Σάββατο 17 Ιουλίου 2010

Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος - Ομιλία

TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

 Ομιλία εις τον Άγιον Απόστολον και Ευαγγελιστήν και εξαιρετικώς ηγαπημένον υπό του Χριστού Ιωάννην τον Θεολόγον

 Εις την οποίαν γίνεται λόγος και περί της αγάπης
"προς τον Θεόν και προς τον πλησίον.

Σήμερα επιτελούμε την εορτήν ενός από τους προκρίτους Αποστόλους του Χριστού και ανευφημούμεν αυτόν ως πατέρα όλων όσων φέρουν το όνομα του Χριστού, ή καλλίτερον ως πατριάρχην των ουκ εξ αιμάτων, μηδ' εκ θελήματος σαρκός, μηδέ εκ θελήματος ανδρός αλλ' εκ Θεού γεν­νηθέντων1. Διότι, όπως ο Ιακώβ εγέννησε δώδεκα πατριάρχας κατά σάρκα, από τους οποίους προήλθαν οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ2, έτσι και ο Χριστός ανέδειξε πνευματικώς τους δώδεκα μαθητάς3, αφού την θέσι αυτού που εξέπεσε ελεεινώς4 την ανεπλήρωσε ο μέγας Παύλος, εις τον οποίον φανερώθηκε ο Χριστός εκ του ουρανού5. Εάν όμως δεν υπάρχουν και εδώ φανερώς ισάριθμες φυλές, δεν είναι καθόλου παράδοξο, διότι τα πνευματικά διαιρούνται αδιαιρέτως. Έτσι, αν και οι αισθήσεις του σώματος φαίνονται πως είναι πέντε, όμως η αίσθησις της ψυχής είναι μία, διαιρουμένη αδιαιρέτως. Αλλά και οι δώδεκα πηγές των υδάτων εις τας οποίας εστρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες υπό την ηγεσία του Μωυσέως και έσβησαν την δίψα που τους επροξένησε η οδοιπορία μέσα στην έρημο6, αυτούς τους δώδεκα προετύπωναν. Διότι αυτοί είναι που απήλλαξαν με τα πνευματικά ύδατα το ανθρώπινο γένος, το οποίον προηγουμένως επορεύετο δια μέσου αβάτων ερήμων της αθεΐας, από τον καύσωνα της ειδωλομανίας. Αλλά και οι δώδεκα λίθοι τους οποίους έστησε ο Ιησούς του Ναυή εις τα Γάλγαλα σαν μαρτυρία της θαυμαστής διαβάσεως του Ιορδάνη7, αυτούς τους δώδεκα προετύπωναν. Διότι αυτοί είναι σ' εμάς αιώνια μαρτυρία, ότι ο αληθινός Ιησούς αναχαίτισε το ρεύμα της αμαρτίας που κατέκλυζε την οικουμένη και έδωσε σ' αυτούς που τον υπακούουν την δυνατότητα να διαπεράσουν την οδό του βίου αναμαρτήτως, όπως στους Ισραηλίτες δόθηκε η δυνατότητα να διασχίσουν τον Ιορδάνη δίχως να βραχούν.

Αλλ' αυτά βέβαια και τα παρόμοιά τους, ακόμη και η κλήσις από τον ίδιο τον Χριστό, τον μονογενή
Υιό του Θεού, είναι κοινά σ' όλους τους Αποστόλους. Αυτός όμως που εορτάζουμε δεν είναι μόνον κλητός Απόστολος8, αλλά συναριθμείται ανάμεσα στους εκλεκτούς. Διότι δεν είναι απλώς εκλελεγμένος απ' όλο το γένος των ανθρώπων που ζουν κάτω από τον ουρανό, αλλά και εκλεκτός ανάμεσα σ' αυτούς τους εκλελεγμένους και κορυφαίος του κορυφαίου χορού των Αποστόλων και ομόστοιχος με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, τους επιλέκτους. Γι' αυτό, αφού τον ξεχώρισε μαζί μ' αυτούς ο Σωτήρ από τους υπολοίπους, τον ωδήγησε στο Θαβώριο όρος και άκουσε την συνομιλία του Χριστού με τον Μωυσή και τον Ηλιού και αντίκρυσε κατά θεϊκό τρόπο το μεγάλο και υπερφυσικό εκείνο θέαμα, την αίγλη δηλαδή του φωτός της θεότη­τος του Υιού, η οποία υπερήστραψε απορρήτως. Στο τέλος άκουσε και την πατρική φωνή, που απευθύνεται μόνο προς τον Χριστό, ούτος εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα. αυτού ακούετε9. Έτσι ο Ιωάννης κατεστάθη μακαρίως μαθητής όχι μόνον του Υιού αλλά και αυτού του Πατρός.

