Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Ἡ Εὐθύνη τῆς ἐπιλογῆς μας. Ἐπίλογος. (τελευταῖο κείμενο βιβλίου)

ΙΕΡΟΝ ΚΕΛΛΙΟΝ
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΠΟΥΡΑΖΕΡΗ
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΜΑΣ 
Κεφάλαιο Γ΄ 
 
«Ἐπίλογος» 
(σελ. 231- 235)

Γιά νά διαβάσετε ὅσα ἔχουν δημοσιευτεῖ πατῆστε
           ____________________________________

                                  Βιομετρικά διαβατήρια
                                  Ἡλεκτρονικές ταυτότητες
                                   666
                                   Bar code
                                   RFID
                                   Smart cards
                                   Ἐμφυτευόμενα μικροτσιπς


«Ἐπίλογος» 


 θεοπτικώτατος Ἰεζεκιήλ, αἰχμάλωτος σέ μία πόλι τῆς περιοχῆς Βαβυλῶνος, μετέδιδε μέ λόγους, μέ συμβολικές πράξεις, ἀλλά καί μέ τήν εὔγλωττη σιωπή του τό θέλημα τοῦ Κυρίου στούς συνεξορίστους του Ἰουδαίους.  Τό κήρυγμα τῆς μετανοίας πού τούς ἀπηύθυνε ἦταν γεμᾶτο πάθος καί δύναμι.  

 Πολλά ἦσαν τά θεῖα ὁράματα πού ἀξιώθηκε νά ἰδ.  Μέ τό περίφημο ὅραμα τοῦ Χερουβικοῦ  Θρόνου καί ἅρματος τοῦ Θεοῦ  ἀρχίζει τό βιβλίο  του καί μέ τό ἐντυπωσιακό ὅραμα τοῦ νέου Ναοῦ τῆς ἐνδόξου Ἱερουσαλήμ τό κατακλείει.  Ἡ γλῶσσα τοῦ προφήτου εἶναι πολλές φορές «ἀποκαλυπτική»΄ πολλές εἰκόνες καί φράσεις του τίς συναντᾶμε κατόπιν καί στήν Ἀποκάλυψι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.

Τό προφητικό ὅραμα, πού περιέχεται στό θ΄ κεφάλαιο τοῦ βιβλίου του, εἶναι ὁ ἔσχατος λόγος τῶν ἐσχατολογικῶν προβληματισμῶν μας.  Οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν γίνει εἰδωλολάτραι, βεβήλωναν τό Ναό τῶν Ἱεροσολύμων προκαλώντας μέ θράσος τόν Θεό.  Ἡ ἀσέβεια εἶχε φθάσει στό ἀποκορύφωμα της.  Δέν ὑπῆρχε ἐλπίδα μετανοίας καί ἐπιστροφῆς. 
Ἡ χῶρα, πού εἶχαν λάβει ὡς κληρονομία ἀπό τόν Θεό, γέμισε ἀπό ξένα μιάσματα παρανομίες. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς «ἥκει τό πέρας», δηλαδή ἔφθασε τό τέλος (Ἱεζ. 7,3).  Εἶναι ἡ ὥρα τῆς θείας δικαιοσύνης. «Οὐ φείσεται ὁ ὀφθαλμός μου ἐπί σέ, οὐδέ μή ἐλεήσ...» (7,8).  Καί πάλι μέ ἔμφασι ὁ Κύιρος διά τοῦ προφήτου λέγει: «Καί ἐγώ ποιήσω αὐτοῖς μετά θυμοῦ» (8,18).  Δέν ὑπῆρχαν ἄλλα περιθώρια ἀνοχῆς, διότι ἦσαν ἀμετανόητοι οἱ ἔνοχοι Ἰουδαῖοι.

Οἱ ἐκτελεσταί τῆς θείας τιμωρίας ἦσαν ἕξι ἄνδρες πού κρατοῦσαν ὁ καθένας στό χέρι του ἕναν πέλεκυ.  Στό μέσον τους ὑπῆρχε κάποιος ἄλλος ἄνδρας, ἄοπολος, ὁ ὁποῖος φοροῦσε «ποδήρη χιτῶνα», καί εἶχε ζωσμένη τή μέση του μέ ζώνη κατασκευασμένη ἀπό πολύτιμο λίθο σάπφειρο.  Εἰσῆλθαν στό Ναό τῶν Ἱεροσολύμων καί ἡ «δόξα» τοῦ Θεοῦ, ἡ λάμψι δηλαδή πού ἦταν σύμβολο τῆς θείας παρουσίας, ἀπό τό Χερουβικό ἅρμα της ἦλθε καί ἔδωσε ὁδηγίες πρῶτα στόν ἄοπλο ἄνδρα.  Τοῦ εἶπε νά περάσ μέσα ἀπό  ὅλη τήν Ἱερουσαλήμ καί νά βάλ τό «σημεῖον» στά μέτωπα ὅλων ἐκείνων πού στέναζαν πολύ καί πονοῦσαν ὑπερβολικά γιά τίς ἀσέβειες καί παρανομίες πού διεπράττοντο μέσα στήν πόλι ἀπό τούς ἀποστατήσαντες Ἰουδαίους. 
Ἔκλαιαν καί πενθοῦσαν γιά τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων.  Κατόπιν ὁ Θεός ἔδωσε ὁδηγίες στούς ἕξι ἄνδρες.  Πηγαίνετε, εἶπε, πίσω ἀπό τόν ἄνδρα μέ τόν «ποδήρη χιτῶνα» καί θά θανατώνετε  ὅ λ ο υ ς ἀνεξαιρέτως τούς Ἰουδαίους, ἐκτός ἀπό ἐκείνους πού ἔχουν τό «σημεῖον».  Νά ἀρχίσετε δέ τήν τιμωρία ἀπό τόν ἄγιο τόπο τῆς λατρείας μου.  Πράγματι, θανάτωσαν πρῶτα τούς προκρίτους καί ἄρχοντας τοῦ λαοῦ, τούς «πρεσβυτέρους», πού λάτρευαν τά εἴδωλα στό Ναό. 
Ὅταν δέ ὁ προφήτης ἐπενέβη καί ζήτησε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ -ἔπεσε κατά γῆς καί ἀνεβόησε- ἡ ἀπάντησι τοῦ Θεοῦ εἶναι φοβερή: Ἡ ἀδικία τῶν Ἰσραηλιτῶν καί Ἰουδαίων «μεμεγάλυναι σφόδρα σφόδρα» (στιχ.9)1. (1 Παρόμοια ἦσαν οἱ λόγοι τοῦ Θεοῦ στόν  Ἀβραάμ, ὅταν ὁ Θεός κατέβηκε νά ἰδ (ἀνθρωποπαθής ἔκφρασι τῆς Γραφῆς) τίς ἁμαρτίες τῶν Σοδόμων καί τῶν Γομόρρων.  Τότε εἶχε πεῖ: «Κραυγή Σοδόμων καί Γομόρρας πεπλήθυναι πρός με, καί αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα»(Γεν.18,20). 

Ὁ Δικαιοκριτής Κύριος βλέπει ὅτι «ἡ πόλις (ἡ ἁγία πόλις Σιών) ἐπλήσθη ἀδικίας καί ἀκαθαρσίας» (αὐτόθι) καί γι’ αὐτό ἐπαναλαμβάνει τόν ἀποφασιστικό λόγο: «Καί οὐ φείσεταί μου ὁ ὀφθαλμός, οὐδέ μή ἐλεήσω΄τάς ὁδούς αὐτῶν εἰς κεφαλάς αὐτῶν δέδωκα» (στιχ.10). Δέν θά τούς λυπυθῶ λοιπόν, οὔτε θά τούς εὐσπλαχνισθῶ!  Θά ρίψω ἐπάνω στά κεφάλια τους τίς συνέπειες τῆς ἀσεβοῦς συμπεριφορᾶς τους.
Ἡ φοβερή αὐτή σκηνή τῆς τιμωρίας ὑπενθυμίζει τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως (Ἀποκ. 8, 5-14 καί 16).  Μᾶς ὁδηγεῖ στά γεγονότα τῶν ἡμερῶν μας, ὅπου ὅλη ἡ γῆ ἔχει γεμίσει ἀπό ἀδικίες και ἀκαθαρσίες.  Σήμερα ἡ ἀσέβεια καί ἡ ἁμαρτία ἔχουν ὑπερβῆ κάθε ὅριο. «Μεμεγάλυνται σφόδρα σφόδρα». Ὅπως λέγει ὁ ψαλμωδός: «Πάντες ἐξεκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕ ω ς  ἑ ν ό ς» (Ψαλμ. 13,3).

Καί ἡ μέν «χριστιανική» Δύσι γεύεται πρός πολλοῦ τούς πικρούς καρπούς τῆς ἀποστασίας της: Τό σχῖσμα τῆς Δυτικῆς Χριστιανοσύνης ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή, ὁ Μεσαίων καί ἡ Ἱερα Ἐξέτασι, ἡ Μεταρρύθμισι καί ἡ Ἀντιμεταρρύθμισι, ὁ Διαφωτισμός καί ὁ Μαρξισμός, ἡ βιομηχανική ἐπανάστασι καί ὁ Καπιταλισμός, ἡ θεολογία τοῦ «θανάτου τοῦ Θεοῦ» καί ὁ μηδενισμός, ὁ ἀθεϊσμός καί ἡ ἀντιθεΐα, ὁ ναζισμός καί ὁ φασισμός.  Καί τέλος, ἤ μᾶλλον δέν ὑπάρχει τέλος΄ οἱ δύο παγκόσμιοι πόλεμοι πού αἱματοκύλισαν τόν πλανήτη μας. 

Ὁ Λούθηρος, ὁ Νίτσε, ὁ Φρόϋδ, ὁ Σάρτρ΄ τά στηρίγματα τοῦ ἀπανθρώπου εὐρωπαϊκοῦ οὑμανισμοῦ.  Καί τό Βατικανό μέ τόν «ἀλάθητο» πάπα, τόν «ἀλάθητο» ἄνθρωπο, τόν «ἀντικαταστάτη» τοῦ Θεοῦ.  Αὐτός εἶναι ὁ τελικός θρίαμβος τοῦ οὑμανισμοῦ. Ὄχι Θεάνθρωπος, ἀλλά ἄνθρωπος. Ἡ ἀναγέννησι ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὑμανισμῶν΄ ἀναγέννησι πτωμάτων.
Ἀλλ’ καί ἡ καθ’ ἡμᾶς Ὀρθοδοξη Ἀνατολή, ἰδίως δέ ἡ πατρίδα μας -ἀλλοίμονο! – πῶς πορεύεται;..... Λάβαμε τήν ἐπίγνωσι τῆς ἀληθείας καί τό φῶς τῆς θεογνωσίας.  

 Κληθήκαμε νά φυλάξωμε τήν Ἁγία Ὀρθοδοξία, ὅπως τήν παραλάβαμε ἀπό τούς πατέρες μας.  Καί ὅμως΄ ἑκουσίως ἁμαρτάνουμε καί ἀποστατοῦμε.  Τί θά ἀκολουθήσ; «Φοβερά δέ τις ἐκδοχή κρίσεως καί πυρός ζῆλος ἐσθίειν μέλλοντος τούς ὑπεναντίους» (Ἑβρ. 10,27).   Θά ἀκολουθήσ, λέγει, κάποια ἀναμενόμενη (ἀναπόφευκτη) φοβερή τιμωρία καί μανία φωτιᾶς πού θά καταφάγ τούς ἐχθρούς (ὅσους ἐναντιώνονται στό θεῖο θέλημα).

Ὡς «ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις» (Ματθ.3,1) τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, καί πάλιν ἀκούεται, ὄχι πλεόν στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας, ἀλλά στήν ἔρημο τῆς Ἑλλάδος, στήν πανέρημο τῆς Εὑρώπης, στόν ταλαίπωρο πλανήτη μας, τό κήρυγμα τῆς μετανοίας: «Μ ε τ α ν ο ε ῖ τ ε΄ ἤ γ γ ι κ ε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3,2).
Ἄραγε θά βρεθοῦν κάποιοι πιστοί καταστενάζοντες καί κατοδυνώμενοι (πρβλ. Ἱεζ. 9,4) ἐν μέσ τῆς συγχρόνου ἀσεβείας καί ἀδικίας, πού νά πενθοῦν καί νά κλαίουν;
Θά ὑπάρξουν ἀδαμάντινες ψυχές, πού νά φέρουν γενναίως ὅλα τά σκάνδαλα καί τούς πειρασμούς;
Θά ἀπομείνουν λίγοι Χριστιανοί δεόμενοι «συνεχῶς ἐν δάκρυσι καί προσευχαῖς, νυκτός καί ἡμέρας προσπίπτοντες τ Θε, ἵνα σωθῶμεν οἱ ἁμαρτωλοί»2, (2Ἔργα, τομ.Δ΄,115-116, Θεσσαλονίκη 1992), ὅπως ἀναρωτᾶται ὁ ἅγιος Ἐφραίμ;

Θά δώσουν κάποιοι τό δάκρυον -ὅπως μᾶς προτρέπει ὁ δεύτερος ἐπιστήθιος, ὁ Θεολόγος Γρηγόριος-γιά τίς ἐκκλησίες, καί ὄχι μόνο γι’ αὐτές; «Ἐκκλησίαις δέ τί δώσουμε; Τό δάκρυον»3. (3 ΕΠΕ 10,170).
Ἄς θυμηθοῦμε καί τό λόγο τοῦ Σωτήρος ἡμῶν΄ «πλήν ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐλθών ἆρα εὑρήσει τήν πίστιν ἐπί τῆς γῆς;» (Λουκ. 18,8).
Εἴθε ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριος, «ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος» (Ἀποκ. 22,13), νά μᾶς δώσ «πτέρυγας ὡσεί περιστερᾶς», γιά νά σωθοῦμε ἀπό τῆς ὀλιγοψυχίας καί τῆς καταιγίδος (πρβλ. Ψαλμ. 54,7,9) τῶν ἡμερῶν μας, νά μᾶς ἀξιώσ δέ νά εἰσέλθωμε μετά τῶν δούλων Του εἰς «τήν πόλιν τήν ἁγίαν Ἱερουσαλήμ» (Ἀποκ. 21,10) ὅπου
«νῦξ οὐκ ἔσται ἔτι, καί οὐ χρεία λύχνου καί φωτός ἡλίου,
ὅτι ὁ Κύριος ὁ Θεός φωτιεῖ αὐτούς,
καί βασιλεύσουσιν εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων» (22,5)

Ἀ μ ή ν.



____________________

Ψηφιοποίηση κειμένου Κατερίνα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.