Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

Αγίου Ισαάκ Επισκόπου Νινευί του Σύρου τα ευρεθέντα Ασκητικά. Κείμενο και μετάφραση από π. Σάββα Αγιορείτη

Πρόλογος

Μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα - Πνευματικοῦ μου, πατρός Μαξίμου Ἁγιορείτου, ἄρχισα πρίν ἀπό περίπου δέκα ἔτη νά μεταφράζω στήν νέα ἑλληνική γλώσσα τά γλυκύτατα ἀσκητικά κείμενα τοῦ ὁσίου πατέρα μας Ἰσαάκ ἐπισκόπου Νινευί, τοῦ Σύρου. 

Ἦταν τόση ἡ πνευματική ὠφέλεια καί ὁ ἐνθουσιασμός ἀπό τή μελέτη τους, πού παρόλες τίς μεγάλες δυσκολίες, συνέχισα καί τολμῶ νά παρουσιάσω στήν ἀγάπη σας τό πρῶτο μέρος τῆς ταπεινῆς μου ἐργασίας. Εἴθε ὁ Πανάγιος Κύριος Μας νά εὐλογήσει αὐτό τό βιβλίο ὥστε νά ἀποβεῖ πρός δόξαν Του καί πρός ὠφέλειαν ὅλων μας. 

Ἐπικαλοῦμαι τίς πρεσβεῖες τῆς Πανυπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου τοῦ Ὁσίου Ἰσαάκ καί πάντων τῶν ἁγίων, ὥστε τά θεόπνευστα λόγια τοῦ ὁσίου νά κατανοηθοῦν καί τό κατά δύναμιν νά ἐφαρμοσθοῦν ἀπό ὅλους μας. Ὁ ἅγιος μᾶς δίνει συνταγές ζωῆς ἀληθινῆς, χρησιμότατες γιά ὅλους, μοναχούς καί λαϊκούς, ἐγγάμους καί ἀγάμους, ἡσυχαστές καί ἀγωνιζομένους μέσα στήν κοσμική τύρβη. 

Ὁ ἡσυχαστικός τρόπος ζωῆς εἶναι ὁ χριστιανικός τρόπος ζωῆς. Ὅποιος θέλει νά ζήσει χριστιανικά θά πρέπει νά ζήσει ὅπως ἔζησαν ὅλοι οἱ ἅγιοι, οἱ μιμηταί τοῦ Χριστοῦ μας. Ἡ ζωή του θά πρέπει νά συνδυάζει ἐξωστρέφεια καί ἐνδοστρέφεια. Κυρίως ἐνδοστρέφεια, σιωπή, προσευχή, μελέτη καί κατά Χριστόν ἄσκηση θά πρέπει νά βιώνονται ὅσο τό δυνατόν ἐντονώτερα. Ἡ ἐξωτερική δράση θά πρέπει ἐπίσης νά ὑπάρχει γιά νά ἐκπληρώνεται τό καθῆκον τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. 


Ὁ Χριστινός καλεῖται νά καθαριστεῖ. Αὐτό κατορθοῦται μέ τό νά ζεῖ ἀσκητικά καί μυστηριακά, προσευχητικά καί ἁγνά, ὅπου καί ἄν βρίσκεται: μόνος του, στόν κόσμο, σέ οἰκογένεια ἤ σέ μοναστήρι. 

Ὁ ἡσυχασμός εἶναι ὁ τρόπος καί ὁ δρόμος θεραπείας τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Βεβαίως δέν μποροῦν ὅλοι νά ζήσουν σέ τόπο ἀπαλλαγμένο ἀπό ἐξωτερικούς θορύβους. Μποροῦν ὅμως ὅλοι νά καταπολεμήσουν τούς ἐσωτερικούς θορύβους τῶν λογισμῶν καί τῶν πολυποίκιλων ἄχρηστων μεριμνῶν.
Ἐνδεχομένως δέν μποροῦν ὅλοι νά ζήσουν μέ παρθενία καί πλήρη ἀκτημοσύνη, γινόμενοι μοναχοί. Μποροῦν ὅμως ὅλοι, ἀλλά καί ὁφείλουν νά ζήσουν μέ τήν παρθενία τοῦ νοός. Ὅλοι θά πρέπει νά ἔχουν ἁγνότητα καί καθαρότητα καρδίας, καθώς καί ἀπροσπάθεια στά ὑλικά πράγματα. Μποροῦν καί πρέπει νά ζοῦν ὅλοι μέ ἐγκράτεια, ὀλιγοκτημοσύνη καί ἀμεριμνία γιά τά μάταια πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. 


Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ εἶναι ἕνας σύγχρονος τέλειος ψυχ-ίατρος, θεραπευτικός καί λυτρωτικός γιά τόν σύγχρονο πολυμέριμνο, καταναλωτικό, ἀγχώδη καί καταθλιμμένο ἄνθρωπο. Μία σελίδα ἀπό τόν Ἀββᾶ ἀν διαβάζει κανείς καθημερινά εἶναι ἀρκετό, ἔλεγε ὁ Γέροντας Ἰερώνυμος τῆς Αἴγινας. Ὁ θαυμαστός π. Παΐσιος διακήρυσσε, ὅτι ἄν πήγαινε κάποιος στό ψυχιατρεῖο καί διάβαζε στούς ἀσθενεῖς ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ, θά ἄδειαζε τό ψυχιατρεῖο.
Κάποτε πάλι, ἔλεγε ὁ Γέροντας Παΐσιος ὅτι, μελετώντας τόν Ἀββᾶ Ἰσαάκ ἔμεινε σέ μία φράση του
στοχαζόμενος καί προσευχόμενος γιά δύο ὁλόκληρες ὧρες.


Εισαγωγή
 
Οἱ ἀσκητικοί λόγοι τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου ἐγράφησαν πρωτοτύπως στά Συριακά. Μεταφράστηκαν κατά τόν 9ο αἰώνα ἀπό δύο μοναχούς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα Παλαιστίνης, πού ὀνομάζοντο Πατρίκιος καί Ἀβράμιος. Ὁ ἱερομόναχος Νικηφόρος Θεοτόκης ἔπειτα ἀπό παρακίνηση τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Ἐφραίμ, ἐξέδοσε τό κείμενο στά 1770.
Σύν Θεῷ πήραμε σάν βάση τῆς ἐργασίας μας τό κείμενο αὐτό σέ σύγκριση καί μέ τό κείμενο τῆς ΕΠΕ[1]. Ὅπου ὑπῆρχαν ἀσάφειες καί δυσκολίες μεταφραστικές καταφύγαμε στήν μεταφραστική ἐργασία τοῦ καθηγητοῦ Χρήστου[2], καθώς καί στήν ἀγγλική μετάφραση τοῦHoly Transfiguration Monastery, The ascetical homilies of saint Isaak the Syrian, Boston, Massachusetts, 1984. 
Ὁ μεταφραστής τῆς ὡς ἄνω (σέ ἀγγλική γλῶσσα) ἐργασίας, ὅπως ἀναφέρει στήν εἰσαγωγή του, χρησιμοποίησε ἐκτός ἀπό ἑλληνικά καί συριακά χειρόγραφα[3] τά ὁποῖα τόν βοήθησαν νά διευκρινήσει τίς ἀσάφειες τοῦ ἑλληνικοῦ κειμένου.
Ὁ ὅσιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος εἶχε πατρίδα τήν Νινευΐ. Ὁ συγγραφέας τοῦ Ἐπιγράμματος περί σιωπῆς καί ἡσυχίας, ἀναφέρει ὡς πατρίδα του τήν Μεσοποταμία (χωρίο πλησίον τῆς Ἐδέσσης)[4]. Ἔζησε τόν ἕκτο αἰώνα[5]. Ἡ ἀκμή του τοποθετεῖται στά 534 μ.Χ.[6] Αὐτό συνάγεται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἔγραψε ἐπιστολή στόν ἅγιο Συμεών τόν στυλίτη (521-596 μ.Χ.)πού ἀσκήθηκε στό Θαυμαστό ὄρος πλησίον τῆς Ἀντιόχειας τῆς Συρίας. Ἐπίσης καί ἀπό τό ὅτι ἀναφέρει ὅτι ἡ ἡλικία τῶν δαιμόνων ἦταν στήν ἐποχή του 6000 χρόνια[7]. Δηλ. ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ἔζησε στήν ἀρχή τῆς ἕβδομης χιλιετίας ἀπό κτίσεως κοσμου (6ος αἰ.). Δέν γνωρίζουμε ποιοί ἦσαν οἱ γονεῖς του. Σέ πολύ νεαρή ἡλικία ἐγκατέλειψε τήν κοσμική ζωή καί κατετάγη στό Μοναστήρι τοῦ ἁγίου Μαρ. Ματθαίου μαζί μέ τόν κατά σάρκα ἀδελφό του. Ἐδῶ ἀφοῦ ἀσκήθηκε ἀρκετά καί ἔφθασε σέ ὑψηλό μέτρο ἀρετῆς, πληγώθηκε ἀπό τόν πόθο τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς. Φεύγει τότε ἀπό τό Κοινόβιο καί ἐγκαταβιώνει σέ ἐρημική τοποθεσία, ὅπου ζεῖ ἡσυχαστικά προσέχοντας μόνο στό Θεό καί στόν ἑαυτό του. Ὁ ἀδελφός του παραμένοντας στό Μοναστήρι ἔγινε ἡγούμενος. Ἄρχισε τότε μέ ἐπιστολές του νά παρακινεῖ τόν ἅγιο Ἰσαάκ νά ἐπιστρέψει, στήν Μονή τῆς μετανοίας τους. Ὁ πόθος ὅμως, τοῦ ἁγίου γιά τήν ἡσυχία, ἦταν τόσο μεγάλος πού δέν ἐγκατέλειψε τόν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του οὔτε γιά ἐλάχιστο χρόνο. Ἐν τούτοις αὐτό, πού δέν κατάφεραν οἱ ἀδελφικές ἱκεσίες, ἀναγκάστηκε νά τό πραγματοποιήσει αὐτοπροαίρετα, ὑπακούοντας σέ θεία ἀποκάλυψη. Κάνοντας ὑπακοή στόν τοπικό Ἐπίσκοπο χειροτονεῖται Ἐπίσκοπος Νινευΐ. Δέν ἔπρεπε πράγματι νά κρύπτεται ὁ λύχνος κάτω ἀπό τόν μόδιο ἀλλά νά τεθεῖ ἐπί τήν λυχνία. Δέν ἔμεινε ὅμως γιά πολύ. Τοῦ συνέβη κάτι ἀνάλογο μέ αὐτό πού συνέβη στόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, ὁ ὁποῖος μόλις χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σασίμων ἀμέσως σκέφθηκε τήν φυγή. «Φαίνεται», σημειώνει ὁ διδάσκαλος τοῦ Γένους Ἱερομόναχος Νικηφόρος Θεοτόκης, ὅτι «δέν ἦταν ἄξιος τοῦ ἀνδρός ὁ κόσμος»[8]. Ἡ ἐνέργεια βεβαίως, τῆς φυγῆς ἀπό τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα μ’ αὐτόν τόν τρόπο, δέν ἐπικροτεῖται ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες. Δέν ἐπαινεῖται ἐπειδή φανερώνει «ἰδιοπραγία», ἴδιον θέλημα καί ἔλλειψη καρτερίας. Ὅμως, σημειώνει ὁ ἱερομόναχος Νικηφόρος, ἡ συγκεκριμένη ἐνέργεια δέν εἶναι ἐπιλήψιμη καί ἄξια κατάκρισης, ἐξ αἰτίας τῆς ἀρετῆς καί τῆς τελειότητος τῶν ἀνδρῶν, πού τήν ἐπιχείρησαν. Διότι αὐτοί οἱ ἄνδρες εἶναι «ἀνεπίληπτοι κατά τά ἄλλα καί ἄμεμπτοι καί πνευματοφόροι»[9]. Ἰσχύει γιαυτούς τό Γραφικό: «ὁ δέ πνευματικός ἀνακρίνει μέν πάντα, αὐτός δέ ὑπ’ οὐδενός ἀνακρίνεται»[10].
Ἡ αἰτία τῆς ἀθρόας παραιτήσεως του ἀπό τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα ἦταν ἡ ἑξῆς: Τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἐχειροτονήθηκε καί ἐνῶ ἐκάθητο στό Ἐπισκοπεῖο ἦλθαν δύο ἄνδρες οἱ ὁποῖοι ἀντιδικοῦσαν. Ὁ μέν ἕνας ἀπαιτοῦσε νά λάβει πίσω τό δάνειο, ὁ δέ ἀναγνώριζε ὅτι χρωστοῦσε, ἀλλά ζητοῦσε λίγη προθεσμία γιά νά συγκεντρώσει τά ὀφειλόμενα χρήματα. Ὁ δανειστής ἔλεγε ὅτι ἐάν δέν τοῦ λάβει ἄμεσα τά χρήματα ἀπό τόν χρεώστη θά τόν παραδώσει στό δικαστή. Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ τότε λέγει στόν δανειστή: Ἐάν γιά χάρη τῆς εὐαγγελικῆς ἐντολῆς ὀφείλεις νά μή ζητᾶς πίσω οὔτε αὐτά πού σοῦ παίρνουν, πολύ περισσότερο ὀφείλεις νά μακροθυμήσεις μία ἡμέρα ἀπέναντι σ’ αὐτόν πού πρόκειται νά σοῦ ξεπληρώσει αὐτό πού χρωστάει. Τότε ἐκεῖνος ὁ σκληρός καί ἄγριος ἄνθρωπος ἀπάντησε: «Ἄφησε τα τώρα αὐτά γιά τό Εὐαγγέλιο. Τότε ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ εἶπε: «Ἐάν αὐτοί δέν ὑπακούουν στά εὐαγγελικά προστάγματα τοῦ Κυρίου, τότε τί ἦλθα νά κάνω ἐδῶ»; Βλέποντας δέ ὅτι ἀσχολούμενος μέ τά ἐπισκοπικά ζητήματα περιεσπᾶτο καί γέμιζε μέ θορύβους ἐσωτερικούς καί ἐξωτερικούς, παίρνει τήν ἀπόφαση νά ἀποχωρήσει ἄμεσα ἀπό τόν ἐπισκοπικό θρόνο. Τήν ἴδια ἡμέρα τῆς χειροτονίας του εἰς Ἐπίσκοπον ἐγκαταλείπει τήν Ἐπισκοπή καί ἐπιστρέφει στήν ἔρημο. Ξαναγυρνᾶ στήν ἀγαπημένη του ἡσυχία καί τόν ἀπράγμονα βίο, πού τόσο εἶχε συνηθίσει. Παραμένει στήν ἐρημική του σκήτη μέχρι τέλους τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. Τό πόσο ἀγωνίστηκε, τό πόση χάρη δέχθηκε ἐξ αἰτίας τῆς ὑπομονῆς καί τῶν ἀγώνων του κατά τῶν παθῶν καί τῶν δαιμόνων καί τό σέ ποιό πνευματικό ὕψος ἔφθασε διαφαίνεται κάπως εὔκολα ὅταν κανείς ἐντρυφήσει στά θεόπνευστα συγγράμματά του. Δέν ὑπῆρξε Νεστοριανός. Ὅλα ὅσα γράφει δέν ἔχουν τίποτε Νεστοριανικό ἤ γενικότερα κακόδοξο. Λανθασμένα κάποια νεώτερα κακόδοξα κείμενα πού κυκλοφόρησαν ἀποδόθηκαν στόν Ἀββᾶ Ἰσαάκ[11]
Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ πρίν διδάξει, εἶχε βιώσει αὐτά γιά τά ὁποῖα ὁμιλοῦσε. Αὐτό φαίνεται ἀπό τά ἴδια του τά λόγια. Λέγει γιά παράδειγμα στόν κγ΄ Λόγο του: «Ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνος, πού δέν εἶδε μέ τά μάτια του τόν Ἥλιο, δέν μπορεῖ νά διηγηθεῖ σέ κάποιον γιά τό φῶς του μόνο ἀπό τήν ἀκοή, οὔτε βέβαια αἰσθάνεται αὐτοῦ τοῦ φωτός, ἔτσι καί αὐτός πού δέν γεύθηκε στήν ψυχή του τήν γλυκύτητα τῶν πνευματικῶν ἔργων». Λέγει πάλι στόν κστ΄ Λόγο του: «γιά πολύ καιρό βρισκόμενος σέ πειρασμό καί ἀπό δεξιά καί ἀπό ἀριστερά καί ἀφοῦ δοκίμασα τόν ἑαυτό μου σ’ αὐτούς τούς δύο τρόπους[12], πολλές φορές, καί ἀφοῦ δέχτηκα ἀπό τόν ἀντίθετο ἀναρίθμητες πληγές καί ἀξιώθηκα κρυφά μεγάλων ἀντιλήψεων (δηλ. βοηθειῶν), συγκέντρωσα (προσπόρισα) στόν ἑαυτό μου μακροχρόνια πεῖρα καί μέ τήν δοκιμασία (χάρις στήν ἀσκητική ταλαιπωρία) καθώς καί μέ τή Θεία Χάρη ἔμαθα αὐτά». Στήν συνέχεια ἀναφέρει ποιά εἶναι αὐτά πού ἔμαθε διά τῆς πείρας καί τῆς Θείας Χάρης.
Ἐπίσης στόν ιε΄ Λόγο του γράφει: «αὐτά τά ἔγραψα σάν ἀνάμνηση (ὑπενθύμιση) στόν ἑαυτό μου καί σέ κάθε ἕναν πού μελετᾶ αὐτό τό σύγγραμμα, καθώς τά κατάλαβα ἀπό τήν θεωρία τῶν γραφῶν (πνευματική μελέτη τῶν Ἁγίων Γραφῶν) καί τῶν ἀληθινῶν στομάτων (τῶν λόγων τῶν ἁγίων) καί λίγο ἀπό τήν δική μου ἐμπειρία».
Εἶναι φανερό ἀπό ὅλα αὐτά ὅτι ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ εἶναι διδάσκαλος πρακτικός καί διδάσκει αὐτά, τά ὁποῖα πρῶτα ἔχει ἐφαρμόσει στόν ἑαυτό του. Ἡ πλούσια Θεία Χάρη, ἡ ὁποία τόν ἐπεσκίασε, τόν ἔκανε νά μήν μπορεῖ νά τήν κρύψει. Ἡ γεμάτη δράση καί γλυκύτητα ἐνέργειά της διαφαίνεται ἄλλοτε ἀμυδρότερα καί ἄλλοτε ἐναργέστερα στά κείμενά του. Σέ κάποιο σημεῖο γράφει: «Πολλές φορές, ὅταν ἔγραφα αὐτά, παρέλυαν τά δάχτυλά μου πάνω στό χαρτί καί δέν μποροῦσα νά ἀντέξω τήν ἡδονή, πού ἔπεφτε μέσα στήν καρδιά μου καί ἔκανε τίς αἰσθήσεις νά σιωποῦν (νά ἡρεμοῦν, ἡσυχάζουν)».
Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ παρ’ ὅλο, πού ζεῖ μακριά ἀπό τόν κόσμο καί τούς ἀνθρώπους, ἔχει μιά πολύ βαθειά ἐν Χριστῷ ἀγάπη γι’ αὐτούς. Γράφει: «Ἀγαπητοί, ἐπειδή ἔγινα ἀνόητος, δέν ἀντέχω νά ἀποσιωπήσω τό μυστήριο, ἀλλά γίνομαι ἄφρων[13] χάριν τῆς ὠφέλειας τῶν ἀδελφῶν. Διότι αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ἀγάπη, αὐτή ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά ὑπομείνει (νά ἀντέξει) νά στερήσει ἕνα μυστήριο ἀπό αὐτούς, πού ἀγαπᾶ». Γι’ αὐτό συνεχῶς ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ δέν ἔπαυε ἀπό τήν ἔρημο νά προχέει τά νάματα τῆς ζωήρρυτης διδασκαλίας καί νά ποτίζει μέ αὐτά τίς ψυχές τῶν ἀδελφῶν του.
Σημειώνει ὁ Ἰωάννης Τάτσης:«Θὰ πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος δὲν ἔχει ἀναγνωριστεῖ ἐπίσημα ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησίαὡς ἅγιος, δὲν περιλαμβάνεται στὸ Ἁγιολόγιο ἢ τὸν Συναξαριστὴ της καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἡ μνήμη του δὲν ἑορτάζεται στοὺς ναούς. Ἡσυνείδηση ὅμως ὅσων γνωρίζουν τὸν Ἀββᾶ μέσα ἀπὸ τὰ συγγράμματά του, καὶ ἰδιαίτερα τῶν μοναζόντων, τὸν κατατάσσει ἀνάμεσα στοὺςἁγίους καὶ τοὺς μεγάλους ὁσίους τῆς Ἐκκλησίας.
Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὸ Ἅγιον Ὄρος γίνεται ἀναφορὰ στή μνήμη του τὴν 28η Ἰανουαρίου, μαζὶ μὲ τή μνήμη τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦΣύρου. Ὑπάρχουν μάλιστα καὶ δύο πλήρεις ἀκολουθίες, πού ὑμνοῦν τὴν ἁγία ζωὴ καὶ τοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
Ἀπὸ αὐτὲς ἡ μία ἀναφέρεται ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ καὶ εἶναι ποίημα τοῦ ἀειμνήστου γέροντος ὑμνογράφου Γερασίμου τοῦΜικραγιαννανίτου[14], ἐνῶ ἡ ἄλλη ἀναφέρεται καὶ στοὺς δύο ὁσίους, Ἰσαὰκ καὶ Ἐφραὶμ καὶ ἔχει ἐκδοθεῖ τὸ 1962 ἀπὸ τὸ τυπογραφεῖο τῆς «Ἁγιορειτικῆς Βιβλιοθήκης», τοῦ Σωτηρίου Ν. Σχοινᾶ στὸ Βόλο, μὲ τὸν τίτλο «Ἀκολουθία καὶ βίος τῶν ὁσίων θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν Ἰσαὰκ καὶ Ἐφραὶμ τῶν Σύρων, ψαλλομένη τῇ ΚΗ΄ Ἰανουαρίου, ποιηθεῖσα παρὰ Νήφωνος μοναχοῦ Ἁγιορείτου». Στὶς πρῶτες σελίδες μάλιστα τῆς δεύτερης αὐτῆς ἀκολουθίας ὑπάρχει καὶ σχετικὴ εἰκόνα τοῦ ὁσίου, φιλοτεχνημένη ἀπὸ τὸ Φώτη Κόντογλου, μὲ τὸν ὑποτιτλο «Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος ὁ θεόπνευστος»[15].
Γιατί ὅμως ἀκόμη δέν ἔχει καθιερωθεῖ ἐπίσημα ἡ μνήμη του; Δέν εἶναι μοναδικό φαινόμενο αὐτό.
Ἄς δοῦμε τί γράφει ὁ Πρωτοπρεσβύτερος π. Ἰωάννης Φωτόπουλος: «Παλαιότερα, στὸ ῞Αγιο ῎Ορος τὸν τιμοῦσαν στὶς 28 ᾿Ιανουαρίου μαζὶ μὲ τὸν ῞Αγιο ᾿Εφραίμ, ἐνῷ τώρα τελευταῖα στὶς 28 Σεπτεμβρίου.᾿Αλλὰ μήπως αὐτὴ ἡ καθυστέρηση τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς μνήμης του λυμαίνεται καθόλου τὴν ἁγιότητά του καὶ τὴν δόξα του; Μήπως ὁ᾿Αββᾶς ᾿Ισαὰκ δὲν εἶναι ῞Αγιος;
Κατ᾿ ἀρχάς, πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ὑπάρχουν πολλοὶ ῞Αγιοι, οἱ ὁποῖοι ἀναφερόμενοι ὡς ῞Αγιοι σὲ βιβλία Πατερικὰ, δὲν ἔχουν καθιερωμένη μνήμη ἤ, ὅπως συμβαίνει μὲ τὸν ῞Αγιο ᾿Ισαὰκ τὸν Σύρο, καθιερώθηκε ἡ μνήμη τους τὰ τελευταῖα χρόνια. ῎Ετσι, ματαίως θὰ ἀναζητήσει κάποιος ἡμέρα μνήμης π.χ. τοῦ῾Οσίου Θεογνώστου τῆς Φιλοκαλίας, ἐνῷ τῶν ῾Αγίου Διαδόχου Φωτικῆς, ῾Ησυχίου Πρεσβυτέρου, τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Καρπαθίου, τοῦ ῾Αγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα καὶ τοῦ ῾Αγίου Συμεὼν Θεσσαλονίκης, ἡ μνήμη καθιερώθηκε τὰ τελευταῖα χρόνια• παρὰ ταῦτα, ἡ ᾿Εκκλησία δέχεται ὡς αὐθεντικὸ ἐν Χριστῷ, δηλαδὴ ὡς ἁγιοπνευματικὸ τὸν Βίο τους, τὶς δὲ Διδαχές τους, ὡς ἀπόσταγμα τῆς ὑπ᾿ αὐτῶν ἐμπειρίας τῆς θεώσεως, τῆς ὑπ᾿ αὐτῶν «αἰσθήσεως ἐν Θεῷ», ὅπως γράφει ὁ ᾿Αββᾶς ᾿Ισαάκ. ῞Ολα αὐτὰ κατ᾿ ἐξοχὴν ἰσχύουν σὲ ὕψιστο βαθμὸ γιὰ τὸν ῞Αγιο᾿Ισαάκ. ῞Ολοι οἱ, μετὰ ἀπ᾿ αὐτὸν,᾿Ασκητικοὶ Πατέρες παραπέμπουν σ᾿ αὐτόν, ὡς ῞Αγιον ᾿Ισαάκ, ὡς ἔμπειρο Διδάσκαλο καὶ ἀγωνιστὴ στὸν πόλεμο κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ τῶν παθῶν, ὡς πνευματικὴ λυδία λίθο, μὲ τὴν ὁποία δοκιμάζονται οἱ ἐμπειρίες τῶν ἀγωνιζομένων, ἂν εἶναι ἐκ τοῦ Θεοῦ ἢ ἐκ τοῦ διαβόλου.
῾Ο Εὐεργετινὸς εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀποσπάσματα τῶν Λόγων του. Σ᾿ αὐτὸν παραπέμπει 29 (! ) φορὲς ὁ ῞Οσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνὸς (Θʹ αἰ.) στὰ ἔργα του, ποὺ δημοσιεύονται στὴν Φιλοκαλία. Ἐπίσης (σ’ αὐτόν παραπέμπει) ὁ ῞Οσιος Νικηφόρος ὁ Μονάζων, διδάσκαλος τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, ὁ ὁποῖος συνιστᾶ στοὺς῾Ησυχαστὲς τὴν μελέτη τῶν Λόγων του, τοποθετώντας αὐτὸν ἀνάμεσα στὸν ῞Αγιο ᾿Ιωάννη τῆς Κλίμακος καὶ τὸν ῞Αγιο Μάξιμο τὸν ῾Ομολογητή, οἱ ῞Αγιοι Κάλλιστος καὶ ᾿Ιγνάτιος οἱ Ξανθόπουλοι (26 παραπομπές). ᾿Απὸ τὸν ῞Αγιο Κάλλιστο τὸν Καταφυγιώτη ἀποκαλεῖται «ἡσυχίας ἄκρος ὑφηγητής».
῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γράφει: «...καρπὸν τῆς προσευχῆς ὁ ῞Αγιος ᾿Ισαὰκ προσηγόρευσε τὸν φωτισμόν• φησὶ γὰρ [ὁ ῞Αγιος ᾿Ισαάκ], ῾῾καθαρότης ἐστὶ νοός, ἐφ᾿ ᾗ διαυγάζει ἐν τῷ καιρῷ τῆς προσευχῆς τὸ φῶς τῆς ῾Αγίας Τριάδος• καὶ τότε ὁ νοῦς ὑπεράνω τῆς προσευχῆς γίνεται καὶ οὐ δεῖ καλεῖν ταύτην προσευχήν, ἀλλὰ τοκετὸν τῆς καθαρᾶς προσευχῆς, τῆς διὰ τοῦ Πνεύματος καταπεμπομένης᾿᾿ καὶ πάλιν ῾῾προσευχή ἐστι καθαρότης νοός, ἥτις μόνη ἐκ τοῦ φωτὸς τῆς ῾Αγίας Τριάδος μετ᾿ ἐκπλήξεως τέμνεται᾿᾿...» καὶ ὀνομάζει τὸν ῞Αγιο «ἐπόπτη καὶ συγγραφέα τῆς μυστικῆς ἐποπτείας».
Στὸν Βίο τοῦ ῾Οσίου Σάββα τοῦ Βατοπεδινοῦ, ὁ ῞Οσιος ᾿Ισαὰκ ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ βιογράφου του ῾Αγίου Φιλοθέου, ὡς «ὁ παθὼν ταῦτα καὶ μαθὼν [τὰ θεῖα] τὴν ἡσυχίαν τε καὶ θεωρίαν περιβόητος».
Σ᾿ αὐτὸν παραπέμπει ὁ μεγάλος Ρῶσος ῾Ησυχαστὴς Νεῖλος Σόρσκυ, ὁ ῞Αγιος Νικόδημος, ποὺ τὸν ἀποκαλεῖ «θεοφόρο φιλόσοφο», ὁ π. ᾿Ιουστῖνος Πόποβιτς[16], ποὺ τὸν ὀνομάζει «ἅγιο φιλόσοφο» καὶ «μεγάλο ἀσκητὴ» καὶ ὁ Γέροντας ῾Ιερώνυμος τῆς Αἰγίνης, ποὺ προτρέπει νὰ βγεῖ κανεὶς στὴ ζητιανιά, γιὰ νὰ ἀγοράσει τὸ βιβλίο του.
῾Ο Γέροντας Παΐσιος ἔλεγε: «῍Αν πήγαινε κανεὶς στὸ Ψυχιατρεῖο καὶ διάβαζε στοὺς ἀσθενεῖς τὸν᾿Αββᾶ ᾿Ισαάκ, θὰ γίνονταν καλὰ ὅσοι πιστεύουν στὸν Θεό, γιατὶ θὰ γνώριζαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς».
Στὶς ἐπιστολές του ὁ Γέροντας (ἐνν. ὁ Γέροντας Παΐσιος) γράφει: «Πολὺ βοηθᾶ ἡ μελέτη στὰ ᾿Ασκητικὰ τοῦ ᾿Αββᾶ ᾿Ισαάκ, διότι καὶ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς δίνει νὰ καταλάβει κανεὶς καὶ κάθε εἴδους μικρὸ ἢ μεγάλο κόμπλεξ καὶ ἐὰν ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ποὺ πιστεύει στὸ Θεό, τὸν βοηθάει γιὰ νὰ τὸ διώξη».
Στὸ Βίο τέλος, τοῦ Γέροντος διαβάζουμε: «Στὸ βιβλίο [τῶν ᾿Ασκητικῶν τοῦ ῾Αγίου ᾿Ισαάκ], ποὺ διάβαζε κάτω ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ ῾Αγίου, ποὺ κρατᾶ στὸ χέρι του ἕνα φτερὸ καὶ γράφει, σημείωσε: ῾῾᾿Αββᾶ μου, δός μου τὴν πέννα σου νὰ ὑπογραμμίσω ὁλόκληρο τὸ βιβλίο σου᾿᾿...».

῾Ο Γέρων Πορφύριος ἔλεγε: «Στενοχωριέται ὁ ᾿Αββᾶς ᾿Ισαάκ, ποὺ ἀναγκάζεται νὰ πεῖ τὰ μυστήρια καὶ τὰ βαθιὰ βιώματα τῆς καρδιᾶς του, ὁρμώμενος ἀπὸ ἀγάπη καὶ μόνο. Νὰ πῶς τὸ λέει: ῾῾῎Εγινα μωρός• δὲν ὑποφέρω νὰ φυλάξω τὸ μυστήριον ἐν σιωπῇ, ἀλλὰ γίνομαι ἀνόητος διὰ τὴν ὠφέλειαν τῶν ἀδελφῶν...᾿᾿. 
Κι ἐγὼ ὁ καημένος ἀπ᾿ τὴν ἀγάπη μου σᾶς λέω μερικὰ ἀπ᾿ ὅσα μοῦ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός».
᾿Απὸ ὅλες αὐτὲς τὶς μαρτυρίες τῶν ῾Αγίων Πατέρων καὶ συγχρόνων Γερόντων γίνεται ἐμφανὴς ἡ καθολικὴ ἀποδοχὴ τῆς ἁγιότητος τοῦ ᾿Αββᾶ ᾿Ισαὰκ καὶ τῶν ἁγίων συγγραμμάτων του, ἡ ὀρθοδοξία του καὶ ἡ γνησιότητα τῶν ἁγιοπνευματικῶν ἐμπειριῶν του»[17].


Ὑπάρχει καί μία ἀκόμη σοβαρή ἔνσταση γιά τόν Ἀββᾶ Ἰσαάκ: «Ὁ βασικὸς λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ δὲν ἔχει περιληφθεῖ στὸἉγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξης Ἐκκλησίας», γράφει ὁ Ἰωάννης Τάτσης[18], «εἶναι ὅτι προῆλθε ἀπὸ τοὺς κόλπους τῆς Νεστοριανικὴς Ἐκκλησίας.Ἐπίσκοπος χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν καθολικὸ τῆς Νεστοριανῆς Ἐκκλησίας Γεώργιο (600-680)»[19]. 


Εἶναι ὅμως πράγματι ἔτσι;
Γράφει ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος μέ ἀφορμή τήν ἔκδοση τοῦ βιβλίου τοῦ Ἐπισκόπου Ἱλαρίωνος Ἀλφέγιεφ: «Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος. Ὁ πνευματικός του κόσμος»[20] τά ἑξῆς: « Οἱ δυτικοὶ ἐρευνητὲς μελέτησαν τὸ νεστοριανὸ «Βιβλίο τῆς ἁγνότητος», ὅπου γίνεται λόγος γιὰ κάποιον ᾿Ισαάκ, ποὺ γεννήθηκε στὸ Beit Qatraye, στὸ Κατὰρ τῆς ᾿Αραβίας στὴν δυτικὴ ἀκτὴ τοῦ Περσικοῦ Κόλπου καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν νεστοριανὸ Givargis, περίπου τὸ 660, ἐπίσκοπος Νινευΐ. Μετὰ πέντε μῆνες παραιτήθηκε γιὰ ἄγνωστο λόγο καὶ ἀσκήτεψε στὸ ὄρος Matout. 

Μετὰ πῆγε στὴν Μονὴ Shabur, ὅπου πέθανε τυφλὸς ἀπὸ τὸ πολὺ διάβασμα. ῎Εγραψε καὶ κάποια βιβλία γιὰ τὴν ἀναχωρητικὴ ζωή.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν... φοβερὴ «ἀνακάλυψη», οἱ ἐρευνητὲς κατέληξαν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ ᾿Αββᾶς ᾿Ισαὰκ ποὺ γνωρίζουμε! Μὲ πολὺ μεγάλη εὐκολία ὁ ᾿Αλφέγιεφ περιφρονεῖ ὅλα τὰ ὑπάρχοντα στοιχεῖα τοῦ ὀρθοδόξου Βίου του: α) τὸν τόπο καταγωγῆς, ποὺ εἶναι ἡ Νινευῒ ἢ ἡ ῎Εδεσσα τῆς Μεσοποταμίας καὶ ὄχι τὸ Κατάρ, β) τὸν χρόνο γεννήσεως, ὁ ὁποῖος ὑπολογίζεται νὰ εἶναι 100 χρόνια ἐνωρίτερα, γ) τὴν διήγηση γιὰ τὴν αἰτία παραιτήσεώς του, τὴν ὁποία ἀποκαλεῖ «θρῦλο» καὶ τὴν ἄμεση ἀναχώρησή του καὶ ὄχι μετὰ πέντε μῆνες, δ) τὸν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του σὲ σκήτη καὶ ὄχι στὸ Μοναστήρι Σαμπούρ• πλάθει μύθους γιὰ τοὺς λόγους χειροτονίας καὶ παραιτήσεως ἀπὸ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα.῾Ο νεστοριανὸς ἱστορικὸς (;) εἶναι, γιὰ τὸν ᾿Αλφέγιεφ, πλήρως ἀξιόπιστος, ἐνῷ οἱ πληροφορίες τῶν ᾿Ορθοδόξων παραθεωροῦνται τελείως.
Πάντως, ἀπὸ τὴν σύγκριση τῶν δύο Βίων, γίνεται φανερὸ ὅτι συμβαίνει ἕνα ἀπὸ τὰ δύο: ἢ ὁ ὑπὸ τῆς νεστοριανῆς ἱστορικῆς πηγῆς ἀναφερόμενος ᾿Ισαὰκ εἶναι ἄλλο πρόσωπο, διάφορο τοῦ ῾Οσίου, ἢ οἱ πληροφορίες τοῦ ἱστορικοῦ (;), ποὺ γράφει δύο αἰῶνες μετὰ τὴν ἑλληνικὴ μετάφραση τοῦ Βίου[21], εἶναι συγκεχυμένες ἢ παραποιημένες. Τὸ γεγονός, ὅτι στὴν περιοχὴ τῆς Συρίας - Μεσοποταμίας - Περσίας ἦταν διαδεδομένος ὁ Νεστοριανισμός, δὲν σημαίνει πὼς ἐκεῖ δὲν ὑπῆρχαν ᾿Ορθόδοξοι καὶ πὼς ὁ ᾿Αββᾶς ᾿Ισαὰκ ᾿Επίσκοπος Νινευῒ ταυτίζεται μὲ τὸν ἀναφερόμενο ἀπὸ τοὺς Νεστοριανοὺς ᾿Ισαὰκ καὶ ὅτι δὲν εἶναι ᾿Ορθόδοξος.
Βαρύνουσα εἶναι ἡ θέση τοῦ Γέροντος Παϊσίου ὁ ὁποῖος «λυπημένος πολὺ καὶ προσευχόμενος, ἔλαβε ἄνωθεν πληροφορία περὶ τῆς᾿Ορθοδοξίας τοῦ ῾Αγίου»[22].
Βέβαια, ἀπὸ παλαιὰ δημιουργοῦνταν προβλήματα ταυτίσεως ᾿Ορθοδόξων Πατέρων μὲ αἱρετικούς.῾Ο ῞Αγιος Νικόδημος ὁ ῾Αγιορείτης γράφει γιὰ τὸν ῞Αγιο Βαρσανούφιο κυρίως, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλους ῾Αγίους, ποὺ κάποιοι τοὺς ταύτιζαν μὲ ὁμωνύμους τους αἱρετικούς: «...δύο ἐστάθησαν Βαρσανούφιοι, ἕνας ὁ παρὼν ῞Αγιος καὶ ὀρθοδοξότατος πατήρ, καὶ ἄλλος αἱρετικός, ἐκ τῆς αἱρέσεως τῶν μονοφυσιτῶν. ῞Οτι δὲ ὁ θεῖος οὗτος Βαρσανούφιος... ἦτον ὀρθοδοξότατος καὶ ἐδέχετο αὐτὸν ἡ τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία ὡς ῞Αγιον, ἐβεβαίωσε καὶ ὁ ῞Αγιος Πατριάρχης Ταράσιος... Βεβαιοῖ δὲ καὶ ὁ... Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἐν τῇ αὐτοῦ Διαθήκη [γράφων]• Προσέτι... ἀποδέχομαι... καὶ πάντων τῶν θεσπεσίων Πατέρων, Διδασκάλων τε καὶ ᾿Ασκητῶν τοὺς βίους τε καὶ τὰ συγγράμματα. Τοῦτο δὲ λέγω διὰ τὸν φρενοβλαβῆ Πάμφιλον, τὸν ἀπὸ ᾿Ανατολῆς φοιτήσαντα καὶ τούς δε τοὺς ῾Οσίους διαβαλόντα• λέγω δή, Μᾶρκον, ῾Ησαΐαν, Βαρσανούφιον, Δωρόθεόν τε καὶ ῾Ησύχιον».
῎Ετσι, τὸ κριτήριο ᾿Ορθοδοξίας τῶν ῾Αγίων εἶναι ἡ μαρτυρία τῶν μετ᾿ αὐτοὺς ῾Αγίων Πατέρων. Σήμερα πιθανὸν πολλοὶ ἐρευνητὲς θὰ ταύτιζαν τοὺς δύο Βαρσανουφίους, ἀκολουθώντας τὸν «φρενοβλαβῆ» Πάμφιλο.
῎Εχουμε καὶ ἕνα ἀρκετὰ πρόσφατο παράδειγμα. ῾Ο γνωστὸς ὀρθόδοξος θεολόγος John Meyendorff ἐπέμενε νὰ χαρακτηρίζει τὸν ῞Αγιο Σάββα τὸν Βατοπεδινὸ ἀντι-Ησυχαστὴ καὶ ἀντι-Παλαμίτη, ταυτίζοντας αὐτὸν ἐσφαλμένα μὲ κάποιον ἀντι-Ησυχαστὴ ὀνόματι Σάββα Λογαρᾶ, μέχρις ὅτου σὲ χειρόγραφο τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας ἀποκαλύφθηκε ἀπὸ τὸν καθηγητὴ Δ. Τσάμη, ὅτι τὸ ἐπώνυμο τοῦ ῾Αγίου ἦταν Τζῖσκος!
Στ᾿ ἀλήθεια, χρειαζόταν ἄραγε αὐτὴ ἡ ἐπιστημονικὴ μαρτυρία,γιὰ νὰ πεισθοῦμε περὶ τῆς ἁγιότητος τοῦ ῾Οσίου Σάββα τοῦ Βατοπεδινοῦ, ὅταν ἔχουμε τὴν κατὰ Χριστὸν ἐπιστήμη, δηλαδὴ τὸ θαυμαστὸ Βίο του καὶ τὴν μαρτυρία τοῦ ῾Αγίου Φιλοθέου;» καταλήγει ὁλοκληρώνοντας τήν τεκμηριωμένη θέση του ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος[23].
Ἡ ὀρθοδοξότητα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ διατρανώνεται καί ἀπό ἄλλους ἐπιστήμονες. Γράφει ὁ Ἰωάννης Τάτσης παραπέμποντας στόν π. Θεόδωρο Ζήση: «Ὅπως σημειώνει ὁ καθηγητὴς π. Θεοδωρος Ζήσης σὲ σχετικὸ ἄρθρο του στὸν 1ο τόμο τῆς Ἐπετηρίδος τοῦ Τμήματος Ποιμαντικὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Θεσσαλονίκης «φαίνεται ὅτι (ἐνν. ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ) μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ διεφυλάχθη καθαρὸς ἀπὸ τὴν νεστοριανὴν αἵρεσιν, ὅπως τοῦτο συνάγεται ἐκ τῆς ἀναγνώσεως τῶν ἔργων του. Εἰς αὐτὰ ἀποκαλεῖ τὴν Παναγίαν Θεοτόκον. Ἀναφερόμενος δὲ εἰς τὴν ἐνανθρώπησιν ὁμιλεῖ ὀρθοδόξως καὶ δὲν νεστοριανίζει»[24]. Ἡ ὀρθοδοξότητα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ», συνεχίζει ὁ Ἰωάννης Τάτσης, «συνάγεται καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ νεστοριανὴ Ἐκκλησία ἀντιμετώπισε μὲ ἐπιφυλάξῃ τὰ συγγράμματά του, ὁ νεστοριανὸς δὲ ἐπίσκοπος τῆς Garmai Bar Toubanitha Δανιὴλ ἔγραψε ἀναίρεση τῆς διδασκαλίας του[25]. Ἡ διάσωση τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ ἀπὸ τὸ Νεστοριανισμὸ εἶχε σὰνἀποτέλεσμα, νὰ διαδοθοῦν τὰ συγγράμματά του σὲ ὅλο τὸ χριστιανικὸ κόσμο, ἀσκώντας μεγάλη ἐπιδράση ἀφενός καὶ ἀφ΄ ἑτέρου νὰἀναγνωρίζεται ἀπὸ ὅλους σὰν ἅγιος καὶ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ μάλιστα ἀπὸ μεγάλους Πατέρες, ὅπως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁΣιναΐτης, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλάμας καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης[26]» παρατηρεῖ ὁ Ἰωάννης Τάτσης[27].
Ἔπειτα ἀπ΄ ὅλα αὐτά, εἶναι ποτέ δυνατόν νά δεχθοῦμε ὅτι ὁ ὀρθοδοξότατος Ἀββᾶς Ἰσαάκ καταδέχθηκε νά χειροτονηθεῖ Ἐπίσκοπος ἀπό ἕναν αἱρετικό, ὅπως ἦταν ὁ Νεστοριανός Γεώργιος; Ἄν ἔζησε τόν 7ο αἰῶνα, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ Δυτικοί ἐπιστήμονες, δέν εἶχε μάθει γιά τήν καταδίκη τοῦ Νεστορίου καί τῶν ὁπαδῶν του; Τόσο χαλαρή δογματική συνείδηση εἶχε; Αὐτό καί μόνο νά τό σκεφτοῦμε, ἀπότελεῖ βλασφημία γιά τόν Ἅγιο καθώς καί γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού κατοικοῦσε μέσα του.
Λανθασμένα καί ὁ συγγραφέας τῆς ἐργασίας, The ascetical Homilies of Saint Isaac the Syrian, ἀκολουθεῖ τήν γνώμη τῶν ἐπιστημόνων τῆς Δύσης[28]. Στήν Εἰσαγωγή του γράφει ὅτι ἴσως ὁ (κατά τά δικά του γραφόμενα, πολύ μορφωμένος καί χαρισματοῦχος) Ἀββᾶς Ἰσαάκ συγχέει τό Βυζαντινό μέ τό Περσικό ἡμερολόγιο, ὅταν γράφει ὅτι οἱ δαίμονες ἔχουν ἡλικία 6000 ἐτῶν.[29] Λανθασμένα ὁ ἀνωτέρω συγγραφέας ἀκολουθεῖ τό νεστοριανό βιβλίο τῆς Ἁγνότητας καί ταυτίζει τόν Ἀββᾶ Ἰσαάκ τόν Σύρο μέ κάποιον Ἰσαάκ ἐπίσκοπο Νινευί, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τό Κατάρ, χειροτονήθηκε ἀπό Νεστοριανό ἐπίσκοπο (τόν Γεώργιο) καί ἔζησε στά τέλη τοῦ 7ου αἰῶνα. Μάλιστα γιά νά ἑρμηνεύσει τό γεγονός τοῦ πῶς δέχτηκε νά χειροτονηθεῖ, αὐτός ὁ τέλειος ἡσυχαστής, ἐπιστρατεύει τήν ἱστορική μαρτυρία γιά κάποιο σχίσμα στήν τοπική Νεστοριανική Ἐκκλησία, τό ὁποῖο ὁ Γεώργιος προσπάθησε νά θεραπεύσει χρησιμοποιώντας ὡς «μοχλό», τήν χειροτονία τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ[30].
Ἄν εἶναι δυνατόν!!! Πῶς ἄραγε μποροῦμε νά δεχθοῦμε τόν Ὀρθοδοξότατο Ἀββᾶ, νά βοηθεῖ ἕναν αἱρετικό ἐπίσκοπο στό νά συμφιλιωθεῖ μέ κάποιους «ἀντάρτες» ἐπισκόπους τῆς αἱρετικῆς Ἐπισκοπῆς του, γιά νά ἐπέλθει ἡ ἑνότητα στήν τοπική αἱρετική ἐκκλησία;!!!
Θά ἄφηνε ποτέ τήν πολυπόθητη ἡσυχία του καί τίς δογματικές διαφορές, πού τόν χώριζαν ἀπό τούς αἱρετικούς, γιά νά χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπός τους, ἐνῶ ... κατά βάθος θά παρέμενε ὀρθόδοξος;;; Εἶναι ἀδύνατον νά σκεφτοῦμε γιά ἕναν ὀρθόδοξο ἅγιον ὅτι ἐνήργησε μέ τέτοιον τρόπο, διότι αὐτό συνιστᾶ ἄρνηση τῆς ὀρθοδοξίας του.
Μᾶς λέγουν , ὁ π. Ἱλαρίων καί ὅσοι ὑποστηριζουν ὅτι ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ἦταν μετριοπαθής νεστοριανός ὅτι ἀνῆκε στήν λεγόμενη Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς καί αὐτό εἶναι πρός τιμήν του διότι «ὅπως λέγει[31] «ὁ λόγος τοῦ ἁγίου ᾿Ισαάκ... διέσχισε τοὺς ὁμολογιακοὺς φραγμοὺς» καὶ «τὰ γραπτά του συνεχίζουν νὰ τραβοῦν τὴν προσοχὴ τῶν χριστιανῶν, ποὺ ἀνήκουν σὲ διάφορες παραδόσεις, ἀλλὰ μοιράζονται τὴν κοινὴ πίστη στὸ Χριστό, ποὺ μετέχουν στὴν ἀναζήτηση τῆς σωτηρίας». Αὐτό, βέβαια», παρατηρεῖ ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος «εἶναι ἡ μισὴ ἀλήθεια. ῎Οντως ἀναζητοῦν τὴν σωτηρία οἱ ἑτερόδοξοι, ἀλλὰ δὲν μοιράζονται τὴν σωτήρια πίστη τοῦ῾Αγίου ᾿Ισαὰκ καὶ τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, στὴν ῾Οποία ἀνήκει»[32].
Ποιά εἶναι αὐτή ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς; Εἶναι μία νεστοριανή «ἐκκλησία». Ἀλλ’ αὐτό βεβαίως συνιστᾶ ἐκκλησιολογικό πρόβλημα. Πῶς μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ Ἅγιος κάποιος πού δέν πιστεύει ὀρθά; Εἶναι σαφέστατη ἐκκλησιολογική θέση-πίστη ὅτι μόνο ὅταν ὀρθοδοξεῖ καί ὀρθοπρακτεῖ κάποιος, τότε καί μόνον τότε, φθάνει στήν θέωση δηλ. στήν ἁγιότητα.
Ἄς δοῦμε τί γράφει σχετικά ὁ π. Ἰωάννης: «῾Ο συγγραφέας[33] δὲν ἔχει ἐπίσης πρόβλημα μὲ τὴν νεστοριανὴ «ἐκκλησία τῆς ᾿Ανατολῆς», ἡ ὁποία ἂν καὶ «συνέχισε νὰ μνημονεύει τὸν Θεόδωρο καὶ τὸν Διόδωρο»• ἂν καὶ «συμπεριέλαβε τὸ ὄνομα τοῦ Νεστορίου στὰ δίπτυχα...»• ἂν καὶ «ἀκολουθοῦσε τὴ θεολογικὴ καὶ χριστολογικὴ σκέψη, ποὺ βρισκόταν πιὸ κοντὰ σὲ αὐτὴν τοῦ Νεστορίου» δὲν εἶναι νεστοριανή!!! ...᾿Αλλὰ οὔτε μὲ τὴν ἐκκλησία τῶν ᾿Ιακωβιτῶν ἔχει πρόβλημα ὁ συγγραφέας, ἡ ὁποία «ἀποκαλεῖται ἐπίσης ῾῾μονοφυσιτικὴ᾿᾿ ἀπὸ τοὺς θεολογικοὺς ἀντιπάλους της», ὅπως ἐξ ἄλλου καὶ ἡ «ἐκκλησία τῆς ᾿Ανατολῆς» εἶναι «νεστοριανή», «ὅπως ἰσχυρίζονταν οἱ ἐχθροί της»!!! ῞Ολες αὐτὲς εἶναι ἐκκλησίες. ῾Η διαφορὰ εἶναι ὅτι στὴν μιὰ περίπτωση (᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία) ἔχουμε τὴν «ἑλληνόφωνη βυζαντινὴ παράδοση», στὴν ἄλλη (Νεστοριανοὶ) τὴν «ἀνατολικο-συριακὴ παράδοση» καὶ στὴν τρίτη (Μονοφυσῖτες) «δυτικο-συριακὴ παράδοση».
῎Ετσι ὁ ἐπίσκοπος ᾿Αλφέγιεφ:
• Δημιουργεῖ μιὰ σύγχυση καὶ ἐνσπείρει ἀμφιβολίες περὶ τῆς Μοναδικότητος καὶ τῆς ᾿Αληθείας τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας.
• ᾿Εμβάλλει ἀμφιβολίες περὶ τῆς ᾿Αληθείας, ποὺ ἐκφράζεται διὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
• Βάζει, ὡς μὴ ὤφειλε, στὸ στόμα τοῦ ῾Αγίου βλάσφημες κακοδοξίες καὶ κλονίζει τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν πιστῶν στὴν Διδασκαλία καὶ τὴν ῾Αγιότητά του.
• Καὶ τέλος, κατατάσσοντας τὸν ῞Αγιο ᾿Ισαὰκ στοὺς Νεστοριανούς, τὸν ἀδικεῖ, ἀκυρώνει τὴν ᾿Ορθοδοξία του καὶ διαστρέφει τὴν βασικὴ πίστη τῆς ᾿Εκκλησίας, ὅτι ῞Αγιος εἶναι μόνο ὁ θεωθεὶς καὶ ὅτι ἡ θέωση εἶναι τὸ τελειότερο δῶρο, ποὺ προσφέρεται μόνο μέσα στὴν κοινωνία τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας»[34].
Ὁ ὑποτιθέμενος Ἀββᾶς Ἰσαάκ Σύρος πού οἱ Δυτικοί (μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ Wensinck[35]), ἀλλά καί ὁ συγγραφέας τοῦ ἔργου, Theascetical homilies, τόν ταυτίζουν μέ τόν Ἰσαάκ ἐπίσκοπο Νινευί (πού ζεῖ 100 χρόνια ἀργότερα ἀπό τόν Ἀββᾶ Ἰσαάκ τόν Σύρο), καί ἐγκατέλειψε τήν ἐπισκοπή του[36] πέντε μῆνες μετά τήν χειροτονία του, γιά ἄγνωστο λόγο. Ἀντίθετα σύμφωνα μέ ἀραβικό χειρόγραφο τοῦ Βατικανοῦ[37], ὁ ἅγιος ἀναχώρησε ἀπό τήν ἐπισκοπή του κατά τήν ἴδια ἡμέρα τῆς χειροτονίας του. Αὐτό φαίνεται ἀδικαιολόγητο γιά τούς ὑποστηρικτές τοῦ «Βιβλίου τῆς Ἁγνότητας» καί τῆς ταύτισης τοῦ ἐκεῖ ἀναφερομένου Ἰσαάκ[38] μέ τόν ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σύρο. Ἄραγε, ἀναρωτιοῦνται[39], δέν γνώριζε ἐκ τῶν προτέρων ὁ Ἅγιος τί σημαίνει τό νά γίνει Ἐπίσκοπος κάποιος;
Βεβαίως καί γνώριζε ὁ ἅγιος τίς ταλαιπωρίες τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος ἐκ τῶν προτέρων[40].
Ὅμως πρέπει νά δεχθοῦμε ὅτι ὁπωσδήποτε πιέστηκε γιά νά δεχθεῖ τήν χειροτονία. Τελικά κάνοντας ὑπακοή στούς ἐκπροσώπους τῆς τοπικῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Νινευί, χειροτονήθηκε. Παρόλα αὐτά, ὅταν εἶδε ὅτι τά μέλη τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, δέν εἶχαν καμμιά διάθεση νά ὑπακούσουν στό Εὐαγγέλιο (ὁπότε οὔτε στόν ἐπίσκοπό τους θά ὑπήκουαν) ἀναχώρησε πάραυτα στήν ἀγαπημένη του ἡσυχία.
Σχετικὰ μὲ τὰ συγγράμματα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ ὑπάρχουν πολλὲς ἀπόψεις ὡς πρὸς τὸν ἀριθμό, τὴν ποσότητα καὶ τήν μορφή[41]. Τὸμεγαλύτερο πάντως μέρος τῶν συγγραμμάτων αὐτῶν ἀναφέρεται στή μοναχικὴ ζωή, εἶναι χωρισμένο σὲ λόγους, πού ποικίλλουν ὡς πρὸς τὸν ἀριθμὸ ἀπὸ κώδικα σὲ κώδικα, καὶ διασῴζεται σὲ πολλὰ χειρόγραφα. Τὸ ἑλληνικὸ κείμενο τῶν λόγων τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ πούκυκλοφορεῖ στηρίζεται στή μεταφράση ἀπὸ τὰ συριακὰ πού ἔγινε τὸν 9ο αἰῶνα στὴν ἑλληνόφωνη μονὴ τοῦ ἁγίου Σάββα τῆς Παλαιστίνηςἀπὸ τοὺς μοναχοὺς Πατρίκιο καὶ Ἀβράμιο»[42]. Σχετικά μέ τά συγγράμματα πού ἀποδίδονται στόν Ἀββᾶ Ἰσαάκ πρέπει νά προσεχθοῦν αὐτά πού σημειώνει ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος στήν μνημονευθεῖσα ἐργασία του: «Μετά τὴν ψευδοανακάλυψη, ὅτι ὁ ῞Αγιος ᾿Ισαὰκ ἦταν Νεστοριανός, ἀκολούθησε καὶ ἄλλη «ἀνακάλυψη».
Κάποιος Dr. Sebastian Brock ἀνακάλυψε τὸ 1983 σὲ βιβλιοθήκη τῆς ᾿Οξφόρδης ἕνα χειρόγραφο τοῦ Ιʹ ἢ ΙΑʹ αἰ., ποὺ περιεῖχε στὴν Συριακὴ γλῶσσα μιὰ συλλογὴ ᾿Ασκητικῶν Λόγων (ΜΑʹ Κεφάλαια) στὸ ὄνομα ᾿Ισαὰκ τῆς Νινευΐ. Τοὺς περισσότερους Λόγους ἐξέδωσε ὁ Brock σὲ ἀγγλικὴ μετάφραση τὸ 1995. ῾Υποτίθεται ὅτι αὐτὰ εἶναι κείμενα γνήσια τοῦ ᾿Αββᾶ᾿Ισαάκ.῞Ομως, ὅπως ὁμολογεῖ ὁ Ἐπίσκοπος ᾿Αλφέγιεφ, αὐτὴ ἡ συλλογὴ «δὲν μεταφράσθηκε στὴν ῾Ελληνικὴ καὶ δὲν γνώρισε τὴ διάδοση τῆς πρώτης». Γιατί ἄραγε; ῾Υπῆρχε λόγος;
Μάλιστα, ὑπάρχουν δύο λόγοι σοβαρότατοι.
α) Διότι, κατὰ τὴν ᾿Ορθόδοξη Παράδοση, τὰ κείμενα αὐτὰ δὲν ἀνήκουν στὸν ῞Οσιο ᾿Ισαάκ[43]. Πουθενὰ ἀπὸ ὀρθοδόξου πλευρᾶς δὲν γίνεται μνεία γιὰ τὰ κείμενα αὐτά. ῍Αν κάποιος περιφρονήσει τὴν ἀξία, ποὺ ἔχει ἡ σιωπὴ τῶν ᾿Ορθοδόξων γιὰ τὰ κείμενα αὐτά, πέφτει ἀμέσως στὴν δίνη τῆς δυτικῆς «ἐπιστημονικῆς» συγχύσεως.
Νὰ μία μικρὴ γεύση της: Πολλοὶ δυτικοὶ μελετητὲς παρατηροῦν ὅτι τὴν περίοδο αὐτὴ στὴν περιοχὴ Συρίας - Μεσοποταμίας ὑπάρχουν πολλοὶ συγγραφεῖς μὲ τὸ ὄνομα ᾿Ισαάκ, ὅπως εἶναι ὁ ᾿Ισαὰκ ᾿Αντιοχείας, οἱ μονοφυσίτες ᾿Ισαὰκ τῆς ᾿Αμίδας καὶ ᾿Ισαὰκ ᾿Εδέσσης καὶ κάποιος ᾿Ορθόδοξος ᾿Ισαὰκ ἀπὸ τὴν ῎Εδεσσα, ὁ ὁποῖος κατ᾿ ἄλλους εἶναι Νεστοριανός. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ δημιουργεῖ στοὺς ἐρευνητὲς ἀμφιβολίες ὡς πρὸς τὴν πατρότητα τῶν κειμένων, ποὺ φέρουν τὸ ὄνομα τοῦ ᾿Ισαὰκ τῆς Νινευΐ.
᾿Αλλὰ καὶ ὁ Ἐπίσκοπος ᾿Αλφέγιεφ διατελεῖ ἐν συγχύσει, προσπαθώντας νὰ ξεκαθαρίσει τὰ κείμενα. ᾿Ιδοὺ τὶ γράφει: «῾Ο Bedjan δίνει μερικὰ ἀποσπάσματα..., ἀλλὰ αὐτὰ τὰ κείμενα ἀνήκουν στὴν πραγματικότητα στὸν Dadisho ἀπὸ τὸ Κατάρ... ἐπίσης ἀναφέρει τὴν Βίβλο τῆς Χάριτος, ποὺ ἀποδίδεται στὸν ᾿Ισαάκ.῾Ο D. Miller ὑποστηρίζει πὼς... ἀνήκει στὴν πέννα τοῦ Συμεὼν d-Taibutheh». ᾿Ακόμα καὶ ἀπὸ τὰ γνήσια κείμενα τοῦ ῾Αγίου ὁρισμένα τὰ ἀποδίδει ὁ ᾿Αλφέγιεφ σὲ αἱρετικούς. Πλήρης καὶ καθολικὴ σύγχυση! Γιὰ μᾶς τοὺς ᾿Ορθοδόξους, βέβαια, οἱ ὁποῖοι ἐμπιστευόμαστε τὴν Παράδοση, τὰ πράγματα εἶναι ἁπλᾶ: δὲν δεχόμεθα, δὲν παραλαμβάνουμε «ἀλλαχόθεν», δηλαδὴ ὑπὸ τῶν κλεπτῶν καὶ ληστῶν τῆς σωτηρίας μας αἱρετικῶν ὅ,τι δὲν μᾶς παραδίδει ἡ ῾Αγία ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία διὰ τῶν ῾Αγίων Πατέρων.
Παρὰ ταῦτα, ἄς δοῦμε καὶ τὸν δεύτερο, οὐσιαστικὸ λόγο ἀπορρίψεως τῶν κειμένων αὐτῶν.
β) Διότι σὲ πολλὰ σημεῖα τὰ κείμενα αὐτὰ γέμουν κακοδοξιῶν καὶ παραπέμπουν σὲ αἱρετικούς.
1) ᾿Απὸ τὰ κείμενα, ἀποσπάσματα τῶν ὁποίων παραθέτει ὁ ᾿Αλφέγιεφ, γίνεται φανερὸ ὅτι ὁ συγγραφεὺς ψευδο-᾿Ισαὰκ εἶναι Νεστοριανός.
᾿Ιδοὺ ἀποσπάσματα:
I) Δοξάζω τὴ θεία Σου Φύση Κύριε, ἐπειδὴ ἔκανες τὴ φύση μου... τόπο ὅπου μπορεῖς νὰ κατοικήσεις καὶ ναὸ ἅγιο γιὰ τὴ Θεότητά Σου, δηλαδὴ γιὰ ᾿Εκεῖνον, ποὺ κρατᾶ τὰ σκῆπτρα τῆς Βασιλείας σου... τὸ ἔνδοξο σκήνωμα τῆς αἰώνιας ῞Υπαρξής Σου... τὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό...
᾿Εδῶ βλέπουμε νὰ διαχωρίζεται ἡ Θεία φύση ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη• ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι ἁπλῶς «ναὸς» καὶ «ἔνδοξο σκήνωμα τῆς Θεότητος». Πρόκειται γιὰ τὴν νεστοριανὴ πλάνη.
II) Δὲν διστάζουμε νὰ ἀποκαλοῦμε τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Κυρίου μας -καὶ εἶναι ὄντως ἀληθινὸς ἄνθρωπος- «Θεὸ» καὶ «Δημιουργὸ» καὶ «Κύριο»... Εἶπε ἀκόμα καὶ στοὺς ᾿Αγγέλους νὰ τὸν λατρεύουν... Παραχώρησε σ᾿ Αὐτὸν νὰ λατρεύεται ἀδιάκριτα μαζὶ μὲ ᾿Εκεῖνον, μὲ μιὰ ἑνιαία πράξη λατρείας γιὰ τὸν ῎Ανθρωπο, ποὺ ἔγινε Κύριος καὶ γιὰ τὴ Θεότητα ἐξίσου. Κι ἐδῶ βλέπουμε δύο χωριστὰ πρόσωπα: «᾿Εκεῖνον» καὶ «Αὐτὸν» [ἄλλον καὶ ἄλλον], τὸν «῎Ανθρωπο» μὲ κεφαλαῖο Α καὶ τὴν «Θεότητα», στοὺς ὁποίους ἀπονέμεται ἡ ἴδια τιμή! Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὁ ἱερὸς Δαμασκηνὸς ἀποκαλοῦσε τὸν Νεστόριο «ὀλεθριώτατον ἀνθρωπολάτρην», ἀφοῦ θεωρώντας τὸν Χριστὸ ἄνθρωπο, ἔστω καὶ μὲ κεφαλαῖο Α, τὸν λατρεύει ὡς Θεό.
2) Τὰ κείμενα παραπέμπουν σὲ αἱρεσιάρχες καὶ τοὺς ἐπαινοῦν.
Γιὰ νὰ γίνουμε ἀντιληπτοί, κρίνουμε ἀπαραίτητο νὰ ποῦμε περισσότερα γιὰ τὸν Νεστόριο καὶ τοὺς ὁμόφρονές του.῾Ο Νεστόριος, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (†450/1), πίστευε ὅτι στὸν Χριστὸ ὑπάρχουν ὄχι μόνον δύο φύσεις, ἀλλὰ καὶ δύο πρόσωπα. Δὲν μποροῦσε μὲ τὴν ἐπηρμένη λογική του νὰ δεχθεῖ τὴν ἑνότητα τῶν δύο φύσεων στὸ [ἕνα] Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τὴν πρόσληψη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως εἰς τὴν ῾Υπόστασιν τοῦ Θεοῦ Λόγου, ποὺ εἶναι καὶ ἡ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Γι᾿ αὐτὴ κυρίως τὴν πλάνη καὶ ἀναθεματίσθηκε ὡς αἱρετικὸς ἀπὸ τὴν Γʹ ἐν ᾿Εφέσῳ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (431). ᾿Αλλὰ ἡ πλάνη αὐτὴ εἶχε ξεκινήσει ἀπὸ τὸν διδάσκαλο τοῦ Νεστορίου, τὸν Θεόδωρο ἐπίσκοπο Μοψουεστίας (392-428) καὶ ἀπὸ τὸν Διόδωρο Ταρσοῦ (†392), διδάσκαλο τοῦ Θεοδώρου. ῾Ο Θεόδωρος ὁμιλεῖ γιὰ «συνάφειαν», δηλαδὴ ἕνωσιν δύο ἐντελῶς χωριστῶν ὄντων «κατὰ ἐπαφήν»• πίστευε ἐπίσης, ὅτι «πρὸ τῆς ᾿Αναστάσεως ὁ Χριστὸς ἠδύνατο νὰ ἁμαρτήση καὶ νὰ αἰχμαλωτισθῆ ἀπὸ ρυπαροὺς λογισμούς». Γιὰ τὶς πλάνες του, μετὰ θάνατον, καταδικάσθηκε ἀπὸ τὴν Εʹ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (553 μ.Χ.).
Διαβάζουμε στὰ Πρακτικά: «῞Οταν, λοιπόν, ἐφέραμεν εἰς τὸ μέσον τὰς κατεσπαρμένας εἰς τὰ βιβλία του [τοῦ Θεοδώρου] βλασφημίας, ἐθαυμάσαμεν εἰς αὐτὰς τὴν μακροθυμίαν τοῦ Θεοῦ πῶς δὲν ἐκάη αὐτοστιγμεὶ ἀπὸ τὸ θεῖον πῦρ ἡ γλῶσσα του καὶ ὁ νοῦς του, ποὺ ἐξήμεσαν τοιαῦτα πράγματα... Οὔτε οἱ δαίμονες δὲν ἐτόλμησαν νὰ εἴπουν ποτὲ τοιαῦτα πράγματα ἐναντίον Σου!» (᾿Απὸ τὸ βιβλίο τοῦ Σεβ. μητροπολίτου Νικοπόλεως κ. Μελετίου: «῾Η Πέμπτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος»).
῾Ο ῞Αγιος Κύριλλος ᾿Αλεξανδρείας γράφει γιὰ τὸν Θεόδωρο καὶ τὸν Διόδωρο σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν βασιλέα Θεοδόσιο: «῾Υπῆρξε ἕνας Θεόδωρος καὶ πρὸ αὐτοῦ ἕνας Διόδωρος... Αὐτοὶ ὑπῆρξαν οἱ πατέρες τῆς ἀσεβείας τοῦ Νεστορίου. Καθ᾿ ὅσον εἰς τὰ βιβλία ποὺ συνέθεσαν βλασφημοῦν ὑπέρογκα κατὰ τοῦ πάντων ἡμῶν Σωτῆρος Χριστοῦ».
Καὶ ὅμως, αὐτοὶ οἱ αἱρεσιάρχες στὰ κείμενα τοῦ ψευδο-᾿Ισαὰκ ἀναφέρονται ὡς οἱ μεγαλύτεροι διδάσκαλοι! «῞Οποιος θέλει μπορεῖ νὰ στραφεῖ στὰ γραπτὰ τοῦ Εὐλογημένου ῾Ερμηνευτή», γράφει περὶ τοῦ Θεοδώρου Μοψουεστίας ὁ ψευδο᾿Ισαάκ, «σὲ ἕναν ἄνθρωπο...», ποὺ «τοῦ παραδόθηκαν μὲ ἐμπιστοσύνη τὰ κρυμμένα μυστήρια τῆς ῾Αγίας Γραφῆς... Τὸν δεχόμαστε, μᾶλλον, σὰν ἕναν ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, καὶ ὅποιος ἀντιτάσσεται στοὺς λόγους του... τὸν θεωροῦμε ξένο πρὸς τὴν κοινότητα τῆς᾿Εκκλησίας». Τὸν Διόδωρο Ταρσοῦ ἀποκαλεῖ «μεγάλο διδάσκαλο τῆς᾿Εκκλησίας» καὶ «ἱερὸ Διόδωρο», ἐνῶ καὶ οἱ δύο, Θεόδωρος καὶ Διόδωρος, ἀποκαλοῦνται στύλοι τῆς ᾿Εκκλησίας!
 

3) Τὰ κείμενα ἐνστερνίζονται τὴν ὠριγενιστικὴ πλάνη τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων. ῾Ο Θεόδωρος Μοψουεστίας καὶ ὁ Διόδωρος, ἀντίθετα ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ διδασκαλία, δέχονταν τὶς ἰδέες τοῦ ᾿Ωριγένους (185-253/4) περὶ ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων, δηλαδὴ τὴν κακοδοξία περὶ τοῦ τέλους τῆς κολάσεως καὶ τῆς εἰσόδου ὅλων στὸν Παράδεισο.

῾Ο ψευδο-᾿Ισαὰκ σ᾿ αὐτοὺς παραπέμπει, γιὰ νὰ θεμελιώσει τὴν κακοδοξία περὶ τοῦ τέλους τῆς Γεέννης. Παραπέμπει στὸν Θεόδωρο, ὁ ὁποῖος γράφει: «...Ποτὲ δὲν θὰ ἔλεγε ὁ Χριστός...

῾῾δαρήσεται πολλὰς᾿᾿ καὶ ῾῾δαρήσεται ὀλίγας᾿᾿, ἂν οἱ ποινές, ποὺ ἀναλογοῦν στὶς ἁμαρτίες μας δὲν ἦταν νὰ λάβουν κάποτε τέλος». Παραπέμπει καὶ στὸν Διόδωρο, ὁ ὁποῖος λέει: «οἱ ραβδισμοί, ποὺ περιμένουν τοὺς κακοὺς δὲν εἶναι αἰώνιοι... μπορεῖ νὰ βασανίζονται ὅπως τοὺς ἀξίζει, γιὰ ἕνα σύντομο μόνο διάστημα... ὅμως, κατόπιν τοὺς περιμένει ἡ εὐτυχία τῆς ἀθανασίας, ποὺ εἶναι παντοτινή».


Μὲ βάση αὐτὲς τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες, ὁ ψευδο-᾿Ισαὰκ κάνει ἕνα ἅλμα βαθύτερο στὴν πλάνη: «Εἶναι ξεκάθαρο πὼς ὁ Θεὸς δὲν ἐγκαταλείπει τοὺς πεπτωκότες, καὶ πὼς δὲν θὰ ἀφήσει τοὺς δαίμονες νὰ παραμείνουν στὴν δαιμονική τους κατάσταση, οὔτε τοὺς ἁμαρτωλοὺς στὶς ἁμαρτίες τους. ᾿Αντιθέτως θὰ τοὺς ὁδηγήσει σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση τῆς τέλειας ἀγάπης καὶ τῆς ἀπάθειας τοῦ νοῦ, τὴν ὁποία κατέχουν ἤδη οἱ ἅγιοι ἄγγελοι... ῎Ισως νὰ φθάσουν σὲ μιὰ τελειότητα ἀκόμη μεγαλύτερη καὶ ἀπὸ αὐτὴν τῆς παρούσας ὕπαρξης τῶν ἀγγέλων»! (᾿Ισαὰκ Σύρου, ᾿Ασκητικά, μετάφραση ἀπὸ τὰ Συριακά, ἐκδ. «Θεσβίτης», τ. Β3, σελ. 159-160).
Οἱ δαίμονες νὰ γίνουν ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς ᾿Αγγέλους! ῾Ο ψευδο-᾿Ισαάκ, φαίνεται, βάλθηκε νὰ πραγματοποιήσει τὰ ἀρχέγονα ἀνόητα σχέδια τοῦ ᾿Εωσφόρου, θέτοντας αὐτὸν πάνω ἀπὸ ὅλους»[44]. Ἕνα ἄλλο σημεῖο πού χρήζει προσοχῆς εἶναι τό γεγονός ὅτι τά «νεοανακαλυφθέντα» Ἀσκητικά υἱοθετοῦν τήν καταδικασμένη ἀπό τήν Ἐκκλησία διδασκαλία περί τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων καί τῆς μή αἰωνιότητος τῆς κολάσεως θεμελιώνοντάς την τάχα στήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅμως «Εἰδικά ὁ ᾿Αββᾶς ᾿Ισαάκ», παρατηρεῖ ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος, «στὰ θεόπνευστα κείμενά του σχετικὰ μὲ τὸ θέμα τῆς ἀγάπης, ὁμιλεῖ περὶ τῆς ἀγάπης τῶν ῾Αγίων πρὸς κάθε πλάσμα, ἀκόμα καὶ πρὸς τοὺς δαίμονες, ἀλλὰ δὲν ἀκυρώνει τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου μας περὶ αἰωνίου ζωῆς καὶ αἰωνίου κολάσεως:

«᾿Ηρωτήθη πάλιν... τί δὲ εἶναι καρδία ἐλεήμων; καὶ εἶπε. Καρδία ἐλεήμων εἶναι καῦσις ὑπὲρ πάσης τῆς κτίσεως, ἤγουν ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, καὶ τῶν ὀρνέων, καὶ τῶν ζώων, καὶ τῶν δαιμόνων, καὶ ὑπὲρ παντὸς κτίσματος, ἐκ τῆς ἐνθυμήσεως καὶ τῆς θεωρίας τῶν ὁποίων ρέουσιν οἱ ὀφθαλμοὶ δάκρυα, καὶ ἐκ τῆς πολλῆς συμπαθείας καὶ ἐλεημοσύνης σμικρύνεται ἡ καρδία τοῦ ἐλεήμονος, καὶ δὲν δύναται νὰ ὑποφέρῃ ἢ νὰ ἴδῃ ἢ ν᾿ ἀκούσῃ βλάβην τινὰ ἢ λυπηρόν τι γινόμενον εἰς τὴν κτίσιν. Καὶ διὰ τοῦτο καὶ ὑπὲρ τῶν ἀλόγων ζώων, καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀληθείας, καὶ ὑπὲρ τῶν βλαπτόντων αὐτόν, εὔχεται κατὰ πᾶσαν ὥραν μετὰ δακρύων προσφέρει (;), ὅπως φυλάξῃ αὐτοὺς ὁ Θεὸς καὶ ἐλεήσῃ αὐτούς• ἐπίσης εὔχεται καὶ ὑπὲρ τῶν ἑρπετῶν ὡς ἐκ τῆς πολλῆς αὐτοῦ ἐλεημοσύνης, ἥτις κινεῖται εἰς τὴν καρδίαν αὐτοῦ ἀμέτρως καθ᾿ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ». (Μετάφραση Καλλινίκου Παντοκρατορινοῦ).
Παρὰ ταῦτα, ἡ ἀγάπη δὲν ἀναιρεῖ τὴν ἐλεύθερη ἐπιλογὴ τοῦ κολασμένου, τὴν ἐπιλογὴ τῆς ἀποστασίας ἀπὸ τὸ θέλημα καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
῾Ο ψευδο-᾿Ισαάκ[45], ἀφώτιστος καὶ ἐσκοτισμένος, γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὴν πλάνη περὶ ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων, γράφει: «Ποιός μπορεῖ νὰ πεῖ ἢ νὰ φανταστεῖ πὼς ἡ ἀγάπη τοῦ Κτίστου δὲν εἶναι ἀνώτερη τῆς Γεέννης;». Τοῦ ἀπαντᾶ ὁ ῞Αγιος ᾿Ισαάκ: «῎Ατοπόν ἐστι λογίζεσθαί τινα, ὅτι οἱ ἁμαρτωλοὶ ἐν τῇ γεέννῃ στεροῦνται τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ», δηλαδὴ «εἶναι ἄτοπο νὰ σκεφθεῖ κάποιος ὅτι οἱ ἁμαρτωλοὶ στὴν γέεννα στεροῦνται τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ». Δὲν ὑπάρχει «τόπος» ἀπ᾿ ὅπου ἀπουσιάζει ἡ αἰωνίως ἐνεργοῦσα ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. ῾Η κόλαση δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν διαρκῆ ἄρνηση τῆς προσφερομένης ἀγάπης. ῾Η ἀγάπη γιὰ μὲν τοὺς πιστοὺς γίνεται αἰώνια εὐφροσύνη, γιὰ δὲ τοὺς κολασμένους αἰώνια τιμωρία.
᾿Ιδοὺ πῶς τὰ γράφει αὐτὰ ὁ εὐλογημένος ῞Οσιος ᾿Ισαάκ: «᾿Εγὼ δὲ λέγω, ὅτι οἱ κολαζόμενοι εἰς τὴν γέενναν διὰ τῆς μάστιγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τιμωροῦνται. ῎Ω πόσον πικρὰ ὑπάρχει ἡ τιμωρία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ! Τουτέστιν ἐκεῖνοι, οἵτινες αἰσθάνονται ὅτι ἔπταισαν εἰς τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, ἔχουσι τὴν μεγαλυτέραν κόλασιν, διότι ἡ λύπη, ἥτις πληγώνει τὴν καρδίαν διὰ τὴν ἁμαρτίαν τὴν γενομένην εἰς τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ εἶναι δριμυτέρα πάσης ἄλλης κολάσεως. ῎Ατοπον εἶναι νὰ νομίζῃ τις, ὅτι οἱ ἁμαρτωλοὶ εἰς τὴν κόλασιν στεροῦνται τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ• διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ... δίδεται κοινῶς εἰς πάντας, ἐνεργεῖ ὅμως διὰ τῆς δυνάμεως τῆς φύσεως αὐτῆς κατὰ δύο τρόπους, τοὺς μὲν ἁμαρτωλοὺς κολάζει, τοὺς δὲ δικαίους εὐφραίνει...».
᾿Αντιλαμβάνεται κανείς, ὅτι ἡ κόλαση δὲν εἶναι τιμωρία ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ συνέπεια τῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ αὐτὸ σεβόμενος ὁ Θεός, χωρὶς νὰ παύσει ποτὲ τὴν προσφορὰ τῆς ἀπείρου ἀγάπης Του, δὲν παρεμβαίνει γιὰ νὰ καταργήσει τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου» καταλήγει ὁλοκληρώνοντας τήν ἑνότητα αὐτή τῆς ἐργασίας του ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος[46].
Συνοψίζοντας θά πρέπει νά ποῦμε μόνο τά γνήσια κείμενα τοῦ Ἀββᾶ, αὐτά μόνο ἄς μελετοῦμε, γιά νά κερδίζουμε πνευματικά ἀπό τόν τόσο συκοφαντημένο ἅγιο.
Ὁ π. Παΐσιος «ἄκουσε κάποτε» γράφει ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος «αὐτὲς τὶς συκοφαντίες περὶ δῆθεν νεστοριανισμοῦ γιὰ τὸν ῞Αγιο ᾿Ισαάκ. Λυπημένος πολὺ καὶ προσευχόμενος, ἔλαβε ἄνωθεν πληροφορία περὶ τῆς ᾿Ορθοδοξίας τοῦ ῾Αγίου• μετὰ ἀπ᾿ αὐτό, στὸ Μηναῖο τοῦ ᾿Ιανουαρίου στὶς 28, ποὺ ἑορτάζεται ὁ ῞Αγιος ᾿Εφραὶμ ὁ Σύρος, πρόσθεσε τὰ ἑξῆς: «...καὶ᾿Ισαὰκ τοῦ μεγάλου ἡσυχαστοῦ καὶ πολὺ ἀδικημένου». Πάντως», συνεχίζει ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος, «ἡ ἀδικία ποὺ γίνεται στὸν ῞Αγιο ᾿Ισαὰκ μὲ τὸ βιβλίο τοῦ ᾿Αλφέγιεφ καὶ ἄλλα παρεμφερῆ βιβλία καὶ δημοσιεύματα, στὴν οὐσία εἶναι ἀδικία ποὺ γίνεται τόσο σὲ κάποιους ᾿Ορθοδόξους, ποὺ βλέπουν τὸν ῞Αγιο μὲ καχυποψία καὶ στεροῦνται ἔτσι τὶς πρεσβεῖες του καὶ τὴν ὠφέλεια ἀπὸ τὴν αὐθεντική του Διδασκαλία, ὅσο καὶ στοὺς ἑτεροδόξους, ποὺ τὸν βλέπουν σὰν ἕνα σοφὸ χριστιανὸ διδάσκαλο, μὲ πολὺ καλὲς συμβουλὲς καὶ ὄχι ὡς τὸν θαυμαστὸ ᾿Ορθόδοξο, ᾿Εκκλησιαστικὸ Διδάσκαλο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Εἰδεμή, ὅσον ἀφορᾶ στὸν ἴδιο τὸν ῞Αγιο..., Αὐτὸς δὲν στερεῖται καθόλου τὴν ἄκτιστη δόξα, μὲ τὴν ὁποία τὸν περιβάλλει ὁ Κύριος στὴν Βασιλεία Του»[47].
Συνεχίζει καί σήμερα ὁ ἅγιος Ἰσαάκ νά διδάσκει τούς χριστιανούς μοναχούς καί λαϊκούς. Μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος πῶς νά ἀποταχθοῦμε τόν κόσμο καί τήν κοσμική ζωή. Ὅσοι εἶναι ἀφιερωμένοι ὁλοκληρωτικά στόν Θεό, ἀλλά καί ὅσοι ζοῦν στίς κοσμικές ἐνορίες θά εὕρουν τόν τρόπο γιά τήν τέλεια νέκρωσή τους ὡς πρός τόν κόσμο. Θά ἀντλήσουν ἐπίσης διδάγματα γιά τό πῶς θά νεκρωθεῖ ὁ κόσμος μέσα τους. Μελετώντας τό βιβλίο οἱ ἀγωνισταί γνωρίζουν τίς δαιμονικές πανουργίες καθώς καί τίς ἐνέργειες-ἀποτελέσματα τῆς Θείας Χάρης.
Εἴθε ὁ Πανοικτίρμων Κύριος διά πρεσβειῶν τῆς Παναχράντου Αὐτοῦ Μητρός τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν Ἰσαάκ καί Πάντων τῶν Ἁγίων νά εὐλογήσει αὐτήν τήν ταπεινή ἐργασία ὥστε νά ἀποβεῖ πνευματικά ὠφέλιμη γιά ὅλους μας.


________________________________________
[1]Σειρά ΕΠΕ, Φιλοκαλία, Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, τόμοι 3.
[2] Ὅ.π.
[3] Holy Transfiguration Monastery, The ascetical homilies of saint Isaak the Syrian, Boston, Massachusetts, 1984 (στό ἑξῆς: The ascetical homilies), σελ. 77 τῆς Εἰσαγωγῆς.
[4] Στήν εἰσαγωγή τοῦ The ascetical homilies ἀναφέρεται ὡς πατρίδα του τό Κατάρ.
[5] OCA,Lives of all saints commemorated on January 28,


http://www.oca.org/FSLivesAllSaintsPrint.asp?M=1&D=28.
[6]Ἱσαάκ Σύρου, Ἀσκητικά, ἐπιμέλεια Νικηφόρου Θεοτόκη, ἔκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1977 (στό ἑξῆς: Ἀσκητικά) , σελ. ι΄ τῆς Εἰσαγωγῆς. Ἡ Εἰσαγωγή τῶν Ἀσκητικῶνἔχει τίτλο: Τοῖς Ἐντευξομένοις.
[7]Ἀσκητικά, Λόγος λγ΄, σελ. 144-5.
[8] Ἀσκητικά, σελ. η΄ τῆς Εἰσαγωγῆς.
[9] Ὅ.π. σελ. η΄ τῆς Εἰσαγωγῆς.
[10] Α΄Κορινθ. 2, 15
[11] Βλ. παρακάτω ὅπου γίνεται ἀναφορά σ’ αὐτό.
[12] Τούς ὁποίους ἀναφέρει πιό κάτω καί εἶναι α)τό νά συνάξει κανείς τόν ἑαυτό του σ’ ἕναν τόπο (δηλ. νά ἀποφεύγει τίς μετακινήσεις καί τίς ἀλλαγές) καί β) τό νά νηστεύει πάντοτε.
[13]Αὐτά πού λέγει, ταιριάζουν μέ ὅ,τι γράφει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος στήν Β΄ Κορινθ. 12, 11: «γέγονα ἄφρων καυχώμενος, ὑμεῖς με ἠναγκάσατε»
[14]Τὴν ἀκολουθία αὐτὴ ἐξέδωσε ὁ μακαριστὸς Γέροντας Ἰσαὰκ τοῦ κελλίου τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος, τῆς Καψάλας τοῦ Ἁγίουὅρους, μὲ τίτλο «Ἱερὰ Ἀκολουθία τοῦ ὁσίου καὶ θεοφόρου πατρὸς ἡμῶν Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου ἐπισκόπου Νινευΐ». Στή μικρὴ μάλιστα εἰσαγωγὴτῆς ἐκδόσεως σημειώνονται τὰ ἑξῆς ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἡμερομηνία ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου: «Προηγουμένως οἱ Ἀθωνίτες Πατέρες ἐτίμων τὸν ἅγιον, συνεορτάζοντας τὸν μὲ τὸν ὅσιο Ἐφραὶμ τὸν Σύρο (28 Ἰανουαρίου). ΄ Ἔκτοτε πολλοὶ μᾶς ζήτησαν ἀντίτυπα τῆς ἀνεκδότου ἀκολουθίας του, διὰ νὰ τὸν ἑορτάζουν πανηγυρικῶς (28 Σεπτεμβρίου)». Ἡ ἴδια ἀκολουθία ὑπάρχει καὶ στὸ βιβλίο Ὁ ἐμὸς φιλόσοφος, ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, τοῦ Π. Μ.Σωτήρχου, σσ. 159 - 186.
[15]Δ. Καλλιντέρη, Πάθη καὶ Ἀπάθεια, σ. 18.
[16]᾿Αρχιμανδρίτου ᾿Ιουστίνου Πόποβιτς, «῾Η Γνωσιολογία τοῦ ῾Αγίου ᾿Ισαὰκ
τοῦ Σύρου», περιοδ. «Θεολογία», τ. ΛΗʹ, 1967 καὶ ἀνάτυπον: ᾿Αθῆναι 1967, σελίδες
44 (ἡ ἐργασία εἶχε γραφῆ τὸ 1924 καὶ μέχρι τοῦ 1967 ἦταν ἀνέκδοτος)• βλ. τοῦ
Αὐτοῦ, ῾Οδὸς Θεογνωσίας, ἐκδόσεις «Γρηγόρη», ᾿Αθήνα 1985, σελ. 177-244 (ἡ
αὐτὴ ἐργασία σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοσι, φέρουσα ὅμως ὡς ἔτος συγγραφῆς τὸ
1927).
Πηγή τῆς παρούσης σημείωσης:
http://www.synodinresistance.org/Theology_el/3d5088AbbaIsaak.pdf
[17]Πρωτοπρεσβυτέρου Φωτόπουλου Ἰωάννου, Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, ἕνας ἀδικημένος Ἅγιος, ᾿Εφημερ. «᾿Ορθόδοξος Τύπος», ἀριθ. 1659/6.10.2006, σελ. 1 καὶ 2• ἀριθ. 1660/13.10.2006, σελ. 1• ἀριθ. 1661/20.10.2006, σελ. 1 καὶ 2• ἀριθ. 1662/27.10.2006, σελ.
1 καὶ 2. (Στό ἑξῆς Ἕνας ἀδικημένος Ἅγιος).
[18]Τάτση Ἰωάννου, θεολόγου, Βίος καί ἔργα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου στό: http://isaakosyros.blogspot.com/search/label/Ο%20Βίος%20του%20Αββά%20Ισαάκ
[19] Ὅ.π.
[20] Ἐπισκόπου Ἱλαρίωνος Ἀλφέγιεφ, Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος. Ὁ πνευματικός του κόσμος, Ἐκδόσεις Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2005, σελ. 390.
[21] Σημ. δική μας: Ἡ μετάφραση ἔγινε τόν 9ο αἰώνα.
[22]Ἕνας ἀδικημένος Ἅγιος.
[23]Ὅ.π.
[24]Πρωτ. Θ. Ζήση, Ἀββᾶς Ἰσαάκ, ἀνατύπον, σ. 51. Δ. Καλλιντέρη, αὐτόθι , σ. 19, σημ. 9 :Ὁ I. Hausherr μελετῶντας τὴν ἐπιδράση τῶνἔργων τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ στῇ Ῥωσία, συμπεραίνει ὅτι γιὰ τοὺς Ῥώσους «Ἰσαὰκ ὁ Σύρος εἶναι ὁ μεγαλύτερος τῶν μυστικῶν, ὁ βαθύτερος τῶν φιλοσόφων, ὁ καθολικὸς διδάσκαλος, περισσότερο παντὸς ἄλλου σύγχρονος καὶ ὅσον οἱ ἄλλοι ὀρθόδοξος», «Dogme et Spiritualite Orientale», RAM 23 (1974) 18 - 19, παρὰ πρωτ. Θ. Ζήση, Ἀββᾶς Ἰσαὰκ , ἀνατύπον, σ. 70 σημ. 66.
[25]Elie Khalife - Hachen, «Isaak de Ninive», DS 7, 2051. Πρβλ. Baumstark A. , Geschichte der Syrischen Literatur, Bonn 1922, σ. 223.
[26]Πρβλ. πρωτ. Θ. Ζήση, Ἀββᾶς Ἰσαάκ, ἀνατύπον καὶ Papin Ταὐτόν., «Isaak von Ninive», LThK 5, 775. Πρβλ. Π. Μ. Σωτήρχου, Ὁ ἐμὸς φιλόσοφος, σ. 16. Ἀναφέρουμε ἐνδεικτικὰ μόνο κάποια χωρία ἀπὸ τὰ ἔργα τῶν δύο πρώτων Πατέρων, στὰ ὁποία γίνεται ἀμέση ἀναφορὰστὸ προσωπο καὶ τῇ διδασκαλίᾳ τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ: Στὴν Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικὼν καὶ στὸ λόγο Περὶ ἡσυχίας καὶ περὶ τῶν δύο τρόπων τῆς προσευχῆς, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης τρεῖς φορὲς ἀναφέρεται στὸ ἅγιο Ἰσαὰκ (σσ. 73-74 καὶ 76-77). Ἐπίσης ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁΠαλάμας στὸν Ζ΄ Ἀντιρρητικὸ λόγο, Πρὸς Ἀκίνδυνον, χρησιμοποιεῖ τὴν περὶ φωτισμοῦ καὶ καθαρᾶς προσευχῆς διδασκαλία τοῦ Σύρουἀσκητῆ (Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἔργα, τ.6, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1987). Τὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ φαίνεται πώς ἀκολούθησαν καὶ πολλοὶ σύγχρονοι Γέροντες τοῦ αἰῶνα μας καὶ πολὺ συχνὰ τὸν χρησιμοποιοῦσαν. Ὁ σύγχρονος Γέροντας Παΐσιος γραφει στὸ βιβλίο του Ἐπιστολές:
«Πολὺ θὰ σὲ βοηθήσει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, διότι καὶ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς δίνει νὰ καταλάβει κανείς, καὶ κάθε εἴδους μικρὸ ἢ μεγάλο κόμπλεξ καὶ ἐὰν ἔχει ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στὸ Θεό, τὸν βοηθάει γιὰ νὰ τὸ διώξη. Ἡ ὀλίγη μελέτη στὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ ἀλλοιώνει τὴν ψυχὴμέ τις πολλὲς της βιταμίνες» (σ. 67). Ἀκόμη στὸ βιβλίο «Ἁγιορεῖται Πατέρες καὶ ἁγιορείτικα», ὁ ἴδιος Γέροντας ἀναφερόμενος στόν παπα - Τύχωνα γράφει: «Μιὰ μέρα μὲ ῥώτησε: - Ἐσὺ παιδί μου, τὶ βιβλία διαβάζεις; Τοῦ ἀπάντησα: - Ἀββᾶ Ἰσαάκ. - Πά, πὰ , πὰ , παιδί μου, αὐτὸς ὁ ἅγιος εἶναι μεγάλος! Οὔτε ἕναν ψύλλο δὲν σκότωνε ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ΄. Ἤθελε μὲ αὐτὸ πού εἶπε νὰ τονίση τὴν μεγάλη πνευματικὴεὐαισθησία τοῦ Ἁγίου». Ταὐτὸν(σ. 32). Ἐπίσης ὁ Γέροντας τῆς Αἴγινας Ἱερώνυμος συμβούλευε τὰ πνευματικὰ του παιδιά: «Νὰ μὴν περάσειμέρα χωρὶς νὰ διαβάσεις ἔστω καὶ μιὰ σελίδα ἀπὸ τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ. Ἐγὼ πολὺ τὸν ἀγαπῶ τὸν εὐλογημένο, γέροντά μου τὸν ἔχω. Καὶ σὲ ὅ, τὶ διαβάζεις, νὰ ἐγκύπτεις καὶ νὰ λέγεις μέσα σου: Ἐγὼ τὸ πράττω αὐτό; Ἔτσι θὰ παρακινεῖσαι ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση νὰ μεταβαίνεις εἰς τὴν πρᾶξιν». Ταὐτὸν (Πέτρου Μπότση, Γέροντας Ἱερώνυμος, ὁ ἡσυχαστὴς τῆς Αἴγινας, Ἀθῆνα 1993, β΄ ἔκδοση, σ. 121).
Τέλος ὁ Ἀρχιμ. Βασίλειος, πρῴην καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Ἰβήρων, στὸ βιβλίο του «Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, ἕνα πλησίασμα στὸν κόσμο του», ἐκδ. Δόμος, 1988, σημειώνει χαρακτηριστικά: «Ὁ Γέρων Ἱερώνυμος τῆς Αἰγίνης συνιστᾶ σ΄ ὅποιον δὲν ἔχει χρήματα νὰ βγῆ ζητιάνος, νὰ μαζέψη τὰ ἀπαραίτητα καὶ νὰ πάρη τὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ» (σ. 17).
[27]Τάτση Ἰωάννου, θεολόγου, Βίος καί ἔργα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου στό: http://isaakosyros.blogspot.com/search/label/Ο%20Βίος%20του%20Αββά%20Ισαάκ
[28]Γράφει ὁ π. Ἰώάννης Φωτόπουλος στήν μνημονευθεῖσα ἐργασία του: «Οἱ δυτικοὶ ἐρευνητὲς μελέτησαν τὸ νεστοριανὸ «Βιβλίο τῆς ἁγνότητος», ὅπου γίνεται λόγος γιὰ κάποιον ᾿Ισαάκ, ποὺ γεννήθηκε στὸ Beit Qatraye, στὸ Κατὰρ τῆς ᾿Αραβίας στὴν δυτικὴ ἀκτὴ τοῦ Περσικοῦ Κόλπου καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν νεστοριανὸ Givargis, περίπου τὸ 660, ἐπίσκοπος Νινευΐ. Μετὰ πέντε μῆνες παραιτήθηκε γιὰ ἄγνωστο λόγο καὶ ἀσκήτεψε στὸ ὄρος Matout. Μετὰ πῆγε στὴν Μονὴ Shabur, ὅπου πέθανε τυφλὸς ἀπὸ τὸ πολὺ διάβασμα. ῎Εγραψε καὶ κάποια βιβλία γιὰ τὴν ἀναχωρητικὴ ζωή» Λανθασμένα καί κάποιοι ὀρθόδοξοι υἱοθέτησαν αὐτές τίς ἀπόψεις. Γράφει ὁ π. Κάλλιστος Wearστήν εἰσαγωγή τοῦ βιβλίου τοῦ Ἐπισκόπου π. Ἱλαρίωνος: «᾿Απὸ τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ Wensinck καὶ ἀπὸ ἄλλες ἐργασίες ἔμαθα ποιός ἦταν ὁ ᾿Ισαάκ... ᾿Ανακάλυψα πὼς ἀνῆκε στὴν ᾿Εκκλησία τῆς ᾿Ανατολῆς, σ᾿ αὐτὴν ποὺ ἀποκαλεῖται συνήθως ῾῾Νεστοριανή᾿᾿. Κι ἔτσι ἔφθασα σιγὰ σιγὰ στὸ σημεῖο νὰ συνειδητοποιήσω, πὼς τοῦτο δὲν σήμαινε πὼς ὁ ἴδιος ὁ ᾿Ισαὰκ ἢ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα στὴν ὁποία ἀνῆκε, θὰ μποροῦσαν ἄκριτα νὰ καταδικαστοῦν ὡς αἱρετικοί».
[29]The ascetical homilies, σελ. 64 τῆς Εἰσαγωγῆς.
[30]Ὅ. π. σελ. 67-68 τῆς Εἰσαγωγῆς.
[31]Ἐνν. ὁ Ἐπίσκοπος Ἱλαρίων.
[32]Ἕνας ἀδικημένος Ἅγιος.
[33]Ἐπίσκοπος Ἱλαρίων Ἀλφέγιεφ.
[34]Ἕνας ἀδικημένος Ἅγιος.
[35]Στά 1923 ὁ A. J. Wensinck δημοσίευσε μία ἀγγλική μετάφραση τῶν Ὁμιλιῶν τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ χρησιμοποιώντας τό Συριακό κείμενο, πού εἶχε ἐκδοθεῖ στά 1909 ἀπό τόν Bedjan. Ἡ μετάφραση εἶναι πολλές φορές ἀκατανόητη διότι ὁ συγγραφέας προσπαθεῖ νά μεταφράσει μέ φιλολογική ἀκρίβεια κάθε λέξη. Ἐπίσης εἶναι φανερό ὅτι κάποτε ὁ μεταφραστής δέν ἔχει συλλάβει τί θέλει νά πεῖ ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ καί ἀλλάζει τελείως τό νόημα μεταφράζοντας. Αὐτά ὅλα γράφονται ἀπό τόν συγγραφέα τῶν The ascetical homilies σάν κριτική στήν μετάφραση τοῦ Wensinck, στίς σελίδες 100-103 τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ ἀνωτέρω ἔργου (The ascetical homilies).
Γιατί νά ἐμπιστευόμαστε τέτοιες ἀμφίβολες πηγές ἀπό ἑτεροδόξους, ἄγευστους τοῦ ὀρθοδοξου πνεύματος καί τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς; Γιατί νά μήν βασίζόμαστε στίς ὀρθόδοξες πηγές καί στήν ἁγιοπνευματική ἐμπειρία τῶν ἁγίων μας, οἱ ὁποῖοι μ’ ἕνα στόμα διατρανώνουν τήν ὀρθοδοξότητα καί τήν ἁγιότητα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ; Δέν διαψεύδουμε τόν ἑαυτό μας, οἱ ὀρθόδοξοι, ὅταν ἰσχυριζόμαστε ὅτι ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ εἶναι Ἅγιος καί συγχρόνος «μετριοπαθής νεστοριανός»; !!!
[36]Σύμφωνα μέ τό νεστοριανό «Βιβλίο τῆς ἁγνότητας».
[37]Ἀραβικό χειρόγραφο μέ ἀριθμό 198 (vatican 198) τό ὁποῖο μετέφρασε στά λατινικά ὁ Assemani καί τοῦ ὁποίο τό περιεχόμενο ἐνέταξε στήν εἰσαγωγή του ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης στήν ἑλληνική ἔκδοση στά 1770. Εἶναι ἡ γνωστή ἱστορία τῶν δύο ἀντιδίκων κατά τήν ὁποία ὁ ἐνάγων εἶπε στόν Ἀββᾶ νά ἀφήσει τό Εὐαγγέλιο ἔξω ἀπό τήν κρίση του.
[38]Ὁ ὁποῖος ἐγκατέλειψε τήν Ἐπισκοπή μετά ἀπό πέντε μῆνες.
[39]Πρβλ. The ascetical homilies, σελ. 64 τῆς Εἰσαγωγῆς.
[40]Πρβλ. The ascetical homilies, σελ. 64 τῆς Εἰσαγωγῆς. Ὁ ἅγιος δέν ἀναχωρεῖ διότι ἔχασε τήν ἡσυχία του ἤ διότι ἐξωθεῖται σέδιαμάχες μέ τούς Μονοφυσίτες (ὅπως ὑποθέτει ὁ συγγραφέας τῆς Εἰσαγωγῆς) ἀλλά διότι κατανοεῖ ὅτι ἔχει νά κάνει μέ ἀνθρώπους πού δένθέλουν νά ὑπακούσουν στό Εὐαγγέλιο ὁπότε οὔτε καί στόν ἴδιο.
[41]Ἀναλυτικὰ βλ. πρωτοπρ. Θ. Ζήση, Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ἀνατύπον, σ. 53 ἐξ. καὶ Papin Ταὐτόν. Lthk 5, 775 - 776 καὶ Spuler B. , «Isaak vonNinive», RGG 3, 903.
[42]Ἰωάννου Τάτση, θεολόγου, Βίος καί ἔργα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου στό: http://isaakosyros.blogspot.com/search/label/Ο%20Βίος%20του%20Αββά%20Ισαάκ
[43]῾Η ἐργασία αὐτὴ ἀποτελεῖ βεβαίως μίαν πρώτη ἀπάντησι/συνεισφορὰ στὰ
προβλήματα, τὰ ὁποῖα ἐγείρει ἡ πρόσφατος ἔκδοσις τῶν «᾿Ασκητικῶν», τῶν
ἀποδιδομένων στὸν ᾿Αββᾶ ᾿Ισαὰκ Σύρο (τόμοι Β1, Β2, Β3, Λόγοι Αʹ-ΜΑʹ, ἐκδόσεις
«Θεσβίτης», ῾Ιερᾶς Μονῆς Προφήτου ᾿Ηλιοὺ Θήρας, 2005-2006, Μετάφρασις ἀπὸ
τὰ Συριακά: Νέστωρ Καββαδᾶς), ὡς καὶ τὸ ἄμεσα κρινόμενο βιβλίο τοῦ ἐπισκόπου῾Ιλαρίωνος ᾿Αλφέγιεφ (ἐκδόσεις «᾿Ακρίτας»)•
[44]Ἕνας ἀδικημένος Ἅγιος.
[45] Ὁ συγγραφέας τῶν «νεοανακαλυφθέντων» ὑπό τοῦ Brock «Ἀσκητικῶν».
[46]Ἕνας ἀδικημένος Ἅγιος.
[47] Πρωτοπρεσβυτέρου Φωτόπουλου Ἰωάννου, Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, ἕνας ἀδικημένος Ἅγιος, ᾿Εφημερ. «᾿Ορθόδοξος Τύπος», ἀριθ. 1659/6.10.2006, σελ. 1 καὶ 2• ἀριθ. 1660/13.10.2006, σελ. 1• ἀριθ. 1661/20.10.2006, σελ. 1 καὶ 2• ἀριθ. 1662/27.10.2006, σελ. 1 καὶ 2.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.