Στο τέλος, αφού έκανε πολλές βόλτες στην παραθαλάσσια αγορά του Βόλου, ο καπετάν-Ηλίας της Μπαμπελένως – και που να θυμηθεί όλες τις παραγγελίες που του είχαν φορτώσει από το νησί οι καλοί συμπατριώτες του!
Θα έπρεπε να ήταν ο νους του το κατάστιχο του Δελχαρόγιαννου του χασάπη, ή θα έπρεπε να ήταν η αποθήκη για παλιά πράγματα του γερο-Πάνα, για να τα θυμάται όλα, με αύξοντα αριθμό, με είδος και ποσότητα, και με όνομα.
Ένας του είχε δώσει προκαταβολή πενήντα λεπτά για να του αγοράσει ένα μικρό δρεπάνι για τον τρύγο ή έναν καμπυλωτό σουγιά, που τον λένε «γκέκα», κι άλλος του είχε δώσει δύο δραχμές για να του φέρει μισή ντουζίνα πιάτα.
Άλλος του είχε παραγγείλει γραβάτα, άλλος καπέλο και άλλος κεφαλοτύρι.
Ο Γιάννης ο Αντώναρος του είχε παραγγείλει μια σβάρνα για να ισοπεδώσει τους χωμάτινους βόλους μετά το όργωμα, κι η Μαργαρώ της Πασσίνας του είχε δώσει λεφτά για να της ψωνίσει κόκκινες κουντούρες ή παντόφλες μυτερές.
Αφού ψώνισε όλες τις παραγγελίες, όπως τις θυμήθηκε, και όσες ήταν με πίστωση και όσες με προκαταβολή, και του έμειναν ακόμα 1,20 από τα ξένα λεφτά, εκείνα που τα είχε βάλει χωριστά σε μια σακούλα, και τα φύλαξε στο αριστερό τσεπάκι του γιλέκου του, για να επιστρέψει αυτό το μικρό ποσό σε όποιον θα το ζητούσε – αλλά το μυαλό του δεν ήταν και ρολόι για να τα θυμάται όλα, ένα μυαλό, κι αυτό ρωμαίικο – μπακάρισε στη μπρατσέρα, κάπου τρεις ώρες αφού νύχτωσε, με σκοπό να σαλπάρει μετά τα μεσάνυχτα.
Ξημέρωνε 30 Δεκεμβρίου.Ο καιρός ήταν γλυκός και μαλακός. Είχε πολλή κακοκαιρία πριν τα Χριστούγεννα.
Ο καπετάν Ηλίας υπολόγιζε πως θα είχε τον καιρό να φτάσει, το αργότερο, το βράδυ της παραμονής του Αγίου Βασιλείου, στο μικρό νησί του, σε απόσταση τριάντα περίπου ναυτικά μίλια από το Βόλο.
Ακόμα και με όλες τις αναποδιές και τα απρόοπτα που θα μπορούσαν να συμβούν, κι αν τύχαινε κι αναγκαζόταν, από τον δυνατό άνεμο, να πλησιάσει σε κάποιο από τα αγαπημένα του λιμανάκια, όσα ήταν μέσα στον κόλπο ή έξω από αυτόν, στο πέλαγος- επειδή ήταν πολύ συντηρητικός και προβλεπτικός ως κυβερνήτης πλοίου, και δεν του άρεσε να αρμενίζει τη νύχτα αποβραδίς, αλλά μόνο μετά τα μεσάνυχτα, όταν θα είχε μέρα μπροστά του.
Αυτά τα λιμανάκια δε χρειάζονταν κατάστιχα για να μετρηθούν. Ήταν η Χονδρή Άμμος, το Ελαφοκλήσι, ο Άι-Σώστης, το Απάγκειο κι ο Ζαμογιαλός. Και βέβαια δεν θα ήταν ανάγκη να πιάσει σε όλα, όπως του είχε συμβεί άλλοτε Αλλά τώρα έπρεπε να βρίσκεται την παραμονή του Αγίου Βασιλείου στο νησί του, για να βάλει όλα τα εμπορεύματα και τις παραγγελιές για να γιορτάσουν οι άνθρωπου την Πρωτοχρονιά με χαράκια υγεία.
Αφού προχώρησε πέντε μίλια μέσα στον κόλπο, στις τρεις μετά τα μεσάνυχτα, σηκώθηκε άνεμος που φαινόταν να έρχεται από άλλα μπουγάζια, από τα στενά ανάμεσα στην Εύβοια και στη Στερεά Ελλάδα. Αυτός ο άνεμος δεν ήταν πολύ δυνατός, ούτε εντελώς αντίθετος, αλλά ήταν ενοχλητικός.
Επειδή ήταν νύχτα ακόμα – έπρεπε να περάσουν τρεις ώρες για να ξημερώσει και τέσσερις για να βγει ο ήλιος – κι επειδή ήταν χειμώνας καιρός, κ καπετάν Ηλίας, για περισσότερη ασφάλεια, γύρισε την πλώρη προς τον Γραίγο (ΒΑ), με κατεύθυνση τη στεριά, και πήγε κι άραξε στη Χονδρή Άμμο.
