Νέο-εἰδωλολατρικές περιπλανήσεις καί ἡ ἀληθής ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μας
Ἱερομόναχος Φιλόθεος Γρηγοριάτης
- Πρόλογος
- Αἴτια καὶ προσπάθειες γιὰ τὴν ἀναβίωσι τῆς ἀρχαίας εἰδωλολατρικῆς θρησκείας τῶν Ἑλλήνων
Πρόλογος
Δίπλα στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀθηνῶν, ποὺ εἶναι κτίσμα τοῦ ἔτους 1862 καὶ ἔργο ξένων καὶ Ἑλλήνων ἀρχιτεκτόνων μὲ ἐμφανεῖς τὶς δυτικὲς ἐπιδράσεις, σώζεται τὸ Ναΰδριον, ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος (παλαιότερα τιμώμενο στὴ μνήμη τῆς Παναγίας τῆς Γοργοϋπηκόου), μνημεῖο τοῦ ια´ αἰῶνος, ἐκφραστικὸ τῆς Παραδόσεώς μας.Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅτι στὴν τοιχοποιία τοῦ χαρίεντος αὐτοῦ Ναϋδρίου ἔχουν ἐνσωματωθῆ γλυπτὰ ἀπὸ ἀρχαίους Ναούς.
Αὐτὸ ἔκανε ἡ Ἐκκλησία: Ἀπεκάθηρε τὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα ἀπὸ τὸν παγανισμὸ καὶ τὴν προσέλαβε στὸ Σῶμα της, τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ θεηγόρος Ἀπόστολος Παῦλος (ποὺ χρησιμοποιοῦσε τὸν ἐξελληνισμένο τύπο τοῦ ὀνόματὸς του ἀντὶ τοῦ ἑβραϊκοῦ Σαοὺλ) ἐκήρυξε τὸν ἄγνωστο Θεό, ποὺ ἐσέβοντο οἱ Ἀθηναῖοι χωρὶς νὰ Τὸν γνωρίζουν.
Ὁ Παρθενώνας ἔγινε ναὸς τῆς Παναγίας τῆς Ἀθηνιώτισσας.
Τὰ πολλὰ ὡραιότατα βυζαντινὰ Ἐκκλησάκια τῆς Μεσαιωνικῆς Ἀθήνας, ὑπὸ τὴν σκιὰν τοῦ Παρθενῶνος, μαρτυροῦσαν τὸν ἑλληνικὸ καὶ χριστιανικὸ χαρακτῆρα τοῦ ἰοστεφοῦς ἄστεως.
Πολλὰ ἀπὸ τὰ ἐκκλησάκια αὐτὰ (περίπου 75) δυστυχῶς κατηδαφίσθησαν, γιὰ νὰ γίνη ἡ ρυμοτομία τῆς νέας πόλεως. Εὐτυχῶς ποὺ σώθηκαν ἔστω καὶ δέκα πέντε ἀπὸ αὐτά.
Οἱ βυζαντινοὶ καὶ μεταβυζαντινοὶ Ἕλληνες δὲν εἶχαν τὸ δίλημμα νὰ διαλέξουν μεταξὺ ἀρχαίου ἑλληνισμοῦ καὶ Χριστιανισμοῦ. Οὔτε ἔπασχαν ἀπὸ κάποια σχιζοφρένεια λόγῳ τῆς ἑλληνικῆς καὶ χριστιανικῆς τους ἰδιότητος.
Οἱ ξένοι «προστάται» μας πρῶτοι, θέλησαν τὸ νέο ἑλληνικὸ κράτος ὄχι συνέχεια τοῦ βυζαντινοῦ ἑλληνικοῦ ἀλλὰ μικρὸ εὐρωπαϊκὸ κράτος ἀποκομμένο ἀπὸ τὸ ἔνδοξο βυζαντινό του παρελθόν, γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν τὶς ἰμπεριαλιστικές τους βλέψεις. Τὸ ὅραμα τῆς Ρωμηοσύνης ἀντικατέστησε τὸ μικρόπνοο σχῆμα τῆς Μικρᾶς Ἑλλάδος.
