Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

Ἡ ἀγάπη τοῡ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους. Ομιλία π.Σάββα Αγιορείτη. (Μέρος Δ')



22. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ φανερώνεται στήν Θεία Οἰκονομία.

Ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε, μᾶς ἔκανε παιδιά του, μᾶς υἱοθέτησε, μᾶς ἔβαλε μέσα στήν Ἄκτιστη Ἐκκλησία Του, πού εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα, ἡ πρώτη Ἐκκλησία.  Μᾶς ἔβαλε στόν παράδεισο ὥστε νά συναπολαμβάνουμε, νά συνδιαλεγόμαστε μαζί του. Ὅρισε νά ὑποτάσ­σεται σέ μᾶς ὅλο τό σύμπαν: τά ζῶα, τά φυτά καί γενικά ἡ Δημιουργία...
-Καί ἐμεῖς τί κάναμε;
-Ἐπαναστατήσαμε καί θελήσαμε νά φτάσουμε στόν προ­ορισμό μας, χωρίς τόν Θεό. Προχωρήσαμε ἐγωιστικά, χωρίς τήν Θεία Χάρη, ἀπό μόνοι μας. Τοῦ εἴπαμε: «Δέν Σέ θέλουμε...Ἄφησέ μας μόνους...». Ὁ Θεός τό σεβάστηκε αὐτό γιατί μᾶς ἀγαπᾶ. Ἐπίσης ἀπό ἀγάπη μᾶς ἔβγαλε ἀπό τόν παράδεισο γιά νά μήν γίνει ἀθάνατο τό κακό. 
Παραχώρησε νά μποῦμε στήν ταλαιπωρία τοῦ θανάτου γιά νά μήν μεί­νουμε αἰώνια στήν πτώση.  Θά ἦταν ἀβάσταχτη μιά αἰώνια ζωή, μέσα στήν πτώση, μέσα σ’ αὐτήν τήν διεφθαρμένη κατά­σταση, πού ἤρθαμε λόγ τῆς ἁμαρτίας, λόγ τῆς ἀνταρσίας.  Μᾶς δίνει λοιπόν τόν θάνατο, πάλι ἀπό ἀγάπη ὁ Θεός, σάν ἕνα στόπ στήν κακία μας καί τήν διαφθορά μας.

 23. Τό Ἅγιο Πνεῦμα: ὁ συνδετικός κρίκος τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό.


«Ἔπλασε ἀπό τό χῶμα τόν ἄνθρωπο καί τοῦ φύσησε πνοή ζωῆς.  Τοῦ ἔδωσε τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔγινε συγγενής μέ τόν Θεό»[1]. 
Τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο ἦταν ὁ συνδε­τικός κρίκος τῶν Πρωτοπλάστων μέ τό Θεό, Αὐτό χάθηκε μέ τήν πτώση, μέ τήν παρακοή τῶν Πρωτοπλάστων. Ἔπαψε νά εἶναι συστατικό τοῦ εἶναι τους.  Ἐν τούτοις ὁ Θεός δέν ἐγκατέλειψε τόν ἄνθρωπο στήν ἐρημιά του. Ἔστειλε τόν Υἱό Του, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἔδωσε καί πάλι τήν δυνατότητα κοινωνίας μέ τόν Θεό διά τῆς Θείας Χάρης (διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος). Ἐγκαθιδρύει τήν Ἁγία Του Ἐκκλησία, ἡ Ὁποία μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα (τήν προσωπική μας Πεντηκοστή) μᾶς ξαναδίνει τόν συνδετικό κρίκο μέ τόν Θεό, τήν Θεία Χάρη πού εἶναι ἡ κοινή ἐνέργεια τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μποροῦμε λοιπόν τώρα,  δόξα τῷ Θεῷ, ὅλοι ἐμεῖς οἱ βαπτισμένοι,  ἐάν θέλουμε, νά ἐνεργοποιήσουμε αὐτόν τόν σύνδεσμο.  Νά συνδεθοῦμε μέ τόν Θεό.  Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη  εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.  Ἐάν θέλει ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό καί νά εἶναι σέ διαρκή κοινωνία μαζί Του.



