Ἡ ἀποδημία μου πρός τήν ἀλήθεια
(Μέρος Β')
Ἡ ἐπιστροφή μου στήν Ὀρθοδοξία καί ἡ εἴσοδός μου στόν μοναχισμό
Γέροντος Ραφαήλ Νόϊκα
- Θά ἠθέλαμε νά ἀναφερθῆτε ἐκτενέστερα στίς διακυμάνσεις πού ἐδοκιμάσατε στήν ἀρχή καί στήν πνευματική ἐξέλιξι πού εἴχατε τελευταῖα.
- Εἶχαν διαζευχθῆ οἱ γονεῖς μου, διότι ἡ μητέρα μου έπῆρε πάλι τήν ἀγγλική της ἐθνικότητα καί ἦτο ἐνδεχόμενο νά ἐπηγαίναμε στήν Δύσι. Οἱ γονεῖς ἤθελαν νά δώσουν σ᾿ ἐμᾶς (ἔχω καί μία ἀδελφή) ἀπό τήν παιδική μας ἡλικία μία ἐλεύθερη ἀγωγή, παρά νά μᾶς ἀνακοινώσουν ὅτι θά μείνουν ἤ ὄχι στήν χώρα μας.
Τό ἔτος 1955 ἀνεχώρησα στήν Δύσι μέ τήν ἐλπίδα τῆς καλλίτερης ζωῆς, τήν ὁποία εὕρισκα πολλές φορές καί σέ ἄλλους, πού ἤρχοντο ἀπό τίς χῶρες τους ἐκεῖ. Καί ὅλοι σχεδόν ἐπέρασαν, μέσα ἀπό πολλές δυσκολίες καί ἀπογοητεύσεις.
Ἤμουν παιδί καί χωρίς μεγάλη πνευματική ἀγωγή.
Συνέχεα τήν ἐλευθερία, ἔτσι ὅπως τήν κατανοοῦμε ἐμεῖς σήμερα-δηλαδή τήν ἐλευθερία τῆς ἐκφράσεως, τήν δυνατότητα νά κάνης ὅ,τι θέλεις, ὅ,τι σοῦ ἀρέσει-μέ τήν ἐν πνεύματι ἐλευθερία, τήν προσευχή καί τήν ἐκκλησιαστική ζωή.
Ἀλλά, ἀφ᾿ ὅτου ἤμουν μικρό παιδί, ἦτο κάτι σέ μένα τό ὁποῖο μέ τραβοῦσε πρός τά πνευματικά καί πιστεύω ὅτι- μόνο ὁ Θεός γνωρίζει ἀπό ποῦ ν᾿ ἀρχίσω νά ὁμιλῶ-ὁ δρόμος τῆς ζωῆς μου ἔχει σχέσι μέ μία στιγμή τῆς παιδικῆς μου ἡλικίας, τήν ὁποία καί ἐνθυμοῦμαι.
Δέν γνωρίζω πῶς ἄρχισε, ἀλλά κρατῶ στήν μνήμη μου ὅτι εἶχε κάποια δεδομένη στιγμή τό αἴσθημα τοῦ θανάτου, ἕνα αἴσθημα ἀμυδρό, σκιῶδες. Κάποιος μοῦ εἶχε ὁμιλήσει γι᾿ αὐτό, ἴσως ἡ μητέρα μου καί ἐνθυμοῦμαι ὅτι εἶχα μία ἀπέχθεια πρός τόν θάνατο, ὅπως ἄλλωστε ἔχουμε ὅλοι.
Καί ἀναρωτήθηκα: «Ἐάν γεννώμεθα, γιατί πρέπει νά πεθαίνουμε; ἤ, μή ἔχοντας ἐπαρκῆ πνευματική ἀγωγή, δέν ἐγνώριζα τότε (τό ἔργο αὐτό τό ἔμαθα κατόπιν) ὅτι δέν ἔφτιαξε ὁ Θεός τόν θάνατο καί ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἀρρώστεια τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου.
Καί προσπαθοῦσα κι ἐγώ νά παρηγορηθῶ, ἔτσι ὅπως ἔκαναν καί οἱ φίλοι μου, ὅτι τά πάντα πεθαίνουν, ὅτι ἔτσι εἶναι δημιουργημένος ὁ κόσμος, ὅπως καί τά ζῶα, καί τά φροῦτα καί τά ἄνθη· ὅλα ἔχουν ἕνα τέλος, ἔτσι, γιατί νά μήν ἔχω κι ἐγώ;
Ἀλλά ὁ θάνατος δέν ἦτο μόνον ἕνα εἶδος ἐφιάλτου στήν ζωή μου· χωρίς νά τό ἀντιλαμβάνομαι τότε, ἤμουν σ᾿ ἕνα δρόμο πνευματικῆς ἀναζητήσεως· ὑπάρχει κάτι στήν ψυχή, τό ὁποῖον δέν ἠμπορῶ νά τό διατυπώσω τώρα, τό ὁποῖον φυσικά δέν τό εἶχα ἐπιτύχει ποτέ: ἦτο μία αἴσθησις πού μέ ὠδηγοῦσε στήν ἄτοπο ἀπαγωγή.
Ὁ θάνατος ἦτο κάτι τό τελείως παράλογο στήν ζωή. Ἡ ἐρώτησις, τήν ὁποία ἠμποροῦσα νά διατυπώσω τότε στήν ἡλικία τῶν 6-7 ἐτῶν (ἴσως καί ἐνωρίτερα, δέν ἐνθυμοῦμαι), ἦτο: «Ἐάν τό πᾶν τελειώνη μέ τόν θάνατο, τότε ἡ ζωή μου ἔχει κάποιο νόημα;»
Ἀλλά ἐπειδή, εἴτε γιά καλό εἴτε γιά κακό, ἐπίστευα στόν Θεό, ὁπότε καί στήν αἰωνιότητα, ἤλπιζα δυνατά ὅτι εἶναι ἀληθινή αὐτή ἡ αἰωνιότης. Μοῦ φαινόταν ἀδύνατη καί ἀληθινά χωρίς νόημα ἡ πραγματικότης τοῦ θανάτου,. Ἐάν πραγματικά ὑπάρχη ἕνας Θεός καί ἡ ζωή ἐπιστρέφει στόν θάνατο, τότε ὁ θάνατος πρέπει νά κρύβη κάτι, ἴσως ἀκριβῶς τήν ἔννοια τῆς ζωῆς.
Ὅταν ἔχης ἕνα πρόβλημα καί δέν ἠμπορεῖς νά εὕρης τό ἀποτέλεσμα, ἐρωτᾶς δεξιά-ἀριστερά καί οἱ ἐρωτήσεις σου ἐνίοτε δέν ἔχουν τίποτε νά κάνουν μ᾿ αὐτό τό πρόβλημα. Γιά παράδειγμα, ὅταν ἤμουν 7 ἐτῶν καί θά ἐπήγαινα στό σχολεῖο, ἐρωτοῦσα: «Γιατί πηγαίνει ὁ ἄνθρωπος στό σχολεῖο;»
Αἰσθανόμουν ὅτι ἦτο χαμένος χρόνος, μία χαμένη παιδική ἡλικία, μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν μέ ἱκανοποιοῦσε ἡ ἀπάντησι σ᾿ αὐτό πού ἐγώ ζητοῦσα.