Δυστυχῶς τὴν νοοτροπία αὐτὴ υἱοθέτησαν καὶ μερικοὶ Νεοέλληνες ὅπως ὁ Κοραῆς, σπουδασμένος στὴν Γαλλία.
Γνήσιοι ὅμως Ἕλληνες καὶ ἀγωνισταί, ὅπως ὁ Μακρυγιάννης, ζοῦσαν τὴν ἑνότητα τῶν δύο κόσμων καὶ σ᾿ αὐτὴν εὕρισκαν τὴν ταυτότητά τους. Ἔτσι ἔνοιωθαν οἱ ἀγωνισταὶ τοῦ 1821 καὶ ὅλος ὁ ὑπὸ τοὺς Τούρκους ὑπόδουλος σωματικὰ ἀλλὰ ἐλεύθερος πνευματικὰ ὀρθόδοξος ἑλληνικὸς λαός.
Τελευταῖα ἄνθρωποι ἀνιστόρητοι καλοῦν τοὺς Ἕλληνες νὰ ἀποτινάξουν τὸν Χριστιανισμὸ καὶ νὰ ἐπανέλθουν στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα ἀκόμη καὶ στὴν εἰδωλολατρεία, διότι δῆθεν ὁ Χριστιανισμὸς ὡς Ἰουδαϊκῆς προελεύσεως κατέστρεψε τὴν ἑλληνικὴ παράδοσι καὶ τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό.
Κάνουν ὅ,τι μποροῦν γιὰ νὰ μᾶς πείσουν ὅτι ὁ Ἕλληνας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ Χριστιανός. Ὅτι οἱ Βυζαντινοὶ τῶν χιλίων χρόνων τῆς ἐνδόξου βυζαντινῆς ἱστορίας μας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι Ἕλληνες. Εἰσάγουν μιὰ τεχνητὴ πόλωσι ποὺ ποτὲ δὲν ἐβιώσαμε οἱ Ἕλληνες στὴν μακρὰ ἱστορία μας.
Θέλουν μάλιστα νὰ μᾶς ἐπιβάλουν τὴν πόλωσι αὐτή. Γιατί; Γιὰ νὰ πλήξουν τὴν Ἐκκλησία. Νὰ ἀποχριστιανίσουν τοὺς Ἕλληνες.
Σὲ παρόμοια περίπτωσι ὁ Παῦλος εἶχε φωνάξει στοὺς Γαλάτας : «ὦ ἀνόητοι Γαλάται, τὶς ὑμᾶς ἐβάσκανε τῇ ἀληθείᾳ μὴ πείθεσθαι, οἷς κατ᾿ ὀφθαλμοὺς Ἰησοῦς Χριστὸς προεγράφη ἐν ὑμῖν ἐσταυρωμένος;» (Γαλ. γ´ 1)
Σήμερα θὰ ἔλεγε «ὦ ἀνόητοι Νεοέλληνες...»
«Ἀλλὰ τότε μὲν οὐκ εἰδότες Θεὸν ἐδουλεύσατε τοῖς μὴ φύσει οὖσι θεοῖς· νῦν δὲ γνόντες Θεόν, μᾶλλον δὲ γνωσθέντες ὑπὸ Θεοῦ, πῶς ἐπιστρέφετε πάλιν ἐπὶ τὰ ἀσθενῆ καὶ πτωχὰ στοιχεῖα, οἷς πάλιν ἄνωθεν δουλεύειν θέλετε; (Γαλ. δ´ 8-9)
Αὐτοὶ οἱ κατὰ τὸ φαινόμενο ὑπερασπισταὶ τῆς ἑλληνικότητός μας εἶναι στὴν πραγματικότητα ἐπίβουλοι, γιατὶ εὐνουχίζουν τὸν ἑλληνισμό. Ἀφαιροῦν ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο ἑλληνισμὸ ὅ,τι πνευματικώτερο καὶ ὑψηλότερο εἶχε καὶ κρατοῦν τὴν χονδροειδῆ εἰδωλολατρία του. Ἀφαιροῦν ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμὸ μία μεγάλη καὶ ἀνεπανάληπτη περίοδό του, ὅπως εἶναι τὸ Βυζάντιο. Ὑπερυψώνουν τὸν Παρθενῶνα ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ ἰδοῦν τὸ πλήρωμά του στὴν Ἁγια-Σοφιά. Ἀγνοοῦν τὴν ἑλληνοχριστιανικὴ βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονική, ζωγραφική, γλυπτική. Παίζουν τὸ παιχνίδι τῶν ξένων ποὺ μᾶς συρρίκνωσαν σὰν ἔθνος καὶ θέλουν περαιτέρω νὰ μᾶς συρρικνώσουν. Συμφωνοῦν μὲ τὸν Gibbon ποὺ ἐπέγραψε τὴν ἱστορία τῶν χιλίων χρόνων τοῦ Βυζαντίου ὡς ἱστορία τῆς πτώσεως τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας (The fall of the Roman Empire). Ὢ τοῦ παραλογισμοῦ! Καμμία αὐτοκρατορία δὲν ὑπέστη τόσες ἐπιθέσεις καὶ δὲν ἄντεξε τόσα χρόνια ὅσο ἡ Βυζαντινή. Χίλια χρόνια, κατὰ τὸν Γίββωνα, κράτησε ἡ πτῶσις τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας!
Σὰν Ἕλληνες καὶ Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι γιὰ ὅλα αὐτὰ πονᾶμε καὶ διαμαρτυρόμεθα.
Δὲν θὰ ἀφήσωμε τοὺς Νεοπαγανιστὰς νὰ μᾶς περάσουν τὰ σχέδιά τους, τὰ ὁποῖα ἐξυπηρετοῦν τὸ κίνημα τῆς νέας ἐποχῆς καὶ τῆς παγκοσμιοποιήσεως, καὶ ποὺ τελικὰ γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶναι μόνο ἀντιχριστιανικὰ ἀλλὰ καὶ ἀνθελληνικά.
Μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα εἶναι γραμμένο καὶ τὸ πόνημα τοῦ ἀδελφοῦ τῆς Μονῆς μας Ἱερομονάχου Φιλοθέου.
Ὁ φωτιστής μας Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος μᾶς παραγγέλλει:
- Ἕλληνες, «τῇ ἐλευθερίᾳ ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε» (Γαλ. ε´ 1).
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους
+ Ἀρχιμ. Γεώργιος
Αἴτια καὶ προσπάθειες γιὰ τὴν ἀναβίωσι τῆς ἀρχαίας εἰδωλολατρικῆς θρησκείας τῶν Ἑλλήνων
Μέσα στὴν ἀνεμοζάλη τῶν παντοειδῶν φιλοσοφικῶν ρευμάτων καὶ ἰδεῶν ποὺ κατακλύζουν τὸν σύγχρονο κόσμο μας, μέσα στὴν δίνη τῆς ἀπάνθρωπης καὶ ἰσοπεδωτικῆς Νέας Ἐποχῆς καὶ τῆς ὁλοκληρωτικῆς παγκοσμιοποιήσεως, ὡς καὶ τῶν διαφόρων θρησκειῶν καὶ αἱρέσεων καὶ τοῦ συγκρητιστικοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἐδῶ καὶ μερικὰ χρόνια μία νέα σχετικὰ γιὰ τὴν γενιά μας τάσις καὶ ἰδεολογία κάνει τὴν ἐμφάνισί της. Γιὰ νὰ ἀκριβολογοῦμε, ἐπανεμφανίζεται μετὰ ἀπὸ ὡρισμένες ἀποτυχημένες προσπάθειες στὸ παρελθόν, ἔχοντας ὡς στόχο τὴν ἐπικράτησι στὸν ἑλληνικὸ τουλάχιστον χῶρο.Ἡ ἰδεολογικὴ αὐτὴ τάσις-κίνημα σχετίζεται μὲ τὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ θρησκεία καὶ ὡς σκοπὸ ἔχει τὴν ἀναβίωσί της, ὅπως μὲ ἔμφασι τονίζεται. Ἀποτελεῖ δηλαδὴ ἕνα εἶδος Νεο-παγανισμοῦ, ἐπιστροφῆς κατὰ τὰ λεγόμενα στὶς ἀρχαιοελληνικὲς εἰδωλολατρικὲς θρησκευτικὲς δοξασίες.
Εὑρίσκονται μάλιστα οἱ σημερινοὶ αὐτοὶ ὀπαδοὶ τοῦ ἐν Ἑλλάδι κινήματος ἢ ἰδεολογίας, σὲ σύνδεσι καὶ συνεργασία μὲ κάποιο διεθνὲς κίνημα καὶ ὀργάνωσι γιὰ τὴν ἀναγνώρισι, καταξίωσι καὶ ἀναζωπύρωσι τῶν κατὰ τόπους καὶ λαοὺς παγανιστικῶν ἀρχαίων θρησκειῶν (Ἵδρυσις τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐθνικῶν Θρησκειῶν», στὸ Βίλνιους τῆς Λιθουανίας, τὸ καλοκαίρι τοῦ 1998).
Ἴσως θὰ ἔλεγε κάποιος ὅτι σήμερα κυκλοφοροῦν τόσα πολλὰ ρεύματα καὶ ἰδέες, ὅπως ἤδη ἐλέχθη, ποὺ φυσικὸ θὰ ἦταν τρόπον τινα νὰ ἀκουστοῦν καὶ τέτοιου εἴδους θεωρίες καὶ φιλοσοφίες. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχουμε γίνει κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μάρτυρες σκανδαλισμοῦ ἀδυνάτων ἀδελφῶν, καὶ γίναμε δέκτες πολλῶν καὶ ἐπανειλημμένων ἐρωτήσεων καὶ παρακλήσεων γιὰ πληροφόρησι σχετικὰ μὲ τὸ ἐν λόγῳ θέμα, θεωρήσαμε καθῆκον μας νὰ μὴ σιωπήσουμε ἀλλὰ νὰ ἐγκύψουμε καὶ νὰ ἀσχοληθοῦμε. Ἄλλωστε ἔχει ἄμεση σχέσι μὲ τὴν ἱστορία, τὴν καταγωγὴ καὶ τὴν διαχρονικὴ πορεία αὐτοῦ τοῦ τόπου.
Εἶναι δεδομένο ὅτι προϊόντος τοῦ χρόνου, καθὼς πλησιάζουμε πρὸς τὸ ὡρισμένο χρονικὸ σημεῖο γιὰ τὴν τέλεσι ἐν Ἀθήναις τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, οἱ ὁποῖοι εἰρήσθω ἐν παρόδῳ ὡς ἀθλητικὸ καὶ κοινωνικὸ γεγονὸς οὐδεμία σχεδὸν σχέσι ἔχουν μὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ἐτελοῦντο κατὰ τὴν ἀρχαιότητα, ὁλονὲν καὶ ὀγκοῦται καὶ αὐξάνει ἡ διαφήμισις καὶ προβολὴ τῶν σχετικῶν ἀναφορῶν περὶ αὐτῆς τῆς Νεο-εἰδωλολατρείας.
Λυπούμαστε ποὺ εἴμαστε ἀναγκασμένοι νὰ ποῦμε, ὅτι αὐτὸ δυστυχῶς γίνεται ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ἐλάχιστα γνωρίζουν τὸ πραγματικὸ πνεῦμα καὶ τὶς διαστάσεις τοῦ ἀρχαίου πνεύματος, ὡς καὶ τὴν χρησιμότητά του στὴν σημερινὴ ἐν Χριστῷ πραγματικότητα.
Εἶναι λυπηρὸ καὶ συνάμα ἀνησυχητικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι πολλοί, ἀκόμη καὶ ἐπίσημοι ἄνθρωποι καὶ φορεῖς τῆς Πολιτείας, ἀντιμετωπίζουν τὸ θέμα αὐτὸ ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ, μὲ ἀποτέλεσμα ἐνῶ στὴν πραγματικότητα ἀμφιβάλλουν γιὰ τὴν σοβαρότητά του, ὄχι μόνο νὰ ἀνέχωνται καὶ νὰ ἐπιτρέπουν, ἀλλὰ καὶ νὰ προάγουν καὶ νὰ χρηματοδοτοῦν διάφορα προγράμματα σχετικὰ μὲ τὸν νεοεμφανισθέντα αὐτὸν παγανισμό.
Ἔτσι σὺν τῷ χρόνῳ προβάλλονται καὶ καθιερώνονται στὴν ἑλληνικὴ ζωή, μὲ τὴν ἀνοχὴ ἢ τὴν ἀδιαφορία μας, θεσμοὶ καὶ πράξεις, ὡσὰν νὰ ἦσαν ἀπὸ ὅλους ἐκ παραδόσεως ἀποδεκτὰ καὶ θεμιτά.
Πληροφορούμαστε π.χ. γιὰ τὸ πόσο ἔχει ἐπιβληθεῖ σιγὰ-σιγὰ στὴν ἑλληνικὴ κοινὴ γνώμη ἀλλὰ καὶ διεθνῶς, τάχα χάριν κάποιας πολιτιστικῆς καὶ ἱστορικῆς γιὰ τὴν Ἑλλάδα διαφημίσεως, ἡ τελετὴ τῆς ἁφῆς τῆς φλόγας γιὰ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες.
Καὶ ὅτι ἐνῶ ἀρχικὰ εἶχε τὴν μορφὴ καλλιτεχνικῆς, θεατρικῆς παραστάσεως, ἔχει ἐξελιχθεῖ σὲ ἐπίσημη τελετή, ὡσὰν νὰ ἦτο κάτι τὸ σοβαρὸ καὶ σεβαστό, μὲ ὁλονὲν αὐξανόμενη τάσι νὰ ἐπιτηδεύεται ἀναγνώρισις θρησκευτικῆς ἱερότητος.
Ὅλοι μας ἔχουμε εὐθύνη γιὰ τὰ ἀνωτέρω.
Πρώτιστα, πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανούς, ποὺ δὲν εἴμαστε ὅπως θὰ μᾶς ἤθελε καὶ μᾶς παρήγγειλε ὁ ἅγιος Κύριος καὶ Θεός μας Ἰησοῦς Χριστός: ἅλας τῆς γῆς, φῶς τοῦ κόσμου, παράδειγμα ἤθους καὶ ζωῆς. Δὲν εἴμαστε δυστυχῶς ἄνθρωποι ταπεινοί, ἄνθρωποι ἀγάπης καὶ θυσίας, ὄντως πνευματικοί, μὲ μόνη ἐπιδίωξί μας τὴν διακονία τοῦ κόσμου πρὸς δόξαν Θεοῦ.
Γινόμαστε ἔτσι σκάνδαλο, πρόσκομμα εἰς θάνατον πνευματικὸν γιὰ τοὺς ἀδυνάτους ἀδελφούς μας. Καὶ ἐξ αἰτίας μας ἀποξενώνονται ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καὶ καταφεύγουν σὲ ἀρχαῖες, μακρυνές, ξεπερασμένες, θολὲς πηγὲς γιὰ νὰ ξεδιψάσουν τὴν πνευματικὴ δίψα τους, ἐνῶ πλάϊ τους ρέει ἄφθονο τὸ ζωήρρυτο ὕδωρ τῆς ἀθανασίας.
Ἐπίσης κάποιοι πολιτικοὶ ἄρχοντες, ἐνῶ ἔχουν εὐθύνη γιὰ τὴν ἀληθινὰ πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ κληρονομιά μας ἀλλὰ καὶ μὲ αὐτὴν νὰ τροφοδοτοῦν πνευματικὰ τοὺς Νεοέλληνες, ἐντούτοις ἀδιαφοροῦν καὶ δηλητηριάζουν τὸν νοῦ καὶ τὶς ψυχὲς τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Οἱ δυνάμενοι πάλι νὰ κρίνουν ὀρθά, δὲν ἀντιδροῦν, τουλάχιστο ὅσο πρέπει, δὲν διαμαρτύρονται ὅπως ἁρμόζει σὲ ἐλεύθερες συνειδήσεις μέσα σὲ χώρα μὲ δημοκρατικοὺς θεσμοὺς καὶ νόμους.
Καὶ ἔτσι οἱ ἐπιτήδειοι καταφέρνουν νὰ ἐπιτυγχάνουν τοὺς στόχους τους.
Συμβάλλει καὶ βοηθεῖ σ᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἔξωθεν ἐπιβουλή.
Ποιός νοήμων σήμερα πιὰ ἀμφιβάλλει γιὰ τοὺς καταχθονίους σκοποὺς καὶ μεθοδεύσεις τῆς Νέας Ἐποχῆς; Πόση σύγχυσι ἐπιφέρει μὲ τὴν ἀνεκτικὴ καὶ συγκρητιστικὴ μέθοδὸ της στοὺς λαούς, στὶς μάζες τῶν ἀνθρώπων ὅπως λέγουν, ἔτσι ὥστε νὰ ἐπιβάλλη στὸν κατάλληλο χρόνο πλήρως τὴν φιλοσοφία καὶ ἰδεολογία της στὸ «ζαλισμένο κοπάδι»!
Πόσο καὶ στὴν περίπτωσι αὐτὴ τῶν Ἑλλήνων Νεο-ειδωλολατρῶν φαίνεται νὰ συμβάλλη τὰ μέγιστα, σὲ συνδυασμὸ μὲ ἄλλους ἀκηρύκτους ἐχθροὺς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Ἑλληνισμοῦ, στὴν διάλυσι τῶν δυνατωτέρων συνεκτικῶν δεσμῶν καὶ ἁρμῶν του, τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι στὸν Θεάνθρωπο Χριστὸ καὶ τὴν ἁγία Ἑλληνορθόδοξο Παράδοσί μας, ποὺ χαρακτηρίζουν, συνδέουν καὶ συνέχουν ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες τὴν συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων!
Ἡ συστηματικὴ θεώρησις ἐξ ἄλλου τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ κόσμου καὶ τῆς ἱστορίας ἀπὸ τοὺς ξένους (μὴ Ἕλληνες) καὶ δὴ Εὐρωπαίους μελετητές, ἐπηρεασμένους καὶ καθοδηγουμένους ἀπὸ τὸν Εὐρωπαϊκὸ (Γερμανικὸ) Ἰδεαλισμὸ καὶ Ρωμαντισμό, πιστεύουμε ὅτι ἐνισχύει τὸ νεοελληνικὸ αὐτὸ κίνημα.
Μὲ τὰ ὀρθολογιστικὰ γυαλιὰ τῆς Εὐρώπης προσπάθησαν νὰ «διαβάσουν» τὴν καθ᾿ ἡμᾶς ἀρχαιότητα, ἑρμηνεύοντας κατὰ τὸ δοκοῦν καὶ γι᾿ αὐτὸ παρερμηνεύοντας, τὴν οὐσία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας, ποὺ ἦταν μιὰ καλὴ ἀνησυχία γιὰ τὸν κόσμο, τὴν δημιουργία, τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς, καὶ τὸν Θεό.
Ὅπως εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ καθηγητὴς π. Γεώργιος Μεταλληνός: «Ἡ αὐτοθεοποίηση τοῦ εὐρωπαίου ἀνθρώπου ἔγινε μὲ τὸν ρατσιοναλισμό, τὴν ἀπολυτοποίηση τῆς διάνοιάς του. Μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες (αὐτ)απάτες τῆς εὐρωπαΐζουσας διανόησής μας εἶναι ἡ ἀναγωγὴ τοῦ δυτικοῦ ρατσιοναλισμοῦ στὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα. Ὁ ἀρχαῖος Ἕλληνας ὅμως γνώριζε τὰ ὅρια τοῦ λόγου καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν ἔδωσε ποτὲ ἀπόλυτη σημασία στὸ λόγο»1.
Ἀναφέρει δὲ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος πὼς ὁ ἀρχαιοελληνικὸς λόγος ρητὰ δηλώνει ὅτι: «Θεὸν νοῆσαι μὲν χαλεπόν, φράσαι δὲ ἀδύνατον»2, μὲ τὸ ὁποῖο ἀναγνωρίζονται τὰ περιορισμένα ὅρια καὶ οἱ δυνατότητες τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ καὶ λόγου.
Ἔτσι αὐτοὶ οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τοῦ Ὀρθοῦ Λόγου, τώρα πάλι μὲ δικὲς τους ἄμεσες ἢ ἔμμεσες ἐξηγήσεις καὶ προτροπές, φαίνεται νὰ εἰσηγοῦνται καὶ σὲ κάποιους συγχρόνους Ἕλληνες τὴν ἀναβίωσι ἑνὸς νέου ἑλληνικοῦ παγανισμοῦ. Σὲ ἀνθρώπους ποὺ δὲν μποροῦν δυστυχῶς νὰ ἀντιληφθοῦν τὴν ἀπὸ αἰώνων πνευματικὴ ἐνηλικίωσι τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ποὺ κατήργησε ὅσα ἔπραττε ὅταν ἦταν νήπιος. «Ὅταν... ἔλθῃ τὸ τέλειον, τότε τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται. Ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμην. Ὅτε γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου»3.
Ἡ ἴδια τελικὴ κατάργησις ὅμως δὲν ἐπῆλθε, παρὰ τὶς προσπάθειες κάποιων καὶ στὸ παρελθόν, ὅσες φορὲς ἐπιχειρήθηκε ἡ ἴδια ἀναβίωσις τῆς εἰδωλολατρείας;
Τί συνέβη τὸ 361 μ.Χ. ἐπὶ Αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου!
Ἀνύπαρκτους θεοὺς καὶ ψεύδη τιμοῦσε καὶ ὁ Ἰουλιανὸς κατὰ τὴν ὀρθὴ γνώμη συγχρόνου μελετητοῦ: «Αὐτοὺς θαύμαζε καὶ σ᾿ αὐτοὺς θυσίαζε.
Δὲν καταυγάστηκε ἀπὸ τὸ φῶς καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, ἀλλὰ σαγηνεύθηκε ἀπὸ τὴν παραφθορά του, τὴ λαϊκὴ καὶ ἀνωφελή του θρησκευτικότητα... Ἀκόμη καὶ σήμερα...(σ.σ. πολλοὶ) πολλὲς φορὲς σκέπτονται καὶ νοοῦν τὴν ἀρχαιότητα μέσα ἀπὸ προϋποθέσεις καὶ δεδομένα μεταγενέστερων ἐποχῶν, πιθανῶς καὶ ἄγνωστων στὸν κλασικὸ κόσμο.
Ἡ ἐξιδανικευμένη εἰκόνα ποὺ ἔχουν γιὰ τὴν ἀρχαιότητα καλύπτει τὶς ἰδεολογικές τους περιπλανήσεις συνδυασμένες μὲ τὸ πλέον βυθῶδες μίσος γιὰ τὸν Χριστιανισμό. Ἀδικοῦν καὶ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ σκέψη καὶ τὸν πολιτισμὸ ποὺ ἀκολούθησε καί, σὲ κάθε περίπτωση, ὅποιον διαφωνεῖ μαζί τους»4.
Κατὰ παρόμοιο σχεδὸν τρόπο ἐπίστευε, πολὺ ἀργότερα, λίγο πρὶν τὴν πτῶσι τῆς Βασιλευούσης στοὺς Τούρκους, καὶ «ὁ Γεώργιος Γεμιστὸς (ἢ Πλήθων) ἀνὴρ σοφώτατος καὶ πολυμαθέστατος», ὅπως ἀναφέρει εὔστοχα ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζεται γιὰ τὴν ἀρχαιομάθεια καὶ ἑλληνομάθειά του, γνήσιος ἐκφραστὴς καὶ ὑμνητὴς τῆς Παραδόσεως καὶ πιστὸς Χριστιανός.
«Παρὰ πᾶσαν», λέγει «τὴν σοφίαν καὶ πολυμάθειαν αὐτοῦ ὁ Γεώργιος Γεμιστὸς ἥμαρτε, καὶ ἥμαρτε λίαν ἀδικαιολογήτως. Διότι ἐφαντάσθη ὅτι ἦτο δυνατὸν νὰ ἐπανορθώση θεσμοὺς καὶ ἤθη ταφέντα ἐσαεὶ καὶ κείμενα ὑπὸ τὴν σεσωρευμένην σκωρίαν τοῦ χρόνου. Ἦτο ὁ ὀψιγενὴς Ἕλλην πλατωνικὸς τοῦ ΙΕ´ αἰῶνος, ὁ ὀνειροπολήσας νὰ ἀρχίση ἐκ νέου κατὰ τὸν χρόνον ἐκεῖνον τὸ ἔργον τοῦ Ἰουλιανοῦ, ὁ μετὰ τὸν Παραβάτην δεύτερος Παραβάτης»5.
Καὶ ἐνθυμούμαστε τὸν ποιητὴ Κ. Καβάφη:
«Γιὰ τὲς θρησκευτικές μας δοξασίες -
ὁ κοῦφος Ἰουλιανὸς εἶπεν «Ἀνέγνων, ἔγνων,
κατέγνων». Τάχατες μᾶς ἐκμηδένισε
μὲ τὸ «κατέγνων"του, ὁ γελοιωδέστατος.
Τέτοιες ξυπνάδες ὅμως πέρασι δὲν ἔχουνε σ᾿ ἐμᾶς
τοὺς Χριστιανούς.»Ἀνέγνως, ἀλλ᾿ οὐκ ἔγνως· εἰ γὰρ ἔγνως,
οὐκ ἂν κατέγνως» ἀπαντήσαμεν ἀμέσως».6
Παραπομπὲς
- π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Ἡ Διαμόρφωση Ἀνατολῆς - Δύσεως καὶ ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη, ἐν Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία, ἐκδ. Ἱ. Ἱδρύμ. Εὐαγγελιστρίας Τήνου, Τῆνος 2000, σ. 98.
- ἁγ. Γρηγορίου Θεολόγου, Περὶ Θεολογίας, 4, 1.
- Ἀπ. Παύλου Α´ Κορ. ιγ´, 11.
- Στέφανος Καραχάλιας, «Ἀπέσβετο καὶ λάλον ὕδωρ» - Ἀπέσβετο; - Ἀληθῶς ἀπέσβετο, Περ. Σύναξη, τ. 69, σ. 84.
- Ἀλεξ. Παπαδιαμάντη, Ἡ Γυφτοπούλα, Δόμος, 1981, τ. Α´, σ. 467.
- Κ. Π. Καβάφη, Οὐκ Ἔγνως, Ποιήματα Β´, ἐκδ. Ἴκαρος, 1970, σ. 62.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.