Α´ Ἡ ἀρρώστια θερμόμετρο πνεύματος
Κύριο δεῖγμα ὑγείας τοῦ ἀνθρωπίνου ὀργανισμοῦ εἶναι ἡ καλή
θερμοκρασία τοῦ σώματος.
Καί βασικό στοιχεῖο ὑγείας πνευματικῆς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ ζῆλος τῆς πίστεως. Ὅταν ἡ πίστη χάνει τήν θερμότητά της και ὁ ζῆλος ἀτονεῖ, τότε ὁ πιστός δέν μπορεῖ νά περ- πατᾶ τόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, δέν μπορεῖ νά χαίρεται τά δῶρα τῆς ἀγάπης του οὔτε κἄν ὄρθιος νά στέκεται κοντά του. Καί τό πιό φoβερό εἶναι ὅτι δέν ἀντιλαμβάνεται τό ἐπικίνδυνο τῆς καταστάσεώς του.
Ἀλάνθαστο καί αἰώνιο θερμόμετρο, γιά νά θερμομετροῦμε τόν ζῆλο μας καί νά ἐλέγχουμε τήν πνευματική μας ὑγεία, μᾶς ἔχει δώσει ὁ Κύριος τόν θεόπνευστο λόγο του.
Καί μέσα στήν Καινή Διαθήκη ἔχει καταχωρίσει μία γνωμάτευση γιά τά παιδιά του μέ τήν χλιαρή πίστη, στήν ὁποία περιγράφει τά συμπτώματα, ἀλλά δίνει καί τήν θεραπεία τῆς ἀρρώστιας.
Εἶναι ἡ πρός Λαοδικεῖς ἐπιστολή τῆς Ἀποκαλύψεως (3,14-22).
Ἡ Λαοδίκεια ἦταν σπουδαία πόλη τῆς Μ. Ἀσίας, χτισμένη στή νότια ὄχθη τοῦ Λύκου ποταμοῦ, δυτικά καί ὄχι πολύ μακριά ἀπό τίς Κολοσσές. Ἦταν ἐξέχων συγκοινωνιακός κόμβος καί μεγάλο ἐμπορικό κέν- τρο, καί φημιζόταν γιά τόν πλοῦτο της. Ὅταν καταστράφηκε ἀπό τούς μεγάλους σεισμούς τοῦ
60-61 μ.Χ., δέν ζήτησε αὐτοκρατορική βοήθεια, ὅπως οἱ περισσότερες πόλεις τῆς Μ. Ἀσίας, διότι εἶχε οἰκονομική αὐτάρκεια.
Πηγές τοῦ πλούτου της ἦταν κυρίως οἱ τράπεζες καί τά χρηματιστήρια, πού διέθετε, τά ὑφαντουργεῖα καί τά ταπητουργεῖα, πού ἐπεξεργάζονταν τό περίφημο μαλλί τῆς περιοχῆς της, καί ἡ ἰατρική της σχολή, στήν ὁποία συνέρρεαν οἱ μαθηταί, γιά νά ἀκούσουν διάσημους δασκάλους, καθώς καί τά φαρμα- κευτικά της ἐργαστήρια. Ἀπό τήν εὐδαιμονία τῆς πόλεως εὔλογο εἶναι νά συμπεράνουμε τόν εὐδαιμονισμό τῶν κατοίκων της καί μ᾽ αὐτά τά δεδομένα νά καταλάβουμε καλύτερα τά λόγια, πού τῆς ἀπευθύνει ἡ ἐπιστολή.