Αλλά και αυτό το έχει κοινό με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, οι οποίοι είναι πρώτοι ανάμεσα στους μαθητές του Σωτήρος, καθώς επίσης και το να είναι ευαγγελιστής μαζί με αυτούς που συνέγραψαν το ιερό Ευαγγέλιο, τους λόγους της αιωνίου ζωής, αν και υπερέχει βέβαια πολύ ως προς την μεγαλοφωνία και το ύψος της θεολογίας. Ποιος λόγος όμως είναι ικανός να παραστήση αυτά στα οποία αυτός μόνος διαπρέπει; Μόνον αυτός επέτυχε να καλήται απ' όλους παρθένος, όχι μόνον από τους Αποστόλους αλλά και από όλους τους προγενεστέρους και μεταγενεστέρους ονομαστούς στην αρετή αυτή, επειδή, όπως φαίνεται, μόνος αυτός εφύλαξε σ' όλη του την ζωή εν παρθενία την ψυχή και το σώμα, τον νου και την αίσθησι. Την παρθενία βέβαια του σώματος λίγοι την εκράτησαν, αλλά την γνωρίζουν σχεδόν όλοι. Η ακριβής παρθενία όμως της ψυχής είναι το φρόνημα το οποίο δεν σχετίζεται με οποιαδήποτε κακία. Ώστε με την προσωνυμία αυτή προσμαρτυρείται σχεδόν στον Ιωάννη η αναμαρτησία. Γι' αυτό και έγινε αγαπημένος του μόνου εκ φύσεως αναμαρτήτου Χριστού10 και μόνος απ' όλους απέκτησε αυτήν την επωνυμία.

Άραγε μπορεί κανείς να εύρη μεγαλύτερα απ' αυτά τα ονόματα διά να τον επαινέση; Ενώ σ' όλους τους άλλους ανθρώπους δεν θα μπορούσε να εύρη ούτε όλα αυτά μαζί, σ' αυτόν όμως ανήκουν και άλλα μεγαλύτερα απ' αυτά. Διότι δεν είναι μόνον αγαπημένος και παρθένος, αλλά και υιός της Παρθένου και μάλιστα αυτής της μητροπαρθένου και Θεομήτορος, αφού έγινε κατά χάριν αυτό που ήτο σ' αυτήν ο Χριστός κατά φύσιν11. Αφού λοιπόν μόνος απέκτησε την ίδια μητέρα με τον Χριστό, είναι και μόνος αυτός απ' όλους αδελφός του και σ' όλα συγγενής και εξομοιωμένος με τον Υιό του Θεού. Υιός αγαπητός12 εκείνος και αυτός επίσης μαθητής αγαπητός13. Εκείνος υπάρχει μέσα στον κόλπο του Πατρός14 και αυτός με την χάρι Εκείνου είναι επιστήθιος στον Ιησού15. Παρθένος Εκείνος και αυτός παρθένος με την χάρι Εκείνου. Παρθένου υιός Εκείνος, της ιδίας και αυτός. Εβρόντησεν εξ ουρανού ο Κύριος16, είναι και αυτός η βροντή. γι' αυτό και αποκαλείται μ' αυτό το όνομα περισσότερο από τους άλλους, δηλαδή βροντή και υιός της βροντής17. Και μάλιστα βροντή θεολογικωτάτη, η οποία αντηχεί σ' όλα τα πέρατα και θεολογεί τον Λόγο του Πατρός πως υπήρχε από την αρχή, αχώριστος από τον Θεό, πως είναι Θεός και έχει μέσα του τη ζωή και ακόμη πως είναι το φως το αληθινό, το οποίο φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο και τέλος πως δι' αυτού έγιναν στην αρχή τα πάντα18.

Αυτή η βροντή μας εφανέρωσε αυτόν τον οποίο απέστειλε ο Θεός ως μάρτυρα της ελεύσεως του αληθινού φωτός και μας εγνώρισε τον ίδιο τον Λόγο, ο οποίος κατήλθε από τον ουρανό και έγινε για χάρι μας σάρκα. Εξιστόρησε δε καθαρώτατα ολόκληρη την επίγεια ζωή Του, τους λόγους, τα έργα, τα πάθη, την ανάστασι μετά από την σταύρωσι και τέλος την επιστροφή στον ουρανό, από όπου και κατέβη. Και όλα αυτά, λέγει, τα κατέγραψε για μας όπως τα είδε, για να σωθούμε19. Αλλά και σε ολόκληρη την Εκκλησία απευθύνει προτρεπτική επιστολή, με την οποία καλεί όλους να γίνουν μέτοχοι της αιωνίου ζωής, η οποία υπήρχε προαιωνίως αχώριστη από τον Πατέρα και εφανερώθη σε μας20. Επειδή δε συγκατελέγετο μεταξύ των προκρίτων Αποστόλων και ιδιαιτέρως ήτο και ωνομάζετο αγαπημένος, μας ομιλεί περί της κορυφαίας αρετής, δηλαδή περί της αγάπης21, και λέγει πως ο ίδιος ο Θεός είναι αγάπη και όποιος έχει αγάπη έχει μέσα του τον Θεό. Όποιος μένει στην κατάστασι της αγάπης, μένει μέσα στον Θεό και ο Θεός μένει μέσα σ' αυτόν στον οποίο υπάρχει η αγάπη22. Δείχνει πως η ενέργειά της μέσα μας είναι διπλή, καθώς την μερίζει αμερίστως σ' αυτήν που στρέφεται προς τον Θεό και σ' αυτήν που στρέφεται προς τον πλησίον και διδάσκει ότι η μία είναι συνυφασμένη με την άλλη και τέλος αποκαλεί ψεύστη αυτόν που ισχυρίζεται πως έχει μόνον τη μία από τις δύο. Διότι, λέγει, σημάδι της αγάπης προς τον Θεό είναι το να τηρούμε τον λόγο του και τις εντολές του23, όπως εδίδαξε και ο ίδιος ο Κύριος όταν είπε. ο αγαπών με τας εντολάς μου τηρήσει. αύτη δε, λέγει, εστίν η εμή εντολή, ίνα αγαπάτε αλλήλους. καν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί εστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις24.

Βλέπετε πως είναι αχώριστη η αγάπη προς τον Θεό και προς αλλήλους; Γι' αυτό λέγει ο αγαπημένος μαθητής, ει τις λέγει ότι αγαπά τον Θεόν και τον αδελφόν αυτού μισεί, ψεύστης εστίν. ει γαρ τον αδελφόν αυτού, ον εώρακεν, ουκ αγαπά, πώς αγαπά, τον Θεόν, ον ουχ εώρακεν;25 Ακόμη λέγει πως ο διά της αγάπης λέγων εν τω Θεώ μένειν οφείλει, καθώς εκείνος περιεπάτησεν, και αυτός περιπατείν26. Πώς λοιπόν περιεπάτησε Εκείνος; Υπήκουσε στον ουράνιο Πατέρα, επλήρωσε όλη την δικαιοσύνη, ευηργέτησε με τον εαυτό του την φύσι, εθεράπευσε τους ασθενείς, εδίδαξε τους ευπειθείς, ήλεγξε τους απειθείς, υπέμεινε χάριν των ευπειθών τα ονείδη από τους απειθείς, τα εμπτύσματα από τους αχαρίστους, τα ραπίσματα, τους εμπαιγμούς, τις μαστιγώσεις και τέλος τον επονείδιστο θάνατο, αφού θυσίασε και τη ζωή του για χάρι μας, από το οποίο δεν υπάρχει μεγαλύτερο έργο αγάπης27.

Βλέπουμε δε τον αγαπημένο μαθητή να παρουσιάζεται μαθητής και στα έργα, διότι σε όλα μιμήθηκε με ακρίβεια τον διδάσκαλό του. και στην διδασκαλία και στα θαύματα και στα παθήματα. Όλους τους ευηργέτησε με έργα και λόγους, τους έβγαλε από το σκοτάδι στο φως και τους μετέβαλε από αναξίους σε αξίους, ενώ ο ίδιος υπέφερε γι' αυτούς. Δεν υπέμεινε μόνον ένα θάνατο για την μαρτυρία του Ιησού και την ωφέλειά μας -με άλλα λόγια για την αγάπη προς τον Θεό και τους ανθρώπους- αλλά σ' όλη την διάρκεια της ζωής του παρέδιδε τον εαυτό του στον θάνατο. Πόσες φορές ενεπαίχθη, πόσες φορές ερραπίσθη, πόσες φορές ελιθοβολήθη, σε πόσους τυράννους και άρχοντες δεν παρεστάθη ως υπόλογος και υπόδικος, αυτός που είναι διανομεύς της ευσεβείας! Ακόμη και εξωρίσθη από τον ωμότατο μεταξύ των τυράννων Δομετιανό στην Πάτμο28, ενώ αυτός με χαρά εκήρυττε παντού την διδασκαλία του αγαθού δεσπότου και διδασκάλου.

Και εμείς, αδελφοί, ακολουθώντας την διδασκαλία αυτή, ας περιπατήσουμε, όσο είναι δυνατόν, όπως ακριβώς και ο Χριστός και ο αγαπημένος του μαθητής περιεπάτησε, με υποταγή στους πατέρας μας. Διότι λέγει, υιός υπήκοος έσται εις ζωήν, ο δε παρήκοος εις απώλειαν29. Και όχι μόνον στους κατά σάρκα πατέρας αλλά πολύ περισσότερο στους πνευματικούς και τέλος διά μέσου αυτών στον ανώτατο Πατέρα, παρ' ου πάσα πατριά εν ουρανώ και επί γης ονομάζεται30. Διότι η αγάπη, η υπακοή και η ευπείθεια προς τους πνευματικούς πατέρες αναφέρεται προς τον Θεό και όποιος δεν υπακούει σ' αυτούς προσκρούει στον Θεό των πατέρων, όπως ακριβώς απεφάνθη και ο Χριστός όταν είπε: ο ακούων υμών, εμού ακούει, και ο αθετών υμάς, εμέ αθετεί. ο δε εμέ αθετών, αθετεί τον αποστείλαντά με31. Πείθεσθε, λοιπόν, αδελφοί, τοις ηγουμένοις ημών και υπείκετε, ίνα μη στενάζωσι καθ' υμών, αλυσιτελές γαρ ημίν τούτο32 φωνάζει ο μεγαλοκήρυκας Παύλος, και να δείχνετε προθυμία να εκπληρώσετε κάθε εντολή του Θεού και να εκτελέσετε κάθε αγαθό έργο. Εάν έχουμε κάποιες ελλείψεις εξ αιτίας της ασθενείας της φύσεώς μας, ο εύσπλαχνος Κύριος αναπληρώνει με την χάρι του τις ελλείψεις της ασθενείας μας και μας αποδέχεται, ωσάν να πράξαμε πλήρως το αγαθό, και μάλιστα εάν μας δη να ταπεινοφρονούμε για τις ελλείψεις της αρετής και όχι να υπερηφανευώμαστε για ό,τι καλό έχουμε κάνει.

