Κατά
τον Λόγο στην
Περιτομήν ...κτλ (PG 97, 913-929)
Του
Αγίου Ανδρέου,
Αρχιεπισκόπου
Κρήτης του
Ιεροσολυμίτου
πρωτοπρεσβυτέρου π.
Γεωργίου
Διονυσίου
Δράγα, δθ., δφ, δθ
η π ε ρ ι
τ ο μ ή του
παιδιού, ο ν ο μ ά
σ τ η κ ε Ι η σ ο ύ ς,
όπως είχε ήδη
ονομαστεί από
τους αγγέλους
πριν ακόμη
συλληφθεί στην
κοιλιά της
μητέρας του»
(Λουκάς 2:21).
«Χριστού
περιτμηθέντος,
ετμήθη νόμος
Και
του νόμου
τμηθέντος,
εισήχθη χάρις»
1.
Προοίμιο: Η 1η
Ιανουαρίου
είναι η Δεσποτική
Γιορτή της
Περιτομής του
Χριστού πού γιορτάζει
ένα γεγονός
που έγινε οκτώ
μέρες μετά την
κατά σάρκα
γέννησή του και
κατά το οποίο
πήρε το όνομά
του Ιησούς
(=Σωτήρας). Η Γιορτή
αυτή συνδέει
την Δεσποτική
Γιορτή των
Χριστουγέννων
δηλ. των
Γενεθλίων του
Χριστού (25
Δεκεμβρίου) με
την Δεσποτική
Γιορτή των
Θεοφανείων ή
Φώτων δηλ. της
Βαπτίσεως του
Χριστού (6
Ιανουαρίου),
και αποτελεί
μαζί τους την
λεγόμενη
εορταστική
περίοδο του Δωδεκαημέρου.
Αρχικά οι
τρεις αυτές
Δεσποτικές
Γιορτές του Δωδεκαημέρου
συμπεριλαμβάνονταν
σε μία και
αρχαία γιορτή,
την Γιορτή των
Θεοφανείων (6
Ιανουαρίου),
της οποίας
κεντρικό θέμα
ήταν η αποκάλυψη
του Τριαδικού
Θεού στο
πρόσωπο του
Κυρίου Ιησού
Χριστού.
Η επιλογή της ημερομηνίας 6 Ιανουαρίου για την Γιορτή αυτή φαίνεται ότι οφειλόταν στο ότι ήταν ήδη ημέρα γιορτής στο παλαιό ρωμαϊκό ημερολόγιο ως ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου (ίσης ημέρας και νύχτας) από την οποία άρχιζε να μεγαλώνει η ημέρα και να μικραίνει η νύχτα.
Οι ρωμαίοι ειδωλολάτρες γιόρταζαν τα γενέθλια του αήττητου ορατού ήλιου ως του θεού του φωτός πού στηρίζει την φυσική ζωή στον κόσμο.
Οι Χριστιανοί αντιμετώπισαν αυτήν την πρόσκληση γιορτάζοντας τον ερχομό του Χριστού στον κόσμο και προβάλλοντας τον Χριστό σαν τον ήλιο της δικαιοσύνης που μεταδίδει το άκτιστο θείο Φως του ενός Θεού «εν Τριάδι» και φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Αργότερα επικράτησε η 25η Δεκεμβρίου ως η ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου και της γιορτής των γενεθλίων του ορατού ήλιου. Η απάντηση των χριστιανών στη νέα αυτή ειδωλολατρική πρόκληση ήταν η μεταφορά της Γιορτής της Γεννήσεως του Χριστού στην ημερομηνία αυτή,[1] ενώ η 6η Ιανουαρίου παρέμεινε πλέον ως η Γιορτή της Βαπτίσεως του Χριστού. Η Γιορτή της Περιτομής του Χριστού ακολούθησε λογικά την Γιορτή των Χριστουγέννων οκτώ μέρες μετά.
Η επιλογή της ημερομηνίας 6 Ιανουαρίου για την Γιορτή αυτή φαίνεται ότι οφειλόταν στο ότι ήταν ήδη ημέρα γιορτής στο παλαιό ρωμαϊκό ημερολόγιο ως ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου (ίσης ημέρας και νύχτας) από την οποία άρχιζε να μεγαλώνει η ημέρα και να μικραίνει η νύχτα.
Οι ρωμαίοι ειδωλολάτρες γιόρταζαν τα γενέθλια του αήττητου ορατού ήλιου ως του θεού του φωτός πού στηρίζει την φυσική ζωή στον κόσμο.
Οι Χριστιανοί αντιμετώπισαν αυτήν την πρόσκληση γιορτάζοντας τον ερχομό του Χριστού στον κόσμο και προβάλλοντας τον Χριστό σαν τον ήλιο της δικαιοσύνης που μεταδίδει το άκτιστο θείο Φως του ενός Θεού «εν Τριάδι» και φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Αργότερα επικράτησε η 25η Δεκεμβρίου ως η ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου και της γιορτής των γενεθλίων του ορατού ήλιου. Η απάντηση των χριστιανών στη νέα αυτή ειδωλολατρική πρόκληση ήταν η μεταφορά της Γιορτής της Γεννήσεως του Χριστού στην ημερομηνία αυτή,[1] ενώ η 6η Ιανουαρίου παρέμεινε πλέον ως η Γιορτή της Βαπτίσεως του Χριστού. Η Γιορτή της Περιτομής του Χριστού ακολούθησε λογικά την Γιορτή των Χριστουγέννων οκτώ μέρες μετά.
Ο Λόγος
περί της
Περιτομής του
Χριστού του
μεγάλου πατρός
της Εκκλησίας
αγίου Ανδρέου
Κρήτης (660-740),
γνωστού από το
υμνολογικό και
κηρυγματικό
έργο του, που
ακολουθεί, μας
εξηγεί την
ιδιαίτερη
σημασία της
Δεσποτικής αυτής
Γιορτής, η
οποία
εντάσσεται
μέσα στο όλο
έργο της
αποκάλυψης του
Θεού και της
σωτηρίας μας
που επιτέλεσε
ο ενσαρκωθείς
Υιός και Λόγος
του Θεού, ο
Κύριος και
Λυτρωτής μας
Ιησούς
Χριστός.
Επειδή ο Λόγος
αυτός είναι
εννοιολογικά
πάρα πολύ
πυκνός, τον
παρουσιάζουμε
αναλυτικότερα
και
επεξηγηματικά
στην παρούσα
μεταγλώττιση.
2. Οι
Δεσποτικές
Γιορτές και τα
Γεγονότα του
Βίου του
Χριστού: Αρχίζει
ο άγιος
Ανδρέας με την
επισήμανση ότι
«είναι καλό και
θεάρεστο να δοξάζουμε
τον Θεό και να
γιορτάζουμε
για όλα όσα έκανε
ο Σωτήρας μας
Χριστός γιατί
τα έκανε σαν Θεάνθρωπος
και όχι σαν
απλός άνθρωπος».
Όλα όσα έκανε ο Χριστός, λέει ο άγιος, «αποτελούν εκπληκτικά θαύματα, γιατί έχουν θεανθρωπική βάση και θεανθρωπικό χαρακτήρα. Γι αυτό είναι και μοναδικά και σωτήρια. Και δεν θα μπορούσαν τα γεγονότα αυτά να ήσαν διαφορετικά! Γιατί ο Χριστός είναι Θεός αληθινός που έγινε και άνθρωπος αληθινός».
Τα έκανε αυτά γιατί ήθελε «να φανερωθεί στους ανθρώπους που είχαν αποξενωθεί από αυτόν και τον αγνοούσαν, και να υπομείνει σαν άνθρωπος αληθινός όλα τα ανθρώπινα ώστε να εκτελέσει όλα τα παραγγέλματα του θείου νόμου που είχαν δοθεί από τον Θεό στον άνθρωπο, με απώτερο σκοπό να δώσει αντί για αυτά άλλα καλλίτερα και τελειότερα (αντιδώσειεν)».
Το ρήμα «αντιδίδω» που χρησιμοποιείται εδώ από τον άγιο Ανδρέα Κρήτης, χαρακτηρίζει όλο το έργο (την κατά σάρκα οικονομία) του Χριστού που είναι μια σωτήρια αντίδοση. Με την ενανθρώπησή του πήρε ο Θεός όλα όσα έχουμε και τα αντάλλαξε όλα με άλλα δικά του που είναι γεμάτα με χάρη και αλήθεια.
Το ήθελε και το έκανε αυτό από φιλανθρωπία, γιατί έτσι μόνο θα αποκαθιστούσε τον άνθρωπο στην πραγματική και φυσική του κατάσταση, όπως τον είχε αρχικά πλάσσει ο ίδιος ως Θεός αληθινός. Η ενανθρώπιση του Θεού ήταν το αντίδοτο του Θεού στην αποστασία του ανθρώπου που τον έκανε τον άνθρωπο να χάσει το δρόμο του και αποξενωθεί από τη θεία χάρη. Έγινε άνθρωπος ο Θεός για να θεοποιήσει τους ανθρώπους με την θεανθρώπινη υπόσταση του.
Όλα όσα έκανε ο Χριστός, λέει ο άγιος, «αποτελούν εκπληκτικά θαύματα, γιατί έχουν θεανθρωπική βάση και θεανθρωπικό χαρακτήρα. Γι αυτό είναι και μοναδικά και σωτήρια. Και δεν θα μπορούσαν τα γεγονότα αυτά να ήσαν διαφορετικά! Γιατί ο Χριστός είναι Θεός αληθινός που έγινε και άνθρωπος αληθινός».
Τα έκανε αυτά γιατί ήθελε «να φανερωθεί στους ανθρώπους που είχαν αποξενωθεί από αυτόν και τον αγνοούσαν, και να υπομείνει σαν άνθρωπος αληθινός όλα τα ανθρώπινα ώστε να εκτελέσει όλα τα παραγγέλματα του θείου νόμου που είχαν δοθεί από τον Θεό στον άνθρωπο, με απώτερο σκοπό να δώσει αντί για αυτά άλλα καλλίτερα και τελειότερα (αντιδώσειεν)».
Το ρήμα «αντιδίδω» που χρησιμοποιείται εδώ από τον άγιο Ανδρέα Κρήτης, χαρακτηρίζει όλο το έργο (την κατά σάρκα οικονομία) του Χριστού που είναι μια σωτήρια αντίδοση. Με την ενανθρώπησή του πήρε ο Θεός όλα όσα έχουμε και τα αντάλλαξε όλα με άλλα δικά του που είναι γεμάτα με χάρη και αλήθεια.
Το ήθελε και το έκανε αυτό από φιλανθρωπία, γιατί έτσι μόνο θα αποκαθιστούσε τον άνθρωπο στην πραγματική και φυσική του κατάσταση, όπως τον είχε αρχικά πλάσσει ο ίδιος ως Θεός αληθινός. Η ενανθρώπιση του Θεού ήταν το αντίδοτο του Θεού στην αποστασία του ανθρώπου που τον έκανε τον άνθρωπο να χάσει το δρόμο του και αποξενωθεί από τη θεία χάρη. Έγινε άνθρωπος ο Θεός για να θεοποιήσει τους ανθρώπους με την θεανθρώπινη υπόσταση του.
3. Η
Δεσποτική
Γιορτή της
Περιτομής του
Χριστού: Η
περιτομή που
υπέστη ο
Χριστός οκτώ
μέρες μετά την
κατά σάρκα
γέννηση του
και την άσπορη
προέλευσή του
από την
Παρθένο Μαρία
φανερώνει
αυτήν την αντίδοση
που οδηγεί στη θέωση
του ανθρώπου.
Το γιορτάζουμε αυτό το γεγονός με ιδιαίτερη γιορτή επειδή αποτελεί πραγματικά, όπως λέει ο Άγιος Ανδρέας, «μέγιστο θαύμα». Γιατί; Γιατί με αυτό ο Θεάνθρωπος Χριστός «όχι μόνον εκπλήρωσε τον νόμο, αλλά και φανέρωσε ταυτόχρονα και την υπέρβασή του, αποκαλύπτοντας τις πραγματικές διαστάσεις της σωτηρίας μας». Στον Λόγο του αυτό, μας δίνει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης με ένα τρόπο συνοπτικό αυτές τις διαστάσεις της σωτηρίας που μας προσφέρει ο ενσαρκωμένος Θεός.
Το γιορτάζουμε αυτό το γεγονός με ιδιαίτερη γιορτή επειδή αποτελεί πραγματικά, όπως λέει ο Άγιος Ανδρέας, «μέγιστο θαύμα». Γιατί; Γιατί με αυτό ο Θεάνθρωπος Χριστός «όχι μόνον εκπλήρωσε τον νόμο, αλλά και φανέρωσε ταυτόχρονα και την υπέρβασή του, αποκαλύπτοντας τις πραγματικές διαστάσεις της σωτηρίας μας». Στον Λόγο του αυτό, μας δίνει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης με ένα τρόπο συνοπτικό αυτές τις διαστάσεις της σωτηρίας που μας προσφέρει ο ενσαρκωμένος Θεός.
4. Τι
Σημαίνει η
Περιτομή του
Χριστού:
Άνθρωπος Αληθινός
αν και Θεός
Αληθινός.
Με το να υποστεί την περιτομή και να πάρει ένα συγκεκριμένο ανθρώπινο όνομα, σύμφωνα με το ιουδαϊκό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε, απόδειξε ο Χριστός ότι ήταν πραγματικός άνθρωπος, αν και προϋπήρχε ως αληθινός Θεός, άπειρος και ασύγκριτος όπως ήταν πάντοτε.
Έγινε άνθρωπος μέσα σε ένα συγκεκριμένο χώρο-χρονικό και θρησκευτικό ανθρωπολογικό πλαίσιο και ακολούθησε την πορεία και τις προδιαγραφές της ανθρώπινης φύσης και της σχέσης της με τον Δημιουργό της Θεό.
Η περιτομή του, λέει ο άγιος Ανδρέας, «φανερώνει ότι δεν είναι πλέον μόνον Υιός Θεού αλλά και Υιός της Παρθένου. Είναι και παραμένει Υιός Θεού κατά κυριολεξία, όπως και ο Πατήρ είναι Πατήρ κατά κυριολεξία επειδή γεννάει τον Υιό, και το Πνεύμα το Άγιο είναι Πνεύμα κατά κυριολεξία επειδή εκπορεύεται από τον Πατέρα, και έτσι τα τρία αυτά θεία πρόσωπα, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, είναι ένας Θεός και υπάρχει σ’ αυτά η (μία) θεότητα».
Ο Χριστός όμως «είναι και Υιός της Παρθένου και ακριβώς για αυτό το λόγο είναι και καταληπτός και προσιτός σε μας τους ανθρώπους». Η ενανθρώπησής του δεν σημαίνει ότι έπαψε να είναι Θεός.
Σημαίνει μάλλον ότι «έγινε και άνθρωπός μας, αυθεντικός, αληθινός, τέλειος άνθρωπος, τον οποίον μπορούμε τώρα να πλησιάζουμε με θάρρος όχι μόνον σαν Δεσπότη και Κτίστη αλλά και Σωτήρα μας γιατί είναι ένα μαζί μας. Πήρε την φύση μας, ακολούθησε την αληθινή πορεία της και την οδήγησε στην τελείωσή της. Και τώρα μας την προσφέρει σαν ανταλλαγή και αντίδοτο για να γίνουμε και εμείς άνθρωποι αληθινοί, αυθεντικοί και τέλειοι όπως είναι εκείνος».
Έτσι ακριβώς τον παρουσιάζει ο Λουκάς στην ευαγγελική αφήγησή του, την οποία αναφέρει ρητά ο άγιος Ανδρέας Κρήτης γιατί θέλει να δείξει αυτό το θεανθρώπινο θαύμα που παρουσιάζει ο Χριστός, δηλ. την ενανθρώπηση του Θεού και την θεοποίηση του ανθρώπου εν Χριστώ.
Με το να υποστεί την περιτομή και να πάρει ένα συγκεκριμένο ανθρώπινο όνομα, σύμφωνα με το ιουδαϊκό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε, απόδειξε ο Χριστός ότι ήταν πραγματικός άνθρωπος, αν και προϋπήρχε ως αληθινός Θεός, άπειρος και ασύγκριτος όπως ήταν πάντοτε.
Έγινε άνθρωπος μέσα σε ένα συγκεκριμένο χώρο-χρονικό και θρησκευτικό ανθρωπολογικό πλαίσιο και ακολούθησε την πορεία και τις προδιαγραφές της ανθρώπινης φύσης και της σχέσης της με τον Δημιουργό της Θεό.
Η περιτομή του, λέει ο άγιος Ανδρέας, «φανερώνει ότι δεν είναι πλέον μόνον Υιός Θεού αλλά και Υιός της Παρθένου. Είναι και παραμένει Υιός Θεού κατά κυριολεξία, όπως και ο Πατήρ είναι Πατήρ κατά κυριολεξία επειδή γεννάει τον Υιό, και το Πνεύμα το Άγιο είναι Πνεύμα κατά κυριολεξία επειδή εκπορεύεται από τον Πατέρα, και έτσι τα τρία αυτά θεία πρόσωπα, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, είναι ένας Θεός και υπάρχει σ’ αυτά η (μία) θεότητα».
Ο Χριστός όμως «είναι και Υιός της Παρθένου και ακριβώς για αυτό το λόγο είναι και καταληπτός και προσιτός σε μας τους ανθρώπους». Η ενανθρώπησής του δεν σημαίνει ότι έπαψε να είναι Θεός.
Σημαίνει μάλλον ότι «έγινε και άνθρωπός μας, αυθεντικός, αληθινός, τέλειος άνθρωπος, τον οποίον μπορούμε τώρα να πλησιάζουμε με θάρρος όχι μόνον σαν Δεσπότη και Κτίστη αλλά και Σωτήρα μας γιατί είναι ένα μαζί μας. Πήρε την φύση μας, ακολούθησε την αληθινή πορεία της και την οδήγησε στην τελείωσή της. Και τώρα μας την προσφέρει σαν ανταλλαγή και αντίδοτο για να γίνουμε και εμείς άνθρωποι αληθινοί, αυθεντικοί και τέλειοι όπως είναι εκείνος».
Έτσι ακριβώς τον παρουσιάζει ο Λουκάς στην ευαγγελική αφήγησή του, την οποία αναφέρει ρητά ο άγιος Ανδρέας Κρήτης γιατί θέλει να δείξει αυτό το θεανθρώπινο θαύμα που παρουσιάζει ο Χριστός, δηλ. την ενανθρώπηση του Θεού και την θεοποίηση του ανθρώπου εν Χριστώ.
5. Η
Γέννηση και η
Περιτομή του
Χριστού στο
κατά Λουκά
Ευαγγέλιο: «Και
συνέβη, αμέσως
μετά την
αναχώρηση των
αγγέλων στους
ουρανούς, να
πουν οι
άνθρωποι, δηλ.
οι ποιμένες,
μεταξύ τους, ας
πάμε μέχρι την
Βηθλεέμ για να
δούμε τι είναι
αυτό το
γεγονός για το
οποίο ακούσαμε,
και το οποίο
μας
γνωστοποίησε ο
Κύριος.
Έσπευσαν λοιπόν
και ήρθαν, και
βρήκαν την
Μαριάμ και τον
Ιωσήφ, και το
βρέφος που
βρισκόταν μέσα
στην φάτνη.
Βλέποντάς το λοιπόν, κατάλαβαν τη σημασία που είχαν τα λόγια πού τους ειπώθηκαν σχετικά με το παιδί αυτό.
Αλλά και όλοι οι άλλοι που άκουσαν έμειναν έκθαμβοι από όσα τους ανακοίνωσαν οι ποιμένες. Η Μαριάμ όμως συγκρατούσε τα λόγια αυτά μέσα της γιατί τα είχε βάλλει βαθιά στην καρδιά της. Γύρισαν λοιπόν οι ποιμένες στον τόπο τους δοξάζοντας και υμνολογώντας τον Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν, όπως τους είχε ειπωθεί από πριν. Και όταν συμπληρώθηκαν οι ο κ τ ώ μ έ ρ ε ς για να γίνει η π ε ρ ι τ ο μ ή του παιδιού, ο ν ο μ ά σ τ η κ ε Ι η σ ο ύ ς, όπως είχε ήδη ονομαστεί από τους αγγέλους πριν ακόμη συλληφθεί στην κοιλιά της μητέρας του»![2]
Βλέποντάς το λοιπόν, κατάλαβαν τη σημασία που είχαν τα λόγια πού τους ειπώθηκαν σχετικά με το παιδί αυτό.
