B΄ Περί Ασθενειών
2) Επιστολή
Από τον καιρόν κατά τον οποίον ο γλυκύς μας Ιησούς εσήκωσε επί των αχράντων Του ώμων το ζωοποιόν ξύλον του Τιμίου Σταυρού και ανηρτήθη εις αυτό, έκτοτε δια των αιώνων συνεχίζεται υπό των οπαδών Αυτού η άρσις του Σταυρού, υπό την έννοιαν των ποικίλων θλίψεων και δοκιμασιών, δια των οποίων θριαμβεύει ο χριστιανός έναντι της πολυμόρφου και καταστρεπτικής φιλαυτίας. Ο Σωτήρ τονίζει εις ημάς δια του Ευαγγελιστού Λουκά «όστις ου βαστάζει τον σταυρόν εαυτού και έρχεται οπίσω μου, ου δύναται είναι μου μαθητής» ( Λουκ. 14,27 ), και πάλιν δια του ιδίου «Ει τις θέλει οπίσω μου έρχεσθαι, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού καθ’ ημέραν και ακολουθείτω μοι» ( Λουκ. 9,23 ). Ο Αββάς Ισαάκ, ο ησυχαστής φιλόσοφος, λέγει ότι: «εις εκάστην στιγμήν χρόνου, αλλοίωσις γίνεται εν τω ανθρώπω». Και όντως αι διαθέσεις τόσον της ψυχής, όσον και του σώματος, δεν παύουν την αλλαγήν των εις εκάστην στιγμήν, δημιουργούσαι ούτω πότε στενοχωρίαν, άλλοτε πόνον, ενίοτε προσδοκίαν θλιβερών ειδήσεων, κάποτε ακαθόριστον ακαταστασίαν και στενοχωρίαν ψυχικήν και σωματικήν, προερχόμεναι είτε εκ σωματικών αιτίων, είτε και το αντίθετον εκ ψυχικών τοιούτων, επιβεβαιούσαι τοιουτοτρόπως την κατάραν του Θεού, που επωμίσθη το ανθρώπινον γένος εκ της παρακοής των πρωτοπλάστων. Ο καλός όμως Ιησούς, το Ξύλον της ζωής, αφ’ ενός δια του αγίου Του παραδείγματος και αφ’ ετέρου δια των θείων Του διδασκαλιών, εις τον σταυρόν των θλίψεων επιχέει βάλσαμον παρηγορίας μετά πολλών ζωοποιών διαβεβαιὠσεων, ότι δια πολλών
θλίψεων θα δυνηθώμεν να εισέλθωμεν εις την αιώνιον Αυτού βασιλείαν.
Εις την Παλαιάν Διαθήκην εις το βιβλίον της Εξόδου, μεταξύ των άλλων γεγονότων, εξιστορείται και το κατωτέρω χαρακτηριστικόν: «Όταν οι Ισραηλίται παρήκουσαν του Θεού εις την έρημον και ως κανόνα της παρακοής των εξαπέστειλεν εις αυτούς όφεις, οι οποίοι έδακνον αυτούς και απέθνησκον, τότε ο Θεός εισακούων την προσευχήν του Μωϋσέως, όστις ηύχετο εκτενώς υπέρ κοπάσεως ταύτης της οργής, διετάξα το αυτώ ποιήσαι χαλκούν όφιν και αναρτήσαι επί ξύλου και πας ο δακνόμενος υπό των όφεων και προσβλέπων επί τον χαλκούν όφιν, ευθύς ιατρεύετο» ( Αριθμοί 21,6 ).
Και ο Ιησούς μας εν τω ιερώ Ευαγγελίω παρομοιάζων την ύψωσιν του χαλκού όφεως με την ιδικήν Του ζωοποιόν ύψωσιν λέγει: «Και καθώς Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τον Υιόν του ανθρώπου» (Ιωάν. 3,14 ). Η αμαρτία λοιπόν, υπό την έννοιαν φαρμακερού όφεως, δάκνει τον άνθρωπον δηλητηριάζουσα δια μέσου της ενόχου και εμπαθούς ηδονής τον οργανισμόν της ταλαιπώρου ψυχής και επιφέρουσα τον θάνατόν της και τον χωρισμόν της από του Θεού.
Ο Χριστός μας όμως, ο νοητός χαλκούς όφις, αναρτηθείς εν τω ζωοποιώ ξύλω του τιμίου Σταυρού, δια μέσου των υψίστων ευαγγελικών αληθειών ιατρεύει τας δακνομένας από την ποικίλην αμαρτίαν ψυχάς, δίδων ζώσαν ελπίδα ζωής ακαταλήπτου. «Που σου, θάνατε, το κέντρον; Που σου, άδη, το νείκος;» Κατελύθησαν, ηφανίσθησαν, ηδράνησαν και ενεκρώθησαν τελείως αι δυνάμεις της απαισίου τυραννίας σου δια του θανάτου και της Αναστάσεως του σώζοντος τας ψυχάς ημών Ιησού, του Θεού ημών.
Δια μέσου της ηδονής και της ηδυπαθείας δηλητηριάζεται και σκοτίζεται η καρδία. Σκοτιζομένη δε πράττει τα έργα του σκότους, λυπούσα το Άγιον Πνεύμα, όπερ εδέξατο δια της αναγεννήσεως εν τη ιερά κολυμβήθρα. Αντιθέτως ο πόνος και η θλίψις εκτοπίζουν την ένοχον ηδυπάθειαν από την καρδίαν. Καθαριζομένη δε αύτη δια του πόνου, καθίσταται δεκτική του παρακλήτου Πνεύματος. Ελθών δε ο αγαθός Παράκλητος, παρηγορεί, ενθαρρύνει, φωτίζει και ως άλλος τροφεύς ζωογονεί ταύτην δια των θεϊκών διδασκαλιών και των αντιλήψεων της χαράς και της ελπίδος.
Ιδού λοιπόν ο νοητός χαλκούς όφις, ο Ιησούς, ιατρεύων δια του πόνου τας ψυχάς τας πασχούσας υπό των δηγμάτων της πολυμόρφου φαρμακεράς αμαρτίας. Άρα εκ των αδιασείστων της πείρας αληθειών, ο πόνος και η θλίψις είναι το ουσιωδέστερον φάρμακον της νοσούσης από την αμαρτίαν ψυχής, συγχρόνως και άριστος παιδαγωγός δια την πνευματικήν εξύψωσιν της ψυχής, που εν τη αμαρτία και τω ηθικώ σκότει ημαύρωσε το κάλλος της, αποκτώσα ούτω τας ηθικώς κακάς έξεις. Ο πόνος υπό την ποικίλην έννοιαν καθίσταται ο επιτήδειος καλλιεργητής, που από αγριελαίαν την αμαρτωλήν ψυχήν μετακεντρίζει εις καλλιελαίαν.
Η αμαρτία σκληρύνει την καρδίαν του αμαρτωλού, τον καθιστά ανάλγητον, τίποτε δεν τον συγκινεί, διότι λείπει ο Θεός, ο πονών και συμπαθών τους ανθρώπους. Ο φιλάνθρωπος όμως Θεός, «ελθών ζητήσαι και σώσαι το απολωλός» τι εργάζεται; Καταστρώνει το σχέδιον της σωτηρίας της απομεμακρυσμένης ψυχής δια μέσου του πόνου, ιδίως δια της ασθενείας. Και εκεί όπου βλέπεις π.χ. τον ακμαίον νέον να φυσιούται επί ρώμη και να συμπεριφέρεται αγερώχως, χωρίς να ενθυμήται ψυχήν και Θεόν, εξαίφνης κατακλίνεται επί κραββάτου οδύνης.
Τότε ως εμπειρότατος και δεξιοτέχνης ιατρός ο πόνος αρχίζει την χειρουργικήν επέμβασιν. Πρώτον ομαλύνει την καρδίαν αποβάλλων ολίγον κατ’ ολίγον την τραχύτητα και ούτω μαλακώνει την ψυχήν. Ο πρώην σκληρός εις την καρδίαν, γίνεται απαλός, ήμερος εις τα συναισθήματα. Συμπονεί τους συναρρώστους του, ομιλεί μετά συμπαθείας ο άλλοτε ασυμπαθής. Και αφού δια τοιούτων και διαφόρων άλλων συναισθημάτων γενωμένων εκ της παιδαγωγικής ράβδου του πόνου, καταστρωθή το έδαφος της καρδίας, τότε ανοίγονται και τα ώτα της πρώην κωφευούσης ψυχής και δέχεται και συγκρατεί και ακούει μετά προσοχής τον λόγον της αληθείας, το ευαγγέλιον της σωτηρίας.
Τότε ο αδιάφορος προηγουμένως εις τον Θεόν και την ψυχήν του, γίνεται ζηλωτής εις το να αναγινώσκη διάφορα βιβλία και περιοδικά θρησκευτικού περιεχομένου. Αρχίζει να ενθυμήται με πραγματικήν συντριβήν και συναίσθησιν την αμαρτωλότητά του και μανθάνει ούτω να προσεύχεται μετά κατανύξεως, γινόμενος εντός ολίγου διαπρύσιος κήρυξ της ευεργεσίας του αρίστου ιατρού, του πόνου ότι όντως είναι ο μονοδικός θεραπευτής της μακράν του Θεού αρρωστείας.
Αλλά ο πόνος δεν θεραπεύει μόνον τον μακράν του Θεού άνθρωπον, αλλά και ιατρός ψυχών υγιαινουσών είναι, νοσούντων μερικώς, ασθένειαν μη προς θάνατον, όπως είναι η κατά καιρούς αμέλεια, η κατάκρισις, η φιλαυτία, η δειλία, η αμφιβολία κ.λ.π.
Ο πόνος εξασκεί ακόμη την ενέργειάν του και επί των αγίων, ίνα δια της υπομονής των, πληθύνουν την εν ουρανοίς δίξαν των. Αλλά πολλάκις πάσχουν οι άγιοι και προς παραδειγματισμόν των άλλων ανθρώπων, όπως συνέβη εις τον πολύαθκον Ιώβ, την αγίαν Συγκλητικήν και τόσους άλλους αγίους.
Όταν έχωμεν ένα ωραίον έπιπλον και το αφήσωμεν ανεπιμέλητον δι’εν χρονικόν διάστημα, θα ίδωμεν ότι έχει επικαθήσει στρώμα σκόνης λεπτής, και ναι μεν δεν το έφθειρεν, εμείωσεν όμως την λάμψιν και την ωραιότητα. Ούτω γίνεται και εις την υγιαίνουσαν ψυχήν, όταν λείψουν αι κατά καιρούς θλίψεις, π.χ. η αμέλεια ολίγον κατ’ ολίγον χωρίς να το αισθανθή κανείς, αν δεν το προσέξη εγκαίρως, επικάθηται ως σκόνη εις το έπιπλον και χάνει η ψυχή τον πρώτον ζήλον της προς τον Θεόν. Εύχεται μεν, κάνει τα καθήκοντά της, αλλ’ όχι όπως πρέπει. Εάν όμως έλθη ο πόνος, εάν επισκεφτή η θλίψις, τότε ο αήρ φυσά και ανάπτει πάλιν η φλοξ, δηλαδή ο ζήλος δια την εκτέλεσιν των προς Θεόν καθηκόντων της.
Όπως συμβαίνει εις την αμέλειαν, ούτω και εις κάθε ασθένειαν της ψυχής. Ο πόνος είναι το θεϊκόν φάρμακον της νοσούσης ψυχής, που εφεύρεν η άπειρος σοφία του Θεού και το μεταχειρίζεται μετ’απολύτου κύρους και άνευ επιφυλάξεων, ίνα δια του τοιούτου δραστικού φαρμάκου συνερχόμενοι, γρηγορώμεν και νήφωμεν εις την εκτέλεσιν του αγίου Του θελήματος, λαμβάνοντες ούτω, ως βραβείον της ανυστάκτου ημών προσμονής εις αυτό, εν τω καιρώ της αποδόσεως, την είσοδον εις την αιώνιον τερπνότητα του Κυρίου, συγχαίροντες και αγαλλόμενοι μετά των απ’ αιώνων κεκλημένων εν αυτή, υμνούντες ακαταπαύστοις ευφροσύνοις ύμνοις, μετά της Κυρίας Θεοτόκου, των αγγέλων και πάντων των αγίων, το ευλογητόν όνομα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ω πρέπει δόξα, τιμή και κράτος εις τους ατελευτήτους αιώνας των αιώνων.
θλίψεων θα δυνηθώμεν να εισέλθωμεν εις την αιώνιον Αυτού βασιλείαν.
Εις την Παλαιάν Διαθήκην εις το βιβλίον της Εξόδου, μεταξύ των άλλων γεγονότων, εξιστορείται και το κατωτέρω χαρακτηριστικόν: «Όταν οι Ισραηλίται παρήκουσαν του Θεού εις την έρημον και ως κανόνα της παρακοής των εξαπέστειλεν εις αυτούς όφεις, οι οποίοι έδακνον αυτούς και απέθνησκον, τότε ο Θεός εισακούων την προσευχήν του Μωϋσέως, όστις ηύχετο εκτενώς υπέρ κοπάσεως ταύτης της οργής, διετάξα το αυτώ ποιήσαι χαλκούν όφιν και αναρτήσαι επί ξύλου και πας ο δακνόμενος υπό των όφεων και προσβλέπων επί τον χαλκούν όφιν, ευθύς ιατρεύετο» ( Αριθμοί 21,6 ).
Και ο Ιησούς μας εν τω ιερώ Ευαγγελίω παρομοιάζων την ύψωσιν του χαλκού όφεως με την ιδικήν Του ζωοποιόν ύψωσιν λέγει: «Και καθώς Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τον Υιόν του ανθρώπου» (Ιωάν. 3,14 ). Η αμαρτία λοιπόν, υπό την έννοιαν φαρμακερού όφεως, δάκνει τον άνθρωπον δηλητηριάζουσα δια μέσου της ενόχου και εμπαθούς ηδονής τον οργανισμόν της ταλαιπώρου ψυχής και επιφέρουσα τον θάνατόν της και τον χωρισμόν της από του Θεού.
Ο Χριστός μας όμως, ο νοητός χαλκούς όφις, αναρτηθείς εν τω ζωοποιώ ξύλω του τιμίου Σταυρού, δια μέσου των υψίστων ευαγγελικών αληθειών ιατρεύει τας δακνομένας από την ποικίλην αμαρτίαν ψυχάς, δίδων ζώσαν ελπίδα ζωής ακαταλήπτου. «Που σου, θάνατε, το κέντρον; Που σου, άδη, το νείκος;» Κατελύθησαν, ηφανίσθησαν, ηδράνησαν και ενεκρώθησαν τελείως αι δυνάμεις της απαισίου τυραννίας σου δια του θανάτου και της Αναστάσεως του σώζοντος τας ψυχάς ημών Ιησού, του Θεού ημών.
Δια μέσου της ηδονής και της ηδυπαθείας δηλητηριάζεται και σκοτίζεται η καρδία. Σκοτιζομένη δε πράττει τα έργα του σκότους, λυπούσα το Άγιον Πνεύμα, όπερ εδέξατο δια της αναγεννήσεως εν τη ιερά κολυμβήθρα. Αντιθέτως ο πόνος και η θλίψις εκτοπίζουν την ένοχον ηδυπάθειαν από την καρδίαν. Καθαριζομένη δε αύτη δια του πόνου, καθίσταται δεκτική του παρακλήτου Πνεύματος. Ελθών δε ο αγαθός Παράκλητος, παρηγορεί, ενθαρρύνει, φωτίζει και ως άλλος τροφεύς ζωογονεί ταύτην δια των θεϊκών διδασκαλιών και των αντιλήψεων της χαράς και της ελπίδος.
Ιδού λοιπόν ο νοητός χαλκούς όφις, ο Ιησούς, ιατρεύων δια του πόνου τας ψυχάς τας πασχούσας υπό των δηγμάτων της πολυμόρφου φαρμακεράς αμαρτίας. Άρα εκ των αδιασείστων της πείρας αληθειών, ο πόνος και η θλίψις είναι το ουσιωδέστερον φάρμακον της νοσούσης από την αμαρτίαν ψυχής, συγχρόνως και άριστος παιδαγωγός δια την πνευματικήν εξύψωσιν της ψυχής, που εν τη αμαρτία και τω ηθικώ σκότει ημαύρωσε το κάλλος της, αποκτώσα ούτω τας ηθικώς κακάς έξεις. Ο πόνος υπό την ποικίλην έννοιαν καθίσταται ο επιτήδειος καλλιεργητής, που από αγριελαίαν την αμαρτωλήν ψυχήν μετακεντρίζει εις καλλιελαίαν.
Η αμαρτία σκληρύνει την καρδίαν του αμαρτωλού, τον καθιστά ανάλγητον, τίποτε δεν τον συγκινεί, διότι λείπει ο Θεός, ο πονών και συμπαθών τους ανθρώπους. Ο φιλάνθρωπος όμως Θεός, «ελθών ζητήσαι και σώσαι το απολωλός» τι εργάζεται; Καταστρώνει το σχέδιον της σωτηρίας της απομεμακρυσμένης ψυχής δια μέσου του πόνου, ιδίως δια της ασθενείας. Και εκεί όπου βλέπεις π.χ. τον ακμαίον νέον να φυσιούται επί ρώμη και να συμπεριφέρεται αγερώχως, χωρίς να ενθυμήται ψυχήν και Θεόν, εξαίφνης κατακλίνεται επί κραββάτου οδύνης.
Τότε ως εμπειρότατος και δεξιοτέχνης ιατρός ο πόνος αρχίζει την χειρουργικήν επέμβασιν. Πρώτον ομαλύνει την καρδίαν αποβάλλων ολίγον κατ’ ολίγον την τραχύτητα και ούτω μαλακώνει την ψυχήν. Ο πρώην σκληρός εις την καρδίαν, γίνεται απαλός, ήμερος εις τα συναισθήματα. Συμπονεί τους συναρρώστους του, ομιλεί μετά συμπαθείας ο άλλοτε ασυμπαθής. Και αφού δια τοιούτων και διαφόρων άλλων συναισθημάτων γενωμένων εκ της παιδαγωγικής ράβδου του πόνου, καταστρωθή το έδαφος της καρδίας, τότε ανοίγονται και τα ώτα της πρώην κωφευούσης ψυχής και δέχεται και συγκρατεί και ακούει μετά προσοχής τον λόγον της αληθείας, το ευαγγέλιον της σωτηρίας.
Τότε ο αδιάφορος προηγουμένως εις τον Θεόν και την ψυχήν του, γίνεται ζηλωτής εις το να αναγινώσκη διάφορα βιβλία και περιοδικά θρησκευτικού περιεχομένου. Αρχίζει να ενθυμήται με πραγματικήν συντριβήν και συναίσθησιν την αμαρτωλότητά του και μανθάνει ούτω να προσεύχεται μετά κατανύξεως, γινόμενος εντός ολίγου διαπρύσιος κήρυξ της ευεργεσίας του αρίστου ιατρού, του πόνου ότι όντως είναι ο μονοδικός θεραπευτής της μακράν του Θεού αρρωστείας.
Αλλά ο πόνος δεν θεραπεύει μόνον τον μακράν του Θεού άνθρωπον, αλλά και ιατρός ψυχών υγιαινουσών είναι, νοσούντων μερικώς, ασθένειαν μη προς θάνατον, όπως είναι η κατά καιρούς αμέλεια, η κατάκρισις, η φιλαυτία, η δειλία, η αμφιβολία κ.λ.π.
Ο πόνος εξασκεί ακόμη την ενέργειάν του και επί των αγίων, ίνα δια της υπομονής των, πληθύνουν την εν ουρανοίς δίξαν των. Αλλά πολλάκις πάσχουν οι άγιοι και προς παραδειγματισμόν των άλλων ανθρώπων, όπως συνέβη εις τον πολύαθκον Ιώβ, την αγίαν Συγκλητικήν και τόσους άλλους αγίους.
Όταν έχωμεν ένα ωραίον έπιπλον και το αφήσωμεν ανεπιμέλητον δι’εν χρονικόν διάστημα, θα ίδωμεν ότι έχει επικαθήσει στρώμα σκόνης λεπτής, και ναι μεν δεν το έφθειρεν, εμείωσεν όμως την λάμψιν και την ωραιότητα. Ούτω γίνεται και εις την υγιαίνουσαν ψυχήν, όταν λείψουν αι κατά καιρούς θλίψεις, π.χ. η αμέλεια ολίγον κατ’ ολίγον χωρίς να το αισθανθή κανείς, αν δεν το προσέξη εγκαίρως, επικάθηται ως σκόνη εις το έπιπλον και χάνει η ψυχή τον πρώτον ζήλον της προς τον Θεόν. Εύχεται μεν, κάνει τα καθήκοντά της, αλλ’ όχι όπως πρέπει. Εάν όμως έλθη ο πόνος, εάν επισκεφτή η θλίψις, τότε ο αήρ φυσά και ανάπτει πάλιν η φλοξ, δηλαδή ο ζήλος δια την εκτέλεσιν των προς Θεόν καθηκόντων της.
Όπως συμβαίνει εις την αμέλειαν, ούτω και εις κάθε ασθένειαν της ψυχής. Ο πόνος είναι το θεϊκόν φάρμακον της νοσούσης ψυχής, που εφεύρεν η άπειρος σοφία του Θεού και το μεταχειρίζεται μετ’απολύτου κύρους και άνευ επιφυλάξεων, ίνα δια του τοιούτου δραστικού φαρμάκου συνερχόμενοι, γρηγορώμεν και νήφωμεν εις την εκτέλεσιν του αγίου Του θελήματος, λαμβάνοντες ούτω, ως βραβείον της ανυστάκτου ημών προσμονής εις αυτό, εν τω καιρώ της αποδόσεως, την είσοδον εις την αιώνιον τερπνότητα του Κυρίου, συγχαίροντες και αγαλλόμενοι μετά των απ’ αιώνων κεκλημένων εν αυτή, υμνούντες ακαταπαύστοις ευφροσύνοις ύμνοις, μετά της Κυρίας Θεοτόκου, των αγγέλων και πάντων των αγίων, το ευλογητόν όνομα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ω πρέπει δόξα, τιμή και κράτος εις τους ατελευτήτους αιώνας των αιώνων.
3) Επιστολή
Ο Θεός παιδεύει και πάλιν ιάται, ανεβάζει και κατεβάζει. Εις το θέλημα του Κυρίου τις δύναται αντιστήναι; Εάν θέλει ο Θεός να πάσχωμεν, άρα έχει κάποιον σωτήριον σκοπόν, τον οποίον ημείς οι γήϊνοι δεν δυνάμεθα προορατικώς να τον προϊδωμεν, ενώ η υπομονή και η μακροθυμία και το ταπεινόν της παραδοχής του πειρασμού, πάντοτε, ναι, πάντοτε, θα φέρη κατόπιν βεβαίαν ωφέλειαν.
Βάσταζε, παιδί μου, τον σταυρόν σου και γνώριζε ότι εις όσα πάσχομεν είναι γνώστης ο Θεός και ως Πατήρ γνήσιος προσπαθεί με κάθε τρόπον να μας μορφώση εντός μας, τον Ιησούν Χριστόν. Θέλει να πάσχωμεν, διότι οίδεν, τι έχει ετοιμάσει δια τα πάσχοντα παιδιά Του εις τους ουρανούς. Εάν όμως δεν στείλη εις αυτά θλίψεις, θα αδικηθούν, διότι θα υστερηθούν τα ανεκλάλητα αγαθά του ουρανού. Όσον περισσότερον πάσχομεν, τόσον πιο ωραίος στέφανος της δόξης πλέκεται!
Mη πιστεύης ποτέ ότι έχεις δαιμόνιον, μη σε πλανέση ποτέ κανένας τέτοιος λογισμός. Εις πολλούς μοναχούς συμβαίνουν τοιαύτα, όταν αρρωστήσουν, ούτως ο Θεός τα έκανε. Όταν ασθενή το σώμα, να ακολουθή σύμφωνα και η ψυχή, και όταν η ψυχή πάσχη και το σώμα να μαραίνεται και να σκυθρωπάζη. Σε εφθόνησεν ο πειρασμός, παιδί μου, αλλά ας κάμνωμεν υπομονήν, δια να σκάση αυτός και να δοξασθή ο Θεός. Θα παρέλθουν όλα και ο χειμών ομοίως και θα ανατείλη και πάλιν η γλυκεία άνοιξις της υγείας και θα χαίρεσαι και θα λέγης: «Μακάριον, ότι εταπείνωσάς με, όπως αν μάθω τα δικαιώματά σου».
Ποίος δεν πονεί, όταν εγχειρίζεται και ποίος δεν πονεί, όταν υποχωρήση η χάρις του Θεού και βρίθουν μύριοι λογισμοί διεστραμμένοι; Ούτως ωκονόμησεν η θεία Σοφία, να κατεργάζεται την διόρθωσιν της ψυχής. Όπως οι καιροί της φύσεως, δηλαδή ο Χειμώνας, η Άνοιξις, το Καλοκαίρι, το Φθινόπωρον, ο ένας διαδέχεται τον άλλον, ούτω πως και οι καιροί οι πνευματικοί, φεύγει ο ένας, έρχεται ο άλλος και ούτω συνηθίζει η ψυχή εις όλας τας πνευματικάς αλλοιώσεις και γίνεται σοφή και έμπειρος.
Και αυτή η πείρα είναι χάρις, η οποία βαστάζει την ψυχήν εν καιρώ των φοβερών αλλοιώσεων, ώστε να σοφίζεται εκ των προηγουμένων πειρασμών ότι μόνον η υπομονή και η μακροθυμία παρέχουν κατάστασιν ειρηνικήν και σκέψεις ωφελίμους, οπότε εξερχόμεθα εκ των πειρασμών με ωφέλειαν και γινόμεθα περισσότερον σοφοί και έμπειροι.
4) Επιστολή
Παιδί μου, αν και πολλά της ασθενείας σου είναι από παρακοήν, εν τούτοις όμως διαφαίνεται εν σοι η αγάπη του Θεού. Πολύ σε αγαπά ο Θεός, δια τούτο και σε παιδεύει. Την πολύτιμον σωτηρίαν σου κατεργάζεται ο Θεός δια μέσου των δοκιμασιών σου, θέλοντας να σου ελαφρύνη το φορτίον και να γεμίση το σκεύος της ψυχής σου με το δώρον της μεγάλης ελπίδος, δια την κατάκτησιν του ουρανού και την αιώνιόν σου παραμονήν πλησίον του Χριστού, που αγάπησες φλογερά!
Λοιπόν τι μένει πλέον; Υπομονή εις το έπακρον, θάρρος εις την δοκιμασίαν σου και μία απέραντος ευχαριστία εις τον άριστον Κυβερνήτην των ψυχών μας, την οποίαν ευχαριστίαν θα συνοδεύη και μία χαριτωμένη ταπείνωσις. Βάδιζε, παιδί μου, τον ανηφορικόν δρόμον του ιερού Γολγοθά με τον Σταυρόν, που σου έδωσε το ευεργετικώτατον χέρι Εκείνου, που σε αγαπά και σε παιδεύει, δια να μεταλάβης της αγιότητος Αυτού. Βάρος αιωνίου δόξης κατεργάζεται η θλίψις και η ασθένεια εις την ψυχήν, η οποία υπομένει και ευχαριστεί τον Θεόν.
Από το βιβλίο ΠΑΤΡΙΚΑΙ ΝΟΥΘΕΣΙΑΙ του Γέροντος Εφραίμ
Ψηφιοποίηση κειμένου Κώστας Αργυρακόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.