Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Μοναχός Δημήτριος Γρηγοριάτης. Μέρος Ε'


 Μοναχός Δημήτριος Γρηγοριάτης
(+1930-1976)
Μέρος Ε'
Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου

Ἀγαποῦσε τό Παιδάκι του μέ τόση στοργή, ὅση ἔχει ἡ μάννα στό μονάκριβο παιδί της...Τό κυττοῦσε μέ πόθο, τό ἔσφιγγε στήν ἀγκαλιά του, τό ἐλάτρευε. καί μοῦ ἔλεγε: "Σήμερα τό Παιδάκι τό φίλησα καί μέ τήν Θεία Κοινωνία μέσα στήν καρδιά μου...".
Κάποτε τόν ἐρώτησε ἕνας ἀδελφός:
-Τί νά κάνουμε ἐμεῖς οἱ νεώτεροι, πάτερ Δημήτριε, γιά να σωθοῦμε;
-Ὑπακοή.
-Καί τί ἄλλο;
-Προσευχή.
-Ἐγώ τοῦ εἶπε ὁ Ἀδελφός, ἔχω καί κενοδοξία, πῶς ν᾿ ἀπαλλαγῶ ἀπ᾿ αὐτό τό πάθος;
 -Δέν ξέρω, τί εἶναι αὐτό. Ρώτησε τόν Γέροντα.
Ἐκτός ἀπό τό διάστημα τῆς ὀκταμήνου ἀσθενείας του, δέν παρέλειψε ποτέ τόν τακτικόν ἐκκλησιασμό. Εἶχε τήν αἴσθησι ὅτι μέσα στήν ἐκκλησία ἐπικοινωνοῦσε πλούσια μέ τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν μπῆκε ἄθελά του στό νοσοκομεῖο, τότε καταλάβαμε, πόσο βαρειά τοῦ κόστισε ἡ ἀπουσία του ἀπό τίς ἐκκλησιαστικές Ἀκολουθίες.

