Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Τό θέμα τῆς σωτηρίας. Γέροντος Ραφαήλ Νόϊκα


Τό θέμα τῆς σωτηρίας
Ἡ ἐπιστροφή μου στήν Ὀρθοδοξία καί ἡ εἴσοδός μου στόν μοναχισμό

Γέροντος Ραφαήλ Νόϊκα

Σύμφωνα μέ τίς σημερινές πραγματικότητες, πῶς βλέπετε τό θέμα τῆς σωτηρίας; Δύσκολο ἤ εὔκολο;

Πάρα πολύ δύσκολο, ἄν ἐνθυμηθῶ καί τόν λόγο τοῦ πατρός Σωφρονίου, πού γράφει σέ κάποιο βιβλίο του: «Εἶναι ἕνα φοβερό προνόμιο», δεδομένου ὅτι, πιστεύουμε ὅτι ζοῦμε στίς τελευταῖες στιγμές τῆς ἱστορίας, πού εἶναι ἀνάλογες μ᾿ ἐκεῖνες τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ ἐπί τοῦ Σταυροῦ.
Ἡ σωτηρία εἶναι ἕνα ἔργο ἀδύνατο γιά τόν ἄνθρωπο καί συνεπῶς, ἐάν εἶναι ἀδύνατο, ὁ Ἴδιος ὁ Θεός τό κάνει ἔτσι καί γι᾿ αὐτό πρέπει νά προσκολληθοῦμε στήν προσευχή καί στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ἰδιαίτερα στήν Θεία Κοινωνία. Καί ἔτσι αὐτό τό ὁποῖον εἶναι ἀδύνατο στόν ἄνθρωπο, εἶναι δυνατόν στόν Θεό (Ματ. 19,26).

Πάτερ Ραφαήλ, γνωρίζω ὅτι θά σωθοῦμε σάν ἔθνος. Πῶς βλέπετε ἡ Πανοσιότης σας, ἕνας ὀρθόδοξος ρουμᾶνος, ὁ ὁποῖος ζῆ σ᾿ ἕνα μοναστήρι τῆς Ἀγγλίας τήν σωτηρία σάν ἔθνος;

Ἐγώ δέν γνωρίζω ὅτι θά σωθοῦμε σάν ἔθνος. Ὅταν λέγω αὐτό δέν σημαίνει ὅτι περιφρονῶ τήν καταγωγή μας ἤ τά πραγματικά στοιχεῖα τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς, ἀλλά δέν ἠμποροῦμε νά δεθοῦμε ἐξ ὁλοκλήρου μέ τά παρόντα στοιχεῖα, ἐπειδή σέ μιά δεδομένη στιγμή, ἀποχωριζόμεθα ἀπ᾿ αὐτά.
 Σωζόμεθα σάν ἔθνος; Τί σημαίνει σωζόμεθα σάν ἔθνος; Ὁ Θεός εἶναι πρόσωπο καί ὁμιλεῖ ὡς πρόσωπο μέ ἐμᾶς. Ἐσύ, Ψυχή, πού ἔκανες αὐτή τήν ἐρωτησι, ἠμπορεῖς νά σωθῆς.

 Ἴσως νά εἶσαι τάταρος, δέν γνωρίζω· ξέρω ὅτι εἶσαι ρουμᾶνος, ἀφοῦ μέ ἐρώτησες στήν γλῶσσα μας, ἀλλά ἀπ᾿ ὅπου καί νά εἶσαι, ἐσύ εἶσαι αὐτός πού σώζεσαι.
Πρέπει νά ἰδοῦμε στό παρελθόν μέ τί ἐμεῖς συνδεόμεθα καί ἀπό τί χωριζόμεθα. Τό Ἔθνος μας καλεῖται Χριστός. Ἤ, ἐάν θέλης, τό ἔθνος μας καλεῖται Ἰσραήλ, δηλαδή λαός τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς εἴμεθα ὁ νέος Ἰσραήλ, ὁ πνευματικός Ἰσραήλ. Καί ἰδού ἐπιστρέφουμε στό θέμα τοῦ πνεύματος καί τῆς ἀληθείας.
Πατρίδα μας δέν εἶναι ἡ Ρωσία, ἡ Ρουμανία ἤ ἡ Ἀγγλία, ἀλλά ἡ Ἄνω Ἱερουσαλήμ· πατρίδα μας εἶναι αὐτή πού ἔρχεται καί ὄχι αὐτή, ὅπου γεννηθήκαμε. Γεννηθήκαμε σέ μιά «φωλιά», ὅπως τά πουλιά καί ζοῦμε σ᾿ αὐτήν μέχρις ὅτου μεγαλώσουν τά φτερά μας γιά νά πετάξουμε καί ἐμεῖς, μ᾿ ἕνα πέταγμα πρός τήν αἰωνιότητα. Καί πάλι, λέγω, δέν περιφρονοῦμε τό ἔθνος μας. Γιά μένα ἰδιαίτερα, πού γεννήθηκα ρουμᾶνος ἐσήμαινε ὅτι βαπτίσθηκα ὀρθόδοξος Χριστιανός καί γι᾿ αὐτό εἶμαι περισσότερο ἀπό κάθε τι ἄλλο εὐγνώμων ἀπέναντι στόν Θεό.
Ἀλλά παρατηρῶ ἀκόμη μερικά ἐνδιαφέροντα φαινόμενα. Αἰσθάνομαι πολύ πλησιέστερα ἐσᾶς ἀπό ὅ,τι ὅλα τά ἔθνη στά ὁποῖα ἔζησα μέ πολλή ἀγάπη καί μέ πολλές ἀνέσεις, κατά τίς περιπλανήσεις μου. Εὑρίσκομαι πολύ πιό κοντά σας, κατά τέτοιο τρόπο πού ἀκόμη καί τά ὀστᾶ μου πού, λόγῳ τῆς ἡλικίας μου, μέ βαρύνουν καί μέ πονοῦν, παρηγορήθηκαν, ὅταν ἄρχισα νά πετῶ πάνω ἀπό τά ρουμανικά μας τοπία καί τό ἔδαφός μας.
Ἀλλά ἄς ἐπανέλθουμε στήν ἐρώτησι. Ἐκεῖ ὅπου ὁ Κύριος μᾶς τοποθετεῖ γιά τούς λόγους τούς ὁποίους Ἐκεῖνος γνωρίζει, ἐκεῖ γίνεται καί ἡ σωτηρία μας. Καί ἡ σωτηρία εἶναι-ἐπανέρχομαι στόν προηγούμενο λόγο μας, τόν ὁποῖον γνωρίζεις-ἡ ἐπιστροφή μας στήν φύσι μας.
Μένουμε ἕνα σύντομο χρονικό διάστημα ἐδῶ στήν γῆ, ὅπως σύντομο ἦτο καί τό διάστημα στήν κοιλία τῆς μητέρας μας. Ἀποθάναμε ὡς πρός τήν ζωή μέσα στήν κοιλία τῆς μητέρας μας γιά νά γεννηθοῦμε σ᾿ αὐτή τήν ζωή, πού εἶναι ὑπαρκτή, ἀλλά ἀκόμη δέν εἶναι ὕπαρξις.
Παρατηρεῖστε συγκεκριμένα τί εἶπε ὁ Θεός στόν Μωϋσῆ, ὅταν τοῦ ἔδωσε ἕνα ὄνομα· δέν τοῦ εἶπε: «Δέν ὑπάρχω»-μ᾿ αὐτή τήν ἔννοια οἱ ἀθέοι ἴσως νά ἔχουν δίκαιο ὅτι: «Δέν ὑπάρχει Θεός». Ἀλλά εἶπε στόν Μωϋσῆ: «Ἐγώ εἶμαι ὁ ὑπάρχων»(Ἔξοδ.3,14) καί αὐτό τό «ἐγώ εἶμαι ὁ ὑπάρχων», λέγει ὁ π. Σωφρόνιος σημαίνει: «'Εγώ εἶμαι ὕπαρξις» καί μέσα σ᾿ αὐτή τήν ὕπαρξι γινόμεθα καί ἐμεῖς τό ἴδιο.
 Ἡ ἐπί τῆς γῆς ζωή μας, ἡ ἐνταῦθα παρουσία μας, εἶναι μία δεύτερη κυοφορία· θά ἠμποροῦσα νά εἰπῶ μία κυοφορία πνευματική, στήν ὁποία μέ τήν ἐλευθερία του ὁ ἄνθρωπος γίνεται δεκτικός νά τοῦ ἀποκαλυφθῆ στήν ζωή του ὁ Θεός. Καί ἐμεῖς εἴμεθα προωρισμένοι νά γίνουμε ἕνα μέ τήν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ.
Πῶς; Πεθαίνοντας σιγά-σιγά ὡς πρός τήν ἁμαρτία. Σκεφθῆτε ἀκόμη ὅτι τό Βάπτισμα εἶναι ἕνας θάνατος, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, διότι πεθαίνουμε ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο γιά νά γεννηθοῦμε κατά τόν νέο ἄνθρωπο, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ (Ρωμ.6,3-6).
Συνεπῶς, ἀπό τήν ἀρχή τῆς ζωῆς μας ἡ ἐπιστροφή μας στήν ἀληθινή ὕπαρξι εἶναι ὁ θάνατος. Μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος πῶς νά κόπτουμε τόν ὀμφάλιο λῶρο μέ τόν κόσμο, διά τῆς ἀποξενώσεώς μας ἀπό τόν κόσμο. Καί τότε, ὁ θάνατος δέν εἶναι διόλου τραγωδία, ἀλλά συμπλήρωσις καί δόξα καί, ὅπως λέγεται στήν ἀκολουθία τῆς Πεντηκοστῆς, «μετάθεσις ἐκ τῶν λυπηρῶν πρός τά χαροποιά, πρός τήν ζωή καί συμπλήρωσι».
Μία προτροπή τῆς Θείας Λειτουργίας μᾶς ἐκφράζει ἀκριβῶς αὐτό τό πρᾶγμα: «Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας. Ἔχομεν πρός τόν Κύριον». Καί πρέπει νά ὑπερβοῦμε, μᾶς λέγει ὁ Κύριος, ὄχι νά περιφρονήσουμε, ἀλλά νά ἀνέβουμε καί νά ὑψωθοῦμε ἀπό ὅλες αὐτές τίς χοϊκές σχέσεις, διότι λέγει πάλιν ὁ Κύριος: «ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσι» (Ματ.24,35). Δηλαδή, ἐάν ἐσύ ἄνθρωπε, θέλης αἰωνιότητα, σοῦ λέγω Ἐγώ ἀπό ποῦ πρέπει νά προσκολληθῆς: ἀπό τόν λόγο μου, πού εἶναι αἰωνιότης.
Ἔχω νά σᾶς εἰπῶ τώρα ἕνα ἀπροσδόκητο γεγονός. Στά τελευταῖα δύο χρόνια συμμετεῖχα σ᾿ ἕνα συνέδριο τῆς ὀρθοδόξου Νεολαίας τῆς Δύσεως. Κουρασμένος πάρα πολύ (τόσο ὥστε δέν ἔβλεπα καλά  ἀπό τή ν κούρασι), ἀναζητοῦσα στό σταθμό τῶν τραίνων τοῦ Παρισιοῦ μία ἀποβάθρα, ἀπό ὅπου θά ἔπαιρνα τό τραῖνο νά ἐπιστρέψω στήν Ἀγγλία.
 Πηγαίνοντας ἐκεῖ, συνήντησα μία ὁμάδα 15 περίπου νεαρῶν ἀγοριῶν, πού ἐστέκοντο γύρω ἀπό μία κολόνα. Ὅταν ἐπέρασα δίπλα τους, ἄκουσα στό μέσον τῆς ὁμάδος κάποιον πού ἔλεγε: «Κύριε, ἐλέησον». Σέ μιά στιγμή σκέφθηκα: «Τί νά κάνω, νά τούς ὁμιλήσω ἤ ὄχι;  Ἔκανα ἕνα βῆμα πρός τά ἐμπρός, ἐσταμάτησα, ἐπέστρεψα καί τούς εἶπα: «Ἡ στάσις εἶναι ἀκόμη πιό πέρα».
Ἐπῆγα, ἔμαθα γιά τήν σειρά καί τήν ὥρα πού ἔρχεται τό τραῖνο καί, ὅταν ἐπέστρεψα, μέ περιεκύκλωσαν ὅλοι, ὅπως φαντάζεσθε, καί τούς εἶπα: «Σᾶς ἔπιασα. Ἐσεῖς εἶσθε μόνον ἐραστές· ἐμεῖς εἴμεθα ἐπαγγελματίες, ἀλλά ὅλοι μας τό ἐπάθαμε ὅπως τώρα ἐσεῖς.
Ὅλοι ἐνομίζαμε ὅτι εἴμασταν οἱ μοναδικοί ρουμᾶνοι ἤ ρῶσοι καί ἡ Δύσις ἦτο γεμάτη ἀπ᾿ αὐτούς. Κατόπιν μ᾿ ἐρώτησαν ποιός εἶμαι, ἀπό ποῦ εἶμαι καί τότε τούς εἶπα ὅτι ὀνομάζομαι Ραφαήλ, ὅτι ἔρχομαι ἀπό τό Λονδίνο, ἐνῶ αὐτοί μοῦ εἶπαν ὅτι ἔρχονται ἀπό τήν Ρουμανία γιά νά εὕρουν μιά καλλίτερη ζωή στήν Δύσι.
Ἐγώ τούς ἀπογοήτευσα λιγάκι, δηλαδή τούς ἐξήγησα συγκεκριμένα πράγματα γιά τήν Δύσι, τά ὁποῖα ἐμεῖς οἱ «ἐπαγγελματίες» τά ἐγνωρίζαμε, ἐνῶ αὐτοί ὄχι.
Ἀνάμεσα στά ἄλλα τούς εἶπα: «Προσέχετε πολύ: εἴτε ἐδῶ, εἴτε στήν Ρουμανία ἀναζητεῖστε μία μοναδική ἐργασία, διότι λίγα χρόνια ζοῦμε ἐπί τῆς γῆς. Τό μοναδικό καί σπουδαιότερο ἔργο  εἶναι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ: «Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ» (Ματ.6,33). Καί ἀκόμη τούς εἶπα: «Ἐάν καταλάβετε τήν συμβουλή μου, θά εὑρῆτε αὐτό πού ζητεῖτε τό ἴδιο καί ἐδῶ στήν Δύσι, ὅπως καί στήν Ρουμανία».

***
Γέροντος Ραφαήλ Νόϊκα
Ἡ ἐπιστροφή μου στήν Ὀρθοδοξία   
καί ἡ  εἴσοδός μου στόν μοναχισμό
Μετάφρασις - ἐπιμέλεια ὑπό ἀδελφῶν 
Ἱερᾶς Μονῆς Ὅσιου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους 
2005

Πηγή διαδικτύου - Ἐπιμέλεια κειμένου   Αναβάσεις
__________________________________

Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.

Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας  π. Νόϊκα -Ἡ ἐπιστροφή μου στήν Ὀρθοδοξία


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου