Ένας ασυμβίβαστος Ιεράρχης
Ιερομάρτυς Ανδρόνικος Αρχιεπίσκοπος Πέρμ (1870-1918)
του Ηγουμένου Δαμασκηνού (Ορλόφσκι)
Διασκευή από τα ρωσικά
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2011
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2011
***
«…και η δική μας πατρίδα βρίσκεται σε μια κρίσιμη Ιστορική καμπή, σε μιαν εποχή πού παρουσιάζει εκπληκτική και ανησυχητική ομοιότητα μ' εκείνην της προεπαναστατικής Ρωσίας…»«Η ζωή έχει γίνει πια, τρομερή για όλους. Έχουμε αυτοεξευτελιστεί μπροστά σ' όλους τους λαούς του κόσμου. Μας αποφεύγουν σαν την πανούκλα και συνεννοούνται ήδη, όσο εμείς αλληλοτρωγόμαστε, να μοιραστούν τη λατρευτή μας πατρίδα... Εμείς οι ίδιοι ρημάζαμε την πατρίδα μας,…
Άς στραφούμε όλοι με καρδιά γεμάτη συντριβή στον Θεό, πού μας τιμώρησε δίκαια για τα άνομα έργα μας. Ας ικετέψουμε θερμά τον Κύριο να μας λυπηθεί.
Άς παρακινήσουμε και τα παιδιά μας και τους συγγενείς μας όλους να ζητήσουν το έλεος του Θεού. Μόνο Εκείνος μπορεί να μας σώσει τώρα, όπως σε παλαιότερα δύσκολα χρόνια έσωσε τους προγονούς μας».
«Περιμένετε όλοι εσείς οι επίδοξοι μεταρρυθμιστές της Αγίας Εκκλησίας! Θα γίνει και εδώ χωρισμός της Εκκλησίας από το Κράτος -δίχως τη θέληση μας- και θα ακολουθήσει αναπόφευκτα διωγμός της Εκκλησίας από το όχι απλώς άθρησκο αλλά αντιχριστιανικό κράτος... Είτε το θέλουμε είτε όχι, μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι μακριά. Πρέπει, λοιπόν, να ετοιμαζόμαστε, γιατί η πίστη μας θα δοκιμαστεί σαν σε φωτιά από το πνεύμα του Αντίχριστου πρώτα και από τον ίδιο τον Αντίχριστο έπειτα...».
«...Το ρεύμα του φιλελευθερισμού θα κατακτήσει το σχολείο, οπότε και οι αντιχριστιανικοί του στόχοι θα είναι εξασφαλισμένοι. Να γιατί οι οπαδοί του φιλελευθερισμού δείχνουν τόση εύνοια προς κάθε αίρεση του Χριστιανισμού και προς τις άλλες θρησκείες».
«Να, λοιπόν, τί κρύβεται πίσω από τη λεγόμενη "απελευθέρωση": η συνωμοσία εναντίον του Χριστού»
***
ΠρόλογοςΟΛΟΥΣ τους χριστιανικούς αιώνες και σ' όλους τους τόπους, οπού κηρύχθηκε το Ευαγγέλιο, το θείο δένδρο της πίστεως ποτίστηκε, αναπτύχθηκε και κάρπισε «εις ζωήν αίώνιον» (Ίω. 4:36) με μαρτυρικό αίμα. Στον εικοστό αιώνα, πάντως, η Εκκλησία της Ρωσίας αξιώθηκε να αναδείξει τους περισσότερους μάρτυρες.
Ο εβδομηντάχρονος διωγμός της (1917-1987) από το άθεο μπολσεβικικό καθεστώς δεν υστέρησε σε σκληρότητα των διωγμών της αρχαίας Εκκλησίας από τους ειδωλολάτρες Ρωμαίους αυτοκράτορες. Ναοί και μοναστήρια σφραγίστηκαν ή κατεδαφίστηκαν. Εκκλησιαστικές περιουσίες δημεύτηκαν, θεολογικές και ιερατικές σχολές κλείστηκαν.
Εκατομμύρια πιστοί -κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί- γνώρισαν τις φυλακές, την εξορία, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, τους πιο φρικτούς βασανισμούς. Εκατοντάδες χιλιάδες νέοι μάρτυρες και ομολογητές της πίστεως θάφτηκαν στη ρωσική γη σαν τους σπόρους του σιταριού για ν' αναστήσουν και πάλι την Αγία Ρωσία, πού είχε πεθάνει πολύ πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917.
Γιατί πρέπει να επισημανθεί πώς η επιβολή του άθεου κομμουνιστικού καθεστώτος δεν ήταν παρά το φυσικό επακόλουθο και η θλιβερή κατάληξη της σταδιακής πνευματικής αλλοτριώσεως του ορθόδοξου ρώσικου λάου, η οποία είχε αρχίσει από την εποχή του τσάρου Πέτρου Α' του Μεγάλου (1672-1725), φανατικού θαυμαστή του δυτικοευρωπαϊκού τεχνικού πολιτισμού, και είχε κορυφωθεί στα τέλη του 19ου αιώνα.
Τότε μετακενώθηκαν από τη Δύση ποικίλα θρησκευτικοφιλοσοφικά και κοινωνικοπολιτικά ρεύματα, όπως ο μασονικός μυστικισμός, ο προτεσταντικός ορθολογισμός, ο επαναστατικός σοσιαλισμός, ο υλισμός, ο μηδενισμός, ο αναρχισμός και, ο κοινός παρονομαστής των περισσοτέρων, ο αθεϊσμός. Τα ρεύματα αυτά εξαπλώθηκαν με ευκολία σ' όλα τα κοινωνικά στρώματα λόγω της γενικής διαφθοράς, διαφθοράς πού, δυστυχώς, είχε εισχωρήσει και στον χώρο της Εκκλησίας.
Χαρακτηριστικά και αποκαλυπτικά είναι όσα ανέφερε ό γνωστός ομολογητής Ιερομόναχος Αρσένιος (1894-1975), μιλώντας κάποτε σε συγκρατουμένους του σ' ένα σταλινικό Στρατόπεδο Ειδικού Καθεστώτος: «... Ο κομμουνισμός γκρέμισε εκκλησίες, φυλάκισε πιστούς, πολέμησε την Εκκλησία. Ναι, έτσι είναι.
Ας εξετάσουμε, όμως, τα πράγματα συνολικότερα και βαθύτερα. Ας ανατρέξουμε σε όσα προηγήθηκαν. Πολύ πρωτύτερα ο λαός μας είχε χάσει την πίστη του, είχε περιφρονήσει την παράδοση του, είχε λησμονήσει την ιστορία του, είχε αρνηθεί τα Ιερά και τα όσια του. Ποιος φταίει γι' αυτό; Η τωρινή εξουσία; Εμείς φταίμε! Και τώρα θερίζουμε ό,τι σπείραμε...
Ας θυμηθούμε τί παράδειγμα έδιναν στον λαό οι διανοούμενοι, οι ευγενείς, οι έμποροι, οι δημόσιοι υπάλληλοι και, προπαντός, τί παράδειγμα δίναμε εμείς, οι κληρικοί. Ήμασταν οι χειρότεροι απ' όλους! Γι' αυτό και των παπάδων τα παιδιά, βλέποντας μέσα στις οικογένειες τους την ανηθικότητα και τη φιλοχρηματία, γίνονταν οι πιο φανατικοί άθεοι, οι πιο μαχητικοί επαναστάτες.
Πολύ πριν από την επανάσταση του 1917 ο κλήρος είχε χάσει κάθε δυνατότητα καθοδηγήσεως του λαού. Είχε γίνει -αλίμονο!- μια κάστα επαγγελματιών, όπου βασίλευαν η απιστία και η διαφθορά. Από το πλήθος των μοναστηριών της πατρίδας μας, μόνο πέντε-έξι ήταν φωτεινοί φάροι του χριστιανισμού και του πνεύματος: το Βαλαάμ, η Όπτινα με τους μεγάλους στάρτσι, το Ντιβέγεβο, το Σάρωφ και ίσως ένα-δύο ακόμα.
Στα υπόλοιπα όχι μόνο την πίστη και την αρετή δεν συναντούσε κανείς, αλλά και σκανδαλιζόταν από το κοσμικό φρόνημα και την ανόητη επιδεικτικότητα. Τι μπορούσε να πάρει ο λαός από τέτοιους ρασοφόρους, από τέτοιους δήθεν εκπροσώπους του Θεού; Εμείς τον σπρώξαμε στην επανάσταση, γιατί δεν του δώσαμε το καλό παράδειγμα.
Δεν του εμπνεύσαμε την πίστη, την αγάπη, την υπομονή, την ταπείνωση... Γι' αυτό μας εγκατέλειψε τόσο εύκολα ο λαός. Γι' αυτό αρνήθηκε μαζί μ' εμάς και τον Θεό. Γι' αυτό γκρέμισε τις εκκλησίες. Δεν μπορώ, λοιπόν, να κατηγορήσω την εξουσία, το σημερινό καθεστώς. Γιατί οι σπόροι της αθεΐας έπεσαν τότε στον έδαφος πού εμείς οι ίδιοι είχαμε προετοιμάσει με τα λάθη μας και τον ξεπεσμό μας. Αυτή ήταν η αιτία και η αρχή του κάκου.
Όλα όσα ακολούθησαν, ακόμα και τούτο το στρατόπεδο και το μαρτύριο μας και οι άδικες θυσίες τόσων αθώων ανθρώπων, δεν είναι παρά οι αναπόφευκτες συνέπειες...» (π. Αρσένιος, τ.1, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 201020, σελ. 130-132).
