Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: Τρίτη εκατοντάδα διαφόρων κεφαλαίων περί Θεολογίας, Οικονομίας, αρετής και κακίας Μέρος Α'


1. Ένα είναι το πάνω από άναρχο και πάνω από ουσία Αγαθό, η Αγία Τρισυπόστατη Μονάδα, Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα· μια άπειρη συμφυΐα τριών απείρων. Έχει εντελώς απλησίαστο απ' όλα τα όντα τον λόγο του είναι της, του πώς υπάρχει, του τι και ποιο είναι. Ξεφεύγει από κάθε νόηση όσων νοούν, αφού δεν εξέρχεται διόλου από την κατά φύση κρύφια εσωτερικότητά της, και αφού απλώνεται πέρα από κάθε γνώση όλων των γνώσεων.

2. Αυτό που στην ουσία Του είναι απόλυτα αγαθό, είναι εκείνο που μήτε αρχή έχει, μήτε τέλος, μήτε αιτία της υπάρξεως, μήτε οποιαδήποτε ως προς την ύπαρξή Του κίνηση προς κάποια αιτία.
Εκείνο που δεν είναι έτσι, ούτε υπάρχει απόλυτα, αφού έχει αρχή και τέλος και αιτία υπάρξεως και τη σχετική με την ύπαρξη κίνηση προς κάποια αιτία. Αυτό που δεν υπάρχει απόλυτα, και αν λέγεται ότι υπάρχει, κατά μέθεξη και επειδή θέλει το απόλυτο ον και υπάρχει και λέγεται.

3. Αν ο Λόγος προηγείται και κατευθύνει τη δημιουργία των όντων, τότε ούτε υπήρχε, ούτε υπάρχει, ούτε θα υπάρξει λόγος ανώτερος του Λόγου. Ο Λόγος δεν είναι χωρίς νου ή χωρίς ζωή, αλλά με νου και ζωή, αφού έχει τον Πατέρα ως νού που υφίσταται κατ' ουσίαν και ο οποίος Τον γεννά, και το Άγιο Πνεύμα ως ζωή που υφίσταται κατ' ουσίαν και συνυπάρχει μ' Αυτόν.

4. Ένας Θεός υπάρχει, Πατέρας που γέννησε έναν Υιό, και πηγή του Αγίου Πνεύματος. Είναι Μονάδα που δε συγχέεται και Τριάδα που δε διαιρείται· άναρχος Νους, μόνος γεννήτορας κατά την ουσία του μόνου άναρχου Λόγου και πηγή της μόνης προαιώνιας ζωής, δηλαδή του Αγίου Πνεύματος.

5. Ο Θεός είναι ένας γιατί μία είναι η θεότητα. Είναι Μονάδα άναρχη, απλή, πάνω από κάθε ουσία, αμέριστη και αδιαίρετη. Η ίδια είναι και Μονάδα και Τριάδα κτλ.

6. Αν κάθε μετοχή (σε κάποια κατάσταση) προηγείται στη νόηση από εκείνα που μετέχουν, τότε είναι φανερό ότι η Αιτία των όντων είναι ασυγκρίτως και με κάθε τρόπο πάνω από τα όντα, επειδή κατά φύση προϋπάρχει και νοείται πριν από τα όντα. Δεν υπάρχει δηλαδή ως ουσία σε συμβεβηκότα, γιατί τότε το θείο θα αποδειχθεί κάτι σύνθετο, που έχει για συμπλήρωση της υπάρξεώς Του την ύπαρξη των όντων· αλλά υπάρχει ως η υπερουσιότητα της ουσίας.

Γιατί αν οι τέχνες εφεύραν τα σχήματα των προϊόντων τους και η φύση γενικά τις μορφές όσων περιέχει, πολύ περισσότερο ο Θεός έφερε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη τις ουσίες των όντων, αφού είναι υπερούσιος, ή μάλλον, είναι και από κάθε έννοια υπερουσιότητας απείρως πιο πάνω. Αυτός είναι που συνέζευξε τις τέχνες με τις επιστήμες προς εξεύρεση σχημάτων, και έδωσε στη φύση την ενέργεια με την οποία δημιουργούνται οι διάφορες μορφές, και στις ουσίες έδωσε την ύπαρξη, όποια είναι αυτή.