Φαίνεται πώς τό πνεῦμα τοῦ εὐδαιμονισμοῦ δέν εἶχε ἀφήσει ἀνεπηρέαστους καί τούς χριστιανούς τῆς Λαοδίκειας καί ἴσως εἶχαν κάνει ὑποχωρήσεις στήν πίστη τους, προκειμένου νά μή χάσουν τίς ἀνέσεις τῆς ζωῆς τους. Μήπως προσ πάθησαν νά συμβιβάσουν τή λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ μέ τήν συμμετοχή στίς τρυφηλές καί μάταιες ἐκδηλώσεις τῆς εἰδωλολατρίας;
Μήπως θεωροῦσαν τά ὑλικά τους πλούτη ὡς εὐλογία καί εὔνοια τοῦ Θεοῦ μέ τήν ὁποία ἐπιδοκίμαζε τήν εὐσέβειά τους καί ξωφλοῦσε τό χρέος του γιά τό ὅτι ἔγιναν χριστιανοί; Δέν ἀποκλείεται. Διότι τί ἄλλο μπορεῖ νά σημαίνει ἡ κατηγορία ὅτι εἶναι χλιαροί;
Καί βασικό στοιχεῖο ὑγείας πνευματικῆς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ ζῆλος τῆς πίστεως. Ὅταν ἡ πίστη χάνει τήν θερμότητά της και ὁ ζῆλος ἀτονεῖ, τότε ὁ πιστός δέν μπορεῖ νά περ- πατᾶ τόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, δέν μπορεῖ νά χαίρεται τά δῶρα τῆς ἀγάπης του οὔτε κἄν ὄρθιος νά στέκεται κοντά του. Καί τό πιό φoβερό εἶναι ὅτι δέν ἀντιλαμβάνεται τό ἐπικίνδυνο τῆς καταστάσεώς του.
Ἀλάνθαστο καί αἰώνιο θερμόμετρο, γιά νά θερμομετροῦμε τόν ζῆλο μας καί νά ἐλέγχουμε τήν πνευματική μας ὑγεία, μᾶς ἔχει δώσει ὁ Κύριος τόν θεόπνευστο λόγο του.
Καί μέσα στήν Καινή Διαθήκη ἔχει καταχωρίσει μία γνωμάτευση γιά τά παιδιά του μέ τήν χλιαρή πίστη, στήν ὁποία περιγράφει τά συμπτώματα, ἀλλά δίνει καί τήν θεραπεία τῆς ἀρρώστιας.
Εἶναι ἡ πρός Λαοδικεῖς ἐπιστολή τῆς Ἀποκαλύψεως (3,14-22).
Ἡ Λαοδίκεια ἦταν σπουδαία πόλη τῆς Μ. Ἀσίας, χτισμένη στή νότια ὄχθη τοῦ Λύκου ποταμοῦ, δυτικά καί ὄχι πολύ μακριά ἀπό τίς Κολοσσές. Ἦταν ἐξέχων συγκοινωνιακός κόμβος καί μεγάλο ἐμπορικό κέν- τρο, καί φημιζόταν γιά τόν πλοῦτο της. Ὅταν καταστράφηκε ἀπό τούς μεγάλους σεισμούς τοῦ
60-61 μ.Χ., δέν ζήτησε αὐτοκρατορική βοήθεια, ὅπως οἱ περισσότερες πόλεις τῆς Μ. Ἀσίας, διότι εἶχε οἰκονομική αὐτάρκεια.
Πηγές τοῦ πλούτου της ἦταν κυρίως οἱ τράπεζες καί τά χρηματιστήρια, πού διέθετε, τά ὑφαντουργεῖα καί τά ταπητουργεῖα, πού ἐπεξεργάζονταν τό περίφημο μαλλί τῆς περιοχῆς της, καί ἡ ἰατρική της σχολή, στήν ὁποία συνέρρεαν οἱ μαθηταί, γιά νά ἀκούσουν διάσημους δασκάλους, καθώς καί τά φαρμα- κευτικά της ἐργαστήρια. Ἀπό τήν εὐδαιμονία τῆς πόλεως εὔλογο εἶναι νά συμπεράνουμε τόν εὐδαιμονισμό τῶν κατοίκων της καί μ᾽ αὐτά τά δεδομένα νά καταλάβουμε καλύτερα τά λόγια, πού τῆς ἀπευθύνει ἡ ἐπιστολή.