Ο αρχιεπίσκοπος Πέρμ Ανδρόνικος († 7 Ιουνίου 1918) δεν είναι μόνο ένας από τους νέους Ρώσους ιερομάρτυρες, αλλά και μία από τις ευάριθμες εκκλησιαστικές μορφές πού στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, προεπαναστατικά και μετεπαναστατικά, και αγωνίστηκαν ευσυνείδητα για την ορθόδοξη πίστη και τον λαό του Θεού.
Ακέραιος, φιλόπονος, θαρραλέος, λόγιος και προπάντων, «πιστός άχρι θανάτου» (Αποκ. 2:10), περιγράφει σε επιστολές, εγκυκλίους, κηρύγματα, άρθρα και ημερολογιακές σημειώσεις του τη ζοφερή πολιτικοκοινωνική κατάσταση της πατρίδας του, τη διάβρωση μεγάλου μέρους του εκκλησιαστικού πληρώματος από τον αθεϊσμό και την ποιμαντική ανεπάρκεια του ρωσικού κλήρου όλων των βαθμίδων πριν από την καθεστωτική μεταβολή.
Διαπιστώνοντας πώς και η δική μας πατρίδα βρίσκεται σε μια κρίσιμη Ιστορική καμπή, σε μιαν εποχή πού παρουσιάζει εκπληκτική και ανησυχητική ομοιότητα μ' εκείνην της προεπαναστατικής Ρωσίας, θωρήσαμε καλό να μεταφράσουμε και να προσφέρουμε στον ιερό κλήρο και τον πιστό λαό μας τον συνοπτικό βίο, το μαρτύριο και αποσπάσματα κειμένων του νέου ιερομάρτυρος Ανδρόνικου.
Η μετάφραση έγινε από το πολύτομο έργο του ηγουμένου Δαμασκηνού (Ορλόφσκι) Βίοι των Ρώσων Νεομαρτύρων και Ομολογητών του 20ου αιώνα (τόμ. Ιουνίου, Τβέρ 2008). Για να κάνουμε πιο ξεκούραστη την ανάγνωση, παραλείψαμε ορισμένους πλατειασμούς του ρωσικού κειμένου, διασκευάσαμε ελαφρώς κάποιες παραγράφους του, το εμπλουτίσαμε με φωτογραφικό υλικό της εποχής και προσθέσαμε κατατοπιστικές σημειώσεις.
Είναι σημαντικό ότι ο π. Δαμασκηνός από το 1990 διετέλεσε μέλος της Συνοδικής Επιτροπής του Πατριαρχείου Μόσχας, η οποία διερεύνησε όλες τις περιπτώσεις των κληρικών και λαϊκών πιστών πού βασανίστηκαν ή μαρτύρησαν από το σοβιετικό καθεστώς. Επίσης από το 1996 αποτελεί μέλος της Συνοδικής Επιτροπής διακηρύξεως των αγίων.
Γι' αυτό και οι πληροφορίες πού παραθέτει στο έργο του πιστεύουμε ότι είναι ιστορικά εξακριβωμένες και αξιόπιστες. Στο άμεσο μέλλον θα παρουσιάσουμε, αν θέλει ο Θεός, ένα εκτενές και αντιπροσωπευτικό απάνθισμα βίων των Ρώσων ιερομαρτύρων του 20ου αιώνα.
Όσα αναφέρονται στις σελίδες πού ακολουθούν, ας αποτελέσουν αφορμές προβληματισμού για όλους μας και κυρίως για τους ποιμένες. Άς μας παρακινήσουν σε μετάνοια, προσευχή και εργασία πνεύματική. Άς μας εμπνεύσουν ένθεο ζήλο για τον επανευαγγελισμό των αδελφών μας εκείνων, πού έχουν αποξενωθεί από τη σωτήρια ορθόδοξη παράδοση μας και έχουν παραδοθεί στην ψυχόλεθρη εκκοσμίκευση.
Άς μας διδάξουν πώς πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε, με τη βοήθεια του θεού, για την αποτροπή μιας συμφοράς όμοιας μ' εκείνην πού γνώρισαν οι ομόπιστοι αδελφοί μας του Βορρά. Άς μας συνετίσουν, τέλος, ώστε να ζούμε και να ενεργούμε «μη ως άσοφοι, αλλ' ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί είσι» (Εφ. 5:15-16).
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
***
Ακολουθούν εκτεταμένα αποσπάσματα από το βιβλίο «Ένας ασυμβίβαστος Ιεράρχης - Ιερομάρτυς Ανδρόνικος Αρχιεπίσκοπος Πέρμ (1870-1918)»…Τα γεγονότα του 1905 και οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, που ακολούθησαν προβλημάτισαν βαθιά τον ιεράρχη. Ποιο θα ήταν το ιδανικό πολίτευμα για τη Ρωσία; Ποιες θα έπρεπε να είναι οι σχέσεις της Εκκλησίας με την πολιτεία; Οφείλουν ή όχι οι χριστιανοί να ενδιαφέρονται για το σύστημα διοικήσεως και την καλή οργάνωση του κράτους;
Και αν οφείλουν, τότε ποιο σύστημα είναι το καλύτερο για τη χώρα; Σε τέτοια και αλλά παρόμοια ερωτήματα έδινε απαντήσεις με το άρθρο του Το ρωσικό πολιτικό σύστημα από τη σκοπιά του χριστιανού ή θεμελίωση και έννοια της μοναρχίας.
«Κανείς», έγραφε, «ας μην ακούει τους λαοπλάνους, πού υποστηρίζουν ότι για τον χριστιανό είναι εντελώς αδιάφορο το πολιτικό σύστημα. Όχι! Εμείς οι χριστιανοί, όπως όλοι οι άνθρωποι, ζούμε σ΄ αυτόν τον κόσμο, από τον όποιο δεν μπορούμε να φύγουμε παρά μόνο όταν το θελήσει ο Πλάστης μας.
Δεν πρέπει, λοιπόν, ν αδιαφορούμε για την πολιτική κατάσταση, καθώς ένα καθεστώς ή ένα πολίτευμα ή μια κρατική εξουσία μπορεί είτε να διευκολύνει το έργο της σωτηρίας μας είτε να το δυσχεραίνει είτε ακόμα και να το εμποδίζει με θανάσιμους διωγμούς...
Έτσι, έχουμε την υποχρέωση να εξετάσουμε το παλαιό πολιτικό σύστημα, πού υπάρχει ως τώρα, και το νέο, πού μας προτείνουν, για να διαπιστώσουμε ποιο από τα δύο συμβάλλει περισσότερο στην επίτευξη του προορισμού της ζωής μας. Κάτω απ αυτό το πρίσμα πρέπει να εξετάζει ο χριστιανός όλα τα εγκόσμια πράγματα, ένα από τα οποία είναι και το πολιτικό σύστημα...
Σ' όλους είναι γνωστό, τόσο από άλλες χώρες παλαιότερα όσο και από τη δική μας τώρα, τί γίνεται κατά τις περιόδους των εκλογών: Θυσιάζονται τα πάντα -η πίστη, η πατρίδα, η οικογένεια- στον βωμό της νίκης ενός κόμματος, οποιουδήποτε κόμματος. Τρία μόνο χρόνια έχουν περάσει από τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, και η χώρα μας έχει γίνει αγνώριστη, όχι, βέβαια, καλύτερη, αλλά χειρότερη.
Η πίστη αδυνάτισε και τα ήθη κατέπεσαν. Η αθεΐα, η απροκάλυπτη διαφθορά, οι λεηλασίες και οι ληστείες δεν αποτελούν πια σπάνια φαινόμενα. Η προεκλογική κομματική προπαγάνδα καταντά πλήρης παράφορα, στην οποία παραδίνονται ολοκληρωτικά οι άνθρωποι, ξεχνώντας όλα τα άλλα. Και μετά τις εκλογές, όποιο κόμμα καταλάβει την εξουσία με μια ευκαιριακή πλειοψηφία, αυτό κυβερνά ανεξέλεγκτα το κράτος και διοικεί όλους τους πολίτες του, διακηρύσσοντας ότι είναι ο μοναδικός εκφραστής της θελήσεως του λάου. Άλλα ποιος μπορεί να το πιστέψει;... Μήπως υπήρχε και υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον για τον λαό και την πατρίδα, όταν όλα συνδέονταν και συνδέονται με την πάλη και τη νίκη του κόμματος;
Και η ορθόδοξη πίστη περιφρονείται σε τέτοιο βαθμό, πού ακόμα και στην "Επιτροπή Ομολογίας της Πίστεως" εξελέγησαν όχι μόνο χλιαροί ή και άπιστοι Ρώσοι, αλλά και Εβραίοι και ρωμαιοκαθολικοί Πολωνοί και μουσουλμάνοι. Κι αυτό σε μια χώρα πού ο πληθυσμός της στη συντριπτική του πλειοψηφία είναι ρωσικός, ορθόδοξος και πιστός! Μια μικρή ομάδα, λοιπόν, τολμά να παρουσιάζει τον εαυτό της σαν λαό και τα παραληρήματα της σαν φωνή του λάου! Μα αυτό είναι ξεκάθαρος εμπαιγμός του συντάγματος, στο οποίο, όπως φαίνεται, ούτε οι ίδιοι πιστεύουν...».
Την εποχή εκείνη στη Ρωσία είχε διασπαστεί η δημιουργική ενότητα λαού και εξουσίας. Και τα αίτια αυτής της διασπάσεως σημάδεψαν οδυνηρά όλη τη μετέπειτα ρωσική ιστορία. Έγραφε σχετικά ο Ιεράρχης: «... Πριν από δύο αιώνες τερματίστηκε αυτή η Ιερή, εθιμική ενότητα..., ενότητα ξένη προς τον κομματισμό, τον οποίο αναπόφευκτα ακολουθούν το ψευδός και η αδικία.
Ο Πέτρος Α[Πρόκειται για τον τσάρο Πέτρο Α' τον Μέγα (1672-1725)], θαυμαστής του δυτικοευρωπαϊκού βασιλικού απολυταρχισμού, επέβαλε και στη χώρα μας αυτό το σύστημα διακυβερνήσεως, ανακηρύσσοντας τον εαυτό του αυτοκράτορα. Μαζί μ αυτόν τον τίτλο καθιερώθηκαν και όλες οι συνακόλουθες δυτικές πρακτικές στη διοίκηση, πρακτικές καινοφανείς, πού απέκοψαν από την εξουσία τον λαό, σαν λαό κατακτημένο και υπόδουλο...
Καρπός της βίαιης εισαγωγής του απολυταρχισμού της εξουσίας, συμφωνά με τα πρότυπα της Δύσεως, ήταν η διάσταση αυτοκράτορα και λαού. Ανάμεσα τους αναπτύχθηκε ο κρατικός διοικητικός μηχανισμός, πού τον αποτελούσαν αρχικά ξένοι και έπειτα Ρώσοι, αλλά όλοι τους αποκομμένοι από τον λαό και το πνεύμα του...».
Μεγάλη σημασία έδινε ο επίσκοπος Ανδρόνικος στα θέματα της παιδείας. Δέκα χρόνια πριν από την αθεϊστική επανάσταση του 1917 έγραφε:
«... Το ρεύμα του φιλελευθερισμού θα κατακτήσει το σχολείο, οπότε και οι αντιχριστιανικοί του στόχοι θα είναι εξασφαλισμένοι. Να γιατί οι οπαδοί του φιλελευθερισμού δείχνουν τόση εύνοια προς κάθε αίρεση του Χριστιανισμού και προς τις άλλες θρησκείες. Και οι αιρετικοί δεν κοιμούνται, πλησιάζουν τώρα και τα μικρά παιδιά.
Πρόσφατα κάποια σέκτα οργάνωσε στη Μόσχα μια εκδήλωση για τα παιδιά, με σκοπό να τα μάθει πώς να φερθούν στον διάβολο, αν εμφανιστεί μπροστά τους! Και τί τα συμβούλεψαν; Να του φερθούν με καλοσύνη και ευγένεια, όπως έκανε τάχα και ο Χριστός, όταν ήταν στη γη ως άνθρωπος!...
Και όταν, βέβαια, τα παιδιά μεγαλώσουν και μπουν στο πανεπιστήμιο, ο Μιλιούκωφ και ο Κ. θα τα διδάξουν πώς η επιστήμη έχει αποδείξει την καταγωγή του ανθρώπου από τον πίθηκο! Έτσι, θα τα κάνουν πραγματικά θηρία, όχι πάντως όμοια με τον πίθηκο. Γιατί ενώ αυτός είναι ζώο ταπεινό και υπάκουο, οι άνθρωποι-θηρία θα είναι υπερήφανοι, θρασείς και άσπλαχνοι.
Και αυτά είναι μόνο τα άνθη, όταν δέσουν οι καρποί, τότε θα γνωρίσετε μια ελευθερία τέτοιας λογής, πού θα θρηνήσετε απελπισμένα, θα θρηνήσετε πιο πικρά απ όσο οι πρόγονοι μας πριν από πεντακόσια χρόνια, κατά την επιδρομή των Τατάρων. Να, λοιπόν, τί κρύβεται πίσω από τη λεγόμενη "απελευθέρωση": η συνωμοσία εναντίον του Χριστού, όχι η βελτίωση της ζωής του ανθρώπου, η οποία θα επιτευχθεί τάχα μ' ένα νέο πολιτικό σύστημα.
Γι αυτό πρέπει να διαφυλάξουμε προσεκτικά εκείνο πού μας εξασφαλίζει την άγια κληρονομιά της χριστιανικής πίστεως, εμμένοντας σ΄ αυτό θαρρετά και σταθερά. Ας αποφεύγουμε σαν θανάσιμο φαρμάκι όλα όσα μας προτείνονται, αντί για τον γνωστό και αγαπημένο μας παραδοσιακό τρόπο ζωής...».
***
Πρέπει να επισημανθεί πώς ο ιεράρχης εκτιμούσε απεριόριστα τη χιλιόχρονη πνευματική παράδοση του ρωσικού λαού. Γι' αυτό αγωνιζόταν ανυποχώρητα για τη διατήρηση της, διαπιστώνοντας ότι τότε, στις αρχές του εικοστού αιώνα, είχε αρχίσει να σβήνει. Θέλοντας να μοιραστεί με τον κλήρο την πλούσια πείρα του και τους προβληματισμούς του, εξέδωσε ένα βιβλίο με τον τίτλο Γράμματα ενός αρχιερέα προς τους ιερείς. Το βιβλίο σύντομα εξαντλήθηκε και επανεκδόθηκε συμπληρωμένο με νέα κεφάλαια. Μεταξύ άλλων έγραφε:«Κάθε επιμελής μελετητής της ζωής του ρώσικου λαού αναμφίβολα θα διαπιστώσει την ιδιαιτερότητα της παραδόσεως του. Η λαϊκή μας παράδοση έχει έναν βαθιά πνευματικό χαρακτήρα. Σε κάθε έκφανση της ζωής μας, στη διαγωγή μας, στις συνήθειες μας, στη νοοτροπία μας, ακόμα και στα λογοτεχνικά μας έργα κυριαρχεί η αναζήτηση της πνευματικής αξίας της υπάρξεως.
Όλα τα άλλα είναι εξωτερικά, δευτερεύοντα και παροδικά, καθορίζονται και πρέπει πάντοτε να καθορίζονται από τον πνευματικό παράγοντα... Για τη λαϊκή μας παράδοση και η ίδια η ζωή δεν έχει αξία χωρίς το πνεύμα, χωρίς το πνευματικό ήθος. Αυτό αποτελεί το κριτήριο της αξίας της ανθρώπινης ζωής και δραστηριότητας. Χωρίς πνευματικά θεμέλια δεν έχουν κανένα νόημα ακόμα και τα πιο υψηλά, τα πιο ωφέλιμα έργα του ανθρώπου...».
Με βαθιά θλίψη, ωστόσο, ο ιεράρχης παρατηρούσε ότι, αν και το πνεύμα αυτό ήταν ακόμα ζωντανό στις ψυχές μερικών ανθρώπων, από το μεγαλύτερο μέρος του λάου είχε χαθεί ακόμα και η εξωτερική ευσέβεια.
«Πολύ συχνά», έγραφε, «διαπιστώνεις ότι εκείνοι πού ονομάζονται χριστιανοί δεν γνωρίζουν ούτε τις πιο κοινές και απλές προσευχές. Είναι φανερό ότι δεν προσεύχονται. Στην οικογένεια δεν διδάσκεται και δεν ασκείται η προσευχή. Και στο σχολείο, μολονότι γίνεται μια σχετική διδασκαλία, δεν επισημαίνεται η αναγκαιότητα της προσευχής, δεν καλλιεργείται και δεν εμπνέεται η Ιερή αυτή πνευματική εργασία, πού αποτελεί συνομιλία και ένωση με τον Θεό.
Η στεγνή αποστήθιση και απαγγελία ορισμένων προσευχών δεν έχει νόημα, καθώς κάθε σχέση των μαθητών μ αυτές σταματά μαζί με την παύση των μαθημάτων για τις καλοκαιρινές διακοπές. Οι γονείς δεν νοιάζονται πια καθόλου αν τα παιδιά τους προσεύχονται ή όχι...
Οι χριστιανοί μας αγνοούν, επίσης, τους βίους των αγίων, ακόμα και τον βίο του αγίου του οποίου το όνομα φέρουν. Έτσι, φυσικά, δεν έχουν αναπτύξει καμιά πνευματική σχέση ούτε με τον προστάτη τους άγιο. Η σημερινή γενιά, όπως είναι φανερό, έχει αποκοπεί από τα πρότυπα της ενάρετης, της αληθινά χριστιανικής ζωής, την οποία αυτά διδάσκουν με το σιωπηλό παράδειγμα τους...
Με τα συναξάρια και τα λόγια των αγίων διαπαιδαγωγούνταν οι προγονοί μας. Τα μάθαιναν όχι από βιβλία αλλά από τις διηγήσεις άλλων. Οι διηγήσεις για τους αγίους, πού διαδίδονταν από στόμα σε στόμα, ήταν πολύ δημοφιλείς. Όλοι τις άκουγαν άπληστα και τις έκλειναν στα βάθη των ψυχών τους. Έτσι, συνήθιζαν από την παιδική τους ηλικία να σκέπτονται όπως οι άγιοι και να ζουν όπως οι άγιοι, οι όποιοι κατά κάποιον τρόπο ήταν πάντοτε νοερά παρόντες ανάμεσα τους...
Με πολύ πόνο βλέπουμε ότι τώρα οι άνθρωποι δεν διδάσκονται τους βίους των αγίων και δεν παραδειγματίζονται από την πολιτεία τους, γι αυτό και δεν έχουν τον ιερό εκείνο ζήλο, τον όποιο μπορεί να εμπνεύσει κάθε φωτεινό παράδειγμα αληθινής αρετής. Την πίστη μας δεν τη γνωρίζουν. Τον νόμο του Θεού δεν τον τηρούν με επίγνωση.
Τα πρότυπα της ευσέβειας δεν τα μιμούνται. Ελάχιστοι χριστιανοί είναι σε θέση να αποκριθούν με γνώση, σαφήνεια και ορθότητα σε ερωτήματα πού αναφέρονται στην ορθόδοξη πίστη. Κι αυτό, μολονότι σήμερα σχεδόν όλοι ξέρουν γράμματα και σχεδόν όλοι μπορούν ν αγοράσουν χριστιανικά βιβλία, τα οποία προσφέρονται σε προσιτές τιμές.
Αυθόρμητα, λοιπόν, αναρωτιέται κανείς: Μα, επιτέλους, τί το χριστιανικό έχει απομείνει σ αυτούς τους χριστιανούς; Οι περισσότεροι, βλέπετε, έχουν εγκαταλείψει ακόμα και τις εξωτερικές ευλογημένες συνήθειες των παλαιοτέρων χριστιανών. Έτσι, για παράδειγμα, είτε δεν χάνουν το σημείο του σταυρού είτε το χάνουν εσφαλμένα, κουνώντας ακανόνιστα και βιαστικά το χέρι πάνω στο στήθος.
Επίσης, δεν φιλούν πια τα χέρια των αρχιερέων και των ιερέων, για να λάβουν μέσω αυτών την ευλογία του Θεού. Δεν γνωρίζουν, επομένως, τη σημασία και τη δύναμη του σημείου του σταυρού, με το όποιο, σαν με τον ίδιο τον Σταυρό του Χριστού, διώχνουμε τους δαίμονες μακριά μας. Δεν γνωρίζουν τη σημασία και τη δύναμη ούτε της ιερατικής ευλογίας, με την οποία μεταβιβάζεται η ευλογία του Θεού. Υστερ' απ' όλα αυτά, πώς να μιλήσουμε για την πνευματική ζωή, για τη θεία χάρη, για τα σωτήρια μυστήρια της πίστεως μας;».
Ο επίσκοπος Ανδρόνικος παρακινούσε επίμονα τους εφημέριους της επαρχίας του να μην περιορίζονται στις ακολουθίες πού τελούσαν τακτικά στους ναούς των ενοριών τους, αλλά να ιερουργούν και στα γύρω μικρά χωριά, οπού δεν υπήρχαν ιερείς, έτσι ώστε να δίνεται σ όλους τους χωρικούς ή δυνατότητα της περιστασιακής, έστω, συμμετοχής στη θεία λατρεία.
Συνιστούσε ακόμα να γίνεται κήρυγμα όχι μόνο στη θεία Λειτουργία αλλά και στις άλλες ιερουργίες, καθώς και γενικότερη κατήχηση του λαού σε κάθε ευκαιρία.
«Πάντοτε», έλεγε, «να τρέφετε τις ψυχές των πιστών με τον άρτο του θείου λόγου, προσφέροντας τους έστω και μια πολύ σύντομη ευαγγελική νουθεσία. Έκτος από το κήρυγμα, πάντως, πού κάνετε στις λατρευτικές συνάξεις, πρέπει να διοργανώνετε και τακτικές συναθροίσεις των ενοριτών στον ναό, στο σχολείο ή οπουδήποτε άλλου αυτό είναι δυνατόν. Εκεί θα ερμηνεύετε την Αγία Γραφή, θα διηγείστε τους βίους των αγίων, θα κάνετε ομιλίες κατηχητικές και απολογητικές, θα διεξάγετε συζητήσεις πάνω σε θέματα χριστιανικής πίστεως και ζωής».
***
Πριν ακόμη αλλάξει το καθεστώς των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους, ο επίσκοπος Ανδρόνικος έγραφε με θαυμαστή διορατικότητα:«Περιμένετε όλοι εσείς οι επίδοξοι μεταρρυθμιστές της Αγίας Εκκλησίας! Θα γίνει και εδώ χωρισμός της Εκκλησίας από το Κράτος -δίχως τη θέληση μας- και θα ακολουθήσει αναπόφευκτα διωγμός της Εκκλησίας από το όχι απλώς άθρησκο αλλά αντιχριστιανικό κράτος... Είτε το θέλουμε είτε όχι, μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι μακριά. Πρέπει, λοιπόν, να ετοιμαζόμαστε, γιατί η πίστη μας θα δοκιμαστεί σαν σε φωτιά από το πνεύμα του Αντίχριστου πρώτα και από τον ίδιο τον Αντίχριστο έπειτα...».
***
Στις 26 Απριλίου, Πέμπτη της Διακαινησίμου, μέσα σε ατμόσφαιρα ενθουσιασμού, πραγματοποιήθηκε σ' όλη την πόλη η προγραμματισμένη πανηγυρική λιτανεία με επικεφαλής τον αρχιεπίσκοπο. Συμμετείχαν χιλιάδες άνθρωποι. Αναρίθμητα ήταν τα λάβαρα. Όλοι οι πιστοί έψαλλαν αναστάσιμους ύμνους. Οι ιερείς καλούσαν τον λαό να μείνει ενωμένος κάτω από τον Σταυρό του Χρίστου. Η Πέρμ σείστηκε άπ' άκρη σ' άκρη. Ήταν ένας πραγματικός θρίαμβος της Ορθοδοξίας.Ο αρχιεπίσκοπος στο τέλος της λιτανείας, λίγο πριν αναχωρήσουν οι αντιπροσωπείες των ενοριακών ναών, εκφώνησε έναν φλογερό λόγο.
«... Οι εχθροί τον Χριστού», είπε μεταξύ άλλων, «επιτέθηκαν στην Εκκλησία Του. Άλλα στην Εκκλησία βρίσκονται τα πνευματικά μας θεμέλια, τα θεμέλια πού στηρίζουν το έθνος μας, προφυλάσσοντας το από την κατάρρευση και τον αφανισμό. Οι εχθροί της Εκκλησίας επιβουλεύονται την περιουσία της, που συγκεντρώθηκε σε διάστημα πολλών αιώνων από προσφορές των πιστών...
Ως διάδοχος των αγίων αποστόλων, στους οποίους από τον Χριστό δόθηκε η εξουσία του "δεσμείν και λύειν τα αμαρτήματα των ανθρώπων", αφορίζω αυτούς πού επιβουλεύονται την Εκκλησία, ώσπου να μετανοήσουν και να διορθωθούν. Κι αν θελήσουν να με θανατώσουν, δηλώνω πώς είμαι έτοιμος να πεθάνω...».
Σ' όλα του τα κηρύγματα ο ιεράρχης στηλίτευε τη νεόκοπη σοβιετική εξουσία για αρπακτικότητα, για ωμή εξαπάτηση του λάου, για όλη την ανομία και τη διαφθορά πού ενθάρρυνε απροκάλυπτα στη Ρωσία. Χιλιάδες άνθρωποι πήγαιναν στους ναούς, οπού κήρυσσε, για να τον ακούσουν. Ανάμεσα τους ήταν και πολλοί άπιστοι, οι όποιοι είχαν ήδη απογοητευθεί από τις ψεύτικες υποσχέσεις των μπολσεβίκων και επιζητούσαν λόγο αλήθειας.
Τίποτε, ωστόσο, δεν φαινόταν ικανό να αναχαιτίσει την αθεϊστική λαίλαπα. Την έκδοση του διατάγματος για τη δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας ακολούθησε λεηλάτηση των ιερών ναών.
Σ' ένα κήρυγμα του ο αρχιεπίσκοπος στράφηκε κάποια στιγμή προς τους πράκτορες της σοβιετικής εξουσίας, πού κρύβονταν ανάμεσα στο εκκλησίασμα, και τους είπε:
-Πηγαίνετε και πείτε στ΄ αφεντικά σας ότι τις πόρτες των ναών και των σκευοφυλακίων θα τις περάσουν πατώντας πάνω στο πτώμα μου. Όσο ζω, δεν θα πάρουν ούτε ένα καπίκι της Εκκλησίας.
Δυο μέρες μετά τη λιτανεία της 26ης Απριλίου έγραψε στον πατριάρχη άγιο Τύχωνα:
«... Έχω την αίσθηση ότι κάτι το τρομερό κυοφορείται σ΄ όλη τη χώρα και στην επαρχία μας. Προς το παρόν είμαι ελεύθερος, αλλά οπωσδήποτε πολύ σύντομα θα συλληφθώ —η αυθαιρεσία σ όλο της το μεγαλείο. Άφησα εντολή να κλειστούν όλοι οι ναοί της πόλης αμέσως μετά τη σύλληψη μου. Άς λογαριαστούν με τον λαό... Ο Θεός να σας φυλάει...».
Ένας από τους αρχιερατικούς επιτρόπους υπέβαλε αναφορά στον αρχιεπίσκοπο, με την οποία τον πληροφόρησε ότι τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου, λίγο πριν χτυπήσουν οι καμπάνες για τον Όρθρο της Αναστάσεως, στο χωριό Γκριγκοριέφσκι ο κάτοικος του Νικόλαος Γκουλιάγιεφ επιχείρησε να ρίξει μια βολή στον ουρανό μ' ένα παλιό κανόνι, πού βρισκόταν εκεί, προκειμένου, όπως είπε χλευαστικά, "να χτυπήσει τον Χριστό".
Το κανόνι, όμως, ανατινάχθηκε. Ένας νεαρός, πού βοηθούσε τον Γκουλιάγιεφ, έμεινε στον τόπο, ενώ ο ίδιος μεταφέρθηκε με κομμένο το πόδι στο νοσοκομείο της Πέρμ, οπού πέθανε οδυνηρά έπειτα από δύο εικοσιτετράωρα. «Πόσο φοβερό είναι», σημείωσε ο ιεράρχης, «να στρέφεται κανείς εναντίον του Θεού, εναντίον της Εκκλησίας, εναντίον της ιερωσύνης!
Άμποτε να συνέλθουν όλοι οι σκοτισμένοι από τον διάβολο υβριστές της αγίας πίστεως μας και να επιστρέφουν με μετάνοια και ταπείνωση στον φιλάνθρωπο Θεό! Ωστόσο, οι αληθινά πιστοί συμφιλιώνουν τους ανθρώπους αυτούς με τον Κύριο...».
Ένας ιερέας έγραψε στον αρχιεπίσκοπο: «Δεν υπάρχει πια στον Ρώσο η ταπεινοφροσύνη, η σεμνότητα. Εμφανίστηκε η αλαζονεία, κι αύτη οργιάζει... Εδώ οι κόκκινοι στρατιώτες δείχνουν αυτήν την άλογη αλαζονεία απέναντι στην πίστη και την Εκκλησία... Την Κυριακή της Τυρινής ένας στρατιώτης είπε: "Γιατί ο παπάς χτύπησε την καμπάνα για τον Εσπερινό;
Πρέπει να τον πετάξουμε έξω από την εκκλησία!". Συμβουλέψτε με, τον αδύναμο, αμαρτωλό και ολιγόπιστο ιερέα: Πώς μπορώ να σώσω το ποίμνιο μου από τους λύκους πού το καταστρέφουν, ντυμένοι σαν πρόβατα; Και πώς να μην καταθλίβομαι, βλέποντας τον λαό να χλευάζει τα ιερά και τα όσια;».
Ο ιεράρχης του απάντησε: «Πιστέψτε, πάτερ, πώς όλη αυτή η αθεΐα και η αρπαγή δεν είναι παρά επίθεση του νοητού εχθρού εναντίον της αγαθής και θεοφοβούμενης ρωσικής ψυχής. Ο Θεός αφαίρεσε πρόσκαιρα άπ' όλον τον λαό τη σύνεση και τη βούληση, εξαιτίας της αποστασίας του, ώσπου αυτός να μετανοήσει.
Και όταν μετανοήσει, τότε σιγά-σιγά θα συνέλθει, θα ξαναβρεί την πνευματική του διαύγεια, θ΄ αποκτήσει δύναμη και θ΄ αποτινάζει όλη τούτη τη φρίκη, πού έχει τυλίξει τη χώρα μας. Εμείς, λοιπόν, με τον σταθερό, καθαρό και πειστικό λόγο μας ας δείχνουμε στους ανθρώπους τη σωστή στάση απέναντι στη ζωή και, πάνω άπ' όλα, ας τους καλούμε σε μετάνοια, με την οποία θα αξιωθούμε να λάβουμε πάλι από τον Θεό όλα όσα χάσαμε...
Έχω πάντα την ελπίδα, η μάλλον την πεποίθηση, πώς η Ρωσία θ΄ αναστηθεί με την επιστροφή της στον Θεό -αν και τότε δεν θα υπάρχω σ αυτόν τον κόσμο. Να ενθαρρύνετε τους φοβισμένους, να ημερεύετε τους αγριεμένους, να εμπνέετε ελπίδα στους απελπισμένους, να σταλάζετε στις ψυχές όλων τις αρχές της φωτεινής ζωής σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Το έργο μας είναι να συγκεντρώνουμε το σκορπισμένο ποίμνιο Του, να οργανώνουμε τις ζωντανές εκκλησιαστικές δυνάμεις, τους ευσεβείς λαϊκούς κάθε ενορίας. Έτσι οι άνθρωποι, πού έχουν απογοητευθεί άπ' όλα τα κόμματα, θα βρουν εδώ, στην Εκκλησία και ανάμεσα στους πιστούς, το ασφαλές λίμανι και την καλή ειρήνη. Θα αναστηθεί η ψυχή του λάου, θα αναστηθεί και το σώμα του -το υγιές κράτος.
Ο Θεός βοηθός σας! Συγχωρήστε τον αμαρτωλό αρχιεπίσκοπο Ανδρόνικο και προσευχηθείτε γι αυτόν».
Οι εφημερίδες της Πέρμ άρχισαν να δημοσιεύουν συκοφαντικά άρθρα για τον ιεράρχη. Όλοι κατάλαβαν πώς η σύλληψη του είχε ήδη αποφασιστεί από τις αργές. Οι άμεσοι συνεργάτες του τον συμβούλεψαν να κρυφτεί. Εκείνος, όμως, αποκρίθηκε πώς ήταν έτοιμος για όλα, έτοιμος ακόμα και για τον θάνατο, και πώς το ποίμνιο, πού του είχε εμπιστευθεί ο Χριστός, ποτέ δεν θα το εγκατέλειπε.
Περιμένοντας, λοιπόν, τη σύλληψη, αφέθηκε στην πρόνοια του Θεού. Εξομολογείτο και κοινωνούσε καθημερινά. Παρέμενε πάντοτε ατάραχος και καλοδιάθετος. Με όλους ήταν ευγενικός, προσηνής και γλυκομίλητος.
Την 1η Ιουνίου κλήθηκε από τις αργές -για ανάκριση. Ο λαός της Πέρμ, μόλις το έμαθε, άρχισε να συγκεντρώνεται μαζικά στην πλατεία του Καθεδρικού Ναού. Συγκροτήθηκαν διάφορες λαϊκές επιτροπές υπερασπίσεως του αρχιεπισκόπου, ανάμεσα στις όποιες ήταν και μία επιτροπή μουσουλμάνων. Οι αρχές θορυβήθηκαν και ανακάλεσαν την απόφαση. Έστειλαν μόνο στο επισκοπείο μερικά γραπτά ερωτήματα και ζήτησαν από τον ιεράρχη να απαντήσει σ΄ αυτά. Εκείνος απάντησε σε όλα. Λίγο αργότερα οι αρχές, για να καθησυχάσουν τον λαό, ανακοίνωσαν ότι οι απαντήσεις του ήταν ικανοποιητικές.
Οι κατηγορίες πού είχαν απαγγείλει εναντίον του ήταν ότι:
«Τύπωσε σε 550 αντίτυπα προκήρυξη, με την οποία καλούσε τους ορθοδόξους να υπερασπιστούν τους ναούς και τις μονές».
«Στις 17 Απριλίου, δυσαρεστημένος από την έρευνα πού έγινε στην κατοικία του, έστειλε αναφορά στη Νομαρχιακή Εκτελεστική Επιτροπή, με την οποία καταγγέλλει τις δήθεν παράνομες ενέργειες της «Έκτακτης Επιτροπής και της Τοπικής Εκτελεστικής Επιτροπής».
«Στις 13 Μαΐου, από τον άμβωνα του Καθεδρικού Ναού, μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου, έκανε δεκάλεπτο κήρυγμα σαφώς αντεπαναστατικού περιεχομένου. Σ' αυτό το κήρυγμα μεταξύ άλλων επισήμανε και τα εξής: Η Ρωσία τιμωρήθηκε από τον Θεό για τις αμαρτίες της, η τιμωρία της συνίσταται ακριβώς στην επιβολή της τωρινής εξουσίας, αυτή η εξουσία πίσω από το προσωπείο της ελευθερίας και της ισότητας καλύπτει τη βία, την καταπίεση και τους διωγμούς πού ασκεί».
Σύμφωνα, λοιπόν, με το κατηγορητήριο, αποφάσισαν «να καλέσουν σε απολογία τον αρχιεπίσκοπο Ανδρόνικο, επειδή αυτός 1) παραβιάζει το εκδεδομένο διάταγμα..., 2) οργανώνει αντίδραση των σκοτεινών, μη συνειδητοποιημένων μαζών..., 3) εναντιώνεται στην εργατοαγροτική εξουσία...». Απαντώντας ό ιεράρχης, εξηγούσε: «Τα κηρύγματα και οι εγκύκλιοι μου συμφωνούν απόλυτα με τις αποφάσεις της κληρικολαϊκής Πανρωσικής Συνόδου, πού τα τρία τέταρτα των μελών της ήταν λαϊκοί απ όλη τη Ρωσία.
Επομένως, κάθε κατηγορία εναντίον μου είναι κατηγορία εναντίον της Συνόδου και όλων των μελών της. Και εκείνοι πού κρίνουν έμενα, τη Σύνοδο και τα μέλη της, έρχονται σε αντίθεση με όλον τον πιστό λαό. Άν, λοιπόν, είναι ορθόδοξοι χριστιανοί, πρέπει να γνωρίζουν ότι, σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες, αναθεματίζονται, διώχνονται από την Εκκλησία και χωρίζονται από την Αγία Τριάδα.
Το κήρυγμα πού έκανα την Κυριακή του Παραλύτου, σε γενικές γραμμές το κατέγραψε σωστά ο πράκτορας σας. Είπα, λοιπόν, ότι σήμερα σαν τον παράλυτο του Ευαγγελίου είναι ολόκληρη η Ρωσία, ολόκληρος ο ρωσικός λαός, από τον όποιο, λόγω της βλασφημίας και της αποστασίας του, ο Κύριος στέρησε τη σύνεση και τη βούληση.
Το ίδιο έπαθαν και οι, απόγονοι του Νώε, πού θέλησαν από αλαζονεία να χτίσουν τον πύργο της Βαβέλ ενάντια στο θείο θέλημα: Ο Κύριος τους στέρησε την κοινή γλώσσα, επιφέροντας σύγχυση. Μην καταλαβαίνοντας, λοιπόν, ο ένας τον άλλον, διασκορπίστηκαν σ΄ όλη τη γη γεμάτοι έχθρα και κακότητα.
Και σήμερα, παρατήρησα, οι άνθρωποι θέλησαν όχι απλώς χωρίς τον Θεό αλλά και από έχθρα προς τον Θεό να δημιουργήσουν έναν παράδεισο στη γη, όπου όλοι θα ήταν εξίσου ευτυχισμένοι. Άλλα τώρα όλοι γνωρίζουν εμπειρικά και οδυνηρά ποιος είναι ο δίχως Θεό παράδεισος. Εμείς από καιρό όλους τους προειδοποιούσαμε γι αυτόν τον παράδεισο. Δεν μας άκουγαν. Μας θεωρούσαν σκοταδιστές και μας αποκαλούσαν εχθρούς του λαού. Να πού δεν χρειάζονται πια τα δικά μας λόγια, τα δικά μας επιχειρήματα. Αποδείχθηκε στην πράξη πόσο πικρή είναι η παραδεισένια ζωή χωρίς τον Θεό.
Άς κλάψουν, λοιπόν, οι Ρώσοι σαν τους προπάτορες, τον Αδάμ και την Εύα, πού για την παρακοή τους διώχθηκαν από τον Παράδεισο του Θεού. Άς κλάψουν πικρά για όλες τις συμφορές πού θα τους βρουν. Ήδη στον παράδεισο πού ζούμε τώρα, μας απειλεί ο θάνατος από την πείνα, καθώς δεν έχουμε πια ψωμί. Άλλα μην τολμήσετε να ζητήσετε. Θα σας κατηγορήσουν για προβοκάτσια, σαμποτάζ, αντεπαναστατική δραστηριότητα -και είναι γνωστό σε όλους πώς τιμωρούν τους προβοκάτορες και τους αντεπαναστάτες...
Αλλά κοιτάξτε πώς και τώρα ο Κύριος, όπως τότε στη Βαβέλ, επέφερε σύγχυση στη γλώσσα των οικοδόμων του αθεϊστικού παραδείσου. Διακήρυξαν πάλι τα άγια λόγια και έβαλαν ως θεμέλια της ζωής την ισότητα και την αδελφοσύνη, δίχως όμως τον Θεό. Γι' αυτό τώρα γύρω μας, αντί για ισότητα και αδελφοσύνη, βλέπουμε απελπιστική κακότητα, σατανικό μίσος, αδελφοκτονία με την επίκληση -της ελευθερίας.
Όλοι τώρα γνωρίζουν ότι διαπράχτηκε μια μεγάλη απάτη, μια πλαστογράφηση της αλήθειας. Εντούτοις, σαν παράλυτοι, σαν στερημένοι τη δύναμη και τη θέληση τους, δεν κάνουν τίποτα για να ξεσκεπάσουν την απάτη, για ν αποκαταστήσουν την αληθινή ζωή.
Καθημερινά οι ορθόδοξοι χωρικοί έρχονται ατομικά ή ομαδικά και μου καταγγέλλουν με παράπονο τους άρπαγες, πού κάνουν επιδρομές στα χωριά τους, σφετερίζονται τα εκκλησιαστικά οικήματα, πού ανήκουν στον λαό, και τους απαγορεύουν να τελούν βαπτίσεις, γάμους και κηδείες στις εκκλησίες. Και όλα αυτά ενώ διακηρύσσεται η ελευθερία της συνειδήσεως και των πεποιθήσεων!
Έτσι εξαπατώνται οι πράγματι "σκοτεινές, μη συνειδητοποιημένες μάζες"! Και οι πνευματικά παραλυμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, δεν μπορούν ν΄ αντισταθούν σ΄ αυτούς τους απατεώνες, τους αδιάντροπους, τους άρπαγες! Αυτοτιμωρούνται, λοιπόν, οι αποστάτες, για ν' αντιληφθούν ότι δεν είναι δυνατό να ζήσει κανείς δίχως τον Θεό και αντίθετα προς τους νόμους Του.
Θα το πω απερίφραστα: Αυτό πού ζούμε σήμερα, η λεγόμενη νέα ζωή του λαού, είναι η πιο μεγάλη αντεπανάσταση. Επιθυμώ ειλικρινά την πλήρη ανακαίνιση της ζωής του λαού. Αυτή, όμως, θα επιτευχθεί όχι με εξωτερική επανάσταση αλλά με εσωτερική, με την ανακαίνιση της ψυχής του λαού. Γι΄ αυτό και θέλω να διατηρηθεί για αρκετόν καιρό ακόμα το παρόν καθεστώς.
Έτσι, οι άνθρωποι, πού πόθησαν έναν παράδεισο δίχως Θεό πάνω στη γη, θα απολαύσουν πλήρως τα αναρίθμητα αγαθά του, θα γευθούν όλη τη γλύκα του σύγχρονου αθεϊστικού παραδείσου, και μετά όλοι θα καταριούνται συνειδητά σε κάθε σταυροδρόμι την απογοητευτική αθεΐα.
Όταν αποκτήσουν αυτή την επίγνωση, όταν όλοι σαν ένας άνθρωπος μετανοήσουν ενώπιον του Θεού, τότε Εκείνος θα τους ξαναδώσει τη σύνεση και τη βούληση. Και τότε ακριβώς θα γνωρίσουν την αληθινή ισότητα και την αληθινή αδελφοσύνη όλων των ελεύθερων ανθρώπων μπροστά στον Κύριο.
Ήδη έγινε η αρχή της μετάνοιας, αλλά αύτη είναι ακόμη αδύναμη και μερική. Πρέπει να είναι καθολική, όπως καθολικός ήταν και ο λαϊκός παραλογισμός πριν από έναν χρόνο. Εκεί μας οδηγεί όλους ο Κύριος...
Πιστεύω ότι κάποτε θα μετανοήσουν όλοι όσοι τώρα τυφλά και παράλογα καταστρέφουν την παραδοσιακή μας ζωή. Πιστεύω ότι κάποτε θα προσπέσουν με αναφιλητά στον σταυρωμένο Χριστό, ζητώντας τη βοήθεια Του, όλοι όσοι τώρα Τον βλασφημούν. Πιστεύω ότι κάποτε θα διακονήσουν θεάρεστα τον λαό με τις πλούσιες γνώσεις τους, ταπεινωμένοι από τις θλίψεις πού θα δοκιμάσουν, όλοι οι μορφωμένοι, όσοι προπαγάνδιζαν τόσα χρόνια την αθεΐα και την επανάσταση. Άμποτε να μας ξαναδώσει ο Θεός σύνεση και δύναμη, όπως στον παράλυτο του Ευαγγελίου. Άμποτε να επιστρέφει η ρωσική λαϊκή ψυχή στον Θεό, για ν' απαλλαγεί από τον σκοτισμό και να βαδίσει συνετά προς τη ζωή...
Αυτά είπα στο κήρυγμα μου. Άλλα δεν "κάλεσα τον λαό να στραφεί, όπως ο παράλυτος, στον Θεό, για να επιστρέφει στην προηγούμενη κατάσταση", καθώς σας πληροφόρησε ο πράκτορας σας. Απεναντίας, πάντοτε κηρύσσω πώς η απομάκρυνση μας από τον Θεό κατά το παρελθόν, αυτή ήταν πού μας οδήγησε στον σημερινό αθεϊστικό παράδεισο, όπου ή ζωή μας έχει γίνει κόλαση μέσα στη γενική κακία και την εχθρότητα πού φτάνει ως την αδελφοκτονία. Γι΄ αυτό καλώ τον λαό να επιστρέφει στον Θεό με τη μετάνοια. Μόνο τότε, όταν όλοι θα είναι ελεύθερα παιδιά του Θεού, Αυτός θα τους δώσει την επίγνωση πώς είναι μεταξύ τους ίσοι και αδελφοί -και δεν θα το λένε μόνο, αλλά και θα το αποδεικνύουν με τα έργα τους.
Ως προς την εναντίον μου κατηγορία, πρέπει να σημειώσω ότι το διάταγμα της 23ης Ιανουαρίου "Περί της ελευθερίας της συνειδήσεως" μου δίνει το δικαίωμα να ομολογώ οποιαδήποτε θρησκεία... Θα τηρώ, λοιπόν, μέχρι θανάτου τους νόμους και τους κανόνες της Ορθοδοξίας, την οποία ομολογώ. Καλώ και θα καλώ το ποίμνιο μου, τον πιστό λαό, να κάνει το ίδιο.
Η αρχιερατική μου συνείδηση μου επιβάλλει να βάζω άφοβα πάνω άτι όλα το θέλημα του Θεού και τον νόμο της Εκκλησίας...» Δεν οργάνωσα ποτέ, όπως επίσης σας είπαν οι πράκτορες σας, "δυναμική αντίδραση των σκοτεινών, μη συνειδητοποιημένων μαζών του πληθυσμού στις αποφάσεις της εργατοαγροτικής κυβερνήσεως"...
Καθήκον μου είναι όχι να κλονίζω αλλά να ενισχύω την πίστη του λάου. Αυτό έκανα και αυτό θα κάνω όσο ο Κύριος με διατηρεί στις επάλξεις της Εκκλησίας. Θεωρώ, άλλωστε, προσβλητικό και απαράδεκτο τον χαρακτηρισμό πού η Ανακριτική Επιτροπή του Επαναστατικού Λαϊκού Δικαστηρίου απέδωσε στον πιστό λαό, τον όποιο ποιμαίνω: "σκοτεινή, μη συνειδητοποιημένη μάζα".
Διαμαρτύρομαι εντονότατα γι΄ αυτή τη βαριά προσβολή των πιστών εκ μέρους εκείνων πού αποκαλούνται εκπρόσωποι της λαϊκής εξουσίας...
Δεν επέτρεψα, δεν επιτρέπω και δεν θα επιστρέψω ποτέ σε κανέναν να προσβάλει το ποίμνιο μου, το όποιο αποτελείται από ανθρώπους τόσο μορφωμένους όσο και ολιγογράμματους, να προσβάλει την πίστη και την αγία Εκκλησία, μα και να σφετεριστεί την εκκλησιαστική περιουσία, πού σχηματίστηκε από τις ελεύθερες και αυτοπροαίρετες προσφορές των πιστών.
Οι προσφορές αυτές, ως θυσίες προς τον Θεό, αποτελούν αναφαίρετα κτήματα της Εκκλησίας, δηλαδή του ίδιου του ορθοδόξου λαού.
Γι΄ αυτό ανοιχτά δήλωσα, δηλώνω και θα δηλώνω ότι όλοι όσοι κατέλαβαν τους ναούς του Θεού ή άρπαξαν ιερά εκκλησιαστικά αντικείμενα, προκειμένου να τα βάλουν σε κοσμική χρήση, θεωρώντας τα ως κτήματα του άπιστου λαού, όλοι αυτοί, σύμφωνα με τους θείους και απαράβατους κανόνες, αφορίζονται, χάνουν την ελπίδα της αιώνιας σωτηρίας και καταδικάζονται στην αιώνια απώλεια...».
Σύλληψη και μαρτύριο
Την 1η Ιουνίου του 1918 η Τοπική Εκτελεστική Επιτροπή διαβίβασε στη Νομαρχιακή Εκτελεστική Επιτροπή αίτηση του αρχιεπισκόπου, με την οποία ζητούσε να του επιτραπεί η μετάβαση στη Μόσχα για τις εργασίες της τρίτης περιόδου της Πανρωσικής Συνόδου. Η απάντηση τους ήταν αρνητική, καθώς είχαν ήδη αποφασίσει να συλλάβουν και να εκτελέσουν τον ιεράρχη.
Διαβουλεύονταν αρκετές μέρες για τον τρόπο με τον όποιο θα ενεργούσαν τη σύλληψη του. Τελικά αποφάσισαν να κηρύξουν την πόλη σε κατάσταση πολιορκίας και να θέσουν σε επιφυλακή όλη τη στρατιωτική δύναμη της περιοχής.
Στον διοικητή της τοπικής έφιππης αστυνομίας έδωσαν την εντολή να τοποθετήσει έξω από κάθε ναό δύο αστυνομικούς, οι όποιοι θα πυροβολούσαν όποιον πιστό τολμούσε να σημάνει συναγερμό με τις καμπάνες. Για τη σύλληψη του αρχιεπισκόπου κινητοποιήθηκαν χίλιοι πεντακόσιοι κόκκινοι στρατιώτες.
Στις 3 Ιουνίου ο ιεράρχης πληροφορήθηκε τα σχέδια της συλλήψεως του από έναν τυχαίο ακροατή τους. Αποφάσισε, ωστόσο, να μην εγκαταλείψει την επαρχία, αλλά να παραμείνει στη θέση του, ανάμεσα στο ποίμνιο του, και, αν ήταν θέλημα του Κυρίου, να μαρτυρήσει γι' Αυτόν.
Ενημέρωσε τους συνεργάτες του. Έστειλαν στο καμπαναριό του Καθεδρικού Ναού τον μοναχό Μιχαήλ με την εντολή να σημάνει συναγερμό με τις καμπάνες τη στιγμή της συλλήψεως.
Την ίδια νύχτα, μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα, όλο το τετράγωνο, στο όποιο βρισκόταν το επισκοπείο, κυκλώθηκε από στρατιώτες. Είχαν φέρει μιαν άμαξα με γρήγορα άλογα, με την οποία θα έβγαζαν τον αρχιεπίσκοπο από την πόλη το συντομότερο δυνατό και θα τον οδηγούσαν στη γειτονική πόλη Μοτοβίλιχα.
Μέσα στο σκοτάδι μερικές φιγούρες πλησίασαν την εξώπορτα της αρχιερατικής κατοικίας. Ήταν κλειδωμένη. Την ξήλωσαν και μπήκαν. Χτύπησαν την άλλη πόρτα. Άνοιξε ο θυρωρός.
- Που είναι ό Ανδρόνικος;
- Πάνω.
Μερικοί οπλισμένοι στρατιώτες έμειναν εκεί. Ανέβηκαν μόνο τρεις άνδρες, ο πρόεδρος της Εκτελεστικής Έπιστροπής της Πέρμ Μάλκωφ, ο αστυνομικός διευθυντής της Πέρμ Ίβάντσενκο και ο βοηθός του αστυνομικού διευθυντή της Μοτοβίλιχα, Ζουζγκώφ. Ο δεσπότης αγρυπνούσε μαζί με δύο κληρικούς.
- Ποιος από σας είναι ο αρχιεπίσκοπος Ανδρόνικος; τους ρώτησαν.
- Εγώ είμαι, απάντησε ήρεμα ο ιεράρχης.
Τη στιγμή εκείνη οι καμπάνες του Καθεδρικού Ναού σήμαναν συναγερμό. Ακούστηκαν μερικοί πυροβολισμοί, και η καμπανοκρουσία σταμάτησε.
Πρόσταξαν τον αρχιεπίσκοπο να τους ακολουθήσει δίχως χρονοτριβή. Εκείνος υπάκουσε αδιαμαρτύρητα. Σε λίγα λεπτά έμπαινε στην αμαξά, πού περίμενε μπροστά στην εξώπορτα, μ' ένα τριμμένο ράσο, έναν καλογερικό σκούφο, το αρχιερατικό του εγκόλπιο και το ραβδί του στο χέρι. Δίπλα του κάθησε ο Ζουζγκώφ και απέναντι του ένας από τους επιτρόπους. Αμέσως η άμαξα κίνησε για τη Μοτοβίλιχα.
Οι στρατιώτες στο μεταξύ συνέλαβαν όσους βρήκαν στο επισκοπείο: τον αρχιμανδρίτη Παχώμιο, τον διάκονο Ευλόγιο, τον φύλακα, τον θυρωρό και τον κλητήρα. Τους μετέφεραν όλους αρχικά στην Εκτελεστική Επιτροπή και έπειτα στη φυλακή. Σύντομα, όμως, τους άφησαν ελεύθερους, αφού πρώτα τους πειθανάγκασαν να υποσχεθούν ενυπόγραφα ότι δεν θα μιλούσαν σε κανέναν για τη σύλληψη του αρχιεπισκόπου.
Η άμαξα σταμάτησε στο Αστυνομικό Τμήμα της Μοτοβίλιχα για αλλαγή αλόγων. Κατέβασαν τον δεσπότη και τον έκλεισαν σ' ένα γραφείο. Τότε τηλεφώνησε ο πρόεδρος της Επιτροπής Εργατών της Μοτοβίλιχα Μιάσνικωφ και ζήτησε να τον περιμένουν. Άλλωστε, η μέρα είχε ήδη χαράξει. Η κίνηση, πού είχε αρχίσει στους δρόμους, φόβιζε τους επίδοξους φονιάδες του αρχιεπισκόπου.
Όταν σε λίγο ήρθε ο Μιάσνικωφ, ανακοίνωσε στους αστυνομικούς πώς αποφασίστηκε η αναβολή της εκτελέσεως. Το γνωστοποίησαν στον ιεράρχη, αλλά εκείνος δεν το πίστεψε.
- Γνωρίζω ότι θα με εκτελέσουν, είπε με βεβαιότητα.
Τον μετέφεραν στο λουτρό κι έβαλαν έναν φρουρό στην πόρτα. Ο Ζουζγκώφ του έφερε σούπα από το μαγειρείο του Αστυνομικού Τμήματος. Ο αρχιεπίσκοπος, βλέποντας πώς είχε μέσα κρέας, δεν την πήρε. Τότε ο Ζουζγκώφ του έφερε ψωμί και νερό. Αμέσως μετά έφυγε για την Πέρμ, προκειμένου να μάθει την αιτία της αναβολής της εκτελέσεως. Ή Εκτελεστική Επιτροπή της πόλης, ωστόσο, τον διαβεβαίωσε πώς η απόφαση για άμεση εκτέλεση του δεσπότη δεν είχε ανακληθεί.
Στο μεταξύ διαδόθηκε στη Μοτοβίλιχα πώς ο αρχιεπίσκοπος είχε συλληφθεί και βρισκόταν υπό φρούρηση στο Αστυνομικό Τμήμα. Πλήθος λαού μαζεύτηκε απ' έξω και με φωνές απαιτούσαν την απελευθέρωση του ποιμενάρχη τους. Ο Ζουζγκώφ, πού είχε μόλις επιστρέψει από την Πέρμ, πρόσταξε το πλήθος να διαλυθεί. Κανένας δεν υπάκουσε.
- Αφού θέλουν τον Ανδρόνικο, βάλτε μερικούς μαζί του, είπε στους άνδρες του.
Εκείνοι συνέλαβαν δυο γυναίκες και σκόρπισαν βίαια τους υπολοίπους.
Σε λίγο έγινε γνωστό πώς οι ιερείς της Πέρμ και της Μοτοβίλιχα είχαν σταματήσει την τέλεση των ακολουθιών στους ιερούς ναούς. Ο Ζουζγκώφ ρώτησε τον αρχιεπίσκοπο για την αιτία.
- Είχαμε αποφασίσει, αποκρίθηκε εκείνος, αν θα συλλαμβανόταν οποιοσδήποτε κληρικός, να σταματήσουμε όλοι τις ιεροπραξίες.
Στις 5 Ιουνίου, το βράδυ, ο Μιάσνικωφ κατέφθασε πάλι στο Αστυνομικό Τμήμα. Στο μεταξύ, ο Ζουζγκώφ είχε δώσει εντολή στους άνδρες του να ετοιμάσουν την άμαξα, για να οδηγήσουν τον αρχιεπίσκοπο στον τόπο όπου θα τον εκτελούσαν. Ο Μιάσνικωφ άρχισε να επιχειρηματολογεί εναντίον της εκτελέσεως, αλλά δεν μπορούσε να πείσει τον Ζουζγκώφ. Τότε ζήτησε επίμονα τη μεταφορά του ιεράρχη στην Πέρμ και την παράδοση του στην Εκτελεστική Επιτροπή. Αυτό το δέχτηκε ο Ζουζγκώφ. Έτσι, έβαλαν πάλι τον κρατούμενο τους στην άμαξα και τον έφεραν πίσω στην Πέρμ.
Σχεδόν όλη τη νύχτα ο Μιάσνικωφ προσπαθούσε να πείσει την Εκτελεστική Επιτροπή της Πέρμ πώς η εκτέλεση του αρχιεπισκόπου έπρεπε, αν όχι να ματαιωθεί, τουλάχιστο ν' αναβληθεί. Άλλα δεν το κατόρθωσε. Τελικά, διαπιστώνοντας ότι ματαιοπονούσε, παραιτήθηκε από την προσπάθεια του. Επειδή, όμως, και πάλι η νύχτα πλησίαζε στο τέλος της, η Επιτροπή αναγκάστηκε να αναβάλει την εκτέλεση για ένα εικοσιτετράωρο.
Όλη την ήμερα της 6ης Ιουνίου ο αρχιεπίσκοπος την πέρασε κλεισμένος στο κρατητήριο της Εκτελεστικής Επιτροπής της Πέρμ. Τον φρουρούσαν κόκκινοι στρατιώτες ιδιαίτερα σκληροί, πού τον χλεύαζαν και τον έβριζαν ασταμάτητα.
Το βράδυ τον έφεραν στο γραφείο για ανάκριση. Για πολλή ώρα ο πρόεδρος της Επιτροπής Μάλκωφ και το μέλος της Σίβκωφ τον βομβάρδιζαν με ερωτήσεις. Δεν απάντησε σε καμία. Είχε κλειστεί στον εαυτό του και προσευχόταν ακατάπαυστα. Στο πρόσωπο του ήταν ζωγραφισμένες η ειρήνη και η ανδρεία...
Οι ανακριτές, βλέποντας ότι έχαναν τον καιρό τους, τον έστειλαν πάλι στο κρατητήριο. Η εκτέλεση του ανατέθηκε στους αστυνομικούς Ούβάρωφ και Πλατούνωφ και σε τρεις Λιθουανούς.
Στη μία η ώρα μετά τα μεσάνυχτα έβγαλαν τον ιεράρχη από το κρατητήριο. Τότε πετάχτηκε από το υπόγειο ο Ζουζγκώφ και ζήτησε από τον Πλατούνωφ να τον πάρουν μαζί τους, γιατί ήθελε να παραβρεθεί "στην ταφή του Ανδρόνικου". Ο Πλατούνωφ του είπε ν' ανέβει στην αμαξά και να καθήσει δίπλα στον αρχιεπίσκοπο.
Στον δρόμο ο ιεράρχης ήταν καλοδιάθετος. Κάποια στιγμή γύρισε στον Ζουζγκώφ και του παραπονέθηκε ήρεμα:
- Στο Αστυνομικό Τμήμα της Μοτοβίλιχα μου φέρθηκαν καλύτερα. Εκεί δεν με χλεύαζαν...
Αντί γι' άλλη απόκριση ο Ζουζγκώφ του είπε οργισμένα:
- Ανακαλέστε την απόφαση για απεργία των παπάδων!
- Όχι, δεν θα την ανακαλέσω. Γνωρίζω καλά ότι με πάτε για εκτέλεση.
Ακολούθησαν την κεντρική οδό Σιμπίρσκι και βγήκαν από την Πέρμ. Πέντε βέρστια μακριά από την πόλη έστριψαν αριστερά και μπήκαν στο δάσος. Σταμάτησαν εκατό μέτρα πιο πέρα και κατέβηκαν από την άμαξα.
Ο Ζουζγκώφ έδωσε στον αρχιεπίσκοπο ένα από τα σκαπτικά εργαλεία, πού είχαν πάρει μαζί τους, και τον πρόσταξε:
- Σκάψε τον τάφο σου!
Ο ιεράρχης άρχισε να σκάβει. Τον βοηθούσαν οι τρεις Λιθουανοί. Όταν τελείωσε, ο Ζουζγκώφ του έδωσε νέα προσταγή:
- Έλα, ξάπλωσε!
Υπάκουσε. Ο τάφος, όμως, ήταν μικρός και δεν τον χωρούσε. Σηκώθηκε και έσκαψε λίγο ακόμα. Ξάπλωσε για δεύτερη φορά στον τάφο, αλλά αυτός και πάλι αποδείχθηκε μικρός. Με το τρίτο σκάψιμο τον έφερε στα μέτρα του. Τότε ζήτησε την άδεια να προσευχηθεί. Του το επέτρεψαν. Προσευχήθηκε γύρω στα δέκα λεπτά. Έπειτα, αφού στράφηκε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και ευλόγησε από μακριά το ποίμνιο του, είπε στους δήμιους του:
- Είμαι έτοιμος.
-Δεν θα σε τουφεκίσω, τον απείλησε ο Ζουζγκώφ. Ζωντανό θα σε θάψω, αν δεν ανακαλέσεις την απόφαση για την απεργία.
— Δεν θα την ανακαλέσω ποτέ, αποκρίθηκε ο ιεράρχης, ξαπλώνοντας στον τάφο.
Οι Λιθουανοί άρχισαν να τον σκεπάζουν με χώμα.
Ο Ζουζγκώφ πυροβόλησε μερικές φορές. Το σώμα του αρχιεπισκόπου ήταν εντελώς ακίνητο. Στη συνέχεια ο Πλατούνωφ πυροβόλησε δύο φορές. Τέλος, ο Ζουζγκώφ έριξε τη χαριστική βολή. Σε λίγο το μαρτυρικό λείψανο ήταν θαμμένο στη γη.
Όταν η Σύνοδος του Πατριαρχείου πληροφορήθηκε το γεγονός, πήρε άδεια από την κυβέρνηση να αποστείλει στην Πέρμ αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον αρχιεπίσκοπο Τσέρνικωφ Βασίλειο, για να διερευνήσει την υπόθεση του θανάτου του αρχιεπισκόπου Ανδρόνικου.
Η αντιπροσωπεία έφτασε στην Πέρμ, έκανε την ερευνά της και ξεκίνησε για το ταξίδι της επιστροφής.
Οι τοπικοί κρατικοί παράγοντες, όμως, θορυβήθηκαν και αποφάσισαν να εμποδίσουν την αντιπροσωπεία να φτάσει στη Μόσχα και να κάνει γνωστά τα πορίσματα της. Έτσι, όταν η αμαξοστοιχία πού τη μετέφερε βρισκόταν μεταξύ Πέρμ και Βιάτκα, οι μπολσεβίκοι τη σταμάτησαν, συνέλαβαν όλα τα μέλη της αντιπροσωπίας και τα εκτέλεσαν.
Οι πιστοί χωρικοί της περιοχής έτρεξαν στον τόπο του μαρτυρίου και ενταφίασαν με ευλάβεια τα σώματα των νεομαρτύρων. Σε λίγο ο τόπος αυτός έγινε τόπος προσκυνήματος. Οι μπολσεβίκοι, ενοχλημένοι από τη συρροή των πιστών, ξέθαψαν τα λείψανα των νεομαρτύρων και τα έκαψαν.
Σαν επίλογος
Στην τελευταία πασχαλινή εγκύκλιο του προς το πλήρωμα της Εκκλησίας της Πέρμ ο άγιος ιερομάρτυς Ανδρόνικος έγραφε:
«Πέρασε ένας χρόνος αφ' ότου η ζωή μας μετατράπηκε σε σκόνη από το φύσημα της βουλήσεως του Θεού, πού μας εγκατέλειψε πρόσκαψα και παιδαγωγικά. Με τέτοιους σκληρούς τρόπους συνέτιζε ο Κύριος το γένος μας από τα πανάρχαια χρόνια. Μέσα στα πιο τρομερά γεγονότα της ζωής, μέσα στις πιο μεγάλες συμφορές, όχι μόνο ορισμένοι άνθρωποι αλλά και λαοί ολόκληροι συναισθάνονταν την αδυναμία τους, αναγνώριζαν την αμαρτωλότητά τους και επέστρεφαν στον παντοδύναμο Προνοητή...
Άς παραδεχθούμε την ένοχη μας ενώπιον του Θεού, ας παραδεχθούμε πώς Εκείνος μόνο έχει τη δύναμη να μας σώσει, και ας ζητήσουμε ολόψυχα τη βοήθεια Του. Βλέπουμε ήδη, άλλωστε, ότι μας ευλογεί το παντοκρατορικό Του χέρι. Κοιτάξτε πόσο μας ωφέλησαν, πόσο μας αφύπνισαν, πόσο μας ψύχωσαν τα διατάγματα για την πίστη και την Εκκλησία, πού εκδόθηκαν πρόσφατα στη χώρα μας. Η θύελλα σκορπίζει τον βαρύ, πυρωμένο και πνιγερό αέρα... Μπροστά στον κίνδυνο της στερήσεως της ελευθερίας τους, της ελευθερίας να πιστεύουν και να προσεύχονται, οι ορθόδοξοι Ρώσοι απέκτησαν πιο θερμή πίστη και πιο θερμή αγάπη προς την Εκκλησία...
Υπήρξαν αρχιερείς, ιερείς και μοναχοί πού αναδείχθηκαν μάρτυρες και ομολογητές. Και οι πιστοί λαϊκοί με αυτοθυσία όρθωσαν το ανάστημα τους για την υπεράσπιση της πίστεως και της αγίας Εκκλησίας. Ήδη πολλοί, σε διάφορους τόπους, θυσίασαν και τη ζωή τους για την πίστη. Ο Κύριος ας αναπαύσει τις ψυχές τους και ας ελεήσει με τις προσευχές τους κι εμάς και τη Ρωσία».
***
Περιεχόμενα
Πρόλογος 5
Γέννηση και παιδικά χρόνια 13
Σπουδές και μοναχική κούρα 14
Κληρικός. Στην Οσέτη 18
Στην Ιαπωνία 22
Στην Ουφά. 34
Πάλι στην Ιαπωνία. Επίσκοπος 36
Στο Νόβγκοροντ 37
Στο Όμσκ 50
Στην Πέρμ 68
Αρχιεπίσκοπος Πέρμ και Κουνγκούρ 108
Σύλληψη και μαρτύριο 124
Σαν επίλογος 132
zoiforos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.