Σάββατο 27 Ιουλίου 2013

Τό ἄκτιστο φῶς. Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης


Τό ἄκτιστο φῶς

Ὑπάρχουν ὅμως καί ἄλλες ἀνώτερες ἐμπειρίες τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀνώτερη ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός. Αὐτό τό Φῶς εἶδαν οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου στό Ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως. Εἶδαν τόν Χριστό νά λάμπει Ὅλος σάν τόν ἥλιο μέ ἕνα οὐράνιο καί θεῖο φῶς, τό ὁποῖο δέν ἦταν ὑλικό, κτιστό φῶς, ὅπως εἶναι τό φῶς τοῦ ἡλίου ἤ τά ἄλλα κτιστά φῶτα. Ἦταν ἄκτιστο Φῶς, δηλαδή τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, τό Φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδας.
Αὐτοί πού καθαρίζονται τελείως ἀπό τά πάθη τους κι ἀπό τήν ἁμαρτία και προσεύχονται μέ ἀληθινή καί καθαρά προσευχή, ἀξιώνονται αὐτῆς τῆς μεγάλης ἐμπειρίας, νά ἰδοῦν τό Φῶς τοῦ Θεοῦ ἀπ’ αὐτήν τή ζωή. 
Κι ὄχι μόνο τό βλέπουν ἀπό τώρα, ἀλλά καί οἱ ἄλλοι τούς βλέπουν ἀπό τώρα μέσα σ’ αὐτό τό Φῶς. Διότι αὐτό τό Φῶς περιβάλλει τούς Ἁγίους. Ἐμεῖς δέν τό βλέπουμε, ἀλλά οἱ καθαροί στήν καρδιά καί ἅγιοι τό βλέπουν. 
Τό φωτοστέφανο πού εἰκονίζεται γύρω ἀπό τά πρόσωπα τῶν Ἁγίων εἶναι τό Φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδας, πού τούς ἔχει φωτίσει καί ἁγιάσει. Στό βίο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου διαβάζουμε ὅτι, ὅταν ὁ Ἅγιος προσευχόταν στό κελί του, τόν ἔβλεπαν νά λάμπει ὅλος ἀπό τό ἄκτιστο Φῶς, τό ὁποῖο τόν περιαύγαζε. Καί σέ πολλούς βίους τῶν Ἁγίων βλέπουμε τό ἴδιο6.
«Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας ἔζησαν ἀπό τήν ζωή αὐτήν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, καί συμμετεῖχαν στόν θρίαμβό Του ἐπάνω στό θάνατο, τήν ἁμαρτία καί τό διάβολο. Ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα παραθέτουμε στή συνέχεια: «Ὁ π. Δαμασκηνός Κατρακούλης (1921-2001, Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Μακρι­νοῦ) καθημερινό ἄρτον εἶχε τήν μετάνοιαν. 
Περιέγραφε δέ τήν πορεία του ὡς ἑξῆς: «Ὅταν πρωτομετανοήσαμε βυθιστήκαμε κάτω στόν ἑαυτό μας καί εἴδαμε τό κατα­γώγιό μας, πού ἦταν σκοτεινό· ἀρχίσαμε τήν μετάνοια καί τήν προσευχή, μέχρι πού αἰσθανθήκαμε ὅτι καθάρισε ὁ ἑαυτός μας. Ὕστερα ἄρχισε νά μεταβάλλεται τό καταγώγιο μας εἰς φωτεινό καταγώγιο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τῆς ἀθανάτου σοφίας. καί ξεκινήσαμε πλέον. Ἡ πίστη μᾶς ἐπέταξε στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ». Ἡ ἀκράδαντος καί ἄνευ ὅρων πίστη ἦταν ἡ «πυρσοκρότηση γιά τίς ἀναβάσεις του». Ἡ Πίστη τοῦ Γέροντα Δαμασκηνοῦ ἦταν «Πίστη ὄχι μόνον εἰς τόν προσωπικό Θεόν, ἀλλά καί εἰς κάθε λόγον τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν ἁγίων Πατέρων. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ φράση του: «Ἄν θέλετε πνευματικές ἀναβάσεις, ν' ἀνεβεῖτε εἰς τό βάθρο τῆς πίστεως καί τῆς ταπεινώσεως».
Κατά τήν Θείαν Λειτουργία αἱ νοηταί ἀναβάσεις του ἐκορυφώνοντο. Ἔλεγε τά ἑξῆς: «Ἰδιαιτέρως μέσα στή Θεία Λειτουργία νά παίρνομε τήν νοητή πορεία καί νά μένουμε μεταξύ τῆς θριαμβευούσης καί τῆς στρατευόμενης Ἐκκλησίας. 
Νά μένουμε μαζί μέ τούς ἁγίους καί νά λειτουργοῦμε μαζί μέ τόν οὐράνιο κόσμο, γιά νά μπορεῖ ἡ ψυχή μας νά γεμίσει μέ τήν ἐλπίδα τῆς αἰωνίου μακαριότητας. Στή Θεία Λειτουργία ἀρχίζομε πλέον νά ἀλλάζομε τόν χῶρο καί ἑνώνουμε τόν οὐράνιο κόσμο μέ τόν ἐπίγειο. 
Ἔχομε καί τούς δύο κόσμους στίς νοήσεις μας. Στή Λειτουργία συσπειρώνουμε μαζί μας ὅλη τήν δημιουργία καί δοξολογοῦμε τόν Θεόν μαζί μέ τίς πέτρες, τήν θάλασσα καί τόν φυτικό κόσμο, πού ἄφωνα καί συνεχῶς λειτουργοῦν ὅλα μαζί. Ὅταν λέω τίς εὐχές, αἰσθάνομαι ὅτι ἡ κάθε μία ἔχει μέσα της τήν παντοδυναμία, τήν πανσοφία.
Μπαίνουμε στή βασιλική λειτουργία. Στήν ὡραία λειτουργία τοῦ σύμπαντος συνάπτεις την δική σου λειτουργία. Φέρομε τόν οὐρανό νοητῶς κάτω καί ἀνεβάζουμε τόν ἑαυτό μας ἐπάνω. Νά μποῦμε στή μυστική καί οἰκουμενική τοῦ σύμπαντος λατρεία».
Ἐνῶ ὁ ἴδιος μετ' ὀδυνηρᾶς πάλης κατά τῶν ἐχθρῶν κατόρθωσε νά καταλάβει τήν κορυφή τῆς θεωρίας, ἐν τούτοις συνεβούλευε τά ἑξῆς: «Νά πιάσομε τήν κορυφή τῆς θεωρίας, διά νά ἔχομε τήν ὑπεροχή ἐπί τῶν παθῶν. 
Τότε τά πάθη ἐξουδετερώνονται χωρίς πολλούς ἱδρῶτας. Μέ τήν ἀποφατική θεώρηση τοῦ οὐρανίου κόσμου καί τή θεολόγηση τῆς σωτηρίας πέφτομε σέ ἄλλη σφαῖρα, τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. Πορευόμεθα ἐπί τῶν κορυφῶν, ἀτενίζοντες τό πρόσωπον τοῦ Κυρίου, θέτομε τόν ἑαυτόν μας κάτω ἀπό τήν ἐπισκόπησιν τοῦ Θεοῦ καί ρίχνομε εἰς τήν λήθην τόν παρόντα κόσμον.
 Ἐλεύθερος τότε ὁ νοῦς μας θά ἀναφέρεται πρός τά ἄνω πάντοτε καί ἡ διάνοια μας θά εἶναι πάντοτε τεταμένη πρός τόν Θεόν». 
Προσπαθοῦσε νά μιμηθῆ τόν Ἐνώχ, διά τό πρόσωπον τοῦ ὁποίου ἔνοιωθε μεγάλο θαυμασμό καί ἀνέφερε συνεχῶς ὅτι οὖτος εἶχε τήν διάνοιάν του τεταμένην εἰς τόν Θεόν ἐπί ἑκατόν ἔτη. Ἡ σκέψις τοῦ Θεοῦ ἦτο ἡ ἀπόλαυσίς του καί ἔλεγε μετά τοῦ ψαλμωδοῦ: «Ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καί εὐφράνθην». Καί ἄλλοτε: «Ἀτενίζω τόν Θεόν ἀνά πᾶσαν στιγμήν καί χαίρεται ἡ ψυχή μου. Τόν βλέπω ἀσχημάτιστος, Τόν ἀγαπῶ καί Τόν βλέπω. Εἴμαστε ἐνώπιον τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου. Ὅμως, παρ’ ὅλο πού Τόν βλέπω, πάντοτε Τόν ζητῶ».
Τό πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ ἦτο ἡ τροφή καί ἡ τρυφή τῆς ψυχῆς του. Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου: «Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός» εἶχαν χαραχθεῖ βαθέως εἰς τόν νοῦν του καί διά τοῦτο ἐπίστευεν ὅτι διά τῆς Χριστογνωσίας ὁ ἄνθρωπος φθάνει τήν αὐτογνωσία καί δι' αὐτῆς τήν Θεογνωσία.
Ὁ π. Δαμασκηνός, ὅταν ἔλεγε Θεογνωσία, ἐννοοῦσε τήν Θεοκοινωνίαν. Ἐπειδή δε ὁ ἴδιος εἶχε κατορθώσει διά τῆς βαθιᾶς μετανοίας τήν κάθαρσιν τῆς καρδίας καί τοῦ νοός, ἐνέτεινε ὅλην τήν νοητική του δύναμιν εἰς τήν ἀδιάλειπτο μνήμην τοῦ Θεοῦ καί ἔλεγε: «Ὅταν ἡ διάνοια εἶναι τεταμένη πρός τόν Θεόν, μέσα μας γεννᾶται ἡ ὁρμή πρός Θεοκοινωνία». Καί ἐρώτα: «Πῶς θά προσευχώμεθα καί θά μᾶς ἀκούει ό Θεός, ἄν ἡ νόηση μας δέν μεταβληθεῖ εἰς ὅρασιν Θεοῦ;» Ὁ ἴδιος διαρκῶς ἀτένιζε τόν Κύριον καί διαβεβαίωνε ὅτι ὁ Θεός ὁρᾶται καί ἀναπαύει. καί ὅτι οἱ ὀφθαλμοί τῆς ψυχῆς μας εἶναι συνηθισμένοι νά βλέπουν τόν Θεόν. «Ἡ διάνοια μας εἶναι ἡ διόπτρα, πού ἀτενίζει τά οὐράνια. αὐτός ὁ ἀνιχνευτής (ἡ διάνοια) ἐρευνᾶ μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα τόν οὐράνιον κόσμον καί τά βάθη τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὁ νοῦς δέν δουλέψη, δέν μπορεῖ νά εὐφράνει τήν καρδίαν καί νά τήν ἀνεβάσει στά οὐράνια διά τῆς Θείας Ἀγάπης».
Ὁ Θεῖος Ἔρως ἦτο ἡ κινητήριος δύναμις, τήν ὁποίαν ὁ π. Δαμασκηνός ἔθετε εἰς τό διαστημόπλοιο τῆς προσευχῆς, διά νά κάνη τήν «νοητήν πορείαν πρός Θεο­πτίαν». Καί ὁμολογοῦσε: «Ὅταν ἀρχίζομε αὐτές τίς νοητές πορεῖες, γινόμεθα ἔκπεινοι καί ἔκδιψοι τῆς Θείας Ἀγάπης καί ὁρμᾶμε εἰς ἀναβάσεις τολμηρές.
 Τολμηρό ἀνέβασμα εἶναι ἡ νοητή θεωρία εἰς τούς μυστικούς χώρους τῶν ἀγγέ­λων καί ἐν συνεχείᾳ εἰς τούς ὑπερβατικούς χώρους τῆς ἡσυχίας καί τῆς σιωπῆς, ἐκεῖ ὅπου κατοικεῖ ὁ Θεός. Ἐκεῖ ἐπιθυμοῦμε νά φθάσομε καί νά ὁμιλήσομε μέ τόν λατρευτό μας Θεόν.
 Αὐτός εἶναι ὁ Ἔρως, πού μᾶς ἀνυψώνει συνεχῶς μέχρι τήν τελικήν ἕνωσιν μετά τοῦ Θεοῦ. Αὐτός ὁ Ἔρως εἶναι, δύναμις, διά τῆς ὁποίας ὁ μοναχός ξέρει ν’ ἀγαπᾶ καί νά θυσιάζεται ἕως θανάτου. εἶναι ὅλος φῶς, εἶναι ὅλος βασιλεία, ὅλος ἄκτιστον φῶς καί ἀνέσπερο φῶς». Αὐτός ὁ ἔρως ἐκυρίευε ὅλην τήν ὕπαρξιν τοῦ π. Δαμασκηνοῦ καί ἔζη μέσα εἰς τό Θεῖον Φῶς. 
Ἐπρόδιδεν ἀκουσίως τόν ἑαυτόν του, ὅταν ἔλεγε: «Νά γίνει ὁ ἑαυτός μας ὁλόκληρος ἕνα φῶς, μία φωτεινή λαμπάδα. Τό εἴδαμε τό φῶς, τό ξαναείδαμε τό φῶς καί το ξαναβλέπομε τό φῶς. Εἴδαμε τό φῶς, γιά νά φθάσομε πλέον μέσα στόν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης.
Κατόπιν καί ὁ θάνατος δέν μᾶς ξενίζει καθόλου, γιατί εἴμαστε μέσα στό Φῶς τοῦ Θεοῦ καί ζοῦμε τή βασιλεία Του, ἤδη ἀπό τώρα. Εἴμαστε συνέχεια μέσα στήν ἑορτή ἀπό τώρα καί κατόπιν πᾶμε καί προσωπικά καί τοῦ λέμε: «Μόνο γιά Σένα, Χριστέ μου, ὅλα γιά Σένα. Ὅ,τι θέλεις καί ὅπως θέλεις»7.




6 Ἀρχιμανδρίτου Γεωργίου, καθηγουμένου τῆς Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου: Ἐμπειρίες τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, Γ΄ ἔκδοσις, Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 1998.
7Ὁ πατήρ Δαμασκηνός (1921-2001)


Προδημοσίευση στό διαδίκτυο Γ΄ἔκδοσης (ἐπηυξημένης) τοῦ βιβλίου: (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου)-Τί εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία καί πῶς θά τή ζήσουμε
Σχῆμα μικρό ,Σελίδες: 162, Τιμή:5€, Παραγγελίες στό τηλέφωνο 6944577885 ἤ στό e- mail: hristospanagia@yahoo.gr  



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.