Μόλις η άγκυρα έφτασε στο βυθό, ο άνεμος φάνηκε πως ηρέμησε μέσα στον κόλπο. Η βουή έπαψε να έρχεται απέξω, από το στόμιο του μικρού λιμανιού. Ο κυβερνήτης της μπρατσέρας, για να μην χασομεράει, σαλπάρισε πάλι, ίσιωσε τα τελευταία προς την πρύμνη πανιά των δύο καταρτιών, που μόλις τα είχε χαλαρώσει, έβαλε πλώρη ανατολικά και προχώρησε προς το Τρίκκερι, το ψηλό ακρωτήρι που κλείνει τον Παγασητικό.
Αλλά πριν φτάσει ακόμα εκεί, και πριν μπορέσει, στις πρώτες ακτίνες του ήλιου, να αντικρίσει τα κοκκινωπά σπίτια του γραφικού χωριού ψηλά στο λόφο, ο άνεμος φάνηκε πως έγινε ανατολικός κι ερχόταν αντίθετος στην πλώρη της μπρατσέρας. Ακόμα δεν είχε ξημερώσει καλά! Ο καπετάν Ηλίας της Μπαμπλένως έστριψε στα αριστερά, και μπήκε και έριξε την άγκυρα στο Ελαφοκλήσι, το μικρό ωραίο λιμανάκι. Ίσως εκεί βρισκόταν το αρχαίο λιμάνι Αφέται.
Ο άνεμος ήταν πράγματι ανατολικός, κι όσο πήγαινε δυνάμωνε. Ο Ηλίας της Μπαμπλένως είχε τόσα εμπορεύματα στο αμπάρι – ρύζια, κάπνα, ζυμαρικά, βαρέλια με ρούμι και ρακί – τόσες παραγγελίες στο θάλαμο της πρύμνης. Δεν τον έμελε αν κινδύνευε αυτός ή το σκάφος, τον έμελε όμως πολύ για τα πράγματα τα ξένα.
Η μπρατσέρα του ήταν ταυτόχρονα η Πάραλος και η Σαλαμίνα (ιερά πλοία των αρχαίων Αθηναίων για δημόσιες υπηρεσίες) του μικρού νησιού. Όπως λένε πως στα περασμένα χρόνια, αν δεν έστελνε ο Ιμάμης της Προύσας μήνυμα ότι φάνηκε το καινούργιο φεγγάρι, δεν μπορούσε ο Σουλτάνος να κάνει μπαϊράμι (μεγάλη μουσουλμανική γιορτή), κι ας το έβλεπε όλος ο κόσμος καθαρά το φεγγάρι δύο ή τρεις μέρες πριν, έτσι κι αν η μπρατσέρα του καπετάν Ηλία δεν άραζε στο μικρό νησί να φέρει τα τόσα ψώνια, οι κάτοικοί του σχεδόν δεν θα μπορούσαν να κάνουν Χριστούγεννα ή Πρωτοχρονιά ή Λαμπρή.
Ο Ηλίας της Μπαμπλένως ήταν τίμιος και ειλικρινής άνθρωπος. Μία μόνο απάτη είχε κάνει όταν ήταν πάρα πολύ νέος – το κρίμα του το είχε εξομολογηθεί τότε στον πνευματικό, κι από τότε το διηγιόταν σε πολλούς ανθρώπους. Με το δασκάλεμα ενός γεροντότερου, που φαινόταν να είναι έμπειρος σε τέτοιες δουλειές, είχαν κρατήσει για λογαριασμό τους μερικές δεκάδες κεραμίδια από τα κεραμουργεία των Ωρεών.
Αλλά μόλος είχε γίνει η κλοπή, όταν έσκυψε ο Ηλίας να λύσει το σκοινί της φελούκας για να ανεβεί στο πλοίο, μια τεράστια σμέρνα πήδησε έξω από μια σχισμή βράχου ή κάποια φωλιά εκεί κοντά και του κατασπάραξε τα κρέατα στο δεξιό του αντιβραχίονα με τα τρομερά καθώς θηρίου δόντια της.
Αυτή ήταν η πρώτη και τελευταία φορά για τον νεαρό τότε ναυτικό.
Η σμέρνα είχε σταλεί από το Θεό για να τον τιμωρήσει. Ακόμα και ύστερα από είκοσι χρόνια, ο Ηλίας έδειχνε τις ουλές από το φοβερό δάγκωμα σε όλους, σε όσους διηγιόταν το γεγονός αυτό, που ήταν εντελώς αληθινό, όπως φαίνεται.
«Τα Λιμανάκια» Μέρος Α'
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Χριστουγεννιάτικα Διηγήματα
για παιδιά και νέους
Εκδόσεις Άγκυρα
Εκδόσεις Άγκυρα
σελ. 156-169
________________
Ἐπιμέλεια κειμένου:
http://anavaseis.blogspot.com
Για να διαβάσετε τα προηγούμενα πατήστε:
Χριστουγεννιάτικα Διηγήματα (για παιδιά και νέους). Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.