Ὁ ἀρχιδιάκονος π. Γεννάδιος
Γέροντος ἱερομ. Πετρωνίου Τανάσε
Καταγόταν ἀπό τά μέρη τοῦ Δοροχόϊ. Εἰσῆλθε ἀπό νέος στό μοναστήρι Ρίσκα, ἀπ᾿ ὅπου σέ λίγο χρόνο ἀνεχώρησε γιά τό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔμεινε πολύ καιρό καί ἔκανε ἀληθινή πνευματική μοναχική μαθητεία.
Ἐπιστρέφοντας κάποτε στήν Ρουμανία, χειροτονήθηκε διάκονος καί ὑπηρετοῦσε στήν ἐπισκοπή Χούς καί μετά τόν βλέπουμε, στήν συνέχεια καθηγητή καί διευθυντή τῆς σχολῆς ἱεροψαλτῶν στό μοναστήρι Νεάμτς.
Κατόπιν ὑπηρέτησε ὡς διάκονος καί δάσκαλος μουσικῆς στήν μονή Σουτσεβίτσα καί στήν μονή τοῦ Ἀγάθωνος καί τέλος, συνταξιοῦχος στήν μονή Συχαστρία, ἀπ᾿ ὅπου μετέβη πρός τόν Κύριο στίς 22 Ἰανουαρίου 1972, σέ ἡλικία 76 ἐτῶν.
Ἡ ζωή του στό Ἅγιον Ὄρος καί ἡ στρατιωτική του θητεία (τήν ἔκανε στό ἱππικό σάν ἐπιλοχίας) τοῦ ἄφησαν κατά ἕνα ἰδιαίτερο τρόπο ἴχνη στήν πνευματική του πορεία.
Σοβαρότης, ἁπλότης, πειθαρχία, αὐστηρή στρατιωτική τάξις, τόν χαρακτήριζαν σ᾿ ὅλη του τήν ζωή. Ντυμένος πάντοτε μέ καθαρά καί περιποιημένα ροῦχα, χωρίς πολυτέλειες, μέ μία ἁπλότητα καί καλαισθησία εἶχε μία εὐγένεια στούς τρόπους καί στό περπάτημά του. Σεβαστός ἀπό ὅλους, διότι ἡ σεμνή μορφή του ἀντανακλοῦσε τήν ἐκτίμησι καί τό σέβας ἀπ᾿ αὐτούς πού τόν πλησίαζαν.
Ἡ εὐλάβεια καί ἡ ἀγάπη του γιά τίς ἱερές Ἀκολουθίες ἦσαν κάτι φυσικό γι᾿ αὐτόν. Στήν ἐκκλησία ἦτο τακτικώτατος, πάντοτε πρῶτος καί μέχρι τήν ἀπόλυσι. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον προσκυνοῦσε στήν ἐκκλησία σοῦ τραβοῦσε τήν προσοχή: Τρεῖς μεγάλες μετάνοιες στό μέσον τῆς ἐκκλησίας, κατόπιν προσκύνησι στίς ἅγιες εἰκόνες. Οἱ μετάνοιες καί τά προσκυνήματά του ἔδειχναν τήν πολλή του ταπείνωσι καί εὐλάβεια.
Ὅμως καί σάν λειτουργός καί σάν ἱεροψάλτης ἔβλεπε κανείς κάτι τό ἰδιαίτερο στήν ζωή του. Ἐπειδή εἶχε ὡραία φωνή, ἐδίδασκε τέλεια τήν τέχνη τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς καί ἦτο πολύ καιρό δάσκαλος τῶν ψαλτῶν, συνθέτοντας ὁ ἴδιος καί μουσικά μέλη γιά τίς ἱερές ἀκολουθίες.
Στό ἀναλόγιο δέν ἀπουσίαζε ποτέ: Ψάλτης καί τυπικάρης τέλειος. Ἔψαλλε τακτικά, κτυπώντας διακριτικά μέ τόν δάκτυλό του καί τόν χρόνο τῆς μουσικῆς, κατά τήν συνήθεια τῶν μεγάλων ψαλτῶν, ἐνῶ τίς λεπτομέρειες τοῦ τυπικοῦ τίς ἔλυνε μέ μία πλήρη ἐπιστημονική χάρι καί ἐμπειρία. Ἐδιάβαζε μέ αἴσθησι καί αἰσθανόσουν ὅτι τρέφεσαι ἀπό τίς ἀναγνώσεις του. Σάν λειτουργός ἦτο ἀξεπέραστος.
Τό πῶς διάβαζε τόν Ἀπόστολο καί τό Εὐαγγέλιο δέν μποροῦσε νά τόν μιμηθῆ κανείς! Στίς ἑορταστικές ἡμέρες, αὐτός ἦτο τό στόλισμα τῶν ἀκολουθιῶν. Καί παρέμεινε διάκονος σ᾿ ὁλόκληρη τήν ζωή του!
Στήν Συχαστρία ἠμπόρεσα νά τόν γνωρίσω ἀπό πιό κοντά. Ἡ διάκρισις καί ἡ εὐλάβεια ἦσαν ἀπό τίς πιό βαθειά χαρακτηριστικά τῆς ψυχῆς του. Δέν τοῦ ἄρεσε ἡ πολυλογία. Συχνά τόν ἔβλεπες μόνον νά κάθεται ἤ νά περπατᾶ γύρω ἀπό τό μοναστήρι. Τοῦ ἄρεσαν πολύ τά λουλούδια. Ὅταν ἄνθιζαν τά τριαντάφυλλα, σταματοῦσε ἀρκετή ὥρα μπροστά τους, τά ἐθαύμαζε, ἀνέπνεε τίς μυρωδιές τους καί τά χάϊδευε μέ τό χέρι του, λές, καί ἦσαν οἱ πιό ἀγαπητές του ὑπάρξεις. Σιωπηλός, ἀλλά ὄχι ἰδιότροπος· φωτεινός καί ἀνοικτόκαρδος στόν λόγο καί στήν ἀγάπη.
Τόν ἐνδιέφεραν οἱ ἐπιτεύξεις τῆς ἐπιστήμης καί συχνά ἐρωτοῦσε: «Τί καινούργιο εὑρῆκαν τώρα;», καί ἐξεπλήττετο γιά ὅ,τι νεώτερο ἐφευ-ρίσκετο. Ἐνίοτε ἔλεγε μέ λύπη: «Πολλά ἔργα καί πράγματα γνωρίζουν οἱ ἀδελφοί μας σήμερα, ἀλλά δέν διδάχθηκαν εὐλάβεια καί ταπείνωσι». Καί εἶχε ἀπόλυτα δίκαιο.
Τά γεράματά του τά ἐπέρασε μέ ἀρκετά βάσανα: Πόνους στά πόδια, βρογχικό ἆσθμα, τοῦ ἔπεσαν τά δόντια του.
-Πάτερ Γεννάδιε, τοῦ ἐλέγαμε, νά πᾶς σ᾿ ἕνα ὀδοντίατρο.
-Αὐτοί, ἔλεγε γελῶντας, τώρα δέν ἔχουν τόπο νά δεχθοῦν ἕνα γέροντα σάν καί μένα. Καί ἔδειχνε μέ τό χέρι του τό κοιμητήριο. Παρ᾿ ὅλες τίς ἀρρώστειες του, δέν ἀπουσίαζε ποτέ ἀπό τίς ἀκολουθίες. Τήν τελευταία ἑβδομάδα τήν ἐπέρασε στό κελλί του, ὅπου τοῦ προσέφερε φαγητό ὁ ἀρχιμανδρίτης π. Παρθένιος.
-Ἀλλοίμονο, πανοσιώτατε, τοῦ ἔλεγε μέ συστολή, ἐσεῖς ἄνθρωπος γραμματισμένος, ἀρχιμανδρίτης καί ἔρχεσαι νά φέρνης φαγητό σέ μένα; Αὐτό εἶναι μεγάλο πρᾶγμα, διότι ἐμάθατε τήν ταπείνωσι.
Τό Σάββατο, στίς 22 Ἰανουαρίου, τό μεσημέρι ἀνεχώρησε εἰρηνικός γιά νά χαρῆ τίς παραδεισένειες ἀπολαύσεις καί τίς ἀγγελικές ψαλμωδίες, τίς ὁποῖες τόσο πολύ ἠγάπησε στήν ζωή του.
Μετάφρασις – Ἐπιμέλεια
Ὑπό Ἀδελφῶν Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου
Ἁγίου Ὅρους Ἄθω
2002
Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας Εἰκόνες πραότητος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.