ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄
Α΄ Περί Υπακοής, Παρακοής και Εκκοπής Θελήματος
Λόγος δεύτερος Περί
Υπακοής Β΄
Ο διάλογος αυτός μεταξύ Θεού και Πρωτοπλάστων μας χαρίζει την πολύτιμη
συμβουλή και διδασκαλία, ότι ο Θεός, παραβαίνοντας ο άνθρωπος την
εντολή Του, δεν τον εγκαταλείπει, δεν τον καταδικάζει αμέσως, αλλά τον
πλησιάζει. Μα πως τον πλησιάζει; Δεν Τον ακούει να περπατάη, όπως Τον
άκουσε ο Αδάμ! Εγώ, Τον ακούω όμως πολύ έντονα να με ελέγχη και να μου
λέγη ότι κακώς έπραξες εδώ, εκεί δεν βάδισες καλά, γιατί το κάνεις
αυτό; Φωνάζει δια της συνειδήσεως ο Θεός: « Μετανόησον, άνθρωπος
είσαι». Ο άνθρωπος είναι ευάλωτος, πίπτει εύκολα, είναι τρεπτός, είναι
αλλοιωτός, είναι επισφαλής. Αυτό το γνωρίζει ο Θεός, διότι Αυτός σε
έπλασε, Αυτός σ’ έκανε άνθρωπο. Αλλά σου έδωσε και την χάρι να
μετανοήσης, σου παρέχει την δύναμι να σηκωθής. Γιατί δεν το κάνεις
αυτό; Όταν όμως σε ελέγξη δια της συνειδήσεως και σε προτρέψη δια των
Γραφών να μετανοήσης και δεν το κάνης, τότε αρχίζει η καταδίκη και η
τιμωρία. Ας μεταπηδήσουμε τώρα στη δική μας μορφή ζωής. Θα δούμε και
εδώ πάλι ότι, όσο ο άνθρωπος ευρίσκεται κάτω από την εφαρμογή της
υπακοής, ζη ευτυχισμένα. Δεν τον ελέγχει η συνείδησις, δεν τον ενοχλεί,
δεν τον ανησυχεί καθόλου.
Όταν δεν υπακούη καλά, τον ελέγχει η συνείδησις και του λέγει: «Κακώς έπραξες εδώ».
Όταν δεν υπακούη καλά, τον ελέγχει η συνείδησις και του λέγει: «Κακώς έπραξες εδώ».
Ο εγωϊσμός πάλι φωνάζει:
« Όχι». Η συνείδησις ξαναλέγει: « Οφείλεις να μετανοήσης». Και έτσι
γίνεται μια ανησυχία, και ένας πόλεμος και δημιουργείται μια κατάστασι
ελέγχου στην ψυχή του ανθρώπου.
Στον καλόν υποτακτικόν όμως μια τέτοια κατάστασι ελέγχου και ανησυχίας δεν υπάρχει, αλλά ζη με
ειρήνη και γαλήνη και με την χρηστή ελπίδα της μελλοντικής αιωνίου κατά Θεόν αποκαταστάσεως.
Τώρα είμαστε σ’ ένα κοινόβιο. Τούτο διατελεί κάτω από κάποια τάξι και νόμο και κανονισμό και πειθαρχία και νουθεσία και υπακοή. Όταν ο υποτακτικός δεν εφαρμόζει καλά την τάξι, τις νουθεσίες, τις εντολές, τόσο του Θεού, όσο και του Γέροντος έχει ελέγχους μέσα του.
Οι Πατέρες φύλαγαν τόση ακρίβεια στην υπακοή, ώστε ρωτούσαν ακόμη. « Πίνοντας 10 γουλιές νερό καλώς ποιώ;» Τι θέλουν να πουν μ’ αυτή τη διδασκαλία και νουθεσία και προτροπή; Θέλουν να μας διδάξουν πόσο οφείλομε να έχουμε ακριβή υπακοή στις νουθεσίες και παραγγελίες του Γέροντος. Μας λέγουν πάλιν οι Πατέρες, ότι ρεζίλι γινόμαστε, όταν έχουμε εγκαταλείψει γονείς, κόσμο, ελευθερία και κατόπιν θεατριζόμαστε ενώπιον του Θεού, των Αγγέλων, των ανθρώπων και των δαιμόνων, όταν μας βλέπουν να συγκρουόμαστε για ένα βελόνι, για μια κλωστή, για ένα παραμικρό πράγμα. Εμείς υποσχεθήκαμε στον Θεό αυταπάρνησι. Τι θα πη αυταπάρνησι;
Στον καλόν υποτακτικόν όμως μια τέτοια κατάστασι ελέγχου και ανησυχίας δεν υπάρχει, αλλά ζη με
ειρήνη και γαλήνη και με την χρηστή ελπίδα της μελλοντικής αιωνίου κατά Θεόν αποκαταστάσεως.
Τώρα είμαστε σ’ ένα κοινόβιο. Τούτο διατελεί κάτω από κάποια τάξι και νόμο και κανονισμό και πειθαρχία και νουθεσία και υπακοή. Όταν ο υποτακτικός δεν εφαρμόζει καλά την τάξι, τις νουθεσίες, τις εντολές, τόσο του Θεού, όσο και του Γέροντος έχει ελέγχους μέσα του.
Οι Πατέρες φύλαγαν τόση ακρίβεια στην υπακοή, ώστε ρωτούσαν ακόμη. « Πίνοντας 10 γουλιές νερό καλώς ποιώ;» Τι θέλουν να πουν μ’ αυτή τη διδασκαλία και νουθεσία και προτροπή; Θέλουν να μας διδάξουν πόσο οφείλομε να έχουμε ακριβή υπακοή στις νουθεσίες και παραγγελίες του Γέροντος. Μας λέγουν πάλιν οι Πατέρες, ότι ρεζίλι γινόμαστε, όταν έχουμε εγκαταλείψει γονείς, κόσμο, ελευθερία και κατόπιν θεατριζόμαστε ενώπιον του Θεού, των Αγγέλων, των ανθρώπων και των δαιμόνων, όταν μας βλέπουν να συγκρουόμαστε για ένα βελόνι, για μια κλωστή, για ένα παραμικρό πράγμα. Εμείς υποσχεθήκαμε στον Θεό αυταπάρνησι. Τι θα πη αυταπάρνησι;
Αυταπάρνησι θα πη άρνησι των παθών και όλων των θελημάτων
μας. Όταν όμως εμείς κάνουμε τα θελήματά μας και χωρίς ευλογία κάνουμε
δικές μας αναπαύσεις και εξυπηρετήσεις, άραγε εφαρμόζουμε την υπακοή;
Εάν για ένα αργό λόγο θα δώσουμε λόγο στον Θεό, άράγε για ένα ίδιο
θέλημα δεν θα δώσουμε; Όταν γίναμε μοναχοί, υποσχεθήκαμε αυταπάρνησι
και υπακοή μέχρι θανάτου. Πως όμως θα δικαιολογηθούμε, όταν θα σταθούμε
ενώπιον του ταπεινού Ιησού, του άκρως υποτακτικού, όταν θα μας υποδείξη
τα τραύματα των ήλων, τη Σταύρωσι;
Όταν μας ειπή: «Ιδού Εγώ πόσο
υπάκουσα στον Ουράνιο Πατέρα και έκοψα το θέλημά μου, ουχί θέλημα μιας
βελόνας, ουχί θέλημα μιας κλωστής, ουχί θέλημα μιας παραμικρής
προσταγής, αλλά θέλημα μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού». Εμείς, εάν
μας ελέγξουν φερ’ ειπείν για ένα ίδιο θέλημα που κάνομε, αμέσως
γινόμαστε άνω κάτω, μέσα μας δημιουργείται πόλεμος. Όταν κάτι
προσκρούση στην επιθυμία του ιδίου θελήματός μας, μέσα μας γίνεται μία
τεράστια ανατροπή των πάντων. Βλέπομε τον Χριστό μας να δέχεται
προσταγή και να λέγη: « Ει δυνατόν να παρέλθη από Εμέ η ώρα αύτη, να
παρέλθη το ποτήριον τούτο, να γίνη διαφορετικά η σωτηρία του ανθρώπου».
Η απάντησι δε του Πατρός: « Όχι, δια του Σταυρού και του Γολγοθά θα
βαδίσης». « Γενηθήτω το θέλημά Σου».
Από το βιβλίο ΠΑΤΡΙΚΑΙ ΝΟΥΘΕΣΙΑΙ του Γέροντος
Εφραίμ
Ψηφιοποίηση κειμένου Κώστας
Αργυρακόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.