Τίτου Θαυματουργοῦ, Αἰδεσίου καὶ Ἀμφιανοὺ Μαρτύρων, Θεοδώρας Παρθενομάρτυρος, Πολυκάρπου Μάρτυρος, Νικητίου Ἐπισκόπου, Στεφάνου Θαυματουργοῦ, Εὕας Ὀσιοπαρθενομάρτυρος, Γρηγορίου Ὁσίου, Γεωργίου Ἐπισκόπου, Σάββα Ἀρχιεπισκόπου.
Ὁ Ὅσιος Τίτος ὁ Θαυματουργὸς εἶχε ἔνθεο ζῆλο πρὸς τὴν μοναχικὴ πολιτεία ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία. Ἔτσι προσῆλθε σὲ κοινόβιο καὶ ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση, στὴν ὁποία διέπρεψε μεταξὺ τῶν συνασκητῶν του γιὰ τὴν ἐγκράτεια, τὴν καθαρότητα τοῦ βίου καὶ τὶς ἀρετές του, ποὺ τὸν ἀνέδειξαν καὶ ἡγούμενο τῆς μονῆς. Ἀξιώθηκε δὲ νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας.
Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ὅσιος Τίτος καὶ διέλαμψε στὴν ἐνάρετη πολιτεία, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀνατεθεῖς ἀπὸ παιδὸς τῷ Κυρίῳ, ἀγγελικῶς ἐπολιτεύσω ἐν κόσμῳ, καὶ τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν χάριν ἐκ Θεοῦ, ὅθεν ἐχρημάτισας, Μοναζόντων ἀλείπτης, Τίτε παμμακάριστε, καὶ σοφὸς οἰκονόμος. Ἄλλα μὴ παύση Πάτερ ἐκτενῶς, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, Θεὸν ἰλεούμενος.
Οἱ Ἅγιοι Αἰδέσιος καὶ Ἀμφιανὸς οἱ αὐτάδελφοι οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀμφιανὸς καὶ Αἰδέσιος ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ (286-305 μ.Χ.). Ἦταν ἀδελφοὶ ἀπὸ τὴν ἴδια μητέρα καὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴν χώρα τῆς Λυδίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὅταν βρίσκονταν στὴ Βηρυτό, διδάχθηκαν ἀπὸ τὸν Μάρτυρα Πάμφιλο (τιμᾶται 5 Νοεμβρίου) τὴν πίστη στὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ συνελήφθηκαν καὶ παρουσιάσθηκαν στὸν ἄρχοντα τῆς πόλεως Οὐρβανό.
Καὶ ὁ μὲν Ἀμφιανός, ἀφοῦ διακήρυξε πρῶτος μὲ παρρησία ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός, δέχθηκε πληγὲς κατὰ τοῦ προσώπου καὶ κρεμάσθηκε. Ὑπέμεινε ὅμως καρτερικὰ τὰ βασανιστήρια καὶ ἔμεινε σταθερὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν πίστη του στὸν Χριστό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ οἱ εἰδωλολάτρες τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὅπου καὶ τελειώθηκε καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Αἰδέσιος καταδικάσθηκε νὰ τιμωρηθεῖ στὰ μεταλλεῖα χαλκοῦ καὶ ἀπεστάλη στὴν Ἀλεξάνδρεια. Καὶ μία ἡμέρα, ὅταν εἶδε τὸν ἄρχοντα τῆς Ἀλεξάνδρειας, Ἱεροκλῆ, νὰ τιμωρεῖ τοὺς ἐκεῖ Χριστιανούς, ἔτρεξε καὶ τὸν χτύπησε μὲ τὴν ράβδο. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ βασανισθεῖ παραδειγματικὰ καὶ τέλος νὰ τὸν ρίξουν στὴν θάλασσα. Ἔτσι κέρδισε τὸ στέφανο τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς οὐράνιας δόξας.
Ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἡ Παρθενομάρτυρας
Ἡ Ἁγία Θεοδώρα καταγόταν ἀπὸ τὴν Τύρο τῆς Φοινίκης. Σὲ ἡλικία δεκαεπτὰ χρόνων, ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανή, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας τῆς Παλαιστίνης, Οὐρβανό, ποὺ ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Κατὰ συνέπεια αὐτοῦ τὴν χτύπησαν στὰ πλευρὰ καὶ στὸ στῆθος.
Ἐπειδὴ ὅμως δὲν πείσθηκε, κλείσθηκε φυλακή. Ὁ δεσμοφύλακας εἶχε διαταγὴ ὄχι μόνο νὰ τὴν φυλάσσει μὲ ἀσφάλεια, ἀλλὰ καὶ νὰ μὴν εἰσέρχεται κανεὶς γιὰ νὰ τὴν ἐπισκεφθεῖ, παρὰ μόνο νὰ μεταφέρονται σὲ αὐτὴν τὰ σχετικὰ μὲ τὴν τροφή, μέχρις ὅτου ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ θυσιάσει στοὺς λεγόμενους Θεούς.
Μετὰ τὸ πέρασμα πολλῶν ἡμερῶν βγῆκε ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ ἐξαναγκαζόταν νὰ θυσιάσει στοὺς ἀκάθαρτους δαίμονες. Ἡ Ἁγία Θεοδώρα δὲν ἀνεχόταν οὔτε νὰ τὸ ἀκούσει. Γι’ αὐτὸ τιμωρήθηκε χωρὶς ἔλεος καὶ στὴν συνέχεια, ἀφοῦ τὴν ἔριξαν στὴ θάλασσα, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριο καὶ ἔλαβε τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πολύκαρπος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ ἀσεβοῦς Μαξιμιανοῦ (286-305 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Ἀλεξάνδρειας. Ὄντας Χριστιανὸς καὶ ἔχοντας πολὺ ζῆλο γιὰ τὸν Θεό, παρατηρώντας κάθε ἡμέρα τοὺς φυλακισμένους νὰ ὁμολογοῦν τὸν Χριστὸ καὶ νὰ δοκιμάζονται μὲ διάφορα βασανιστήρια, δὲν ἄντεχε νὰ ὑπομένει.
Καὶ ὅταν κάποια μέρα εἶδε τὸν ἄρχοντα νὰ κάθεται καὶ τὸ αἷμα τῶν ἀνθρώπων νὰ χύνεται σὰν νερό, ἀφοῦ στάθηκε μπροστά του, τὸν ἔλεγξε καὶ εἶπε: «Γιατί τόσο πολὺ λησμόνησες τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀκόρεστε σκύλε, καὶ κομματιάζεις τοὺς συγγενεῖς καὶ ὁμοεθνεῖς ἀνθρώπους μὲ τὰ ξίφη σὰν ξύλα, ἐπειδὴ κηρύττουν τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἐλέγχουν τὴν πλάνη τῶν εἰδωλολατρῶν, ὅπως καὶ ἐγὼ ποῦ εἶμαι δοῦλος τοῦ Χριστοῦ;».
Ἐξαιτίας αὐτῶν καὶ ἐπειδὴ ἐξόργισε τὸν ἄρχοντα, συνελήφθη καὶ βασανίσθηκε. Καὶ ἀφοῦ μέχρι τέλους εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ στὰ χείλη, ἀποκεφαλίσθηκε.
Ὁ Ἅγιος Νικήτιος Ἐπίσκοπος Λυὼν
Ὁ Ἅγιος Νικήτιος ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὴν Γαλλία ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἀνατράφηκε ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ἡ ταπείνωση, ἡ ἁπλότητα καὶ ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἦταν χαρακτηριστικὰ τῆς ψυχῆς του καὶ τοῦ βίου του.
Τὸ ἔτος 551 μ.Χ. ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Λυών, εἰς διαδοχὴν τοῦ θείου του, Ἁγίου Σακέρδου (τιμᾶται 12 Σεπτεμβρίου) καὶ ποίμανε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ εἴκοσι δυὸ ἔτη μὲ ἱερὸ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 573 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Θαυματουργὸς
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ἀσκήτεψε στὸν Ἀσκάλωνα τῆς Παλαιστίνης καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 778 μ.Χ.