7. Αυτός που δεν είναι μεθεκτός από τα όντα κατά την ουσία Του, αλλά θέλει να μετέχεται με άλλο τρόπο από αυτούς που μπορούν, δεν απομακρύνεται διόλου από την κρυφιότητα της ουσίας Του. Οπότε και αυτός ο τρόπος με τον οποίον μετέχεται θεληματικά, όπως Αυτός γνωρίζει, είναι για πάντα σε όλους αφανέρωτος. Έτσι και θέλοντας έφερε στην ύπαρξη εκείνα που μετέχουν, κατά το λόγο που Εκείνος γνωρίζει από υπερβολική δύναμη της αγαθότητάς Του. Αυτό λοιπόν που έγινε με τη θέληση του Δημιουργού του, δεν μπορεί ποτέ να είναι συνάναρχο με Εκείνον που θέλησε να το κατασκευάσει.

8. Ο Λόγος του Θεού που γεννήθηκε μια φορά κατά σάρκα, γεννιέται θεληματικά πάντοτε κατά πνεύμα από φιλανθρωπία για όποιους θέλουν· και γίνεται βρέφος και σχηματίζει τον εαυτό Του μέσα τους με τις αρετές. Και φαίνεται τόσο, όσο γνωρίζει ότι μπορεί να Τον δει εκείνος που Τον δέχεται. Δεν μικραίνει τη φανέρωση του μεγαλείου Του από φθόνο, αλλά μετρά ακριβώς τη δύναμη εκείνων που θέλουν να Τον βλέπουν. Έτσι πάντοτε και ενώ φαίνεται ο Λόγος του Θεού με τους τρόπους που μετέχεται, μένει πάντοτε λόγω της υπερβολής του μυστηρίου, αθέατος. Γι' αυτό, αφού μελέτησε με σοφία τη δύναμη του μυστηρίου ο θείος Απόστολος, λέει: «Ο Ιησούς Χριστός είναι ο ίδιος χθες και σήμερα και στους αιώνες», επειδή γνωρίζει ότι το μυστήριο είναι πάντα νέο και ποτέ δεν παλιώνει με το να περιληφθεί από νου.

9. Ο Χριστός ο Θεός γεννιέται και γίνεται άνθρωπος με την πρόσληψη σάρκας που έχει νοερή ψυχή, Αυτός που έδωσε στα όντα την ύπαρξη από την ανυπαρξία. Τον γέννησε Παρθένος υπέρ φύση, χωρίς να καταστρέψει κανένα από τα γνωρίσματα της παρθενίας. Γιατί όπως Αυτός έγινε άνθρωπος χωρίς να μεταβάλει την θεία Του φύση ή να χάσει τη δύναμη Του, έτσι και εκείνη που Τον γέννησε, και Μητέρα την κάνει και Παρθένο τη διατηρεί. Ερμηνεύει θαύμα με θαύμα και συγχρόνως κρύβει το ένα θαύμα με το άλλο, επειδή από τον εαυτό του ο Θεός είναι κατά την ουσία πάντοτε μυστήριο και βγάζει τόσο τον εαυτό Του από τη φυσική κρυφιότητα, όσο για να την κάνει με τη φανέρωση ακόμα πιο πολύ κρύφια. Και τόσο πάλι κάνει μητέρα την Παρθένο που Τον γέννησε, οσο για να γίνουν με την κύηση άλυτα τα δεσμά της παρθενίας.

10. Οι φύσεις καινοτομούνται και ο Θεός γίνεται άνθρωπος. Δεν είναι μόνο η θεία φύση, η σταθερή και ακίνητη, που κινείται προς την κινούμενη και άστατη ανθρώπινη φύση για να την σταματήσει από τη φορά της· ούτε μόνο η ανθρώπινη φύση που χωρίς καταβολή σπέρματος σχηματίζει υπέρ φύση σάρκα, η οποία τελειοποιείται με το λόγο ώστε να σταθεί από τη φορά της· αλλά είναι και το άστρο από την ανατολή που φαίνεται την ημέρα και οδηγεί τους Μάγους στον τόπο της Σαρκώσεως του Λόγου, για να δείξει μυστικά ότι ο λόγος που υπήρχε στο Νόμο και τους προφήτες νικά την αίσθηση και οδηγεί τα έθνη προς τό μέγιστο φως της επιγνώσεως. Γιατί ολοκάθαρα ο λόγος του Νόμου και των προφητών, όταν κατανοείται μ' ευλάβεια, σαν άστρο οδηγεί προς την επίγνωση του σαρκωμένου Λόγου όσους σύμφωνα με την προαίρεση τους είναι καλεσμένοι από τη χάρη.

11. Με τη θέλησή μου εγώ ο άνθρωπος έχω παραβεί την εντολή του Θεού και ο διάβολος, δελεάζοντάς με με την ελπίδα της θεότητας έσυρε τη σταθερότητα της φύσεώς μου κάτω προς την ηδονή και καμάρωνε που μ' αυτή έφερε το θάνατο, απολαμβάνοντας τη φθορά της φύσεως. Γι' αυτό ο Θεός γίνεται τέλειος άνθρωπος, χωρίς να παραλείψει τίποτε από την ανθρώπινη φύση, εκτός από την αμαρτία, η οποία εξάλλου δεν ανήκε στην ανθρώπινη φύση. Ήθελε προβάλλοντας τη σάρκα, να δελεάσει τον άπληστο δράκοντα και να τον ερεθίσει ώστε ν' ανοίξει το στόμα του και να καταπιεί τη σάρκα, για να του γίνει δηλητήριο καταστρέφοντάς τον ολότελα με τη δύναμη της θεότητας που έκρυβε μέσα της· στην ανθρώπινη φύση όμως να γίνει φάρμακο, επαναφέροντάς την στην αρχική χάρη με τη δύναμη πάλι της θεότητας που αυτή είχε. Γιατί όπως ο διάβολος έχυσε το δηλητήριό του στο δένδρο της γνώσεως και διέφθειρε την ανθρώπινη φύση που γεύθηκε από αυτό, έτσι και ο ίδιος, όταν θέλησε να φάει τη σάρκα του Κυρίου, εξολοθρεύτηκε με τη δύναμη της θεότητας που είχε μέσα της.

12. Το μέγα μυστήριο της Ενανθρωπήσεως, μένει πάντοτε μυστήριο. Όχι μόνο γιατί, καθώς φανερώνεται ανάλογα με τη δύναμη όσων σώζονται από αυτό, κρύβει μυστικό βάθος μεγαλύτερο απ' ό,τι φανερώνεται, αλλά γιατί και αυτό που φάνηκε, μένει ακόμη τελείως απόκρυφο και με κανένα τρόπο δεν γνωρίζεται όπως είναι. Ας μη θεωρηθεί παράδοξο το λεγόμενο. Γιατί ο Θεός όντας υπερούσιος και πολύ πιο πάνω από κάθε υπερουσιότητα, αφού θέλησε να λάβει ουσία, το έκανε με τρόπο υπερούσιο. Γι' αυτό, ενώ ως φιλάνθρωπος έγινε αληθινά άνθρωπος από την ουσία των ανθρώπων με τρόπο που υπερβαίνει τον άνθρωπο, εξακολουθεί να έχει για πάντα αφανέρωτο τον τρόπο του πώς έγινε άνθρωπος. Γιατί έγινε άνθρωπος με τρόπο που υπερβαίνει τον άνθρωπο.

13. Ας παρατηρήσομε με πίστη το μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως και ας δοξάσομε μόνο με απλότητα Εκείνον που ευδόκησε να γίνει αυτό για μας. Γιατί ποιος μπορεί, θαρρώντας σε λογικές αποδείξεις, να πει πώς γίνεται σύλληψη του Θεού Λόγου; Πώς γίνεται σχηματισμός σάρκας χωρίς σπορά; Πώς γίνεται γέννηση χωρίς φθορά της παρθενίας; Πώς είναι μητέρα εκείνη που και μετά τον τοκετό έμεινε παρθένος; Πώς ο υπερτέλειος προόδευε και μεγάλωνε στο σώμα; Πώς ο καθαρός βαπτιζόταν; Πώς εκείνος που πεινούσε έτρεφε τους άλλους; Πώς εκείνος που κοπίαζε χάριζε δύναμη; Πώς εκείνος που έπασχε έκανε θεραπείες; Πώς εκείνος που πέθαινε έδινε ζωή; Και για να πω το πρώτο και το τελευταίο, πώς ο Θεός γίνεται άνθρωπος; Και το ακόμα πιο μυστηριώδες, πώς βρίσκεται να έχει υπόσταση ουσιωδώς/στη σάρκα αυτός που κατά την ουσία είναι υποστατικώς όλος στον Πατέρα; Πώς ο ίδιος, και όλος είναι Θεός κατά φύση, και όλος έγινε κατά φύση. άνθρωπος, χωρίς ν' απαρνηθεί καθόλου καμία φύση, ούτε τη θεία κατά την οποία είναι Θεός, ούτε τη δική μας κατά την οποία έγινε άνθρωπος; Μόνο η πίστη χωρεί αυτά τα μυστήρια, γιατί αυτή κάνει χειροπιαστά τα πράγματα που υπερβαίνουν το νου και τη λογική.

14. Παραβαίνοντας την εντολή ο Αδάμ, προξένησε το να περιέχει ηδονή ο τρόπος δημιουργίας της ανθρώπινης φύσεως· εξορίζοντας από τη φύση την ηδονή ο Κύριος, δε δέχτηκε τη σύλληψη μέσω σπέρματος. Παραβαίνοντας την εντολή η γυναίκα, επέφερε το να αρχίζει με οδύνη η εμφάνιση της ανθρώπινης φύσεως· αποτινάζοντας την οδύνη από την φύση ο Κύριος, δεν επέτρεψε κατά τη γέννησή Του να υποστεί η Παρθένος καμιά φθορά. Μ' αυτά ήθελε να αφαιρέσει από την φύση και τη θεληματική ηδονή, και την αθέλητη οδύνη που προήλθε από την ηδονή, ώστε να γίνει εξολοθρευτής αυτών που δε δημιούργησε, και να μας διδάξει μυστικά ν' αρχίσομε με τη βούληση μας άλλη ζωή, η οποία ξεκινά ίσως με οδύνη και κόπους, καταλήγει όμως οπωσδήποτε σε θεία ηδονή και απέραντη ευφροσύνη. Γι' αυτό γίνεται άνθρωπος και γεννιέται ως άνθρωπος ο Δημιουργός του ανθρώπου, για να σώσει τον άνθρωπο· και γιατρεύοντας τα πάθη μας με τα πάθη Του, να δειχθεί ότι Αυτός είναι «πάθος» των δικών μας παθών, που ανακαινίζει υπέρ φύση από φιλανθρωπία τις πνευματικές μας έξεις μέσω των κατά σάρκα στερήσεών Του.

15. Εκείνος που με το θείο πόθο νίκησε την κλίση της ψυχής προς το σώμα, δεν περιορίζεται πλέον από τίποτε, αν και βρίσκεται στο σώμα. Γιατί ο Θεός ο Οποίος ελκύει την επιθυμία εκείνου που Τον ποθεί, είναι ασύγκριτα πιο υψηλός απ' όλα και δεν αφήνει να προσηλώσει την επιθυμία του εκείνος που Τον ποθεί σε κάτι που είναι μετά το Θεό. Ας ποθήσομε λοιπόν το Θεό με όλη τη δύναμη της φύσεώς μας και ας μη δεσμεύσομε την προαίρεσή μας σε κανένα από τα σωματικά. Ας ανεβούμε με την προαίρεσή μας πάνω από όλα τα όντα, αισθητά και νοητά, και καθόλου ας μη μειώσει ο φυσικός μας περιορισμός τη θέληση να είμαστε μαζί με το Θεό, τον κατά φύση απεριόριστο.

16. Η κακοπάθεια των αγίων είναι αγώνας μεταξύ φθόνου και αρετής. Ο φθόνος αγωνίζεται να επικρατήσει, ενώ η αρετή αγωνίζεται να μείνει ανίκητη υπομένοντας τα πάντα. Ο φθόνος αγωνίζεται να ευοδωθεί η κακία με το να κάνει κακό στους ενάρετους, ενώ η αρετή αγωνίζεται να κρατήσει τους αγαθούς, ακόμη και αν δέχονται αλλεπάλληλες συμφορές.

17. Η πάλη της αρετής είναι το να αγωνίζεται μέσα σε κόπους. Έπαθλο της νίκης για όσους υπομένουν είναι η απάθεια της ψυχής. Στην κατάσταση αυτή η ψυχή ενώνεται μέσω της αγάπης με το Θεό και χωρίζεται αυτοπροαίρετα από το σώμα και τον κόσμο. Γιατί η κακοπάθεια του σώματος, σε όσους υπομένουν, είναι ευρωστία της ψυχής.

18. Αφού εξαπατηθήκαμε από την ηδονή εξαρχής, προτιμήσαμε τον θάνατο από την αληθινή ζωή. Ας υπομένομε λοιπόν ευχαρίστως την κακοπάθεια του σώματος που σκοτώνει την ηδονή, κι έτσι, αφού αφανίσει ο θάνατος της ηδονής τον θάνατο που προήλθε απ' αυτήν, να λάβομε πάλι πίσω, αγορασμένη με μικρούς σωματικούς κόπους, τη ζωή που την πουλήσαμε για την ηδονή.

19. Αν με την καλοπέραση της σάρκας συμβαίνει ν' αυξάνει η δύναμη της αμαρτίας, είναι φανερό ότι όταν αυτή κακοπαθεί, ξανανιώνει η δύναμη της αρετής. Ας υπομένομε λοιπόν με γενναιότητα την κακοπάθεια του σώματος, η οποία καθαρίζει τους μολυσμούς της ψυχής και προξενεί την μέλλουσα δόξα. Γιατί τα παθήματα του καιρού αυτού δεν είναι άξια να συγκριθούν με τη δόξα που μέλλει ν' αποκαλυφθεί σ' εμάς.

20. Οι γιατροί που θεραπεύουν τα σώματα δε δίνουν ένα και το αυτό φάρμακο σε όλους. Έτσι και ο Θεός που γιατρεύει τις ασθένειες των ψυχών, δε γνωρίζει ένα μόνο τρόπο θεραπείας που να ταιριάζει σε όλες, αλλά δίνοντας στην κάθε ασθένεια το κατάλληλο φάρμακο, προξενεί τη θεραπεία. Ας ευχαριστήσομε λοιπόν, όταν θεραπευόμαστε, έστω κι αν έχει ταλαιπωρία ή θεραπεία. Γιατί τό τέλος είναι μακάριο.

21. Τίποτε άλλο δέ φανερώνει την κατάσταση της ψυχής, όσο οι επα- ναστάσεις του σώματος που κακοπαθεί, στις οποίες αν υποχωρήσει, θα φανεί ότι προτιμά τη σάρκα από το Θεό. Αν όμως στα τινάγματά τους μείνει ακλόνητη, τότε θα δειχθεί ότι από τη σάρκα προτιμά την αρετή, με την οποία θα έρθει να κατοικήσει μέσα της ο Θεός που γι' αυτήν καταδέχθηκε να πάθει ως άνθρωπος και που λέει, όπως παλιά στους μαθητές: «Έχετε θάρρος, εγώ έχω νικήσει τον κόσμο».

22. Αν όλοι οι άγιοι παιδαγωγήθηκαν με κακοπάθειες, ας ευχαριστήσομε κι εμείς όταν παιδαγωγούμαστε μαζί τους, για να αξιωθούμε να μετάσχομε και στη δόξα τους. Γιατί όποιον αγαπά ο Κύριος, τον παιδαγωγεί, και χτυπά με μαστίγιο όποιον παραδέχεται σαν γιό Του.

23. Ο Αδάμ, αφού συγκατατέθηκε στην πλευρά του που του πρότεινε την ηδονή, έβγαλε έξω από τον Παράδεισο το ανθρώπινο γένος. Και ο Κύριος που υπόμεινε τον πόνο από το κέντημά της, έβαλε τον ληστή μέσα στον Παράδεισο. Ας αγαπήσομε λοιπόν την κακοπάθεια του σώματος, και ας μισήσομε την ηδονή του. Γιατί η πρώτη εισάγει στον Παράδεισο και μας αποκαθιστά στα αγαθά, ενώ η άλλη βγάζει έξω και χωρίζει από τα αγαθά.

24. Αν ο Θεός πάσχει κατά τη σάρκα αφού έγινε άνθρωπος, ποιος όταν υποφέρει, δεν χαίρεται που έχει το Θεό συμμέτοχο των παθημάτων του; Το να συμπάσχει κανείς μ' Αυτόν προξενεί τη βασιλεία. Γιατί λέει αλήθεια εκείνος που είπε: «Εφόσον συμπάσχομε, θα δοξαστούμε και μαζί Του».

25. Αν οπωσδήποτε πρέπει να κακοπαθήσομε, επειδή αναμείχθηκε με την ανθρώπινη φύση μέσω του προπάτορά μας η ηδονή, ας υποφέρομε με γενναιότητα και καρτερία τις πρόσκαιρες κακοπάθειες, οι οποίες και το κεντρί της ηδονής το αμβλύνουν μέσα μας και μας ελευθερώνουν από τις αιώνιες κολάσεις που μας περιμένουν εξαιτίας της.

filokaliakainipsis.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.