Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2010

π. Σάββας Αγιορείτης. Τί είναι η πνευματική ζωή; - Μέρος ζ' «Μετάνοια -Ἐξομολόγηση»

π. Σάββας Αγιορείτης
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ

Ἡ θεραπεία τοῦ ἀσθενοῦς πνευματικά ἀνθρώπου ἀρχίζει μέ τήν μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση. Ὁ Γέροντας τόνιζε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀπαλλάσσεται ἀπό τό κακό μέ τήν βίωση τοῦ φιλανθρωποτάτου μυστηρίου τῆς μετανοίας. Ἔλεγε: «Δέν ὑπάρχει ἀνώτερο πράγμα ἀπ' αὐτό πού λέγεται μετάνοια καί ἐξομολόγηση. Αὐτό τό μυστήριο εἶναι ἡ προσφορά τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Μ' αὐτό τόν τέλειο τρόπο ἀπαλλάσσεται ὁ ἄνθρωπος ἀπ' τό κακό. Πηγαίνομε, ἐξομολογούμαστστε, αἰσθανόμαστε τή συνδιαλλαγή μετά τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται ἡ χαρά μέσα μας, φεύγει ἡ ἐνοχή. Στήν Ὀρθοδοξία δέν ὑπάρχει ἀδιέξοδο, γιατί ὑπάρχει ὁ ἐξομολόγος, πού ἔχει τήν χάρι νά συγχωρεῖ. Μεγάλο πράγμα ὁ πνευματικός! Ἐγώ ἀπό μικρός τό εἶχα- καί τώρα ἀκόμη. Ὅταν συνέβαινε νά ἁμαρτήσω, τό ἐξομολογιόμουνα καί μοῦ ἔφευγαν ὅλα. Πετοῦσα ἀπό τή χαρά μου. Εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀδύνατος· καταφεύγω στήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, σώζομαι, γαληνεύω, τά ξεχνάω ὅλα. Κάθε μέρα σκέπτομαι ὅτι ἁμαρτάνω, ἀλλά ἐπιθυμῶ ὅ,τι μοῦ συμβαίνει νά τό κάνω προσευχή καί νά μήν τό κλείνω μέσα μου»[1]. Χωρίς μετάνοια, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά εὐαρεστήσει στόν Θεό.

Ἔλεγε ὁ Γέροντας ὅτι ὁ Χριστός δέν θέλει «χοντρές» ψυχές κοντά Του δηλ. (χωρίς ἀγάπη πρός Αὐτόν καί πρός τόν συνανθρωπο). Ἡ μετάνοια ἡ ἀληθινή εἶναι αὐτή πού λεπταίνει τήν ψυχή καί τήν ἁγιάζει. Ἐπισήμαινε, ὅτι ἄν ἁμαρτήσει ὁ ἄνθρωπος, «ἄν στραπατσαρισθεῖ ἡ ψυχή καί γίνει ἀνάξια τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, διακόπτει ὁ Χριστός τίς σχέσεις, διότι ὁ Χριστός «χοντρές» ψυχές δέν θέλει κοντά Του. Ἡ ψυχή  (ἔλεγε) πρέπει νά συνέλθει πάλι, γιά νά γίνει ἄξια τοῦ Χριστοῦ, νά μετανοήσει «ἕως ἑβδομηκοντάκις ἑπτά» (Ματθ. 18,22). Ἡ μετάνοια ἡ ἀληθινή θά
φέρει τόν ἁγιασμό. Ὄχι νά λέεις, «πᾶνε τά χρόνια μου χαμένα, δέν εἶμαι ἄξιος» κ.λ.π., ἀλλά μπορεῖς νά λέεις, «θυμᾶμαι κι ἐγώ τίς μέρες τίς ἀργές, πού δέν ζοῦσα κοντά στόν Θεό...»[2].


Μέ τήν ἐξομολόγηση, δίδασκε, γίνεται ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη, ἡ ἀπονέκρωση.  

Σύμφωνα μέ ὅλους τούς Ἁγίους Πατέρες, ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη γίνεται ὄχι μέ τήν ἀνθρώπινη προσπάθεια καί σπουδή μόνο, ἀλλά κυρίως μέ τήν μυστηριακή ζωή καί μάλιστα μέ τήν ἀδιάλειπτη μετάνοια- ἐξομολόγηση. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς προέτρεπε τούς ἀνθρώπους: «Καί ἄν ἠμπορεῖτε νά ἐξομολογᾶσθε κάθε ἡμέραν, καλόν καί ἅγιον εἶναι. Εἰδέ καί δέν
ἠμπορεῖτε καθ' ἡμέραν, ἄς εἶναι μία φορά τήν ἑβδομάδα καί μία φορά τόν μῆνα ἤ τό ὀλιγώτερον τέσσαρες φορές τόν χρόνον»[3]. Ἔλεγε καί ὁ π. Πορφύριος σχετικά μέ τό τί ἐπιτελεῖται στήν ἐξομολόγηση: «Δεύτερο βάπτισμα εἶναι ἡ ἐξομολόγηση, μέ τήν ὁποία γίνεται ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη, ἡ ἀπονέκρωση. Ἔτσι ἔρχεται ἡ θεία χάρις μέσῳ τῶν μυστηρίων»[4].

Δέν πρέπει, διδασκε, νά ξαναθυμόμαστε τίς ἁμαρτίες πού ἐξομολογηθήκαμε.  
Μέ τήν ἐξομολόγηση συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες. Ὅταν κανείς ἐξομολογηθεῖ σωστά μέ εἰλικρίνεια, χωρίς νά κρύψει τίποτε, εἶναι περισσότερο ἀπό βέβαιο, ὅτι πῆρε τήν ἄφεση ἀπό τόν Θεό. Ἄν ἀφήσει τόν πονηρό νά τόν ταράσσει μέ τήν σκέψη: «ἄραγε συγχωρήθηκα;» καί ξαναθυμᾶται τίς ἐξομολογημένες ἁμαρτίες του, σάν νά μήν εἶναι ἀκόμη συγχωρημένες, τότε αὐτό εἶναι ἀπιστία στό μυστήριο. Εἶναι παγίδα τοῦ πονηροῦ, γιά νά μᾶς κρατεῖ σέ ταραχή καί νά μᾶς ρίξει στήν ἀκηδία καί τήν ἀπελπισία. 
Γιαυτό ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ἄς μή γυρίζουμε πίσω στίς ἁμαρτίες πού ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ. Ἡ ἀνάμνηση τῶν ἁμαρτιῶν κάνει κακό. Ζητήσατε συγνώμη; Τελείωσε. Ὁ Θεός ὅλα τά συγχωρεῖ μέ τήν ἐξομολόγηση. Δέν πρέπει νά γυρίζουμε πίσω καί νά κλεινόμαστε σέ ἀπελπισία. Νά εἴμαστε δοῦλοι ταπεινοί μπροστά στόν Θεό. Νά αἰσθανόμαστε χαρά καί εὐγνωμοσύνη γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Δέν εἶναι ὑγιές νά λυπᾶται κανείς ὑπερβολικά γιά τίς ἀμαρτίες του καί νά ἐπαναστατεῖ ἐναντίον τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ του φτάνοντας μέχρι τήν ἀπελπισία. Ἡ ἀπελπισία καί ἡ ἀπογοήτευση εἶναι τό χειρότερο πράγμα. Εἶναι παγίδα τοῦ σατανᾶ, γιά νά κάνει τόν ἄνθρωπο νά χάσει τήν προθυμία του στά πνευματικά καί νά τόν φέρει σέ ἀπελπισία, σέ ἀδράνεια καί ἀκηδία»[5].

Ὁ Γέροντας βίωνε τήν μετάνοια χωρίς ντροπή. Προσέτρεχε μέ θάρρος, ἔπειτα ἀπό κάθε πτώση του στόν Χριστό διότι τόν ἔνιωθε σάν φίλο του. Τό τόνιζε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ φίλος μας. Ἡ ἁμαρτία δέν πρέπει νά μᾶς χωρίζει ἀπ' Αὐτόν. Ἀντίθετα θά πρέπει νά προστρέχουμε μέ παρρησία, μέ οἰκειότητα, μέ ἐμπιστοσύνη.   
Ἔλεγε: «Τόν Χριστό νά Τόν αἰσθανόμαστε φίλο μας. Εἶναι ὁ φίλος μας. Τό βεβαιώνει ὁ ἴδιος, ὅταν λέει: «Ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ...» (Ἰωάν. 15, 14). Σάν φίλο νά Τόν ἀτενίζομε καί νά Τόν πλησιάζομε. Πέφτομε; Ἁμαρτάνομε; Μέ οἰκειότητα, ἀγάπη κι ἐμπιστοσύνη νά τρέχομε κοντά Του· ὄχι μέ φόβο ὅτι θά μᾶς τιμωρήσει ἀλλά μέ θάρρος, πού θά μᾶς τό δίδει ἡ αἴσθηση τοῦ φίλου. Νά Τοῦ ποῦμε: «Κύριε, τό ἔκανα, ἔπεσα, συγχώρεσέ με». Ἀλλά συγχρόνως νά αἰσθανόμαστε ὅτι μᾶς ἀγαπάει, ὅτι μᾶς δέχεται τρυφερά, μέ ἀγάπη καί μᾶς συγχωρεῖ. Νά μή μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Χριστό ἡ ἁμαρτία. Ὅταν πιστεύομε πώς μᾶς ἀγαπάει καί Τόν ἀγαπᾶμε, δέν αἰσθανόμαστε ξένοι καί χωρισμένοι ἀπ' Αὐτόν, οὔτε ὅταν ἁμαρτάνομε. Ἔχομε ἐξασφαλίσει τήν ἀγάπη Του κι ὅπως καί νά φερθοῦμε, ξέρομε ὅτι μᾶς ἀγαπάει. Ἄν ἀγαπᾶμε τόν Χριστό πραγματικά, δέν ὑπάρχει φόβος νά χάσομε τό σεβασμό μας σ' Ἐκεῖνον. Ἐδῶ ἰσχύει Ἐκεῖνο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλίψις ἤ στενοχωρία...πέπεισμαι γάρ ὅτι οὔτε θάνατος, οὔτε ζωή...οὔτε ὕψωμα, οὔτε βάθος...δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. 8, 35· 38-39). Εἶναι μία σχέση ἀνώτερη, μοναδική, ἡ σχέση τῆς ψυχῆς μέ τό Θεό, πού δέν τή διασπᾶ τίποτα καί δέν τή φοβίζει, οὔτε τήν κλονίζει τίποτα». Θυμίζουν αὐτά τά λόγια τοῦ Γέροντα, ἐκεῖνα τά λόγια τοῦ μεγάλου Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού τά βάζει στό στόμα τοῦ Χριστοῦ. Λέγει ὁ Κύριος ἀπευθυνόμενος πρὸς ἡμᾶς διά τοῦ Χρυσορρήμονος: «Ἐγὼ πατὴρ͵ ἐγὼ ἀδελφὸς͵ ἐγὼ νυμφίος͵ ἐγὼ οἰκία͵ ἐγὼ τροφὴ͵ ἐγὼ ἱμάτιον͵ ἐγὼ ῥίζα͵ ἐγὼ θεμέλιος͵ πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ· μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς. Ἐγὼ καὶ δουλεύσω· ἦλθον γὰρ διακονῆσαι͵ οὐ διακονηθῆναι. Ἐγὼ καὶ φίλος͵ καὶ μέλος͵ καὶ κεφαλὴ͵ καὶ ἀδελφὸς͵ καὶ ἀδελφὴ͵ καὶ μήτηρ͵ πάντα ἐγώ· μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σέ· καὶ ἀλήτης διὰ σέ· ἐπὶ σταυροῦ διὰ σὲ͵ ἐπὶ τάφου διὰ σέ· ἄνω ὑπὲρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρὶ͵ κάτω ὑπὲρ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σὺ͵ καὶ ἀδελφὸς͵ καὶ συγκληρονόμος͵ καὶ φίλος͵ καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις; τί τὸν φιλοῦντα ἀποστρέφῃ; τί τῷ κόσμῳ κάμνεις; τί εἰς πίθον ἀντλεῖς τετρημένον;»[6]. Ὑπάρχει Κάποιος, πού ἔχει πεθάνει γιά μᾶς, πού μᾶς ἀγαπάει ἄπειρα. Αὐτός ὁ Κάποιος, δέν εἶναι οὔτε ὁ πατέρας μας, οὔτε ἡ μητέρα μας, οὔτε ὁ ἀδελφός μας, οὔτε ἡ ἀδελφή μας, οὔτε κάποιος ἄλλος συγγενής ἤ φίλος μας, ἀλλά ὁ Εἶς τῆς Τριάδος. Πῶς λοιπόν δικαιολογεῖται νά ντρεπόμασθε νά πᾶμε κοντά Του; Πῶς νά μήν τόν βλέπομε σάν τόν κατ' ἐξοχήν Φίλο μας. «Εἴμαστε τό Πᾶν γι' Αὐτόν». Τί ἄλλη μεγαλύτερη παρηγοριά μποροῦμε νά ποθήσουμε γιά τόν ἑαυτό μας; Πῶς μποροῦμε νά νιώθουμε μόνοι, «πεταμένοι μέσα στό κρύο, ἀφιλόξενο καί ἀπρόσωπο σύμπαν», μελαγχολικοί, ἐγκαταλελειμμένοι, ὀρφανοί, χωρίς πατέρα;  

Ὁ Γέροντας ζοῦσε αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτό καί διακήρυσσε: «Ἔτσι πρέπει νά βλέπουμε τό Χριστό. Εἶναι φίλος μας, εἶναι ἀδελφός μας, εἶναι ὅ,τι καλό καί ὡραῖο. Εἶναι τό πᾶν. Εἶναι φίλος καί τό φωνάζει: ‘’Σᾶς ἔχω φίλους, βρέ, δέν τό καταλαβαίνετε; Εἴμαστε ἀδέλφια. Ἐγώ, βρέ, δέ βαστάω τήν κόλαση στό χέρι, δέ σᾶς φοβερίζω, σᾶς ἀγαπάω.  
Σᾶς θέλω νά χαίρεστε μαζί μου τή ζωή’’. Ἔτσι εἶναι ὁ Χριστός. Δέν εἶναι κατήφεια, οὔτε μελαγχολία, οὔτε ἐνδοστρέφεια. Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν. Εἶναι ἡ χαρά, εἶναι τό φῶς το ἀληθινό, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά πετάει, νά βλέπει ὅλα, νά βλέπει ὅλους, νά πονάει γιά ὅλους, νά θέλει ὅλους μαζί Του, ὅλους κοντά Του. Ἀγαπήσατε τόν Χριστό καί μηδέν προτιμῆστε τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ»[7].

Ἡ γενική ἐξομολόγηση, δίδασκε ὁ Γέροντας, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο ὄχι μόνο ἀπό τίς βλάβες τῶν προσωπικῶν του ἁμαρτιῶν ἀλλά καί ἀπό τά ποικίλα ψυχολογικά τραύματα καθώς καί ἀπό τά βιώματα τῶν προγόνων του. Αὐτή ἡ σπουδαία λειτουργία τοῦ Μυστηρίου τῆς ἐξομολόγησης δηλ. ἡ θεραπεία τῶν ψυχολογικῶν τραυμάτων τοῦ ἀνθρώπου, μᾶς ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν Γέροντα. Μαζί μέ τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του, ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει τήν ἴαση ἀπό τίς πληγές, πού τοῦ προξένησε ὁ πονηρός, ὁ κόσμος καί ἡ δική του ἀμέλεια καί ραθυμία. Ὑπάρχουν καταστάσεις, πού ζεῖ ὁ ἄνθρωπος ἤ «συμπεριφορές» στίς ὁποῖες ὑποδουλώνεται καί οἱ ὁποῖες ὁφείλονται σέ τραύματα τῆς ἐμβρυϊκῆς ἤ παιδικῆς του ἡλικίας. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πού «ἀκτινοβολεῖται» ἀπό τόν πνευματικό, στήν διάρκεια μιᾶς Γενικῆς Ἐξομολόγησης, ἐπουλώνει αὐτές τίς ἀνοιχτές αἱμορροοῦσες πληγές. Δίδασκε ὁ σοφός Γέροντας:  
«Δέν εὐθύνεται μονάχα ὁ ἄνθρωπος γιά τά παραπτώματά του. Τά λάθη, οἱ ἁμαρτίες καί τά πάθη δέν εἶναι μόνο προσωπικά βιώματα τοῦ ἐξομολογούμενου. Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει πάρει μέσα του καί τά βιώματα τῶν γονέων του καί εἰδικά τῆς μητέρας, δηλαδή τό πῶς ζοῦσε ἡ μητέρα, ὅταν τόν κυοφοροῦσε... Δημιουργεῖται μιά κατάσταση στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἐξαιτίας τῶν γονέων του, πού τήν παίρνει μαζί του σ΄ὅλη του τή ζωή, ἀφήνει ἴχνη μέσα του καί πολλά πράγματα πού συμβαίνουν στή ζωή του εἶναι ἀπόρροια τῆς καταστάσεως αὐτῆς. Τά φερσίματά του ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τήν κατάσταση τῶν γονέων του. Μεγαλώνει, μορφώνεται, ἀλλά δέν διορθώνεται. Ἐδῶ βρίσκεται μεγάλο μέρος ἀπό τήν εὐθύνη γιά τήν πνευματική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου.Ὑπάρχει, ὅμως, ἕνα μυστικό. Ὑπάρχει κάποιος τρόπος ν΄ἀπαλλαγεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπ΄αὐτό τό κακό. Ὁ τρόπος αὐτός εἶναι ἡ γενική ἐξομολόγηση, ἡ ὁποία γίνεται μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ, δηλαδή, νά σοῦ πεῖ ὁ πνευματικός:- Πῶς θά ἤθελα νά ἤμασταν σ΄ἕνα ἥσυχο μέρος, νά μήν εἶχα ἀσχολίες καί νά μοῦ ἔλεγες τή ζωή σου ἀπ΄τήν ἀρχή, ἀπό τότε πού αἰσθάνθηκες τόν ἑαυτό σου, ὅλα τά γεγονότα πού θυμᾶσαι καί ποιά ἦταν ἡ ἀντιμετώπισή τους ἀπό σένα, ὄχι μόνο τά δυσάρεστα ἀλλά καί τά εὐχάριστα, ὄχι μόνο τίς ἁμαρτίες ἀλλά καί τά καλά. Καί τίς ἐπιτυχίες καί τίς ἀποτυχίες. Ὅλα. Ὅλα ὅσα ἀπαρτίζουν τή ζωή σου.Πολλές φορές ἔχω μεταχειριστεῖ αὐτή τήν γενική ἐξομολόγηση καί εἶδα θαύματα πάνω σ΄αὐτό. Τήν ὥρα πού τά λές στόν ἐξομολόγο, ἔρχεται ἠ θεία χάρις καί σέ ἀπαλλάσει ἀπ΄ὅλα τά ἄσχημα βιώματα καί τίς πληγές καί τά ψυχικά τραύματα καί τίς ἐνοχές, διότι, τήν ὥρα πού τά λές, ὀ ἐξομολόγος εὔχεται θερμά στόν Κύριο γιά τήν ἀπαλλαγή σου»[8].

«Ἡ θεία ψυχανάλυση», ὅπως ἀποκαλοῦσε ὁ Γέροντας, τήν ἀνωτέρω διαδικασία τῆς Γενικῆς ἐξομολόγησης, εἶναι αὐτή πού ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή ψυχοθεραπεία. Ἐξωτερικά ἡ Γενική Ἐξομολόγηση, ὅπως τήν περιγράφει ὁ Γέροντας, μοιάζει μέ τήν ψυχανάλυση. Στήν πραγματικότητα εἶναι κάτι πάρα πολύ ἀνώτερο καί ἀποτελεσματικότερο. Στήν «κοσμική ψυχανάλυση» γίνεται μία ἀναμόχλευση τοῦ συνειδητοῦ καί τοῦ ἀσυνειδήτου τοῦ ἀνθρώπου, χωρίς ὅμως δυνατότητα θεραπείας. Αὐτό συμβαίνει διότι ἡ ψυχή δέν θεραπεύεται, παρά διά τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ (τῆς Θείας Χάρης). Ἴσως μάλιστα διά τῆς «κοσμικῆς ψυχανάλυσης» γίνεται καί ζημία, ἀφοῦ ὅταν κανείς ἀνακατεύει τόν βοῦρκο, θολώνει ὅλο τό νερό καί προκαλεῖ ἀνάδοση δυσωδῶν ἀναθυμιάσεων.

Ἡ Γενική Ἐξομολόγηση, ὅμως ἐπειδή διοχετεύει τήν θεραπευτική χάρη, στό συνειδητό καί τό ἀσυνείδητο τοῦ ἀνθρώπου, ἐνεργεῖ σάν μία «θεία ψυχανάλυση καί ψυχοθεραπεία ἀληθινή». Νά τί διηγεῖται ὁ Γέροντας: «Εἶχε ἔλθει σ΄ἐμένα πρό καιροῦ μία κυρία, πού ἔκανε αυτοῦ τοῦ εἴδους τήν ἐξομολόγηση καί βρῆκε μεγάλη ὠφέλεια. Βελτιώθηκε ἡ ψυχολογική της κατάσταση, διότι τήνε βασάνιζε κάτι. Ἔστειλε, λοιπόν, αὐτή μία φίλη της καί πήγαμε ἔξω στό βράχο, στά Καλλίσια. Καθίσαμε καί ἄρχισε κι ἐκείνη νά μοῦ μιλάει. Τῆς λέω:- Νά μοῦ πεῖς ὅ,τι αἰσθάνεσαι. Ἄν σέ ρωτήσω ἐγώ γιά κάτι, νά μοῦ πεῖς. Ἄν δέν σέ ρωτήσω, νά συνεχίσεις νά τά λέεις, ὅπως τά αἰσθάνεσαι. Ὅλ΄ αὐτά πού μοῦ ἔλεγε, τά παρακολουθοῦσα ὄχι ἁπλῶς μέ προσοχή, ἀλλά “ἔβλεπα” μέσα στόν ψυχικό της κόσμο τήν ἐπίδραση τῆς προσευχῆς. Τήν παρακολουθοῦσα μέσα στήν ψυχή της κι “ἔβλεπα” ὅτι πήγαινε χάρις μέσα της, ὅπως τήνε κοίταζα ἐγώ. Διότι στόν πνευματικό ὑπάρχει χάρις καί στόν παπά ὑπάρχει χάρις. Τό καταλαβαίνετε; Δηλαδή, ἐνῶ ἐξομολογεῖται ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἱερέας προσεύχεται γι΄αὐτόν. Συγχρόνως ἔρχεται ἡ χάρις καί τόν ἐλευθερώνει ἀπ΄τά ψυχικά τραύματα, πού γιά χρόνια τόν βασανίζουν, χωρίς νά γνωρίζει τήν αἰτία τους. Ὤ, αὐτά τά πιστεύω πολύ! Στόν ἐξομολόγο μπορεῖς νά μιλήσεις ὅπως αἰσθάνεσαι, ἀλλά δέν εἶναι αὐτό τόσο σημαντικό, ὅσο εἶναι τό ὅτι κοιτάζει μέσα στήν ψυχή σου προσευχόμενος ὁ παπάς καί βλέπει πῶς εἶσαι καί σοῦ μεταδίδει τήν χάρι τοῦ Θεοῦ. Ἔχει ἀποδειχθεῖ ὅτι αὐτό τό κοίταγμα εἶναι πνευματικές “ἀκτίνες” πού σέ ξαλαφρώνουν καί σέ θεραπεύουν, μή νομίσετε ὅτι εἶναι ἀκτίνες φυσικές. Εἶναι ἀλήθεια αὐτά τά πράγματα. Καί μέ τόν Χριστό τί ἔγινε; Ἔπιασε τό χέρι τῆς αἱμορροούσης καί εἶπε: “Ἐγώ γάρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ΄ἐμοῦ”. Θά πεῖς: “Ναί, μά ἦταν Θεός”. Ὁ Χριστός βέβαια ἦταν Θεός, ἀλλά μήπως καί οἱ Ἀπόστολοι δεν κάνανε τό ἴδιο; Ὅλοι οἱ πνευματικοί, οἱ ἐξομολόγοι, ἔχουν αὐτήν τήν χάρι κι ὅταν εὔχονται, τήν ἐκπέμπουν ὡς ἀγωγοί. Για παράδειγμα, θέλουμε ν΄ἀνάψουμε ἐδῶ πέρα μιά θερμάστρα καί βάζουμε ἕνα καλώδιο, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κάνει ἐπαφή, διότι τό καλώδιο δέν εἶναι στήν πρίζα. Ἄν, ὅμως, τό καλώδιο μπεῖ στήν πρίζα, μόλις κάνει τήν ἐπαφή, ἔρχεται τό ρεῦμα μέσω αὐτοῦ τοῦ ἀγωγοῦ. Εἶναι πνευματικά πράγματα τῆς θρησκείας μας αὐτά. Μπορεῖ νά λέμε γιά καλώδιο, ἀλλά στήν πραγματικότητα αὐτή εἶναι “ἡ θεία ψυχανάλυση”»[9].



