Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

«Ένας από τους τελευταίους» Γέροντας Ευθύμιος Αγιορείτης.(Ι.Μ.Κωσταμινίτου, Βίγλα - Ι.Μ.Μ.Λαύρας) 1915 -2004. Ε' Μέρος με φωτογραφίες.



«προσπάθεια»[1] στούς συγγενες του.

Σύμφωνα μέ τά μοναχικά θέσμια, ὁ Μοναχός «ἀφήνει»[2] τούς σαρκικούς συγγενεῖς του καί μπαίνει στήν «μεγάλη οἰκογένεια» τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὅλη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Τήν «μικρή του οἰκογένεια», τούς σαρκικούς του συγγενεῖς, τούς ἐμπιστεύεται στήν Θεία Πρόνοια.                
Ὁ Γέροντας Εὐθύμιος τήρησε στό ἀκέραιο αὐτήν τήν ἀρετή τῆς ξενιτείας καί τῆς ἀπροσπάθειας πρός τούς σαρκικούς συγγενεῖς του.
Ὅταν βρισκόταν στήν Βίγλα καί ἀσκήτευε, ἐκεῖ πληροφορήθηκε ἕνα τραγικό συμβάν, πού σχετιζόταν μέ τήν ἀδελφή του Αἰκατερίνη, τήν ὁποία ἀγαποῦσε πολύ: Ἡ ἀδερφή του εἶχε μείνει χήρα μέ 4 παιδιά (ἦταν τό 1958) καί συνάμα ἔπρεπε νά ξεπληρώσει ἕνα τεράστιο γιά τήν ἐποχή χρέος (11.000 δρχ.). Τά παιδιά ἦταν μικρά. Τό πρῶτο ἦταν ἕνα κορίτσι 12 ἐτῶν καί τό τέταρτο ἦταν 3 ἐτῶν.
 Τῆς γράφει γράμμα γιά νά τῆς συμπαρασταθεῖ. Σ’ αὐτό τήν προσφωνεῖ:  «Τέκνον τοῦ Θεοῦ» καί ὄχι «Πολυαγαπημένη μου Ἀδελφή μου Αἰκατερίνα» ὡς συνήθως, ἐφ’ ὅσον τώρα ἦταν μοναχός καί δέν εἶχε σαρκικούς συγγενεῖς. 
 
Φαίνεται ἐδῶ ἡ τέλεια τήρηση τῆς μοναχικῆς ὑπόσχεσης γιά πλήρη αὐταπάρνηση καί ἀποταγή. Γιά τόν μοναχό οἱ σαρκικοί συγγενεῖς (ὅπως βλέπουμε καί στόν βίο τοῦ θεμελιωτοῦ τοῦ Κοινοβιακοῦ Μοναχισμοῦ Ὁσίου Παχωμίου τοῦ Μεγάλου), εἶναι σέ κοινωνία μαζί του ἐφ’ ὅσον ἔχουν καί τό ἴδιο πνεῦμα μ’ αὐτόν.
Τοῦτο ἄλλωστε διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή γενικά γιά ὅλους τούς χριστιανούς. Εἰδικά ὁ μοναχός ὀφείλει νά εἶναι προσκολλημένος συνεχῶς στόν Κύριο καί νά Τόν ἀγαπᾶ «ἐξ ὅλης καρδίας του καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς του καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος του»[3]. Δέν θά πρέπει νά ἔχει «προσπάθεια», δηλ. ἐμπαθῆ προσκόλληση στούς σαρκικούς συγγενεῖς του, ἀλλά οὔτε καί σέ κανέναν ἄλλο ἄνθρωπο.
Ὁ γέροντας Εὐθύμιος ἔγραφε στήν ἀδελφή του ὅτι πληροφορήθηκε γιά τό χρέος της, ἀλλά πρός τό παρόν δέν μποροῦσε νά τήν βοηθήσει.
-«Ὅμως», συνέχισε «θά πηγαίνω στή Μ. Λαύρα νά ψέλνω καί ὅ,τι μοῦ δίνουν[4] θά τά συγκεντρώσω καί θά στά στείλω γιά τό χρέος».
  Μάζεψε, μετά ἀπό κάποιο χρόνο, 3000 δρχ. σέ 20άρικα καί τῆς τά ἔστειλε στήν Ἰερισσό, χωρίς καμμιά προηγούμενη εἰδοποίηση, μέ ταχυδρομική ἐπιταγή. Ἐκείνη ἐξεπλάγη, διότι δέν περίμενε βοήθεια ἀπό κανένα. Σάν ἀνταπόδωση τοῦ ἑτοίμασε ἕνα δέμα (κάλτσες, φανέλλες, παπούτσια, καραμέλλες) καί τοῦ τά ἔστειλε.




Ἑκούσιος αὐτοεξευτελισμός, «διά Χριστόν τρέλλες».


Ζ
ώντας στή Βίγλα ἐξευτέλιζε ἐπίτηδες τόν ἑαυτό του συστηματικά. Στήν Μ. Λαύρα ὅταν πήγαινε σάν ἐπισκέπτης (ἐνῶ ἡσύχαζε ἀκόμη στήν ἔρημο τῆς Βίγλας) καθώς καί στά διάφορα πανηγύρια, ἔτρωγε πάρα πολύ. Τό ἔκανε αὐτό, γιά νά μήν καταλαβαίνουν τήν ἀρετή του, τήν μεγάλη νηστεία του, τήν ὁποία ἀσκοῦσε ὅταν ἦταν μόνος του.
Φοροῦσε ἕνα χιλιομπαλωμένο ζωστικό, ραμμένο μέ σακκοράφα καί ἕνα ράσο βρώμικο. Τό ἴδιο βρώμικα ἦταν τό ζωστικό του καί τό κουκούλι του. Ὁ σκοῦφος του ἦταν πολλῶν δεκαετιῶν, ξεβαμμένος· ἴσως ἦταν αὐτός πού τοῦ δόθηκε ὅταν ἔλαβε τό μοναχικό σχῆμα. Τά  κάποια παπούτσια πού φοροῦσε, ἦταν ἀπορίας ἄξιο πῶς δέν ἔφευγαν ἀπό τά πόδια του.
Ἔκρυβε ἔτσι, κάτω ἀπό τήν ἄθλια ἐξωτερική ἐμφάνιση τίς πολλές ἀρετές του, ἀφοῦ προκαλοῦσε τήν ἀηδία καί τήν ἀποστροφή.

 νηστεία του

Ζ
οῦσε σχεδόν χωρίς τροφή. Τό μόνο, πού ὑπῆρχε συνήθως στό κελλί του ἦταν τσάϊ ἁγιορείτικο, παξιμάδι καί ζάχαρη. Αὐτά τά ἔπαιρνε σάν μισθό γιά τό «ψαλτικό»[5] του, ἀπό τόν  ἀρχοντάρη τῆς Λαύρας. Συνήθως ἔκανε «ἐννάτες»· δηλ. ἔτρωγε μετά τίς 3 τό ἀπόγευμα, μέ τήν Βυζαντινή ὥρα. Ἀσκοῦσε πάρα πολύ τή ἐγκράτεια στό φαγητό. Ἀναδείχθηκε ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους νηστευτές τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἡ νηστεία σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρας βοηθεῖ πάρα πολύ στό νά ἐλαττωθοῦν οἱ αἰσχροί λογισμοί καί μάλιστα οἱ σαρκικοί.
Ὁ Γερο-Εὐθύμιος πολλές φορές νήστευε πιό αὐστηρά. Ἀπαρέγκλιτα ὅμως καθημερινά, τηροῦσε τουλάχιστον, τήν νηστεία τῆς «ἐννάτης», τρώγοντας μόνο μία φορά τήν ἡμέρα ἀργά τό ἀπόγευμα.
Μάλιστα εἶχε καί μία δερμάτινη ζώνη εἰδική μέ τήν ὁποία ἔσφιγγε τήν μέση του. Τήν ἔβαζε ψηλά οὕτως ὥστε νά τοῦ σφίγγει τό στομάχι, μέ κάποιο στρογγυλό ξύλινο αὐγό, πού εἶχε μπροστά. Αὐτό ἔτσι τοποθετημένο ἔξω ἀπό τό στομάχι, τό πίεζε κάπως πρός τά μέσα, μέ ἀποτέλεσμα νά μήν πεινάει, νά ἀντέχει χωρίς φαγητό, μέχρι τήν καθορισμένη ὥρα, ἀργά τό ἀπόγευμα.
Θυμᾶμαι πού μοῦ ἔλεγε ἐμφαντικά ὅτι τό πρωί δέν ἔτρωγε τίποτε, «οὔτε ἀντίδωρο». 

κρίβεια του στήν τήρηση τς νηστείας.

Χ
αρακτηριστικά μοῦ διηγήθηκε ὅτι κάποτε εἶχε ἐπισκέπτες καί τούς τηγάνισε μανιτάρια, πού εἶχε συλλέξει ἀπό τό δάσος.
-«Ἦταν πάτερ μου σάν συκωτάκια!» μοῦ λέει.
Καί συνέχισε: «Κάθησα καί ἄρχισα νά τρώω μαζί τους. Σέ μία στιγμή κυττάω τό ρολόϊ. Δέν ἦταν ἀκόμη ὥρα γιά νά φάω (δέν ἦταν 9 μέ τό βυζαντινό)... Πω! Πω!  Τί ἔπαθα!!!!» Ἄρχισε νά χτυπιέται.. .Χτυποῦσε τό μέτωπό του καί φώναζε μπροστά στούς ἀπορημένους φιλοξενουμένους του... Οἱ προσκυνητές δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν... Τόν κοιτοῦσαν ἔκθαμβοι...Τόση ἀκρίβεια εἶχε!!!



νυποχώρητη σκηση καί κενοδοξία

 Τ
ό ἀνυποχώρητο τῆς ἄσκησής του καί ἡ ἀκραιφνής τήρηση τῶν μοναχικῶν του ἀρχῶν φαινόταν ἰδιαίτερα, ὅταν διάφοροι ὑποψήφιοι μοναχοί, ἤρχοντο γιά νά μείνουν μαζί του. Ἐπειδή εἶχε γίνει γνωστή ἡ ἀγωνιστικότητά του, πολλοί ἐπιδίωξαν νά γίνουν ὑποτακτικοί του.
 Ὅμως ἡ σκληρή ἄσκηση καί ἡ σταθερότατη ἐφαρμογή ἑνός τόσο πολύ αὐστηροῦ μοναχικοῦ τυπικοῦ, ὅπως αὐτό πού εἶχε καθιερώσει ὁ Γέρο-Εὐθύμιος γιά τόν ἑαυτό του, τούς ἔκαναν γρήγορα νά ἀποχωροῦν.
Κάποτε ἕνας εὐλαβής καί πανέξυπνος θεολόγος ἀπό τήν Ἀθήνα, θέλησε νά μείνει κοντά του. Ἐνῶ ὁ Γέροντας ὁδοιποροῦσε, τόν πλησίασε καί τοῦ εἶπε τό λογισμό του.
Ὁ γερο-Εὐθύμιος προσπάθησε νά  τόν ἀποφύγει.
Τοῦ εἶπε ὅτι δέν δέχεται  ὑποτακτικούς καί ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά ζήσει μαζί του. Ἐπίσης τοῦ εἶπε ὅτι ἀφοῦ εἶναι «γραμματιζούμενος» καί ἔχει χέρια «μπαμπακένια», θά ἔπρεπε νά μονάσει σέ κάποιο μεγάλο κοινόβιο. Τά πολλά ὅμως παρακάλια καί τά κλάματα τοῦ ὑποψήφιου ὑποτακτικοῦ, ἔπεισαν τόν Γέροντα νά τόν δεχτεῖ.
-«Καλά,  ἔλα νά δοκιμάσῃς πρῶτα καί ὕστερα βλέπουμε»[6]· τοῦ εἶπε.
Ὁ ὑποτακτικός μέ χαρά ἄρχισε τούς μοναχικούς ἀγῶνες, ἀλλά γρήγορα ἐξαντλήθηκε. Οἱ πολύωρες προσευχές, οἱ πολλές στρωτές μετάνοιες, οἱ ὀρθοστασίες, τά ἐγερτήρια ἀπό τά μεσάνυχτα γιά τόν ὄρθρο, ἡ ὁλοήμερη σκληρή σωματική ἐργασία καί ἡ σχεδόν πλήρης ἀσιτία, τόν ἔκαναν νά λυγίσει. Ἔτσι στήν πρώτη του μετάβαση στή Λαύρα, παρήγγειλε τηλεφωνικά στούς συγγενεῖς του, χωρίς τήν εὐλογία τοῦ Γέροντά του, κάποια τρόφιμα. Σέ λίγες ἡμέρες κατέφθασε ἀπό τούς συγγενεῖς του ἕνα δέμα πλῆρες μέ φρυγανιές, ζυμαρικά, ρύζι, κονσέρβες, ὄσπρια. Τά κουβάλησε ὁ δόκιμος στό ἡσυχαστήριο καί ἄρχισε νά τά τακτοποιεῖ.
Ὁ γερο-Εὐθύμιος εἶδε τό πρωτοφανές καί προσβλητικό γιά τό ἀσκητισμό του θέαμα καί ἔλυσε τήν σιωπή του:
-«Τί εἶναι αὐτά;» ρώτησε.
-«Μερικά ἁπλᾶ, φτωχικά καί ἀναγκαῖα πράγματα Γέροντα, γιά νά ἔχουμε νά τρῶμε κάτι».
Ὁ Γέροντας δέν εἶπε ἀπολύτως τίποτε. Ἀπομακρύνθηκε ἀμέσως καί ἐπέστρεψε σέ δύο-τρία λεπτά κρατώντας ἕνα κομμάτι χαρτονιοῦ κομμένο ἀπό τά κιβώτια πού μόλις εἶχαν φθάσει.. Ἐπάνω του τό χαρτόνι ἔγραφε: ΜΑΖΕΨΕ ΤΑ ΟΛΑ ΚΑΙ ΦΥΓΕ.
Ταράχθηκε ὁ ὑποτακτικός... ἄρχισε νά κλαίει καί νά ζητάει συγγνώμη, νά λέει «εὐλόγησον»... «θά τά ἐξαφανίσω»... κ.λ.π. Ὁ γερο- Εὐθύμιος ἀμίλητος συνέχιζε νά τοῦ δείχνει ἀποφασιστικά, μέ τεντωμένο τόν δείκτη τοῦ χεριοῦ του τήν ταμπέλα-ἐντολή, ἐνῶ ἀτένιζε ἀπό τό παράθυρο τοῦ ἡσυχαστηρίου του τό ἄπειρο... Τέλος ὁ «ἐπίδοξος» ἡσυχαστής-ὑποτακτικός ἀποχώρησε



[1] Μοναχικός ὅρος πού σημαίνει τήν ἀπουσία ἐμπαθοῦς προσκόλλησης σέ πρόσωπο ἤ πρᾶγμα. Ὁ Χριστιανός θά πρέπει νά ἔχει ἀπροσπάθεια σέ κάθε τί, εἴτε ὑλικό εἴτε πνευματικό, πρόσωπο ἤ πρᾶγμα. Θά πρέπει μόνο στόν Θεό νά προσκολλᾶται μέ ὅλην του τήν ψυχοσωματική ὕπαρξη καί πουθενά ἀλλοῦ.
[2] Σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστιν μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστιν μου ἄξιος» (Ματθ. 10, 37). Χαρακτηριστικό εἶναι καί τό περιστατικό μέ τόν νέο πού ἤθελε νά θάψει τόν πατέρα του πρίν γίνει μαθητής τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε: «Ἀκολούθει μοι͵ καὶ ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς» (Ματθ. 8, 22).
[3] Μαρκ. 12, 30.
[4] Τοῦ ἔδιναν κάθε φορά 20 δραχμές.
[5] Πήγαινε καί ἔψαλλε στό Καθολικό τίς Κυριακές καί τίς μεγάλες ἑορτές. Σάν ἀνταπόδοση ἔπαιρνε τήν «κουμπάνια» του, δηλ. ὅ,τι χρειαζόταν γιά τροφή.
[6]  Τό περιστατικό εἶναι καταγραμμένο στό: Ἐπισκόπου Ροδοστόλου Χρυσοστόμου, Πόθος καί χάρις στόν Ἄθωνα, Ἅγιον Ὄρος 2000, σελ. 90.
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου