Πέμπτη 11 Μαρτίου 2010

Βατοπαιδινές Κατηχήσεις Γέροντος Ιωσήφ- Κατήχηση 28η -32α

ΚΑΤΗΧΗΣΗ 28η

Η τήρηση του νου και το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας

 


 

Αδελφοί και πατέρες, οφείλουμε να στρέφουμε το νου μας, με όση δύναμη έχουμε, στο σκοπό του αγώνα μας, γιατί αυτός είναι ο κυβερνήτης και κύριος του εαυτού μας. Κατά το λόγιο «νους ορά και νους ακούει». Ο ελεύθερος νους είναι απαραίτητο μέσο για τη γνώση και τήρηση του θελήματος του Κυρίου, γι αυτό και σε μας τους μοναχούς επιβάλλεται, ως καθήκον, η τήρηση του νου. «Σχολάσατε και γνώτε, ότι εγώ ειμι ο Θεός» (Ψαλμ. με, 10) και πάλι: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος εστιν ο αγαπών με» (Ιω. ιδ, 21). Ο «έχων» είναι όποιος με προθυμία ερευνά και μαθαίνει την έννοια των νοημάτων του θείου νόμου. Ο νους, λοιπόν, είναι το κύριο μέσο γι αυτήν την επιτυχία. Το δύσκολο δεν είναι η γνώση των εντολών, αλλά η πονηριά και κακότητα του εχθρού μας, που με δόλο νοθεύει με ακατονόμαστες προφάσεις το πνευματικό μας καθήκον. Μόνο η τήρηση και η προσοχή του νου μας απαλλάσσει από τον κίνδύνο της πλάνης και των υπόλοιπων αφορμών, που προξενούν τα ποικίλα αίτια. Γι αυτό σας θυμίζω συνεχώς να φυλάσσετε το νου με την προσπάθεια της ευχής, ακούραστα. Όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, «νους μη σκεδαννυμένος (όταν δεν διασκορπίζεται) επί τα έξω, επάνεισι (επιστρέφει) μεν προς εαυτόν, δι εαυτού δε προς την περί Θεού έννοιαν αναβαίνει» (Επιστολή β, Γρηγορίω Εταίρω ΕΠΕ τ. α σ. 64). Η ήττα μας δεν προέρχεται από την κακή χρήση των νοημάτων, που προηγούνται στον πλανεμένο νου και ακολουθεί η αμαρτωλή πράξη, που είναι η παράχρηση μέσω των πραγμάτων; Αλλωστε η υγιής και λογική σκέψη δεν είναι το χαρακτηριστικό του ανθρώπου;
Γι αυτό, παρακαλώ την αγάπη σας. Όλη σας η προσπάθεια να αφορά αυτόν τον αγώνα, εάν θέλουμε να κερδίσουμε την πάλη. Ο Κύριος μας υπενθυμίζει οτι «ο μη ων μετ εμού κατ εμού εστι, και ο μη σννάγων μετ εμού σκορπίζει» (Ματ. ιβ, 30). Πως θα είναι συνεχώς μαζί με το Θεό ο μοναχός, χωρίς τη μνήμη και επίκλησή του; Δεν μας παραγγέλλούν οι Πατέρες «μνημονευτέον Θεού η αναπνευστέον» και πάλι, «Ιησού ονόματι μάστιζε πολεμίους»;
Ποιό σκοπό είχε η μαρτυρική προσπάθεια του οσιώτατου Πατέρα μας να αποφεύγει τους ανθρώπους, να ησυχάζει απόμερα, και με βία να κρατά το νου του στο Θεό και τη θεωρία του, πιέζοντας τη φύση σε σκληρούς και απαραμύθητους αγώνες; Θα είμαστε αναπολόγητοι εμείς που καταγόμαστε απ αυτήν τη ρίζα, αν αγνοούμε τη σημασία της τήρησης του νου, που είναι η πρώτη και κύρια βάση και αρχή της πνευματικής ζωής και προόδου!

Η επιμονή μου στην προσοχή τον νου είναι δικαιολογημένη, αφού σ αυτό το σημείο στέκεται όλη μας η ενέργεια και δράση. Ο Παύλος ορίζει ότι οφείλουμε να γνωρίζουμε τα νοήματα των πονηρότατων εχθρών μας. «Ου γαρ τα νοήματα αυτών αγνοούμεν» (Β Κορ. β, 11). Μετά, πως θα δεχτούμε φωτισμό από τη θεία Χάρη, στον οποίο υπάρχει ο θείος ζήλος, από τον οποίο παίρνουμε δύναμη για δράση και ενέργεια; Η έδρα της Χάρης είναι ο νους. Αν ο νους είναι σκοτισμένος ή αιχμάλωτος και εμπαθής, η Χάρη τον αποστρέφεται. Χωρίς τη Χάρη ο άνθρωπος είναι το πτώμα του παλαιού ανθρώπου, το θύμα του αντιστρατευόμενου νόμου της διαστροφής. Τότε επικρατεί η βασιλεία της φθοράς και του θανάτου. Για ποιό λόγο ο Κύριος μας τράβηξε από τον κόσμο; «Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε και ακαθάρτου μη άπτεσθε, καγώ εισδέξομαι υμάς, και έσομαι υμίν εις πατέρα» (Β Κορ. στ, 17). Η έξοδος και ο χωρισμός δεν είναι τοπικός, αλλά τροπικός. Ο νους είναι ο κύριος και αίτιος του νέου τρόπου ζωής, του μοναχικού βιώματος.
Πολλές φορές αναφέραμε τα αποτελέσματα της εργασίας του φωτισμένου νου. Θα αναφερθούμε τώρα στη σημασία της ένωσής μας με τα θεία μυστήρια, που είναι τα μέσα μεταφοράς και ανάβασής μας στις θείες επαγγελίες, όπου και το κέντρο του προορισμού μας.
Πάντοτε να θυμάστε την υπερβολική αγάπη του Κυρίου μας. Δεν μας εγκατέλειψε στο σκοτάδι της αγνωσίας μας, αλλά «όντας ημάς νεκρούς τοις παραπτώμασι σννεζωοποίησε τω Χριστώ, και συνήγειρε και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις» (Εφ. β, 5, 6). Αυτό έγινε μόνο με τη Χάρη των μυστηρίων, που μας δώρισε μέσω της Εκκλησίας ο Κύριός μας. Τα θεία μυστήρια, αν και φαίνονται αισθητά, έχουν υπερφυσικές ιδιότητες. Είναι αισθητοί τρόποι μετάδοσης της Χάρης. Δεν λειτουργούν όμως μαγικά, εάν δεν υπάρχει η πίστη και το κατά Θεό βίωμα.
Το συγκλονιστικώτερο μυστήριο, που ποτέ δεν θα κατανοηθεί ούτε στο παρόν, ούτε στην αιωνιότητα, είναι το πανάγιο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, που η απέραντη και θεοπρεπέστατη παναγάπη και οικονομία του Κυρίου χάρισε στους ανθρώπους.
Στην καθημερινή μας ζωή, η πρακτική εκδήλωση της αληθινής αγάπης, που φανερώνει την ενότητα και επαφή στους συγγενικούς ή σε άλλους υγιείς δεσμούς, εκδηλώνεται με το σεμνό εναγκαλισμό ή το «άγιο φίλημα», κατά τον Παύλο. Ο Κύριος ξεπέρασε αυτούς τους τύπους και τα σύμβολα. Δεν αρκέστηκε στον εναγκαλισμό και το φίλημα, αλλά προχώρησε βαθύτερα στην υποστατική ενότητα με μας. Καταδέχεται να μεταδώσει τον εαυτό του, το πανάγιο σώμα και το αίμα του «εις πάντας αρμούς, εις νεφρούς εις καρδίαν» , ώστε να γίνουμε «σύσσωμοι» και «σύναιμοι» με αυτόν και πρακτικά να λάβουμε μέρος (μεταλάβουμε) στη θεία παναγάπη. Γι αυτό μας αποκαλεί «φίλους» και «αδελφούς» του και μας εισάγει, μέσω του εαυτού του, προς τον Πατέρα και έτσι «ουκέτι εσμέν ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφ. β, 19).
Αν έχουμε συνεχώς στο νου μας το νόημα αυτού του ακατάληπτου μυστηρίου, δεν θα μας χρειαστούν άλλες θεωρίες και βοηθήματα, για τη συνέχιση του σταυροφόρου βίου μας. Πως είναιι δυνατό να περιγραφεί η έμπρακτή του παναγάπη, που με τόσο πατρικό αυθορμητισμό μας εισάγει σε όλο το ένσαρκό του είναι, όταν μας λέει «εγώ ειμι ο άρτος της ζωής. Ο ερχόμενος προς με ου μη πεινάση... ούτος εστιν ο άρτος ο εκ του ουρανού καταβαίνων, ίνα τις εξ αυτού φάγη και μη αποθάνη. Εγώ ειμι ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς. Εάν τις φάγη εκ τούτου του άρτου, ζήσεται εις τον αιώνα. Και ο άρτος δε ον εγώ δώσω, η σαρξ μου εστιν, ην εγώ δώσω υπέρ της του κόσμου ζωής... εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς. Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα, έχει ζωήν αιώνιον... η γαρ σαρξ μου αληθώς εστι βρώσις και το αίμα μου αληθώς εστι πόσις. Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ, καθώς απέστειλέ με ο ζων πατήρ καγώ ζω δια τον πατέρα και ο τρώγων με κακείνος ζήσεται δι εμέ. Ούτος εστιν ο άρτος ο εκ του ουρανού καταβάς... ο τρώγων τούτον τον άρτον ζήσεται εις τον αιώνα» (Ιω. στ, 35 - 58). Ο χριστοφόρος Παύλος λέγει παράλληλα, πάσχοντας όσα γράφει: «Οσάκις γαρ αν εσθίητε τον άρτον τούτον και το ποτηριον τούτο πίνητε, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, άχρις ου αν έλθη» (Α Κορ. ια, 26).
Η περιγραφή, σχεδόν των περισσότερων λόγων του Κυρίου μας, για το υπέρτατο μυστήριο της μετοχής μας στο τίμιο σώμα και αίμα του, αν περιστρέφεται συνεχώς στο νου μας, θα είναι ένα από τα κύριώτερα μέσα της παραμονής μας με τη Χάρη. Η παράταση του θείου ζήλου θα μας συγκρατεί στη φυλακή και τήρηση των καθηκόντων μας, που απαιτούνται ως ολοκλήρωση της ομολογίας, την οποία δώσαμε δύο φορές, στο βάπτισμα και στο σχήμα της κουράς μας, ως μοναχοί.
Όπως προαναφέραμε, τα θεία μυστήρια είναι παντοδύναμα. Αν λείπει όμως η υποταγή μας στην ακρίβεια των εντολών δεν μας βοηθούν, γιατί μετέχουμε τυπικά. Οφείλουμε να συνιστούμε εαύτούς «αξίους της κλήσεως ημών ης εκλήθημεν, μετά πάσης ταπεινοφροσύνης και πραότητος, μετά μακροθυμίας, ανεχόμενοι αλλήλων εν αγάπη» (πρβλ. Εφ. δ,1-2). Και άλλοτε σας ερμήνευσα τη σημασία της συμπάθειας και ανεκτικότητας και πόσο ο Θεός τις αποδέχεται. Αυτό να μην το αμελείτε, γιατί είναι πραγματικότητα ο λόγος του Κύυρίου « εν ω μέτρω μετρείτε μετρηθήσεται υμίν» (Ματ. ζ, 2). Τις πολλές αδυναμίες μας στο θέμα της φιλοπονίας, που οφείλονται στη βιολογική μας αθλιότητα, τις συμπληρώνει, αν προσέχουμε, η συμπάθεια και η αγάπη, αφού ο Θεός μας είναι η αυτοαγάπη και εξευμενίζεται, όταν ανεχόμαστε με αγάπη το συνάνθρωπό μας, όπως ο ίδιος ανέχεται εμάς. Αν η εντολή είναι να αγαπούμε τους εχθρούς, πόση αγάπη πρέπει να δείχνουμε στους ομόψυχους αδελφούς και ομοϊδεάτες και μάλιστα όταν με αυτό το μέσο κάμπτουμε την εναντίον μας θεία δικαιοσύνη;
Στην καταθλιπτική πίεση του άκρατου μετεωρισμού, σας θυμίζω τη λογική άμυνα. Κατάπαυση του μετεωρισμού χωρίς πάλη και άμυνα δεν γίνεται, γιατί δεν προέρχεται αυτός μόνο από τη φαντασία, αλλά και από τον εχθρό διάβολο, ειδικά όταν απουσιάζουν αίτια μέσω των οποίων προκαλεί τις αισθήσεις και τα πάθη. Πέραν της επίμονης θείας επίκλησης και της ευχής, επωφελέστατος τρόπος της ανάσχεσης του μετεωρισμού είναι η ενθύμηση της ζωής του Κυρίου μας και των βιωμάτων των ανά τους αιώνες αγίων μας. Ειδικά των οσίων Πατέρων μας, που είχαν τα ίδια συστήματα και στόχους και άρα και τους ίδιους πολέμους και πειρασμούς.
Όλα αυτά περιστρεφόμενα στη μνήμη μας, ανυψώνουν το ηθικό μας και ενισχύουν την πίστη μας, ώστε να μην παραδεχόμαστε την αποθάρρυνση, που συνεχώς ο διάβολος μας προβάλλει στα διάφορα μας λάθη, που πολλές φορές προκαλεί η απειρία μας. Υπάρχει καλύτερο παράδειγμα καρτερίας από τον Κυριό μας; Τον κοροΐδευαν και τον πείραζαν, όσοι εκτελούσαν τις εντολές του διαβόλου, και αυτός τους ανεχόταν, ενώ μπορούσε να τους καταργήσει μόνο με ένα βλέμμα. Δεν είναι αρκετή η ανεκτικότητα και μακροθυμία του Χριστού μας, για να καταστείλει το θυμό, την οργή ή το πείσμα, όταν μας κυκλώνουν; Για την αναστολή της αντεκδίκησης σ αυτούς που μας πειράζουν δεν είναι αρκετό, όταν ακούμε τον Κυριό μας από το σταυρό να συγχωρεί τους σταυρωτές του;
Ναί, αδελφοί μου. Υπάρχει ανάγκη σοβαρής άμυνας στον αόρατο πόλεμο, που αδιάκοπα μας περικυκλώνει. Προηγείται όμως η ακρίβεια της πρακτικής μας. Να επιμένετε στο πρόγραμμα. Ποτέ μην το παραβιάζετε. Οπως ο μωσαϊκός νόμος διέτασσε να μη γίνονται δεκτά για θυσία ελαττωματικά ζώα, έτσι και στην Πνευματική θυσία δεν πρέπει να γίνονται λειψά δώρα και προσφορές, που είναι οι παραβιάσεις του προγράμματος. Ξεχνάτε με πόση ακρίβεια οι Πατέρες μας τηρούσαν τις εντολές και το πρόγραμμα; Ο αββάς Ποιμήν, όταν πήγε να πει τους λογισμους του, που ήταν τρεις, διήνυσε απόσταση μιας ημέρας. Εκεί ξέχασε να πει τον τρίτο λογισμό. Όταν επέστρεψε στο κελλί του και έβαλε το κλειδί να ανοίξει, θυμήθηκε το λογισμό. Δεν μπήκε μέσα. Γύρισε αμέσως πίσω περπατώντας τόση απόσταση αγόγγυστα, γιατί επρεπε να μείνει ακριβής στο πρόγραμμά του. Τότε τον επαίνεσε ο διορατικός Γέροντας και του προφήτεψε την προκοπή του για την ακρίβειά του. « Ποιμήν» , τον είπε, «αγγέλων ποιμήν και διαβοήσεταί σου το όνομα εν πάση γη Αιγύπτου». Αλλά ήταν μόνο αυτός που κρατούσε ακρίβεια στο πρόγραμμα όλη η στρατιά των Πατέρων μας, αφού γνώριζαν «ότι ουκέτι εαυτοίς ήσαν αλλά τω Κυρίω αυτών» και ζούσαν πάντοτε για την τήρηση των εντολών του;


ΚΑΤΗΧΗΣΗ 29η

Να αποκτήσουμε ελευθερία

 

Αδελφοί και πατέρες, «επ ελευθερία εκλήθημεν» (Γαλ. ε, 13) και άρα οφείλουμε να αναζητήσουμε πρακτικά την ελευθερία, που μας χαρακτηρίζει ως τέκνα Θεού. Ελεύθερος είναι όποιος δεν υποτάσσεται στις ηδονές, σωματικές και πνευματικές. Όποιος έχει ως βίωμα την αυτάρκεια, που ειδικά χαρακτηρίζει το μοναχό, δεν απέχει από το βραβείο της ελευθερίας. Αν θέλουμε να διακρίνουμε τους ανελεύθερους, θα τους βρούμε να ασχολούνται με τον «πλεονασμό», στηριζόμενοι πολλές φορές σε γελοίες προφάσεις.
Κρατώντας αυστηρά την αυτάρκεια, με βάση την πίστη μας στην πατρική πρόνοια του Κυρίου μας, που υπόσχεται « ου μη σε ανώ ουδ ου μη σε εγκαταλείψω» (Δευτ. λα, 6), βαδίζουμε προς την ελευθερία. Η θεία Χάρη, όταν δεν εμποδίζεται από τα μεγάλα πάθη του πλεονασμού και του παράλογου, προχωρεί στο φωτισμό του νου και τη θέρμη του θείου ζήλου, που ως υπερφυσική ενέργεια μας δυναμώνει στον αγώνα της φιλοπονίας. Η δύναμη και επενέργεια του θείου ζήλου ήταν ο παράγοντας που βοηθούσε τους μάρτυρες να ολοκληρώσουν τα επίπονα μαρτύριά τους, τους οσίους τους υπερφυσικούς αγώνες τους και γενικά ό,τι καλό έγινε σ όλη την περίοδο της μαρτυρίας της πίστης μας. Ο σκοπός του αγώνα στην πρακτική ζωή μας είναι η απόκτηση της ελευθερίας μας από την αιχμαλωσία και δουλεία του παράλογου. Αυτό μας παρέδωσε ο Κύριός μας με την παρουσία του.
Η υπακοή του προς τον αρχίφωτο Πατέρα του, ο άψογος χαρακτήρας του, που φαίνεται στην προσωπική πραότητα και σωφροσύνη, και η τέλεια αγάπη του προς τον άνθρωπο, πείθουν για την ολοκληρωμένη εικόνα του υγιούς και ελεύθερου χαρακτήρα.
«Ιδού καιρός ευπρόσδεκτος» (Β Κορ. ς, 12), αδελφοί μου, για τη νόμιμη άθλησή μας. Η υπακοή μας να προσέχουμε να μην είναι κατ ανθρωπαρέσκεια, ούτε κατ ανάγκη. Να έχουμε ζήλο και προθυμία στην προσευχή και την ακολουθία. Να εκτελούμε τη διακονία μας με ευλάβεια και υπευθυνότητα, όχι ως αγγαρεία, αλλά με φόβο Θεού. Να μη γίνονται σπατάλες και ζημιές εις βάρος της μονής. Να τηρείτε την εσωστρέφεια και την ευχή, για να αποφεύγετε την περιέργεια και τη ματαιολογία. Να γίνεται ακριβής αποκάλυψη των λογισμών και των σκέψεων μας στον πνευματικό πατέρα από τον οποίο μαθαίνουμε από που και πως ο αόρατος εχθρός μας πολεμά. Η περιεκτική εγκράτεια να επισφραγίζει ολόκληρη τη δραστηριότητά μας, για να μην παρασυρθούμε από την απάτη της αμαρτίας με τις ποικίλες προφάσεις, που ο Πονηρός έχει απλωμένες σε όλο μας το περιβάλλον. Δεν παραδεχόμαστε τα συναισθήματα σ όσες καταστάσεις μας συμβαίνουν.
Μεγάλη βαθμίδα προκοπής, στο μοναχό, είναι να δέχεται αγόγγυστα και πρόθύμα όσα η αδελφότητα παρέχει, είτε τα αναγκαία πράγματα, είτε αποφάσεις για το πρόγραμμα, μέσω των οποίων επικρατεί η ευταξία και η ειρήνη. Για την εντολή του Κυρίου μας τα αρνηθήκαμε όλα και την προσωπικότητά μας. Πως τώρα μας κυριεύει η πλάνη να εκφέρουμε γνώμη η αντίθεση στην αρμονία ολόκληρου του σύστήματος, που οι Πατέρες μας θεόπνευστα παρέδωσαν; Που είναι μετά οι υποσχέσεις, που δώσαμε στην κουρά μας στο Θεό, ότι τα αφήσαμε όλα και τον ακολουθήσαμε, εάν όλα τα κρίνουμε και τα ελέγχουμε και προκαλούμε ταραχή στους αδύνατους χαρακτήρες;
Εάν η ευσέβεια είναι η μητέρα και το μέτρο της ενάρετης ζωής, οφείλουμε να γίνουμε ευσεβείς. Το δείγμα του ευσεβούς ανθρώπου είναι η αυτάρκεια λόγω της πίστης προς το Θεό, ώστε να μην επιθυμεί τα ξένα πράγματα. Αυτός με τη Χάρη του Χριστού γίνεται πράος και ειρηνικός στο περιβάλλον που βρίσκεται και καμμιά αιτία ή αφορμή του βίου της ταραχής δεν τον απασχολεί. Δεν κρίνει ποτέ κανένα, αφού πιστεύει ότι όλα διοικούνται από την πρόνοια του Θεού και δεν τον ενδιαφέρει εάν ο άλλος είναι απρόσεκτος η πονηρός.
Σε μας τους μοναχούς, αυτό πρέπει να είναι δόγμα στη ζωή μας, αφού η αρχή και η βάση της είναι η πίστη και ουδέποτε η σύγκριση ή η θεωρία. Ο πονηρότατος εχθρός μας, με ευλογοφανείς προφάσεις διεγείρει σε συγκρίσεις και παρατηρήσεις, στην οργάνωση του συστήματος της ζωής μας, για να διασπά τη μεταξύ μας ενότητα και αγάπη. Με τις επικρίσεις και τις κατηγορίες που κάνουμε, προσπαθεί να προκαλέσει την εφαρμογή του πνευματικού νόμου, σύμφωνα με τον οποίο κάθε αδιόρθωτο σφάλμα παιδεύεται από τη δικαιοσύνη του Θεού με πειρασμούς και θλίψεις. «Ει γαρ εαυτούς διεκρίνομεν, ουκ αν εκρινόμεθα. Κρινόμενοι δε υπό του Κυρίου παιδευόμεθα, ίνα μη συν τω κόσμω κατακριθώμεν» (Α Κορ. ια, 31, 32). Στόν κόσμο της αδικίας που ζούμε, πολλά πράγματα φαίνονται στους αδαείς παράλογα, επειδή είναι βασανιστικά στη ζωή. Αυτά δεν δημιουργήθηκαν έτσι από την αρχή. Είναι παράγωγα της φθοράς. Επέτρεψε ο δημιουργός να συνυπάρχουν στη φύση μας κατά θεία οικονομία.
Η φιλάνθρωπη όμως οικονομία του Θεού ανέχεται, ως εξόφληση του χρέους, τη φιλόπονη αντιμετώπιση των θλιβερών συμπτώσεων, εάν με καρτερία δεχόμαστε τις δοκιμασίες. Είναι ποινές για τη χρεοκοπία μας. Επιβλήθηκαν για τις παραβάσεις των θείων εντολών, που έγιναν λόγω της φιλαυτίας, της αδιαφορίας και του αδιάντροπου εγωισμού, που αφθονούν στη ζωή μας.
Όταν επικρατήσουν παράλογα η φιληδονία και η αυταρέσκεια, κατά του ηθικού νόμου της θείας αποκάλυψης, είναι ανάγκη να εξοφληθούν, είτε με ανάλογη εκούσια φιλοπονία, είτε με παράδοση στην ακούσια φιλοπονία των «συμβατικών επιφορών», διάφορων δηλαδή θλίψεων, που η θεία δικαιοσύνη επιβάλλει.
Με σύμβουλο πάντοτε την πατερική νομοθεσία περιγράφουμε τις αρετές και τις κακίες. Δοτήρας και διδάσκαλος των αρετών, ο δημιουργός Θεός. Της κακίας, αμαρτωλότητας και των παθών, ο διάβολος. Καμμιά όμως απ αυτές, αρετές ή κακίες, δεν επιβάλλεται εξουσιαστικά στον άνθρωπο χωρίς τη δική του θέληση. Επομένως για την επικράτηση του ενός ή του άλλου δεν φταίει κανένας, παρά η δική μας εκλογή. Ασφαλώς επιδρούν στη δική μας συγκατάθεση και συνεργασία και οι δυο πλευρές, και της ενάρετης ζωής και της αμαρτωλής, εάν μόνοι μας ανοίξουμε την είσοδο. Με την αγαθή πρόθεση, επίκληση και υπακοή στρεφόμαστε προς το Θεό, για τις αρετές και τη δικαιοσυνη, και με τη φιλαυτία και προδοσία προς τον εχθρό, τον άρχοντα της απώλειας.
Κανένας να μη θεωρεί αίτιους άλλους παράγοντες για την αποτυχία και τους πειρασμούς του, παρά μόνο τη δική του αδιαφορία και αμέλεια. Εγκατέλειψε τις αφορμές και τα αίτια της καλής και ενάρετης ζωής και, από αδιαφορία και λανθασμένη χρήση, οχύρωσε τον εχθρό στον πόλεμο εναντίον του.
Ισχυρά μέσα συμμαχίας υπάρχουν και στις δυο πλευρές. Της ορθής ζωής είναι οι κορυφαίες αρετές έεγκράτεια, υπακοή, ταπείνωση, αγάπη και όσες συνδεόνται με αυτές. Της αισχρής ζωής είναι ο αυταρχισμός, η φιλαυτία και η υπερηφάνεια, που, κατά τους Πατέρες μας, γεννούν τους γίγαντες των κακών. Τη ραθυμία, τη λήθη και την άγνοια, μέσω των οποίων το «κατ εικόνα και ομοίωσιν» θείο κατασκευασμα διαβολοποιείται και χάνεται στο βάθος της απώλειας με τον αρχηγό της.
Γνωρίζοντας την αδυναμία μας, εξαιτίας της διαστροφής του αντιστρατευόμενου νόμου που μας επιβλήθηκε, κρατούμε ως στήριγμά μας την προσευχή και συνεχή επίκληση του πανάγιου ονόματος του Κυρίου μας και αρχίζουμε τη συμπλοκή ειδικά κατά των πρωτοπόρων της κακίας που περιγράψαμε. Κατά της αμέλειας και ακηδίας, παρατάσσουμε τη φιλοπονία, μέσω της υποταγής και υπακοής. Κατά της λήθης, τη μνήμη του Θεού, αλλά και τη μνήμη της δικής μας δημιουργίας και το πως καταντήσαμε μετά την πτώση. Μετά χρησιμοποιούμε το παράδειγμα της ζωής του Κυρίου μας και της θείας παναγάπης, που παρέβλεψε την πρόκληση της προδοσίας και άρνησής μας. Αντί της καταδίκης, μας βράβευσε με την επίγνωσή του και με την εκούσια θυσία του μας δικαίωσε και μας έδωσε την υιοθεσία. Και τέλος χρησιμοποιούμε τα ζωντανά παραδείγματα των Πατέρων μας, που έγιναν μέτοχοι όλων των θείων επαγγελιών και τώρα μας αναμένουν γιατί «ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν, του Θεού περί ημών κρείττον τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσι» (Εβρ. ια, 39, 40).
Η συνεχής μελέτη και στροφή στη θεία Γραφή και αποκάλυψη, αλλά και στον πανάρετο βίο και διδασκαλία του Κυρίου μας, αφυπνίζουν το νου από τον πέπλο του σκοτισμού και της αναισθησίας, που η παρά φύση ζωή μας προκάλεσε και έτσι κτυπούμε την άγνοια.
Με τα κατάλληλα μέσα της διδασκαλίας της ιερής μας παράδοσης, και τα χαρίσματα που προικίστηκε η φύση μας στη θεοειδή της μορφή, θα πολεμήσουμε και θα καταργήσουμε το νόμο του παράλογου εφόσον με τη βοήθεια της θείας Χάρης «πάντα ισχυομεν εν τω ενδυναμούντι ημάς Χριστώ» (πρβλ. Φιλ. δ, 13).
Πόσο χρόνο θα μείνουμε εδώ στην «κοιλάδα του κλαυθμώνος» σε σχέση με την απέραντη αιωνιότητα; Τα αγαθά που θα κερδίσουμε, για τα οποία «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού» και η «μέλλουσα αποκαλυφθήναι δόξα» (Ρωμ. η, 18), που θα κληρονομήσούμε «έτι μικρον όσον όσον», γιατί «ο ερχομενος ήξει και ου χρονιεί» (Εβρ. ι, 37), είναι ασύγκριτα.
Η προθυμία, ο ζήλος, η καταδεκτικότητα, το ταπεινό φρόνημα, η ανεκτικότητα, η φιλαδελφία και όσα εκφράζουν τη μακάρια αγάπη, να είναι το μόνιμο καθήκον μας. Όσοι εργάζονται αυτές τις αρετές ελευθερώνονται από τα πάθη και οι ασθενέστεροι παραδειγματίζονται και σταθεροποιούνται.
Να αποφεύγονται τελείως ξένες ή κοσμικές γνώμες και ιδέες, ιδιαίτερα των συγγενών και μελών της οικογένειας, κατά την εντολή του Κυρίου μας «όστις ουκ αρνείται τους οικείους και λοιπούς ουκ έστι μου άξιος» (πρβλ. Ματ. ι, 37). Επιτυχία του μοναχού εξάλλου είναι η ολοκληρωτική λήθη του παρελθόντος, που δεν πραγματοποιείται ποτέ, εφόσον αυτός συνεχώς αναστρέφεται, με λόγια ή με έργα, με ο,τιδήποτε σχετίζεται με την προηγούμενη ζωή του.
Ξεχνούμε τα παραδείγματα των Πατέρων μας που έκλειναν τα μάτια τους για να αποφύγουν να δουν τα συγγενικά τους πρόσωπα; Ποιος δεν θυμάται τον αββά Ποιμένα και τους αδελφούς του, όταν η γρια μητέρα τους τους επισκέφτηκε; Εάν δεν βιάσουμε λίγο τη θέληση να αντισταθεί στις προφάσεις της δήθεν οικονομίας, πότε θα φτάσουμε στην ακρίβεια, που υποσχεθήκαμε στην κουρά μας;
Ξεχνούμε την ιστορία του αθλητή εκείνου μοναχού, που όταν χρειάστηκε να κρατήσει το χέρι της μητέρας του, για να την περάσει από το ποτάμι, τύλιξε το χέρι του με ύφασμα, για να μη δώσει καμμιά αφορμή στον εχθρό να του δημιουργήσει πόλεμο;
Ο Θεός να ανοίξει τα μάτια της ψυχής μας για να μη νυστάξουμε ποτέ «εις θάνατον». Γένοιτο. Αμήν.


ΚΑΤΗΧΗΣΗ 30η

Ο πνευματικός νόμος

 

Αδελφοί και πατέρες, πάντοτε αναφέρουμε για την αποθάρρυνση, που είναι ένα δόλιο και ισχυρό όπλο του εχθρού κατά των αγωνιστών. Είμαστε δεκτικοί ποικίλων αλλοιώσεων, των οποίων η διάκριση δεν είναι τόσο εύκολη, ειδικά στους νέους μοναχούς. Γι αυτό να αποκαλύπτετε το θέμα στους γέροντες, για ασφαλέστερη διάγνωση. Η τρεπτότητα της φύσης μας μεταπτωτικά είναι η κύρια αιτία των τροπών και αλλοιώσεων, που οι δαίμονες χρησιμοποιούν για να μας παγιδέψουν. Να μη γίνονται τόσο εύκολα πιστευτά τα συναισθήματα, που μας κυριεύουν, γιατί εμείς βαδίζουμε «δια πίστεως». Για μας ισχύει μεταφορικά το λόγιο «ο πιστεύσας και εργασθείς σωθήσεται, ο δε αμελήσας κατακριθήσεται» (πρβλ. Μάρκ. ιστ, 16).
Πολλές φορές ερμηνεύσαμε την ομολογιακή σημασία του καθήκοντός μας. Δεν αγοράζει τίποτε ο Θεός, ούτε εμείς πουλούμε. Ομολογούμε έναντι της πρώτης άρνησης των πρωτοπλάστων. Σε κάθε αφορμή που μας καλεί στο στίβο της άθλησης, οφείλουμε να ομολογούμε ότι «ουκέτι εαυτοίς εσμεν» και επομένως εξετάζουμε με ακρίβεια αν αυτό που συμβαίνει είναι δικό μας θέλημα ή είναι του Θεού. Σ αυτήν την εξέταση βρίσκεται όλη η σημασία της προτίμησης και προσφοράς. Όχι στην ποσότητα και ποιότητα του έργου, αλλά το για ποιον προσφέρεται η θυσία, η υπακοή και η εξάρτηση. Θέλω να προσέξετε αυτήν τη θεωρία για να αθλείτε νόμιμα, γιατί μόνο η νομιμότητα στεφανώνεται.
Η κατάκτηση της ελευθερίας δεν είναι τόσο εύκολη, σε χρόνο και ποιότητα. Αυτή είναι και η παγίδα του εχθρού μας, που προκαλεί την αποθάρρυνση, η οποία ειδικά για μας τους πιστούς είναι τερατώδες και παράλογο ψέμα. Εάν, κατά τη Γραφή, « ως υιοίς υμίν προσφέρεται ο Θεός» (Εβρ. ιβ, 7) και «ου γαρ εκ μέτρου δίδωσιν» (Ιω. γ, 34), που η σύγκριση και η αξιολόγηση και άρα απόρριψη της προσφοράς; Κατά το μέτρο της δύναμης και γνώσης του, ο πιστός αγωνίζεται όχι για να αυξήσει σε μέγεθος την προσφορά ή τη διακονία, αλλά την πίστη προς το Θεό, εξαιτίας της οποίας και υπακούει. Ο Κύριος εξάλλου αποδέχεται κάθε προσφορά, από το «δίλεπτον» μέχρι τα «τάλαντα». Αποδέχεται ισότιμα τον « έσχατον καθάπερ και τον πρώτον».
Που στηρίζεται, λοιπόν, η αποθάρρυνση και τι προβάλλει ο διάβολος, ως δικηγόρος, σαν αποτυχία και ενοχή; Στον Κυριο και Πατέρα μας αμαρτήσαμε, σ αυτόν απολογούμαστε και δεν δεχόμαστε τη μεσιτεία κανενός. Χωρίς όμως το φως της διάκρισης, δεν είναι τόσο απλό το πράγμα. Το λύνει η υπακοή στο Γέροντα, τον πνευματικό οδηγό. Στο κοινοβιακό μας σύστημα δεν έχει η αποθάρρυνση πρόσφορο έδαφος, γιατί τη διαλύει η φιλαδελφία και η αλληλεγγύη, κατά το «αδελφός υπό αδελφού βοηθούμενος». Αλλά η προσοχή δεν πρέπει να απουσιάζει, επειδή η διαβολική πονηριά δεν ελέγχεται τόσο εύκολα. Ο δαίδαλος της μάχης είναι πολύπλευρος και αντιμετωπίζεται με υπομονή.
Αν και όλη η δραστηριότητα του ανθρώπου εξαρτάται από τη θέλησή του, όλα τα ρυθμίζει η πανσωστική πρόνοια του Θεού και δίνει σε κάθε πρόσωπο, όσα σνντελούν στην εκπλήρωση του θείου σχεδίου. Αυτό φανερώνει το «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιω. ιε, 5). Δεν προκαλείται πειρασμός μόνο από την αμέλεια του καλού και την αδιαφορία. Προκαλείται και από την ακρίβεια της αρετής που εφαρμόστηκε. Όπως τη σκια ακολουθεί το σώμα, έτσι και την εφαρμοσμένη αγάπη προς το Θεό ακολουθεί και σφραγίζει η θλίψη. Όπως «πολλαί αι μάστιγες του αμαρτωλού» (Ψαλμ. λα, 10), έτσι και «πολλαί αί θλίψεις των δικαίων» (Ψαλμ. λγ, 19).
Χρειάζεται από μας προσοχή, γιατί κάθε κίνηση αυτού που μετανοεί την παρακολουθεί ο εχθρός και προσπαθεί με κατάλληλα μέσα ή να εμποδίσει την αρετή ή να νοθέψει το σκοπό. Ετσι δεν παίρνει αυτός που μετανοεί την ενέργεια της Χάρης, που είναι το δείγμα ότι ο Θεός αποδέχτηκε την προσπάθειά του. Ο διάβολος γνωρίζει το δίκαιο του πνευματικού νόμου και προσέχει να δει τη νοερή σνγκατάθεση και με βάση το σκοπό που κινήθηκε ο αθλητής της μετάνοιας, Θα του ετοιμάσει παγίδα ή θα του προβάλει αντίσταση.
Αν ηττηθεί από φιληδονία, του γεννάται αμέλεια, γιατί συστέλλεται η θέρμη της Χάρης. Από την αμέλεια έρχεται η λήθη και σ αυτήν την αλλοίωση γίνεται αισθητή η ενοχή. Έτσι ο Πονηρός ωθεί τον αγωνιστή στους πόνους της φιλοπονίας, λόγω του σφάλματος, και τον ταλαιπωρεί, ή πάλι τον ερεθίζει στο γογγυσμό κατά των συμβατικών επιφορών με το «γιατί;» και του κάνει πιο βαρυ το φορτίο.
Πολλοί χρησιμοποίησαν διάφορα μέσα εναντίον των δεινών που ήρθαν, αλλά χωρίς μετάνοια και προσευχή δεν απαλλάχτηκαν. Πολύ ωφέλιμη μέθοδος προκοπής είναι η αγρυπνία και προσευχή, όσο μπορεί κανείς, και η υπομονή των λυπηρών που συμβαίνουν. Όσο τα εργάζεται κανείς αυτά, φωτίζεται από τη Χάρη, αυξάνει στη φιλοπονία και προκόβει.
Σ αυτούς που ισχυρίζονται ότι άδικα υφίστανται δοκιμασίες, οι Πατέρες αναφέρουν. «Αυτός που δεν θέλει να κακοπαθεί, να μη θέλει ούτε να κακοποιεί», γιατί κατά τον πνευματικό νόμο «ο γαρ εάν σπείρη άνθρωπος, τούτο και θερίσει» (Γαλ. ς, 7) και «την δικαιοσύνην του Θεού θαυμάζειν οφείλομεν».
Πάλι μας διδάσκουν οι Πατέρες: «Όπως στους κακοστόμαχους ωφελούν τα πικρά και σκληρά αντίδοτα, έτσι και στους κακότροπους ο Θεός επιτρέπει να πάσχουν κακά, μήπως κινηθούν σε μετάνοια». Το ιερό λόγιο που μας επιτάσσει να αποταχθούμε όλα μας τα υπάρχοντα, για να γίνουμε άξιοι της βασιλείας του Θεού, δεν εννοεί μόνο τα υλικά και αισθητά που έχουμε, αλλά και τα ψυχικά και πνευματικά πάθη, ελαττώματα και συνήθειες, βάσει των οποίων και τα εξωτερικά πράγματα κινούνται.
Ο Παύλος μας υπενθυμίζει ότι «ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται ταις του βίου πραγματείαις» (Β Τιμ. β, 4). Εμάς εννοεί λέγοντας «στρατευομένους» και επομένως δικές μας εμπλοκές δεν είναι τα αισθητά και φαινόμενα, αφού δεν υπάρχουν τέτοια στο μοναστικό μας σύστημα. Εννοεί τα αίτια των παθών και τις συνήθειες, που μας συνοδεύουν από την προηγούμενη ζωή μας. Αυτά μας συνιστά να αποφεύγουμε, όταν τα προκαλούν οι περιστάσεις, για να μπορέσουμε ελεύθεροι να διακρίνουμε και παραμερίσουμε τα πάθη και τις αιχμαλωσίες μας. Εκείνος που παραμελεί αυτήν την προσπάθεια και νομίζει ότι θα απαλλαγεί από την αιχμαλωσία του, μοιάζει με αυτόν που προσπαθεί να σβήσει τη φωτιά ρίχνοντας άχυρα. Κάθε πρακτικής δραστηριότητας προηγείται η σκέψη και ο λογισμός, και άρα σ αυτό το σημείο πρέπει να είναι προσεκτικός όποιος θέλει να κερδίσει.
Λέγουν οι Πατέρες ότι «όποιος ανακατεύει το δικό του θέλημα με δήθεν υπακοή είναι μοιχός» και «δι ένδειαν φρενών απώλειαν τη ψυχή αυτού περιποιείται» (Παρ. στ, 32) και υφίσταται θλίψεις και ατιμίες. Αν και υπενθυμίσαμε αυτήν τη γνώμη των Πατέρων μας και παλαιότερα, πάλι την επαναλαμβάνουμε, αφού συχνά βλέπουμε να εφαρμόζεται το θέλημα, είτε από αφέλεια, είτε από αμέλεια.
Δεν ωφελείται όποιος αποτάχθηκε τα πράγματα και τις αξίες τους και με τη σκέψη και το λογισμό τα περιστρέφει και νοιώθει ηδονή. Αυτός δεν θα προοδεύσει. Ενδέχεται μάλλον να επιστρέψει στην απόκτησή τους, ολικά η μερικά. Ο συνετός αγωνιστής ξέρει να εξαγοράζει τα θλιβερά του παρόντος με τα μελλοντικά αγαθά, που ο Θεός ετοίμασε για όσους με υπομονή ανέχονται τη δικαιοσυνη του.
Πόσο βλάπτει και αυτή η ακοή των ξένων λαθών! Γιατί αν θεληματικά γίνονται παραδεκτά, τότε και οι σκηνές που περιγράφονται, εντυπώνονται στη διάνοια αυτού που τα αποδέχτηκε. Όταν κάποιος ακούσει κακούς ή πονηρούς λόγους, να μην κατηγορεί αυτόν που τους είπε, αλλά τη δική του αμέλεια και προδοσία, που άφησε χώρο ενοχής για να μπουν αυτοί. Τίποτε δεν γίνεται τυχαία, γιατί όλα τα διοικεί με πανσοφία ο Θεός.
Όταν κανείς αγωνίζεται νόμιμα και με προσοχή τα έργα της μετάνοιας και τον κοροϊδεύουν ή τον κατηγορούν, αυτό είναι σημείο προκοπής. Με αυτήν τη μέθοδο ο εχθρός πιστεύει ότι θα χαλαρώσει την προσπάθεια. Η συνέχεια της ομιλίας μας οδήγησε στην υπόμνηση του πνευματικού νόμου κατά τη γνώμη των αγίων Πατέρων μας. Δεν είναι όμως ο δικός μας σκοπός και στόχος η μάθηση και εμπειρία των μυστικών του αόρατου πολέμου και ειδικά του εχθρού μας, που και ο Παύλος ομολογεί ότι του ήταν γνωστά; « Ου γαρ τα νοήματα αυτού αγνοούμεν» (Β Κορ. β, 11).
Με το φωτισμό και τις πρεσβείες των Πατέρων μας και τη συμπαράσταση της Χάρης θα συνεχίσουμε τον αναίμακτό μας αγώνα «αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν» (Εβρ. ιβ, 2)• τον Υιό του Θεού και Θεό μας και σωτήρα, που υπόσχεται όχι μόνο να παραμείνει μαζί μας, αλλά και ότι ετοιμάζει για μας τόπο στη βασιλεία του, ώστε όταν φύγουμε απ εδώ, κατά τη δική του γνώμη και επιταγή, να μας υποδεχτεί.
Με την υπομονή, που αρμόζει στην ιδιότητά μας, θα συνεχίσουμε ο καθένας τη διακονία του εκεί όπου τοποθετήθηκε από τον πνευματικό προστάμενο και Γέροντα και θα κτίσει το πνευματικό τονυ σπίτι με τις κατάλληλες αρετές και καλωσύνες.
Μάλιστα φιλοδοξώ να δω την ευγενική σας άμιλλα, ζήλο και προθυμία, απαυγάσματα της πατερικής μας παράδοσης και κληρονομιάς. «Καυχώμεθα εν Κυρίω» γιατί δεν περιφρόνησε την ευτέλεια και ασημαντότητά μας, αλλά ευδόκησε σε μας «τα μωρά και ασθενή και εξουθενημένα» να χαρίσει την υπέρτατη ευλογία του, ώστε να πολιτογραφηθούμε στον κλήρο της μερίδας των αγίων. Πόση όμως είναι η δική μας ευθύνη να ανταποκριθούμε στη διακονία μας;
Με επίγνωση της θείας παναγάπης και συμπαράστασης του Χριστού μας, δεν θα υπολογίσουμε τα ασθενικά μας μέτρα και σταθμά, αλλά την παντοδύναμη συμμαχία της θείας Χάρης μέσα στο πλήρωμα της οποίας κολυμπούμε. Με ποια δύναμη και ενέργεια απαρνηθήκαμε το οικογενειακό και κοινωνικό μας περιβάλλον, ολόκληρη την προσωπικότητά μας και τις αξίες του κόσμου που γεννηθήκαμε και ανατραφήκαμε και όταν μάλιστα υπάρχουν αδελφοί με σπουδές και δυνατότητες προαγωγής; Και όμως η δύναμη της Χάρης τους απέκοψε, ώστε και τώρα και πάντοτε να γνωρίζουν «εν αισθήσει» , ότι «μείζων ο εν ήμίν ή ο εν τω κόσμω» (Α Ιω. δ, 4). Υπάρχει σαφέστερο και πιο έμπρακτο δείγμα της ενέργειας της Χάρης, όταν τα νιάτα περιφρονούν τη δόξα και την ηδονή; Δεν είναι χειροπιαστό επίτευγμα της Χάρης, το να αρνούνται νέοι άνθρωποι, με αποδεδειγμένες δυνατότητες κοινωνικής προαγωγής, την απόλαυση, την προβολή και την άνεση και να ακολουθούν τη «στενήν και τεθλιμμένην όοδόν» ιού Γολγοθά; Τρανώτατο δείγμα του θρίαμβου της Χάρης είναι όταν προτιμούν οι ηλικίες που σφύζούν από ζωή, τη νηστεία και την κακοπάθεια και χαίρονται τη φτώχεια, την ευτέλεια, την αφάνεια και τη φιλοπονία!


Να, λοιπόν, αδελφοί μου τιμιώτατοι, ότι δεν αναμένουμε κάτι αφηρημένο, για το οποίο αμφιβάλλουμε και ψάχνουμε να το βρούμε. Ήδη κρατούμε στο νου και την καρδιά το βραβείο της Χάρης του Κυρίου μας, που μας προόρισε πριν ακόμη γεννηθούμε. Αν ανταποκριθούμε, όπως ξεκινήσαμε, μας ετοιμάζει και τα μελλοντικά βραβεία της πνευματικής ανόδου, δηλαδή την υιοθεσία, που θα μας απονεμηθεί, εάν υπομείνουμε μέχρι τέλους.

ΚΑΤΗΧΗΣΗ 31η

Η μακάρια υπακοή

 

Αδελφοί και πατέρες, αν και πολλές φορές μιλήσαμε για τη μακάρια υπακοή ως το θεμέλιο του πνευματικού οικοδομήματος της μοναχικής μας ζωής, έκρινα να κάνουμε ξανά μια υπόμνηση στο θέμα αυτό. Η υπακοή είναι το πρακτικό αντίδοτο για την αποθεραπεία μας, αφού η παρακοή έγινε και είναι αφορμή της πτώσης και του δικού μας θανάτου. Και μόνο ότι ο Κύριός μας, στην πανάγιά του κένωση, την υπακοή έθεσε ως θεμέλιο για την ανατροπή της περιεκτικής ανταρσίας και της γενικής αποστασίας, απ όπου και ο θάνατος, δεν χρειάζονται σχόλια.
Εκείνο που ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι η σημασία των τρόπων, όρων και νόμων της εφαρμογής της και πόσο είναι αναγκαία και ωφέλιμη. Ο αββάς Αντώνιος είπε: «υπακοή μετ εγκρατείας υποτάσσει θηρία». Τούτο το συναντούσε τόσο στον εαυτό του, όσο και στους συνασκητές του, οι οποίοι κρατώντας αυτήν την παναρετή δεν πειράζονταν από τα θηρία που ήταν τόσα πολλά στις ερημικές περιοχές που ζούσαν. Στις συγκρίσεις που κάνουν οι μεγάλοι πατέρες μεταξύ των διάφορων πνευματικών αρετών και εργασιών, όλοι προτάσσουν την αρετή της υπακοής και ασφαλώς δεν υπερβάλλουν, αφού ο Κύριός μας αυτήν έβαλε ως θεμέλιο της ανάπλασής μας κατά την επίγεια παρουσία του.
Ποιος άλλος παράγοντας ή ενέργεια ανατρέπει και καταργεί τη διαβολικότητα του αναρχισμού, της ανταρσίας και της άρνησης, όχι μόνο του θείου θελήματος, αλλά και των φύσικών νόμων και των κοινωνικών σχέσεων;
Με την υποταγή και υπακοή ο Κύριος, το πρότυπο της ανάπλασης και ανάστασής μας, συνέτριψε και κατέστρεψε το κέντρο της περιεκτικής διαστροφής, τον εγωκεντρισμό, που είναι το σώμα του θανάτου, η γνήσια μορφή και φύση του αποστάτη εωσφόρου και όλων των μέσων της συντριβής της «λίαν καλώς» δημιουργημένης κτίσης.
Η έκταση του ολέθρου, που ο εγωκεντρισμός προκαλεί σ όσους υποκύπτουν στις καταγέλαστες προφάσεις του διαβόλου, πείθει τους σώφρονες για το ποιος είναι. Όπου επικρατήσει αυτός ο όλεθρος αφανίζεται ολοκληρωτικά και αυτή η φύση. Ο Σατανάς, αν και πάσχει ολόκληρο τον όλεθρο της φύσης του και ζει και κατοικεί μέσα στην απώλεια της αιώνιας κόλασης, πρακτικά δεν μπορεί να μεταβληθεί και να μετανοήσει. Αν και αισθάνεται ότι όσο κακοποιεί περισσότερο κολάζεται, δεν έχει τη δύναμη να παραιτηθεί. Αυτά είναι τα αποτελέσματα του αυταρχισμού και του ωραιοποιημένου αυτονομισμού, του καρπού της γενιάς μας.
Αντίθετα οι ήρωες της υπακοής, χωρίς σκληρούς αγώνες ή κοπιαστικές προσπάθειες, κέρδισαν τη θεία ευλογία και το πλήρωμα της Χάρης και αναδείχτηκαν φίλοι του Θεού και ευεργέτες της κοινωνίας. Μένουν το αναντικατάστατο παράδειγμα της υγιούς προσωπικότητας και της διαρκούς βεβαιότητας των θείων επαγγελιών, όχι μόνο στο μακρινό παρελθόν, αλλά και σήμερα. Όσο η Εκκλησία του Θεού θα συνεχίζει την παρουσία της και οι φίλοι του Θεού ακούραστα θα μας προκαλούν σε αφυπνισμό και εγρήγορση.
Η φύση της υπακοής είναι η ταπείνωση, άρα ο χαρακτήρας του προτύπου της ανάπλασής μας, του Κυρίου μας. Όπως ο ίδιος μας λέει, είναι «πράος και ταπεινός τη καρδία» (Ματ. ια, 29). Μετά τη διαπίστωση ότι «ουκέτι εαυτοίς εσμεν», αλλά «τω υπέρ ημών αποθανόντι και αναστάντι» (Β Κορ. ε, 15), δεν απομένει εκλογή για το τι πρέπει να πράξει ο καθένας, αλλά απόλύτη υποταγή και εξάρτηση στον τύπο της ζωής που επιλέξαμε, για να μην απορριφθούμε.
Η υπακοή υπάρχει και στην περίοδο του μωσαϊκού νόμου, που ήταν η ευσέβεια «εν σκιά και αινίγματι». Ο νόμος όμως της συνείδησης έπειθε ότι η υπακοή είναι το καθήκον των λογικών υπάρξεων για να ισορροπούν.
Σ όλες τις περιόδους της Ιστορίας βρίσκουμε γνωστά και λαμπρά παραδείγματα υποταγής και υπακοής προς το Θεό. Ανθρώπους που έλαβαν τις θείες επαγγελίες πλουσιοπάροχα. Ο Παύλος αναφέρει, στην προς Εβραίους επιστολή του, το πλήθος των πιστών ανθρώπων της Παλαιάς Διαθήκης, που δικαιώθηκαν με πρώτο τον πατριάρχη Αβραάμ. Πόσες φορές πειραζόταν με φαινομενικά παράλογες εντολές; Ουδέποτε όμως διατύπωσε κρίση, ή αντέδρασε όταν εκπειραζόταν, και έτσι πήρε τη σφραγίδα του πραγματικού πιστού και δικαίου και κέρδισε στην αιωνιότητα τις θείες επαγγελίες. Παραδεχόταν το Θεό ως Κύριο του παντός, που είχε εξουσία να προστάξει και αδιαφορούσε ποια ιδιότητα ή σκοπό είχε το πρόσταγμα. Συνειδητοποίησε το καθήκον της εξάρτησης και το ότι η υπακοή αποτελούσε δόγμα στις λογικές υπάρξεις και όχι εκλογή. Δεν θεώρησε παράλογη την προσταγή της θυσίας του μονάκριβού του Ισαάκ, αν και σ αυτόν θα εκπληρώνονταν όλες οι επαγγελίες του Θεού προς τον Αβραάμ! Δεν διατύπωσε κρίση ο δίκαιος, «λογισάμενος ότι εκ νεκρων εγείρειν δυνατός ο Θεός, όθεν αυτόν και εν παραβολή εκομίσατο» (Εβρ. ια, 19). Ποιο άλλο νόημα είχε η υποταγή και εξάρτηση της ζωής των «προ νόμου» δικαίων στα θεία προστάγματα, που ανθρωπίνως θεωρούνταν παράλογα, εάν αυτά δεν ερμηνεύονταν ως υπακοή; Ποιό άλλο νόημα είχαν οι υπεράνθρωπες θυσίες των ηρώων της μωσαϊκής νομοθεσίας, στην οποία απουσίαζε η διαυγής αποκάλυψη του φωτισμού της νέας Χάρης; Δεν ήταν ακόμα γνωστό το δόγμα της ευδοκίας του Πατέρα και δημιουργού Θεού, όπως το αποκάλυψε ο μονογενής του Υιός, «ο ων εις τον κόλπον του Πατρός» (Ιω. α, 18), ότι «εγώ εξ εμαυτού ουκ ελάλησα, αλλ ο πέμψας με πατήρ αυτός μοι εντολήν έδωκε τι είπω και τι λαλήσω» (Ιω. ιβ, 49). Εδώ αποκαλύπτεται ότι το εξαιρετικό μυστήριο της σωτηρίας του κόσμου, αυτή η παρουσία του Υιού του Θεού για την ανάπλαση της κτίσης, θεμελιώθηκε στην υπακοή. Με ποια «φύλλα συκής» θα καλυψουν τη γυμνότητά τους, όσοι με διάφορες προφάσεις παραβιάζουν τη μακάρια υπακοή; Ο Κύριος, το άριστο μέτρο υπακοής, μαρτυρεί ότι «εγώ τας εντολάς του πατρός μου τετήρηκα» (Ιω. ιε, 10).
Ας αναφέρουμε και άλλα παραδείγματα υπακοής της περιόδου του μωσαϊκού νόμου. Το μαρτύριο των επτά αδελφών Μακκαβαίων με τη μητέρα τους και το γέροντα διδάσκαλο Ελεάζαρ, τι άλλο διδάσκει παρά την υπακοή στη θεία εντολή και τη μη παραβίαση της συνείδησης; Και η εντολή δεν αφορούσε δόγμα της πίστης στο θείο πρόσωπο, αλλά σε θέμα νομικής εντολής, που απαγόρευε να τρώνε χοιρινό κρέας. Και όμως οι ήρωες της υπακοής στο θείο πρόσταγμα δεν υπέκυψαν σε συμβιβασμό, αλλά θυσίασαν τη νεανική ζωή τους στη φωτιά.
Οι τρείς « παίδες εν Βαβυλώνι» και ο προφήτης Δανιήλ, για να τηρήσουν την εντολή που διδάχθηκαν από την παιδική τους ηλικία, δεν αντιμετώπισαν φωτιά και θηρία; Για την παρακοή του δεν καθαιρέθηκε ο Σαούλ από το Θεό και καταργήθηκε όλη η γενιά του, αν και προηγουμένως με προσταγή του Κυρίου ο Σαμουήλ τον έχρισε βασιλιά; Δεν υπάκουσε ο ίδιος ο Σαούλ την εντολή για αφανισμό των αλλόφυλων εχθρών, που δόθηκε από το Θεό στο Σαμουήλ, και γι αυτό ο ίδιος ο Προφήτης που τον έχρισε βασιλιά, τον καθαίρεσε. Και όπως μαρτνρεί ο Προφήτης «ιδού ακοή υπέρ θυσίαν αγαθήν» (Α Βασ. ιε, 22).
Επί Ιεροβοάμ στέλλεται Προφήτης για να ελέγξει την ασέβεια του αποστάτη βασιλιά με την εντολή να επιστρέψει στη χώρα του χωρίς να γευτεί τροφή ή νερό. Αποπλανήθηκε ο Προφήτης από κάποιο ψευδοπροφήτη και δέχτηκε λίγη τροφή στο σπίτι του. Για την παρακοή του τον σκότωσε ένα λιοντάρι στο δρόμο, χωρίς να πειράξει το ζώο του.
Τόση είναι η ακρίβεια της υπακοής σε όλη τη Γραφή, που δεν χρειάζεται να αναφέρουμε άλλα παραδείγματα. Το παράδειγμα του πρωτόπλαστου και προπάτορά μας, τι άλλο ήταν παρά αθέτηση της υπακοής με αποτέλεσμα την αποκοπή του από το Θεό και τη ζωή του, και τη μετάπτωση στη φθορά και στο θάνατο; Ούτε η έκφραση της ευαρέσκειας της θείας μεγαλοπρέπειας για την «κατ εικόνα και ομοίωσιν» πλάση του ανθρώπου, μπόρεσε να τον σώσει μετά την παράβαση της υπακοής, αλλά η ποινή της καταδίκης μεταδόθηκε και στα υπόλοιπα δημιουργήματα και παρατείνεται αμετάκλητα, μέχρι της συντέλειας. «Ο Θεός αγγέλων αμαρτησάντων», που ήταν κατά τη Γραφή το ωραιότερο τάγμα, «ουκ εφείσατο, αλλά σειραίς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εις κρίσιν τηρουμένους» (Β Πέτ. β, 4), όχι μόνο τη θέση και αξία, αλλά και τη μορφή διέστρεψε και έγιναν και έμειναν τα φρικαλεώτερα στοιχεία και πλάσματα της κτίσης, αιώνιο εμπόδιο και πειρασμός σε όσους θέλουν να ζουν με ευσέβεια. Χρειάζεται άλλο σχόλιο για παραδειγματισμό των λογικών υπάρξεων, που οφείλουν υποταγή στη θεία εντολή;
Επιστρέφοντας και πάλι στο παράδειγμα του σωτήρα μας Χριστού, που κατά τον ευαγγελιστή «ήρξατο ποιείν τε και διδάσκειν» (Πράξ. α, 1), εμμένουμε στη μίμησή του, αφού και ο Παύλος παρακινεί «μιμηταί μου γίνεσθε καθώς καγώ Χριστού» (Α Κορ. ια, 1) και «ζώ δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. β, 20). Στην περίοδο της Καινής Διαθήκης αξιολογήθηκε το νόημα της υπακοής στο θείο θέλημα και ολόκληρες στρατιές ηρώων και αγωνιστών θυσιάστηκαν στο βωμό της ομολογίας και έχουμε λαμπρά παραδείγματα ακριβούς εξάρτησης και υποταγής, που είναι και ο καθολικός μας προορισμός. Όσοι φρόνιμα και συνετά αρνήθηκαν τη διαστροφή του εγωκεντρισμού και της αποστασίας και υποτάχτηκαν στη θεία εντολή, «έλαβον αυτόν και έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα θεού γενέσθαι» (Ιω. α, 12).
Τα νέφη των μαρτύρων για την ακρίβεια της θείας υπακοής, όχι μόνο για τα δόγματα της πίστης, αλλά και για την ηθική ζωή, δέχθηκαν όλη τη βιαιότητα των διαβολικών επινοήσεων των προδοτών της αλή0ειας. Αφήνω τα νέφη, τα εκατομμύρια των αναίμακτων μαρτύρων, που σε όλη την έκταση της εκκλησιαστικής μας Ιστορίας θριάμβευσαν και έγιναν μέτοχοι των θείων επαγγελιών αλλά και στήριγμα των πιστών. Οι θεόπνευστοι ήρωες της ιερής μας παράδοσης, με πολλά μέσα και είδη φιλοπονίας, προσπάθησαν να ευαρεστήσουν το Θεό, εφαρμόζοντας την πλήρη αυταπάρνηση του δικού τους θελήματος και ειδικά του εμπαθούς μέρους, που είναι ο παλαιός άνθρωπος. Και βρίσκουμε τολμηρά κατορθώματα στην ακρίβεια της φιλοπονίας, για την καθαίρεση της μητέρας του θανάτου ηδονής, που υμνούν την αξία και τη θέση της υπακοής, η οποία είναι μεγαλύτερη από κάθε αγωνιστικότητα.
Η υπακοή, ως απόλυτη αντιγραφή της ζωής του Κυρίου μας, είναι δείγμα και της αγάπης μας προς αυτόν. «Εκείνος εστιν ο αγαπών με, ο έχων τας εντολάς μου, ως υπήκοος προς τον Πατέρα μου, και τηρών αυτάς» (Ιω. ιδ, 21). Στη δική μας ζωή, όταν αποφασίσει κάποιος να κάνει υπακοή, δηλαδή το ξένο θέλημα, αυτού που δίνει την εντολή, αυτό είναι έμπρακτη ταπείνωση. Εφαρμόζοντας την υπακοή τηρεί την εντολή της αγάπης. Και στις δύο αυτές παναρετές επικάθεται το Πνεύμα το Αγιο. Να, λοιπόν, ευκαιρία να αποκτήσουμε τη Χάρη, με το να γίνουμε αληθινά υπάκουοι, όπως έγινε ο Κύριος στον πανάγαθό του Πατέρα.


ΚΑΤΗΧΗΣΗ 32η

Να αποφεύγουμε τα αίτια και να υπομένουμε με καρτερία τις διάφορες θλίψεις

 

Αδελφοί και πατέρες, πάντοτε υπενθυμίζουμε την πατερική διδασκαλία για την αποφυγή των αιτίων και αφορμών που προκαλούν την αμαρτία. Θα ασχοληθούμε στην κατήχηση αυτήν εκτενέστερα, γιατί βλέπω ότι η αδιαφορία στο θέμα αυτό δημιουργεί τα περισσότερα θύματα.
Μαζί με τα άλλα βάσανα που προκάλεσε η πτώση, είναι και η διάσπαση της προσωπικότητας και η επιβολή του αντιστρατευόμενου νόμου του παράλογου. Χάσαμε τη σταθερότητα της δικής μας εμμονής σε ό,τι μας ωφελεί και χρειάζεται. Γινόμαστε θύματα του περιβάλλοντός μας, τόσο των πραγμάτων όσο και των νοημάτων, που με τους λογισμούς και τις παλιές συνήθειες ερεθίζουν τα πάθη. Αρα, πρακτική σωτηρία είναι να μην ξεθαρρεύει κανείς, όταν βρίσκονται κοντά του τα αίτια που προκαλούν. Η Ιστορία μαρτύρει ότι οι περισσότερες αποτυχίες και πτώσεις του ανθρώπου συνέβησαν, όταν πλησίαζε αυτός τα αίτια της αμαρτίας. Αυτό γινόταν όχι μόνο στους ασθενείς και αδύνατους χαρακτήρες, αλλά και στους δυνατώτερους και ικανούς.
Και αυτή η Εύα, που δημιουργήθηκε από το Θεό απαθέστατη, απατήθηκε. «Ωραίος ην και καλός εις βρώσιν ο εμέ απατήσας καρπός», ψάλλει η υμνολογία της Εκκλησίας μας. Γνωρίζοντας τη δική μας τρεπτότητα και αδυναμία αποφεύγουμε όσο το δυνατό τις προκλήσεις των πραγμάτων και νοημάτων του κόσμου και ταυτόχρονα ευχόμαστε προς τον «δυνάμενον σώζειν», να σκεπάσει εμάς τους μοναχούς, από την αποπλάνηση, γιατί μας είναι περιττά τα περισότερα στοιχεία και πράγματα του κόσμου.
Πόσες φορές άκουσα παράλογες γνώμες και προφάσεις αυτών που μπλέκουν με τα αίτια! Πιστεύουν ότι έχουν περισσότερο μισθό από τον αγωνοθέτη, όταν αγωνίζονται και αντιστέκονται σ αυτά! Δεν αποδείχτηκαν όμως αθλητές που νίκησαν, αλλά μάλλον μας προκάλεσαν πόνο και λύπη με τα αποτελέσματα των αγώνων τους.
Η Γραφή συμβουλεύει την αποφυγή των αιτίων. «Μη δώης εις σάλον τον πόδα σου, μηδέ νυστάξη ο φυλάσσων σε» (Ψαλμ. ρκ, 3) και «υπερηφάνω οφθαλμώ και απλήστω καρδία τούτω ου συνήσθιον» (Ψαλμ. ρ, 5). Με προσοχή και ζήλο αποφεύγει ο Προφήτης τις επαφές με αίτια που προκαλούν. Ανθρώπους «εφθαρμένους τον νούν» και επιρρεπείς προς τα πάθη, που μπορούν να μας επηρεάσουν. «Ου προετιθέμην προ οφθαλμών μου πράγμα παράνομον, ποιούντας παραβάσεις εμίσησα. Τον καταλαλούντα λάθρα τον πλησίον αυτού, τούτον εξεδίωκον. Ου κατώκει εν μέσω της οικίας μου ποιών υπερηφανίαν. Λαλών άδικα ου κατεύθυνεν ενώπιον των οφθαλμών μου» (Ψαλμ. ρ, 3, 5, 7).
Στη Σοφία Σολομώντος και τις Παροιμίες, πάρα πολλά παραγγέλματα μας αποτρέπουν από την επαφή των αιτίων. Αντίθετα, μας υποκινούν να πλησιάσουμε τα χρήσιμα και ωφέλιμα αίτια, και μάλιστα πνευματικές αφορμές και πρόσωπα, που μας βοηθούν στην καθαρή και ενάρετη ζωή.
Και στην πατερική διδασκαλία συναντούμε πάρα πολλά και συγκεκριμένα παραδείγματα, που συνιστούν τόσο την προσοχή και αποχή των αιτίων, όσο και την επιδίωξη των χρήσιμων αιτίων και αφορμών για την οίικοδομή μας.
Ο αββάς Ησαΐας συμβουλεύει: «Εάν κάποιος σου λέγει λόγους ανωφελείς, μη θελήσεις να τους ακούσεις, για να μη βλάψεις την ψυχή σου. Μην πεις ότι δεν θα τους παραδεχτώ στην ψυχή μου, γιατί δεν είσαι παραπάνω από τον πρωτόπλαστο Αδάμ, που έπλασε ο ίδιος ο Θεός, με τα χέρια του, τον οποίο δεν ωφέλησε η κακή συνομιλία».
Ο καθηγητής του πνευματικού νόμου, αββάς Μάρκος, διδάσκει να μη δέχεται κανείς πονηριές άλλων, γιατί κατ ανάγκη θα επηρεαστεί από το χαρακτήρα τους. Αναφέρει και το αποτέλεσμα της απροσεξίας μας: «Οταν ακούσεις κακά ή πονηρά λόγια, τον εαυτό σου να κατηγορείς, και όχι αυτόν που τα είπε, γιατί στον πονηρό ακροατή, είναι πονηρός και εκείνος που μιλά».
Αλλος σπουδαίος γέροντας, ο αββάς Αγάθων, στου οποίου την ψυχή πλεόναζε η αγάπη για τους σύγχρονούς του γέροντες, λέγει: «Εάν, αγαπητοί μου, κάποιος είναι πολύ σπουδαίος και μάθω ότι με σπρώχνει σε ελάττωμα, τον αποκόπτω αμέσως». Κάποιος άλλος είπε: «Οφείλουμε να αποφεύγουμε όλους όσους εργάζονται την ανομία, έστω κι αν είναι φίλοι ή συγγενείς, ή έχουν ιερατικό η πολιτικό αξίωμα». Και πάλι είπε: «Δεν συμφέρει να προσκολλόμαστε σε παράνομους, ούτε στην Εκκλησία, ούτε στην αγορά ή να έχουμε κάποια άλλη επαφή». Αλλος γέροντας διακριτικός είπε: «Μην κατοικήσεις σε τόπο όπου έχουν φθόνο ή ζήλεια εναντίον σου, γιατί δεν θα προκόψεις. Όπου υπάρχουν σκάνδαλα, μην κρίνεις τους αιτίους, αλλά κόψε τις σχέσεις μαζί τους». «Με όλους αγάπη να έχεις και από όλους να απέχεις» , λέει ο αββάς Αρσένιος.
Ο αββάς Ισαάκ ο Συρος: «Φίλος μωρός και ασύνετος, είναι ταμείον ζημίας, και καρδίας θλάσις, κάθισμα μετά ασυνέτων. Κρείσσον εστιν οικήσαι μετά θηρίων ή μετά κακώς αναστρεφομένων. Κάθου μετά γυπών ή μετά πλεονέκτου και απλήστου. Γίνου φίλος του φονέως ή του φιλονίκου. Μετά χοίρου (κάθου) ή μετά γαστριμάργου. Κάθου μετά των λωβών ή μεταξύ των υπερηφάνων».
Τα διδάγματα αυτά των πατέρων μαρτυρούν την επίδραση, που προέρχεται από το περιβάλλον του καθενός και μας πείθουν για τη σημασία του λόγου της Γραφής: «Μετά οσίου όσιος έση και μετά ανδρός αθώου αθώος έση, και μετά εκλεκτού εκλεκτός έση, και μετά στρεβλού διαστρέψεις» (Ψαλμ. ιζ, 25).
Μετά και οι γίγαντες της Ιστορίας δεν ήταν θύματα των ποικίλων αιτίων του περιβάλλοντός τους; Από που προέρχονταν οι πόλεμοι, τα μίση, οι συγκρούσεις, οι ανωμαλίες και τα τόσα δεινά που κάνουν τη ζωή μαρτυρική; Αιτία δεν είναι η επικράτηση εμπαθών και αδύνατων ανθρώπων, που επιβάλλουν τα πάθη και τις αδυναμίες τους;
Ένα άλλο θέμα εξίσου ωφέλιμο, γι αυτούς που θέλουν να αθλήσουν νόμιμα, είναι η καρτερία και υπομονή στα εμπόδια ή δεινά που παρουσιάζονται. Ο Κύριος μας υπενθυμίζει ότι «δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού» (Πράξ. ιδ, 22). Και ο Δαυΐδ πάλι λέει: «Πολλαί αι θλίψεις των δικαίων» (Ψαλμ. λγ, 19). Αφού η παρακοή και αποστασία του « κατ εικόνα και ομοίωσιν» ανθρώπου τον απογύμνωσε από τη θεοείδεια με την οποία στην αρχή προικίστηκε, καταδικάστηκε στο θάνατο και τη φθορά. Από τότε απέκτησε τη ροπή και μετοχή στον πόνο, τη θλίψη, στη δυσκολία της περιπέτειας, που ο Θεός του αιώνα τούτου, ο διάβολος, δικαιωματικά του ετοιμάζει. Το επιτίμιο που δόθηκε μετά την παρακοή ήταν «αυτός σου τηρήσει την κεφαλήν και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν» (Γέν. γ, 15), που συμβολίζει την αδιάκοπη δημιουργία θλίψεων, εμποδίων, σκανδάλων και αποτυχιών. Αυτό ερμηνεύουν και τα λόγια του Κυρίου «ότι ανένδεκτον του μη ελθείν τα σκάνδαλα» και πάλι « ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσι» (Ιω. ιε, 20) και « έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά μου» (Ματ. ι, 22) και πάλι, «πάτερ δέδωκα αυτοίς το όνομά σου και ο κόσμος εμίσησεν αυτούς» (Ιω. ιζ, 14) και το σπουδαιότερο από όλα ότι «ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν προσφέρειν τω Θεώ» (Ιω. ις, 2).
Όσα αναφέραμε αποκαλύπτουν το μυστήριο της σταυροφόρου μας διαγωγής και άθλησης, που είμαστε υποχρεωμένοι ως μαθητές και οπαδοί του Κυρίου να διανύουμε αγόγγυστα και πρόθυμα, για να ακούσουμε εκείνη την ημέρα το «εύγε», που ανήκει στους αγαθούς και πιστούς υπήκοους της Χάρης και άρα της αιώνιας ζωής.
Θα προσθέσουμε μερικές εικόνες και περιστατικά του παρελθόντος από τα βιώματα των εναρέτων και φίλων του Θεού. Βρίσκουμε στο μακρινό παρελθόν το δίκαιο Ενώχ, που ενώ ζούσε σε περίοδο και γενιά διεφθαρμένη, δεν επηρεάστηκε, ούτε πρόδωσε την ευσέβεια προς το Θεό και το ήθος. Για την υπομονή του αυτή, τον μετέθεσε ο Θεός χωρίς να γνωρίσει το φυσικό θάνατο. Μετά βρίσκούμε το Νώε, που τον ανέδειξε ο Θεός δεύτερο γενάρχη μετά τον κατακλυσμό, και του οποίου η δίκαιη ψυχή βασανιζόταν καθημερινά από τα άνομα έργα που έβλεπε, χωρίς όμως να υποκύψει στην ασέβεια. Δεν συναντούσε δυσκολίες ο δίκαιος από τόσο διεφθαρμένο κόσμο, για του οποίου την ολοκληρωτική διαστροφή, ο ίδιος ο Θεός εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του; « Ου μη καταμείνη το πνεύμά μου εν τοις ανθρώποις τούτοις... δια το είναι αυτούς σάρκας» (Γέν. στ, 3). Ο δίκαιος Λώτ, αποδείχτηκε ήρωας μεγάλης καρτερίας και υπομονής, ζώντας σε μια κοινωνία γεμάτη κτηνωδία και βαρβαρότητα, χωρίς να γογγύσει και χωρίς να προδώσει τις αρχές του. Τι να πούμε για τον πολύαθλο Ιώβ, τον ακατάβλητο μάρτυρα της παγκόσμιας Ιστορίας και μάλιστα σε περίοδο σκιας και αινιγμάτων, πριν τη Χάρη; Και μόνο η περιγραφή της μαρτυρίας αυτού του ήρωα, γεμίζει τη ζωή του καθενός σ όποιο στάδιο και θέση κι αν βρίσκεται. Πως να περιγράψουμε την καρτερία του πατριάρχη Αβραάμ, που από την εισαγωγή του στη θεία επίγνωση και πίστη, μόνο δοκιμασίες συναντούσε!
Πόσες φορές αναγκάστηκε, όταν ο Θεός τον δοκίμαζε με τόσο σκληρό τρόπο, να αρνηθεί ακόμα και το ότι η Σάρρα ήταν νόμιμη σύζυγός του! Δεν γόγγυσε όμως κατά της πατρικής πρόνοιας του Θεού. Το ύψος της καρτερίας και υπομονής του φανερώθηκε στην προσφορά του μονάκριβου παιδιού του, που αγόγγυστα αποδέχτηκε. Μετά ο Ιακώβ. Οι δοκιμασίες του είναι όπως του Ιώβ. Αγόγγυστα και με πίστη ανταποκρίθηκε χωρίς να διαμαρτυρηθεί και γι αυτό καταξιώθηκε να μετονομαστεί σε «Ισραήλ», δηλαδή «νους που βλέπει το Θεό».
Δεν μας φθάνει ο χρόνος να διηγούμαστε για τους βίους και τη ζωή των ηρώων της περιόδου της Π. Διαθήκης. Δεν θα χρειαστούμε υπομνήσεις από την περίοδο της Χάρης, για την εκούσια ομολογία της υπομονής και καρτερίας των φίλων του Θεού, που αγόγγυστα υπέμειναν κάθε πειρασμό και δοκιμασία, χωρίς ποτέ να προβάλλουν, όπως η δική μας γενιά, την κατάρα του «γιατί;»!
Δεν δικαιούνταν σαν άνθρωποι να κάνουν συγκρίσεις, να εκφράσουν παράπονα και να προβάλουν απαιτήσεις; Δεν το έκαναν. Πίστευαν ότι ο Θεός ποτέ δεν κάνει λάθος και ότι όλα εξαρτώνται απ αυτόν με πάνσοφο και θεοπρεπή τρόπο.
Ποιον να σκεφτούμε από τους παλιούς δικαίους και προφήτες και να μη συγκλονιστούμε από την καρτερία τους στους βάρβαρούς και απάνθρωπους διωγμούς και τις περιπέτειες που συναντούσαν; Οι βίοι των προφητών είναι ένα συνεχές μαρτύριο και μια αδιάκοπη ομολογία. Μαρτύριο, όχι μόνο από αλλόφυλα έθνη, αλλά και από τους ίδιους τους ομοεθνείς τους και τους ηγέτες του λαού τους, για τους οποίους προσεύχονταν και προφήτευαν. Οι εξορίες, οι διωγμοί, οι φυλακίσεις, τα μαρτύρια, που περιέχει ο σταυροφόρος δρόμος της κατά Θεό ομολογίας, ήταν τα καθημερινά τους βιώματα. Ουδέποτε όμως λύγισαν ή έχασαν το θάρρος τους, ούτε εγκατέλειψαν την ευσέβεια και τη λατρεία του Θεού.
Η ικανότητά μας δεν φτάνει να περιγράψουμε τον προφήτη Δαυΐδ, για τον οποίο ο Θεός ομολόγησε ότι « εύρον Δαυΐδ τον του Ιεσσαί, άνδρα κατά την καρδίαν μου» (Πράξ. ιγ, 22). Πράγματι, μόνο ο χαρακτηρισμός αυτός αποκαλύπτει ότι ο γίγαντας αυτός ήταν γέννημα θεοειδούς καρδιάς και πρόθεσης. Για να φανεί τόσο αλύγιστος και ακριβής στην προς το Θεό ευσέβεια και πίστη, θα αναφέρεται σαν παράδειγμα στο παρόν και στο μέλλον. Έτσι θα συγκινεί τη δική μας χλιαρότητα και προδοσία, που είναι αφορμή των συνεχών μας πειρασμών. Βρισκόμαστε σε κατάπτωση και ακαταστασία, και ως πρόσωπα και ως έθνος, και ποιος γνωρίζει τι μας ετοιμάζει η ραθυμία μας!
Το θέμα μας πάντως είναι η υπομονή και καρτερία στους πειρασμούς, που θα μας αποδείξουν κατά Θεό δόκιμους. Γένοιτο. Αμήν.





 
Βατοπαιδινές Κατηχήσεις (Ψ.Β. 10) ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ 
 ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ  

Εκδότης: Ι.ΜΕΓΙΣΤΗ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ  

Χρονολογία Έκδοσης: 1999 ISBN: 9607735145  

Διάθεση εκδόσεων Σταμούλη €10,97

 

 

 

 

 

Κατηχήσεις :




ΙΑΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ.285    
ΣΥΝΗΘΙΣΕ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ ΝΑ ΛΕΕΙ "ΣΥΓΧΩΡΗΣΟΝ".293
ΤΟ "ΥΠΟΠΙΠΤΟΝ ΦΡΟΝΗΜΑ".301
"ΝΗΨΑΤΕ, ΓΡΗΓΟΡΗΣΑΤΕ".309    
ΠΡΟΘΥΜΩΣ ΑΝΑΒΑΙΝΕΤΕ.317   
"ΙΔΕ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΙΝ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΠΟΝ ΜΟΥ"325    
"ΕΞΟΜΟΛΟΓΕΙΣΘΕ ΤΩ ΚΥΡΙΩ".333


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.