3)ΜΥΣΤΙΚΗ ΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ: ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
 
Είχαμε αναφέρει ακόμη μία φράσι: μυστική βίωσις, μυστική ένωσις με τον Χριστόν. Τι σημαίνει μυστική ενωσις;
Έχετε προσέξει, καμιά φορά, τα μικρά παιδάκια, τα αθώα, τα ανέγγιχτα παιδάκια, όταν βάλης κάτι μπροστά τους που τους αρέσει, πώς ανοίγουν αμέσως τα μάτια τους σαν τον γαλάζιο ουρανό, πώς ανοίγουν τα χέρια τους και χτυπούν παλαμάκια και πηδούν από την χαρά τους; Έτσι θα κάνετε και σεις, όταν νοιώσετε την γλύκα που έχει η μυστική ένωσις με τον Χριστόν, όταν νοιώσετε πόσο εύκολο είναι, αλλά και πόσο αληθινό, μυστικά να ενώνεσαι με τον Θεόν. Όταν το δοκιμάσετε, θα με θυμηθήτε. Θα πλημμυρίση η καρδιά σας από αισθήματα χαράς και θα φωνάξετε και σεις μαζί με τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο: «Είπατέ μοι, ω μάταιοι, ει επίστασθε τούτον! Τις τον Χριστόν κτησάμενος ετέρου πλέον χρήζει τινός άρα των αγαθών του παρόντος αιώνος;»(12) Πέστε μου, μάταιοι άνθρωποι, που ζήτε μέσα στην ψευτιά, εάν ξέρετε έναν που έβαλε μέσα στην καρδιά του τον Χριστόν, εάν χρειάζεται κάτι άλλο από ό,τι υπάρχει στον ουρανό και στην γη.
Τι είναι λοιπόν η μυστική ένωσις με τον Χριστόν; Πώς γίνεται; Όμως φοβούμαι μήπως σας κούρασα ήδη και επιτρέψτε μου να σας ξεκουράσω λίγο διαβάζοντάς σας ένα ανέκδοτο από εκείνα που έζησε ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Είναι ένας από τους μεγάλους αγίους της Εκκλησίας μας και γράφει πώς είδε, πώς χάρηκε, πώς απήλαυσε τον Χριστόν μέσα στην ζωή του.
«Μια από τις ημέρες που περπατούσα και έτρεχα προς την πηγή, με απάντησες, Χριστέ μου, στον δρόμο, συ που προηγουμένως με καθάρισες από κάθε αμαρτία. Και τότε στα ασθενικά μου μάτια άστραψες με μία λάμψι θεϊκή και αμέσως κατάλαβα ότι το φως που έβλεπα προηγουμένως δεν ήταν αληθινό. Αχ! πώς ήταν δυνατόν να σε δω και να σε γνωρίσω; Σε είδα, απόρησα, θαύμασα, όμως δεν ήξερα ακόμη ότι είσαι συ. Μόνον σε θαύμαζα. Έλεγα: Ποιος να είναι αυτός, ο τόσο λαμπρός, ο πιο λαμπρός και από τον ήλιο; Και έτσι έφυγες. Και κάποτε, μετά από αρκετό καιρό, ξαναγύρισες στον δρόμο μου• και από τότε συχνά μου φαινόσουν και με σκέπαζες με το δικό σου θεϊκό φως. Έφευγες όμως πάλι και μου άφηνες έναν πόνο.
»Μαζί μου πάντοτε είχα τον συνεργό σου, τον μαθητή σου, τον απόστολό σου -εννοεί τον Γέροντα του, τον πνευματικό του- που τον τιμούσα σαν να τιμούσα εσένα, που τον αγαπούσα από την ψυχή μου και έπεφτα στα πόδια του και τον παρακαλούσα να με βοηθήση να σε γνωρίσω περισσότερο. Και, ενώ βάδιζα στον δρόμο μία ημέρα, μου ξαναπαρουσιάσθηκες. Άρχισα να υποψιάζωμαι ότι είσαι εσύ, αλλά με τράβηξες και με πήρες στους ουρανούς, όπως γράφει και ο απόστολος Παύλος: "προ ετών δεκατεσσάρων" ηρπάγην εις τους ουρανούς. Με το σώμα; με την ψυχή; Δεν ξέρω(13)• εσύ μόνον γνωρίζεις.» 
Έπειτα από καιρό καταδέχτηκες να μου παρουσιασθής ακόμη μία φορά. Το πρόσωπο σου ήταν όπως ο ήλιος. Αυτήν την φορά με φώτισες να καταλαβαίνω περισσότερα και μου άνοιξες τα μάτια της ψυχής. Και βλέποντάς σε είπα: Ποιος είσαι συ, που σε βλέπω και σε καμαρώνω; Και τότε, ω Χριστέ μου, ω Δέσποτά μου, τότε για πρώτη φορά με αξίωσες, εμένα τον άσωτο, να ακούσω την γλυκειά σου φωνή. Και τόσο ήμερα μου γλυκομίλησες, ώστε με άφησες εκστατικό και θαύμαζα και έτρεμα και συλλογιζόμουν και έλεγα: Τι δόξα είναι αυτή, να δω τον Θεόν! Από τότε σε ευχαριστώ, Θεέ μου.
» Και άλλη μία φορά, καθώς πήγα να φιλήσω την εικόνα της αγίας Μητρός σου, ενώ γονάτισα να προσκυνήσω, προτού σηκωθώ εγώ, φάνηκες εσύ πρώτα μπροστά μου και ύστερα μέσα στην καρδιά μου. Και τότε κατάλαβα ότι πλέον είχες ενωθή μαζί μου. Από τότε σε αγάπησα περισσότερο, όχι μόνον με το μυαλό μου, αλλά με όλη την καρδιά μου(14). Και από τότε εσύ και εγώ βαδίζομε ενωμένοι»(15).
Βλέπετε πώς ο άγιος της Εκκλησίας μας είδε τον Χριστόν και ενώθηκε μαζί του; Πώς φθάνουν τόσο ψηλά οι άγιοι της Εκκλησίας μας; Τι κάνουν; Πώς το πετυχαίνουν; Πρώτα από όλα αδιαφορούν για ό,τι υπάρχει μέσα στην ζωή. Δεν τους ενδιαφέρει τίποτε. Όπως, όταν μπαίνης μέσα σε ένα αυτοκίνητο, δεν κοιτάζεις αν είναι καινούργιο, αν είναι στολισμένο, αλλά σε νοιάζει να πας στον προορισμό σου, έτσι είναι και οι άγιοι. Εμείς τραγουδάμε καμιά φορά, «έχετε γεια ψηλές κορφές, κάμποι, βουνά, ραχούλες», και τα μάτια μας με την σκέψι του «έχετε γεια ψηλά βουνά» δακρύζουν λυπημένα, διότι είμαστε προσκολλημένοι. Εκείνοι δεν αγαπούν τίποτε. Μόνον προσδοκούν τον Χριστόν. Και εκείνος τους κάνει μία κάθαρσι• τους καθαρίζει την καρδιά. Εν συνεχεία, όπως μας λέγει ο άγιος, τους φωτίζει την ψυχή και κατόπιν φθάνουν στην θεωρία του Θεού. Παρουσιάζεται μπροστά τους ο Θεός. Τι λέγει το Ευαγγέλιο; Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν καθαρή καρδιά, διότι αυτοί θα δουν τον Θεόν(16). Τον βλέπουν τον Θεόν οι άγιοι.
Μετά τους χαρίζει την απάθεια. Ούτε θυμός ούτε οργή ούτε φθόνος ούτε στενοχώρια ούτε αγωνία ούτε αγανάκτησι. Κανένα πάθος! Και όπως είναι έτσι λαμπρή η ψυχή τους, γίνεται αντικείμενο, γίνεται σκεύος κατάλληλο να χωρέση τον Θεόν. Και τότε ο Χριστός έρχεται μέσα τους και ενώνεται μυστικά.
Όταν γίνη αυτή η μυστική ένωσις, αφού τον είδε ο άγιος, αφού τον χάρηκε, αφού τον κατάλαβε, αφού τον γνώρισε, αφού τον απήλαυσε, αφού τον ένοιωσε μέσα του τον Χριστόν, τότε πια γεμίζει από την αγάπη του. Μα, θα μου πήτε: Εμείς, που δεν έχομε νοιώσει αυτά, δεν αγαπάμε τον Χριστόν; Μην ανησυχήτε• τον αγαπάμε και εμείς, αλλά η αγάπη μας είναι μία σταγόνα μέσα στον ωκεανό της δικής τους αγάπης.
Ουράνιοι άνθρωποι είναι αυτοί. Έχετε δει κάτι που έχει αρπάξει φωτιά και καίγεται ολόκληρο; Έτσι γίνεται η ζωή τους. Επικοινωνούν με τον Χριστόν και ενώνονται με πολλά μέσα, ιδίως με αυτό που ονομάζεται προσευχή συνεχής, αδιάλειπτος. Χριστέ μου, έλα μέσα στην καρδιά μου, του λένε συνεχώς. «Κύριε μου, Ιησού μου, Χριστέ μου, ελθέ και σκήνωσον»(17). Και ο Χριστός έρχεται μυστικά και μπαίνει στην καρδιά τους. Μη σας κάνη εντύπωσι. Διότι, όταν έρχεται κοντά σου ο άνθρωπος που τον φωνάζεις, δεν θα έρθη ο Χριστός; Ακούει ο άνθρωπος και δεν θα ακούση ο Θεός που είπε, ό,τι και αν ζητήσετε, θα σας το δώσω(18);
«Ελθέ και σκήνωσον εν ημίν». Το λέει με το στόμα του, το λέει με τον νου του, το λέει με την καρδιά του και έτσι η σκέψις του και η καρδιά του ενώνονται με τον Χριστόν. Τότε νοιώθει τον Χριστόν να του μιλά• του γλυκαίνει την ζωή, του ευφραίνει την ημέρα, του κάνει αξέχαστες τις νύχτες.
Εμείς τι θα κάνωμε; Το ξέρετε όλοι σας, το ξέρω και εγώ, πόσο η ζωή μας είναι κουραστική και φορτωμένη με χίλια δυο θέματα που μας απασχολούν. Εμείς, αφού είδαμε τι κάνουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας, ας κάνωμε το ελάχιστο που περνάει από το χέρι μας. Ο Χριστός δέχεται τα εκατό, δέχεται και τα τριάντα, δέχεται και τα πέντε που θα του δώσης. Αν δεν μπορής να τον θυμηθής χίλιες φορές, εκατό φορές, πενήντα φορές την ήμερα, θυμήσου τον δέκα φορές και πες του με αγάπη: Χριστέ μου! Όχι να τον παρακάλεσης για την φτώχεια σου, για την μάννα σου, για την αρρώστια σου, για την επιτυχία σου. Όχι. Να τον παρακάλεσης να μπη στην καρδιά σου. Δεν μπορείς δέκα φορές την ήμερα; Πέντε φορές δεν μπορείς; Αν το νοιώσης και τον καλής έστω δυο φορές την ήμερα, ύστερα από έναν μήνα θα γλυκαθής και θα τον ζητάς δέκα φορές, ύστερα είκοσι φορές, ύστερα θα αρχίσης να τον νοιώθης μέσα στην καρδιά σου.




[1] Ὅ.π. σελ. 367.
[2] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ.  236 (Β΄ἔκδοση).
[3] Διδαχή Γ΄ 173-4, ἔκδ. Ἰω. Μενούνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, Διδαχές, Ἀθήνα 1979, σ. 231.
[4] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 212 (Β΄ἔκδοση).
[5] Ὅ. π. σελ. 372-373. Καί συνεχίζει ὁ Γέροντας: «Ὁ ἄνθρωπος τότε δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε, ἀχρηστεύεται. Λέει: “Εἶμαι ἁμαρτωλός, ἄθλιος, εἶμαι τοῦτο, εἶμαι κεῖνο, δέν ἔκανα τοῦτο, δέν ἔκανα κεῖνο… Ἔπρεπε τότε, δέν ἔκανα τότε, τώρα τίποτε… Πᾶνε τά χρόνια μου χαμένα, δέν εἶμαι ἄξιος”. Τοῦ δημιουργεῖται ἕνα αἴσθημα κατωτερότητας, ἔνας ἄκαρπος αὐτοεξευτελισμός, ὅλα γι΄ αὐτόνε εἶναι ρημάδια. Ξέρετε τί βαρύ πρᾶγμα εἶναι αὐτό; Εἶναι ψευτοταπείνωση. Ὅλ΄ αὐτά εἶναι σημάδια ἀπελπισμένου ἀνθρώπου, πού τόν ἔχει κυριεύσει ὁ σατανᾶς. Ὁ ἄνθρωπος φτάνει στό σημεῖο νά μή θέλει οὔτε νά μεταλάβει, νομίζει ὅτι εἶναι ἀνάξιος γιά τά πάντα. Προσπαθεῖ νά ἐξουθενώσει τή δράση του, τόν ἑαυτό του, γίνεται ἄχρηστος. Αὐτή εἶναι παγίδα πού στήνει ὁ σατανᾶς, γιά νά χάσει ὁ ἄνθρωπος τήν ἐλπίδα του στήν ἀγάπη του Θεοῦ. Αὐτά εἶναι φοβερά, ἀντίθετα πρός τό Πνεῦμα του Θεοῦ».
[6] Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, TLG, Work #152 58.700.33  to Work #152 58.700.46.
[7] Γ. Σ. Κρουσταλάκη, Ὁ Γέρων Πορφύριος, ἐκδ. Ἰχνηλασία, Ἀθήνα 1997, σελ. 51.
[8] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, στ’ ἔκδοση ,Χανιά 2005,σελ. 369-370.
[9] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 369-372.
συνεχίζεται.....

Ομιλίες του Ιερομονάχου Σάββα Αγιορείτου μπορείτε να κατεβάσετε δωρεάν από Πατερικός Λόγος

Βιβλία του Ιερομονάχου Σάββα Αγιορείτου

1)ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΑ ΤΗ ΖΗΣΟΥΜΕ
Β΄ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΚΕΛΛΙΟΥ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ , ΚΕΡΑΣΙΑ, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ 2009.

2) Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ ΤΟΝ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΥΨΕΛΗ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009.
τηλέφωνο παραγγελιών : 6947612075
περισσότερες πληροφορίες  hristospanagia.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.