Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

Οσίου Ιωάννου του Σιναίτου - Ουρανοδρόμος Κλίμαξ. Λόγος εικοστός έκτος

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΕΚΤΟΣ
Περὶ διακρίσεως
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ(1)
(Περὶ διακρίσεως εὐδιακρίτου)

«ΟΝ ΤΡΟΠΟΝ ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος φλεγομένη τὰ νάματα» (Ψαλμ. μα´ 2), ἔτσι εἶναι ποθητὴ στοὺς μοναχοὺς ἡ κατανόησις τοῦ ἀγαθοῦ θείου θελήματος.
Ἐπὶ πλέον δὲ καὶ τοῦ συγκεκριμένου, (ὅταν δηλαδὴ στὸ ἀγαθὸ ὑπάρχη καὶ τὸ κακό), καθὼς ἐπίσης καὶ τοῦ ἀντιθέτου· περὶ τῶν ὁποίων «πολὺς ἡμῖν ὄντως ὁ λόγος καὶ δυσερμήνευτος» (Ἑβρ. ε´ 11).
Δύσκολα ἀντιλαμβάνεται κανεὶς ποιὲς ἀπὸ τὶς μοναχικές μας ὑποθέσεις πρέπει νὰ τακτοποιοῦνται ταχύτατα καὶ χωρὶς καμμία ἀναβολή, σύμφωνα μὲ ἐκεῖνον ποὺ λέγει: «Οὐαὶ ὁ ἀναβαλλόμενος ἡμέραν ἐξ ἡμέρας» (πρβλ. Σοφ. Σειρὰχ ε´ 7) καὶ καιρὸν ἐκ καιροῦ.
Καὶ ποιὲς πάλι, μὲ ἠρεμία καὶ περίσκεψι, ὅπως μᾶς συμβουλεύει ἐκεῖνος ποὺ εἶπε: «Μετὰ κυβερνήσεως γίνεται πόλεμος» (Παρ. κδ´ 6)· καθὼς ἐπίσης: «Πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω» (Α´ Κορ. ιδ´ 40).

Δὲν εἶναι! Ὄχι! Δὲν εἶναι τοῦ τυχόντος νὰ διακρίνη ἀμέσως καὶ εὐκρινῶς τὰ δυσδιάκριτα αὐτὰ πράγματα. Ἀφοῦ καὶ αὐτὸς ὁ θεοφόρος Δαβίδ, ποὺ ὡμιλοῦσε μέσα του τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, πολλὲς φορὲς προσεύχεται γι᾿ αὐτό. Καὶ ἄλλοτε λέγει: «Δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου, ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεός μου» (Ψαλμ. ρμβ´ 10).
Ἄλλοτε: «Ὁδήγησόν με ἐπὶ τὴν ἀλήθειάν σου» (Ψαλμ. κδ´ 5). Καὶ ἄλλοτε: «Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι, ὅτι πρὸς σὲ ἀπὸ πάσης μερίμνης βιοτικῆς καὶ πάθους, τὴν ψυχήν μου ᾗρα καὶ ὕψωσα» (πρβλ. Ψαλμ. ρμβ´ 8).

2. Ὅσοι ἐπιθυμοῦν νὰ μάθουν τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, ὀφείλουν προηγουμένως νὰ θανατώσουν τὸ ἰδικό τους. Ἀφοῦ δὲ προσευχηθοῦν μὲ πίστι καὶ ἀπονήρευτη ἁπλότητα, ἂς ἐρωτήσουν μὲ ταπείνωσι καρδίας καὶ ἀδίστακτο λογισμὸ τοὺς γέροντας ἢ καὶ τοὺς ἀδελφοὺς ἀκόμη, καὶ ἂς δεχθοῦν τὶς συμβουλές τους σὰν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ, ἔστω καὶ ἐὰν εἶναι ἀντίθετες πρὸς τὸ θέλημά τους· ἔστω καὶ ἐὰν δὲν εἶναι καὶ τόσο πνευματικοὶ οἱ ἐρωτηθέντες· διότι δὲν εἶναι ἄδικος ὁ Θεὸς νὰ ἀφήση νὰ πλανηθοῦν ψυχὲς ποὺ μὲ πίστι καὶ ἀκακία ἐταπεινώθηκαν ἐμπρὸς στὴν συμβουλὴ καὶ στὴν κρίσι τοῦ πλησίον.

Ἀκόμη καὶ ἀνίδεοι ἐὰν εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἐρωτῶνται, ἐκεῖνος ποὺ ἀπαντᾶ μὲ τὸ στόμα τους εἶναι ὁ ἄϋλος καὶ ἀόρατος Θεός.

Ὅσοι ἀκολουθοῦν ἀδίστακτα αὐτὸν τὸν κανόνα, εἶναι ἄνθρωποι μὲ πολλὴ ταπείνωσι. Ἐὰν κάποιος ἔθετε τὸ πρόβλημά του ἐμπρὸς στὸν ἦχο τοῦ Ψαλτηρίου (πρβλ. Ψαλμ. μη´ 5), πόσο νομίζετε ὅτι ὑπερτερεῖ ὁ λογικὸς νοῦς καὶ ἡ νοερὰ ψυχὴ ἀπὸ τὸν ἦχο ἑνὸς ἀψύχου πράγματος;

Πολλοὶ ὅμως ἀπὸ τὴν αὐταρέσκειά τους δὲν ἀξιώθηκαν νὰ ἐνστερνισθοῦν τὸν τέλειο καὶ εὔκολο αὐτὸν τρόπο. Αὐτοὶ προσεπάθησαν νὰ ἀντιληφθοῦν τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου μὲ τὶς ἰδικές τους δυνατότητες, καὶ μᾶς ἐξέφεραν ἐπ᾿ αὐτοῦ πολυάριθμες καὶ ποικίλες γνῶμες.

3. Μερικοί, ἀσχολούμενοι μὲ τὰ θέματα αὐτά, ἐσταμάτησαν κάθε προσπάθεια τοῦ λογικοῦ τους στὸ νὰ δεχθῆ μία ἀπὸ τὶς δυὸ γνῶμες τους, εἴτε τὴν θετικὴ εἴτε τὴν ἀρνητική.

Καὶ μὲ γυμνὸ τὸν νοῦ τους ἀπὸ τὸ ἰδικό τους θέλημα, προσευχήθηκαν θερμὰ στὸν Κύριον ὡρισμένες ἡμέρες, καὶ ἔτσι κατώρθωσαν νὰ γνωρίσουν τὸ θεῖον θέλημα. Δηλαδή: Ἢ κάποιος νοῦς ὡμίλησε νοερῶς στὸν νοῦ τους ἢ ἐξηφανίσθη τελείως ἡ μία γνώμη ἀπὸ τὴν ψυχή.

Ἄλλοι ἀπὸ τὶς θλίψεις, τὶς ἀνωμαλίες καὶ ἀποτυχίες ποὺ συνέβησαν σὲ προσπάθειά τους, κατενόησαν (ὅτι δὲν ἦταν σύμφωνή μὲ τὸ θεῖον θέλημα καί) ὅτι τὰ ἐμπόδια ἦλθαν κατὰ παραχώρησι Θεοῦ, στηριζόμενοι σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ εἶπε: «Ἠθελήσαμεν ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς καὶ ἅπαξ καὶ δίς, καὶ ἐνέκοψεν ἡμᾶς ὁ σατανᾶς» (Α´ Θεσ. β´ 18).
Καὶ ἄλλοι ἀντιθέτως ἀπὸ τὴν ἀνέλπιστη συμπαράστασι ποὺ εὕρισκαν, ἀντελήφθησαν ὅτι ἡ προσπάθειά τους εἶναι ἀρεστὴ στὸν Θεόν, καὶ εἶπαν: «Παντὶ τῷ προαιρουμένῳ τὸ ἀγαθὸν συνεργεῖ ὁ Θεός» (πρβλ. Ρωμ. η´ 28).

4. Ὅποιος ἀπέκτησε μέσα του τὸν Θεὸν δι᾿ ἐλλάμψεως, αὐτός, καὶ στὰ πράγματα ποὺ ἐπείγουν καὶ στὰ ἀντίθετα, πληροφορεῖται τὸ θεῖον θέλημα μὲ τὸν δεύτερο τρόπο, (τὴν προσευχή), ὄχι ὅμως μὲ ἀναμονὴ καὶ πάροδο χρόνου.

5. Τὸ νὰ διστάζη κανεὶς στὶς κρίσεις καὶ ἀποφάσεις καὶ νὰ μένη ἐπὶ πολὺ ἀπληροφόρητος, ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι ψυχὴ ἀφώτιστη καὶ φιλόδοξη. Διότι δὲν εἶναι ὁ Θεὸς ἄδικος νὰ κλείνη τὴν πόρτα σὲ ὅσους κρούουν ταπεινά. Σὲ ὅλα μας τὰ ἔργα, καὶ στὰ ἄμεσα καὶ στὰ ἀπώτερα, ἂς ἀναζητοῦμε τὴν σημασία ποὺ ἔχουν ὅσον ἀφορᾶ τὸν Κύριον.
Ὅλα ὅσα γίνονται χωρὶς προσπάθεια καὶ χωρὶς μολυσμό, μόνο γιὰ τὸν Κύριον καὶ ὄχι γιὰ τίποτε ἄλλο, αὐτὰ καὶ ἂν ἀκόμη δὲν εἶναι τελείως ἀγαθά, ὅμως γιὰ ἀγαθὰ θὰ μᾶς λογισθοῦν. Διότι ἔχει ἐπικίνδυνη κατάληξι τὸ νὰ πολυλεπτολογοῦμε καὶ νὰ ἐρευνοῦμε πράγματα ποὺ ὑπερβαίνουν τὶς δυνάμεις μας.

6. Μυστικὸ καὶ ἀνεξιχνίαστο εἶναι τὸ σχέδιο καὶ τὸ κρίμα ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς γιὰ μᾶς. Πολλὲς φορὲς ἐπὶ παραδείγματι θέλει νὰ ἀποκρύψη ἀπὸ ἐμᾶς κατ᾿ οἰκονομία τὸ θεῖον θέλημά Του, γνωρίζοντας πὼς καὶ ἂν τὸ μάθωμε θὰ τὸ παραβοῦμε, ὁπότε καὶ θὰ τιμωρηθοῦμε περισσότερο.

7. Ἡ εὐθεία καρδία εἶναι ἀπηλλαγμένη ἀπὸ τὰ πολύπλοκα καὶ πολυειδὴ πράγματα, καὶ ταξειδεύει ἀκίνδυνα μὲ τὸ πλοῖο τῆς ἀκακίας.

8. Ὑπάρχουν ἀνδρεῖες ψυχὲς ποὺ ἐπιβάλλουν στὸν ἑαυτό τους ἀγῶνες ὑπεράνω τῶν δυνάμεών τους ἀπὸ ἔρωτα πρὸς τὸν Θεὸν καὶ μὲ ταπεινὸ φρόνημα στὴν καρδιά. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ὑπερήφανες καρδιὲς ποὺ κάνουν τὸ ἴδιο.
Ἔχουν δὲ οἱ ἐχθροί μας σκοπὸ νὰ μᾶς προτρέπουν πολλὲς φορὲς σὲ πράγματα ἀνώτερα τῶν δυνάμεών μας, γιὰ νὰ κουρασθοῦμε ψυχικά, νὰ μὴ κατορθώσωμε ἔπειτα καὶ ὅσα εἶναι τῶν δυνάμεών μας, καὶ νὰ καταντήσωμε ἔτσι περίγελος στὰ μάτια τους.

9. Εἶδα μερικούς μὲ ἀδύνατη ψυχὴ καὶ ἀσθενικὸ σῶμα νὰ ἀποδύωνται γιὰ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν τους σὲ ἀγῶνες ἀνωτέρους τῶν δυνάμεών τους, ἀλλὰ τελικὰ νὰ μὴ μποροῦν νὰ ἀνθέξουν. Ἐγὼ τοὺς εἶπα ὅτι στὶς περιπτώσεις αὐτὲς ὁ Θεὸς κρίνει τὴν μετάνοια ἀνάλογα μὲ τὸ μέτρο τῆς ταπεινώσεως καὶ ὄχι τῶν καμάτων.

10. Μερικὲς φορὲς ἡ κακὴ ἀνατροφὴ ἀποτελεῖ τὴν αἰτία πολὺ μεγάλων ἁμαρτιῶν. Ἐπίσης καὶ ἡ κακὴ συναναστροφή. Πολλὲς ὅμως φορὲς μία διεστραμμένη ψυχὴ ἐπαρκεῖ μόνη της γιὰ τὴν καταστροφή της. Ὅποιος ἐσώθηκε ἀπὸ τὰ δυὸ πρῶτα, ἐσώθηκε ἴσως καὶ ἀπὸ τὸ τρίτο. Ὅποιος ὅμως ἔχει τὸ τρίτο, σὲ ὁποιοδήποτε τόπο καὶ ἂν εὑρεθῆ, δὲν προκόπτει, ἀφοῦ ἄλλωστε κανένας τόπος δὲν εἶναι πιὸ ἀσφαλὴς ἀπὸ τὸν οὐρανό, (ἀπ᾿ ὅπου ἔπεσε ὁ διάβολος).

11. Τοὺς ἀπίστους ἢ τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ μᾶς ἐπιτίθενται μὲ κακότητα, ἂς τοὺς ἀφίνουμε «μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν» (Τίτ. γ´ 10). Στοὺς ἐπιθυμοῦντας ὅμως νὰ μάθουν τὴν ἀλήθεια, «τὸ καλὸν ποιοῦντες ἕως αἰῶνος μὴ ἐκκακῶμεν» (Γαάλ. ς´ 9). Ἀλλὰ καὶ στὶς δυὸ περιπτώσεις ἂς εἶναι ἡ συμπεριφορά μας ἀνάλογη μὲ τὴν ψυχική μας δύναμι καὶ ἀντοχή.

12. Εἶναι παράλογος ὅποιος πέφτει σὲ ἀπόγνωσι, ἀκούοντας τὰ ὑπερφυσικὰ κατορθώματα τῶν Ἁγίων. Αὐτὰ ἀντιθέτως τὸν ἐκπαιδεύουν ἄριστα σ᾿ ἕνα ἀπὸ τὰ δυό: Ἢ τὸν παρακινοῦν μὲ τὴν ὁσιακὴ ἀνδρεία τους πρὸς μίμησι· ἢ πρὸς μεγάλη αὐτοκατάκρισι καὶ ἀναγνώρισι τῆς ἀδυναμίας του μὲ τὴν τρεῖς φορὲς ὁσιακὴ ταπείνωσι.

13. Ὑπάρχουν ἀκάθαρτοι δαίμονες, πονηρότεροι τῶν πονηρῶν, οἱ ὁποῖοι μᾶς συμβουλεύουν νὰ μὴ κάνωμε μόνοι μας τὴν ἁμαρτία. Αὐτοὶ ἐπιθυμοῦν νὰ ἔχωμε καὶ ἄλλους συνενόχους στὸ κακό, γιὰ νὰ μᾶς ἑτοιμάσουν βαρύτερη τιμωρία.
Εἶδα μία ἁμαρτωλὴ συνήθεια ποὺ τὴν ἔμαθε ὁ ἕνας ἀπὸ κάποιον ἄλλο. Ἔπειτα ἐκεῖνος ποὺ τὴν ἐδίδαξε ἦλθε σὲ συναίσθησι, ἄρχισε νὰ μετανοῆ καὶ ἐσταμάτησε τὴν ἁμαρτία. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ μαθητὴς του συνέχιζε νὰ τὴν διαπράττη, καὶ ἡ ἰδική του μετάνοια ἀπέβη ἀτελὴς καὶ ἀνίσχυρη.

14. Μεγάλη, πράγματι, μεγάλη εἶναι ἡ πονηρία τῶν δαιμόνων· δύσκολα τὴν ἀντιλαμβανόμεθα καὶ ὀλίγοι τὴν βλέπουν. Καὶ αὐτοὶ οἱ ὀλίγοι, νομίζω, δὲν τὴν βλέπουν ὁλόκληρη. Ἀλήθεια, πῶς συμβαίνει πολλὲς φορὲς νὰ εἴμαστε χορτασμένοι ἀπὸ ἀπολαυστικὰ φαγητά, καὶ ἐν τούτοις νὰ ἀγρυπνοῦμε μὲ καθαρὸ νοῦ, καὶ ἄλλες φορὲς νὰ νηστεύωμε καὶ νὰ ταλαιπωρούμεθα, καὶ ἐν τούτοις νὰ μᾶς κυριεύη ἄσχημα ὁ ὕπνος;
Νὰ ἡσυχάζωμε, καὶ ἐν τούτοις νὰ εἴμαστε σκληροί, καὶ νὰ συναναστρεφώμαστε ἄλλους, καὶ νὰ εἴμαστε γεμάτοι κατάνυξι; Ἐνῷ πεινοῦμε ὑπερβολικά, νὰ ἔχωμε πειρασμοὺς στὸν ὕπνο, καὶ ἐνῷ εἴμαστε χορτάτοι, νὰ μὴν ἐνοχλούμεθα καθόλου; Ἐνῷ περνοῦμε πτωχικά, νὰ γινώμαστε σκυθρωποὶ καὶ ἀσυγκίνητοι, καὶ ἐνῷ περνοῦμε πλούσια καὶ μὲ οἰνοποσίες, νὰ παρουσιαζώμαστε γεμάτοι ἱλαρότητα καὶ κατανυκτικότητα;
Γι᾿ αὐτὰ ὅποιος μπορεῖ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου, ἂς διαφωτίση ὅσους εἶναι ἀφώτιστοι. Διότι ἐμεῖς σ᾿ αὐτὰ τὰ θέματα εἴμαστε ἀφώτιστοι. Τὸ μόνο ποὺ ἔχομε νὰ εἰποῦμε εἶναι ὅτι οἱ ἀλλαγὲς αὐτὲς δὲν ὀφείλονται πάντοτε στοὺς δαίμονας, ἀλλὰ μερικὲς φορὲς στὴν κράσι καὶ στὴν κατάστασι τοῦ σώματος, στὸ ἀκάθαρτο καὶ ἀχόρταγο αὐτὸ πάχος ποὺ μᾶς ἐδόθηκε καὶ ποὺ -δὲν ξέρω πῶς- δέθηκε γύρω στὴν φύσι μας.

Γιὰ τὶς δυσδιάκριτες αὐτὲς μεταπτώσεις ἂς παρακαλέσωμε εἰλικρινὰ καὶ ταπεινὰ τὸν Κύριον. Καὶ ἐὰν μετὰ τὸ διάστημα τῶν προσευχῶν μας διαπιστώσωμε ὅτι συνεχίζεται μία ὡρισμένη κατάστασις, τότε θὰ καταλάβωμε ὅτι δὲν προέρχεται ἀπὸ τοὺς δαίμονες, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν φύσι μας.
Πολλὲς φορὲς ὅμως καὶ ἀπὸ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἐπιθυμεῖ νὰ μᾶς εὐεργετῆ, σύμφωνα μὲ τὰ σοφὰ σχέδιά Του, καὶ μὲ τὰ ἀντίθετα, γιὰ νὰ καταστέλλη ἔτσι μὲ κάθε τρόπο τὴν οἴησί μας.
Εἶναι δύσκολο καὶ ἐπικίνδυνο νὰ περιεργάζεται κανεὶς τὸν βυθὸ τῶν κριμάτων τοῦ Θεοῦ, διότι αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ περίεργοι ταξειδεύουν μὲ τὸ πλοῖο τῆς οἰήσεως. [Χάριν ὅμως τῆς ἀσθενείας πολλῶν θὰ πρέπει νὰ εἰποῦμε μερικά].

15. Ἐρώτησε κάποιος ἕναν διορατικό: «Γιατί ὁ Θεὸς ἐστόλισε μερικούς μὲ χαρίσματα καὶ θαυματουργικὲς ἱκανότητες, ἀφοῦ προεγνώριζε τὶς μελλοντικὲς πτώσεις τους»; Καὶ ἐκεῖνος τοῦ λέγει: «Γιὰ νὰ προφυλάξη τοὺς ὁμοίους των πνευματικοὺς ἄνδρας, γιὰ νὰ φανῆ ὅτι ἔχομε τὸ αὐτεξούσιον, καὶ γιὰ νὰ καταστήση τοὺς πεσόντας ἀναπολογήτους τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως».

16. Ὁ Μωσαϊκὸς νόμος ὡς μὴ τέλειος λέγει: «Πρόσεχε σεαυτῷ» (Δευτερ. δ´ 9), ἐνῷ ὁ Κύριος ὡς ὑπερτέλειος μᾶς παρήγγειλε ἐπὶ πλέον καὶ γιὰ τὴν διόρθωσι τοῦ ἀδελφοῦ μας: «Ἐὰν ἁμάρτη ὁ ἀδελφός σου ἢ μᾶλλον ἡ ὑπόδειξίς σου εἶναι ἄδολη καὶ ταπεινή, τότε μὴν ἀμελήσης τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου καὶ μάλιστα σὲ αὐτοὺς ποὺ δέχονται τὴν ὑπόδειξι. Ἐὰν ὅμως δὲν ἔχης φθάσει ἀκόμη σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ἂς ἐκτελῆς ἔστω τὴν ἐντολὴ τοῦ Νόμου.

17. Μὴν ἐκπλήττεσαι βλέποντας καὶ τοὺς προσφιλεῖς σου νὰ σὲ ἐχθρεύωνται (ἐπειδὴ τοὺς ἐλέγχεις). Διότι οἱ ἐπιπόλαιοι γίνονται ὄργανα (καὶ ὅπλα) τῶν δαιμόνων καὶ μάλιστα ἐναντίον τῶν ἐναρέτων, ποὺ εἶναι ἐχθροὶ τῶν δαιμόνων.

18. Ἕνα ἀπ᾿ ὅσα συμβαίνουν σ᾿ ἐμᾶς μοῦ δημιουργεῖ μεγάλη ἔκπληξι: Ἐνῷ στὶς ἀρετὲς ἔχομε ὡς βοηθοὺς τὸν παντοδύναμον Θεόν, τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους, καὶ στὰ πάθη μόνο τὸν πονηρὸ διάβολο, πῶς συμβαίνει νὰ ὑποκύπτωμε εὐκολώτερα καὶ γρηγορώτερα στὰ πάθη; Ἐπάνω σ᾿ αὐτὸ ἐγὼ δὲν θέλω νὰ ὁμιλήσω λεπτομερῶς, ἀλλὰ καὶ οὔτε μπορῶ.

19. Ἐὰν τὰ διάφορα κτίσματα παραμένουν στὴν κατάστασι ποὺ ἐδημιουργήθηκαν, πῶς ἐγὼ ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐδημιουργήθηκα κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ταλαιπωροῦμαι ἀναμεμειγμένος μὲ τὴν λάσπη, (τὸ πήλινο δηλαδὴ σῶμα); ὅπως λέγει ὁ μέγας Γρηγόριος.
Ἐὰν πάλι κάποια δημιουργήματα κατέληξαν νὰ γίνουν κάπως διαφορετικὰ ἀπὸ τὸν προορισμό τους, πάντως θὰ πρέπει μὲ σφοδρότητα νὰ ἐπιθυμοῦν τὴν συγγένειά τους, (ἐκεῖνα δηλαδὴ μὲ τὰ ὁποῖα ἐξ ἀρχῆς ἐπλάσθηκαν ὅμοια).

20. Ὅλα τὰ τεχνάσματα -γιὰ νὰ εἰπῶ ἔτσι- πρέπει κανεὶς νὰ χρησιμοποιῆ, προκειμένου τὸν πηλό, (τὸ πήλινο δηλαδὴ σῶμα), νὰ τὸν ἀνεβάση καὶ νὰ τὸν ἐνθρονίση στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Κανεὶς λοιπὸν ἂς μὴ προφασίζεται ὅτι ἀδυνατεῖ νὰ ἀνεβῆ ἐκεῖ, διότι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ θύρα εἶναι ἀνοιγμένες.

21. Ἡ ἀκρόασις τῶν κατορθωμάτων τῶν πνευματικῶν μας Πατέρων δημιουργεῖ στὸν νοῦ καὶ στὴν ψυχὴ φλογερὸ ζῆλο. Ἡ ἀκρόασις ὅμως τῶν διδασκάλων εἶναι αὐτὴ ποὺ καθοδηγεῖ τοὺς ζηλωτὰς στὴν ἐπιτυχῆ μίμησι τῶν Πατέρων.

22. Διάκρισις σημαίνει λύχνος μέσα στὸ σκοτάδι, ἐπιστροφὴ τῶν πεπλανημένων, φωτισμὸς ὅσων ἔχουν μυωπία. Διακριτικὸς σημαίνει χορηγός της ὑγείας, καταστροφεὺς τῆς ἀσθενείας.

23. Οἱ λεγόμενοι μικροθαύμαστοι, (αὐτοὶ ποὺ θαυμάζουν καὶ μεγαλοποιοῦν τὰ μικρά), φθάνουν σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἀπὸ δυὸ αἰτίες: Ἢ λόγω ὑπερβολικῆς ἀγνοίας ἢ λόγω ταπεινοφροσύνης, ἡ ὁποία τοὺς κάνει νὰ ἐξυψώνουν καὶ νὰ ἐκθειάζουν τὰ κατορθώματα τοῦ πλησίον.

24. Ἂς ἀγωνιζώμαστε νὰ μὴν εἴμαστε μόνο παλαισταὶ ἀλλὰ καὶ πολεμισταὶ τῶν δαιμόνων. Διότι οἱ πρῶτοι ἄλλοτε κτυποῦν καὶ ἄλλοτε κτυποῦνται, ἐνῷ οἱ δεύτεροι πάντοτε καταδιώκουν τὸν ἐχθρό.

25. Ὅποιος ἐνίκησε τὰ πάθη, αὐτὸς πληγώνει τοὺς δαίμονας καὶ μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο: Ὑποκρίνεται ὅτι εἶναι κυριευμένος ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἐξαπατώντας ἔτσι τοὺς ἐχθρούς του μένει ἀπολέμητος. Ὅπως συνέβη μὲ κάποιον ἀδελφό, ποὺ ἐνῷ κάποτε ὑπέστη ἀτιμίες δὲν ἐταράχθη καθόλου ἡ καρδιά του, παρὰ μόνο προσευχήθηκε νοερῶς.
Ἐν συνεχείᾳ ὅμως ἄρχισε νὰ διαμαρτύρεται καὶ νὰ ὀδύρεται γιὰ τὶς ἀτιμίες ποὺ ὑπέστη, καὶ ἔτσι μὲ ἕνα προσποιητὸ πάθος ἔκρυψε τὴν ἀπάθειά του. Καὶ ἄλλος πάλι ἀδελφὸς ἐνῷ δὲν εἶχε τὴν παραμικρὴ ὄρεξι γιὰ προεδρία, ἐπροσποιεῖτο ὅτι πολὺ ἔπασχε γι᾿ αὐτήν.

Πῶς δὲ νὰ σοῦ περιγράψω τὴν ἁγνότητα ἐκείνου, ὁ ὁποῖος εἰσῆλθε στὸ πορνεῖο δῆθεν γιὰ νὰ ἁμαρτήση, καὶ ἔτσι ἀνέσυρε τὴν πόρνη στὴν ζωὴ τῆς ἀσκήσεως! (13) Σὲ ἕναν πάλι ἡσυχαστὴ ἔφερε κάποιος πρωὶ – πρωὶ ἕνα σταφύλι. Καὶ ἐκεῖνος, μόλις ἀνεχώρησε αὐτὸς ποὺ τὸ ἔφερε, ἂν καὶ δὲν εἶχε ὄρεξι, τὸ κατεβρόχθισε ἀμέσως μὲ ὑπερβολικὴ βουλιμία, παρουσιάζοντας ἔτσι τὸν ἑαυτό του ὡς γαστρίμαργο στοὺς δαίμονες.

Ἕνας ἄλλος πάλι ποὺ ἔχασε μερικὰ θαλλία, ὅλη τὴν ἡμέρα ἔδειχνε πολὺ πικραμένος γι᾿ αὐτό.

Σὲ ὅσους ὅμως χρησιμοποιοῦν αὐτὴν τὴν μέθοδο χρειάζεται μεγάλη νήψις, μήπως καὶ ἐπιχειρώντας νὰ ἐμπαίξουν τοὺς δαίμονας καταλήξουν στὸν ἐμπαιγμὸ τοῦ ἑαυτοῦ τους. Αὐτοὶ ποὺ χρησιμοποιοῦν ἐπιτυχῶς αὐτὴ τὴν μέθοδο εἶναι μόνο ἐκεῖνοι γιὰ τοὺς ὁποίους κάποιος εἶπε: «Ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς» (Β´ Κορ. ς´ 8).

26. Ὅποιος ἐπιθυμῆ νὰ παραστήση ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ ἁγνὸ τὸ σῶμα καὶ νὰ τοῦ παρουσιάση καθαρὴ τὴν καρδιά, ἂς τηρῆ τὴν ἀοργησία καὶ τὴν ἐγκράτεια. Διότι χωρὶς αὐτὲς τὶς ἀρετὲς ὅλοι οἱ κόποι μας εἶναι μάταιοι.

27. Σὲ διαφορετικοὺς βαθμοὺς ἀντιλαμβάνονται τὸ ὑλικὸ φῶς οἱ ὀφθαλμοί. Ὁμοίως πολλὲς φορὲς καὶ διαφορετικὲς εἶναι οἱ λάμψεις καὶ οἱ ἐπισκέψεις τοῦ νοητοῦ Ἡλίου μέσα στὶς ψυχές. Ἄλλες δηλαδὴ γίνονται μὲ τὰ δάκρυα τοῦ σώματος καὶ ἄλλες μὲ τὰ δάκρυα τῆς ψυχῆς, ἄλλες μὲ τὰ σωματικὰ μάτια καὶ ἄλλες μὲ τὰ ψυχικά.
Διαφορετικὲς εἶναι ὅσες προέρχονται ἀπὸ τὴν ἀκρόασι κάποιου λόγου καὶ διαφορετικὲς ὅσες ἐκδηλώνονται σὰν αὐθόρμητο σκίρτημα ψυχικῆς ἀγαλλιάσεως. Διαφορετικὲς οἱ προερχόμενες ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς ἡσυχίας καὶ διαφορετικὲς ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς ὑπακοῆς. Ἐπὶ πλέον ὑπάρχει καὶ μία ἰδιαιτέρα περίπτωσις: Κατ᾿ αὐτὴν ὁ νοῦς δι᾿ ἐκστάσεως παρουσιάζεται ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ «ἀρρήτως καὶ ἀφράστως» ἐν μέσῳ (νοεροῦ) φωτός.

28. Ὑπάρχουν οἱ ἀρετές, ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ οἱ μητέρες τῶν ἀρετῶν. Ὁ δὲ συνετὸς ἄνθρωπος ἀγωνίζεται περισσότερο γιὰ νὰ ἀποκτήση τὶς μητέρες. Περὶ τῶν μητέρων διδάσκει ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μὲ κάποια ἰδιαιτέρα ἐνέργεια. Περὶ τῶν θυγατέρων ὅμως μποροῦν νὰ διδάσκουν πολλοί.

29. Ἂς προσέξωμε μήπως ἀναπληρώνωμε τὴν ὀλιγοφαγία μὲ πολυϋπνία, διότι αὐτὸ εἶναι ἔργο ἀφροσύνης, καθὼς ἐπίσης καὶ τὸ ἀντίθετο εἶναι ἔργο συνέσεως, (νὰ καταπολεμῆται δηλαδὴ ἡ τυχὸν πολυφαγία μὲ τὴν ὀλιγοϋπνία).
Εἶδα ὡρισμένους ἀγωνιστὰς σὲ κάποια περίστασι νὰ ὑποχωροῦν κάπως στὴν ἐπιθυμία τῆς κοιλίας. Γρήγορα ὅμως καὶ χωρὶς καθυστέρησι οἱ ἀνδρεῖοι αὐτοὶ ἐβασάνισαν τὴν «τάλαινα», δηλαδὴ τὴν κοιλία, μὲ ὁλονύκτιο ἀγρυπνία καὶ τὴν ἔμαθαν νὰ ἀποστρέφεται στὸ ἑξῆς μετὰ χαρᾶς τὸν χορτασμό.

30. Πολεμεῖ πολὺ ἰσχυρὰ ὁ δαίμων τῆς φιλαργυρίας τοὺς ἀκτήμονας. Καὶ ὅταν δὲν κατορθώση τίποτε, τότε μὲ τὴν πρόφασι τῆς ἐλεημοσύνης πρὸς τοὺς πτωχοὺς πείθει τοὺς ἀΰλους νὰ γίνουν πάλι ὑλικοί.

______________________________

13. Ὁ ὅσιος Σεραπίων ὑποκρινόμενος τὸν ἀκόλαστο εἰσῆλθε στὸ δωμάτιο μιᾶς πόρνης στὴν Αἴγυπτο. Ἡ προσευχὴ ποὺ ἔκανε ἐκεῖ ἔφερε σὲ κατάνυξι τὴν πόρνη, ἡ ὁποία τὸν ἀκολούθησε καὶ τελικῶς παρεδόθη σὲ γυναικεῖο Μοναστήρι, ὅπου ἔφθασε σὲ ὑψηλὰ μέτρα ἀσκήσεως καὶ μετανοίας (βλέπε «Γεροντικόν», ἐκδ. Πάσχου, σελ. 117)

nektarios.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου