Παρασκευή 6 Μαΐου 2011

Ἀρχιμ. Εὐσέβιος Βίττης. Ἀναφορά στόν ἀγώνα του καί τήν μαρτυρία τοῦ (1927-2009) (Μέρος Ζ΄ Τελευταῖο)


Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος
Ἐτήσια ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς
Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
Περίοδος Β΄ ἔτος 2010 ἀριθμ. 35

† Ἀρχιμ. Εὐσέβιος Βίττης

Ἀναφορά στόν ἀγώνα του καί τήν μαρτυρία του (1927-2009) 


Τί νά ποῦμε γιά τήν ἀνεξικακία του; Προσπάθησε δύο φορές νά φέρῃ λίγο νεράκι μέ σωλῆνα ἀπό μία πηγή στό κελάκι του.  Κάποιος χωρικός τοῦ τό ἔκοβε, μέχρις ὅτου ἐπέστρεψε ὁ Θεός νά ἀσθενήσῃ σοβαρά. Ὁ π Εὐσέβιος πῆγε στό σπίτι τοῦ ἀσθενῆ καί μέ τήν εὐχή του τόν θεράπευσε.
Ἀναφέρομε ἐνδεικτικά κάποια ἀπό τά ὑπερφυῆ σημεῖα, μέ τά ὁποῖα τόν ἐχαρίτωσε ὁ Θεός, πού τά πληροφορηθήκαμε ἀπό αὐτόπτες μάρτυρες. 

Ὅταν κτιζόταν ἀκόμη τό ἀσκητήριο, ὅπως μᾶς πληροφόρησε ὁ μάστορας πού τό ἔκτισε, ἔμειναν ἀπό νερό.  Αὐτός τότε θέλησε νά φύγ. Ὁ Γέροντας τόν παρακάλεσε νά περιμέν λίγο. Ἀφοῦ πῆγε λίγο παράμερα, σήκωσε τά χέρια του στόν οὐρανό. Σέ λίγο μαζεύτηκαν πυκνά σύννεφα καί μία καταρρακτώδης βροχή ξέσπασε, πού κράτησε ἀρκετή ὥρα.  Γέμισαν μέ νερό ὅλα τά σκεύη πού εἶχαν γι’ αὐτό τόν σκοπό. Ἀμέσως μετά διαλύθηκαν τά σύννεφα καί μπόρεσαν νά δουλέψουν μέχρι ἀργά τό βράδυ.


Ὁ ψυχίατρος Στέργιος Κ. περιγράφει, πῶς πρωτογνώρισε τόν Γέροντα στόν ναό τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Σιδηροκάστρου: «Σοβαρά γεγονότα συγκυριῶν ζωῆς μέ εἶχαν βάλει σέ μεγάλη κατάθλιψη καί ἡ πίστη μου κλονιζόταν γιά πρώτη φορά τόσο ἰσχυρά. Οὐσιαστικά δέν ὑπῆρχε. 
Ἔνιωθα πώς εἴτε ὁ Θεός μέ ἐγκατέλειψε εἴτε πῶς δέν ὑπῆρχε. Μέ πιθανότερο τό δεύτερο.   

Μέ δισταγμό χτύπησα τήν πόρτα του - ἡ ὥρα ἦταν 11 τό βράδυ-, λέγοντας του πώς τό μόνο πού θέλω νά μοῦ ὁρίσει ἕνα ραντεβού.  Τό πρῶτο χιόνι εἶχε ἤδη ξεκινήσει ἀπ’ τό μεσημέρι κι ὁ ὁδηγός του ἀνησυχοῦσε πώς θά ἦταν δύσκολο νά ἀνέβουν στό ἀσκητήριό του. Ἐπέμενε νά περάσω μέσα. Εἶχα μεγάλο δισταγμό, ἐπειδή, ὅσο περίμενα ἔξω, ἔμαθα πώς ἦταν ἐκεῖ ἀπό τό πρωί.

‘‘ Ἐλᾶτε, καθίστε’’, μοῦ εἶπε. ‘‘Ἄλλωστε εἴμαστε καί συνονόματοι’’. ‘‘Δέ μέ λένε Εὐσέβιο’’, τόλμησα ὁ ἀγενής νά ψελλίσω. ‘‘Σέργιο δέ σέ λενε; Καί μένα τό ὄνομά μου ἦταν Σέργιος, πρίν ἐνδυθῶ αὐτό τό ταπεινό ράσο’’... (σιωπή ἀπό μέρους μου). 
‘‘Ἄλλωστε κάνουμε καί τήν ἴδια δουλειά’’ εἶπε. ‘‘Δέν καταλαβαίνω, γέροντα τί ἐννοεῖε;’’,  τόλμησα νά ρωτήσω δῆθεν ἀδιάφορα, προσπαθώντας νά ἀποκρύψω τήν ταραχή μου καί ἐνῶ παρέμενα ἀκόμη ὄρθιος. 

‘‘ Καί ἐσεῖς θεραπευτής ψυχῶν εἶστε, παιδί μου.  Καθίστε’’.  Καί συνέχισε: ‘‘Ἄλλωστε εἴμαστε καί πατριῶτες’᾿ .  ‘‘Τί ἐννοεῖτε, γέροντα, εἴμαστε πατριῶτες;’’. ‘‘Ἀπό τήν Πτολεμαΐδα δέν εἶστε; Περπατήσαμε στούς ἴδιους δρόμους!  Θυμάστε τήν ὁδό Διοικητηρίου;’’.  Εἶχα ἤδη καθίσει. Ἤμουν κεραυνοβολημένος στήν κυριολεξία... 
Ἄρχισε νά μέ ρωτάει ὅλα ὅσα θά ἤθελα νά συζητήσω μαζί του.  Διάβαζε τίς σκέψεις μου, τά ἐρωτηματικά μου, τίς ἀγωνίες μου καί μέ παραδείγματα ἀπ’ τήν θύραθεν σοφία ἀρχικά καί στό τέλος ἀπ΄ τήν ζωή τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί ἀπό κείμενα τῆς Ἁγ. Γραφῆς μοῦ ἔδινε ἀπαντήσεις.... Ἔψαξε στό γραφεῖο του καί μοῦ ἐνεχείρησε τρία βιβλία του.  Εἶχαν περάσει δύο ὧρες καί πλέον.  
 Μοῦ πρότεινε, ἐάν ἤθελα, νά προσευχηθοῦμε μαζί.  Γονάτισα. Εἶπε τίς εὐχές.  Μιά γλυκειά γαλήνη γέμισε τήν ψυχή μου. Ἐπέστρεφα σπίτι μου μόνος ταξιδεύοντας δύο ὧρες.  Μοῦ ἔφυγε ὅλο τό φορτίο τῆς ψυχῆς μου, ἀλλά τό μυαλό μου δούλευε ἀσταμάτητα προσπαθώντας νά ἐξηγήσει τά ἀνεξήγητα....»26.  (26 Ψυχιάτρου Σ.Κ., «Ἀναμνήσεις ἀπό τόν π. Εὐσέβιο Βίττη»).

Κάποιο πνευματικό τέκνο τοῦ Γέροντα χωρίς νά γίν ἀντιληπτό, τόν εἶδε προσευχόμενο μέσα στό κελί του.  Τά ὑπερυψωμένα χέρια τοῦ Γέροντα ἔμοιαζαν μέ δύο λαμπάδες φωτός πού ἐκτείνονταν πρός τά πάνω.
Ἄς ἔρθουμε ὅμως καί στήν μακαρία κοίμησί του.  Τρία χρόνια πρίν ἀπό αὐτήν εἶχε ἐμφανίσει κάποια  σοβαρά προβλήματα ὑγείας. Ἀπορροφημένος ὅμως ἀπό τίς ποιμαντικές καί πνευματικές του ἐνασχολήσεις δέν ἀσχολήθηκε μέ τό πρόβλημα τῆς ὅλο καί περισσότερο ἐπιδεινουμένης κακοήθους νόσου, ὅπως τελικά διεγνώσθη.  Ὑπεβλήθη σέ ἐγχείρησι, ὅταν ἦταν ἤδη πολύ ἀργά.

Ἐπί ἕνα ἔτος ὑπέμεινε μέ θαυμαστή καρτερία τά πολύ βασανιστικά συμπτώματα τοῦ ρίγους, τοῦ πυρετοῦ, τῶν ἐπανειλημμένων καί ἀνιάτων λοιμώξεων καί τοῦ δριμυτάτου πόνου.  Χρειάσθηκε πολλές φορές στό διάστημα αὐτό νά νοσηλευθῇ στό νοσοκομεῖο.  Ἡ εἰρηναία κατάστασις τῆς ψυχῆς του καί ἡ ἐν πίστει ἀναμονή τοῦ τέλους του ἐξέπλητταν τό προσωπικό τοῦ νοσοκομείου.

Ὅλοι αἰσθάνονταν ὅτι εἶχαν μπροστά τους ἕνα χαριτωμένο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ.  Γι’ αὐτό καί χωρίς κανείς νά τούς ἐπιβάλῃ τόν διακονοῦσαν μέ τήν εὐλάβεια πού ἁρμόζει στούς ἁγίους.  Ἐβίωσε κατά τό διάστημα αὐτό τόν πόνο τῆς ἀναχωρήσεως ἀπό τόν κόσμο αὐτό τῶν πολυαγαπητῶν του, Ρωμύλου, ἀδελφοῦ του, καί Δημητρίου Θ., τοῦ στενωτέρου φίλου καί συνεργάτου του. Ὁ τελευταῖος μέ πολύ αὐταπάρνησι τόν διακόνησε μέχρι τέλους. 

Ἔφυγε ἀπό τήν ζωή αὐτή μετά ἀπό τροχαῖο ἀτύχημα τήν ὥρα πού πήγαινε νά διακονήσ τόν Γέροντα.  Πολύ σωστά ἐλέχθη, ὅτι κάποιοι ἐνάρετοι Γέροντες ἀποστέλλουν στόν Θεό πρίν τήν κοίμησί τους τούς εὐλαβεῖς ὑποτακτικούς τους, ὡς προαγγέλους καί τῆς δικῆς τους ἀναχωρήσεως.

Ὁ καθηγητής κ. Μ.Β., πού μέ πολλή αὐτοθυσία τοῦ συμπαραστάθη μέχρι τέλους, τόν ἐρώτησε κάποια στιγμή, βλέποντάς τον νά προσπαθ, παρά τήν πολύ ἄσχημη κατάστασι τῆς ὑγείας του, νά περατώσ τήν ἀνάλυσι τοῦ Βιβλίου τοῦ Ἰώβ:  «Γέροντα, ποιό εἶναι τό τελικό συμπέρασμα τοῦ βιβλίου τοῦ Ἰώβ;».   
Καί αὐτος μέ σβησμένη φωνή ἀπήντησε: «Ἡ ταπείνωσις. Ἔπρεπε ὁ Ἰώβ νά περάσ ὅσα πέρασε, γιά νά μάθ τήν ταπείνωσι, καί ἔτσι νά τελειοποιηθ ἡ ἀρετή του». Σημεῖο καί αὐτο τῆς ὡριμότητος καί τοῦ Γέροντος Εὐσεβίου, ἀξίου μιμητοῦ τοῦ δικαίου καί πολυάθλου Ἰώβ.

Κάποιοι πού  βρέθηκαν πολύ κοντά του τίς τελευταῖες του ὧρες μᾶς πληροφόρησαν: «Ἐβίωνε τή μετάνοια καί εἶχε διαρκῆ μνήμη θανάτου. Ἡ βαθειά ταπείνωσίς του τόν παρότρυνε νά ζητᾶ διαρκῶς ἀπό ὅλους νά προσεύχωνται ‘‘γιά τήν ἁμαρτωλότητά του’’ καί γιά ‘‘νά τοῦ δίνῃ ὁ Κύριος μετάνοια».  Σέ ἐπισκέπτες του, ἄν καί δέν εἶχε τήν δύναμη νά μιλήσ ἐξηγοῦσε τήν κατάστασή του καί ζητοῦσε τήν προσευχή τους, ‘‘γιά νά δίν ὁ Κύριος μετάνοια, νά τόν ἐλεήσ καί νά κάνῃ ἐλαφρότερη την ἀκοίμητη φωτιά πού θά τόν καί γιατί ἀλλοῦ δέν ἔβλεπε καταλληλότερη θέση γιά τόν ἑαυτό του’’»27. (27 Ἐπιστολή Μ.Μ. καί Ξ.Μ.) Πόσο ὁμοιάζουν οἱ σύγχρονοι ἅγιοι μέ τούς παλαιούς!  Θυμόμαστε τόν ἀββᾶ Σισώη, πού ἐνῶ  ἔλαψε τό προσωπό του ἀπό θεία Χάρι, λίγο πρίν τήν ἔξοδό του ἀπό τόν κόσμο αὐτό, αὐτός παρακαλοῦσε τόν Θεό νά τοῦ χαρίσ λίγο καιρό ἀκόμη γιά νά μετανοήσῃ.

Ἄς ἀκούσουμε ὅμως πῶς περιγράφει ἡ χήρα σύζυγος τοῦ μακαριστοῦ κ. Δημητρίου Θ. τίς τελευταῖες στιγμές τοῦ π. Εὐσεβίου στόν κόσμο αὐτό: «Πῆγα κοντά του (βρισκόταν στό σπίτι τοῦ μακαριστοῦ ἀδελφοῦ του Ρωμήλου) –πονοῦσε, φώναζε: ‘‘Παναγία μου, Θεέ μου’’- καί τοῦ εἶπα: ‘‘Γέροντα εἶμαι ἡ Ἀναστασία’’. Ἕνα μειδίαμα χαρᾶς καί χαμόγελο. ‘‘Ἦρθα νά σᾶς δῶ’’. ‘‘Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ νά εἶναι μαζί σας καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεου νά τά διορθών ὅλα’’. ‘‘Ἀμήν’’, τοῦ εἶπα ἐγώ.  Βυθίστηκε. Ἦταν μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς.... Ἦταν ὅλος φῶς. Αὐτό πού σᾶς λέω δέν εἶναι ὑπερβολή... Τό βλέπαμε ὅλοι... Μόνο τό στεφάνι τοῦ ἔλειπε!»28 (28 Μαρτυρία κ.Α.Θ.)

Στίς 4 Νοεμβρίου 2009, «ἡμέρα Τετάρτη ἡ κατάστασή του ἐπιδεινώθηκε.  Δέν μπορουσε νά λάβ πλέον τροφή καί κατά τίς 5.00 μ.μ. διεκόπη τελείως ἡ ἐπικοινωνία μέ τό περιβάλλον.  Στίς 10.40 μ.μ., πρίν ἀπό τό τέλος, ἄνοιξε τά μάτια του, κοίταξε γύρω του μέ βλέμμα γλκύτατο, τά ἔκλεισε μόνος του, πῆρε ἀκόμη δύο ἀναπνοές καί εἰρηνικά πέρασε στήν αἰωνιότητα»29 (29 Ἐπιστολή Μ.Μ. καί Ξ. Μ.)
Κατά τόν σεβαστο Γέροντά μας ὁ μακάριος Γέρων Εὐσέβιος κατώρθωσε μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ νά συνδυάσ τρία τινά: Τήν αὐστηρή ἄσκησι, τή ἡσυχαστική ζωή καί τήν μεγάλη ποιμαντική προφορά στόν λαό τοῦ Θεοῦ.
Τοῦ μακαρίου Γέροντος Εὐσεβίου αἰωνία ἡ μνήμη!
Οἱ ἅγιες εὐχές του νά μᾶς συνοδεύουν!
Ι.Δ.Γ.


Ἀπόσπασμα ἀπό τήν Ἐτήσια Ἔκδοση της
Ι. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
Περίοδος Β΄  Ἔτος 2010 Ἀριθμός 35

σελίδες 54 - 59



Διαβάστε περισσότερα πατῶντας στο Έκδοση Όσιος Γρηγόριος

________________________

Ψηφιοποίηση κειμένου Κατερίνα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.