Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Ἀρχιμ. Εὐσέβιος Βίττης Ἀναφορά στόν ἀγώνα του καί τήν μαρτυρία τοῦ (1927-2009)



Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος
Ἐτήσια ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς
Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
Περίοδος Β΄ ἔτος 2010 ἀριθμ. 35

† Ἀρχιμ. Εὐσέβιος Βίττης

Ἀναφορά στόν ἀγώνα του καί τήν μαρτυρία του (1927-2009)

«Ἅπας  γάρ ὁ τῶν ἁγίων ἔπαινος καί μακαρισμός διά τῶν δύο τούτων συνίσταται, διά τε τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί τοῦ ἐπαινετοῦ βίου, καί διά τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τῶν χαρισμάτων αὐτοῦ.  Τοῖς γάρ δυσί τούτοις τό τρίτον συνέπειται»1, (1 Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, «Κατήχησις Ι΄»), λέγει ὁ ὅσιος καί θεοφόρος πατήρ ἡμῶν Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος.  Μέ τό λόγο του αὐτό ὁ ὅσιος Συμεών προσδιορίζει τά ἀκριβῆ καί ἀλάνθαστα γνωρίσματα τῶν Ἁγίων, δηλαδή τῶν ἀνθρώπων πού εὐαρέστησαν στόν Θεό καί ἔγιναν ἀπλανεῖς ὁδοδεῖκτες πρός τήν βασιλείαν Του γιά ὅλους ἐμᾶς τούς ὑπολοίπους ἀνθρώπους.

Εἶναι πολύ σημαντικός ὁ λόγος αὐτός τοῦ ὁσίου Πατρός, διότι ὅπως σέ κάθε ἐποχη ἔτσι καί στήν ἐποχή μας ὑπάρχουν καί δροῦν πολλοί «ψευδόχριστοι»καί «ψευδοπροφῆται», δῆθεν προορατικοί καί χαρισματοῦχοι, οἱ ὁποῖοι ἀντί νά προσφέρουν τό καθαρό νερό τῆς «ὑγιαινούσης διδασκαλίας»2 (2Β΄Τιμ. δ΄3) στούς κουρασμένους καί διψασμένους ὁδοιπόρους τῆς ζωῆς, αὐτοί τούς ποτίζουν μέ τό θολό νερό τῆς πλάνης, ἐξαπατώντας τους μέ νόθα καί ἀμφιβόλου προελεύσεως χαρίσματά τους.

Τό χαρακτηριστικό λοιπόν σημεῖο πού μᾶς βοηθεῖ νά διακρίνουμε τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ ἀπό αὐτούς πού διακατέχονται ἀπό τό πνεῦμα τῆς πλάνης εἶναι αὐτό πού τονίζει ὁ ὅσιος Συμεών.  Δέν εἶναι τά θαυμαστά σημεῖα, τά ὁποῖα μπορεῖ νά μιμηθῇ καί τό πνεῦμα τῆς πλάνης, ἀλλά ἡ Ὀρθόδοξη πίστις καί ὁ σύμφωνος πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ βίος. Ὅταν ὑπάρχουν αὐτά, τότε ἀκολουθοῦν καί τά δῶρα τοῦ Θεοῦ καί τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.



Ἐπειδή «ζῆ ὁ Θεός», ὁ «θαυμστός ἐν τοῖς Ἁγίοις αὐτοῦ», γι’ αὐτό δέν στέρησε οὔτε τήν γενιά μας καί τόν καταξηραμμένο ἀπό τόν καύσωνα τῆς ἀθεΐας καί ἁμαρτίας κόσμο μας ἀπό τήν γλυκυτάτη αὔρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία ὅπως στίς παλαιές γενεές ἔτσι καί στή δική μας κάνει νά ἀνθίζουν «μυρίπνοα ἄνθη τοῦ Παραδείσου»3, (3 Δοξαστικό Αἴνων ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων.) , ἄνθρωποι φιλόθεοι, πού ἐργαζόμενοι ταπεινά τίς θεοποιούς ἐντολές τοῦ Θεοῦ γίνονται δοχεῖα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἕνας ἀπό αὐτούς ἦταν καί ὁ μακαριστός Γέροντας π. Εὐσέβιος Βίττης, πού πρίν ἕνα χρόνο ἀνεπαύθη ἐν Κυρί.

Κέντρο τῆς ζωῆς τοῦ π. Εὐσέβιου ἦταν ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός καί ἡ ἁγία Ἐκκλησία του, ὅπως φανερώνεται τοῦτο τόσο ἀπό τήν βιοτή του ὅσο καί ἀπό τούς θεοσόφους λόγους του.  Ἐτήρησε μέ ἀκρίβεια σέ ὅλη του τή ζωή του τά ἁγιογραφικά, εὐαγγελικά καί ἁγιοπατερικά ἐντάλματα καί αὐτά ἐκηρυξε μέ τά συγγράμματά του καί τίς ὁμιλίες του.

Ἡ εὐσέβεια του, ἡ πρός τούς ἄλλους ἀγάπη του καί ἡ ἠθική του διδισκαλία δέν εἶχαν χαρακτῆρα εὐσεβιστικό ἀνθρωπιστικό ἤ ἠθικιστικό, δηλαδή ἀνθρωποκεντρικό, ἀλλά Θεανθρωποκεντρικό. Ὅ,τι ἔκανε τό ἔκανε ἀποβλέποντας στήν δόξα τοῦ Θεοῦ, τήν σωτηρία τῶν ἐν Χριστ ἀδελφῶν του καί τήν ἕνωσί του μέ τόν Θεό.  Γι’ αὐτό καί ἐπιμελῶς ἀγωνίσθηκε νά κρύπτ ἀπό τά μάτια τῶν ἀνθρώπων κάθε τι πού μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ ἐπιτελοῦσε.

Ἀναφέρομε κάποιες ἐνδεικτικές ρήσεις του:
«Ἄν ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα εἶναι δύο βραχίονες πού μοῦ δίνονται γιά νά πιάσω κάτι ἔξω ἀπό τόν ροῦν πού μέ παρασύρει, τό νόημά τους εἶναι σέ ἀπόλυτη σχέση με αὐτό τό κάτι. Θά ἦταν ὅμως πιό σωστό ἄν ἔλεγα ὄχι κάτι, ἀλλά κάποιος. Ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα ἀναφέρονται στόν Ἰησοῦ Χριστό μέσα στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καί πουθενά ἀλλοῦ»4 (4 Ἀρχιμ. Εὐσεβίου Ν. Βίττη, «Ὁ χρόνος κι ἐγώ», ἐν περιοδ. «Κοινωνία», ἔτος ιη΄, Ἰούλιος –Αὔγουστος 1975, τεῦχ. 4 σελ. 257-258. Ἡ ὑπογράμμισις εἶναι τοῦ συγγραφέως.) 

«Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐγκαταστάθη μέσ τῆς φλογερῆς μας ἀγάπης καί τοῦ θείου ἔρωτος γι’ Αὐτόν στήν καρδιά μας, τότε ἀπό τή φλόγα αὐτή θά πετιοῦνται ἕνα γύρο καί οἱ θεϊκές σπίθες ὅλων τῶν ἐκδηλώσεων ἀγάπης πρός τούς ἄλλους.  Καί τότε πιά δέν θά τίθεται ζήτημα πῶς νά χρησιμοποιοῦμε σωστά καί τή συναισθηματικότητά μας καί ὅλες τίς ψυχικές μας δυνάμεις γιατί θά μποροῦμε νά ἀγαποῦμε, τό κατά τή δύναμη βέβαια, μέ την ἔνταση καί τήν καθαρότητα καί τή γνησιότητα, πού μέ αὐτήν ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς. 

Ἤ πιό σωστά, θά ἀγαποῦμε μέ τήν καρδιά τοῦ Ἰησοῦ.  Καί αὐτό, γιατί, ὅταν ἔτσι ἀγαποῦμε, ὅταν ‘‘ζῶντες οὐκέτι ἑαυτοῖς’’, ἀλλά ‘‘τ ὑπέρ ἡμῶν ἀποθανόντι καί ἐγερθέντι’’ (Β΄ Κορ. ε΄ 15)΄ ὅταν ‘‘ὅ νῦν ζῶμεν ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶμεν τ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς καί παραδόντος ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν’’ (Γαλ. β΄ 20) καί ἀναστάντος ἐνδόξως, τότε ‘‘ οὐκέτι ἑαυτοῖς’’ (θά) ζῶμεν, ἀλλά (θά) ζ ἐν ἡμῖν ὁ Κύριος Ἰησοῦς (Γαλ. β΄20).   
Καί αὐτό θά ἀποτελ θρίαμβο τῆς ἀγάπης καί ἀγλαό καρπό τῆς παρουσίας Του μέσα μας»5 (5 Ἱερομ. Εὐσεβίου, ἀ., «Ἐμεῖς καί ἡ ἀγάπη μας», ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη»,  Θεσ/νικη 2009, σελ. 18) . Ἐδῶ ὁ π. Εὐσέβιος ἐκφράζει τήν ὀρθόδοξη θέσι, ὅτι ἡ ἀληθινή ἀγάπη πρός τούς ἄλλους ἀνθρώπους πηγάζει ἀπό τήν θερμή κοινωνία καί ἔνωσι μέ τόν Χριστο.   
Αὐτό τό ἔδειξε καί ὁ ἴδιος ἐμπράκτως.
Ἡ ἀγωνία του γιά τή σωτηρία τῶν ἐν Χριστ ἀδελφῶν του καί ἡ βαθεῖα πεποίθησίς του ὅτι μόνον ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχει ἡ σωτηρία φανερώθηκε ὅλως ἰδιαιτέρως ἀπό τή διακονία του μεταξύ τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν τῆς Σουηδίας. Ἀφήνοντας κατά μέρος τίς προσωπικές του ἐπιθυμίες, ἀναλώθηκε κυριολεκτικά στό νά ὁδηγήσ τά περιπλανώμενα πρόβατα τοῦ Χριστοῦ στήν μάνδρα τῆς  Ἐκκλησίας του.   
Γιά τόν σκοπό αὐτό ἐξέδιδε μέ ὑποτυπώδη τυπογραφικά μέσα ἕνα ἑβδομαδιαῖο φυλλάδιο μέ τίτλο: «Ἡ Ἐκκλησία μου κι ἐγώ», τό ὁποῖο ἀπέστελλε στίς ὀρθόδοξες ἐνορίες τῆς Σουηδίας, τῆς Δανίας καί τῆς Νορβηγίας.  Τά τεύχη αὐτά ἀπήρτισαν ἀργότερα ἕνα τόμο μέ τόν αὐτό τίτλο.  Κάποτε ἐρωτήθηκε ἀπό πνευματικό του τέκνο, ἄν οἱ ἑτερόδοξι θά σωθοῦν. 

«Ἡ ἀπάντησή του ἦταν μεστή σοβαρότητος, ἀγάπης, ταπείνωσης:    ‘‘Δέν ξέρουμε πῶς θά κρίνει ὁ Θεός, ἰδίως αὐτούς πού δέν ἐγνώρισαν τήν Ὀρθοδοξία.  Δέν μᾶς ἐπιτρέπεται νά ἐξετάζουμε τίς βουλές τοῦ Θεοῦ.  Ἕνα ὅμως πρᾶγμα γνωρίζουμε μέ ἀπόλυτη βεβαιότητα.  Ὅτι ἄν ἐμεῖς πού βαπτισθήκαμε καί μεγαλώσαμε Ὀρθόδοξοι ἀφήσουμε τήν πίστη μας καί γίνουμε καθολικοί ἤ προτεστάντες, εἶναι γιά μᾶς κλειστός ὁ Παράδεισος’’»6 (6 «Ἀναμνήσεις ἀπό τόν π. Εὐσέβιο», Γ.Μ.).


Ἀπόσπασμα ἀπό τήν Ἐτήσια Ἔκδοση της
Ι. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
Περίοδος Β΄  Ἔτος 2010 Ἀριθμός 35

σελίδες 28 -32

Διαβάστε περισσότερα πατῶντας στο Έκδοση Όσιος Γρηγόριος

________________________

Ψηφιοποίηση κειμένου Κατερίνα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου