Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου. Λόγοι Δ΄. Ἡ ἀδιάκριτη ὐπερβολικὴ ἀγάπη τῶν γονέων

Λόγοι Δ΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
 "ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ" 
 ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ  
Κεφάλαιο 3ον
Ἡ εὐθύνη τῶν γονέων γιὰ τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν
Ἡ ἀδιάκριτη ὐπερβολικὴ ἀγάπη τῶν γονέων


-Γέροντα, μπορεῖ μιὰ μάνα ἀπὸ ἀδιάκριτη ἀγάπη νὰ βλάψη τὸ παιδί της;
-Καὶ βέβαια μπορεῖ. Ὅταν λ.χ. κάποια μάνα βλέπη τὸ παιδάκι νὰ δυσκολεύεται νὰ περπατήση καὶ λέη: «κρίμα τὸ καημένο, δὲν μπορεῖ νὰ περαπατήση», καὶ τὸ παίρνη συνέχεια ἀγκαλιά, ἀντί νὰ τὸ κρατήση λίγο ἀπὸ τὸ χεράκι, πῶς θὰ μάθη τὸ παιδὶ νὰ περπατάη μόνο του; Βέβαια ἀπὸ ἀγάπη κινεῖται, ἀλλὰ τοῦ κάνει ζημιὰ μὲ τὸ πολὺ ἐνδιαφέρον της.
 Γνώριζα ἕναν πατέρα ποὺ τὸ παιδί του εἶχε τελειώσει τὸ στρατιωτικὸ καὶ τὸ ἔπαιρνε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸ πήγαινε στὸν κουρέα. «Ἔφερα τὸν γιό μου νὰ τὸν κουρέψης.  Πόσα θέλεις καὶ πότε θὰ τελειώσης νὰ ἔρθω νὰ τὸν πάρω;».  Τὸ εἶχε σακατέψει τὸ παιδί.
Ἡ ἀγάπη χρειάζεται φρένο μὲ διάκριση. Ἡ πραγματικὴ ἀγάπη ἔχει ἀνιδιοτέλεια, δὲν ἔχει μέσα τὸν ἑαυτό μας, καὶ ἔχει σύνεση. Ἡ σύνεση εἶναι ἀπαραίτητη στὴν πολλὴ ἀγάπη τῆς γυναίκας, γιὰ νὰ μὴ χαραμίζεται ἡ ἀγάπη της. Μιὰ φορὰ ἦρθε στὸ Καλύβι ἕνα παλληκάρι ποὺ ἦταν ἀγανακτισμένο μὲ τοὺς γονεῖς του.  Οἱ καημένοι εἶχαν καλὴ διάθεση, ἀλλὰ δὲν ἤξεραν τὸν τρόπο νὰ βοηθήσουν.

 Μοῦ ἔλεγε λοιπὸν ὅτι οἱ γονεῖς του τὸ καταπιέζουν, ὅτι δὲν τὸ ἀγαποῦν κ.λ.π. «Κοίταξε, τοῦ λέω, ὅταν ἤσουν μικρὸς καὶ σοῦ ἔβαζε ἡ μάνα σου ἕνα σωρό ροῦχα, γιατὶ τὸ ἔκανε; Γιὰ νὰ μὴν κρυώσης ἤ γιὰ νὰ σὲ σκάση; Αὐτὸ εἶχε πολλὴ ἀγάπη μέσα». Ὅταν τελικὰ κατάλαβε πόσο τὸ ἀγαποῦσαν οἱ γονεῖς του, ἔβαλε τὰ κλάματα.
Εἶχε πολλὴ ἀγάπη, ἡ μάνα του, ἄσχετα ἄν δὲν τὸν βοηθοῦσε ἐκεῖνον, γιατὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ τοῦ φερόταν τοῦ προκαλοῦσε ἀντιδράσεις.
Ἡ μάνα, ὅταν χρειάζεται, πρέπει νὰ φερθῆ αὐστηρὰ πρὸς τὸ παιδί.  Δὲν τὸ βοηθάει, ὅταν εὔκολα παίρνη τὸ μέρος του, δῆθεν γιὰ νὰ μὴ στενοχωριέται.  Στὰ Ἄδανα μιὰ χήρα γυναίκα εἶχε ἕνα μονάρκιβο παιδὶ-Γιάννη τὸ ἔλεγαν.
 Ὅταν μεγάλωσε λίγο, τὸ πῆγε σὲ ἕναν μάστροα νὰ μάθη τσαγκάρης.  Κάθησε μιὰ ἑβδομάδα ὁ μικρὸς στὴν δουλειὰ καὶ μετὰ εἶπε στὴν μητέρα του: «Μάνα, δὲν χρειάζεται νὰ πάω ἄλλο στὴν δουλειὰ· ἔμαθα τὴν τέχνη». «Πότε τὴν ἔμαθες κιόλας;», τὸν ρωτάει ἐκείνη. «Ἄν θέλης, νὰ σοῦ δείξω κι ἐσένα πὼς φτιάχνουν παπούτσια τῆς λέει. Νά, ἔτσι κόβουν τὴν σόλα, ἔτσι βάζουν τὸ δέρμα, τὸ τακούνι, ἔτσι τὰ καρφώνουν....».
 Τὸ ἀφεντικὸ του ἦταν πολὺ καλὸ καὶ ἤθελε νὰ μάθη στὸν Γιάννη τὴν τέχνη, γιατὶ ἦταν ὀρφανός. Ὅταν εἶδε πὼς πέρασε μιὰ ἑβδομάδα καὶ ὁ Γιάννης δὲν φάνηκε, ἀνησύχησε μήπως ἀρρώστησε βαριὰ καὶ πῆγε στὴν μάνα του νὰ ρωτήση τί κάνει τὸ παιδί. «Τί ἔπαθε ὁ Γιάννης καὶ δὲν ξαναῆρθε στὴν δουλειὰ; ἄρρωστος εἶναι;», ρωτάει τὴν μάνα του. «Ὄχι, τοῦ ἀπαντᾶ ἐκείνη, καλὰ εἶναι». «Τότε γιατί δὲν ἦρθε στὴν δουλειά;». «Ἔ, τί νὰ κάνη νὰ ἔρθη; τοῦ λέει ἐκείνη· ὁ Γιάννης ἔμαθε πιὰ τῆν τέχνη». «Μὰ πῶς τὴν ἔμαθε μέσα σὲ τόσο λίγες μέρες;» , τὴν ρωτάει τὸ ἀφεντικό. «Νὰ, τοῦ λέει ἡ μάνα,παίρνει τὸ δέρμα, τὸ βάζει σὲ ἕνα καλούπι, τὸ καρφώνει, βάζει καὶ τὸ τακούνι καὶ μετὰ τὸ βγάζει, καὶ αὐτὸ εἶναι!». 
Γέλασε τὸ ἀφεντικό, τὴν χαιρέτησε καὶ ἔφυγε. Ὅταν γύρισε στὸ μαγαζί, τὸν ρώτησαν τὰ ἄλλα μαστορόπουλα: «Μάστορα, τὶ κάνει ὁ Γιάννης;». «Μιὰ χαρά εἶναι, τοὺς εἶπε ἐκεῖνος.  Δὲν ἔμαθε μόνον ὁ Γιάννης τσαγκάρης, ἀλλὰ ἔμαθε καὶ ἡ μητέρα του!.....
Αὐτὴν τὴν συμπεριφορά τὴν βλέπω σὲ πολλοὺς γονεῖς.   Νομίζουν ὅτι ἀγαποῦν τὰ παιδιά τους, ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπου ποὺ φέρονται τὰ καταστρέφουν. Ὅταν μιὰ μάνα, ἄς ὑποθέσουμε, ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ ἀγάπη της, φιλάη τὸ παιδὶ καὶ λέεη «δὲν ὑπάρχει στὸν κόσμο τέτοιο παιδὶ σὰν τὸ δικό μου», τότε τοῦ καλλιεργεῖ τὴ ὑπερηφάνεια καὶ τὴν ἀρρωστημένη αὐτοπεποίθηση. Ὕστερα τὸ παιδὶ δὲν ὑπακούει στοὺς γονεῖς, ἐπειδὴ πιστεύει ὅτι τὰ ξέρει ὅλα.
Οἱ γονεῖς πρέπει νὰ βοηθοῦν ἀπὸ τὴν μικρὴ ἡλικία τὰ παιδιὰ νὰ μάθουν νὰ ἀναλαμβάνουν τὴν εὐθύνη τοῦ ἑαυτοῦ τους.  Νὰ κάνουν μέσα στὴν οἰκογένεια κάποια δουλειὰ ποὺ μποροῦν·  νὰ μὴν  τὰ θέλουν ὅλα ἕτοιμα.  Διαφορετικά, θὰ δυσκολευτοῦν, ὅταν μεγαλώσουν. Ἕνας μάστορας δούλεψε σκληρὰ καὶ μεγάλωσε τὰ παιδιά του. Ἐκεῖνα ὅλη τὴν ἡμέρα γύριζαν στὸ μεσοχώρι.  Παντρεύτηκαν καὶ τὰ περίμεναν ὅλα ἀπὸ τὸν πατέρα τους. Ὅταν ὁ πατέρας τοὺς εἶπε πὼς εἶναι καιρὸς καὶ αὐτὰ νὰ κοιτάξουν μόνα τους τὰ σπίτια τους, τοῦ εἶπαν: «Καλά, πατέρα, ἐσὺ δὲν μᾶς ἄφησες, ὅταν ἤμασταν μικρά, τώρα ποὺ μεγαλώσαμε καὶ ἔχουμε ὑποχρεώσεις θὰ μᾶς ἀφήσεις;»!


Ἀπόσπασμα ἀπό τίς σελίδες 112-114 τοῦ βιβλίου:

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
                       ΛΟΓΟΙ Δ΄  
        ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
          ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.