Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

Οἱ δαίμονες δὲν εἰξεύρουν τί μέλλει νὰ πάθῃ ἢ νὰ γένη ὁ ἄνθρωπος. Ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου


 Ὅτι οἱ δαίμονες δὲν εἰξεύρουν τί μέλλει νὰ πάθῃ ἢ νὰ γένη ὁ ἄνθρωπος. Ὅτι οἱ δαίμονες τὰ φυσικὰ καὶ προαιρετικά, ἀμφιβόλως γινώσκουν. Ὅτι οἱ δαίμονες καὶ γνωρίζοντες τὴν ἀλήθειαν, δὲν τὴν φανερώνουν.

 Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης

Ἀλλ᾿ οὔτε εἰξεύρουν οἱ δαίμονες, τί ἔχει νὰ γίνῃ ἢ νὰ πάθῃ ὁ ἄνθρωπος· ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος αὐτεξούσιος ὤν, ἐὰν μὲν θέλῃ κλίνει εἰς τὸ καλόν, ἐὰν δὲ οὐ θέλῃ κλίνει εἰς τὸ κακόν· ὅθεν ἄδηλον εἶναι τὸ τέλος εἰς τὸ ὁποῖον ἔχει νὰ καταντήσῃ· καὶ τοῦτο γίνεται φανερὸν ἀπὸ τὴν ἱστορίαν τοῦ Ἰώβ· τούτου γὰρ τὸ τέλος δὲν ἠδυνήθη νὰ γνωρίσῃ ὁ διάβολος· διότι αὐτὸς μὲν ἠγωνίζετο καὶ ἐσπούδαζε, νὰ κάμῃ τὸν Ἰὼβ νὰ βλασφημήσῃ κατὰ τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ τοῦτο νὰ τὸν κολάσῃ· ὁ δὲ Ἰώβ, ἐπειδὴ εὐχαρίστως ὑπέμεινε τὰ δεινά, περισσότερον ἐστεφανώθη· ὅθεν εἶπε καὶ ὁ Χρυσόστομος Ἰωάννης· «ὁ διάβολος οὐκ ᾔδει εἰς ποῖον τέλος ἀπαντήσει τὰ παλαίσματα (τοῦ Ἰὼβ) εἰ γὰρ ᾔδει, οὐκ ἂν ἐπιχείρησεν, ἵνα μὴ χείρονα τὴν αἰσχύνην ἐφελκύσηται» (Λόγ. δ´ εἰς τὸν Ἰὼβ) διὰ τοῦτο καὶ ὁ Θεὸς θέλωντας νὰ φανερώσῃ πῶς οἱ ἀστρολόγοι καὶ δαίμονες δὲν εἰξεύρουν τὰ μέλλοντα, ὀνειδίζει, καὶ τρόπον τινὰ περιγελᾷ τὴν Βαβυλῶνα, ὁποῦ ἤλπιζεν εἰς τοὺς ἀστρολόγους καὶ δαίμονας, καὶ τῆς λέγει· «κεκοπίακας ἐν ταῖς βουλαῖς σου· στήτωσαν δή, καὶ σωσάτωσάν σε οἱ ἀστρολόγοι τοῦ Οὐρανοῦ· οἱ ὁρῶντες τοὺς ἀστέρας ἀναγγειλάτωσάν σοι, τί μέλλει ἐπὶ σὲ ἔρχεσθαι (Ἡσ. μζ´ 13).

Ναί προγνωρίζουσι πολλὰ καὶ οἱ δαίμονες, ὡς λέγουσιν οἱ ἱεροὶ θεολόγοι, ἀλλ᾿ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τὰ φυσικά, συμπεραίνοντες τὴν γνῶσιν αὐτῶν ἀπὸ τοὺς λόγους καὶ νόμους τῆς φύσεως· καθὼς καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ὁποῖοι μάλιστά εἰσιν οἱ Φιλόσοφοι, πολλὰ τοιαῦτα προγνωρίζουσι καὶ προλέγουσι·
τὰ δὲ προαιρετικά, καὶ ἐν τῷ βάθει τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου εὑρισκόμενα, ὁ μὲν Θεὸς μόνος κατ᾿ ἀκρίβειαν εἰξεύρει, ὡς πλάστης τῶν καρδιῶν, καθὼς εἶπεν ὁ Σολομών· «σὺ μονώτατος οἶδας τὴν καρδίαν πάντων υἱῶν ἀνθρώπων» (γ´ Βασιλ. η´ 39)· ὁ δὲ διάβολος, ἀπὸ τὰ κινήματα τοῦ σώματος, μερικὰ ἐξ αὐτῶν συμπεραίνει, καθὼς λέγει ὁ Πηλουσιώτης Ἰσίδωρος γράφων· «οὐ τὰ κατὰ διάνοιαν εἶδεν, ὦ πραότατε, ὁ διάβολος· τῆς γὰρ θείας μόνης ἐστὶ τοῦτο ἐξαίρετον δυνάμεως, τῆς πλασάσης κατὰ μόνας τὰς καρδίας ἡμῶν· ἀλλὰ ἀπὸ τῶν τοῦ σώματος κινημάτων τὰ τῆς ψυχῆς θηρεύεται βουλεύματα» (Ἐπιστολ. ρνς´ Ἀρχοντίῳ πρεσβυτέρῳ)(1).

 Πλὴν καὶ τὰ φυσικά, καὶ τὰ προαιρετικά, ὁποῦ οἱ δαίμονες φαίνονται, ὅτι προγνωρίζουν, ὅλα τὰ προγνωρίζουν ἀμφίβολα, ὅλα σκοτεινά, ἀσαφῆ καὶ λοξά· διὰ τοῦτο καὶ ὁ δαίμων ὁ καλούμενος Ἀπόλλων, καὶ τὸ τούτου εἴδωλον, ὠνομάζετο Λοξίας, καὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἰδίους Ἕλληνας· διότι ὅσους χρησμοὺς καὶ μαντείας προέλεγεν, ἦσαν λοξοί, ὡσὰν ὁ καρκῖνος, καὶ ἠδύναντο νὰ νοηθοῦν, καὶ οὕτως καὶ οὕτως, καὶ εἰς ἕνα νόημα, καὶ εἰς ἄλλο· καὶ ἀφίνω νὰ λέγω ὅτι οἱ δαίμονες τὰς περισσοτέρας φορὰς γνωρίζουν τὴν ἀλήθειαν· ὅμως δὲν θέλουν νὰ τὴν ὁμολογήσουν θεληματικῶς, ἔξω ἀπὸ ἀνάγκην μεγάλην, διότι, μὲ τὸ νὰ εἶναι φυσικὰ ψεῦσται, ἀκολούθως ἀγαποῦν πάντοτε τὸ ψεῦδος, μισοῦσι δὲ τὴν ἀλήθειαν, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος· «ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπαρχῆς καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν... ὅτι ψεύστης ἐστί, καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (τοῦ ψεύδους δηλ.) (Ἰωάν. η´ 44).

Καὶ λοιπὸν ἂς προβάλλουν τώρα ἔμπροσθεν οἱ Χριστιανοὶ ἐκεῖνοι, ὁποῦ πηγαίνουν εἰς τοὺς μάντεις, καὶ μάντισσας, ζητοῦντες διὰ νὰ μάθουν τί ἔχουν νὰ πάθουν, ἢ διὰ νὰ εὕρουν θησαυρούς, καὶ ἄλλα πράγματα ὁποῦ ἔχασαν, ἢ διὰ νὰ ζητήσουν λύσιν τῶν ὀνειράτων τους· ἂς προβάλλουν λέγω διὰ νὰ τοὺς ἰδῶ, καὶ νὰ τοὺς εἰπῶ ἐκεῖνο, ὁποῦ εἶπε ποτὲ καὶ ὁ Προφήτης Ἠλίας, πρὸς τὸν λαὸν τοῦ Ἰσραήλ· ἀνόητοι Χριστιανοὶ «ἕως πότε ὑμεῖς χωλανεῖτε ἐπ᾿ ἀμφοτέραις ταῖς ἰγνύαις ὑμῶν»; (γ´ Βασιλ. ιη´ 21)· ἕως πότε κουτσένετε μὲ τὰ δύο ποδάρια; ἕως πότε, πιστεύετε μὲν εἰς τὸν Χριστόν, πιστεύετε δὲ καὶ εἰς τοὺς μάντεις καὶ δαίμονας; ἂν πιστεύητε εἰς τὸν Χριστόν, πῶς αὐτὸς μόνος ὡς Θεὸς ὁποῦ εἶναι, εἰξεύρει μὲν ὅλα τὰ ἀπόκρυφα, καὶ ὅλα τὰ μέλλοντα, φανερώνει δὲ ταῦτα καὶ εἰς τοὺς ἄλλους, ὡς εἴπομεν, διὰ τί καὶ ἐσεῖς δὲν προστρέχετε εἰς τὸν Χριστόν, νὰ σᾶς φανερώσῃ ἐκεῖνα ὁποῦ ζητεῖτε; ἀλλὰ προστρέχετε εἰς τοὺς μάντεις καὶ δαίμονας; ἐὰν δὲ ἐκ τοῦ ἐναντίου πιστεύετε εἰς τοὺς μάντεις καὶ δαίμονας, πῶς αὐτοὶ εἰξεύρουν τὴν γνῶσιν τῶν ἀποκρύφων καὶ τὴν ἀλήθειαν, τί ματαίως ὀνομάζεσθε Χριστιανοί, καὶ προσκυνεῖτε τὸν Χριστόν; δὲν εἰξεύρετε πῶς δὲν ἠμπορεῖτέ ποτε νὰ δουλεύετε δύο αὐθέντας ἐν ταυτῷ Χριστὸν καὶ Βελίαρ· ἀλήθειαν καὶ ψεῦδος· Θεὸν καὶ διάβολον; καθὼς καὶ ὁ Κύριος καὶ ὁ Παῦλος συμφώνως λέγουσιν· εἰ δὲ καὶ λέγετε πῶς δὲν πιστεύετε εἰς τοὺς μάντεις καὶ δαίμονας, ψεύδεσθε· διότι ἂν δὲν ἐπιστεύετε εἰς αὐτούς, πῶς πηγαίνετε καὶ τοὺς ἐρωτᾶτε; αὐτὸς γὰρ μόνος ὁ πλησιασμός σας εἰς αὐτούς, καὶ ἡ ἐρώτησις, μαρτυρεῖ ὅτι τοὺς πιστεύετε, καὶ εἶσθε δοῦλοί των, καθὼς λέγει ὁ Χρυσορρήμων· «τίνος γὰρ ἕνεκεν προσέρχη; τί ἐρωτᾷς; ἅμα προσῆλθες, ἅμα ἐρώτησας, ὑπὸ τὴν δουλείαν σαυτὸν ἐποίησας· ὡς γὰρ πιστεύων ἐρωτᾷς» (Λόγ. η´ εἰς τὴν β´ πρὸς Τιμόθ.)· εἰ δὲ πάλιν καὶ λέγετε ότι μόνον δοκιμάζετε, νὰ ἰδῆτε ἂν λέγουν οἱ δαίμονες ἀλήθειαν, καὶ αὐτὴ ἡ δοκιμὴ σᾶς δείχνει, ὅτι δὲν εἶσθε βέβαιοι, πῶς οἱ δαίμονες ψεύδονται, ἀλλὰ πῶς εἶσθε ἀκόμη ἀμφίβολοι, τὸ ὁποῖον καὶ αὐτὸ εἶναι ἁμαρτία, καθὼς λέγει ὁ αὐτὸς Ἅγιος· «καὶ τὸ πειράζειν εἰ ἀληθεύει, οὐκ ἔστιν πεπεισμένου, ὅτι ψεύδεται, ἀλλ᾿ ἔτι ἀμφιβάλλοντος» (Αὐτόθι).

Σταθῆτε, σταθῆτε ποῖοι εἶναι αὐτοί, ὁποῦ φαίνονται; ἐγὼ βλέπω ἀνθρώπους πολλοὺς ἀπεσταλμένους ἀπὸ τὸν Ὀχοζίαν Βασιλέα Σαμαρείας, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ νὰ ἔπεσεν ἀπὸ τὸ παράθυρον τῆς ὑψηλῆς κάμαρας τοῦ παλατίου του καὶ ἠσθένησεν, ἔστειλεν ἀνθρώπους νὰ ἐρωτήσουν τὴν μάντισσαν, ὁποῦ ἦτο εἰς τὴν Ἀκκαρών, ἂν ἔχῃ νὰ ὑγιάνῃ ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν του· βλέπω καὶ τὸν Προφήτην Ἠλίαν, ὅστις διὰ προσταγῆς Θεοῦ καταβαίνει ἀπὸ τὸ ὄρος, καὶ συναπαντᾷ τοὺς ἀπεσταλμένους τούτους ἀνθρώπους τοῦ Βασιλέως· καὶ τί τοὺς λέγει; ἐπειδὴ καὶ ὁ Βασιλεὺς Ὀχοζίας, ἐκαταφρόνησε τὸν ἀληθινὸν Θεόν, καὶ ὡσὰν νὰ μὴν εἶναι Θεὸς εἰς τὸν Ἰσραὴλ νὰ τὸν ἐρωτήσῃ, ἔστειλε νὰ ἐρωτήσῃ τὴν ψευδομάντισσαν, διὰ τοῦτο ταῦτα ἀποφασίζει ὁ Θεός, ὅτι δὲν θέλει σηκωθῇ ἀπὸ τὴν κλίνην του, ἀλλὰ θέλει ἀποθάνει ἐκεῖ κακῶς· «Εἰ παρὰ τὸ μὴ εἶναι Θεὸν ἐν Ἰσραὴλ ὑμεῖς πορεύεσθαι ἐπιζητῆσαι ἐν τῷ Βάαλ μυΐαν Θεὸν Ἀκκαρῶν;.. τάδε λέγει Κύριος, ἡ κλίνη ἐφ᾿ ἧς ἀνέβης ἐκεῖ, οὐ καταβήσῃ ἀπ᾿ αὐτῆς, ὅτι θανάτῳ ἀποθανῆ» (δ´ Βασίλ. α´ 3).
Ἄχ! ποῦ εἶναι καὶ τώρα ἕνας ἄλλος Προφήτης Ἠλίας, νὰ ἰδῇ τοὺς Χριστιανοὺς πῶς στέλλουν εἰς τοὺς μάντεις καὶ μάντισσας, διὰ νὰ ἐρωτήσουν ἂν ἀναλάβουν ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν τους, καὶ νὰ τοὺς εἰπῇ: Ἐσεῖς Χριστιανοὶ ἐπειδὴ καὶ ἐκαταφρονήσετε τὸν Χριστὸν καὶ τοὺς Ἁγίους του καὶ πηγαίνετε εἰς τοὺς μάντεις, τάδε λέγει Κύριος, δὲν θέλετε σηκωθῇ ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν σας.
Ἐπειδὴ καὶ καλεῖτε εἰς τὸν οἷκόν σας μάγισσας διὰ νὰ σᾶς γητεύσουν, τάδε λέγει Κύριος· θέλετε ἀποθάνει μὲ κακὸν καὶ ἐπώδυνον θάνατον. Ἐπειδὴ πηγαίνετε εἰς τοὺς δαίμονας καὶ μάγους ζητοῦντες βοήθειαν διὰ νὰ νικήσετε εἰς τὰ κριτήρια καὶ νὰ κερδήσετε τὴν κρίσιν σας, τάδε λέγει Κύριος· ἐσεῖς μέλλετε νὰ νικηθῆτε καὶ νὰ χάσετε τὴν κρίσιν σας.
Ἐπειδὴ καὶ ζητεῖτε ἀπὸ τοὺς δαίμονας νὰ μάθετε τί ἔχετε νὰ πάθετε, τάδε λέγει Κύριος, ἔχετε νὰ πάθετε πολλὰς συμφοράς, πολλὰς δυστυχίας, πολλοὺς κινδύνους, ὥστε ὁποῦ νὰ ἀφανισθῆτε καὶ νὰ ἐξολοθρευθῆτε διότι ἀρνηθήκετε τὸν Θεόν, ὁποῦ εἰξεύρει ὅλα τὰ μέλλοντα, καὶ ἐκαταφύγετε εἰς τοὺς δαίμονας, ὁποῦ εἶναι ἐσκοτισμένοι, καὶ κᾀμμίαν πρόγνωσιν τῶν μελλόντων δὲν ἔχουσιν.


nektarios.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.