24. Τό ἅγιο Πνεῦμα (ἡ Θεία Χάρη) μᾶς ἀποκαλύπτει τόν Χριστό.

«Τόσο ἀγάπησε ὁ Κύριος τό πλάσμα του, ὥστε ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τό Ἅγιο Πνεῦμα καί γνώρισε ὁ ἄνθρωπος τόν Κτίστη Του καί ἀγαπᾶ τόν Κύριό Του.  Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἀγάπη καί γλυ­κύ­τητα τῆς ψυχῆς, τοῦ νοῦ καί τοῦ σώματος»[2].  Προσέξτε πόσο ὡραῖα τά λέει ὁ Ἅγιος. 
Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀγγίζει ὄχι μόνο τήν ψυχή, τό νοῦ ἀλλά καί τό σῶμα...καί τά γλυκαίνει ὅλα αὐτά.


25. Ἡ διατήρηση τῆς Θείας Χάρης.

«Ὅταν ὅμως ἡ ψυχή χάσει τήν χάρη ἤ μειωθεῖ ἡ χάρη, τότε ἡ ψυχή ἀναζητεῖ ξανά μέ δάκρυα τό Ἅγιο Πνεῦμα καί λέει μέ ἄσβη­στο πόθο: «διψάει ἡ ψυχή μου τόν Κύριο καί Τόν ἀναζητῶ μέ δάκρυα»[3].
-Γιατί μειώνεται ἡ χάρη;
-Διότι ἀμελοῦμε, ξεχνιόμαστε, ραθυμοῦμε, τεμπελιάζουμε πνευματικά. Αὐτό ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά ταπεινώνεται, νά μειώνεται ἡ φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἅναψε κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα, ἐπει­δή δέν μπαίνουνε καινούργια πνευματικά «ξύλα»[4] στή ἀρχική Ἁγιοπνευματική φωτιά. Ἄν δέν μετανοήσουμε καί συνεχίσουμε νά ἀμελοῦμε, τότε μπορεῖ νά λιγοστέψει τόσο πολύ, ἡ ἀρχική Ἁγιοπνευματική φλόγα, ὥστε νά γίνει ὡς μιά σπίθα, νά ἀπομείνει κάτι πολύ λίγο.  Ὡστόσο παραμένει καί δέν σβήνει τελείως... Ὅσο ζεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ ἀμέλεια, αὐτή ἡ φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, παραμένει ὡς μία σπίθα θαμμένη κάτω ἀπό τήν στάχτη τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν.
Ἐάν ὁ ἄνθρωπος ἔρθει σέ συναίσθηση καί μετανοήσει τότε καταλαβαίνει τί ζημία ἔχει πάθει καί λέει: «ποῦ ἤμουνα καί πού εἶμαι τώρα;».  Ἀρχίζει τότε νά διψάει πάλι τό Θεό.


26. Ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό καί τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ἄνθρωπο.

«Πῶς νά μήν σέ ἀναζητῶ Κύριε;», ἐρωτᾶ ὁ Ἅγιος Σιλουανός καί συνεχίζει: « Πρῶτος Ἐσύ ὁ ἴδιος μέ ἀναζή­τησες καί μοῦ ἔδωσες νά ἐντρυφήσω στό Ἅγιο Πνεῦμα Σου»[5]
Τήν πρώτη κίνηση τήν κάνει πάντα ὁ Θεός. 
«Ἡ καρδιά μου Σ΄ ἀγάπησε καί Σέ ἱκετεύω: δῶσε μου νά μείνω μέχρι τέλους στήν ἀγάπη Σου, δῶσε μου νά ὑπομείνω γιά χάρη τῆς ἀγάπης Σου ὅλες τίς θλίψεις καί τούς πό­νους.  Τρόμος καί δέος κυριεύουν τήν ψυχή μου ὅταν θελήσω νά γράψω γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.  Εἶναι φτωχή ἡ καρδιά μου καί δέν ἔχει τήν δύναμη νά περιγράψει τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου»[6].  
Ὄντως ὁ Θεός εἶναι ἀπερίγραπτος καί οἱ ἐνέργειές του εἶναι ἀπερί­γραπτες.  Δέν μποροῦμε νά ποῦμε πολλά γι’ αὐτές. Μᾶς «ὁμιλεῖ» ὁ Θεός δι’ αὐτῶν μέ ἄρρητα ρήματα. Εἶναι ἀκατανόητα τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀκατάληπτος ὁ Θεός καί ἀπερίγραπτος. 


27. Ὁ ἀκόρεστος Θεῖος ἔρως

«Ἡ ψυχή φοβᾶται», ὁμολογεῖ ὁ Ἅγιος Σιλουανός, «ἀλλά συγχρόνως παρασύρεται νά γράψει ἔστω καί λίγες λέξεις γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.  Τό πνεῦμα μου ἀδυνατεῖ νά βρεῖ λόγο, ἀλλά ἡ ἀγάπη μέ προτρέπει. Ὤ!  ἄνθρωπε ἀνίσχυρο πλάσμα.  Ὅταν ἡ Χάρη εἶναι μέσα μας τό Πνεῦμα καίει καί ὁρμᾶ ἡμέρα καί νύχτα πρός τόν Κύριο.  Γιατί ἡ Χάρη αἰχμα­λωτίζει τήν ψυχή στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί αὐτή δέν θέλει νά ἀπο­σπαστεῖ ἀπό τόν Κύριο γιατί δέν μπορεῖ νά χορτάσει τήν γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»[7]Αὐτό ἀκριβῶς ἔλεγε καί ὁ μακαριστός Πατήρ Πορφύριος: ὁ Θεός, ἔλεγε, εἶναι ἕνας «ἔρως ἀκόρεστος». Ἕνας ἔρωτας πού δέν κορέννυται ποτέ... Δέν μπορεῖς νά χορτάσεις τήν Θεία Ἀγάπη. 
Ἡ ψυχή ὅταν κυριευθεῖ ἀπό τή Θεία Χάρη ὁρμάει ἀκάθεκτη πρός τόν Θεό καί προσπαθεῖ νά Τόν φθάσει. Ἐκεῖ πού νομίζει ὅτι Τόν φθά­νει, ἐκεῖ Τόν χάνει...  Πάλι προσπαθεῖ καί πάλι προχωράει μέχρι νά εἰσέλθει στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ πάλι θά συνεχίζει νά προχωράει ἀπό ἔκπληξη σέ ἔκπληξη, ἀπό μέθεξη σέ πληρέστερη μέθεξη τοῦ Θεοῦ. Αὐτό θά συνεχίζεται στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.  Ὁ Θεός εἶναι ἄπειρος. Ἡ ζωή μας καί ἡ αἰώνια ζωή εἶναι μία συνεχής ἀτελεύτητη πορεία πρός τόν ἄπειρο Θεό, ἀλλά καί μία διαρκής αἰώνια Θεία μέθεξη διαρκῶς αὐξανόμενη. 
Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι ἕνα συνε­χές ἄνοιγμα, μία συνεχής μετοχή, μία διαρκής μέθεξη τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία δέν ἔχει ποτέ τέλος.
 Ἴσως πεῖτε:
-Δέν θά βαριόμαστε στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;
-Ὄχι, διότι συνεχῶς ὅλο καί περισσότερο θά μετέχουμε στόν ἄπειρο Θεό, χωρίς ποτέ νά κορέννυται αὐτή μας ἡ ἐπιθυμία  γιά τόν Θεό. 


28. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν «ἀντέχεται».

 Καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι τέλος.  Γνωρίζω κάποιον ἄνθρωπο πού ὁ ἐλεήμων Κύριος τόν ἐπισκέφτηκε μέ  τήν χάρη Του.  Καί ἄν τόν ρωτοῦσε ὁ Κύριος: «Θέλεις νά σοῦ δώσω ἀκόμα περισσό­τερο;  Να σοῦ δώσω καί ἄλλη χάρη;», τότε ἡ ψυχή λόγ τῆς ἀδυνα­μίας τοῦ σώματος θά ἔλεγε : «Ἐσύ Κύριε βλέπεις ὅτι ἄν μοῦ δώσεις περισσότερο θά πεθάνω»[8]
Δηλαδή «θά χωριστεῖ ἡ ψυχή ἀπ’ το σῶμα μου».  Δέν ἀντέχει τό σῶμα τήν μεγάλη Θεία Χάρη. Ἐν μετά θάνατον, ὅταν δέν θά ὑπάρχει αὐτό τό χοϊκό σῶμα  συνδεδεμένο μέ τήν ψυχή, τότε θά εἶναι πολύ καλλίτερα τά πράγματα.  Θά εἶναι πολλή μεγαλύτερη ἡ χαρά καί ἡ μετοχή μέσα στήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.
 Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι περιορισμένος καί δέν μπορεῖ νά ἀντέξει στό πλήρωμα τῆς χάριτος. Ἔτσι καί οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ ἔπεσαν μέ τό πρόσωπο στή γῆ στό Θαβώρ, ἔνεκα τῆς δόξης τοῦ Κυρίου.  Καί κανένας δέν μπορεῖ νά συλλάβει πῶς δίνει ὁ Κύριος τήν χάρη του στήν ψυχή[9]


29. Ὁ Θεός ἔρχεται ἀθόρυβα.

Εἶναι ἀκατάληπτος καί ὁ τρόπος, τό πῶς ἔρχεται ἡ Χάρις... 
Μυστικά, χωρίς θορύβο, ἀψοφητί- ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες- χωρίς ψόφο, χωρίς κανένα ἐντυπωσιασμό. Ἔτσι εἶναι ὁ Θεός... ἀθόρυβος, γλυκός σάν μιά λεπτή αὔρα. Δέν ξέρουμε πῶς καί πότε θά ἔλθει  ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ...
 Ἐμεῖς πρέπει νά εἴμαστε πάντα ἕτοιμοι... Ἡ ἑτοιμότητα ἔγκειται σ’ αὐτήν τήν προσευχή:  Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με...Ἡ ἑτοιμότητα ἔγκειται στήν ἀδιάλειπτη ἀναμονή τοῦ Θεοῦ, στήν προσμονή καί ἀναζήτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.


30. Τό μεγάλο πανηγύρι: Ἡ ἔλευσις τῆς Χάριτος.

Ὅταν ἔρθει αὐτή ἡ Χάρις καί ἀνάψει αὐτή ἡ φωτιά στήν καρδία μας, τότε πράγματι συγκροτεῖται τό μεγάλο πανηγύρι.
Εἶσαι ἀγαθός Κύριε. Εὐχαριστῶ τό ἐλεός Σου.  Μοῦ ἔστειλες πλούσιο τό Ἅγιο Πνεῦμα Σου καί ἔδωσες νά γευθῶ ἐγώ ὁ ἁμαρτω­λός τήν ἀγάπη Σου.  Καί ἡ ψυχή ἑλκύεται πρός Ἐσένα τό Φῶς τό ἀπρόσιτο[10]. 
Ἄς θαυμάσουμε τήν ταπείνωση τοῦ Ἁγίου! Πόσο βαθειά συναισθάνεται τήν ἀρρώστεια του!... Ὁμολογεῖ: «Εἶμαι ἁμαρτωλός. Κι ὅμως Ἐσύ καταδέχθηκες νά ἔλθεις σέ μένα καί νά μοῦ φανερώσεις τήν ἀγάπη Σου». 
Ποιός θά μποροῦσε νά Σέ γνωρίσει ἄν Ἐσύ Ἐλεήμων δέν εὐδο­κοῦσες νά ἐμφανισθεῖς στήν ψυχή; Καί Σέ εἶδε καί Σέ γνώρισε τόν Δημιουργό καί ἀγαθό Θεό Της καί ἀκόρεστα Σέ ποθεῖ. Γιατί Ἐσύ ἐλεήμων προσείλκυσες κοντά Σου τήν ψυχή μέ τήν ἀγάπη πού γνώ­ρισε ἡ ψυχή μου. Βλέπεις Κύριε πόσο ἀσθενική καί ἁμαρτωλή εἶναι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά Ἐσύ δίνεις Ἐλεήμων στήν ψυχή τήν δύ­να­μη νά Σ’ ἀγαπᾶ.  Καί φοβᾶται ἡ ψυχή μήπως χάσει τήν ταπείνω­ση τήν ὁποία προσπαθοῦν νά τίς ἀφαιρέσουν οἱ ἐχθροί.   Γιατί χω­ρίς τήν ταπείνωση ἡ Χάρη Σου ἐγκαταλείπει τήν ψυχή[11]


31. Ὅλοι ὀφείλουμε νά γίνουμε ἅγιοι, προσηλώνοντας τόν νοῦ μας στόν Θεό.

Ὁμιλοῦμε - θά λέγαμε- τώρα γιά ὑψηλές πνευματικές καταστάσεις... Καί ἴσως πεῖτε:
-Γιατί νά τά λέμε αὐτά; Ἀφοῦ δέν εἶναι γιά μᾶς... Γιά μᾶς ἁρμόζει νά λεχθεῖ κάτι πρακτικό, κάτι ἠθοπλαστικό...
-Ὄχι. Ἀντίθετα, ἡ πρός τόν Θεό ἀγάπη εἶναι τό πιό σημαντικό. Πρέπει νά τό καταλάβουμε ὅτι ἡ πρώτη ἐπιδίωξή μας θά πρέπει νά εἶναι τό ν’  ἀγαπήσουμε τόν Θεό, τό νά μεταθέσουμε τόν νοῦ μας ἀπό τά γήϊνα στά οὐράνια.
«Ξένον τόκον ἰδόντες ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου τόν νοῦν εἰς οὐρανόν μεταθέντες», ὅπως λέμε στούς Χαιρετισμούς. Θά πρέπει ὁ νοῦς μας νά μετατεθεῖ στό Θεό.  Καί αὐτό δέν εἶναι γιά τούς μορφωμένους-καλλιεργημένους διανοητικά, (ὅπως ἴσως κάποιοι θά ἰσχυρίζονταν)- εἶναι γιά ὅλους. Εἶναι καί γιά τούς ἀμόρφωτους, καί γιά τούς ἁπλούς.  Οἱ πιό μεγάλοι σύγχρονοι Γεροντάδες ἦταν σχεδόν ὅλοι τελείως ἀμόρφωτοι. Εἶχαν ὅμως σέ μεγάλο βαθμό αὐτόν τόν Θεῖο Ἔρωτα, αὐτήν τήν συνεχή μετάσταση τοῦ νοῦ τους στόν Θεόν. 
Ἡ μετάθεση-μετάσταση-προσήλωση, τό συνεχές τῆς παραμονῆς τοῦ νοῦ στόν Θεό: Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ στόχος τῆς ὅλης ἀσκητικῆς προσπάθειας τῶν μοναχῶν.
Ἔλεγε ἕνας σύγχρονος Γέροντας: Ἐμεῖς (οἱ μοναχοί) «νοῦν τηροῦμε», δηλ. προσέχουμε τόν νοῦ μας. 
-Τί προσέχουμε; 
-Προσέχουμε ὥστε ὁ νοῦς μας νά εἶναι στόν Θεό,  ν’ ἀγαπάει τόν Θεό καί νά αἰσθάνεται τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. 
Αὐτή ἡ παραμονή τοῦ νοῦ στόν Θεό εἶναι  πού ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο καί τόν βοηθάει νά πραγματώσει τό «καθ’ ὁμοίωση».


32. Ἡ ταπείνωση ἀπαραίτητη γιά τήν ἕλκυση τῆς Θείας Χάρης.

Τί νά Σοῦ ἀνταποδώσω Κύριέ μου!  Ἐγώ εἶμαι βδέλυγμα, τό ξέρει ὁ Κύριος, ἀλλά μοῦ ἀρέσει νά ταπεινώνω τήν ψυχή μου καί νά ἀγαπῶ τόν πλησίον μου, ἔστω καί ἄν μέ πρόσβαλε σέ κάτι[12]
Ὁ Ἅγιος, ὡς ὥριμος πνευματικά, ἔχει κατανοήσει πλέον, ὅτι τό κλειδί γιά νά μήν χάσει ὁ πιστός τήν χάρη εἶναι ἡ ταπείνωση.  Τό κλειδί γιά νά ἑλκύσει κάποιος τόν Θεό εἶναι πάλι ἡ ταπείνωση. 
Καρπός τῆς βιωματικῆς του ταπείνωσης εἶναι ἡ ὁμολογία του: «Εἶμαι βδέλυγμα μπροστά στόν Θεό, εἶμαι δηλαδή ἀηδία, μπροστά Σου καί μπρο­στά σ’ ὅλη τήν κτίση».
Ὅπως λένε τά τροπάρια τῆς Παρακλητικῆς: «Εἶμαι τό μόλυσμα τῆς γῆς, εἶμαι αὐτός πού μολύνω τόν ἀέρα καί ὅλο τό σύμπαν». Αὐτή ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας εἶναι πού ἕλκει τόν ταπεινό Θεό.  Ὁ Θεός εὐαρεστεῖται στούς ταπεινούς ἀνθρώπους, ἐν ὅταν φύγει ἡ ταπείνωση τότε φεύγει καί ὁ Θεός, φεύγει ἡ Χάρις.


33. Τί σημαίνει ἀγαπῶ τόν Θεό καί τόν πλησίον.

«Πάντα προσεύχομαι στόν Κύριο νά μοῦ χαρίσει μέ τό  ἔλεός Του νά ἀγαπῶ τούς ἐχθρούς.  Καί ἐγώ μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ δοκίμασα ΤΙ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ πλησίον.  Καί ζητῶ νύχτα καί ἡμέρα τήν ἀγάπη ἀπό τόν Κύριο.  Καί Αὐτός μου χαρίζει δάκρυα καί κλαίω γιά ὅλο τόν κόσμο»[13].  
-Βλέπετε τί σημαίνει ἀγαπῶ τόν Θεό; Λέμε πολύ εὔκολα ἀγαπάω· ἀγαπάω τόν Θεό, ἀγαπάω τούς ἀνθρώπους... Τί σημαίνει ἀγαπάω; 
-Εἶναι κάτι πάρα πολύ μεγάλο, εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνα κλάμα γιά ὅλο τόν κόσμο.  Ἄν ὅμως κατακρίνω ἤ βλέπω κάποιον χωρίς συμπάθεια τότε τά δάκρυα σταματοῦν. 
-Γιατί;
-Διότι ἡ κατάκριση εἶναι ἐγωισμός, εἶναι ὑπερηφάνεια, εἶναι μεγάλη ἁμαρτία.  Ὁπότε φεύγει ἡ χάρις, φεύγει καί τό κατανυκτικό δάκρυ, τό ἀποτέλεσμα τῆς Χάρης. Καί τότε ἡ ψυχή ἀθυμεῖ, πέφτει σέ θλίψη, σέ μελαγχολία.
 «Ἀρχίζω ὅμως πάλι νά ζητῶ ἄφεσιν ἀπό τόν Κύριο καί ὁ Ἐλεήμων Κύριος συγχωρεῖ ἐμένα τόν ἁμαρτωλό»[14].  


[1]Ὁ Γέροντας Σιλουανός σελ. 399.
[2] Ὅ.π.
[3] Ὅ.π.
[4]Πνευματικά «ξύλα»: ἡ τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, πού κατορθώνεται διά τῆς μυστηριακῆς καί ἀσκητικῆς ζωῆς.
[5] Ὁ Γέροντας Σιλουανός σελ. 399.
[6] Ὅ.π.
[7] Πρβλ. ὅ. π. σελ. 399-400.
[8] Πρβλ. ὅ.π. σελ. 400.
[9] Ὅ.π.
[10] Ὅ.π.
[11] Ὅ.π.
[12] Ὅ.π. σελ. 401.        
[13] Ὅ.π.
[14] Ὅ.π.


___________________________
Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσυχ. Ἀνάστασις Χριστοῦ Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.
Γιά να διαβάσετε όσα μέρη δημοσιεύτηκαν πατήστε  Ἡ ἀγάπη τοῡ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου