Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2010

Γραμματικοὶ Κανόνες (πολυτονικὸ σύστημα)

ΦΩΝΗΕΝΤΑ, ΔΙΨΗΦΑ ΦΩΝΗΕΝΤΑ, ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΙ

1. Τὰ Βραχέα.

Τὸ ε καὶ τὸ ο λέγονται βραχύχροναβραχέα φωνήεντα.

2. Τὰ Μακρά.

Τὸ η καὶ τὸ ω λέγονται μακρόχροναμακρά φωνήεντα.
α. Τὰ δίψηφα φωνήεντα (αι, ει, οι, υι, ου) εἶναι ὅλα μακρόχρονα. Ἐξαιροῦνται καὶ εἶναι βραχύχρονα τὸ αι καὶ τὸ οι, ὅταν βρίσκωνται στὸ τέλος τῆς λέξης καὶ δὲν ακολουθεῖ ἄλλο γράμμα.
β. Τὸ αυ καὶ τὸ ευ εἶναι μακρόχρονα.

3. Τὰ Δίχρονα.

Τὸ α, ι, υ λέγονται δίχρονα φωνήεντα.
α. Τὰ δίχρονα α, ι, υ στὴν παραλήγουσα τῶν οὐσιαστικῶν εἶναι βραχύχρονα. Ἐξαιρεῖται τὸ Κωνσταντῖνος.
β. Τὰ δίχρονα α, ι, υ στὴν παραλήγουσα τῶν ἐπιθέτων εἶναι βραχύχρονα.
γ. Τὸ (α) στὴ λήγουσα τῶν ἀρσενικῶν καὶ θηλυκῶν ὀνομάτων (οὐσιαστικῶν καὶ τῶν ἐπιθέτων) εἶναι μακρό.
δ. Τὸ (-α) στὴ λήγουσα τῶν οὐδέτερων ὀνομάτων εἶναι βραχύχρονο.
ε. Τὸ (-α) στὴ λήγουσα τῶν οὐδέτερων ὀνομάτων (οὐσιαστικῶν καὶ ἐπιθέτων) καὶ τῶν οὐδετέρων ἀντωνυμιῶν εἶναι βραχύ.
στ. Τὸ (-α) στὴ λήγουσα τῶν ἐπιρρημάτων εἶναι βραχύ.
ζ. Τὸ ἄτονο (-α) στὴ λήγουσα τῆς ὁριστικῆς τῶν ρημάτων εἶναι βραχύ.
η. Τὸ (-α) στὴ λήγουσα τῶν ρημάτων, ὅταν τονίζεται, εἶναι μακρόχρονο.
θ. Τὸ ἄτονο (-α) στὴ λήγουσα τῆς προσταχτικῆς τῶν ρημάτων εἶναι μακρό.
ι. Τὸ (α) στὴν παραλήγουσα τῶν ρημάτων εἶναι βραχύ. Ἐξαιροῦνται καὶ    .......
ἔχουν τὸ (α) μακρὸ στὴν παραλήγουσα:
  1. Οἱ καταλήξεις τοῦ ἑνικοῦ: -ᾶμαι, -ᾶσαι, -ᾶται.
  2. Οἱ καταλήξεις τοῦ πληθυντικοῦ: -ᾶμε, -ᾶτε, -ᾶνε.
ια. Τὸ (-ι) στὴ λήγουσα τῶν οὐδετέρων οὐσιαστικῶν εἶναι πάντοτε μακρό.
ιβ. Τὸ (-ι) καὶ τὸ (-υ) στὴν παραλήγουσα τῶν ρημάτων εἶναι βραχύ.

ΟΙ ΤΟΝΟΙ

4. Ποῦ βάζουμε ὀξεία.

α. Στὴν προπαραλήγουσα βάζουμε πάντοτε ὀξεία.
β. Στὴ βραχύχρονη συλλαβή βάζουμε πάντοτε ὀξεία.
γ. Στὴν παραλήγουσα βάζουμε ὀξεία, ὅταν ἡ λήγουσα εἶναι μακρόχρονη.
δ. Ἡ ὀνομαστική, ἡ αἰτιατικὴ καὶ ἡ κλητικὴ τοῦ ἑνικοῦ ἀριθμοῦ ὅλων τῶν ὀνομάτων, ὅταν τονίζεται στὴ λήγουσα, παίρνει ὀξεία.
ε. Τὰ οὐσιαστικὰ, τὰ ἐπίθετα καὶ οἱ αντωνυμίες παίρνουν στὴ λήγουσα ὀξεία. Ἐξαιροῦνται:
  1. Τὰ οὐσιαστικά: γῆ, φῶς, πᾶν, πλοῦς, ροῦς.
  2. Οἱ ἀντωνυμίες: ἐμεῖς, ἐμᾶς, μᾶς, ἐσεῖς, ἐσᾶς, σᾶς.
  3. Τὸ ἀριθμητικό: τρεῖς.
  4. Οἱ πληθυντικοὶ σέ: (-εῖς)
  5. Τὰ κύρια ὀνόματα προσώπων: Ἰησοῦς, Ἀθηνᾶ, Ναυσικᾶ, Ἀπελλῆς, Ἑρμῆς, Ἡρακλῆς, Θαλῆς, Θεμιστοκλῆς, Μωυσῆς, Περικλῆς κλπ.
στ. Τὰ νεοελληνικὰ βαφτιστικὰ ὀνόματα καὶ τὰ οἰκογενειακὰ ὀνόματα, ποὺ τελειώνουν σὲ (-ης), ὅταν τονίζωνται στὴ λήγουσα, παίρνουν ὀξεία.
ζ. Τὰ ὀνόματα τόπων, ποὺ τελειώνουν σὲ (-ας), ὅταν τονίζωνται στὴ λήγουσα, παίρνουν ὀξεία.
η. Στὰ δίχρονα α, ι, υ στὴν παραλήγουσα τῶν οὐσιαστικῶν καὶ τῶν ἐπιθέτων βάζουμε πάντοτε ὀξεία.

5. Ποῦ βάζουμε περισπωμένη.

α. Στὴ μακρόχρονη παραλήγουσα βάζουμε περισπωμένη, ὅταν ἡ λήγουσα εἶναι βραχύχρονη. Ἐξαιροῦνται τὰ σύνθετα: ὥστε, οὔτε, μήτε, εἴτε, εἴθε, ἤτοι.
β. Ἡ μακρόχρονη γενικὴ τοῦ ἑνικοῦ καὶ τοῦ πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ οὐσιαστικῶν καὶ ἐπιθέτων, ὅταν τονίζεται στὴ λήγουσα, παίρνει περισπωμένη.
γ. Τὰ βαφτιστικὰ καὶ οἰκογενειακὰ ὀνόματα, ποὺ τελειώνουν σὲ (-ας), ὅταν τονίζωνται στὴ λήγουσα, παίρνουν περισπωμένη.
δ. Τὰ οὐδέτερα σὲ (-ος) στὴ γενικὴ τοῦ πληθυντικοῦ τονίζονται στὴ λήγουσα καὶ παίρνουν περισπωμένη.
ε. Ἡ μακρόχρονη λήγουσα τῶν ρημάτων, ὅταν τονίζεται παίρνει περισπωμένη.
στ. Στὰ ρήματα ἡ λήγουσα σὲ (-α), ὅταν τονίζεται, εἶναι μακρόχρονη καὶ παίρνει περισπωμένη.
ζ. Ἡ μακρόχρονη λήγουσα τῶν ἐπιρρημάτων παίρνει περισπωμένη. Ἐξαιροῦνται τὸ πού, πώς, καθώς, μή, εἰδεμή, παμψηφεί.

6. Ποῦ βάζουμε βαρεία

α. Στὴ λήγουσα καὶ στὴ θέση τῆς ὀξείας, ὅταν δὲν ἀκολουθῆ σημεῖο στίξης ἢ ὅταν ἡ λέξη, ποὺ ἀκολουθεῖ, δὲν ἐγκλίνεται.
Ἐγκλιτικὲς λέξειςεγκλιτικά.
Μονοσύλλαβες λέξεις ποὺ προφέρονται τόσο στενὰ μὲ τὴν προηγούμενή τους λέξη, ὥστε φαίνονται σὰν μιὰ λέξη. Γι᾿ αὐτὸ ὁ τόνος τους, χάνεται ἢ μεταβιβάζεται στὴ λήγουσα τῆς προηγούμενης λέξης. Οἱ μονοσύλλαβοι τύποι τῆς προσωπικῆς αντωνυμίας: μοῦ-μὲ-μᾶς, σοῦ-σὲ-σᾶς, τοῦ-τὸν-τὴν, τὸ-τῶν-τοὺς, τὶς-τὲς-τὰ, τος-τοι, εἶναι οἱ πιὸ συχνές εγκλιτικὲς λέξεις.
β. Παίρνει πάντα βαρεία, ἀκόμη καὶ ὅταν ἀκολουθῆ κόμμα, τὸ αἰτιολογικὸ γιατὶ (διότι). Ὀξεία θέλει τὸ ἐρωτηματικὸ γιατί (γιὰ ποιὸ λόγο).
γ. Τὸ μὰ μὲ βαρεία σημαίνει ἀλλά. Το μά με ὀξεία εἶναι ὁρκωτό (μά τὴν ἀλήθεια).
δ. Τὸ γιὰ μὲ βαρεία εἶναι πρόθεση. Τὸ γιά μὲ ὀξεία εἶναι προτρεπτικὸ μόριο (γιά ἔλα κοντά).
ε. Τὸ νὰ μὲ βαρεία εἶναι σύνδεσμος. Τὸ νά μὲ ὀξεία εἶναι δεικτικὸ μόριο (νά ὁ Στέλιος).
στ. Τὸ ποῦ μὲ περισπωμένη σημαίνει σὲ ποιὸ μέρος. Ἐπίσης γράφουμε: ἀργὰ καὶ ποῦ, ποῦ καὶ ποῦ. Τὸ πῶς μὲ περισπωμένη σημαίνει μὲ ποιὸ τρόπο. Ἐπίσης γράφουμε: πῶς καὶ πῶς. Σὲ ὅλες τὶς ἄλλες περιπτώσεις τὸ που καὶ τὸ πως παίρνουν βαρεία: ποὺ, πὼς.

ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ

7. Τὰ πνεύματα

α. Οἱ περισσότερες λέξεις παίρνουν ψιλή.
β. Δασεῖα παίρνουν:
  1. Ὅλες οἱ λέξεις ποὺ ἀρχίζουν ἀπὸ ὕψιλο (υ).
  2. Τὰ ἄρθρα: ὁ, ἡ, οἱ.
  3. Ἡ ἄτονη λέξη: ὡς.
  4. Τὰ ἀριθμητικά: ἕνας, ἕνα, ἕξι, ἑφτά, ἕντεκα, ἑκατό, ἑκατομμύριο καὶ ὅσες λέξεις γίνονται ἀπό αὐτά (ἑνικός, ἑβδομάδα, ἑξήντα, ἑξακόσια κλπ).
  5. Οἱ ἑξῆς συνηθέστερες λέξεις:
Α
Ε
Η
Ι
Ο
Υ
Ω
ἁβρός
ἑαυτός
ἥβη
ἱδρύω
ὁδηγός
Υἱοθετῶ
ὡς
ἅγιος
ἕβδομος
ἡγεμόνας
ἱδρ
ώτας
ὁδός
Υἱοθεσία
ὥρα
ἁγνός
Ἕβρος
ἡγούμενος
ἱερός
Ὁλλανδία
Υἱοθέτηση
ὡρολόγι
Ἅδης
ἑδώλιο
ἡδονή
Ἱερουσαλήμ
ὁλόκληρος

ὡροδείκτης
ἀδρός
ἕδρα
ἡλικία
ἱκανός
ὅλος

ὡραῖος
αἷμα
εἵλωτας
ἥλιος
ἱκετεύω
ὁμάδα

ὥριμος
Αἷμος
εἱμαρμένη
ἡμέρα
ἱμάτιο
ὁμαλός

ὥστε
αἵρεση
εἱρκτή
ἥμερος
ἱππικό
ὅμηρος


αἱρετός
εἱρμός
ἡμεδαπός
Ἱποκράτης
Ὅμηρος


ἁλάτι
Ἑκάβη
ἡμι-
ἱππότης
ὁμιλία


Ἁλιάκμονας
Ἑκάτη
ἡνίοχος
ἱστορία
ὅμιλος


ἁλιεία
Ἕκτορας
ἥπατα
ἱστός
ὁμίχλη


Ἁλικαρνασσός
Ἑλένη
Ἥρα

ὅμοιος


ἁλίπαστος
ἕλικας
Ἡρακλῆς

ὅμως


ἁλίπεδο
Ἑλικώνας
Ἡρόδοτος

ὅπλο


ἅλμα
ἕλκος
ἥρωας

ὅποιος


Ἁλόνησος
ἑλκύω
Ἡσίοδος

ὁποῖος


ἁλτῆρες
Ἕλλη
ἥσυχος

ὁπότε


ἁλυκή
Ἕλληνας
ἥττα

ὅπου


ἁλυσσίδα
ἕλος
Ἥφαιστος

ὅπως


ἁλώνι
ἑνώνω


ὅραση


ἅλωση
ἑξῆς


ὁρίζω


ἅμα
ἕρμαιο


ὅριο


ἁμάξι
ἑρμηνεύω


ὅρκος


ἁμαρτάνω
Ἑρμῆς


ὅρμος


ἅμιλλα
Ἑρμιόνη


ὁρμῶ


ἁπαλός
ἕρπω


ὅρος (ὁ)


ἁπλός
ἑσμός


ὅσιος


ἅρμα
ἑσπερινός


ὅσος


ἅρμη
ἑστία


ὅταν


ἁρμόζω
ἑστιατόριο


ὅτι


ἁρμός
ἑταῖρος


ὅ,τι


ἁρπάζω
ἕτοιμος





ἁφή
εὑρετήριο





ἁψίδα






ἁψίθυμος







ΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ

8. Οἱ καταλήξεις τῶν ἀρσενικῶν

Κατάληξη
Ἐξαιρέσεις
-ης

-ος

-ές

-ώτης καὶ ιώτης
ἀγρότης, δημότης, ἐξωμότης, ἱππότης, συνωμότης, τοξότης
-ητής
ἱδρυτής, κριτής, μηνυτής καὶ τὰ ἐθνικά: Λιβαδίτης κλπ
-ώνας
ἀλαζόνας, ἡγεμόνας, κανόνας, Μακεδόνας, Στρυμόνας, συνδαιτυμόνας
-ονας
ἄμβωνας, σίφωνας
-ωνας (κύρια καὶ εθνικά)
Ἀγαμέμνονας, Ἀλιάκμονας, Ἰάσονας, Φιλήμονας, Ἀρίονας, Ἀμφικτύονας
ηρας καὶ -τήρας
μάρτυρας
-ίδης (κύρια ἀρχαῖα)
Ἀριστείδης, Ἀρχιμήδης, Ἀτρείδης, Διομήδης, Ἡρακλείδης, Παλαμήδης κλπ
-ειός (κύρια ποταμῶν)
Ἀξιός
-οι

-ορας

-ιος (κύρια)
Ἄρειος, Βασίλειος, Ἡράκλειος κλπ

9. Οἱ καταλήξεις τῶν θηλυκῶν

Κατάληξη
Ἐξαιρέσεις
-η

-ισσα
Λάρισα
-ίδα

-ελα καὶ -έλα
βδέλλα, δικέλλα, θύελλα
-ότητα

-ος

-όνα
ἀρραβώνα, Αὐλώνα, Βαβυλώνα, λεγεώνα, Καλυδώνα, Σιδώνα, Σικυώνα, χελώνα
-ωνία (τοπονυμίες)
Ἐσθονία, Λεττονία, Παταγονία, Παφλαγονία, Σαξονία
-οσύνη

-εια

10. Οἱ καταλήξεις τῶν οὐδετέρων

Κατάληξη
Ἐξαιρέσεις
ήρι
κεφαλοτύρι, ψωμοτύρι
ήριο
μαρτύριο, χτίριο
-όνι
ἁλώνι, κυδώνι, κωθώνι, παραγώνι, ψώνι
ιμο, -ξιμο, -ψιμο

-ιο
ὑπόγειο, ἰσόγειο, ἀνώγειο
-ητό

-ίδι καὶ -ίμι
ἀσήμι, προζύμι, στενορύμι

ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ

11. Οἱ καταλήξεις τῶν ἐπιθέτων

Κατάληξη
Ἐξαιρέσεις
-ικός
θηλυκός, δανεικός, γλυκός, λιβυκός, δεκελεικός, δαρεικός, Κεραμεικός
-ικος

-ένιος

-ερός

-ιμος
ἕτοιμος, ὀμώνυμος, ἑτερώνυμος, διάσημος, ἐπίσημος, ἄσχημος, περίφημος, ἀνώνυμος καὶ τὰ σύνθετα μὲ τὸ θυμός
-ινός
ὀρεινός, ἐλεεινός, ὑγιεινός, ταπεινός, παντοτεινός, φωτεινός, σκοτεινός, φθηνός
-ινος

-εῖος
γελοῖος, κρύος
-αιος καὶ -αῖος
νέος, ἄθεος
έος
κεφαλαῖος
-ηρός
ἁρμυρός, βλοσυρός, ἰσχυρός, ὀχυρός, βδελυρός
-ίσιος
ἐτήσιος, ἡμερήσιος, γνήσιος καὶ τὰ ἐθνικά Δωδεκανήσιος κλπ
-ωπός

-ιος
ἄδειος, τέλειος, βόρειος, ἐπιτήδειος, κυκλώπειος, πρόβειος, δάγκειος, ἐπικούρειος, Εὐκλείδειος, Πυθαγόρειος καὶ τὰ σύνθετα μὲ τὴ γῆ,
ἀλληλέγγυος, ὅμοιος καὶ τὰ σύνθετά του

12. Τὰ παραθετικὰ τῶν ἐπιθέτων

Ἡ κατάληξη (-ότερος) καὶ (-ότατος) τοῦ συγκριτικοῦ καὶ ὑπερθετικοῦ βαθμοῦ τῶν επιθέτων γράφεται μὲ ὠμέγα (ω):
α. Ὅταν ἡ προηγούμενη ἀπὸ τὸ (-ότερος) καὶ (-ότατος) συλλαβὴ εἶναι βραχύχρονη καὶ μετὰ ἀπὸ τὴ βραχύχρονη συλλαβὴ δὲν ὑπάρχουν δύο σύμφωνα ἢ διπλὸ σύμφωνο (ξ ἢ ψ).
β. Ὅταν τὰ ἐπίθετα προέρχονται ἀπὸ ἀρχαῖες προθέσεις ἢ ἀπὸ ἐπιρρήματα: κατώτερος, ανώτερος κλπ.

Βιβλιογραφία : Γραμματικὴ τοῦ Μανώλη Τριανταφυλλίδη.

phys.uoa.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.