Φαίνεται πώς τό πνεῦμα τοῦ εὐδαιμονισμοῦ δέν εἶχε ἀφήσει ἀνεπηρέαστους καί τούς χριστιανούς τῆς Λαοδίκειας καί ἴσως εἶχαν κάνει ὑποχωρήσεις στήν πίστη τους, προκειμένου νά μή χάσουν τίς ἀνέσεις τῆς ζωῆς τους. Μήπως προσ πάθησαν νά συμβιβάσουν τή λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ μέ τήν συμμετοχή στίς τρυφηλές καί μάταιες ἐκδηλώσεις τῆς εἰδωλολατρίας;
Μήπως θεωροῦσαν τά ὑλικά τους πλούτη ὡς εὐλογία καί εὔνοια τοῦ Θεοῦ μέ τήν ὁποία ἐπιδοκίμαζε τήν εὐσέβειά τους καί ξωφλοῦσε τό χρέος του γιά τό ὅτι ἔγιναν χριστιανοί; Δέν ἀποκλείεται. Διότι τί ἄλλο μπορεῖ νά σημαίνει ἡ κατηγορία ὅτι εἶναι χλιαροί;
Ὁ ἔλεγχος
Ὅλο τό περιεχόμενο τῆς ἐπιστολῆς, πού τό ἅγιο Πνεῦμα στέλνει μέσῳ τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου στήν ἐκκλησία τῆς Λαοδίκειας, εἶναι ἕνας ἔλεγχος· ἕνας αὐστηρός καί σκληρός ἔλεγχος, ὁ ὁποῖος ὅμως γίνεται μέ πολλή τρυφερότητα καί ἀγάπη. Ἀπό τίς ἑπτά ἐπιστολές σέ ἑπτά ἐκκλησίες τῆς Μ. Ἀσίας, πού περιέχει ἡ Ἀποκάλυψις, αὐτή ἡ ἐπιστολή εἶναι ἡ μόνη, πού δέν ἀναγνωρίζει κανένα καλό καί ἄξιο ἐπαίνου στοιχεῖο στήν ἐκκλησία. Ἀποστολέας τῆς ἐπιστολῆς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος ὑπαγορεύει τό γράμμα του στόν εὐαγελιστή Ἰωάννη.
Ὁ Χριστός αὐτοσυστήνεται μέ τρεῖς χαρακτηρισμούς, πού εἶναι σκόπιμα διαλεγμένοι γιά νά τονίσουν τά νομίσματα τῆς ἐπιστολῆς· εἶναι «ὁ ἀμήν, ὁ μάρτυς ὁ πιστός καί ἀληθινός καί ἡ ἀρχή τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ».
Μέ τούς τρεῖς αὐτούς χαρακτηρισμούς ὁ ἀποστολέας Χριστός παρουσιάζεται ὡς μιά προσωπικότητα ἀκέραιη καί ἀψευδής, καί συνάμα παντοδύναμη καί κυριαρχική. Ἔναντι τοῦ συμβιβαστικοῦ καί ἀσταθοῦς πνεύματος τῶν χριστιανῶν τῆς Λαοδίκειας ὁ Χριστός προβάλλει ἔτσι σάν ἕνας ἔλεγχος καί μία κρίση, πού καταδικάζει τήν συμπεριφορά τους καί ἀποστομώνει κάθε δικαιολογία τους.
Κι ἀμέσως, πιό συγκεκριμένα, ἀρχίζει νά ἀπαγγέλει τίς κατηγορίες του. Ἀπευθύνεται «τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ ἐκκλησίας», στόν ἐπίσκοπο δηλαδή τῆς πόλεως, ὡς ἐκπρόσωπο ὅλων τῶν χριστιανῶν, ἀλλά καί ὡς ὑπεύθυνο καί ὑπόλογο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γιά τήν πνευματική κατάσταση τῶν πιστῶν.
Στήν οὐσία, βέβαια, ἀπευθύνεται σέ ὅλους τούς πιστούς καί στόν καθένα ξεχωριστά. «Οἶδά σου τά ἔργα», λέει, «ὅτι οὔτε ψυχρός εἶ οὔτε ζεστός». Μιλᾶ ὡς καρδιογνώστης ὁ Κύριος καί τούς φανερώνει ὅτι γνωρίζει τά ἔργα τους - πού σημαίνει ὄχι ἁπλῶς τίς ἐξωτερικές πράξεις τους, ἀλλά τήν ποιότητά τους -, καί ἀναγνωρίζει ἀπό αὐτά τήν διάθεση τῆς καρδιᾶς τους ἀπέναντί του.
Δέν εἶναι οὔτε ψυχροί οὔτε ζεστοί. Δέν ἔχουν ζῆλο πίστεως, ἐκεῖνο τόν βρασμό τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀφο- σιώσεως στόν Χριστό, πού ἐξαγνίζει τόν ἄνθρωπο καί τόν σπρώχνει σέ θυσίες γιά τό ὄνομα τοῦ Κυρίου. Δέν ἔχουν ἐκείνη τήν ζέση καί τήν θερμότητα τοῦ πνεύματος, πού κρατᾶ ζωντανό καί ὑγιῆ τόν πνευ- ματικό ὀργανισμό τοῦ πιστοῦ, καί τήν ὁποία μᾶς παραγγέλλει ὁ ἀπόστολος Παῦλος - «Τῷ πνεύματι ζέοντες» (Ρωμ. 12,11).
Γι᾽ αὐτό δέν εἶναι ζεστοί. Δέν εἶναι ὅμως οὔτε ψυχροί. Δέν ἀνήκουν στήν τάξη ἐκείνων, πού στεροῦνται ἐντελῶς τήν ζεστασιά, πού δημιουργεῖ μέσα στήν ἀνθρώπινη καρδιά ἡ παρουσία τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ, καί πού δέν διαθέτουν οὔτε μία σπίθα ἀγάπης πρός τό πρόσωπό του. Οἱ ψυχροί εἶναι ἄνθρωποι, πού δέν ἔχουν καμία σχέση μέ τήν πίστη καί μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἐκεῖνοι πού δέν πλησίασαν, δέν ἄγγιξαν, δέν πῆραν μέσα τους τή φωτιά τοῦ Πνεύματος. Μέ μιά λέξη, οἱ ἀβάπτιστοι.
Οἱ χριστιανοί τῆς Λαοδίκειας ὅμως βαπτίστηκαν. Εἶχαν πίστη, εἶχαν ἀγάπη, δέν εἶχαν ζῆλο. Τό ἁμάρτημά τους ἦταν ὅτι ἔκαναν ἀβαρίες στήν πίστη, νοθεῖες στήν ἀγάπη· καί ἡ ἐλπίδα τους δέν ἦταν ζωντανή. Παρ᾽ ὅλα αὐτά πίστευαν ὅτι ἦταν οἱ καλύτεροι χριστιανοί. Τούς ἔλειπε ἡ αὐτογνωσία καί ἡ ἐθυμία γιά βελτίωση· ἦταν χλιαροί.
«Ἀδόκιμον τό χλιαρόν»
Ὁ Κύριος ὅμως πού ἀγαπᾶ τήν εὐθύτητα καί τούς εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ (πρβλ. Ψαλμ. 72,1), μπορεῖ νά δεχθεῖ μόνο τίς καθαρές καταστάσεις· τόν συνδυασμό καί τόν συμβιβασμό, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται προτέρημα ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου, δέν τόν ἀνέχεται.
«Ὄφελον ψυχρός ἦς ἤ ζεστός», λέει καί μᾶς ἀφήνει κατάπληκτους νά ἐννοήσουμε ὅτι προτιμᾶ ἀκόμη καί τόν ψυχρό παρά τόν χλιαρό! Ὁ λόγος ὅμως εἶναι εὐνόητος. Ἐνῶ στά ἔργα ἡ μεσότητα εἶναι καλή, στήν πίστη, πράγματι, ἡ χλιαρότητα εἶναι ἡ χειρότερη περίπτωση. Διότι, ὅπως ἀποδεικνύει ἀδυσώπητα ἡ ἱστορία, πολλοί ψυχροί, ἁμαρτωλοί καί ἀδιάφοροι μετανόησαν καί ἔγιναν ἅγιοι, ἐνῶ σπάνια χλιαροί αἰσθάνονται τήν ἀνάγκη τῆς μετανοίας.
Στήν οὐσία οἱ μεγαλύτεροι ἄπιστοι εἶναι οἱ χλιαροί, διότι αὐτοί, ἐνῶ γνώρισαν τόν Χριστό, ἀρνοῦνται τήν δύναμή του, δέν ἐμπιστεύονται στήν χάρη του καί ζητοῦν νά τά ἔχουν καλά καί μέ τόν κόσμο. Οἱ μεγαλύτεροι ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ χλιαροί, διότι κινοῦνται καί στό στρατόπεδο τοῦ κόσμου.
Ὁ Κύριος ὅμως εἶναι ἀπόλυτος στό θέμα τῆς πίστεως καί οἱ μαθηταί διασώζουν τήν παράδοση αὐτή. Δέν μποροῦμε νά ἀκρωτηριάζουμε τό εὐαγγέλιο, διότι καί ἐλάχιστο νά χάσει ἀπό τό μύνημά του, παύει νά εἶναι εὐαγγέλιο. Οὔτε μποροῦμε νά ἀναμιγνύουμε εὐαγγέλιο καί κόσμο καί νά βγάζουμε μέσο ὅρο, διότι τότε δέν ἔχουμε εὐαγγέλιο.