Να ευεργετήτε ο ένας τον άλλον πολυτρόπως με ό,τι μπορείτε. Δεν μπορείς μ' ένα θαυματουργό λόγο να θεραπεύσης τους ασθενείς; Τουλάχιστον όμως μ' ένα παρηγορητικό λόγο είσαι σε θέσι να τους βοηθήσης. Εάν μάλιστα εσύ ο ίδιος τους υπηρετήσης στις ανάγκες τους, θα έχης ως υπηρέτη -ω του θαύματος!- τον ίδιο τον Χριστό στον μέλλοντα αιώνα, σύμφωνα με τους λόγους του. Διότι λέγει. περιζώσεται και ανακλινεί αυτούς, και παρελθών διακονήσει αυτοίς33. Εάν πάλι μεταδίδοντας από τα αναγκαία αγαθά σου γίνης κοινωνός του Χριστού, θα γίνης μέτοχος και του θείου πλούτου και της βασιλείας Του και θα τραφής με αμβροσία και θα περιβληθής το βασιλικό ένδυμα της αθανασίας34, ωσάν να ενέδυσες και επότισες και έθρεψες εκείνον τον ίδιο. Δεν έχεις χάρισμα διδασκαλίας, προτροπής στην αρετή, δύναμι να ελέγξης, για να αποτρέπης από την κακία και να παρακινής προς την αρετή; Να γίνης με τα έργα διδάσκαλος, εργαζόμενος το αγαθό στον ίδιο τον εαυτό σου και στους συνανθρώπους σου. Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν ακόμη και τους παρανόμους να ελέγχης. Ας λέγουν τέτοιου είδους άνθρωποι και για σένα, βαρύς ημίν εστι και βλεπόμενος, ότι άνομοι ταις τρίβοις ημών αι οδοί αυτού35. Αν πάλι, επειδή δεν ημπορούν να σε υποφέρουν, επιφέρουν ύβρεις και συκοφαντικά πλέκουν κατηγορίες και μηχανώνται εναντίον σου τα πάνδεινα, να σταθής ατρόμητος και να μη μεταβάλης την συμπεριφορά σου από παραφορά ή από νωθρότητα, αλλά να φανής αγαθός και στον ίδιο τον εαυτό σου και σ' εκείνους, έχοντας ως παράδειγμα τον ίδιο τον Χριστό και τον αγαπημένο του μαθητή. Και με αυτό το παράδειγμα να βαδίζης την ευθεία οδό του Κυρίου και να προχωρής χωρίς επιστροφή. διότι λέγει εκείνος, ει γαρ εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσι36. Αν ενεργής έτσι και υπομείνης αυτά, είναι φανερό σ' όλους πως έχεις ενστερνισθή την θεϊκή αγάπη.

Εάν -πράγματι έχης μεγάλο πόθο να γνωρίσης μέσα σου τα σημάδια της θα σου τα υποδείξω και αυτά, μόνον εσύ να προχωρής χωρίς οκνηρία, για να τα εύρης. Όταν ανυψώνης το νου προς τον Θεό και δεν σε σύρη προς τα κάτω τίποτε γήινο, αλλά λησμονώντας τα όλα, αβίαστα, χωρίς σκέψεις, με χαρά εντρυφάς στη μνήμη του Θεού και στις προσευχές, τότε γνώριζε ξεκάθαρα ότι έφθασες στην αγάπη του Θεού. Και μετέχεις σ' αυτήν σε τέτοιο βαθμό, κατά το μέτρο που παρατείνεται η διάρκεια της συνομιλίας αυτής προς τον Θεό ή καλλίτερα της ενώσεως προς Αυτόν. Όταν πάλι προσεύχεσαι στον Κύριο με κατάνυξι και γλυκειά οδύνη της καρδιάς, με την ίδια έντασι τόσο για σένα όσο και για κάθε άνθρωπο, γνωστό και άγνωστο, εχθρό και φίλο, γι' αυτόν που σε λύπησε και γι' αυτόν που δεν σε λύπησε, τότε γνώριζε πως έχεις αγαπήσει τον πλησίον σου από τα βάθη της ψυχής σου.

Αλλά οι διαθέσεις αυτές δεν αποκτώνται, εάν προηγουμένως δεν επιτελέ­σης τα φανερά έργα της αγάπης. Διότι, εάν δεν μάθης στον εαυτό σου να αφήνη το δικό του θέλημα και να κάνη το θέλημα του συνανθρώπου του, πώς θα υπομένης τα κακά που θα σου προξενήση; Εάν πάλι δεν υποφέρης με γενναιότητα και μακροθυμία τις δυσκολίες που σου προξενούν οι άνθρωποι, πώς θα προκόψης στο να προσεύχεσαι για χάρι των εχθρών σου; Και εάν δεν υπα­κούης σ' αυτόν που λέγει τα ενόντα δότε ελεημοσύνην, και πάντα καθαρά υμίν έσται37, αλλά κατέχης και διαφυλάττης αυτά μόνο για τον εαυτό σου και δεν τα διαμοιράζης, για να καλύψης τις ανάγκες των συνανθρώπων σου, πώς θα χύσης δάκρυα γι' αυτούς; Διότι λέγει κάποιος από τους φίλους του Θεού: «Αυτός που έχει αγάπη εσκόρπισε χρήματα, ενώ αυτός που ισχυρίζεται ότι έχει και τα δύο, και τα χρήματα και την αγάπη, έχει πλανηθή. αλλά ή στερείται χρημάτων ή στερείται αγάπης, δηλαδή του Θεού». Διότι ο Θεός είναι αγάπη, όπως μας διδάσκει όταν λέγη, ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά38, εννοώντας με την λέξι μαμωνά κάθε περιττό πράγμα που έχουμε, χρυσό ή άργυρο ή κάτι άλλο. Και δείχνει πως είναι αδύνατο να προσευχηθή αυτός που φυλάγει χρήματα. διότι λέγει, όπου γαρ εστιν ο θησαυρός ημών, εκεί έσται και η καρδία ημών39, και βεβαίως όχι στην προσευχή. Μάλιστα γι' αυτού του είδους τους ανθρώπους έλεγε ο Κύριος ότι ούτος ο λαός τοις χείλεσί με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ' εμού. μάτην δε σέβονταί με40.

Γι' αυτό και η αγαπημένη στο Θεόν βροντή φωνάζει, όστις έχει τον βίον του κόσμου τούτου και ου δίδωσι τοις αδελφοίς τας χρείας, ουκ έστιν η αγάπη του Θεού εν αυτώ41.  Διότι δεν είναι δυνατόν να παραμένουν η αγάπη του κόσμου και η αγάπη του Θεού σ' ένα και το αυτό πρόσωπο, αφού η αγάπη του κόσμου είναι εχθρική προς τον Θεό. Γι' αυτό πάλι ο ίδιος λέγει, μη αγαπάτε τον κόσμον, μηδέ τα εν τω κόσμω42. Ποια άλλα λοιπόν είναι αυτά που ευρίσκονται μέσα στον κόσμο, παρά η απόκτησις χρημάτων που δεν ωφελούν καθόλου την ψυχή, οι σαρκικές επιθυμίες, η υψηλοφροσύνη, το γήινο θέλημα; Αυτά όλα δεν είναι του Θεού, αλλ' αντίθετα χωρίζουν απ' Αυτόν όσους τα κατέχουν και νεκρώνουν την ψυχή αυτού που έχει νικηθή απ' αυτά και την θάπτουν μέσα στο χρυσό και αργυρό χώμα. Αυτό το χώμα είναι πολύ χειρότερο από το συνηθισμένο χώμα, με το οποίο καλύπτουμε τους νεκρούς. Διότι όταν το κοινό χώμα τοποθετηθή πάνω στα νεκρά μας σώματα, συγκρατεί τη δυσωδία τους και δεν την αφήνει καθόλου να βγη προς τα έξω, ενώ το χρυσό και αργυρό χώμα, όσο περισσότερο συσσωρεύεται πάνω στο νου αυτού που το έχει αποκτήσει, τόσο περισσότερο δυσώδη τον κάνει, ώστε η δυσωδία να φθάνη ακόμη και στον ουρανό και να στρέφη οπίσω τους οικτιρμούς και την πρόνοια του Θεού.

Γι' αυτόν τον λόγο και απεστάλη ο αγαπημένος από τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό, για να μας διδάξη όλη την αλήθεια και να μας ανασηκώση απ' αυτά τα νεκρά έργα και να μας προτρέψη σε έργα φωτός, των οποίων το αποκορύφωμα καθώς και το μέσο που μας παρέχει την αιώνια ζωή είναι, όπως μας διεσάφησε ακριβέστατα, η αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον. Γιατί λοιπόν τον αγαπούμε και τον τιμούμε; Όχι διότι μας απεκάλυψε ολόκληρη την αλήθεια; Ας μην ενεργούμε λοιπόν, αδελφοί, αντίθετα προς τα λόγια εκείνου. ούτε να δείχνουμε σχηματικά και με τη γλώσσα μόνον την αγάπη και την πίστι, ενώ με τα έργα να απιστούμε σ' αυτόν, πράγμα το οποίο και ο ίδιος το απαγορεύει λέγοντας μη αγαπώμεν, αδελφοί, λόγω και γλώσση, αλλ' έργω και αληθεία43.

Εάν λοιπόν εμείς από αγάπη τιμούμε αυτόν που και ο Θεός τον αγάπησε περισσότερο απ' όλους, ας δείξουμε με τα έργα την αγάπη μας προς αυτόν, με το να εφαρμόζουμε τα λόγια του και όχι απλώς να τα ακούμε. Διότι έτσι θα μπορέσουμε να πετύχουμε την αιώνια ζωή και βασιλεία, που μας εγνώρισε αυτός, μαζί με τον βασιλέα των αιώνων Χριστό, στον οποίο πρέπει δόξα αιώνια στον ουρανό και στη γη, μαζί με τον άναρχό του Πατέρα και το συναΐδιο Πνεύμα τώρα και πάντοτε και σ' όλους τους αιώνες. Αμήν.



1. Ιωάν. α' 13
2. βλ. Γέν. λε' 22
3. βλ. Ματθ. ι' 2-4, Μάρκ. γ' 14-19, Λουκ. ς' 13-16   
4. βλ. Ματθ. κζ' 5, Πράξ. α' 16-20
5. βλ. Πράξ. θ' 3-5. Ο Άγ. Γρηγόριος εννοεί το πράγμα ουσιαστικώς, διότι από τυπική άποψι η θέσις συμπληρώθηκε από τον Ματθία (Πράξ. α' 15-26).
6. βλ. Εξ. ιε' 27
7. βλ. Ιησ. Ναυή, δ' 1
8. βλ. Ματθ. δ' 21
9. βλ. Ματθ. ιζ' 1-5
10.  βλ. Ιωάν. ιγ' 23, ιθ' 26, κα' 20
11. βλ. Ιωάν. ιθ' 26 κ.εξ.
12. βλ. Ματθ. γ' 17, ιζ' 5
13. βλ. Ιωάν. ιθ' 26
14. βλ. Ιωάν. α' 18
15. βλ. Ιωάν. ιγ' 23
16. Ψαλμ. ιζ' 13
17. βλ. Μάρκ. γ' 17 
18. βλ. Ιωάν. α' 1-14
19. βλ. Ιωάν. κ' 31
20. βλ. Α' Ιωάν. α' 1-3
21. βλ. Ρωμ. ιγ' 9, Γαλ. ε' 14
22. βλ. Α' Ιωάν. δ' 8-16
23. βλ. Α' Ιωάν. β' 6, δ' 12 κ. εξ.
24.Ιωάν. ιδ' 21, ιγ' 34, ιε' 12
25. Α' Ιωάν. δ' 20
26. Α' Ιωάν. β' 6
27. βλ. Ιωάν. ιε' 13
28. βλ. Αποκ. α' 9
29. Παροιμ. ιγ' 1
30. Εφεσ. γ' 15
31. Λουκ. ι' 16
32. πρβλ. Εβρ. ιγ' 17
33. Λουκ. ιβ' 37
34. βλ. Ματθ. κε' 34-40
35. Σοφ. Σολ. β' 15
36. Ιωάν. ιε' 20
37. Λουκ. ια' 40
38. Ματθ. ς' 25
39. Ματθ. ς' 21
40. Ματθ. ιε' 8
41. Α' Ιωάν. γ' 17
42. Α' Ιωάν. β' 15
43.Α' Ιωάν. γ' 18


"ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ"
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ

ΤΕΥΧΗ 12-13


impantokratoros.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.