Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Ὁμιλία Μητροπολίτου Γόρτυνος Ἰερεμία γιά ἐπίσκοπο Αὐγουστίνο Καντιώτη


Ὁ μακαριστὸς ἐπίσκοπος Φλωρίνης π. Αὐγουστίνος ὡς μιμητὴς τῶν Προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Μητροπολίτου Γόρτυνος Ἰερεμία 

(Ὁμιλία εἰς Φλώρινα τήν 25η Αὐγούστου εἰς Ἡμερίδα ἀφιερωμένη στήν σεπτή μνήμη τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης πατρός Αὐγουστίνου)

Κατά πρῶτον ἐκφράζω τήν εὐχαριστία μου στόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπῶν καί Ἑορδαίας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟ, διότι, μεταξύ τῶν ἄλλων τετιμημένων Ἱεραρχῶν, ἐκάλεσε καί τήν ταπεινοτητά μου νά ὁμιλήσω στό πνευματικό αὐτό συμπόσιο, ἀφιερωμένο στόν κοινό ἡμῶν πνευματικό πατέρα καί διδάσκαλο, μακαριστό Μητροπολίτη Φλωρίνης πατέρα Αὐγουστῖνο. Λυπᾶμαι ὅμως γιατί τό θέμα τό ὁποῖο μοῦ ἀνετέθη νά ἀναπτύξω εἶναι βαθύ καί εὐρύ, ὁ δέ χρόνος ἑκάστου ὁμιλητοῦ εἶναι περιορισμένος καί δέν θά μπορέσω λοιπόν νά ἀναπτύξω ἐπαρκῶς τό θέμα, ὅπως θά ἤθελα.
1. Τό θέμα τῆς ὁμιλίας μου εἶναι: «Ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος ὡς μιμητής τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης». Εἰσέρχομαι κατ᾽ εὐθεῖαν στό θέμα λόγω στενότητος τοῦ χρόνου. Ἡ ἐμφάνιση τῶν προφητῶν στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι πολύ παλαιά.
Κατά τόν 11ο αἰ. π.Χ. (ἐποχή τοῦ Σαμουήλ) ἔχουμε χωρίο κατά τό ὁποῖο βλέπουμε τούς προφῆτες νά εἶναι ὁμαδικά συγκεντρωμένοι. Ἀλλά ἐάν κατά τήν ἐποχή αὐτή οἱ προφῆτες εἶναι ὁμαδικά συγκεντρωμένοι, θά πρέπει τήν ἐμφάνιση μεμονωμένων προφητῶν νά τήν ἀποδώσουμε πολύ παλαιότερα, ὥστε νά ὑπάρξει χρόνος, κατά τόν ὁποῖο οἱ μεμονωμένοι προφῆτες συγκεντρώθηκαν καί συγκρότησαν ὁμάδες.
Γι᾽ αὐτό καί εἶπα ὅτι ἡ ἐμφάνιση τῶν προφητῶν εἶναι πολύ παλαιά. Εἶναι σημαντικό γιά τό θέμα μας νά γνωρίσουμε τήν αἰτία ἐμφανίσεως τῶν προφητῶν. Τήν ἀναφέρω μέ λίγα λόγια: Ἡ καθαρή θρησκεία τοῦ Γιαχβέ, ὅπως τήν παρέλαβε ὁ Μωυσῆς στό ὄρος Σινᾶ, ὅταν οἱ Ἰσραηλῖτες εἰσῆλθαν στήν γῆ Χαναάν, κατέπεσε, διότι αὐτοί τήν ἀνέμειξαν μέ χαναανιτικά στοιχεῖα καί λάτρευαν τόν Γιαχβέ κατά τόν τρόπο λατρείας τῶν χαναανιτικῶν θεῶν.
Ἔτσι ἔχουμε μία, λεγομένη ἀπό τούς ἑρμηνευτές, «λαϊκή θρησκεία», πού περιεῖχε στοιχεῖα καί ἀπό τήν μωσαϊκή θρησκεία καί ἀπό τό χαναανιτικό πάνθεο. Τό σοβαρό αὐτό γεγονός προκάλεσε τήν ἀντίδραση τῶν ζηλωτῶν  Ἰσραηλιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν τήν μωσαϊκή θρησκεία ἁγνή καί καθαρή, ἀνέπαφη ἀπό ξένα στοιχεῖα. Αὐτοί εἶναι οἱ προφῆτες. Ἐδῶ ἔχουμε τήν ἐμφάνιση τῶν προφητῶν. Οἱ προφῆτες λοιπόν, κατά τήν προέλευσή τους, εἶναι οἱ ἀντιδρῶντες κατά τῆς ἀλλοιώσεως τῆς καθαρῆς θρησκείας, τῆς θρησκείας τῶν πατέρων καί τῆς ἐπαναφορᾶς της στήν ὑψηλή της κορυφή, ἔτσι ἀκριβῶς ὅπως τήν παρέδωσε ὁ Θεός στό Σινᾶ.
Αὐτός εἶναι ὅλος ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος, τοῦ ὁποίου τήν μνήμη ἤρθαμε ἀπόψε ἐδῶ στήν ἕδρα δράσεώς του νά τιμήσουμε. Ὁ ἐπίσκοπος πατήρ Αὐγουστῖνος εἶχε ἐκ τῶν πατέρων αὐτοῦ τήν ψυχή του ζυμωμένη μέ τό πνεῦμα τῆς καθαρῆς θρησκείας, ὅπως αὐτή τήν δίδει ἡ Ἁγία Γραφή καί τήν βίωσαν καί δίδαξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες• καί ὡς γνήσιος λοιπόν προφήτης ἐπαναστατοῦσε, διεμαρτύρετο καί φώναζε, ὅταν ἔβλεπε ἀλλοίωση τοῦ πνεύματος τῆς θρησκείας τῶν πατέρων, ὄχι μόνον κατά τήν οὐσία της ἀλλοίωση, ἀλλά καί κατά τήν ἐξωτερική ἐκδήλωση, γιά τά κοντομάνικα τῶν γυναικῶν, ἐπί παραδείγματι, τούς θερινούς μῆνες στούς τόπους τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ.
2. Μετά ἀπό αὐτόν τόν γενικό χαρακτηρισμό τοῦ πατρός Αὐγουστίνου ὡς προφήτου ἔρχομαι σέ εἰδικώτερες πτυχές τοῦ θέματος, παρουσιάζοντας τόν Σεβασμιώτατο Γέροντα ὡς πιστό μιμητή τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Κατά πρῶτον θέλω νά κάνω μία διαλεύκανση τοῦ ὅρου «προφήτης». Μᾶλλον ἔχουμε λανθασμένη ἀντίληψη περί τῆς σημασίας τῆς λέξεως προφήτης.
Οἱ πολλοί νομίζουν ὅτι οἱ προφῆτες λέγονται ἔτσι ἐπειδή προλέγουν τά μέλλοντα. Δέν εἶναι ὅμως αὐτή ἡ κυρία ἔννοια τῆς λέξεως προφήτης. Ἡ πρόθεση «πρό» ἐδῶ δέν ἔχει τήν σημασία τοῦ «προηγουμένως» (λέγω κάτι ἐκ τῶν προτέρων), ἀλλά ἔχει τήν σημασία τοῦ «ἀντί». Ὁμιλῶ («φημί») ἀντί κάποιου ἄλλου, ἀντί τοῦ Θεοῦ.
Ὁ προφήτης λοιπόν, κατά τήν πρώτη σημασία τῆς λέξεως, εἶναι τό στόμα τοῦ Θεοῦ στίς μάζες τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι αὐτός πού προλέγει τά μέλλοντα. Γι᾽ αὐτό καί ἡ κύρια ὀνομασία τῶν προφητῶν εἶναι «ναμπί» ἀπό ρῆμα «ναμπού», πού σημαίνει λέγω, ὁμιλῶ. Ὡς ἔχων ὅμως τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ὁ προφήτης προλέγει καί τά μέλλοντα, γι᾽ αὐτό ἔχει καί δεύτερη ὀνομασία• λέγεται καί «ρωέ», ἀπό ρῆμα «ραά»,  πού σημαίνει βλέπω. Γι᾽ αὐτό καί οἱ προφῆτες λέγονται «ὁρῶντες» (βλ. Α´ Βασ. 9,9)• εἶναι οἱ βλέποντες.
Ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος εἶναι προφήτης μέ τήν ἔννοια τοῦ «ναμπί», γιατί δαπάνησε ὁλόκληρο τόν βίο του, ἀπό τήν μικρή του ἡλικία, στήν ἐξαγγελία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου Σαβαώθ. Καί γραπτῶς καί προφορικῶς ἐκήρυττε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτόν τόν ἐλάμβανε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τήν ἑρμηνεία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀλλά θέλω νά ἀποδείξω τώρα ὅτι ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος ἦταν προφήτης καί μέ τήν ἔννοια τοῦ «ρωέ», τήν ἔννοια τοῦ βλέποντος. Ναί, ἦταν «Βλέπων»! Δέν ἔβλεπε ὁράματα, ὅπως ἰσχυρίζονταν ὅτι ἔβλεπαν οἱ ψευδοπροφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλά ἦταν «βλέπων» μέ τήν ἄλλη, τήν θεολογική καί τήν πατερική ἔννοια τοῦ ὅρου.
Μ᾽ αὐτήν τήν ἔννοια ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος ἔβλεπε τό κακό τῆς κοινωνίας τῆς ἐποχῆς του, ἔβλεπε ἀπό τί πάσχει αὐτή καί, σάν φωτισμένος πού ἦταν, πρόσφερε ὡς φάρμακο θεραπείας της τήν μετάνοια. Σ᾽ αὐτό ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος ἦταν πολύ καλός μαθητής τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ὁποῖοι ὡς αἰτία τοῦ κοινωνικοῦ κακοῦ τῆς ἐποχῆς τους θεωροῦσαν τήν ἁμαρτία, τήν ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Θεό (βλ. Ἠσ. κεφ. 1).
Γι᾽ αὐτό καί ὡς διόρθωση τῶν πραγμάτων κήρυτταν τήν ἐπιστροφή στόν Θεό, κήρυτταν τήν μετάνοια. Μάλιστα οἱ προφῆτες, καί ἰδιαίτερα ὁ προφήτης Ἰερεμίας, κήρυτταν μετάνοια μέ τό δυνατό ρῆμα «σούμπ», τό ὁποῖο σημαίνει ὁλοκάρδια ἐπιστροφή στόν Θεό. Ἔτσι καί ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος συχνά στά κηρύγματά του ἔλεγε γιά στροφή στόν Θεό, γιά  «ἑκατόν ὀγδόντα μοιρῶν» στροφή! Αὐτό τό «ἑκατόν ὀγδόντα μοιρῶν» στροφή εἶναι τό ρῆμα «σούμπ» τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.

3. Οἱ προφῆτες, πρίν ἀκόμη ἀπό τήν κλήση τους στό προφητικό ἀξίωμα, εἶχαν γλυκαθεῖ ἀπό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἐθέλγοντο καί ἐτρέφοντο ἀπό αὐτόν, καί ἤθελαν νά τόν κηρύξουν στήν κοινωνία, γιά νά κάνουν καί ἄλλους μετόχους τῆς δικῆς τους χαρᾶς. Ἀναφερόμενος ὁ προφήτης Ἰερεμίας στήν εὐφροσύνη πού ἔνοιωθε ἀπό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, λέγει κάπου, ἀποτεινόμενος στόν Θεό: «Οἱ λόγοι Σου μοῦ εἶναι τροφή, οἱ λόγοι Σου μοῦ προξενοῦν χαρά» (15,16). Μέρα δέ μέ τήν ἡμέρα οἱ προφῆτες γοητεύονταν δυνατώτερα ἀπό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί ἐπιθυμοῦσαν περισσότερο νά τόν κηρύξουν στήν κοινωνία. Ἐνῶ εὑρίσκοντο σέ αὐτήν τήν κατάσταση τούς ἐρχόταν ἡ κλήση ἀπό τόν Θεό γιά τό προφητικό τους ἔργο.
Ἡ κλήση γιά τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων τούς ἦταν γλυκειά, γιατί θά ἔκαναν αὐτό πού ἐπιθυμοῦσαν, νά φυτέψουν δηλαδή τόν δικό τους ὄμορφο πνευματικό κόσμο στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ὁ προφήτης Ἰερεμίας ἀναφερόμενος σέ ἕνα προχωρημένο στάδιο τοῦ προφητικοῦ του βίου σ᾽ αὐτήν τήν ὥρα τῆς κλήσεως, λέγει γι᾽ αὐτήν: «Μέ μάγεψες, Θεέ μου, κι ἄφησα τόν ἑαυτό μου νά μαγευθεῖ» (20,7)!
Ἀλλά στήν κοινωνία ἐρχόμενοι οἱ προφῆτες νά κηρύξουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀντιμετώπιζαν ἕναν ἄκρως ἀντίθετο κόσμο πρός τόν ἰδικόν τους. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πού ἔθελγε αὐτούς, ἦταν ἀντικείμενο χλευασμοῦ ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἡ σύγκρουση αὐτή τῶν δύο κόσμων, τοῦ δικοῦ τους πνευματικοῦ κόσμου καί τῶν χλευαστῶν τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἔφερε στούς προφῆτες μία κρίση, ἡ ὁποία ἐξηγεῖται φυσικά καί ψυχολογικά.
Τήν κρίση αὐτή τήν ἐκφράζει περισσότερο ἀπό ὅλους στήν νεαρά του ἡλικία ὁ προφήτης Ἰερεμίας. Αὐτός, συνεπαρμένος ἀπό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀφ᾽ ἑνός καί ἀντιμετωπίζοντας τήν διαφθορά τῆς κοινωνίας ἀφ᾽ ἑτέρου, συγκλονίζεται καί πάσχει μία κρίση, ὅπως τήν εἶπα. Λέγει ὁ προφήτης σέ ἕνα του μονόλογο: «Ἡ καρδιά μου σπαράσσεται μέσα μου• ὅλα τά κόκκαλά μου τρέμουν. Εἶμαι σάν ἕνας μεθυσμένος, ἀπό τό κρασί κυριευμένος πρό τοῦ Θεοῦ, πρό τῶν ἁγίων Του λόγων....... Ἡ χώρα εἶναι γεμάτη ἀπό μοιχούς, προσπάθειά τους εἶναι τό κακό καί δύναμή τους ἡ κακία» (23,9-10).
Ἐρχόμαστε τώρα στόν ὑμνούμενο ἐκκλησιαστικόν ἄνδρα, τόν ἐπίσκοπο πατέρα Αὐγουστῖνο.
Ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος δέν ἐξῆλθε ἐπιπόλαια στό κήρυγμα μέ τό ἐφόδιο μόνο τοῦ πτυχίου τοῦ θεολόγου. Μετά ἀπό τήν λήψη τοῦ πτυχίου ἔθρεψε πολύ τήν ψυχή του μέ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ σέ περισυλλογή στόν ἡσυχαστικό τόπο τῆς πατρίδος του. Μελέτησε τήν Ἁγία Γραφή, τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί πολλά ἄλλα θεολογικά βιβλία.
Ὅλα αὐτά τόν ἔτρεφαν πνευματικά καί τοῦ δημιούργησαν μέσα του ἕναν ὄμοφρο πνευματικό κόσμο καί τόν σφοδρό πόθο νά τόν μεταδώσει μέ τό κήρυγμα στόν λαό τοῦ Θεοῦ. Σ᾽ αὐτήν τήν κατάστασή του εὑρισκόμενος δέχτηκε τήν κλήση τοῦ Θεοῦ διά τοῦ μακαριστοῦ ἐπισκόπου Μητροπολίτου Ἀκαρνανίας κυροῦ Ἱεροθέου. Στά κηρύγματά του ὅμως ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος πάσχει καί εἶναι φανερή ἡ κρίση πού διέρχεται• ἐκφράζει δέ τήν κρίση αὐτή μέ ἔντονες φωνές, πού στούς ἄγευστους ἀπό τά προφητικά κείμενα προκαλοῦν τήν ἀπορία.
Παρατηρεῖται καί σ᾽ αὐτόν τό φαινόμενο πού δημιουργεῖται στήν ψυχή τοῦ προφήτου ἀπό τήν σύγκρουση τῶν δύο κόσμων, πού εἴπαμε παραπάνω, τοῦ δικοῦ του πνευματικοῦ κόσμου καί τῆς διαφθορᾶς τῆς κοινωνίας. Πολλοί Ἱεροκήρυκες, οἱ ὁποῖοι ἐκφέρουν τό κήρυγμά τους ἔτσι ψυχρά καί ἄκαρδα καί δέν ἔχουν μελετήσει τούς προφῆτες, δέν μποροῦν νά ἑρμηνεύσουν τό φαινόμενο αὐτό τῆς ἐκρήξεως τῆς ψυχῆς τοῦ θρυλικοῦ Καντιώτη κατά τό κήρυγμα, στούς δέ κοσμικούς τό φαινόμενο αὐτό θεωρεῖται καί ὡς ἐκνευρισμός καί ὡς ἐκφράζον ταραγμένο ψυχικό κόσμο. Τά ἴδια θά ἔλεγαν αὐτοί οἱ χλευαστές, ἄν ἄκουγαν καί τόν θεόπνευστο Ἀμώς καί τόν θεοφόρο Ἠσαΐα.

4. Παρά τήν ταραχή ὅμως καί τήν κρίση αὐτή πού ἔπασχαν οἱ προφῆτες ἀπό τήν ἐπαφή τῶν δύο κόσμων, τοῦ δικοῦ τους κόσμου καί τοῦ κόσμου τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων τῆς κοινωνίας, στήν ὁποία ἔρχονταν νά κηρύξουν, αὐτοί δέν ἐγκατέλειπαν τό ἔργο τους πού ἄρχισαν, ἀλλά συνέχιζαν νά ἐργάζονται, ἐλέγχοντες τήν παρατηρουμένη ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων καί ἐξαγγέλλοντες τόν λόγο τοῦ Θεοῦ σ᾽ αὐτούς. Ἔτσι καί ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος: Δέν ἀποδείχθηκε ποτέ ἀδύνατος καί δειλός, ὥστε νά ἐγκαταλείψει τό ἔργο του καί νά τό ἀφήσει ἡμιτελές, ἀλλά, παρ᾽ ὅλη τήν παρουσιαζομένη διαφθορά τῆς κοινωνίας, αὐτός ἐργαζόταν συνεχῶς σ᾽ αὐτήν, κηρύττοντας ἀκατάπαυστα καί μέ θαυμαστό ζῆλο τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ.
Τό ἔργο τους οἱ προφῆτες στήν κοινωνία τό αἰσθάνονταν διπλό. Ἀρνητικό καί θετικό καί μάλιστα ἀρνητικό πρῶτα. Δηλαδή, οἱ προφῆτες ἄρχιζαν κατά πρῶτον νά κατακρημνίζουν ἁμαρτωλούς κόσμους καί νά ἐκριζώνουν εἴδωλα, πού ἦταν βαθιά ριζωμένα, γιά νά φυτέψουν στήν κοινωνία τόν δικό τους πνευματικό κόσμο.
Αὐτό τό ἐκφράζει ὁ Θεός στόν προφήτη Ἰερεμία ὅταν, ἀποστέλλοντάς τον στό κήρυγμα, τοῦ εἶπε: «Ἰδού, σήμερα προφήτη στά ἔθνη καί στά βασίλεια σέ κατέστησα, νά ἐκριζώνεις καί νά καταστρέφεις, νά ἀνοικοδομεῖς καί νά φυτεύεις» (1,10). Ἔτσι, κατά τήν προφητική αὐτή ἀρχή, διπλό ἦταν τό ἔργο καί τοῦ Σεβασμιωτάτου Γέροντος πατρός Αὐγουστίνου κατά τήν μακρά του προφητική δράση.
Κατά πρῶτο λόγο ἦταν ἔργο ἀρνητικό, γιατί ἤθελε νά καταστρέψει τά κατασκευάσματα τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου καί νά φυτέψει σ᾽ αὐτόν τόν δικό του κόσμο, ὁ ὁποῖος δέν ἦταν δικός του, ἀλλά τοῦ Θεοῦ, ὅπως τόν ἐμελέτησε ὁ πολυθρύλητος Γέροντας στήν Ἁγία Γραφή καί στά βιβλία τῶν ἁγίων Πατέρων. Γι᾽ αὐτό, γιά τήν ἐκρίζωση δηλαδή τῶν ἁμαρτωλῶν ἐθίμων τῆς ἀποστάτου ἀπό τόν Θεό κοινωνίας, ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος φώναζε, φώναζε δυνατά διαμαρτυρόμενος γιά τήν ἀποστασία ἀπό τόν Θεό καί ἐλέγχοντας τούς ὑπεύθυνους γιά τά παρατηρούμενα κακά.
Στήν πολεμική του αὐτή ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος ἦταν ἀτρόμητος. Πρέπει νά ποῦμε ὅμως, καί μάλιστα νά τονίσουμε, ὅτι ἡ πολεμική αὐτή τοῦ πατρός Αὐγουστίνου, ὅπως βεβαίως καί τῶν προφητῶν, δέν προερχόταν ἀπό ἐχθρότητα, ἀλλά ἀπό τήν ἀγάπη του στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων, γιά νά γκρεμιστοῦν ἀπό αὐτήν τά τείχη τῆς ἁμαρτίας καί νά φυτευτοῦν σ᾽ αὐτήν οἱ λαμπροί πύργοι τῆς ἀρετῆς. Μάλιστα, ὅπως τό λέγει ὁ μακαριστός Καθηγητής Βασίλειος Βέλλας, «ὅσο ἡ πίστις τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου εἰς τήν ἀλήθειαν τοῦ ὑπ᾽ αὐτοῦ πρεσβευομένου κόσμου εἶναι βαθυτέρα, τόσον καί ὁ πόλεμος κατά τοῦ ψευδοῦς κόσμου εἶναι βιαιότερος» (στό βιβλίο του Ὁ πνευματικός ἄνθρωπος κατά τούς Προφήτας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, Ἀθῆναι 1959, σ. 28).
Ἄρα, κατά τόν ἀδαμάντινο λόγο αὐτόν τοῦ μακαριστοῦ διδασκάλου, τά δυνατά ἐλεγκτικά κηρύγματα τοῦ πατρός Αὐγουστίνου, προέρχονται ἀπό τήν βαθειά του πίστη στόν Θεό καί στόν ἅγιό Του λόγο.
5. Ὁ πόλεμος αὐτός τῶν προφητῶν, ὁ ὁποῖος ἔθιγε ὑψηλά πρόσωπα τῆς κοινωνίας, θρησκευτικά καί πολιτικά πρόσωπα, ἀλλά καί αὐτόν τόν λαό, ἐγέννησε, ὅπως ἦταν φυσικό, καί τήν σφοδρή ἀντίδραση τοῦ κόσμου κατά τῶν προφητῶν.
Ἡ ἀντίδραση αὐτή ἐκφραζόταν στήν ἀρχή μέ μία ψυχρή ἀδιαφορία πρός τό κήρυγμά τους, ἀλλά μετά ἡ ἀδιαφορία αὐτή γινόταν εἰρωνεία καί ὕβρις καί πολεμική ἐναντίον τους. Τόν προφήτη Ὠσηέ, γιά παράδειγμα, οἱ σύγχρονοί του τόν ἀποκαλοῦσαν τρελλό. Ἔλεγαν: «Ἀνόητος εἶναι ὁ προφήτης, τρελλός εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ πνεύματος» (Ὠσ. 9,7). Καί ὄχι μόνον αὐτό ἀλλά: «Ὁ Ἐφραίμ παραμένει παρά τήν σκηνήν τοῦ προφήτου, παγίδες στήνει σέ ὅλους τούς δρόμους του» (Ὠσ. 9,8 ἑξ.). Ἡ μεγαλύτερη ὅμως πολεμική, ὅπως φαίνεται ἀπό τά κείμενά μας, ἔγινε κατά τοῦ προφήτου Ἰερεμίου. Ὁ προφήτης ἔγινε «ὁ ἄνθρωπος τῆς ἔριδος καί τῆς διαμάχης σέ ὅλη τήν χώρα» (Ἰερ. 15,16). Τό κήρυγμά του γινόταν ἀντικείμενο γέλωτος καί ὀνειδισμοῦ (Ἰερ. 15,15). Ὅλοι τόν καταρῶνται, ὅλοι τόν ἔχουν ἐγκαταλείψει (Ἰερ. 15,10.11.17). Καί ἀκόμη, περισσότερο, αὐτοί οἱ πατριῶτες του εἶχαν ἀποφασίσει τόν θάνατό του καί ἔκαναν μάλιστα δολοφονική ἀπόπειρα ἐναντίον του (βλ. Ἰερ. 18,12-22. 17,18. 11,18-19).

Ἐδῶ πιά ὁ μακαριστός διδάσκαλος ἐπίσκοπος πατήρ Αὐγουστῖνος ἀποδεικνύεται κατά πολύ γνήσιος μιμητής τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Στά ὁρμητικά ἐλεγκτικά του κηρύγματα οἱ ἀρνητές ἀπαντοῦσαν μέ ὕβρεις καί εἰρωνεῖες καί, ἀκριβῶς-ἀκριβέστατα, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ προφήτου Ὠσηέ, τόν ἀποκαλοῦσαν καί αὐτόν τρελλό.
Σέ κάποια παλαιά του Σπίθα, θυμᾶμαι, ὁ ἴδιος ἀνέφερε ὅτι ἐλάμβανε γράμματα στά ὁποῖα τόν ἀποκαλοῦσαν «τρελλλλλό» (μέ 5 λάμδα). Θυμούμεθα καλῶς καί τόν ἐρχομό ἐδῶ στήν Φλώρινα ἰατρῶν, ἀπεσταλμένων ἀπό τήν δικτατορία, μέ τήν ἐντολή νά τόν χαρακτηρίσουν, μετά ἀπό ἐξέταση, ὡς τρελλό, γιά νά τόν ἐκτοπίσουν ἀπό τόν θρόνο Του. Ἀλλά εὐφυέστατος ὁ «τρελλός» τους δέν δέχτηκε τήν ἐμπαικτική αὐτή ἐξέταση!
Ἄγευστοι τῶν προφητικῶν κειμένων καί τῶν ἀγώνων καί τῶν ἀγωνιῶν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας πολλοί ἔκριναν τίς φωνές τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος ὡς νευρικότητες, ὡς ξεσπάσματα ταραγμένης ψυχικῆς καταστάσεως. Ἀλλά ἐδώσαμε ἤδη τήν ἑρμηνεία αὐτῶν. Εἶναι ὁ κρότος ἀπό τήν σύγκρουση τῶν δύο ἄκρως ἀντιθέτων κόσμων, τοῦ πνευματικοῦ κόσμου τοῦ προφήτου καί τοῦ κόσμου τῶν ἀσεβῶν. Ἐπαναλαμβάνω τόν μονόλογο τοῦ προφήτου Ἰερεμίου, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει τήν κρίση αὐτή: «Εἶμαι σάν ἕνας μεθυσμένος, ἀπό τό κρασί κυριευμένος πρό τοῦ Γιαχβέ, πρό τῶν ἁγίων λόγων Του» (Ἰερ. 23,9-10). Καί ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος, ἐνθυμοῦμαι, σέ κάποια του τέτοια προφητική κρίση εἶπε σέ κήρυγμα: «Ζαλίζομαι, ζαλίζομαι. Τί ἔπαθα; Τρελλάθηκα; Ποῦ ζῶ; Ποῦ βρίσκομαι;». Πλήρης ταύτιση μέ τίς κρίσεις τῶν προφητῶν καί κατ᾽ ἔκφραση!

6. Ἡ πολεμική τοῦ κόσμου ἀπέβαινε γιά τούς προφῆτες καί γιά τόν πατέρα Αὐγουστῖνο ὁμοίως ἕνα ἀληθινό μαρτύριο. Δυνατοί ὅμως στήν πίστη οἱ προφῆτες δέν κλονίζονταν ἀπό τήν πολεμική τοῦ κόσμου, δέν ἀποδεικνύονταν δειλοί, ἀλλά παρέμεναν πιστοί στήν ἀποστολή τους καί συνέχιζαν τό ἔργο τους. Εἶναι ὡραῖος ὁ λόγος τοῦ προφήτου Μιχαία, ὁ ὁποῖος, ἀπαντώντας στούς πολεμοῦντες τό προφητικό του ἔργο, ἔλεγε: «Τοὐναντίον ἐγώ εἶμαι πλήρης δυνάμεως, γιά νά ἐξαγγέλλω τήν ἀσέβεια τοῦ Ἰακώβ καί τήν ἁμαρτία τοῦ Ἰσραήλ» (Μιχ. 3,8).
Τέτοιους παρομοίους λόγους ἔχουμε ἀκούσει πολλούς ἀπό τό στόμα τοῦ πατρός Αὐγουστίνου. Ἐνῶ ἐμαίνετο ὁ κατ᾽ αὐτοῦ πόλεμος, μέ ἀρχηγέτες ἐκκλησιαστικούς καί πολιτικούς ἄρχοντες, αὐτός παρέμενε σταθερός στίς θέσεις του, ἀκλόνητος στίς ἀρχές του. Καί ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλά ἐνέτεινε περισσότερο τόν ἔλεγχό του κατά τοῦ κακοῦ καί τῶν κακῶν ἀνθρώπων.

7. Ἀλλά εἶναι καί τό ἄλλο: Ἔχουμε περιπτώσεις, στίς ὁποῖες οἱ προφῆτες αἰσθάνονται κουρασμένοι ἀπό τήν πολεμική τοῦ κόσμου• ὁ δέ πολυπαθής Ἰερεμίας κλαυθμυρίζει καί παραπονεῖται ἀκόμη καί κατά τοῦ Θεοῦ (βλ. Ἰερ. 15,10 ἑξ. 20,7-18), γιατί σάν νά μή βλέπει τήν συμπαράστασή Του. Ἀλλά καί μετά τήν ἀνθρώπινη αὐτή κρίση οἱ προφῆτες ἐμφανίζονται καί πάλι δυνατοί καί προσκολλημένοι στήν προφητική τους ἀποστολή.
Αὐτό συνέβαινε γιατί ἀγαποῦσαν δυνατά τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Εἶχαν ταυτιστεῖ μέ τό ἔργο τους αὐτό. Καί ὅταν ἀναπηδοῦσε ἀπό μέσα τους ἡ ἀπογοητευτική σκέψη νά ἐγκαταλείψουν τό κήρυγμα, μιά δύναμη ἀναπηδοῦσε ἀπό τήν ψυχή τους, πού τούς καθήλωνε στό ἔργο τους, γιατί δέν μποροῦσαν νά τά βάλουν μέ αὐτό πού ἐρωτεύτηκαν!
Τήν δύναμη αὐτή ὁ προφήτης Ἰερεμίας τήν παριστάνει ὡς καυστική φωτιά. Λέγει σέ κάποιον ὡραῖο του μονόλογο: «Ὁσάκις σκέφτομαι νά μήν θυμηθῶ τόν Θεό, νά μήν μιλήσω πλέον στό ὄνομά Του, τότε νοιώθω μέσα μου μία καυστική φωτιά, μιά φλόγα στά κόκκαλά μου. Προσπαθῶ νά ὑποφέρω (αὐτό τό πῦρ), ἀλλά δέν μπορῶ» (Ἰερ. 20,8).
Ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος, τοῦ ὁποίου ὁ ἔπαινος εἶναι λαμπρός στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶχε ἐρωτευθεῖ τό κήρυγμα. Δέν μποροῦσε νά ζήσει χωρίς τό κήρυγμα. Ἐνθυμοῦμαι, μόλις κατά τήν ἔξοδό του ἀπό τό Νοσοκομεῖο Εὐαγγελισμός, ὅπου εἶχε νοσηλευθεῖ γιά ἐπικίνδυνη ἀσθένεια, ἀσθένεια πρός θάνατον, εἶπε στόν γιατρό του: «Δηλαδή τώρα μπορῶ νά κηρύττω»! Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὁ λόγος του αὐτός σέ μένα τόν νεαρό τότε, γιατί διέγνωσα ἀπό αὐτόν τήν θερμή ἀγάπη του στό κήρυγμα. Ἄν καί εἶχε κάνει χιλιάδες-χιλιάδες κηρύγματα μέχρι τότε, ἄν καί παρ᾽ ὀλίγον νά πέθαινε στό Νοσοκομεῖο καί ἄν καί τόσο ὑπέφερε ἀπό τήν πολεμική τοῦ κόσμου γιά τά κηρύγματά του, ὅμως ἡ καρδιά του ἦταν στό κήρυγμα.
8. Τό κήρυγμα τοῦ πατρός Αὐγουστίνου ἦταν κήρυγμα εὐαγγελικό, πατερικό, ἀπερίτμητο (ἀκουτσούρευτο), πέρα γιά πέρα ὀρθόδοξο. Ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος, δέν κατέβαζε τά μέτρα: «Ὁ Ὄλυμπος ἔχει τόσα μέτρα»! Δέν ἀλλοίωνε τό κήρυγμά του, δέν νόθευε τόν εὐαγγελικό λόγο, γιά νά προσφέρει κήρυγμα εὐχάριστο στούς ἀνθρώπους καί γιά νά κερδίσει ὀπαδούς.
Ἀσφαλῶς, ἄν κηρύττουμε φιλοπαπικά καί οἰκουμενιστικά κηρύγματα, θά εἴμαστε εὐχάριστοι στούς πολλούς καί θά ἔχουμε ὑποστηρικτές. Τέτοια ὅμως τακτική ἦταν ξένη στόν πατέρα Αὐγουστῖνο. Ἐδῶ πάλι ἐνθυμούμεθα τούς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀπό τούς ὁποίους ὁ ὑμνούμενος Γέροντας ἐνεπνέετο καί κατευθύνετο.

Οἱ προφῆτες πράγματι κρατοῦσαν ψηλά τόν λόγο τους καί ἔκαναν ἀγώνα νά ἀνεβάσουν ἐκεῖ ψηλά τόν λαό καί ὄχι νά κατεβάσουν τόν θεῖο λόγο στό χαμηλό ἐπίπεδο τοῦ λαοῦ. Λέγει ὁ Θεός στόν προφήτη Ἰερεμία: «Αὐτοί (οἱ ἄνθρωποι) ὀφείλουν νά ἐπιστρέψουν σέ σένα καί ὄχι ἐσύ σ᾽ αὐτούς» (Ἰερ. 15,19). Κατά τόν πατέρα Αὐγουστῖνο ὁ ἱεροκήρυκας ἐκεῖνος πού, λόγω τοῦ διωγμοῦ του, προδίδει τήν γραμμή του καί κηρύττει κατά τήν ἐπιθυμία τῶν ἀνθρώπων, γιά νά ἐξουδετερώσει τήν ἐναντίον του πολεμική, αὐτός ὁ ἱεροκήρυκας, κατά τόν μακαριστό Γέροντα, εἶναι ψευδοπροφήτης. Διότι, ὅπως λέγει ὁ προφήτης Μαλαχίας, «ἡ ἀλήθεια ὀφείλει νά εἶναι πάντα στό στόμα τοῦ ἱερέως καί δόλος νά μήν ὑπάρχει στά χείλη του» (Μαλ. 2,6).

Οἱ ἄνθρωποι βέβαια, εἶναι γνωστόν ὅτι θέλουν κήρυγμα εὐχάριστο, κήρυγμα κολακευτικό τῶν ἀδυναμιῶν τους. Ἀλλά τέτοιο κήρυγμα εἶναι ἀπάτη καί ψέμα: «Ἐάν ἐγώ ἐπεδίωκα μάταια καί ἀπατηλά καί προφήτευα ψεύδη ἀπό μέθη καί κραιπάλη, τότε θά ἤμουνα προφήτης τοῦ λαοῦ αὐτοῦ», λέγει ὁ προφήτης Μιχαίας (2,11).
9. Οἱ προφῆτες μᾶς παρουσιάζονται στά ἱερά μας κείμενα ὡς ἀπογοητευμένοι γιά τά μικρά καί μηδαμινά ἀκόμη ἀποτελέσματα τῶν κόπων τους. Ἀκοῦστε μιά τέτοια πονετική φωνή: «Ἀλλοίμονο σέ μένα, γιατί μοιάζω μέ αὐτόν πού μαζεύει ὀπῶρες μετά τήν συγκομιδή. Κανένα σταφύλι δέν ὑπάρχει γιά φάγωμα, κανένα πρωτόβλαστο σύκο νά τό ἐπιθυμήσει ἡ ψυχή μου» (Μιχ. 7,1).
Ὁ δέ προφήτης Ἠσαΐας παρουσιάζει καί αὐτόν τόν Μεσσία ἀπογοητευμένον ἀπό τά πενιχρά ἀποτελέσματα τῆς ἐργασίας του: «Ἐγώ δέ – λέγει ὁ Μεσσίας – εἰς μάτην καί γιά τό τίποτε ἐκοπίασα. Εἰς μάτην ἐδαπάνησα τήν ζωή μου» (Ἠσ. 49,4). Πολλές φορές εἴχαμε ἀκούσει ἀπό τό στόμα τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος τόν ἀπογοητευτικό αὐτό λόγο. «Καί τί κάναμε μέ τά τόσα κηρύγματα;», ἔλεγε μονολογώντας. «Τί βγῆκε ἀπό τόσους κόπους καί ἀγῶνες; Ἀλλά ἐργαζόμαστε γιά τόν ἕνα, γιά τόν ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου».
Ἀπογοητευμένοι οἱ προφῆτες ἀπό τά πενιχρά ἀποτελέσματα στόν λαό ἀναπαύονται στόν μικρό κύκλο τῶν μαθητῶν τους, στούς ὁποίους παραδίδουν καί τήν διδασκαλία τους, γιά νά γίνουν αὐτοί συνεχιστές τοῦ ἔργου τους. «Θέλω νά δέσω, θέλω νά σφραγίσω τήν διδασκαλία μου διά τούς μαθητάς μου», λέγει ὁ προφήτης Ἠσαΐας (8,16), ἀπαντώντας στούς περιφρονητές τοῦ λόγου του. Αὐτός ὁ κύκλος τῶν μαθητῶν ἀποτελοῦσε τήν πλέον γλυκειά παρηγορία καί τήν ἐλπίδα τῶν προφητῶν. «Ἰδού ἐγώ καί τά παιδία, ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός», λέγει μέ καύχηση ὁ προφήτης Ἠσαΐα (8,18).
Ἦταν ἡ Ἠσαΐειος σχολή του, στήν ὁποία ἐνεπιστεύθη κυρίως τό δεύτερο μέρος τοῦ βιβλίου του ὁ προφήτης. Αὐτός εἶναι ὁ λεγόμενος «Δευτερο-Ησαΐας», ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Ἠσαΐας τοῦ πρώτου μέρους τοῦ βιβλίου μέ ὑπομνηματισμό τῶν μαθητῶν του κατά τά γεγονότα τῆς ἐποχῆς.
Καί τοῦ πατρός Αὐγουστίνου πόθος - θερμός πόθος ἦταν ἡ δημιουργία σχολῆς ἐκ τῶν στενῶν μαθητῶν του, τῶν πιστῶν πνευματικῶν του τέκνων, μέ μόνο καί μοναδικό σκοπό νά γίνουν πιστοί ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου. Νά γίνουν θερμοί κήρυκες τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, κηρύττοντες ὀρθόδοξα τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, κατά τήν πατερική γραμμή. Νά πεθάνουν στήν ἐξορία καί στίς φυλακές γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη. Ἐπανειλημμένως ἔλεγε: «Ἐάν ἐμεῖς οἱ ἱεροκήρυκες καί οἱ ἐπίσκοποι δέν πεθάνουμε στίς φυλακές, εἴμαστε ψεῦτες καί ψευδοπροφῆτες»!

Ἀσφαλῶς οἱ κόποι Του δέν πῆγαν χαμένοι. Οἱ λόγοι Του καί ὅλη ἡ προσωπικότητά Του μᾶς ὑπενθύμιζαν ζωηρά τήν παρουσία τῶν προφητῶν στήν ἐποχή μας. Ὅταν τόν ἄκουγα νά κηρύττει μέ ὑψωμένη τήν φωνή, ἔλεγα: «Ἐδῶ ἀκούω τόν προφήτη Ἠσαΐα νά ἐλέγχει τήν ἀποστασία τοῦ λαοῦ». Καί ὅταν παρακάτω τόν ἄκουγα νά ὁμιλεῖ πονετικά γιά τά συμβαίνοντα, ἔλεγα πάλι: «Ἐδῶ ἀκούω τόν προφήτη Ἰερεμία, ὁ ὁποῖος διά τοῦ θρήνου δίδει διέξοδο στά συνέχοντα συναισθήματά του».
Ἀνῆκα καί ἐγώ στόν κύκλο τῶν μαθητῶν τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος.

Δέν ἐφάνηκα πιστός Του μαθητής. Ἔφυγα ἀπό κοντά Του. Ἔφυγα μόνος μου, δέν μέ ἔδιωξε. Ἔφυγα, γιατί ἤμουν καί εἶμαι ἀκόμη ἀδύναμος. Δέν εἶχα οὔτε καί ἔχω ἀκόμη τήν δύναμη νά ἀνέλθω στό ὕψος πού αὐτός ἤθελε τά πνευματικά Του τέκνα. Τοῦ ζητῶ συγγνώμη γιά τήν πικρία πού τοῦ προκάλεσα μέ τήν φυγή μου αὐτή, ἀλλά ἐνώπιον τοῦ διαδόχου Του, προσκυνητοῦ μοι Ἀρχιερέως, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φλωρίνης κ. Θεκλήτου, καί ἐνώπιον τῶν λοιπῶν ἁγίων Σεβασμιωτάτων πατέρων, καί ἐνώπιόν Σας, ὦ λαέ τοῦ Θεοῦ, δηλώνω ὅτι ὅλη ἡ μορφή τοῦ Σεβασμιωτάτου Αὐτοῦ Διδασκάλου μας ἐνθρονίστηκε βαθιά στήν καρδιά μου, καί ἀκόμη δηλώνω ὅτι «τό αἷμα νερό δέν γίνεται»!

Μέ σεβασμό καί εὐγνωμοσύνη
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.