Αλλά και όλοι οι άλλοι που άκουσαν έμειναν έκθαμβοι από όσα τους ανακοίνωσαν οι ποιμένες. Η Μαριάμ όμως συγκρατούσε τα λόγια αυτά μέσα της γιατί τα είχε βάλλει βαθιά στην καρδιά της. Γύρισαν λοιπόν οι ποιμένες στον τόπο τους δοξάζοντας και υμνολογώντας τον Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν, όπως τους είχε ειπωθεί από πριν. Και όταν συμπληρώθηκαν οι ο κ τ ώ μ έ ρ ε ς για να γίνει η π ε ρ ι τ ο μ ή του παιδιού, ο ν ο μ ά σ τ η κ ε Ι η σ ο ύ ς, όπως είχε ήδη ονομαστεί από τους αγγέλους πριν ακόμη συλληφθεί στην κοιλιά της μητέρας του»![2]
6. Η
Μεγάλη Σημασία
της
Ευαγγελικής
Αφήγησης του Λουκά:
«Είναι
μεγάλος ο
Λουκάς», λέει ο
άγιος πατήρ, «γιατί
μας εξηγεί τα
μεγάλα και
θαυμαστά
μυστήρια που
συνδέονται με
το πρόσωπο, την
ζωή και το έργο
του Χριστού»!
Σε τελευταία
ανάλυση
βέβαια, ο άγιος
Ανδρέας λέει,
με βάση την
αρχαία
εκκλησιαστική
και πατερική
παράδοση, ότι «το
Ευαγγέλιό του
Λουκά
προέρχεται από
τον απόστολο
Παύλο, ο οποίος
μιλάει με
καύχηση γι
αυτό όταν γράφει
«κατά το
Ευαγγέλιό μου»
στις επιστολές
του».[3]
«Αν δεν είχαμε αυτό το Ευαγγέλιο», λέει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, «τότε δεν θα γνωρίζαμε ότι η Παρθένος ευαγγελίστηκε», δηλαδή έμαθε τα εκπληκτικά νέα για την πραγματική ταυτότητα του υιού της·[4] «ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο μεγαλύτερος των προφητών, γεννήθηκε λίγο πριν από τον Χριστό για να γίνει πρόδρομος του Χριστού» σύμφωνα με το θείο σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου·[5] «ότι ο Σωτήρας μας Χριστός πολιτογραφήθηκε σαν άνθρωπος» μαζί με την μητέρα του και τον Ιωσήφ που πιστοποίησαν την γέννησή του·[6] «ότι ο Χριστός γεννήθηκε σε σπήλαιο της Βηθλεέμ»·[7] «ότι οι ποιμένες που βρίσκονταν στην συγκεκριμένη εκείνη περιοχή επίσης ευαγγελίστηκαν, δηλ. πληροφορήθηκαν για το θαύμα της ενανθρώπησης» και έγιναν οι πρώτοι αυτόπτες μάρτυρες του·[8] «ότι ο ύμνος», που αποδίδει το κύριο γνώρισμα των Χριστουγέννων, «το Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη πρωτο-ειπώθηκε από τους αγγέλους»·[9] «ότι η ειρήνη αυτή διαδηλώθηκε με την απογραφή που έγινε κατά διαταγή του Αυγούστου»·[10] «ότι ο αρχιερέας Συμεών διακήρυξε το ευαγγέλιο της έλευσης του Χριστού και ότι η προφήτιδα Άννα το ομολόγησε και επιβεβαίωσε την σημασία του (ανθωμολογήσατο)»·[11] «ότι ο Χριστός ως άνθρωπος συγκεκριμένος έλκυε την καταγωγή του μέσω του Ιωσήφ, του μνήστωρος της παρθένου Μαρίας, λόγω συγγένειας εξ αγχιστείας, από τον Δαυίδ και τελικά από τον Αδάμ και από τον ίδιο τον Θεό»·[12]
Αλλά το ίδιο ισχύει και με «τα περισσότερα γεγονότα μέχρι και εκείνα του πάθους, εκείνα που αναφέρονται στον Ηρώδη και στον Πιλάτο, στους δύο ληστές, και τα άλλα που δεν αναφέρονται στους άλλους Ευαγγελιστές».
«Αν δεν είχαμε αυτό το Ευαγγέλιο», λέει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, «τότε δεν θα γνωρίζαμε ότι η Παρθένος ευαγγελίστηκε», δηλαδή έμαθε τα εκπληκτικά νέα για την πραγματική ταυτότητα του υιού της·[4] «ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο μεγαλύτερος των προφητών, γεννήθηκε λίγο πριν από τον Χριστό για να γίνει πρόδρομος του Χριστού» σύμφωνα με το θείο σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου·[5] «ότι ο Σωτήρας μας Χριστός πολιτογραφήθηκε σαν άνθρωπος» μαζί με την μητέρα του και τον Ιωσήφ που πιστοποίησαν την γέννησή του·[6] «ότι ο Χριστός γεννήθηκε σε σπήλαιο της Βηθλεέμ»·[7] «ότι οι ποιμένες που βρίσκονταν στην συγκεκριμένη εκείνη περιοχή επίσης ευαγγελίστηκαν, δηλ. πληροφορήθηκαν για το θαύμα της ενανθρώπησης» και έγιναν οι πρώτοι αυτόπτες μάρτυρες του·[8] «ότι ο ύμνος», που αποδίδει το κύριο γνώρισμα των Χριστουγέννων, «το Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη πρωτο-ειπώθηκε από τους αγγέλους»·[9] «ότι η ειρήνη αυτή διαδηλώθηκε με την απογραφή που έγινε κατά διαταγή του Αυγούστου»·[10] «ότι ο αρχιερέας Συμεών διακήρυξε το ευαγγέλιο της έλευσης του Χριστού και ότι η προφήτιδα Άννα το ομολόγησε και επιβεβαίωσε την σημασία του (ανθωμολογήσατο)»·[11] «ότι ο Χριστός ως άνθρωπος συγκεκριμένος έλκυε την καταγωγή του μέσω του Ιωσήφ, του μνήστωρος της παρθένου Μαρίας, λόγω συγγένειας εξ αγχιστείας, από τον Δαυίδ και τελικά από τον Αδάμ και από τον ίδιο τον Θεό»·[12]
Αλλά το ίδιο ισχύει και με «τα περισσότερα γεγονότα μέχρι και εκείνα του πάθους, εκείνα που αναφέρονται στον Ηρώδη και στον Πιλάτο, στους δύο ληστές, και τα άλλα που δεν αναφέρονται στους άλλους Ευαγγελιστές».
7. Η
Περιτομή του
Χριστού και το
Όνομα που
έλαβε τότε: Η
περιτομή του
νεογέννητου
Χριστού δεν
δηλώνει μόνο
την αληθινή
ανθρωπότητά
του αλλά και το
θεανθρώπινο
πρόσωπό του.
Αυτό φανερώνει
ιδιαίτερα το Ό
ν ο μ α που
δόθηκε τότε
στον νεογέννητο
Χριστό και
ήταν
προκαθορισμένο
από τον Θεό. «Ποιο
όνομα», ρωτάει
ο άγιος
Ανδρέας,
εννοεί ο
Λουκάς όταν
λέει ότι «ονομάστηκε
από τον άγγελο
πριν συλληφθεί
στην κοιλιά
της μητέρας
του»;[13]
«Ο ίδιος ο ευαγγελιστής», λέει ο άγιος πατήρ, το εξηγεί αυτό παρουσιάζοντας τον άγγελο να λέει στην Μαρία: «Θα γεννήσεις υιό και θα του δώσεις το όνομα Ι η σ ο ύ ς. Αυτός θα είναι μέγας, και θα αποκληθεί Υιός του Υψίστου».[14]
Το ίδιο λέει και ο Ματθαίος στο σημείο που αναφέρει για την απιστία του Ιωσήφ και για το πως πείστηκε με το αγγελικό όραμα που είδε στον ύπνο του: «Γιατί αφού μνηστεύτηκε η μητέρα του Μαρία με τον Ιωσήφ, και πριν συνέλθουν, βρέθηκε έγκυος από το Πνεύμα το Άγιο. Ο Ιωσήφ όμως, ο άνδρας της, που ήταν δίκαιος, και δεν ήθελε να την εκθέσει, θέλησε να την διώξει στα κρυφά.
Αλλά καθώς διαλογιζόταν αυτό, ένας άγγελος του Κυρίου του παρουσιάστηκε στον ύπνο του και του είπε: Ιωσήφ, υιέ του Δαυίδ, μη διστάσεις να παραλάβεις την Μαριάμ την γυναίκα σου, γιατί το νεογνό που θα γεννήσει είναι από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει υιό, και θα του δώσεις το όνομα Ι η σ ο ύ ς, γιατί αυτός θα σώσει τον λαό του από τις αμαρτίες του».[15]
Καί αμέσως μετά προσθέτει το εξής: «Και όλο αυτό έγινε για να εκπληρωθεί ο λόγος του προφήτου (Ησαία) που έλεγε, Ιδού η Παρθένος θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει υιό, και θα τον αποκαλέσουν Ε μ μ α ν ο υ ή λ, που σημαίνει ο Θεός μεθ’ ημών».[16] «Βλέπεις», λέει ο άγιος, «πώς συμφωνούν τα λόγια του προφήτη και του ευαγγελιστή;
Γιατί η ερμηνεία του «Μεθ’ ημών ο Θεός» σημαίνει τη σωτηρία του λαού –ότι δηλαδή ο Δεσπότης έρχεται να συνοικήσει με τους δούλους; Το ίδιο με την αγγελική ρήση λέει και το όνομα Ι η σ ο ύ ς. Διότι Ι η σ ο ύ ς σημαίνει αυτόν που από συμπάθεια εργάζεται τα πάντα για να σώσει σύμφωνα με την οικονομία».
«Ο ίδιος ο ευαγγελιστής», λέει ο άγιος πατήρ, το εξηγεί αυτό παρουσιάζοντας τον άγγελο να λέει στην Μαρία: «Θα γεννήσεις υιό και θα του δώσεις το όνομα Ι η σ ο ύ ς. Αυτός θα είναι μέγας, και θα αποκληθεί Υιός του Υψίστου».[14]
Το ίδιο λέει και ο Ματθαίος στο σημείο που αναφέρει για την απιστία του Ιωσήφ και για το πως πείστηκε με το αγγελικό όραμα που είδε στον ύπνο του: «Γιατί αφού μνηστεύτηκε η μητέρα του Μαρία με τον Ιωσήφ, και πριν συνέλθουν, βρέθηκε έγκυος από το Πνεύμα το Άγιο. Ο Ιωσήφ όμως, ο άνδρας της, που ήταν δίκαιος, και δεν ήθελε να την εκθέσει, θέλησε να την διώξει στα κρυφά.
Αλλά καθώς διαλογιζόταν αυτό, ένας άγγελος του Κυρίου του παρουσιάστηκε στον ύπνο του και του είπε: Ιωσήφ, υιέ του Δαυίδ, μη διστάσεις να παραλάβεις την Μαριάμ την γυναίκα σου, γιατί το νεογνό που θα γεννήσει είναι από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει υιό, και θα του δώσεις το όνομα Ι η σ ο ύ ς, γιατί αυτός θα σώσει τον λαό του από τις αμαρτίες του».[15]
Καί αμέσως μετά προσθέτει το εξής: «Και όλο αυτό έγινε για να εκπληρωθεί ο λόγος του προφήτου (Ησαία) που έλεγε, Ιδού η Παρθένος θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει υιό, και θα τον αποκαλέσουν Ε μ μ α ν ο υ ή λ, που σημαίνει ο Θεός μεθ’ ημών».[16] «Βλέπεις», λέει ο άγιος, «πώς συμφωνούν τα λόγια του προφήτη και του ευαγγελιστή;
Γιατί η ερμηνεία του «Μεθ’ ημών ο Θεός» σημαίνει τη σωτηρία του λαού –ότι δηλαδή ο Δεσπότης έρχεται να συνοικήσει με τους δούλους; Το ίδιο με την αγγελική ρήση λέει και το όνομα Ι η σ ο ύ ς. Διότι Ι η σ ο ύ ς σημαίνει αυτόν που από συμπάθεια εργάζεται τα πάντα για να σώσει σύμφωνα με την οικονομία».
8. Το
Όνομα Ιησούς
ως το κύριο
μήνυμα της
Γιορτής της
Περιτομής του
Χριστού: Αυτό
λοιπόν που μας
προσφέρει
πρωταρχικά η
παρούσα Γιορτή
είναι η
αποκάλυψη της
πραγματικής
ταυτότητας του
Χριστού.
Όπως λέει ο άγιος Ανδρέας, μας δίνει την βαθύτερη σημασία της γιατί μας δείχνει πως «η μια χάρη (της ενσάρκωσης) μας παρουσιάζει μιαν άλλη (της οικονομίας της σωτηρίας), και τις ενώνει με τη γνώση (του Σωτήρα) φωτίζοντάς μας με την ιδιαίτερη λαμπρότητα και δόξα του προσώπου του».
«Ήδη», λέει ο άγιος πατήρ, «γιορτάσαμε το γεγονός της γέννησης του, και αντιληφθήκαμε ότι ήταν απόρρητη, και αναγνωρίσαμε ότι η παρθένος μητέρα γέννησε τον υιό της με άσπορο τρόπο. Τώρα όμως καλούμαστε να στραφούμε στον Υιό που γεννήθηκε χωρίς δισταγμό και δειλία. Η σημερινή Γιορτή μας καλεί να τον κατανοήσουμε από το ό ν ο μ ά που πήρε για χάρη μας».
Πρόκειται για το όνομα Ι η σ ο ύ ς που σημαίνει Σωτήρας, Εμμανουήλ, ο Θεός μεθ’ ημών, δηλαδή Εκείνος που ήρθε να συμφιλιώσει, να εξοικειώσει και να εξομοιώσει εμάς τους ανθρώπους με τον Θεό χαρίζοντάς μας αιώνια σωτηρία.
Όπως λέει ο άγιος Ανδρέας, μας δίνει την βαθύτερη σημασία της γιατί μας δείχνει πως «η μια χάρη (της ενσάρκωσης) μας παρουσιάζει μιαν άλλη (της οικονομίας της σωτηρίας), και τις ενώνει με τη γνώση (του Σωτήρα) φωτίζοντάς μας με την ιδιαίτερη λαμπρότητα και δόξα του προσώπου του».
«Ήδη», λέει ο άγιος πατήρ, «γιορτάσαμε το γεγονός της γέννησης του, και αντιληφθήκαμε ότι ήταν απόρρητη, και αναγνωρίσαμε ότι η παρθένος μητέρα γέννησε τον υιό της με άσπορο τρόπο. Τώρα όμως καλούμαστε να στραφούμε στον Υιό που γεννήθηκε χωρίς δισταγμό και δειλία. Η σημερινή Γιορτή μας καλεί να τον κατανοήσουμε από το ό ν ο μ ά που πήρε για χάρη μας».
Πρόκειται για το όνομα Ι η σ ο ύ ς που σημαίνει Σωτήρας, Εμμανουήλ, ο Θεός μεθ’ ημών, δηλαδή Εκείνος που ήρθε να συμφιλιώσει, να εξοικειώσει και να εξομοιώσει εμάς τους ανθρώπους με τον Θεό χαρίζοντάς μας αιώνια σωτηρία.
«Αυτό
ακριβώς», λέει
ο άγιος, «κατανόησαν
και οι
ποιμένες που
πλησίασαν το
νεογέννητο της
Βηθλεέμ γιατί
παρακινήθηκαν
από τα όσα τους
αποκάλυψαν οι
άγγελοι. Στην
αρχή φοβήθηκαν
αν και τους
καθησύχασε ο
άγγελος
λέγοντάς τους, Μη
φοβάστε».[17]
Εκείνοι όμως φοβήθηκαν, γιατί με την παρουσία του αγγέλου, «δόξα Κυρίου έλαμψε γύρω τους», και, όπως γράφει ο Λουκάς, «τους κατέλαβε μεγάλος φόβος».[18] Τότε όμως ο άγγελος τους φανέρωσε την ταυτότητα του νεογέννητου βρέφους και διέλυσε τον φόβο τους. «Σας φέρνω καλά νέα μεγάλης χαράς που θα λάβει όλος ο λαός, γιατί σήμερα στην πόλη του Δαυίδ γεννήθηκε ο Σωτήρας σας, ο οποίος ονομάζεται Χριστός Κύριος».[19]
Εκείνοι όμως φοβήθηκαν, γιατί με την παρουσία του αγγέλου, «δόξα Κυρίου έλαμψε γύρω τους», και, όπως γράφει ο Λουκάς, «τους κατέλαβε μεγάλος φόβος».[18] Τότε όμως ο άγγελος τους φανέρωσε την ταυτότητα του νεογέννητου βρέφους και διέλυσε τον φόβο τους. «Σας φέρνω καλά νέα μεγάλης χαράς που θα λάβει όλος ο λαός, γιατί σήμερα στην πόλη του Δαυίδ γεννήθηκε ο Σωτήρας σας, ο οποίος ονομάζεται Χριστός Κύριος».[19]
9. Η
δύναμη που
έχει το Όνομα
Ιησούς: Την
δύναμη του
Ονόματος
Ιησούς που
πήρε ο Χριστός
στην περιτομή
του τονίζει ο άγιος
Ανδρέας με ένα
διάλογο τον
οποίον κάνει
με τον άγγελο
του
Ευαγγελίου!
«Τι λες άγγελε; Έχει τέτοια δύναμη το Όνομα Ιησούς; Ναι (λέει αυτός).
Διότι το Όνομα Ιησούς σημαίνει τον Σωτήρα, που είναι ο Χριστός Κύριος, Θεός και άνθρωπος, εξουσιαστής και ελεήμων. Γι αυτό και παράγγειλα στους ποιμένες να έχουν θάρρος, και στον Ιωσήφ να του δώσει το Όνομα την Όγδοη Ημέρα, και έτσι τον έκανα να φαίνεται προσιτός σε όλους τους ανθρώπους. Πήρα από το νεογέννητο την εντολή να το παρουσιάσω με τα κατάλληλα λόγια. Ούτε και ο Ιωσήφ θα συμπαραστεκόταν άφοβα και με λαχτάρα στην μητέρα του βρέφους αν δεν του έδινα την εντολή να προσέξει σαν άνδρας την γυναίκα του.
Παρόμοια έκανα και στην περίπτωση των ποιμένων. Τους έκανα να τρέξουν σε εκείνον σαν σε Δεσπότη και Ευεργέτη και Κύριο, και τους έπεισα να τον δοξάσουν και να τον πλησιάσουν σαν τον Ιησού που υπέστη περιτομή την Όγδοη Ημέρα και ευαρεστήθηκε να λάβει τούτο τ ο Ό ν ο μ α.
Έτσι λοιπόν, βλέποντάς τον να έχει συνταυτισθεί μαζί σας φυσικά και ουσιαστικά πρέπει να τολμήστε να τον πλησιάσετε ανενδοίαστα. Και επειδή αντιλαμβανόσαστε το μέγεθος της συγκατάβασής του προς εσάς, οφείλετε να τον δοξολογήσετε για την χάρη αυτής της ημέρας.
Είναι σημαντικό ότι στον διάλογο αυτό το Όνομα Ιησούς συνδέεται με την Όγδοη Ημέρα της οποίας την βαθύτερη σωτηριολογική σημασία εξηγεί συνοπτικά αλλά περιεκτικά ο άγιος πατήρ στην τελευταία και πάρα πολύ πυκνή νοηματικά παράγραφο του.
«Τι λες άγγελε; Έχει τέτοια δύναμη το Όνομα Ιησούς; Ναι (λέει αυτός).
Διότι το Όνομα Ιησούς σημαίνει τον Σωτήρα, που είναι ο Χριστός Κύριος, Θεός και άνθρωπος, εξουσιαστής και ελεήμων. Γι αυτό και παράγγειλα στους ποιμένες να έχουν θάρρος, και στον Ιωσήφ να του δώσει το Όνομα την Όγδοη Ημέρα, και έτσι τον έκανα να φαίνεται προσιτός σε όλους τους ανθρώπους. Πήρα από το νεογέννητο την εντολή να το παρουσιάσω με τα κατάλληλα λόγια. Ούτε και ο Ιωσήφ θα συμπαραστεκόταν άφοβα και με λαχτάρα στην μητέρα του βρέφους αν δεν του έδινα την εντολή να προσέξει σαν άνδρας την γυναίκα του.
Παρόμοια έκανα και στην περίπτωση των ποιμένων. Τους έκανα να τρέξουν σε εκείνον σαν σε Δεσπότη και Ευεργέτη και Κύριο, και τους έπεισα να τον δοξάσουν και να τον πλησιάσουν σαν τον Ιησού που υπέστη περιτομή την Όγδοη Ημέρα και ευαρεστήθηκε να λάβει τούτο τ ο Ό ν ο μ α.
Έτσι λοιπόν, βλέποντάς τον να έχει συνταυτισθεί μαζί σας φυσικά και ουσιαστικά πρέπει να τολμήστε να τον πλησιάσετε ανενδοίαστα. Και επειδή αντιλαμβανόσαστε το μέγεθος της συγκατάβασής του προς εσάς, οφείλετε να τον δοξολογήσετε για την χάρη αυτής της ημέρας.
Είναι σημαντικό ότι στον διάλογο αυτό το Όνομα Ιησούς συνδέεται με την Όγδοη Ημέρα της οποίας την βαθύτερη σωτηριολογική σημασία εξηγεί συνοπτικά αλλά περιεκτικά ο άγιος πατήρ στην τελευταία και πάρα πολύ πυκνή νοηματικά παράγραφο του.
10. Η
Όγδοη Ημέρα
δηλώνει
μετάβαση από
την βρεφική ηλικία
στην προσωπική
τελειότητα, διότι
την ημέρα αυτή,
σύμφωνα με τις
ιουδαϊκές
θρησκευτικές
προδιαγραφές,
το βρέφος
γίνεται παιδί,
ενηλικιώνεται,
αποκτά συγκεκριμένο
πρόσωπο.
Ο άγιος πατήρ διαχωρίζει τις 7 πρώτες ημέρες από τη γέννηση ενός βρέφους από την 8η, λέγοντας ότι «η ογδοάδα είναι συμπλήρωση της εβδομάδας και αρχή του μέλλοντος». Γιατί; Διότι σύμφωνα με το ιουδαϊκό θρησκευτικό πλαίσιο η όγδοη μέρα αποτελεί σπουδαίο ορόσημο για κάθε νεογέννητη ανθρώπινη ύπαρξη εφόσον συμπληρώνει την βρεφική ηλικία ωριμότητας που οδηγεί στην ολοκλήρωση της (τελειότητα).
Λέει το εξής: «Η εβδομάδα συμπληρώνει το βρέφος και η ογδοάδα το τελειοποιεί και το συμπεριλαμβάνει μεταξύ των τελείων». Και πως γίνεται αυτό; «Γίνεται», όπως λέει ο άγιος πατήρ, «μέσω του ο ν ό μ α τ ο ς που του δίνεται την όγδοη μέρα». Η ονοματοδοσία, δηλαδή, προσφέρει στο βρέφος μια συγκεκριμένη προσωπική ταυτότητα, το κάνει από ανώνυμο νήπιο, επώνυμο άνθρωπο.
Του αναγνωρίζει με λειτουργική ιεροπρέπεια το φυσικό δικαίωμα του να είναι μια συγκεκριμένη ονομαστική (προσωπική) οντότητα, ένας ολοκληρωμένος, τέλειος, δηλ. τέλεια σχηματισμένος άνθρωπος ανάμεσα σε άλλους συγκεκριμένους ανθρώπους.
Κατά την διατύπωση του αγίου Ανδρέα, «Η ογδοάδα είναι η αρχή της ενηλικίωσης, γιατί το βρέφος που καταρτίστηκε κατά τον εβδομαδιαίο χρόνο (της δημιουργίας του), εγγράφεται (με το δικό του προσωπικό όνομα) στον κατάλογο των παιδιών που θα παρακολουθήσουν μαθήματα» και θα μορφωθούν σαν μια ιδιαίτερη προσωπικότητα. «Η ογδοάδα, λοιπόν, είναι πάρα πολύ σημαντική γιατί αλλάζει όλα όσα είναι νηπιώδη. Η εβδομάδα εισάγει την (φυσική) νηπιώδη αύξηση. Η ογδοάδα, όμως, εισάγει την προοπτική της (προσωπικής) τελειότητας».
Είναι σαφές ότι η τελειότητα αναφέρεται εδώ στην προσωπική ταυτότητα την οποία αποκτά κάθε βρέφος που ονοματίζεται. Γιατί όμως γίνεται αυτό με την περιτομή, την όγδοη ημέρα;
Ο άγιος πατήρ διαχωρίζει τις 7 πρώτες ημέρες από τη γέννηση ενός βρέφους από την 8η, λέγοντας ότι «η ογδοάδα είναι συμπλήρωση της εβδομάδας και αρχή του μέλλοντος». Γιατί; Διότι σύμφωνα με το ιουδαϊκό θρησκευτικό πλαίσιο η όγδοη μέρα αποτελεί σπουδαίο ορόσημο για κάθε νεογέννητη ανθρώπινη ύπαρξη εφόσον συμπληρώνει την βρεφική ηλικία ωριμότητας που οδηγεί στην ολοκλήρωση της (τελειότητα).
Λέει το εξής: «Η εβδομάδα συμπληρώνει το βρέφος και η ογδοάδα το τελειοποιεί και το συμπεριλαμβάνει μεταξύ των τελείων». Και πως γίνεται αυτό; «Γίνεται», όπως λέει ο άγιος πατήρ, «μέσω του ο ν ό μ α τ ο ς που του δίνεται την όγδοη μέρα». Η ονοματοδοσία, δηλαδή, προσφέρει στο βρέφος μια συγκεκριμένη προσωπική ταυτότητα, το κάνει από ανώνυμο νήπιο, επώνυμο άνθρωπο.
Του αναγνωρίζει με λειτουργική ιεροπρέπεια το φυσικό δικαίωμα του να είναι μια συγκεκριμένη ονομαστική (προσωπική) οντότητα, ένας ολοκληρωμένος, τέλειος, δηλ. τέλεια σχηματισμένος άνθρωπος ανάμεσα σε άλλους συγκεκριμένους ανθρώπους.
Κατά την διατύπωση του αγίου Ανδρέα, «Η ογδοάδα είναι η αρχή της ενηλικίωσης, γιατί το βρέφος που καταρτίστηκε κατά τον εβδομαδιαίο χρόνο (της δημιουργίας του), εγγράφεται (με το δικό του προσωπικό όνομα) στον κατάλογο των παιδιών που θα παρακολουθήσουν μαθήματα» και θα μορφωθούν σαν μια ιδιαίτερη προσωπικότητα. «Η ογδοάδα, λοιπόν, είναι πάρα πολύ σημαντική γιατί αλλάζει όλα όσα είναι νηπιώδη. Η εβδομάδα εισάγει την (φυσική) νηπιώδη αύξηση. Η ογδοάδα, όμως, εισάγει την προοπτική της (προσωπικής) τελειότητας».
Είναι σαφές ότι η τελειότητα αναφέρεται εδώ στην προσωπική ταυτότητα την οποία αποκτά κάθε βρέφος που ονοματίζεται. Γιατί όμως γίνεται αυτό με την περιτομή, την όγδοη ημέρα;
11. Η
περιτομή της
όγδοης ημέρας
δηλώνει
μετάβαση από
την σαρκική
στην
πνευματική
κατάσταση. Η
τελετουργική
(μυστηριακή)
περιτομή
(αποκοπή) ενός
σωματικού
μορίου
συνεπάγεται
την απόρριψη
μιας σαρκικής
κατάστασης
στην οποία
εισέρχεται ο άνθρωπος
με την γέννησή
του, ενώ η
αντικατάστασή
της από την
ονοματοδοσία
συνεπιφέρει
την είσοδο του
ανθρώπου σε
μια άλλη
πνευματική
κατάσταση η
οποία τον
οδηγεί στην
τελείωσή του.
Ο άγιος Ανδρέας αναφέρει τον Αβραάμ και τον πατέρα του τον Θάρα για να διευκρινίσει τις δύο αυτές καταστάσεις. Ο Θάρα αντιπροσωπεύει την σαρκική κατάσταση της ειδωλολατρίας που θεωρεί τον υλικό σαρκικό κόσμο μέσα στον οποίο γεννιέται ο άνθρωπος ως το κύριο σημείο αναφοράς για τη ζωή του, γι αυτό και τον κάνει θεό του.
Η άλλη είναι η πνευματική κατάσταση που θεωρεί τον Κτίστη του κόσμου ως το κύριο και καίριο σημείο αναφοράς για την ζωή του ανθρώπου που καθιστά τον άνθρωπο μέλος του λαού του Θεού και τον προετοιμάζει για την τελική ολοκλήρωση και τελείωσή του.
Λέει λοιπόν ο άγιος πατήρ: «Επειδή επρόκειτο η φύση να ζυμωθεί με είδωλα από τον Θάρα τον πατέρα του Αβραάμ, έπρεπε να ξεχωριστεί με κάποια σφραγίδα ένας λαός από τον Αβραάμ για τον Κτίστη, μέχρι την παρουσία του, την οποία χρειαζόταν ο άνθρωπος για να ανακαινισθεί. Η περιτομή αποβάλλει ένα υπόλειμμα της σάρκας και δίνει την σφραγίδα της ογδοάδας που αναφέρεται στα μέλλοντα.»
Ο άγιος Ανδρέας αναφέρει τον Αβραάμ και τον πατέρα του τον Θάρα για να διευκρινίσει τις δύο αυτές καταστάσεις. Ο Θάρα αντιπροσωπεύει την σαρκική κατάσταση της ειδωλολατρίας που θεωρεί τον υλικό σαρκικό κόσμο μέσα στον οποίο γεννιέται ο άνθρωπος ως το κύριο σημείο αναφοράς για τη ζωή του, γι αυτό και τον κάνει θεό του.
Η άλλη είναι η πνευματική κατάσταση που θεωρεί τον Κτίστη του κόσμου ως το κύριο και καίριο σημείο αναφοράς για την ζωή του ανθρώπου που καθιστά τον άνθρωπο μέλος του λαού του Θεού και τον προετοιμάζει για την τελική ολοκλήρωση και τελείωσή του.
Λέει λοιπόν ο άγιος πατήρ: «Επειδή επρόκειτο η φύση να ζυμωθεί με είδωλα από τον Θάρα τον πατέρα του Αβραάμ, έπρεπε να ξεχωριστεί με κάποια σφραγίδα ένας λαός από τον Αβραάμ για τον Κτίστη, μέχρι την παρουσία του, την οποία χρειαζόταν ο άνθρωπος για να ανακαινισθεί. Η περιτομή αποβάλλει ένα υπόλειμμα της σάρκας και δίνει την σφραγίδα της ογδοάδας που αναφέρεται στα μέλλοντα.»
12. Η
αντικατάσταση
της ογδοήμερης
περιτομής με
το ιερό
βάπτισμα και
την αιώνια ζωή
που χάρισε
στον άνθρωπο η
οκταήμερη
ανάσταση του
Χριστού.
Είναι ξεκάθαρο ότι η ογδοάδα και τα μέλλοντα αναφέρονται στην έλευση (ενσάρκωση) του Κτίστη που σηματοδοτεί και την τελική φάση της αποκατάστασης και σωτηρίας του ανθρώπου σύμφωνα με το θέλημα του, δηλ. τον ερχομό του Χριστού.
Όπως λέει ο άγιος πατήρ, «Η περιτομή δηλώνει ότι η Παρουσία του Χριστού θα παραγκωνίσει και θα αντικαταστήσει την περιτομή της σαρκός με την αναγέννηση που χορηγείται υπό του Αγίου Πνεύματος (δια του Βαπτίσματος). Η σφραγίδα της περιτομής δόθηκε για να προσδιορίσει ένα λαό του Θεού (τον Ισραηλιτικό) εξ αιτίας της ειδωλολατρίας και για την κατάλυση των ειδώλων. Μετά όμως από την κατάργηση των ειδώλων καταργείται και η περιτομή».
Είναι ξεκάθαρο ότι η ογδοάδα και τα μέλλοντα αναφέρονται στην έλευση (ενσάρκωση) του Κτίστη που σηματοδοτεί και την τελική φάση της αποκατάστασης και σωτηρίας του ανθρώπου σύμφωνα με το θέλημα του, δηλ. τον ερχομό του Χριστού.
Όπως λέει ο άγιος πατήρ, «Η περιτομή δηλώνει ότι η Παρουσία του Χριστού θα παραγκωνίσει και θα αντικαταστήσει την περιτομή της σαρκός με την αναγέννηση που χορηγείται υπό του Αγίου Πνεύματος (δια του Βαπτίσματος). Η σφραγίδα της περιτομής δόθηκε για να προσδιορίσει ένα λαό του Θεού (τον Ισραηλιτικό) εξ αιτίας της ειδωλολατρίας και για την κατάλυση των ειδώλων. Μετά όμως από την κατάργηση των ειδώλων καταργείται και η περιτομή».
Αυτό
ακριβώς έκανε
ο Χριστός, όπως
εξηγεί περαιτέρω
ο άγιος πατήρ:
μας χάρισε την
όγδοη ημέρα
(της αναστάσεως)
και την αιώνια
διαθήκη (νομοθεσία)
του Θεού στον
άνθρωπο
αντικαθιστώντας
τις προηγούμενες
7 διαθήκες του
οι οποίες ήσαν
προπαρασκευαστικά
σύμβολα. Όπως
το λέει ρητά, «Τα
παλαιά ήσαν
σύμβολα των
νέων».
Και ποια είναι αυτά «τα παλαιά»; Είναι 7 νομοθεσίες (δηλ. διαθήκες) που συνδέονται με τους εξής νομοθέτες: 1) τον Αδάμ, 2) τον Νώε, 3) τον Αβραάμ, 4) τον Μωυσή, 5) τον Δαυίδ, 6) τον Έσδρα, και 7) τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. «Ο Χριστός είναι ο όγδοος νομοθέτης μετά τον Αδάμ» που σηματοδοτεί την τελευταία μετάθεση του ανθρώπου από τις κατά καιρούς νομοθεσίες στην τελευταία και τέλεια που οδηγεί στην τελείωση του ανθρώπου στην απόλαυση της αιώνιας ζωής.
Ιδού τα λόγια του αγίου πατρός: «Ο Αδάμ ήταν πρώτος που δέχτηκε ένα νόμο. Ο Νώε ήταν ο δεύτερος, και ο Αβραάμ ο τρίτος. Ο Μωυσής ήταν τέταρτος, και ο Δαυίδ πέμπτος γιατί έγινε νομοθέτης στις δοξολογίες για τους βασιλείς και τις σκηνοπηγίες. Ο Έσδρας ήταν έκτος γιατί δευτέρωσε τον νόμο και παράδωσε ορισμένα έθιμα.
Έπειτα φανερώθηκε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ως έβδομος, γιατί κήρυξε το βάπτισμα της μετάνοιας στον λαό και την κάθαρση των αμαρτιών μέσω του ύδατος. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο όγδοος, τελευταίος και μέγιστος νομοθέτης, όπως λέει ο Μωυσής: «Κύριος ο Θεός θα αναστήσει ανάμεσά σας ένα Προφήτη από τους αδελφούς σας σαν εμένα, και σ’ Αυτόν θα υπακούσετε, γιατί όποια ψυχή δεν υπακούσει σ’ εκείνον τον Προφήτη θα εξολοθρευτεί».[20]
«Μόνον αυτός είναι δυνατός να εκπληρώσει όσα νομοθετήθηκαν μέσω εμού γιατί προήλθαν από αυτόν, και αυτός θα είναι πλήρως χρισμένος με το Άγιο Πνεύμα και θα νομοθετήσει όσα είναι θεία και πνευματικά (νοερά) σαν Κύριος και Δημιουργός αν και προέρχεται από εσάς (κατά σάρκα)».
Και ποια είναι αυτά «τα παλαιά»; Είναι 7 νομοθεσίες (δηλ. διαθήκες) που συνδέονται με τους εξής νομοθέτες: 1) τον Αδάμ, 2) τον Νώε, 3) τον Αβραάμ, 4) τον Μωυσή, 5) τον Δαυίδ, 6) τον Έσδρα, και 7) τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. «Ο Χριστός είναι ο όγδοος νομοθέτης μετά τον Αδάμ» που σηματοδοτεί την τελευταία μετάθεση του ανθρώπου από τις κατά καιρούς νομοθεσίες στην τελευταία και τέλεια που οδηγεί στην τελείωση του ανθρώπου στην απόλαυση της αιώνιας ζωής.
Ιδού τα λόγια του αγίου πατρός: «Ο Αδάμ ήταν πρώτος που δέχτηκε ένα νόμο. Ο Νώε ήταν ο δεύτερος, και ο Αβραάμ ο τρίτος. Ο Μωυσής ήταν τέταρτος, και ο Δαυίδ πέμπτος γιατί έγινε νομοθέτης στις δοξολογίες για τους βασιλείς και τις σκηνοπηγίες. Ο Έσδρας ήταν έκτος γιατί δευτέρωσε τον νόμο και παράδωσε ορισμένα έθιμα.
Έπειτα φανερώθηκε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ως έβδομος, γιατί κήρυξε το βάπτισμα της μετάνοιας στον λαό και την κάθαρση των αμαρτιών μέσω του ύδατος. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο όγδοος, τελευταίος και μέγιστος νομοθέτης, όπως λέει ο Μωυσής: «Κύριος ο Θεός θα αναστήσει ανάμεσά σας ένα Προφήτη από τους αδελφούς σας σαν εμένα, και σ’ Αυτόν θα υπακούσετε, γιατί όποια ψυχή δεν υπακούσει σ’ εκείνον τον Προφήτη θα εξολοθρευτεί».[20]
«Μόνον αυτός είναι δυνατός να εκπληρώσει όσα νομοθετήθηκαν μέσω εμού γιατί προήλθαν από αυτόν, και αυτός θα είναι πλήρως χρισμένος με το Άγιο Πνεύμα και θα νομοθετήσει όσα είναι θεία και πνευματικά (νοερά) σαν Κύριος και Δημιουργός αν και προέρχεται από εσάς (κατά σάρκα)».
Ο
Χριστός σαν
Θεός και
άνθρωπος έχει «σαββατίσει»
(εκπληρώσει
και
καταργήσει)
όλα όσα λέει ο
αρχαίος νόμος
με την σάρκα
του. Με την
όγδοη ημέρα
της Αναστάσεώς
του έγινε
νομοθέτης όλου
του κόσμου, όχι
μόνον των
Ιουδαίων αλλά
και όλων των εθνών,
προσφέρει σε
όλους χωρίς
διάκριση το
χρίσμα και την
τελείωση του
Άγίου
Πνεύματος και
τους αποκαλεί
με το δικό του
όνομα,
χριστούς
(χριστιανούς).
Αντικατάστησε την σαρκική περιτομή με την απόρριψη όλων των σαρκικών και εμπαθών φρονημάτων, και την αναζωπύρωση κάθε έργου αγαθού και πράξης αγαθής που οδηγούν στην αιώνια βασιλεία των ουρανών. Αυτός είναι αληθινά «ο Άγγελος της Μεγάλης Βουλής του Πατρός, Θεός ισχυρός, Εξουσιαστής, Άρχων της ειρήνης, Πατήρ του μέλλοντος αιώνος» τον οποίον δοξολογούμε και λατρεύουμε στην Δεσποτική Γιορτή της Περιτομής του Χριστού.[21]
Αντικατάστησε την σαρκική περιτομή με την απόρριψη όλων των σαρκικών και εμπαθών φρονημάτων, και την αναζωπύρωση κάθε έργου αγαθού και πράξης αγαθής που οδηγούν στην αιώνια βασιλεία των ουρανών. Αυτός είναι αληθινά «ο Άγγελος της Μεγάλης Βουλής του Πατρός, Θεός ισχυρός, Εξουσιαστής, Άρχων της ειρήνης, Πατήρ του μέλλοντος αιώνος» τον οποίον δοξολογούμε και λατρεύουμε στην Δεσποτική Γιορτή της Περιτομής του Χριστού.[21]
Απολυτίκιον
Της Περιτομής
του Χριστού (1
Ιανουαρίου)
(’Ηχος
Α’)
Μορφήν
αναλλοίωτος
ανθρώπινην
προσέλαβες,
Θεός ων κατ’
ουσίαν,
πολυεύσπλαχνε
Κύριε, και
νόμον εκπληρών,
περιτομήν
θελήσει
καταδέχει
σαρκικήν, ίνα
παύσης τα
σκιώδη και
περιέλθης το
κάλυμμα των
παθών ημών.
Δόξα τη
αγαθότητι τη
ση δόξα την
ευσπλαχνία σου,
δόξα τη
ανεκφράστω
Λόγε συγκαταβάσει
σου.
____________________________
ON THE CIRCUMCISION OF
OUR LORD JESUS CHRIST
With Special Reference
to
The Oration of Andrew,
Archbishop of Crete, The Jerusalemite,
On the Feast of the
Circumcision of Christ (PG 97, 913-929)
By
Fr. George Dion
Dragas, PhD, DD, DTh.,
Protopresbyter
“And when the eight
days were fulfilled
for his circumcision,
he was given t h e n a m e J e s u s,
as he had been already
named by the angels,
before he was
conceived in the womb of his mother (Luke 2:21)!”
“When Christ was
circumcised, the Law was incised
And when the Law was
incised, Grace inserted!”
(The January Menaion)
1. Preamble: The 1st of January is
primarily The Lordly Feast of the Circumcision of Christ, whereby
we commemorate an event which took place eight days after Christ’s birth in the
flesh at which Christ received his name Jesus (=Savior). This Feast conjoins The
Lordly Feast of Christmas, i.e. of the Birth of Christ (25th of
December) with The Lordly Feast of the Theophanies or Lights, i.e. of
the Baptism of Christ (6th of January), and constitutes with them
the so-called festal period of The Dodekaemeron (The Twelve Days).
