« Ὁ σκοπός μας, ὁ προορισμός μας» ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος «εἶναι νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ χάριν, νὰ ὁμοιωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ τὸν Τριαδικό, νὰ γίνουμε ἕνα μ΄ Ἐκεῖνον καὶ μεταξύ μας. Αὐτὰ οἱ ἄλλες θρησκεῖες δὲν τὰ γνωρίζουν.
Ὁ ἀπώτερος σκοπὸς τῆς θρησκείας μας εἶναι τὸ “ἵνα ὦσιν ἕν”. Ἐκεῖ ὁλοκληρώνεται τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ θρησκεία μας εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἔρωτας, εἶναι ἐνθουσιασμός, εἶναι τρέλα, εἶναι λαχτάρα τοῦ θείου. Εἶναι μέσα μας ὅλ΄ αὐτά.
Εἶναι ἀπαίτηση τῆς ψυχῆς μας ἡ ἀπόκτησή τους»[1]. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀγαπήσει τόν Θεό, ἄν δέν γίνει ἀληθινός Χριστιανός, ἀρρωσταίνει ψυχικά καί ζεῖ μέσα στή μελαγχολία κάι τήν κατάθλιψη (ὅπως δίδασκε ἐπίσης ὁ Γέροντας Πορφύριος) διότι δέν ἱκανοποιεῖ τήν βαθύτερη ἀπαίτηση τῆς ψυχῆς του, τίς φυσικές καταβολές του: τό «καθ’ ὁμοίωσιν», δηλ. τό νά ὁμοιάσει μέ τόν Θεό.
Ἡ
ὀρθόδοξη χριστιανική ἀγωγή τῶν παιδιῶν, ὄχι μόνο δέν εἶναι ἀντίθετη ἤ
ξένη πρός τίς φυσικές καταβολές τοῦ παιδιοῦ, ἀλλά ἀποτελεῖ κατ΄ ἐξοχήν
θετική ἐνέργεια, πού ἀνταποκρίνεται στό βαθύτερο εἶναι τοῦ παιδιοῦ (στήν
ὀντολογία του) καί στόν προορισμό του: τό «καθ’ ὁμοίωσιν». Γι΄ αὐτό ἡ
χριστιανική ἀγωγή θεωρεῖται ἀναγκαία πράξη.
Μόνο
μέ τήν σωστή ἀγωγή τό παιδί θά καλλιεργηθεῖ, θά ἀναπτυχθεῖ, θά
καρποφορήσει τήν ἀρετή καί θά ἐπιτύχει τήν θέωση πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς
ζωῆς του καί τῆς ζωῆς ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἄνθρωπος, τό κάθε παιδί εἶναι
«κεκελευσμένος θεός», εἶναι δηλ. προορισμένος νά γίνει κατά χάριν Θεός.
Σ’ αὐτό πρέπει νά βοηθηθεῖ ἀπό τούς γονεῖς καί τό εὐρύτερο περιβάλλον
του.
Ὅταν
λοιπόν, οἱ γονεῖς βοηθοῦν τό παιδί στό νά πραγματώσει τήν ἀρετή καί ἐν
τέλει νά «πάθει», σύμφωνα μέ τήν ὁρολογία-θεολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων,
τήν θέωση, κάνουν αὐτό πού εἶναι σύμφωνο μέ τήν φύση του καί μέ τόν
προορισμό του.
Δέν
κάνουν κάτι ἀντίθετο, οὔτε τοῦ δεσμεύουν τήν ἐλευθερία, ὅπως λένε
κάποιοι ἐξυπνάκηδες: «Ἀφῆστε το παιδί ἐλεύθερο νά διαλέξει μόνο του, μή
τοῦ λέτε τίποτα». Εἶναι λάθος αὐτό. Θά πρέπει νά τό διδάξουν αὐτά τά
ὁποῖα εἶναι σύμφωνα μέ τήν θεόμορφη φύση μας, μέ τό «κατ’ εἰκόνα», πού
ἔχουμε μέσα μας καί τό «καθ’ ὁμοίωσιν», πού καλούμαστε νά ἐπιτύχουμε.
Θά
πρέπει νά εἴμαστε ἐνάρετοι, θεούμενοι, ἑνούμενοι συνεχῶς μέ τόν Θεό.
Δηλαδή νά εἴμαστε ἁγνοί, νά εἴμαστε ταπεινοί, νά εἴμαστε συγχωρητικοί,
νά εἴμαστε ἀγαπητικοί. Νά μήν βλέπουμε τόν ἄλλο σάν ἐχθρό, ἀλλά σάν
ἀδελφό. Νά τόν ἀντιμετωπίζουμε ὄχι σάν ἀνταγωνιστή, ἀλλά σάν ἕναν
συμπορευτή στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὅλα τά ἀνωτέρω, ὅλον τόν Θεῖο Νόμο, ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ θά πρέπει νά τά διδάξει ὁ γονιός στό παιδί, νά τό κατηχήσει.
Ἄς
τοῦ τονίσει ὅτι: «Αὐτό εἶναι τό φυσικό σου παιδί μου, αὐτός εἶναι ὁ
προορισμός σου καί ἔτσι πρέπει νά πορευθεῖς». Ἡ διδαχή τῆς Πίστης δέν
εἶναι καταπίεση. Ἀντίθετα εἶναι φωτισμός τοῦ νοῦ, ἀπομάκρυνση τῆς
ἄγνοιας καί τῆς λήθης, καθῆκον πού ἐπιβάλλει στούς γονεῖς ὁ ἴδιος ὁ
Θεός.
Ἐδῶ
εἶναι τό θεμέλιο τῆς ἀγωγῆς: νά διδάξουν οἱ γονεῖς στό παιδί τί εἶναι ὁ
Θεός, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πῶς εἴμαστε φτιαγμένοι, ποιός εἶναι ὁ
προορισμός μας, γιατί ὑπάρχουμε, πῶς πρέπει νά βλέπουμε τούς ἄλλους.
Εἶναι
ἔλλειψη ἀγάπης τό νά μην κάνουμε καμμιά ἀγωγή. Κάποιοι δυστυχῶς ἐν
ὀνόματι τῆς κακῆς ἐλευθερίας, τό ὑποστηρίζουν λέγοντας:
-Ἄφησε τό παιδί νά ἐκφραστεῖ ἐλεύθερα καί μήν τοῦ λές τίποτα.
Ἀρχίζουν
τότε τά παιδιά νά κάνουν ὅλα τά διεστραμένα καί τά διαβολικά. Ὅ,τι τά
«φωτίσει» ἤ μᾶλλον ὅ,τι τά σκοτίσει ὁ «ἔξω ἀπό ἐδῶ». Καί τούς λένε οἱ
«μοντέρνοι παιδαγωγοί»: «Ἄφησέ τό, τό παιδί, ἔτσι μαθαίνει».
Θά
πρέπει νά χτυπήσει τό κεφάλι του, νά κινδυνεύει νά βγάλει τό μάτι
του... γιά νά μάθει τί; Ὅτι δέν ἔπρεπε νά κάνει αὐτά πού ἔκανε.
Ὄχι
αὐτό δέν εἶναι σωστό. Θά πρέπει νά τό βοηθήσουν τό παιδί, νά τό
προφυλάξουν, νά τό περιορίσουν λίγο, νά τοῦ ποῦν ποιό εἶναι τό νορμάλ,
ποιό εἶναι τό φυσιολογικό, ποιά εἶναι ἡ Χριστοφυσιολογία του.
Ἀπό
ἐκεῖ καί μετά (ἰδίως ἀπό τήν ἐφηβεία καί κατόπιν), εἶναι δικό του θέμα,
ἄν θά ἀκολουθήσει τίς συμβουλές τῶν καλῶν γονέων του (τίς ἐν Χριστῷ
προδιαγραφές του) ἤ ὄχι.
Ὡς τότε ὅμως θά πρέπει νά βοηθηθοῦν, νά κατηχηθοῦν.
Ἐδῶ εἶναι τό λάθος πολλῶν γονέων, πού δέν μιλᾶνε στά παιδιά. Λένε:
-Ἄφησέ τα τά παιδιά, ὅταν μεγαλώσουν θά καταλάβουν.
-Δέν θά καταλάβουν τίποτα.
Τώρα
(μέχρι τήν ἡλικία τῶν 10-11 ἐτῶν) πρέπει νά διδαχθοῦν, ποιό εἶναι τό
σωστό. Ἄς μήν νομίζουμε ὅτι δέν καταλαβαίνουν. Καταλαβαίνουν πολύ
καλά.
Εἶχαν
ἔρθει μερικά παιδάκια στό Ἅγιο Ὅρος καί τούς εἶπα λίγα λόγια γιά τήν
ταπείνωση. Τά κατάλαβαν πάρα πολύ καλά. Καί αὐτό συμβαίνει διότι ἡ
ταπείνωση καί γενικότερα ἡ ἀρετή εἶναι μέσα στό εἶναι μας, ἀπό τήν
στιγμή πού βαπτιστήκαμε.Εἶναι τό φυσικό μας καί αὐτό πρέπει νά
φανερώνουμε καί νά βιώνουμε
Ὁ
ἐγωισμός εἶναι τό παρά φύσιν. Εἶναι τό διεστραμμένο. Καί πρέπει νά
κάνει κάποιος προσπάθεια στήν ἀρχή, γιά νά κάνει τό κακό. Μετά βέβαια,
ὅταν θά τό συνηθήσει, τοῦ βγαίνει σάν φυσικό καί λέει:
-Ἐγώ πιά δέν μπορῶ νά ἀντισταθῶ, ἔτσι μοῦ «βγαίνει».
-Ναί,
σοῦ «βγαίνει» τώρα, γιατί ἔχεις ἀρρωστήσει ἀπό μικρός. Ἀλλά στήν
περίπτωση, πού θά εἶχες πάρει τήν σωστή γνώση, τήν σωστή διδαχή, τή
σωστή ἀγωγή, τώρα δέν θά μποροῦσες εὔκολα, νά εἶσαι ἐγωιστής. Δέν θά σοῦ
«ἔβγαινε» νά εἶσαι ὑπερήφανος, νά εἶσαι πεισματάρης, νά θέλεις νά
λοιδορήσεις τόν ἄλλον, νά τόν εἰρωνευτῆς.
Βλέπουμε
πολλές φορές κάτι μικρά παιδάκια καί ἔχουν μιά μεγάλη ἀσέβεια, μιά
τρομερή ἀναίδεια, μιά πολύ ἄσχημη «γλῶσσα», μιά ἀπεριόριστη αὐθάδεια...
καί ἀναρωτιόμαστε:
-Πῶς ἔγινε αὐτό τό παιδάκι ἔτσι;
-Ἔγινε
ἀκριβῶς ἐξ αἰτίας τῆς ἀφροντισιᾶς, τῆς ἀδιαφορίας τῶν γονέων. Τό
παιδάκι δέχτηκε κάποια στιγμή μία δαιμονική πρόκληση, πῆρε ἕνα τέτοιο
κακό μάθημα ἀπό τό περιβάλλον (νηπιαγωγεῖο, τηλεόραση, οἰκογενειακός
περίγυρος) καί τό μιμήθηκε. Εἶπε τήν κακιά λέξη, καί ἀμφότεροι, ὁ
μπαμπάς καί ἡ μαμά δέν ἀντέδρασαν. Ἴσως καί νά γέλασαν κιόλας
ἐπαινετικά, σκεπτόμενοι: «τό παιδί μας πρόκοψε». Ἐνῶ ἔτσι τό παιδάκι
ἄρχισε νά διαστρέφεται καί θά τό ἐπαναλάβει.
Ἕνας
ἀπό τούς πιό «ἀποτελεσματικούς τρόπους» γιά νά καταστρέψετε τά παιδιά
σας, ἔλεγε κάποιος, εἶναι αὐτός: Ὅταν ἀρχίσουν νά λένε παλιοκουβέντες,
ἐσύ ὁ γονιός νά τά ἐπαινέσεις, νά χαμογελάσεις, νά τά ἐπιβραβεύσεις
δηλαδή. Εἶναι ἕνας πολύ «καλός τρόπος» γιά νά τό καταστρέψεις.
Οἱ
γονεῖς μέ τήν ἁρμονική καί εἰρηνική ζωή τους, δημιουγοῦν τό
ἀναντικατάστατο φυσικό περιβάλλον γιά τήν ἐπιτυχή ἄσκηση τῆς
θρησκευτικῆς ἀγωγῆς τοῦ παιδιοῦ καί τήν ἀνάπτυξη τῆς ὀρθόδοξης
θρησκευτικῆς του συνείδησης.
Ἡ
θρησκευτικότητα εἶναι ἔμφυτη στόν ἄνθρωπο. Ἡ ροπή πρός τόν Θεό, ἡ
ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ εἶναι μέσα μας, δοσμένη ἀπό τόν Δημιουργό, ὑπαρξιακή
μας ἀνάγκη. Ἀλλά θά πρέπει νά καλλιεργηθεῖ κιόλας καί νά κατευθυνθεῖ τό
παιδί στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τήν μόνη ἀληθινή Ἐκκλησία, πού εἶναι τό
σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας. Ἐκεῖ τό παιδί θά πρέπει νά ἐνταχθεῖ καί νά
παραμείνει ὡς ζωντανό μέλος Της βοηθούμενο ἀπό τήν ὀρθή διδασκαλία καί
τή ὀρθή ζωή (μυστηριακή καί ἀσκητική) τῶν γονέων του.
[1]Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, στ’ ἔκδοση, Χανιά 2005, σελ. 206
[1]Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, στ’ ἔκδοση, Χανιά 2005, σελ. 206
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.