς μάς προστάζει ο Απ. Παύλος, λέγοντας˙ «αποστήτω από αδικίας πας ο ονομάζων τό όνομα του Χριστού»˙ αν κοπιάζουμε γιά τό όνομά Του, ας ξέρουμε βέβαια ότι κι Αυτός θά μάς πει˙ «διά τό όνομά μου κεκοπίακας καί κέκμηκας» καί δέν θά εξαλείψει τό όνομά μας από τήν βίβλο της ζωής, αλλά μάλιστα θά τό δοξάσει μπροστά στόν Πατέρα Του και τούς αγγέλους Του˙ «ου μή εξαλείψω τό όνομα αυτού εκ της βίβλου της ζωής καί εξομολογήσομαι τό όνομα αυτού ενώπιον του Πατρός μου καί ενώπιον των αγγέλων αυτού».
Διότι, μέ τήν συχνή αυτή μελέτη καί ενθύμηση του Ιησού, όχι μόνο γλυτώνουμε από τούς κακούς λογισμούς, αλλά καί συνειθίζουμε νά αγαπάμε τόν Ιησού καί νά πράττουμε τίς εντολές του μέ χαρά. Μήν προφασιζόμασθε, όμως, ότι βρισκόμασθε στόν κόσμο καί γι’αυτό δέν μπορούμε νά προσευχόμασθε μέ τόν νου μας πάντοτε.
Γιατί, ο Απ. Παύλος παραγγέλλει, όχι μόνο στούς μοναχούς καί τούς ασκητές, αλλά καί σέ όλους τούς κοσμικούς, νά προσεύχονται πάντοτε, λέγοντας˙ «αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Αλλά καί ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, σχετικά μέ τήν αδιάλειπτη μνήμη του Θεού, λέει˙ «μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστέον».
Γι’αυτό, ας αποφασίσουμε νά αγωνιζόμασθε γιά τήν σωτηρία μας, γιά νά δοξασθεί τό όνομα του Σωτήρος μας Ιησού σ’εμάς καί εμείς αντιστρόφως νά δοξασθούμε σ’αυτό, καθώς λέει ο Απ. Παύλος˙ «όπως ενδοξασθή τό όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εν υμίν καί ημείς εν αυτώ».
Ας ζητήσουμε συγχώρηση από τόν Ιησού γιά τήν ατιμία, πού προξενήσαμε μέ τίς αμαρτίες μας, του παντίμου ονόματός Του και ας Τόν παρακαλέσουμε νά εντυπώσει στήν καρδιά μας αυτό τό άγιο όνομά Του, και νά μάς σώσει, όχι γιά ο,τιδήποτε άλλο, παρά μόνο γιά τό σωτήριο καί φερώνυμο όνομά Του, καθώς μόνος Του ο Ίδιος τό υπόσχεται˙ «καί εφεισάμην αυτών διά τό όνομά μου τό άγιον».
Και πάλι˙ «τάδε λέγει Κύριος˙ ουχ υμίν εγώ ποιώ οίκος Ισραήλ, αλλ’η διά τό όνομά μου τό άγιον». Αν απέχουμε από κάθε αδικία καί αμαρτία γιά τό όνομα του Ιησού Χριστού, καθώς μάς προστάζει ο Απ. Παύλος, λέγοντας˙ «αποστήτω από αδικίας πας ο ονομάζων τό όνομα του Χριστού»˙ αν κοπιάζουμε γιά τό όνομά Του, ας ξέρουμε βέβαια ότι κι Αυτός θά μάς πει˙ «διά τό όνομά μου κεκοπίακας καί κέκμηκας» καί δέν θά εξαλείψει τό όνομά μας από τήν βίβλο της ζωής, αλλά μάλιστα θά τό δοξάσει μπροστά στόν Πατέρα Του και τούς αγγέλους Του˙ «ου μή εξαλείψω τό όνομα αυτού εκ της βίβλου της ζωής καί εξομολογήσομαι τό όνομα αυτού ενώπιον του Πατρός μου καί ενώπιον των αγγέλων αυτού».
Μετά τήν περιτομή ο Κύριος ήταν μαζί μέ τούς γονείς του καί
ζούσε ανθρωπίνως, προκόπτοντας καί αυξάνοντας καί κατά τήν ηλικία του σώματος
καί κατά τήν σοφία καί χάρη γιά τήν σωτηρία μας.
Πολλά
ερωτήματα καί απορίες έχουν τεθεί κατά καιρούς γιά τό διάστημα της ζωής του Ιησού Χριστού, από τα 12 έως τα 30 χρόνια της
ζωής Του καί κάθε φορά δίνονται διάφορες απαντήσεις, οι περισσότερες των
οποίων είναι, «κατά το δοκούν», εντελώς ανιστόρητες καί παραπλανητικές, πού,
αντί νά διαφωτίσουν αυτό τό συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, τό συσκοτίζουν
περισσότερο, αφήνοντας αιχμές κατά του Θεανδρικού Προσώπου του Κυρίου μας Ιησού
Χριστού. Πολλές, μάλιστα, δημόσιες καί μακρές συζητήσεις έχουν γίνει γιά το
χρονικό αυτό διάστημα της ζωής του Χριστού των δεκαοκτώ (18) ετών δημόσιας
απουσίας Του.
Επί
του θέματος αυτού αναφέρονται τά παρακάτω, γιά τήν αποκάλυψη της αληθινής
αληθείας καί τή διαφώτισή του, ώστε, επιτέλους νά σταματήσουν τά όσα όλως
ανεύθυνα καί ψευδέστατα λέγονται καί «ελαφρά
τη συνειδήσει» υποστηρίζονται, σέ βάρος του Θεανδρικού Προσώπου του Κυρίου
Ιησού Χριστού :
Σύμφωνα
με τον αιδεσιμολογιώτατο πρεσβύτερο π.
Ευστάθιο Κολλά ,
«.
Κατά τόν Εβραϊκό Νόμο, επίσημες δημόσιες εμφανίσεις, πού μπορούσε νά κάνει ένας
Εβραίος μέχρι τό τριάντα του ήταν : α) Τήν όγδοη ήμερα από τή γέννησή του, β)
τήν τεσσαρακοστή καί γ) στά δώδεκα χρόνια του. Από τά δώδεκα χρόνια του καί
μέχρι τά τριάντα ο Εβραίος πολίτης ήταν υποχρεωμένος, νά ζει εκτός «του
κοινωνικού γίγνεσθαι», προετοιμαζόμενος γιά τή μετά τά τριάντα δημόσια εμφάνιση
καί δράση του, πού δικαιούνταν νά έχει δημόσιο λόγο.
Κάτι ανάλογο, πού γινόταν καί κατά τήν αρχαιότητα στον Δήμο των Αθηναίων. Ο Εβραϊκός Νόμος, λοιπόν, απαγόρευε αυστηρά, νά εμφανίζεται κάποιος δημόσια καί νά έχει λόγο κάτω των τριάντα ετών. Μόνο οι Λευΐτες άρχιζαν τή δημόσια εμφάνισή τους καί δράση τους από τά 25 χρόνια τους. Επομένως, τά χρόνια ενός Εβραίου από τά 12 έως τα 30, ήσαν άνευ σημασίας, γι’αυτό καί δέν αξιολογούνταν κοινωνικά. Στή Νομική αυτή απαγόρευση, οφείλεται η κοινωνική καί δημόσια απουσία του Θεανθρώπου Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Κάτι ανάλογο, πού γινόταν καί κατά τήν αρχαιότητα στον Δήμο των Αθηναίων. Ο Εβραϊκός Νόμος, λοιπόν, απαγόρευε αυστηρά, νά εμφανίζεται κάποιος δημόσια καί νά έχει λόγο κάτω των τριάντα ετών. Μόνο οι Λευΐτες άρχιζαν τή δημόσια εμφάνισή τους καί δράση τους από τά 25 χρόνια τους. Επομένως, τά χρόνια ενός Εβραίου από τά 12 έως τα 30, ήσαν άνευ σημασίας, γι’αυτό καί δέν αξιολογούνταν κοινωνικά. Στή Νομική αυτή απαγόρευση, οφείλεται η κοινωνική καί δημόσια απουσία του Θεανθρώπου Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
2.
Όμως, η Αγία Γραφή δέν αφήνει εντελώς απροστάτευτο τόν Ιησού Χριστό στό διάστημα
αυτό της ζωής Του μετά τά δώδεκα χρόνια Του καί μέχρι τά τριάντα Του, αλλά
κάνει συγκεκριμένο λόγο καί αναφέρει λίαν κατηγορηματικά πώς μετά τά δώδεκα
χρόνια Του είναι υποταγμένος, κάτω από τήν προστασία των Νομικών του γονέων «... κατέβη μετ’ αυτών, καί ήλθεν εις
Ναζαρέτ, καί ήν υποτασσόμενος αυτοίς... ο δέ Ιησούς προέκοπτε σοφία, και
ηλικία, καί χάριτι παρά Θεώ καί ανθρώποις».
3.
Αλλά, γιά νά δούμε τί σημαίνουν ακριβώς όλα αυτά τά λεγόμενα της Αγίας Γραφής;
Ο Χριστός πήρε σάρκα καί ήρθε στόν κόσμο της φθοράς, στή γή, πού σημαίνει ότι
έχει δύο φύσεις τέλειες - του Θεού και του άνθρωπου. Δηλαδή, τέλειος Θεός καί
τέλειος άνθρωπος (= Θεάνθρωπος). Μέσα στήν ανθρώπινη φύση Του ο Χριστός είχε
ολόκληρη τήν Θεότητα, αλλά γιά νά τήν εκδηλώσει, έπρεπε νά υπάρχει καί η
ανάλογη σωματική Του αύξηση, η οποία, όμως, αυξανόταν, προόδευε, «βαθμηδόν καί
κατ’ ολίγον», γι’ αυτό καί η Αγία Γραφή μάς πληροφορεί ˙ «και ο Ιησούς
προέκοπτε σοφία και ηλικία και χάριτι παρά Θεώ και ανθρώποις».
Δηλαδή, ανάλογα μέ τήν αύξηση του σώματος (= εξωτερικά πλεονεκτήματα της κανονικής σωματικής αναπτύξεως), εκδηλωνόταν, εδραιωνόταν και η γνώση της σοφίας Του (= εσωτερικά πλεονεκτήματα, πλήρους, ηθικής και διανοητικής αναπτύξεώς Του). Τούτο σημαίνει, ότι δεν προέκοπτε (= αυξανόταν) η σοφία, γιατί αυτή ήταν ολόκληρη καί τέλεια εξ υπαρχής μέσα Του, αλλά αυξανόταν μόνο τό ανθρώπινο στοιχείο Του, και, ανάλογα μέ τήν σωματική Του ανάπτυξη, τήν κατανοούσε γινόμενος, ταυτοχρόνως καί αρεστός προς τόν «εν αυτώ κατοικούντα Θεόν», αλλά καί προς τους ανθρώπους. Η Αγία Γραφή είναι λίαν σαφής ˙ «προέκοπτε σοφία καί ηλικία καί χάριτι παρά Θεώ και ανθρώποις».
Δηλαδή, ανάλογα μέ τήν αύξηση του σώματος (= εξωτερικά πλεονεκτήματα της κανονικής σωματικής αναπτύξεως), εκδηλωνόταν, εδραιωνόταν και η γνώση της σοφίας Του (= εσωτερικά πλεονεκτήματα, πλήρους, ηθικής και διανοητικής αναπτύξεώς Του). Τούτο σημαίνει, ότι δεν προέκοπτε (= αυξανόταν) η σοφία, γιατί αυτή ήταν ολόκληρη καί τέλεια εξ υπαρχής μέσα Του, αλλά αυξανόταν μόνο τό ανθρώπινο στοιχείο Του, και, ανάλογα μέ τήν σωματική Του ανάπτυξη, τήν κατανοούσε γινόμενος, ταυτοχρόνως καί αρεστός προς τόν «εν αυτώ κατοικούντα Θεόν», αλλά καί προς τους ανθρώπους. Η Αγία Γραφή είναι λίαν σαφής ˙ «προέκοπτε σοφία καί ηλικία καί χάριτι παρά Θεώ και ανθρώποις».
4.