«Μή γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις», κηρύττει ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Ἀπειλή ἐμετοῦ
Οἱ Λαοδικεῖς χριστιανοί εἶχαν συμβιβάσει τά ἀσυμβίβαστα, γι᾽ αὐτό ὁ Κύριος τούς ἀπορρίπτει· «Οὕτως ὅτι χλιαρός εἶ, καί οὔτε ζεστός οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου».
Ἡ ἀηδιστική εἰκόνα τοῦ ἐμετοῦ ἐκφράζει πολύ παραστατικά ὄχι μόνο τήν ἀπόρριψη τῶν χλιαρῶν χριστιανῶν, ἀλλά καί τήν ἀπέχθεια τοῦ Χριστοῦ πρός τήν χλιαρότητά τους. Καί χρησιμοποιεῖται πολύ εὔστοχα ἡ μεταφορά τῆς εἰκόνος τοῦ ἐμετοῦ, διότι ὄντως τό χλιαρό νερό προξενεῖ ἐμετό καί τό συνιστοῦν μέχρι σήμερα οἱ γιατροί γιά πλύσεις στομάχου.
Ἡ χλιαρή, χωρίς ζῆλο πίστη, πού λαμβάνει ὑπ᾽ ὄψη τό φρόνημα τῆς σάρκας, τοῦ ἐγώ, καί προσέχει πάν- τοτε νά μή δυσαρεστεῖ τόν κόσμο καί τά καπρίτσια του, μπορεῖ ἀπό τούς ἀνθρώπους νά ἐξιδανικεύεται καί νά καλεῖται σύνεση ἤ μετριοπάθεια, ἀλλά στόν Χριστό προκαλεῖ ναυτία.
Ἀηδιάζει, ὅπως ὅταν οἱ Ἰουδαῖοι τοῦ πρόσφεραν θυσίες χωρίς ζῆλο καί τούς ἔλεγε μέ τό στόμα τοῦ Ἠσαΐα· «Σιχαίνομαι τίς θυσίες σας» (Ἠσ. 1,13). Ὄχι ὅτι οἱ Ἰσραηλίτες εἶχαν προσφέρει ποτέ βρώμικες θυσίες, ἀλλά διότι μαζί μέ τήν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ συνδύαζαν καί τήν λατρεία τῶν εἰδώλων καί μαζί μέ τίς θυσίες στούς ψεύτικους θεούς ἔκαναν καί θυσίες στόν ἀληθινό Θεό, νομίζοντας ὅτι ἔτσι τόν καλοπιάνουν.
Αὐτό ἀκριβῶς ὅμως τόν ἐρεθίζει καί τόν ἐξοργίζει. Ἔτσι ἐδῶ ὁ Κύριος ἀηδιάζει ἀπό τούς χριστιανούς τῆς Λαοδίκειας. Ὅταν τούς πῆρε μέσα του ἦταν ζεστοί. Τώρα πού ἔγιναν χλιαροί, δέν μπορεῖ νά τούς κρατήσει· θά τούς ξεράσει ἀπό τό στόμα του. Αὐτό σημαίνει ὅτι θά τούς ἀποκόψει τελείως καί μέ βδελυγμία ἀπό τό σῶμα του, ἀπό τήν ᾽Εκκλησία, ἀπό τήν αἰώνια ζωή, θά τούς καταστήσει ξένους καί σιχαμένους.
Οἱ πατέρες, μάλιστα, ἐξηγοῦν τόν ἐμετό ὑπενθυμίζοντας τόν καταδικαστικό λόγο τοῦ Κυρίου· «Πορεύεσθε ἀπ᾽ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι» (Ματθ. 25,41). Ἡ ἀπειλή εἶναι πολύ σκληρή, ἀλλά ἀφήνει χῶρο γιά τήν ἐλπίδα, καθώς ἡ πραγματοποίησή της τοποθετεῖται στό μέλλον·
«μέλλω σε ἐμέσαι». Ὑπάρχει ἕνα χρονικό διάστημα, στό ὁποῖο ὅλα μποροῦν νά ἀλλάξουν.
Ορθόδοξος Τύπος 8/10
Για να διαβάσετε όσα έχουν δημοσιευτεί πατήστε: χλιαροί
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.