Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2012

«Ενάρετοι άνθρωποι που γνωρίσαμε στο Άγιο Όρος στις μέρες μας». Μέρος Β'


«Ενάρετοι άνθρωποι που γνωρίσαμε στο Άγιο Όρος στις μέρες μας».  Μέρος Β΄
Συνομιλία με τους πατέρες του Ιερού Γρηγοριατικού Κελλίου των Ιωσαφαίων Καρυών
Το Α΄ Μέρος εδώ

Αυτήν την καρδιά την κρατούσε πάντα επάνω του. Όταν κοιμήθηκε ο π. Γεννάδιος – έχει τρία χρόνια τώρα-, ο υποτακτικός του την άφησε επάνω του, και τον θάψαμε μαζί με την καρδιά. Μάλιστα σήμερα σκεφτόμουνα ότι μπορεί το ξύλο να σάπισε, αλλά το μέταλλο το χρυσό...
Αν θα ανοίξουνε τον τάφο στα 3 ή 7 χρόνια –πότε θα τον ανοίξουνε δεν ξέρω-, μπορεί να την βρούμε την Παναγίτσα αυτή.

 Δεν έπρεπε να την βάλη μέσα στον τάφο, αλλά δυστυχώς την έβαλε.
Μετά προχωράμε. Πάμε στον γέροντα Γεώργιο. Του βάλαμε μετάνοια και μας διηγήθηκε εκεί τα θαύματα του αγίου Γεωργίου. Θα ξέρετε φυσικά, γιατί ονομάζεται άγιος Γεώργιος του Φανερωμένου. Γιατί παρουσιάστηκε ο Άγιος σε κάποιους πειρατές, που πήγαν να κάνουν εκεί κακό στους πατέρες. Τους άνοιξε την πόρτα τα μεσάνυχτα και τους έδεσε στο αρχονταρίκι.
Τους έδεσε αοράτως και τους είπε: «Περιμένετε να φωνάξω τους γέροντες». Περνούσε όμως η ώρα. Κάνουν να σηκωθούν. Όμως δεν μπορούσαν να σηκωθού, δεθήκανε. Τα χαράματα που σηκώθηκαν οι γέροντες για τον ΄Ορθρο, αντιλαμβάνονται ξένους ανθρώπους μέσα στο κελλί τους.
Τότε τους ρωτάνε: «Από πού μπήκατε; Πως μπήκατε εσείς μέσα στο κελλί μας;». Και αυτοί απαντούν: « Το καλογέρι σας μας άνοιξε». «Μα εμείς δεν έχουμε καλογέρι. Τρία γεροντάκια είμαστε εδώ». Εκείνη τη στιγμή ωμολόγησαν: «Δυστυχώς ήρθαμε για κακό σκοπό εδώ πέρα, να σας ληστέψουμε, και δεθήκαμε αοράτως. Δεν μπορούμε να κουνηθούμε. Κάντε προσευχή. Σε ποιόν Άγιο τιμάται εδώ η Εκκλησία σας;».
Οι πατέρες πήγαν στην Εκκλησία, έκαναν προσευχή και οι κλέφτες λύθηκαν. Τους λένε: «Ελάτε τώρα να ευχαριστήσετε τον Άγιό μας. Μόλις είδαν στο τέμπλο την εικόνα του αγίου Γεωργίου, φώναξαν: «Να! Το καλογέρι σας! Αυτό το καλογέρι μας άνοιξε και μπήκαμε μέσα». Μετά από το γεγονός αυτό μετανόησαν, και από λησταί έγιναν μοναχοί στο κελλί αυτό, και πέθαναν εκεί.

Μας είπε και άλλα θαύματα – να μη σας τα λέω τώρα-, όπως ότι κάποτε δεν είχανε ψάρια για το πανηγύρι, και τους λέει ο γέροντάς τους: «ετοιμάσατε όλα τα υπόλοιπα τα της πανηγύρεως και ο άγιος Γεώργιος θα φροντίση για ψάρια», διότι είχε φουρτούνες εκείνες τις ημέρες. Και όντως!
Την παραμονή του αγίου Γεωργίου ένα μεγάλο καΐκι ήρθε από την Καβάλα στο Βατοπέδι γεμάτο ψάρια. Ένας ψαράς φόρτωσε δύο κάσες εκλεκτά ψάρια σ’ ένα μουλάρι, για να τα πουλήση στις Καρυές. Όταν έφθασε στην περιοχή εκείνη του κελλιού του αγίου Γεωργίου, φεύγει το καπίστρι από το χέρι του ψαρά και τρέχει το μουλάρι μπροστά. Εκείνη την στιγμή είχε και ομίχλη εκεί πέρα. «Έ!», λέει. «Ξέρει τον δρόμο.

Θα πάη στις Καρυές. Θα το βρώ. Το ζώο δεν χάνεται. Ένας είναι ο δρόμος». Το ζώο όμως δεν ήρθε στις Καρυές. Έκανε μία παρακαμπτήριο και πήγε στο κελλί του αγίου Γεωργίου. Με το κεφάλι του χτύπησε την πόρτα, και ανοίγοντας οι πατέρες βλέπουνε το μουλάρι φορτωμένο με ψάρια. Έτσι τα κατέβασαν, έκαναν το πανηγύρι και την άλλη ημέρα έμαθε ο ψαράς ότι τα ψάρια έφτασαν στον άγιο Γεώργιο. Και άλλα τέτοια θαύματα μας είπε.
Εμείς στο τέλος τον ρωτήσαμε: «Γέροντα Γεώργιε, σε βλέπουμε υγιέστατο». Γέρος μεν 80 χρονών, αλλά στεκόταν πολύ καλά στην υγεία του. Θυμόμαστε, ότι ήταν πολύ φιλακόλουθος και ερχόντανε σε όλες τις αγρυπνίες του ναού του Πρωτάτου.
Μάλιστα περνούσε από το κελλί μας λίγο νωρίτερα για να ξεκουραστή, έπινε ένα τσαγάκι μέχρι να χτυπήση η καμπάνα και μετά πήγαινε στην αγρυπνία και καθόταν όλη την νύχτα. Ήταν και φιλόμουσος. Έψαλλε κι’ όλας. Παρ’ ότι ήτανε αγράμματος, είχε πολύ μεράκι και πόθο. Εμείς που είμαστε νέοι δεν έχουμε τέτοιο πόθο.

Αυτό, γεροντάκι, με τόση αδυναμία, να έρχεται με το μπαστουνάκι του από εκεί μία ώρα – τόσο απείχε το κελλί του – σ’ όλες τις αγρυπνίες και να κάθεται ώρες ολόκληρες! Γιατί εκείνα τα χρόνια ήταν πολύ μεγάλες οι αγρυπνίες. Τώρα διαρκεί 6 – 7 ώρες η αγρυπνία. Τότε 11, 12, 13 ώρες… Πως άντεχε αυτό το γεροντάκι! Και όλοι οι πατέρες τότε, πιο σκληροί ήταν. Είχε και πολλή αγάπη και ελεημοσύνη.
Δεν έλεγε για κανέναν κακό. Όλους τους αγαπούσε και ήθελε να προσφέρη ό,τι μπορούσε. Έκανε πανηγύρι κάθε χρόνο του αγίου Γεωργίου. Έκανε λουκουμάδες και μοίραζε στον κόσμο. Αυτό που μου έκανε ιδιαίτερα εντύπωση ήταν ό,τι έκανε το έκανε με πολλή χαρά και προθυμία. Όσο περισσότεροι πατέρες πηγαίνανε, τόσο περισσότερο χαιρότανε. Αυτά ήταν ευλογημένα γεροντάκια.
Του λέμε τότε: «Γέροντα, μας είπες ότι στα ογδόντα σου θα κοιμηθής. Φέτος συμπληρώνεις ογδόντα». «Ναι», λέει. Εγώ το πιστεύω, πατέρες ότι φέτος φεύγω». «Μα πως θα φύγεις;». «Φέτος φεύγω από τη ζωή αυτή, διότι έτσι μου είχε πει ο γέροντάς μου πριν 40 χρόνια, ότι όταν φτάσης στα ογδόντα σου, τότε θα κοιμηθής».

Πήραμε την ευλογία του και του φιλήσαμε το χέρι. Φύγαμε χαρούμενοι, και περισσότερο ο π. Γεννάδιος, που είχε και την καρδιά με την Παναγία στο χέρι. Και όντως! Ήταν Ιούνιος μήνας τότε που πήγαμε. Τον Σεπτέμβριο αρρωσταίνει για μια βδομάδα. Τον παίρνουν οι πατέρες οι Τριγωνάδες, ο πατήρ Νικόλαος με τον παπα – Δημήτρη, και σε μια βδομάδα κοιμήθηκε. Ακριβώς εκείνη την χρονιά, όπως του το ’χε πει ο γέροντάς του πριν 40 χρόνια. Μάλιστα είχε δει και μερικά οράματα.
Μας έλεγε ο π. Νικόλαος, ότι ο π. Γεώργιος μια-δυο μέρες πριν κοιμηθή είχε δει μία πλούσια τράπεζα, στην οποία συμμετείχε και αυτός, και είχε πολλή χαρά. Του έλεγε ο π. Νικόλαος: «Αυτή θα είναι η τράπεζα του παραδείσου». «Εγώ δεν είμαι άξιος να πάω εκεί πέρα», απαντούσε.
Μάλιστα είχε δει και τον παραδελφό του και το γέροντά του, τον π. Ευλόγιο, με πολύ φωτεινά πρόσωπα στην τράπεζα. Πιθανόν να ήταν όλα αυτά σημεία αγιότητος, γιατί ο καημένος ήρθε απ’ το Σουφλί μικρό παιδί και μέχρι τα βαθειά του γεράματα – μέχρι τα ογδόντα του – παρέμεινε εδώ στο περιβόλι της Παναγίας μας, διακονώντας τον άγιο Γεώργιο και τους πατέρες.
Πριν 4-5 χρόνια ο π. Παχώμιος, ο παραδελφός του – ζούσε τότε – έστειλε τον π. Γεώργιο να καλέση γιά τον άγιο Γεώργιο όλους τους πατέρες με τα εξής λόγια: «Ευχάς και ευλογίας του αγίου Γεωργίου. Να ρθήτε να κάνουμε φέτος διπλό πανηγύρι». Ήρθε και σε μας εδώ. Μάλιστα ήμασταν στο εργαστήριο.

Του λέει ο γέροντας, ο π. Ιωάσαφ: «τι διπλό πανηγύρι θα’ χουμε;. «Έ!», απαντά. «Θα ’χουμε την εξόδιο ακολουθία του γέροντος, του παραδελφού μου πατρός Παχωμίου, και μετά τον άγιο Γεώργιο». «Καλά, πέθανε ο γέροντας;», του λέμε. Ήταν 15 μέρες πριν τον Αϊ-Γιώργη. «Όχι», λέει. «Δεν πέθανε, αλλά μου είπε να σας πω έτσι. Ορίστε να πανηγυρίσουμε διπλό πανηγύρι φέτος».
Και ενώ παραξενευτήκαμε εμείς, πως 15 μέρες πριν το πανηγύρι του αγίου Γεωργίου και ενώ ζούσε ο π. Παχώμιος μας καλεί τώρα, να κάνουμε την κηδεία του γέροντα (του π. Παχωμίου) και να κάνουμε και το πανηγύρι, όντως την προπαραμονή της πανηγύρεως κοιμήθηκε ο παραδελφός του, ο π. Παχώμιος, την παραμονή έγινε η κηδεία του και μετά ο Μέγας Εσπερινός του αγίου Γεωργίου. Πήγε ο γερό-Ιγνάτιος. Εγώ με τον γερο-Ιωάσαφ, τον γέροντά μας, πήγαμε στην Μονή Ζωγράφου, που και σ’ αυτήν γιορτάζει ο άγιος Γεώργιος.


Ο Όσιος Γρηγόριος
Ετήσια έκδοσις της Ιεράς Μόνης
Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους
Περίοδος Β' έτος 2007 αριθ. 32
σελ 88-97

Ἐπιμέλεια κειμένου   Αναβάσεις
________________________________________________


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.