Έτσι ο Ιησούς Χριστός εφάρμοσε πιστά τίς διατάξεις αυτές του Νόμου. Καί στις
οκτώ ημέρες μετά τή γέννησή Του - καί στις σαράντα ήμερες· καί στά δώδεκα χρόνια
Του, πού είχε τό δικαίωμα εκ του Νόμου νά εισέρχεται ελεύθερα στην Εβραϊκή
Συναγωγή· καί στά τριάντα Του μέ τό βαπτισμό Του, οπότε καί έκανε δυναμικά
πλέον τήν δημόσια παρουσία Του, δηλώνοντας, μέσα στή Συναγωγή, όχι μόνον ποιός
ήταν ακριβώς, αλλά καί ποιό είναι τό έργο του· «... καί επεδόθη αυτώ βιβλίον Ησαΐου του προφήτου, καί εύρε τόν τόπον,
ού ην γεγραμμένον. Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι
πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους τήν καρδίαν κηρύξαι
αιχμαλώτοις άφεσιν καί τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει,
κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν, καί πτύξας τό βιβλίον εκάθισε, καί ήρξατο
λέγειν προς αυτούς, ότι σήμερον πεπλήρωται η γραφή αύτη εν τοις ωσίν υμών».
Πολύ σοφά, λοιπόν, όριζε ο Νόμος αυτή τήν ηλικία των 30 χρόνων, γιατί τότε πράγματι ο άνδρας είναι ώριμος καί κατάλληλος γιά διδασκαλία, πλήρως έτοιμος ν’ αναλάβει κοινωνικό έργο. Όλες οι μεγάλες προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης έχουν κάνει τή δημόσια εμφάνιση τους στά τριάντα τους χρόνια ή καί μετά τά τριάντα.
Πολύ σοφά, λοιπόν, όριζε ο Νόμος αυτή τήν ηλικία των 30 χρόνων, γιατί τότε πράγματι ο άνδρας είναι ώριμος καί κατάλληλος γιά διδασκαλία, πλήρως έτοιμος ν’ αναλάβει κοινωνικό έργο. Όλες οι μεγάλες προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης έχουν κάνει τή δημόσια εμφάνιση τους στά τριάντα τους χρόνια ή καί μετά τά τριάντα.
5. Ειδικά γιά τόν Μεσσία (= τόν Ιησού Χριστό) υπάρχουν συγκεκριμένες ρητές αναφορές καί χαρακτηριστικά στή διδασκαλία Του στό ποιός θά είναι, τί θά κηρύξει και πώς θά τό κηρύξει, αλλά καί συγκεκριμένη απαγόρευση από τήν Εβραϊκή Παράδοση ότι ποτέ δέν θά βγει έξω από τά όρια του κράτους του Ισραήλ. Καί τό έπραξε τούτο ο Κύριος στή περίπτωση της γυναίκας της Χαναάν «καί εξελθών εκείθεν ο Ιησούς ανεχώρησεν εις τά μέρη (πρός τά μέρη) Τύρου και Σιδώνος, καί ιδού γυνή Χαναναία από των ορίων εκείνων εξελθούσα (=παρεβίασε τά κρατικά της σύνορα) εκραύγασεν αυτώ λέγουσα...». Για νά προσέξουμε! Δέν παρεβίασε ο Ιησούς Χριστός τά σύνορα του Εβραϊκού κράτους, αλλά η γυναίκα από τή Χαναάν και μπήκε στό Εβραϊκό κράτος. Ο Κύριος εκινείτο επί των ορίων του Εβραϊκού κράτους.
6.
Επίσης, ήταν γεγραμμένο ότι πάντοτε ό Χριστός θά μιλούσε μέ παραβολές καί δέ θά
έλεγε τίποτε χωρίς παραβολή - «Ταύτα
πάντα ελάλησεν ο Ιησούς εν παραβολαίς τοίς όχλοις, καί χωρίς παραβολής ουδέν ελάλει
αυτοίς, όπως πληρωθή τό ρηθέν δια του προφήτου λέγοντος˙ ανοίξω έν παραβολαίς
τό στόμα μου, ερεύξομαι κεκρυμμένα από καταβολής κόσμου».
7. Στην περίπτωση, πού υποστηρίζουν μερικοί, λέγοντες πώς ο Κύριος πήγε στις Ινδίες, στά Ιμαλάια, στό Θηβέτ καί δέν ξέρουμε πού αλλού θά μάς πούν, ρωτάμε : Έχουν νά μάς παρουσιάσουν μαρτυρίες ή συγγράμματα των συγχρόνων του Χριστού απ’ αυτές τις Χώρες, πού νά βεβαιώνουν ότι πράγματι ο Χριστός πήγε εκεί;
Όχι βέβαια! Υπάρχουν, όμως, αντίθετες μαρτυρίες καί μάλιστα έγγραφες, ότι ο Xριστός γνώριζε γράμματα χωρίς νά πάει σέ σχολείο καί αυτό τό μαρτυρούν οι ίδιοι οι εχθροί Του, οι σύγχρονοι συμπατριώτες του Εβραίοι «πώς ούτος οίδε (= γνωρίζει, ξέρει), γράμματα μη μεμαθηκώς»; Οι Εβραίοι, λοιπόν, οι οποίοι μάλιστα Τόν μισούσαν, γνωρίζουν καλλίτερα από τόν καθένα μας εάν ο Ιησούς Χριστός βγήκε έξω από τά όρια του κράτους των Εβραίων και πήγε εκεί, πού αναληθώς υποστηρίζουν μερικοί ανεγκέφαλοι. Μόνο οι Εβραίοι είχαν και έχουν συμφέρον νά υποστηρίξουν κάτι τέτοιο, όμως, δέν τό αποτολμούν. Γι’ αυτό καί στήν περίπτωση των θαυμάτων του Χριστού, υποστηρίζουν ότι ό Χριστός κάνει θαύματα, αλλά τά κάνει «εν ονόματι του άρχοντος των δαιμονίων» καί όχι γιατί είναι μαθητευόμενος μάγος. Καί εδώ εύλογα ερωτάται : Ποίοι είναι αξιόπιστοι; οι Εβραίοι ή οι σημερινοί εχθροί του Ιησού Χριστού»;
8. Στον παραπάνω ισχυρισμό είναι προφανής η σύγχυση, το μπέρδεμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού με τον Απ. Παύλο. Ο Απ. Παύλος πήγε στην Αραβία και όχι ο Χριστός. Ο ίδιος στην προς Γαλάτας επιστολή γράφει : «ότε δε ευδόκησεν ο Θεός ο αφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας διά της χάριτος αυτού αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν εμοί, ίνα ευαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν, ευθέως ου προσανεθέμην σαρκί και αίματι, ουδέ ανήλθον εις Ιεροσόλυμα προς τους πρό εμού Αποστόλους, αλλά απήλθον εις Αραβίαν και πάλιν υπέστρεψα εις Δαμασκόν. Έπειτα μετά έτη τρία ανήλθον εις Ιεροσόλυμα ιστορήσαι Πέτρον και επέμεινα προς αυτόν ημέρας δεκαπέντε. Έτερον δε των Αποστόλων ουκ είδον ει μη Ιάκωβον τον αδελφόν του Κυρίου».
«9.
Αλλά, ας υποχωρήσουμε και ας δεχθούμε ότι πήγε εκεί ό Χριστός, εκεί, πού
αναφέρθηκε παραπάνω καί μαθήτευσε καί ότι μέ τίς γνώσεις αυτές, πού πήρε,
άλλαξε, όπως έχει αποδειχθεί, τόν ρουν της ανθρώπινης ιστορίας. Ύστερα από αυτό
τό κοσμοϊστορικό γεγονός δέν θά επεδίωκαν νά δρέψουν τούς καρπούς του
παγκοσμίου αυτού έργου ενός σπουδαστή Τους; Κάτι τέτοιο, λοιπόν, θα τό
επιχειρούσαν πολλοί, αλλά δέν έγινε καί δέν τό κάνουν, πού σημαίνει ότι ο
Ιησούς Χριστός δέν εξήλθε των ορίων του Εβραϊκού κράτους, αλλά εκεί έμεινε έως
τά τριάντα Του, «προκόπτοντας σοφία καί
ηλικία και χάριτι παρά Θεώ και ανθρώποις».
10. Συμπέρασμα : Στό ερώτημα, λοιπόν, «Πού ήταν και τί έκανε ο Ιησούς Χριστός
από τά 12 έως τά 30 χρόνια Του»; η απάντηση είναι προφανής : Σάν γνήσιος
Εβραίος ήταν υποχρεωμένος νά ιδιωτεύσει, όπως καί ιδιώτευσε, κάτω από τήν
προστασία των Νομικών του γονέων».
Ο Ιησούς ας είναι το μοναδικό και βαθύτατο εντρύφημα και
μελέτημα της καρδιάς μας. Ο Ιησούς ας είναι η αναπνοή μας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.