Πῶς ὅμως τίς κατανοοῦσε ἀφοῦ ἦτο ὀλιγογράμματος;  Ναί, δέν κατανοοῦσε ὅλα τά νοήματα, οὔτε ποτέ κατώρθωσε νά μάθη νά ψάλλη ἔστω ἕνα τροπάριο, ὅμως ἀκούοντάς τα, εἶχε συχνή κατάνυξι. Ἐπέμενε νά τοῦ διαβάζει ὁ Ἀδελφός τήν Θεία Μετάληψι, πρίν ἀπό τήν Θεία Κοινωνία. Στήν ἐρώτησί του, ἐάν τήν καταλαβαίνη, ἀπαντοῦσε μέ νεύματα "ὄχι". Ὅμως τότε ἔχυνε πολλά δάκρυα...
Ὁ Κύριος τόν ἀξίωσε νά ἰδῆ καί ἀπόρρητα μυστήρια μέσα στήν ἐκκλησία, κατά τήν τέλεσιν τῆς θείας Λειτουργίας. Τήν μία ἡμέρα, ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, μᾶς διηγήθηκε, ὅτι εἶδε ἐπάνω στήν Ἁγία Τράπεζα φῶς νοερόν καί ἄϋλον, ὅταν ὁ ἱερεύς ὕψωνε τά Τίμια Δῶρα καί ἐπιβοοῦσε: "Τά σά ἐκ τῶν σῶν...". Ἐνῶ τήν Κυριακή τῶν Βαΐων ἀντίκρυσε μία λευκή περιστερά νά ἱπερίπταται ἐπάνω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα.
Δέν ἔζησε πολλά χρόνια στό Ἅγιον Ὄρος καί γρήγορα τόν ἐπισκέφθηκε ὁ Θεός μέ τήν
ράβδο τῆς σωματικῆς δοκιμασίας. Ὄχι βέβαια γιά νά τόν τιμωρήση, ἀλλά μέ τήν ὑπομονή του νά στολίση τόν στέφανο τῆς δόξης του μέ περισσότερα πνευματικά ἄνθη. Τοῦ ἔστειλε ὁ Θεός τήν ὀδυνηρή καί ἀγιάτρευτη ἀρρώστεια, πού λέγεται "σκλήρυνσι κατά πλάκας".
Ἐνῶ μέχρι τά 45 χρόνια του ἔτρεχε παντοῦ, περπατοῦσε ὅπου ἤθελε, ὡμιλοῦσε εὐκρινῶς, ἔφερνε "βόλτα" ὅλες τίς μικροδουλειές πού τοῦ ἀνέθεταν οἱ ἄλλοι Πατέρες, ξαφνικά εὑρέθηκε νά στηρίζεται σ᾿ ἕνα μπαστοῦνι. Ἀψηφοῦσε τούς πόνους, πού τοῦ προκαλοῦσε ἡ ἀρρώστεια, ἡ ὁποία, ὅσο περνοῦσε ὁ καιρός, χειροτέρευε. Στενοχωριόταν τώρα καί ἐνίοτε ἔκλαιγε, διότι τά πόδια του δέν τοῦ ἔκαναν ὑπακοή.
Στηριζόμενος στό μπαστοῦνι του  προσπαθοῦσε νά ἀνταποκριθῆ σ᾿ ὅλες τίς ὑπακοές του, ἀλλά ἔπεφτε κάτω συχνά καί τραυματιζόταν. Εἶχε πέσει πάνω ἀπό 40 φορές.  Ἔτσι, χωρίς τήν θέλησί του, γονάτισε. Κατέβηκε στό νοσοκομεῖο τῆς Μονῆς. Τόν ὑπηρέτησε μέ αὐτοθυσία ἕνας ἀδελφός καί μετ᾿ αὐτόν ἕτερος.
Στό διάστημα τῆς ἐπωδύνου ἀσθενείας του, ἡ ὁποία τόν καθήλωσε στό κρεβάτι περί τούς 8 μῆνες, δέν ἔπαυε νά συνομιλῆ μέ τά πλέον ἀξιολάτρευτα φιλικά του Πρόσωπα: Μέ τό Παιδάκι Χριστό, τήν Ἀδελφούλα Ἀναστασία, τόν Παπποῦ Νικόλαο, τόν μεγάλαθλον τῆς Θεσσαλονίκης πρόμαχον Δημήτριον, τόν ἀκλόνητον στῦλον τῆς ἀληθείας Χριστοῦ Χαράλαμπον καί τόσους ἄλλους Ἁγίους, πού θερμά τούς ἀγκάλιαζε καί εὐσεβῶς τούς προσκυνοῦσε.
Προεγνώρισε τόν θάνατό του. Γι᾿ αὐτό καί ἄρχισε νά μοιράζη στούς ἄλλους Ἀδελφούς τά πράγματά του. Τήν τελευταία ἡμέρα ἔδωσε καί ὅσα μικρά ἤ μεγάλα κομποσχοίνια κρατοῦσε κοντά του. Τόν ἐρωτοῦσαν οἱ Πατέρες:
-Ποῦ θά πᾶς, πάτερ Δημήτριε;
-Θά φύγω, θά φύγω.
-Γιά ποῦ;
-Ἔδειχνε τόν οὐρανό μέ τό χέρι του κι ἔλεγε: ἐκεῖ, ἐκεῖ.
-Θά πᾶμε στόν παράδεσιο, πάτερ Δημήτριε;
-Μόνον αὐτά φοβοῦμαι. Κι ἔδειχνε μέ τό χέρι του μία εἰκόνα στόν τοῖχο, πού παρίστανε τά τελωνικά δαιμόνια νά ἐλέγχουν τίς Ψυχές κατά τήν ἄνοδό τους στήν Πύλη τ᾿ οὐρανοῦ.
Τό τελευταῖο πρωϊνό κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἔφαγε κανονικά καί τό βραδάκι ξάπλωσε κρατῶντας μέ τό δεξί του χέρι καί τό κομποσχοίνι του, τό ὁποῖο κρεμόταν ψηλά ἀπό ἕνα καρέλι γιά νά λέγη εὐχερῶς τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ.
Πρίν ἀρχίση ἡ πρωϊνή ἀκολουθία ἡ ψυχή τοῦ πατρός Δημητρίου εἶχε κιόλας πετάξει στούς οὐρανούς.
Ἡ μορφή του ἦτο γαλήνια καί φωτεινή. Τά μέλη τοῦ σώματός του εὔκαμπτα καί ζεστά, ὅπως συμβαίνει σ᾿ ὅλους τούς Ἁγιορεῖτες μοναχούς. Τίποτε δέν ἐπρόδιδε τό μυστήριο τοῦ θανάτου, διότι ὁ θάνατος σάν γεγονός εἶχε ἐξουδετερωθῆ ἀπό τήν ἀναστάσιμη ζωή τοῦ μακαριστοῦ μον. Δημητρίου, ἀξίου λάτρη τῆς Παναγίας Τριάδος καί τώρα θριαμβευτοῦ τῆς αἰωνίου μακαριότητος.
Κτύπησε ἡ καμπάνα γιά ν᾿ ἀναγγείλη τήν ἀποβίωσι ἑνός ἀθλητοῦ τῆς εὐσεβείας καί ὄχι γιά νά προκαλέση μοιρολόγια καί πανικό στήν ζωή τῶν Πατέρων. Ἐψάλη ἡ νεκρώσιμος Ἀκολουθία, δόθηκε ὁ τελευταῖος ἀσπασμός τῆς ἐν Χριστῶ ἀγάπης καί φιλαδελφίας, ἀκούσθηκε ὁ ἐπικήδειος λόγος τοῦ Γέροντός μας, χωρίς λύπες, δάκρυα καί στεναγμούς...Ὅλα τελέσθηκαν μέσα σέ ἀτμόσφαιρα χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως, διότι ἕνας Ἄδελφός, νικητής πλέον τοῦ θανάτου γίνεται σήμερα μέτοχος τῆς οὐρανίου δόξης καί πρέσβυς ἡμῶν πρός Κύριον.
Εὐχαριστοῦμεν τόν Κύριό μας, διότι μᾶς ἐχάρισε τόν π. Δημήτριο, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε τότε, τό 1976,  γιά ἐμᾶς τούς 6-7 δοκίμους  Ἀδελφούς ἐγερτήριον σάλπισμα μετανοίας καί ὑπόδειγμα ἐναρέτου, ταπεινοῦ καί ὑπάκουου μοναχοῦ. Μᾶς οἰκοδόμησε πνευματικά καί μᾶς ἐστερέωσε στήν Μονή μας μέ τήν ἐλπίδα νά φέρουμε κι ἐμεῖς καρπούς εἰς τριάκοντα, ἑξήκοντα καί ἑκατόν.
Εἴθε νἄχουμε τήν εὐχή του ὅλοι μας καί ζητοῦμε πάντοτε τίς ἅγιες εὐχές του νά πρεσβεύη πρός Κύριον γιά τήν πνευματική μας πρόοδο καί τήν σωτηρία μας.


Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου  
Ἅγιον Ὅρος Ἄθω  
2005

Ἐπιμέλεια κειμένου   Αναβάσεις
________________________________________________

Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.

 Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας   π.Δαμασκηνός - Γρηγοριάτικο γεροντικό



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.