Κανείς δέν ἤξερε νά μοῦ ἀπαντήση, διότι δέν καταλάβαινε κανείς τί ἦτο μέσα στήν καρδιά μου. Γιά μένα ἡ ἐρώτησίς μου θά ἠμποροῦσε νά μεταφερθῆ ἔτσι: Ποιά εἶναι ἡ ἔννοια τῆς ζωῆς καί τί προσφέρει τό σχολεῖο, ἡ διδασκαλία σ᾿ αὐτή τήν ἔννοια τῆς ζωῆς;
Μοῦ ἔλεγαν ὅτι μοῦ χρειάζεται μία βάσις, μία καλλιέργεια καί δέν ἠμποροῦσα νά ξέρω ποιά ἔργα εἶναι πειστικά. Αἰσθανόμουν, ἀλλά δέν ἐγνώριζα πῶς νά ὑποστηρίξω στήν ἡλικία τῶν 7--8 ἤ 10 ἐτῶν ὅτι ἡ ἀπάντησις σ᾿ ὅλη αὐτή τήν ταραχή μου ἦτο ὁ Θεός. Καί μέ ἐπέρασε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μου, μέσῳ παντός εἴδους περιπλανήσεων μέχρι νά φθάσω, ὅπως βλέπετε, στήν καλογερική ζωή. Πότε μοῦ ἀπεκαλύφθηκε αὐτή ἡ ὁδός-μοναχική-τό αἰσθάνθηκα πράγματι, σάν μία ἀναζήτησι ἀπό τήν παιδική μου ἡλικία.
Στά χρόνια ἐκεῖνα πού περιπλανήθηκα καί ἄρχισα νά πιστεύω, δέν εἶχα συνείδησι τί εἶναι αὐτό πού λέγεται Ἐκκλησία. Δέν καταλάβαινα γιατί ὑπάρχουν πολλές ἐκκλησίες. Ἐπίστευα, πολύ ἤ ὀλίγο ὅτι ὅλες εἶναι σωστές καί μέχρις ἑνός σημεῖο ἦτο αὐτό μία ἀλήθεια.
Ὅμως τό χαρακτηριστικό πρᾶγμα, τό ὁποῖον δέν κατανοοῦσα, ἦτο ἡ Κοινωνία, ἡ Θεία Μετάληψις στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἐπίστευα ὅτι εἶναι ἕνα σύμβολο, καί, ἐάν εἶναι σύμβολο-θαυμαστό ἤ ὄχι-τό ψωμί σάν σῶμα καί τό κρασί σάν αἷμα, ἤμουν ἕτοιμος (ἴσως νά ἐκοινώνησα καί σέ ἄλλες «ἐκκλησίες δέν ἐνθυμοῦμαι) νά κοινωνήσω καί σέ ἄλλες «ἐκκλησίες» καί, ἐάν ὁ Κύριος εἶπε νά κάνουμε ἔτσι, ἐγώ ἔκανα ἔτσι.
Ἀλλά δέν καταλάβαινα τό γιατί. Μέ ἄφησε ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί ἐπέρασα μέσα ἀπό τόν προτεσταντισμό, καί σάν καλός προτεστάντης, ἄρχισα νά διαβάζω τήν Ἁγία Γραφή. Καί, στήν Γραφή ἐσκόνταψα ἀκριβῶς στό κεφάλαιο ἕξι (6) τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ἀποστόλου Ἰωάννου, ὅπου ὁ Κύριος ὁμιλεῖ πολύ καθαρά καί ἀνοικτά γιά τήν Θεία Κοινωνία.
Αὐτός ὁμιλεῖ ἐκεῖ γιά τό Σῶμα Του, λέγοντας ὅτι, ὅποιος δέν φάγη τό Σῶμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου καί δέν πιεῖ τό Αἷμα Του, δέν ἔχει ζωή ἐπάνω του (Πρβλ .Ἰωάν.6,53) . Κι ἐγώ προσπάθησα νά καταλάβω τί σημαίνει αὐτό, γιατί ὁμιλεῖ ἔτσι τόσο συγκεκριμένα;
Ὅμως παρηγορήθηκα ἀμέσως λίγο, διότι καί οἱ Ἀπόστολοι σκανδαλίσθηκαν ἀπό αὐτό τόν δυσνόητο λόγο, διότι μερικοί Τόν ἐγκατέλειψαν λέγοντας: «Σκληρός ἐστιν οὗτος ὁ λόγος· τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;» (6,60). Καί ὁ Κύριος ἐστράφη πρός τούς 12 μαθητάς καί τούς ἐρώτησε; «Μή καί ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν;».
Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος τοῦ ἀπήντησε: «Κύριε, πρός τίνα ἀπελευσόμεθα; ρήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις» (6,68) . Κι ἐγώ «γατζώθηκα» μέ τά νύχια καί τά δόντια ἀπό τόν λόγο τοῦ Ἀπ. Πέτρου καί ἔμεινα, ὅπως λέγομεν, ἀσκανδάλιστος. Ἔτσι ἐπερίμενα μέχρις ὅτου ὁ Κύριος μοῦ ἔδειξε τόν δρόμο.
Μέσα ἀπό μιά μακρά διήγησι, μέ πολλές ἀμφιβολίες, τίς ὁποῖες βλέπω τώρα μέ πολύ ἐνδιαφέρον (τότε μέ πολύ πόνο καί δυσκολίες-ὅπως λέγεται-μέ βαθειά ἀνησυχία καί ταραχή, τά ὁποῖα ἐπέρασα) μοῦ ἔδειξε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μέχρι τέλους τί σημαίνει Κοινωνία. Καί ἰδού πῶς:
Ἀφ᾿ ὅτου ἤμουν ἀκόμη προτεστάντης, παρεκάλεσα ἕνα Ὀρθόδοξο νά μοῦ εἰπῆ γιατί οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί δείχνουν τόση εὐλάβεια στούς ἱερεῖς τους, ὥστε νά τούς φιλοῦν ἀκόμη καί τό χέρι. Καί, αὐτός πολύ ταπεινός καί πρᾶος., μοῦ εἶπε:
- Ἀδελφέ μου, δέν ξέρω· ἐγώ φιλῶ τό χέρι, τό ὁποῖον ἠμπορεῖ νά μοῦ δώση ἐκεῖνο πού δέν ἠμπορεῖ ἄλλος νά μοῦ τό δώση, ἐκτός ἀπό τόν ἱερέα.
- Κι ἐγώ τόν ἐρώτησα: Τί εἶναι αὐτό; Τί ἠμπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νά σοῦ δώση, ὄντας καί ἐσύ ἄνθρωπος ὅμοιος μ᾿ αὐτόν, πού δέν ἠμπορεῖς νά τό ἔχης;
- Καί μοῦ ἀπήντησε μέ τήν ἴδια πραότητα καί ταπείνωσι: Τό Πάντιμο καί Πανάγιο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καί τότε μοῦ ἔδωσε νά καταλάβω μέ μία φορά, τί ἦτο ἡ λέξις πού ὠνομάζαμε ἐμεῖς στήν Ἐκκλησία «Μυστήριο» καί γιά πρώτη φορά κατάλαβα πλέον συγκεκριμένα καί συνειδητά, τί σημαίνει Μυστήριο. Καί ἐγώ ἐπίστευα στό Μυστήριο.
Ὅλα τά μυστήρια στήν ζωή αὐτή, μέχρι καί τό τῆς δημιουργίας, μέχρι, ἠμπορῶ ἀκόμη νά εἰπῶ, καί τό τῆς πληροφορικῆς, τῆς σημερινῆς ἐποχῆς ( κι ἐγώ στό μοναστήρι, ἐργάσθηκα καί μέ τόν ὑπολογιστή καί εὑρῆκα ἐκεῖ αὐτό τό μεγάλο «μυστήριο» πού ἀπεκαλύφθηκε στόν ἄνθρωπο). Ἀλλά, προφανῶς, τότε ὁ λόγος ἦτο γιά τό Πνεῦμα καί γιά τόν Θεό, γιά τήν αἰωνιότητα. Αὐτά εἶναι Μυστήρια ἑνός ἄλλου ἐπιπέδου.
***
Γέροντος Ραφαήλ Νόϊκα
Ἡ ἐπιστροφή μου στήν Ὀρθοδοξία
καί ἡ εἴσοδός μου στόν μοναχισμό
Μετάφρασις - ἐπιμέλεια
ὑπό ἀδελφῶν
Ἱερᾶς Μονῆς
Ὅσιου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
2005
Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.
Ἐπιμέλεια κειμένου Αναβάσεις
Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας π. Νόϊκα -Ἡ ἐπιστροφή μου στήν Ὀρθοδοξία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.