Ἡ Ἁγία Εὕα ἡ Ὀσιοπαρθενομάρτυρας ἡ Νέα
Ἡ Ἁγία Ὀσιοπαρθενομάρτυς Εὕα ἔζησε κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἦταν ἡγούμενη τῆς μονῆς Κόλτινγκχαμ, τῆς μεγαλύτερης μονῆς τῆς Σκωτίας. Ἡ μονὴ αὐτὴ εἶχε ἱδρυθεῖ ὑπὸ τῆς Ὁσίας Εὕας τῆς Πρεσβυτέρας (τιμᾶται 25 Αὐγούστου), ἀδελφῆς τῶν βασιλέων Νορθάμπερλαντ Ὀσβάλδου καὶ Ὄσγουι.
Τὸ ἔτος 870 μ.Χ., κατὰ τὴν διάρκεια εἰσβολῆς Δανῶν πειρατῶν στὶς ἀκτὲς τῆς μονῆς, ἡ Ὁσία ἀνήσυχη ὄχι γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ζωῆς της ἀλλὰ γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἁγνότητάς της καθὼς καὶ τῶν ἄλλων μοναζουσῶν, μόλις οἱ ἐπιδρομεῖς εἰσέβαλαν στὸν περίβολο τῆς μονῆς, συγκέντρωσε τὶς μοναχὲς στὸ ἡγουμενεῖο καὶ μετὰ ἀπὸ συγκινητικὲς συμβουλὲς ἀπέκοψε μὲ λεπίδα τὴν μύτη καὶ τὸ ἄνω χεῖλος της. Τὴν πράξη αὐτὴ μιμήθηκαν ὅλες οἱ ἀδελφές.
Οἱ εἰσβολεῖς, ὅταν εἰσῆλθαν στὸ χῶρο ὅπου οἱ μοναχὲς ἦταν συναγμένες, βρέθηκαν μπροστὰ σὲ ἕνα φρικιαστικὸ θέαμα. Αὐτὸ ὅμως δὲν τοὺς ἐμπόδισε νὰ πυρπολήσουν τὴν μονὴ καὶ νὰ κάψουν ζωντανὴ τὴν Ὁσία Εὕα μαζὶ μὲ ὅλες τὶς μοναχές.
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ ἐν Νικομήδειᾳ ἀσκήσας
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος γεννήθηκε περὶ τὸ ἔτος 1190 σὲ κάποιο χωριὸ τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπὸ ἐπιφανεῖς γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἔδειξε μεγάλη φιλομάθεια καὶ κλίση πρὸς τὸ μοναχικὸ βίο. Ἀφοῦ σπούδασε πολὺ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία καὶ τὴ θεολογία, ἀποσύρθηκε σὲ μονὴ τῆς Βιθυνίας.
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη κατὰ τὸ ἔτος 1240.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος Ἐπίσκοπος Ἀζκουρίας
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος (Μαζκουερέλι) ἔζησε μεταξὺ τοῦ 9ου καὶ τοῦ 10ου αἰῶνα μ.Χ. στὴ Γεωργία καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος Ἀζκουρίας. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Σάββας Ἀρχιεπίσκοπος Σουρὼζ
Ὁ Ἅγιος Σάββας ἔζησε κατὰ τὸν 12ο αἰῶνα μ.Χ. στὴν Κριμαία καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σουρώζ, τὸ σημερινὸ Σουδάκ. Ὅτι γνωρίζουμε γι’ αὐτὸν ἔχει σωθεῖ σὲ ὑποσημειώσεις σὲ ἕνα ἑλληνικὸ Μηναῖο τοῦ 12ου αἰῶνος.
Πέντε χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν πόλη τοῦ Σουρὼζ ὑπάρχει ἕνα ὄρος, τὸ ὁποῖο καλεῖται Ἅγιος Σάββας, ὅπου διατηροῦνται τὰ ὑπολείμματα μιᾶς ἐκκλησίας καὶ μιᾶς σπηλιᾶς. Ἐκεῖ προφανῶς ὁ Ἅγιος πέθανε καὶ ἐνταφιάσθηκε καὶ τὸ ἔτος 1872 βρέθηκε μία εἰκόνα του.
synaxarion.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.