Initially these three Lordly Feasts of The Dodekaemeron were included in
one ancient feast, The Feast of the Theophanies (6th of
January), the theme of which was the revelation of the One God in Trinity in
the Person of the Lord Jesus Christ.
The selection of the 6th of January for
this Feast seems to have been caused by the fact that it was already a festal
day in the old Roman calendar as the day of the winter solstice (equal day and
night) when the duration of the day began to increase and against that of the
night which began to diminish proportionately. The Roman idol worshipers
celebrated on that day the birth of the invincible sun as the god of the
physical light which supports the physical life of the world. The Christians
responded to this challenge by celebrating the coming of Christ into the world
and putting forth Christ as the sun of righteousness who grants the uncreated
Light of the One true God in Holy Trinity which enlightens every human being
that comes into the world. Later on the 25th of December was
established as the day of the winter solstice and of the birthday feast of the
visible sun.
The response of the Christians to this new challenge of the idol
worshipers was the transference of The Feast of the Birth of Christ
(Christmas) to this date,[22]
while the 6th of January was retained ever after as The Feast of
the Baptism of Christ. It was inevitable that The Feast of the
Circumcision of Christ would eventually follow The Feast of Christmas
eight days afterwards.
The Oration On the Feast
of the Circumcision of Christ by St. Andrew of Crete (660-740), who is
known from his amazing hymns and sermons, explains to us the meaning of this
Lordly Feast, which belongs to the entire work of the revelation of God and our
salvation, accomplished by the incarnate Son and Word of God, our Lord and
Savior Jesus Christ. Because this Oration is too dense, we present it
here in a more analytical and exegetical way.
2. The Lordly Feats and the Events of the Life
of Christ:
St. Andrew begins by noting “that it is good and God-pleasing that we
glorify God and celebrate all those things which Christ our Savior accomplished
in his earthly life, because he accomplished them not as a mere man but as a
God-man.” Whatever Christ did, says the holy father, “constitute amazing
miracles, because they have a divine-human (theanthropic) basis and a
divine-human character.
This is why they are unique ands saving. Indeed, they
could not have been anything else (!), because Christ is truly God who became
truly man.” And he did all these things, because he wanted “to reveal
himself to us human beings who had been alienated from him and were ignorant of
him; and also to endure as true man all that is human so as to fulfill all the
commandments of the divine law which had been given to us by God, with the
ultimate aim of exchanging these things with better and more perfect ones.”
The verb “exchanging,” which St Andrew users here, characterizes the
entire work (the incarnate economy) of Christ, which is a saving
exchange. By his incarnation God assumed all that we have and exchanged
them all with others, full of grace and truth. He wanted to do and did so out
of love for humanity and because only in this way he could restore to our
humanity its real and natural condition, as he had originally designed it himself
as true God. God’s becoming man was God’s antidote to man’s apostasy which made
him loose his way in life and become alienated from the divine grace. God
became man in order to deify us human beings with his divine-human person.
3. The Lordly Feast of the Circumcision of
Christ:
The circumcision which Christ underwent eight days after his birth in the flesh
and his seedless coming forth from the Virgin Mary, reveals this exchange
which leads to the deification of humanity. We celebrate this event by
means of a special feast, because it truly constitutes, as St. Andrew says, “a
supreme miracle.” Why? Because through this the divine-human Christ “not
only fulfilled the law, but also revealed simultaneously the way of surpassing
it, as he revealed the true the true dimensions of our salvation.”
In his Oration
St. Andrew of Crete gives us in a
synoptic way these dimensions of salvation which the incarnate God
offers us.
4. The Meaning of the Circumcision of Christ:
True man and True God! By undergoing circumcision and receiving a human name,
according to the Jewish context within which he was born, Christ proved that he
was true man, although he preexisted as true God, infinite and incomparable as
he always was. He became man within a specific space-time conditioned,
religious anthropological context and followed the path and prescriptions
pertaining to the human nature and its relation to God its creator.
His
circumcision says St. Andrew, “reveals that he is no longer only Son of God
but also Son of the Virgin. He is and remains literally Son of God, just as the
Father is literally Father because he begets the Son, and the Holy Spirit is
literally Spirit because he proceeds from the Father, and so these three divine
persons, the Father, the Son and the Spirit constitute one God and there is in
them one Godhead.” Christ, however, “is the Son of the Virgin and
exactly for this reason he is also comprehensible and accessible to us human
beings.”
His becoming man does not mean that he ceased being God. It rather
means, that “he became our man, authentic, true and perfect man, whom we can
now approach with courage not only as Master and Creator but also as our Savior
because he is with us. He assumed our nature, followed its true path, and led
it to its perfection. And now he offers it to us as an exchange and antidote so
that we too may become true, authentic and perfect human beings as he is.”
This is how Luke presents him in his Gospel narrative, which St. Andrew
recalls, because he wants to show this divine-human (theanthropic)
miracle which Christ presents, i.e. God’s becoming man (inhomination)
and man’s deification (theosis) in Christ.
5.
The Birth and Circumcision of Christ in the Gospel according to Luke: “And it came to
pass, immediately after the departure of the angels to heaven, that the men,
i.e. the shepherds, said among themselves: let us go as far as Bethlehem to see
what this event is about which we heard, and which was made known to us by the
Lord (God).
They hurried, then, and came and found Mary and Joseph and the
infant laying in a manger. Seeing this then, they understood the meaning of the
words which had been announced to them in relation to this child. But also all
the others who heard remained stunned by what the shepherds announced to them.
Mary, however, kept these words inside her, because she placed them deep into
her heart.
Then the shepherds returned to their place, glorifying and praising
God for all the things which they heard and saw, as they had been told before.
And when the e i g h t d a y s were fulfilled for his circumcision, he was
given the n a m e J e s u s, as he had been already named by the angels
before he was conceived in the womb of his mother!”[23]
6. The Great Importance of the Gospel
Narrative of Luke:
“Luke great indeed,” says St. Andrew, “because he explains to us the
great and wonderful mysteries which are related to the person, the life and the
work of Christ!” In the last analysis, St. Andrews says, on the basis of the ancient
ecclesiastical and patristic tradition, that “the Gospel of Luke actually
originates with the Apostle Paul, who speaks with pride about this when he
writes according to my Gospel in his epistles.”[24]
And the holy father continues: “If we did not have this Gospel, we would not
have known that the Virgin received the Good news,” i.e. she learned the
amazing news concerning the identity of her son;[25]
“that John the Baptist, the greatest of the prophets, was born a little
before Christ so that he might become the Forerunner of Christ” according to
the divine plan of the salvation of humanity;[26]
“that our Savior Christ was registered civilly as a man” along with his
mother and Joseph who testified to his birth;[27]
“that Christ was born in a cave of Bethlehem;”[28]
“that the shepherds who happened to be present at that specific area also
heard the good news of the gospel, i.e. were informed about the miracle of the
incarnation,” and declared it as first eye-witnesses.[29]
“that the hymn,” which is the typical feature of Christmas, “Glory to God in
the Highest and on Earth Peace, Good-will, was first sung by the angels;”[30]
“that this peace was demonstrated through the census that was carried out by
the edict of Augustus;”[31]
“that Symeon the High Priest declared the gospel of the coming of Christ and
that Anna the prophetess confessed it and confirmed its significance;”[32]
“that as a specific man traced his ancestry, through Joseph, the betrothed
spouse of the Virgin Mary, and by virtue of affinity, to David and
finally to Adam and to God himself.”[33]
The same also applies to “most of the events of his life, including
especially those of the suffering, those that refer to Herod and Pilate, to the
thieves and all the rest which are mentioned by the Evangelists.”
The Circumcision of Christ and the Name which
he received then: The
circumcision of the newly born Christ does not only denote his true humanity,
but also his divine-human person. This is revealed especially in the N a m e,
which was given to the newly born Christ and was already predetermined by God.
“To what Name,” asks the holy father,” does Luke refer, when he says,
”that he was named by the angel before he was even conceived in the womb of
his mother?”[34]
“The same Evangelist,” says the Saint, explains this when he presents
the angel to Mary “You will give birth to a son and you will call his name J
e s u s. And he will be great and will called Son of the Most High.”[35]
The same says Matthew at the point where he refers to the faithless Joseph and
how he was persuaded by the angelic vision which he saw in his dream: “Because,
when his mother Mary was betrothed to Joseph, and before they slept together,
she was found to be pregnant from the Holy Spirit. Joseph, however, her spouse,
who was just and did not wish to expose her, wanted to expel her secretly. But
as he was contemplating this, an angel of the Lord appeared in his dream and
said to him: Joseph, son of David, do not hesitate to take your wife, because
her child that she will birth to, is from the Holy Spirit.
She will give birth
to a son, and you will name him J e s u s, because he will save his people from
their sins.”[36]
And immediately he adds the following: “And all this took place so that the
word of the prophet might be fulfilled: Behold the Virgin shall conceive and
will give birth to a son, and you shall call him Emmanuel, which means “God
is with us.”[37]
“Do you see,” says the saint, “how the words of the prophet agree
with the words of the evangelist?” Because the interpretation of the phrase
“God is with us implies the salvation of the people –i.e., that the Master
comes to live with the servants? The name J e s u s also says the same with the
angelic oracle; because J e s u s means the person who out of sympathy does
everything ion order to save on the basis of the economy.“
8. The name Jesus as the main Message of the
Feast of the Circumcision of Christ: What the present Feast, then, primarily offers
us is the revelation of the true identity of Christ. As St Andrew tells us, “the
Feast gives us its deeper meaning because it shows us that the one grace (pf
the incarnation) presents to us another (that of the economy of salvation) and
unites them with the knowledge (of the Savior), enlightening us with the
special brightness and glory of his person.”
“Already,” says the
holy father, “we celebrated the event of his birth, and came to realize that
it was ineffable, and to recognize that the Virgin mother gave birth to her son
in a seedless manner. But now we are called to turn to the Son who was born
without hesitation or fear. Today’s Feast calls us to understand him from the N
a m e which he took for our sake.” This is the name J e s u s which means
Savior, Emmanuel, God with us, i.e. He who came to reconcile, to familiarize
and to assimilate us, human beings, with God, and so to grant to us eternal salvation.
“This is exactly,” says the
saint, “what the shepherds understood when they drew near the newly born
infant of Bethlehem, because they were
prompted by what was revealed to them by the angels. At the beginning they were
seized with fear, although the angel reassured them by saying, Do not be afraid.”[38]
And yet they were afraid, because “with the presence of the angel, the glory
of the Lord shone around them,” and as Luke points out, “they were
seized by a great fear.”[39]
But then, the angel revealed to them the identity of the newly born infant and
alleviated their fear. “I bring you good news of great joy which the entire
people will receive, because today in the city of David your Savior was born,
who is called Christ the Lord.”[40]
9. The Power of the Name of Jesus: The power of the Name
of Jesus which Christ received at his circumcision is what St. Andrew stresses
through a dialogue which he conducts with the angel of the Gospel! “What are
you saying, o Angel? Has the Name Jesus such power? Yes, (says he)
Because the Name Jesus denotes the Savior, who is Christ the Lord, God and man,
ruler and merciful.
This is why I ordered the shepherds to have courage, and to
Joseph to give him this Name on the Eighth Day and so I made him accessible to
all human beings. I received this order from the newly born who wanted me to
present him in appropriate language. Joseph too, would not have stood by the
side of the mother of the infant fearlessly and with yearnings, had I not given
him the order to look after his woman as a man. I did the same in the case of
the shepherds.
I made them run to him as to a Master and Benefactor and Lord,
and I persuaded them to glorify him and approach him as the Jesus who underwent
circumcision on the Eighth Day and was pleased to received this N a m e. , So
then, seeing him identifying himself with you naturally and essentially, you
must have the courage to approach him without hesitation.
And because you
realize the magnitude of his condescension to you, you are bound to glorify him
for the grace of this Day.” It is significant that in this dialogue the
Name Jesus is conjoined to the Eighth Day. This is why the saint goes on to
explain synoptically but carefully the deeper soteriological meaning of this
Day in his last and most dense paragraph.
10. The Eight Day is a transition from an
infantile state to personal perfection; because on this Day, according to the Jewish
religious prescriptions, an infant becomes a child, comes of age, acquires a specific
personality. The holy father distinguishes the first 7 days following the
birth of an infant from the 8th, saying that “the 8th
is a complement to the 7 and the beginning of the future.”
Why? Because,
according to the Jewish religious context, the eight day constitutes an
important milestone for each newly born human existence, inasmuch as it
completes the infantile age and opens the age of maturity which leads to
completion (perfection). “The 7 days complete the infant, but the 8th
day perfects it by including it among the perfect human being.” And how is
this done? “It is done,” says the holy father, “by means of the N a m
e which is given on the eighth day.” The naming, in other words, offers an
infant a specific personal identity; it makes it from an anonymous infant, an
eponymous human being.
It recognizes solemnly its natural right to be a
specific name-bearing (personal) existence, a wholesome, perfect, i.e.
perfectly constituted human being amongst other specific human beings. In the
formulation provided by St. Andrew, “the 8th Day is the starting
point of coming of age, because the infant, which was completed its (physical)
constitution in the seven days (of its creation), is now registered (by its
personal name) as a pupil who is to take mentoring lessons,” and thereby be
molded into a particular personality. The Eight Day, then, is most significant
because it changes all that belongs to infancy.
The week of the 7 days (of
creation) brings with it the infantile growth. The Eighth Day, however, brings
in the perspective of (personal) perfection. It is clear that perfection refers
here to the personal identity, which every infant acquires when it receives its
name. But why should naming be connected with circumcision on the eighth day?
11. The Circumcision of the Eighth Day denotes
transposition from a carnal to a spiritual condition: The sacramental,
liturgical act of circumcision (cutting) of a small particle of the body
entails the rejection of a carnal (idolatrous) condition into which
every human being is born, while its replacement by the naming entails a human
being’s entrance into another spiritual condition which leads to perfection.
St. Andrew refers to Abraham and his father Thara in order to clarify these two
conditions.
Thara represents the carnal condition of idolatry which views the
material carnal world within which man is born as the main point of reference
for his life and for this reason it turns it into his god. Abraham represents
the spiritual condition which regards the Maker of the world as the main and
crucial point of reference for man’s life and makes man a member of the people
of God and prepares him for his final completion and perfection.
So the holy
father says: “Because nature was going to be kneaded with idols by Thara,
the father of Abraham, it was necessary that a people from Abraham should be
set apart for the Maker by means of a seal, until his coming, which man needed
in order to be renewed. Circumcision rejects a residue of the flesh and
provides a seal of the eight day which refers to the future things.”
12. The replacement of the circumcision of the
eighth day by baptism and the eternal life which Christ granted to man through
his resurrection on the eighth day: It is crystal clear that the eighth day and
the future things refer to the coming (Incarnation and Inhomination) of the
Maker, which marks the final phase of the restoration and salvation of humanity
according to his will, i.e. the coming of Christ.
As the holy father says, “Circumcision
denotes that the Presence of Christ will supplant and replace the circumcision
of the flesh by the regeneration which is granted by the Holy Spirit (through
Baptist).
The seal of the circumcision of the flesh was given in order to
specify a people of God (Israel) because of the presence of idolatry
and in order to abolish the idol worship. After the abolition of the idols,
however, circumcision itself will also be abolished.”
This is exactly what Christ did,
as the holy father goes on to explain: He gave us on the Eighth Day (of his
resurrection) God’s eternal covenant (lawgiving) to humanity, replacing the
previous 7 covenants (or instances of lawgiving) which were preparatory, by
this one. As he says expressly, “The old things were symbols of the new
ones.” What are these “old things”?
The seven covenants are those
connected with the following lawgivers: 1) Adam, 2) Noah, 3) Abraham, 4) Moses,
5) David, 6 Ezra, and 7) John the Baptizer. “Christ is the eighth lawgiver
after Adam,” who marks the last transposition of man from the temporary
cases of lawgiving to the last and perfect one which leads to man’s perfection
and enjoyment of eternal life. Here are the words of the saintly father, “Adam
is the first to receive a law. Noah was the second, and Abraham, the
third. Moses was fourth, and David, the fifth, because
he legislated about the doxologies for the kings and the tabernacles.
Ezra was
the sixth because he gave the Deuteronomy and settled various customs.
The, John the Baptizer appeared as the seventh, because he preached the
baptism of repentance to the people and the cleansing of sins by means of the
water. Jesus Christ is the eighth, last and greatest lawgiver, as Moses
says: “The Lord God will raise among you a Prophet from your brethren like
me, and you shall listen to him, because whichever soul fails to obey this
Prophet will be extinguished.”[41]
“Only he is able to fulfill all that have been legislated through me because
they were taken from him and he will be fully anointed with the Holy Spirit and
legislate all that is divine and spiritual pertaining to the spirit (=mind) as
Lord and Creator although he is also from us (according to the flesh).”
Being God and man, Christ has “kept
Sabbath,” i.e. fulfilled and abolished all those things which the ancient
law specified for the flesh. On the Eight Day of his Resurrection he became the
universal legislator of the entire world. Not only of the Jews, but also of the
nations, offering to all without distinction the anointment and perfection of
the Holy Spirit and thereby calling them all with his own name, christs (i.e.
christians).
He replaced the circumcision of the flesh by the rejection of all
the carnal and passionate thoughts and also by the enlivenment of every good
work and good act which lead to the kingdom of heaven.
He is truly “the
Angel of the Great Counsel of the Father, the mighty God, the Ruler, the Leader
of Peace, the Father of the age to come,” whom we commemorate, exalt and
worship with the Lordly Feast of the Circumcision of Christ.[42]
Apolytikion of the Feast of
the Circumcision of our Lord Jesus Christ
(Tone 1)
Without change you took a human form, by nature
being God, O most compassionate Lord; and fulfilling the Law, you willingly
accepted circumcision in the flesh, that you might banish shadows, and strip
away the covering of our passions. Glory to your goodness; glory to your
compassion; glory to your ineffable condescension, O Word!
[1]
Σύμφωνα με
τον αείμνηστο
λειτουργιολόγο
καθηγητή
Ιωάννη
Φουντούλη η Γιορτή
των
Χριστουγέννων
εισήχθηκε
πρώτα στη Ρώμη
το 330 και έπειτα
στην Ανατολή
το 376. Ο ιερός
Χρυσόστομος
στον «Λόγον του
είς την
γενέθλιον
ημέραν του
Σωτήρος» της 25ης
Δεκεμβρίου του
386, αναφέρει ότι
μόλις 10 χρόνια
πριν είχε
εισαχθεί η
Γιορτή αυτή
στο εορτολόγιο
της Εκκλησίας.
[2] Λουκ. 2: 15-21.
[3] Ρωμ. 2:16, 16:25, Α Κορ. 15:1,
Γαλ. 1:11, Β Τιμ. 2:8., κτ.λ.
[4] πρβλ. Λουκ. 1:26-38.
[5] Λουκ. 1:57-80.
[6] Λουκ. 2:1συν
[7] Λουκ. 2:7,12,16.
[8] Λουκ. 2:8-18.
[9] Λουκ. 2:13.
[10] Λουκ. 1:79.
[11] Λουκ. 2:25-36, 37-38.
[12] Πρβλ. «του Θεού»,
Λουκ. 3:38 αλλά και
την γενεαλογία
του Χριστού
στο 3:23-38.
[13] Λουκ. 2:21.
[14] Λουκ. 1:31-32.
[15] Ματθ. 1:18-22.
[16] Ησ. 7:14, Ματθ. 1:22-23.
[17] Λουκ 2:10.
[18] Λουκ. 2:9.
[19] Λουκ. 2:11.
[20] Δευτ. 18:15,19.
[21] Ησ. 9:6.
[22]
According to the ever memorable Greek liturgist Ioannes Fountoules The Feast
of Christmas was first introduced in Rome in 330 and afterwards in the East
in 376. This is confirmed by St. John Chrysostom, who says in his “Oration
on the Birthday of the Savior” on December 25, 386, that this Feast was
introduced in the list of feasts of the Church 10 years earlier.
[23] Luke
2:15-21.
[24] Rom. 2:16, 16:25, I Cor. 15:1, Gal. 1:11, 2 Tim. 2:8., etc.
[25] Luke
1:26-38.
[26] Luke
1:57-80.
[27] Luke
2:1ff.
[28] Luke
2:7,12,16.
[29] Luke
2:8-18.
[30] Luke
2:13.
[31] Luke
1:79.
[32] Luke
2:25-36, 37-38.
[33] Cf. «του Θεού»
in Luke 3:38 and also the entire genealogy of Christ in 3:23-38.
[34] Luke
2:21.
[35] Luke
1:31-32.
[36] Matth.
1:18-22.
[37] Is.
7:14, Μatth. 1:22-23.
[38] Luke 2:10.
[39] Luke
2:9.
[40] Luke
2:11.
[41] Deut.
18:15,19.
[42] Is.
9:6.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.