Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010

Αββάς Ισαάκ Α' Λόγος περί Αποταγής και Μοναχικής Πολιτείας

ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

ἀσκητοῦ καί ἀναχωρητοῦ,
πού ἒγινε ἐπίσκοπος τῆς φιλόχριστης πόλης
Νινευῒ

ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ
Αὐτοί οἱ λόγοι ἑρμηνεύτηκαν ἀπό τούς ὁσίους Πατέρες μας ΑΒΒΑ ΠΑΤΡΙΚΙΟ καί ΑΒΒΑ ΑΒΡΑΜΙΟ τούς φιλόσοφους καί ἡσυχαστές πού ἡσύχασαν στή Λαύρα τοῦ ἁγίου πατέρα μας ΣΑΒΒΑ.

ΛΟΓΟΣ Α΄
ΠΕΡΙ
ΑΠΟΤΑΓΗΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

1. Ἡ ἀρχή τῆς ἀρετῆς εἶναι ὁ φόβος του Θεού. Λέγεται ὃτι γεννιέται ἀπό τήν πίστη. Σπέρνεται στήν καρδιά ὃταν ἀποχωριστεῖ ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν περισπασμό καί τίς μέριμνες τοῦ κόσμου. Ἒτσι θά μπορέσει ὁ ἂνθρωπος νά συγκεντρώσει τίς σκέψεις του πού περιπλανῶνται ἐδῶ κι ἐκεῖ στή στοχαστική ἐνασχόληση μέ τίς σκέψεις γιά τή μελλοντική ἀποκατάσταση.

2. Τό πιό καλό θεμέλιο τῆς ἀρετής δέν εἶναι ἂλλο παρά α) Τό νά συγκρατήσει κανείς τόν ἑαυτό του μέσω τῆς φυγῆς ἀπό τόν κοσμικό περισπασμό καί β) Τό νά παραμείνει μέ ὑπακοή στό νόμο τοῦ φωτός, σ’εκεῖνα τά μονοπάτια τά εὐθέα καί ἃγια τοῦ θείου νόμου. Αὐτοῦ τοῦ νόμου τόν ὁποίο μέ τήν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ Ψαλμωδός ὀνόμασε λύχνο .

3. Μόλις, καί μέ μεγάλη δυσκολία, βρίσκεται ἓνας ἂνθρωπος πού μπορεῖ νά βαστάξει (χωρίς ψυχική ζημία) τήν τιμήν . Ἲσως μάλιστα καί νά μήν ὑπάρχει τέτοιος ἂνθρωπος οὒτε ἀκόμη καί ἀνάμεσα σ’ ἐκείνους πού ἒγιναν ἰσάγγελοι ὡς πρός τόν τρόπον τῆς ζωῆς τους. (Αὑτό συμβαίνει γιατί ὁ καθένας πολύ εὒκολα καί γρήγορα ἀποδέχεται αὐτήν τήν ἀλλοίωση πού τοῦ προξενεῖ ἡ τιμή).

4. Ἡ ἀρχή τοῦ δρόμου τῆς ζωῆς εἶναι νά μελετᾶ συνεχῶς ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί νά ζεῖ ὀ ἂνθρωπος μέ φτώχεια. Διότι ὃταν ὁ ἂνθρωπος ποτίζει τόν ἑαυτό του μέ τό ἓνα αὐτό βοηθάει στήν τελειότητα τοῦ ἂλλου. Δηλαδή τό νά ποτίζεις τήν ψυχή σου μέ τήν μελέτη τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ σέ βοηθᾶ στό νά ἐπιτύχεις τήν φτώχεια. Ἐνῶ ἐλευθερώνοντας τόν ἑαυτό σου ἀπό τίς κτήσεις βρίσκεις χωρίς ψυχική ζημία διαθέσιμο χρόνο γιά νά πετύχεις στήν ἀδιάκοπη μελέτη τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ. Ἡ βοήθεια καί ἀπό τά δύο γρήγορα ἀνεγείρει ὃλο τό οἰκοδόμημα τῶν αρετῶν.

5. Κανένας δέν μπορεί νά πλησιάσει τό Θεό παρά ἐκεῖνος ὁ ἂνθρωπος πού ἀποχωρίστηκε ἀπό τόν κόσμο. Ὁνομάζω ἀποχωρισμό ὂχι τήν ἀναχώρηση τήν σωματική ἀλλά τήν ἀποξένωση ἀπό τίς κοσμικές ὑποθέσεις.

6. Αὐτή εἶναι ἡ ἀρετή. Τό νά μήν ἀσχολεῖται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν κόσμο. Ἡ καρδιά δέν μπορεῖ νά γαληνέψει καί νά εἶναι χωρίς φαντασίες ὃσο χρόνο οἱ αισθήσεις εἶναι ἐνεργές. Ἒξω ἀπό τήν ἒρημο «καί τόν ἂγριο τόπο» τά σωματικά πάθη δέν κοπάζουν οὒτε οἱ κακές σκέψεις σταματοῦν.

7. Μέχρις ὃτου ἠ ψυχή μεθύσει μέ τήν πίστη στό Θεό λαμβάνοντας μιά αἲσθηση τῆς δύναμης τῆς
πίστης, δεν μπορεῖ να θεραπεύσει τήν ἀσθένεια τῶν αισθήσεων. Οὒτε μπορεί δυναμικά νά καταπατήσει τήν ὁρατή ὓλη, πού εἶναι τό ἐμπόδιο γιά τά ἐσωτερικά καί μή ἀντιληπτά ἀπό τίς αἰσθήσεις πράγματα.

8. Ἡ λογική δύναμη εἶναι ἡ αἰτία τῆς ἐλευθερίας . Καρπός καί τῶν δύο εἶναι ἡ παρεκτροπή . Χωρίς τήν πρώτη δέν ὑπάρχει δεύτερη .Ὃπου ὃμως ἡ δεύτερη λείπει, ἐκεῖ ἡ τρίτη εἶναι κρατημένη σάν μέ χαλινάρι .

9. Ὃταν ἡ χάρη εἶναι ἂφθονη στόν ἂνθρωπο, αὐτός εὒκολα περιφρονεῖ τόν φόβο τοῦ θανάτου ἐξ’ αἰτίας τοῦ πόθου του γιά τήν δικαιοσύνη . Αὐτός βρίσκει πολλούς λόγους γιά τήν ἀναγκαιότητα τοῦ νά
ὑποφέρει κανείς δοκιμασίες χάριν τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ. Ὃλα τά πράγματα πού θεωροῦνται βλαπτικά γιά τό σῶμα καί τά ὁποῖα ξαφνικά ἐπιτίθενται στη φύση του και ἀκολούθως τό κάνουν νά ὑποφέρει στά μάτια του φαίνονται σάν τίποτε, σέ σύγκριση μέ αὐτά πού ἐλπίζονται στήν μέλλουσα ζωή. Εἶναι ἀδύνατο νά γνωρίσουμε τήν ἀλήθεια ἂν δέν παραχωρηθεῖ νά ἒλθουν ἐπάνω μας οἱ πειρασμοί. Ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου τόν πληροφορεί μέ ἀκρίβεια γι’αὐτό. Ἀκόμα περισσότερο (τόν πληροφορεί) γιά τό γεγονός ὃτι ὁ Θεός λαμβάνει πολύ μεγάλη πρόνοια γιά τούς ἀνθρώπους καί ὃτι δέν ὑπάρχει καμμία ἀνθρώπινη ὓπαρξη πού νά μήν εἶναι κάτω ἀπό τήν Πρόνοιά Του. Αὐτό εἰδικά τό βλέπει νά δεικνύεται τόσο καθαρά σάν μέ τό δάχτυλο στήν περίπτωση ἐκείνων πού βγῆκαν σέ ἀναζήτησή Του καί ὑπόμειναν θλίψεις γιά χάρη Του.

Ὃταν ὂμως ἡ θεία χάρη ἐλαττωθεῖ πολύ στόν ἂνθρωπο τότε ὃλα τά ἀντίθετα, ἀπό ὃσα εἲπαμε προηγουμένως, εἶναι κοντά (σ’ἓναν τέτοιο ἂνθρωπο). Γι’ αὐτόν ἡ γνώση εἶναι σπουδαιότερη ἀπό τήν πίστη, ἐφόσον βασίζεται στήν ἐξέταση μέ τή λογική. Ἡ πεποίθηση στό Θεό δέν εἶναι παροῦσα σέ κάθε ἒργο του καί ἡ Θεία Πρόνοια γιά τόν ἂνθρωπο κατανοεῖται διαφορετικά. Ἓνας τέτοιος ἂνθρωπος συνέχεια ἐνεδρεύεται σ’αὐτά τά πράγματα μέ τά ὁποῖα ἐκεῖνοι πού «σέ μιά ἀσέληνη νύχτα ἐνεδρεύουν γιά νά κατατοξεύσουν μέ τά βέλη τους τόν ἂνθρωπο» .

10. Ἡ ἀρχή τῆς ἀληθινῆς ζωῆς τοῦ ἀνθώπου εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλ’ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ δέν συγκατατίθεται νά κατοικήσει σέ μιά ψυχή πού περισπᾶται σέ ἐξωτερικά πράγματα.

11. Ὑπηρετώντας τίς αἰσθήσεις, ἡ καρδιά ἀπομακρύνεται ἀπό τήν ἡδονή τοῦ Θεοῦ. Διότι, λένε, οἱ ἐσωτερικές μας σκέψεις εἶναι δεμένες μέσω τῆς αἲσθησής τους μέ τά αἰσθητήρια ὀργανα πού τίς ὑπηρετοῦν.

12. Ὁ ἀναμφίβολος δισταγμός τῆς καρδιᾶς εἰσάγει δειλία στήν ψυχή. Ἡ πίστη, ὃμως, ἀκόμα καί ὃταν τά μέλη τοῦ σώματος κατακόπτονται, μπορεῖ νά ἰσχυροποιήσει τήν βούληση τοῦ ἀνθρώπου . Ὃσο ἡ ἀγάπη γιά τή σάρκα κυριαρχεῖ μέσα σου, ποτέ δέν μπορεῖς νά γίνεις γενναῖος καί ἀτρόμητος, ἐξ’ αἰτίας τῆς διαμονής τῶν ἐχθρικῶν πραγμάτων τά ὁποῖα περιβάλλουν συνέχεια τό ἀντικείμενο τῆς ἀγάπης σου.

13. Ὁ ἂνθρωπος πού λαχταράει τήν τιμή δέν μπορεῖ νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τίς αἰτίες τῆς λύπης.

14. Δέν ὑπάρχει ἂνθρωπος, ὁ ὁποῖος, ὃταν ἀλλάζουν οἱ συνθῆκες δέν παθαίνει ἀλλοίωση στή διάνοιά του σέ σχέση μέ ὃτι βρίσκεται μπροστά του.

15. Ἐάν ἡ ἐπιθυμία, ὃπως λένε , εἶναι τό βλάστημα τῶν αἰσθήσεων, τότε ἂς σωπάσουν αὐτοί πού διδάσκουν ὃτι μποροῦν νά φυλάξουν τήν διάνοιά τους εἰρηνική μέσα στούς περισπασμούς .

16. Δέν εἶναι σώφρων ἐκεῖνος πού λέγει ὃτι σταματοῦν μέσα του οἱ αἰσχροί λογισμοί πάνω στήν πίεση καί τήν κρίση τῆς μάχης καί τοῦ ἀγώνα ἀλλά ἐκεῖνος, μᾶλλον, πού μέ τήν ἀκεραιότητα τῆς καρδιᾶς του κάνει τήν θεωρία τῆς διανοίας του τόσο ἀγνή ὣστε δέν μπορεῖ νά ἀτενίσει μέ ἀναίδεια στούς αἰσχρούς λογισμούς. Καί ὃταν τό κοίταγμα τῶν ματιῶν του εἶναι συγκρατημένο, δίνοντας ἒτσι μαρτυρία γιά τήν ἁγιότητα τῆς συνείδησης, τότε ἡ ντροπή εἶναι σάν ἓνα πέπλο πού κρέμεται μπροστά ἀπό τόν κρυφό χῶρο τῶν λογισμών του και ἡ ἀγνότητά του εἶναι σάν μία σώφρων παρθένος πού φυλάγεται πιστά γιά τόν Χριστό.

17. Τίποτε δέν εἶναι τόσο ἱκανό γιά νά ἐξορίσει τίς προλήψεις τῆς ἀκολασίας ἀπό τήν ψυχή καί νά διώξει μακριά ἐκείνες τίς ἐνεργές μνῆμες πού ἐξεγείρονται στήν σάρκα μας καί παράγουν μιά ταραχώδη φλόγα, ὃσο τό νά βυθιστεί κανείς μέσα στή διάπυρη ἀγάπη γιά ἐκπαίδευση (διδασκαλία, καθοδήγηση) καί στό νά ἐρευνᾶ προσεκτικά μέσα στό βάθος τῶν νοημάτων τῶν θείων Γραφῶν.

18. Ὃταν οἱ λογισμοί ἑνός ἀνθρώπου καταβυθιστούν μέσα στην ἡδονή τῆς καταδίωξης τῆς σοφίας, πού εἶναι ἀποθησαυρισμένη στούς λόγους τῶν Γραφῶν, μέ τήν βοήθεια τῆς ἱκανότητας ἡ ὁποία διαφωτίζεται ἀπό αὐτές, τότε αὐτός ὁ ἂνθρωπος ἀφήνει πίσω του τόν κόσμο καί λησμονεῖ κάθε τί σ’αὐτόν. Ἐξαλείφει ἀπό τήν ψυχή του ὃλες τίς μνῆμες πού διαμορφώνουν εἰκόνες σωματοποίησης τοῦ κόσμου συχνά οὒτε κἂν θυμᾶται νά ἀσχοληθεῖ μέ τούς συνηθισμένους λογισμούς πού ἐπισκέπτονται τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἡ ψυχή του παραμένει σέ ἒκσταση λόγω ἐκεῖνων τῶν νέων ἀπροσδόκητων συναντήσεων πού ἀναδύονται ἀπό τήν θάλασσα τῶν μυστηρίων τῶν Γραφῶν.

19. Καί πάλιν, ἐάν ἡ διάνοια κολυμβᾶ στήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας τῶν θείων Γραφῶν καί οἱ νοήσεις της δέν μποροῦν νά ἐμβαθύνουν στά μεγάλα βάθη, ἒτσι ὣστε να συλλάβουν ὃλους τούς θησαυρούς στό βυθό της, ὃμως ἀκόμη καί μόνη της αὐτή ἡ πράξη μέ τήν δύναμη τῆς διάπυρης φλόγας της ἐπαρκεῖ γιά τήν διάνοια ἀπόλυτα ὣστε νά δέσει σφιχτά ὃλους τούς λογισμούς της μέ ἓναν λογισμό θαυμασμοῦ καί νά ἐμποδίσει αὐτούς να σπεύσουν στή φύση τοῦ σώματος καθώς εἶπε κάποιος ἀπό τούς θεοφόρους πατέρες. Καί αὐτό γίνεται (κλαίει) γιατί ἡ καρδιά εἶναι χαύνη καί δέν μπορεῖ νά βαστάσει τίς κακίες πού συναντᾶ στούς ἐσωτερικούς καί ἐξωτερικούς πολέμους καί γνωρίζετε ὃτι ἓνας κακός (σωματικός) λογισμός εἶναι καταπιεστικός. Ἐάν ἡ καρδιά δέν ἀπασχοληθεῖ πλήρως μέ τήν μελέτη δέν μπορεῖ νά ὑπομείνει τήν ταραχή τῆς ἐπίθεσης τοῦ σώματος.

20. Ὃπως τό βάρος τῶν σταθμῶν ἐμποδίζει τήν γρήγορη ταλάντωση μιᾶς ζυγαριᾶς σέ μιά ριπή τοῦ ἀνέμου, ἒτσι καί ἡ ἐντροπή καί ὁ φόβος ἐμποδίζουν τήν ἐκτροπή τῆς διάνοιας. Καί ὃσο λείπει ὁ φόβος καί ἡ ἐντροπή τόσο ὁ νοῦς ρεμβάζει καί κατ’ἀναλογία τῆς ἀπομάκρυνσης τοῦ φόβου ταράσσεται ὁ ζυγός τῆς διανοίας καί ταλαντώνεται. Λοιπόν ὃπως ἀκριβῶς οἱ πλάστιγγες τοὺ ζυγοῦ, ἐάν βαρύνουν ἀπό ἓνα πολύ βαρύ σταθμίο δέν σαλεύονται εὒκολα ὃταν ὁ ἂνεμος πνέει, ἐτσι καί ἡ διάνοια ὃταν βαρύνει μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐντροπή δέν ἀνατρέπεται εὒκολα ἀπό ἐκεῖνα τά πράγματα τά ὁποῖα τήν μετακινοῦν καί ὃσο λείπει ὁ φόβος ἀπό τήν διάνοια, τόσο αὐτή κυριεύεται ἀπό τήν τροπή καί τήν ἀλλοίωση.

21. Γίνου σοφός λοιπόν καί βάλε σάν θεμέλιο στό ταξίδι σου τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Σέ λίγες μέρες θά σέ ὁδηγήσει μπροστά στήν πύλη τῆς Βασιλείας χωρίς κύκλους στό δρόμο.

22. [Μήν περιεργάζεσαι μέ ὑπερβολή, ὃπως οἱ μαθητές τῶν δασκάλων, τίς λέξεις πού γράφτηκαν ἀπό τήν ἐμπειρία, διά τήν ἀνόρθωση τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς σου καί οἱ ὁποῖες σέ βοηθοῦν μέ τίς ὑψηλές διεισδύσεις τους νά ὑψωθεῖς (πνευματικά)]

23. Νά διακρίνεις τό νόημα ὃλων τῶν παραγράφων πού συναντᾶς στα ἱερά κείμενα ἒτσι ὣστε νά βυθίζεσαι βαθειά μέσα σ’αὐτό καί νά κατανοεῖς τίς βαθειές ἰδέες πού ὑπάρχουν στίς συνθέσεις τῶν φωτισμένων ἀνδρῶν .

24. ‘Εκεῖνοι πού στόν τρόπο ζωῆς τους ὁδηγοῦνται ἀπό τή θεία χάρη γιά νά φωτίζονται, πάντοτε αἰσθάνονται κάτι σάν νοητή ἀκτίνα νά τρέχει ἀνάμεσα στούς γραμμένους στίχους. Αὐτή δίνει τή δυνατότητα στήν διάνοια νά ξεχωρίζει τίς λέξεις πού λέγοναι ἁπλᾶ ἀπό ἐκεῖνες πού λέγοναι ἒχοντας μεγάλη σημασία γιά τόν φωτισμό τῆς ψυχῆς.

25. Ὃταν κάποιος διαβάζει τούς στίχους πού περικλείουν σπουδαῖες ἒννοιες σάν κάτι κοινό τότε κάνει καί τήν καρδιά του κοινή καί ἂδεια ἀπό αὐτήν τήν ἁγία δύναμη ἡ ὁποία δίνει στήν καρδιά μία γλυκύτατη γεύση μέσω τῶν κατανοήσεων πού προκαλοῦν θαυμασμό στήν ψυχή.

26. Κάθε τί ἐπιθυμεῖ νά τρέχει πρός τό ὃμοιό του. Καί ἡ ψυχή ἐκείνη πού ἒχει ἓνα μερίδιο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὃταν ἀκούσει μία φράση πού ἒχει κρυμμένη μέσα της πνευματική δύναμη μέ θέρμη ἀνασύρει καί κάνει δικό της τό περιεχόμενο τῆς φράσης.

27. Δέν ξυπνάει κάθε ἂνθρωπος γιά νά θαυμάσει κάτι που λέγεται πνευματικά καί ἒχει μέσα του κρυμμένη μεγάλη πνευματική δύναμη. Ὁ λόγος πού ἀφορᾶ στήν ἀρετή χρειάζεται μιά καρδιά πού δέν εἶναι ἀπασχολημένη μέ τή γῆ καί τήν συναναστροφή της.

28. Τά πράγματα τῆς ἀρετῆς δέν ξυπνοῦν τήν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου πού μοχθεῖ φροντίζοντας γιά πρόσκαιρα πράγματα γεμὰτος λαχτάρα καί ἀναζήτηση γιά νά τά ἀποκτήσει.

29. Ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τά ὑλικά πράγματα προηγεῖται τῆς σύνδεσης μέ τόν Θεό. Πολλές φορές ὃμως κατ’ οἰκονομία τῆς χάρης, σέ μερικούς τό τελευταῖο βρίσκεται νά προηγεῖται τοῦ πρώτου ἒτσι ὣστε ἡ ἀγάπη γιά το Θεό νά καλύπτει τήν ἀγάπη γιά τά ὑλικά πράγματα. Ἡ συνηθισμένη τάξη τῆς (Θείας) Οἰκονομίας εἶναι διαφορετική ἀπό τήν τάξη τῆς ἀνθρώπινης κοινότητας. Ἀλλά ἐσύ πρέπει νά φυλάξεις τήν συνηθισμένη τάξη. Ἐάν ἒρθει μέσα σου ἡ θεία χάρη πρώτη εἶναι δική της ὑπόθεση. Ἐάν ὂχι, ἀνέβα στόν πνευματικό πύργο ἀπό τό συνηθισμένο σέ ὃλους τούς ἀνθρώπους μονοπάτι, τό ὁποῖο βάδισαν ὁ ἓνας μετά τόν ἂλλο.

30. Κάθε τί πού πραγματοποιεῖται διά μέσου τῆς θείας θεωρίας καί χάρις σ’ αὐτό ἐκπληρώνεται μία ἐντολή εἶναι ἐξ’ ὁλοκλήρου ἀόρατο ἀπό τά σωματικά μάτια. Κάθε ἐνάρετη πράξη πού πραγματοποιεῖται μέ τήν βοήθεια ὀρθῆς δραστηριότητας (πράξη) εἶναι σύνθετη. Διότι ἡ ἐντολή πού δέν εἶναι πολλές ἀλλά μία ἀπαιτεῖ καί τά δύο τήν θεωρία καί τήν πράξη ἐξ’ αἰτίας τῶν σωματικών καί τῶν μή σωματικῶν μερῶν μας. Γιατί ἡ σύνθεση αὐτῶν τῶν δύο εἶναι μία (πλήρης). {Γι’αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο ὁ φωτισμένος νοῦς κατανοεῖ (τήν ἐντολή) ὃπως παλαιότερα (τήν) διατύπωσε ὁ μακάριος Μωῢσής, δηλαδή αὐτό πού εἶναι ἀπλό κατανοεῖται ὃμοια σάν διπλό}.

31. Τά ἒργα πού ἒχουν σάν στόχο τήν ἐπίτευξη τῆς ἁγιότητας δέν ἀπαλάσσουν τήν μνήμη ἀπό τήν συναίσθηση παλαιότερων παραπτωμάτων ἀλλά ἀπομακρύνουν τήν λύπη πού φέρνει ἡ ἀνάμνησή τους στήν διάνοιά μας. Ἀπό δῶ καί στό ἑξῆς συμβαίνει ὃτι ὃταν ἡ μνήμη αὐτή περνάει ἀπό τήν διάνοιἀ μας τό κάνει γιά τήν ὠφέλειά μας.

32. Ἡ ἀκόρεστη ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς γιά τήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς ἁρπάζει γιά δικό της τό μερίδιο τῆς ἐπιθυμίας γιά τά ὁρατά πράγματα πού ἀνήκει στό ὁμόζυγο της στό σῶμα.

33. Τό μέτρο διακοσμεῖ ὃλα τά πράγματα. Διότι χωρίς μέτρο ἀκόμη καί τά πράγματα πού θεωροῦνται καλά γίνονται βλαπτικά.

34. Θέλεις νά ἐπικοινωνήσεις μέ τόν Θεό στό νοῦ σου λαμβάνοντας μιά αἲσθηση ἐκείνης τῆ ἡδονῆς ἡ ὁποῖα δέν εἶναι ὑποδουλωμένη στίς αἰσθήσεις; Ἑπιδίωξε της ἐλεημοσύνη. Διότι ὃταν κάτι πού μοιάζει στόν Θεό βρεθεῖ σε σένα τότε ἐκείνη ἡ ἁγία ὡραιότητα ἀπεικονίζεται ἀπ’ αὐτόν (μέσα σου). Διότι τό συνολικό ποσό τῶν ἒργων τῆς ἐλεημοσύνης ἀμέσως φέρνει τήν ψυχή σέ ἐπικοινωνία μέ τήν ἐνιαία δόξα τῆς θεϊκῆς λαμπρότητας.

35. Ἡ πνευματική ἓνωση εἶναι μιά συνεχής καί ἀσφράγιστη μνήμη ἡ ὁποία ἀδιάκοπα καίει στήν καρδιά μέ θερμό πόθο. Ἡ καρδιά λαμβάνει τήν ἱκανότητα γι’αυτό τόν δεσμό, ὂχι μεταφορικά οὒτε κατά φυσικό τρόπο ἀπό τήν ὑπομονή στίς ἐντολές. Διότι ἐκεῖ (δηλ. στήν τήρηση τῶν ἐντολῶν) βρίσκει ὑλικό γιά τήν θεία θεωρία τῆς ψυχῆς ἒτσι ὢστε νά συγκρατηθεῖ σ’αὐτήν (τήν ἓνωση) ὑποστατικά. Γι’ αὐτό τό λόγο ἡ καρδιά ἒρχεται σέ κατάπληξη (καί θαυμασμό) καθώς οἱ ὀφθαλμοί τῶν διπλῶν αἰσθήσεων κλείνουν, ἐκεῖνοι (οἱ ὀφθαλμοί) τῆς σάρκας και ἐκεῖνοι τῆς ψυχῆς.

36. Δέν ὑπάρχει ἂλλος δρόμος πρός τήν πνευματική ἀγάπη, ἡ ὁποία διαμορφώνει τήν ἀόρατη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μέσα μας, παρά πρῶτα νά ἀρχίσει ὁ ἂνθρωπος νά δείχνει συμπάθεια ἀνάλογη μέ τήν τελειότητα τοῦ (Θεοῦ) Πατέρα , ὃπως εἶπε ὁ Κύριός μας. Διότι ἒδωσε ἐντολή, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι Τόν ὑπακούουν νά βάλουν αὐτό σάν τό θεμέλιό τους .

37. Ἂλλο πρᾶγμα εἶναι ὁ λόγος πού πηγάζει ἀπό τήν πράξη (τήν ἐμπειρία ἀπό τήν ἐξάσκηση τῶν πρακτικῶν – σωματικῶν ἀρετῶν τῆς ὑπακοῆς, τῆς νηστείας, τῆς ἀγρυπνείας, τῆς χαμαικοιτίας κ.λ.π.) καί ἂλλο πρᾶγμα ὁ καλός (ὡραῖος) λόγος. Ἀκόμα καί χωρίς ἐμπειρία, ἡ σοφία εἶναι έξυπνη ὣστε νά ὀμορφαίνει τούς λόγους της λέγοντας τήν ἀλήθεια χωρίς ὃμως νά τήν γνωρίζει πραγματικά καί κάνοντας διακηρύξεις περί ἀρετῆς ἐνῶ ὁ ἂνθρωπος αὐτός ποτέ δέν δοκιμάζει νά τήν ἐφαρμόσει στά ἒργα του. Ὁ λόγος πού πηγάζει ἀπό τήν ὀρθή πράξη εἶναι ἓνα θησαυροφυλάκιο ἐλπίδας, ἀλλά ἡ σοφία πού δέν βασίζεται στήν ὀρθή πράξη εἶναι μιά ἐναπόθεση ντροπῆς. Ὃπως ἀκριβῶς ἓνας καλλιτέχνης ζωγραφίζει τό νερό στούς τοίχους καί δέν μπορεῖ νά ἀνακουφίσει τή δίψα του μ’αυτό, ἢ ὃπως κάποιος πού ὀνειρεύεται ὂμορφα ὂνειρα ἒτσι εἶναι καί ὁ λόγος πού δέν βασίζεται στήν ὀρθή πράξη.

38. Ὁ ἂνθρωπος πού μιλάει ἀπό τήν ἐμπειρία τοὺ ἒργου του μεταδίδει ἀρετή στόν ἀκροατή του ὃπως κάποιος πού διανέμει ἀπό τά χρήματα πού κέρδισε στό ἐμπόριό του. Σάν νά εἶναι ἀπό τήν περιουσία του, σπέρνει τήν διδασκαλία του, στά αὐτιά ἐκείνων πού τόν ἀκοῦνε. Ἓνας τέτοιος ἂνθρωπος ἀνοίγει μέ παρρησία τό στόμα του στά πνευματικά του παιδιά ὃπως καί ὁ γέροντας Ἰακώβ εἶπε στόν σώφρωνα Ἰωσήφ : «Νά σοῦ ἒδωσα ἓνα μερίδιο περισσότερο ἀπό τά ἀδέλφια σου πού τό πῆρα ἀπό τούς Ἀμορραίους μέ τό σπαθί μου καί τό τόξο μου»

39. Ἡ πρόσκαιρη αὐτή ζωή εἶναι περιπόθητη σέ κάθε ἂνθρωπο πού ἒχει τρόπο ζωῆς μολυσμένο. Ὃμοια ἀλλά κατά δεύτερο λόγο καί σ’αὐτόν πού εἶναι στερημένος ἀπό τήν γνώση (ἀνόητος) . Καλά εἶπε κάποιος «Ὁ φόβος τοῦ θανάτου θλίβει τόν ἂνθρωπο μέ τήν ἒνοχη συνείδηση.» Ὁ ἂνθρωπος ὃμως πού ἒχει καλή ἐσωτερική μαρτυρία γιά τόν ἑαυτό του ποθεί τόν θάνατο σάν ζωή.

40. Μή θεωρεῖες ἀληθινά σοφό ἐκεῖνον πού ἐξ’ αίτίας τῆς προσωρινῆς ζωῆς ὑποδουλώνει τήν διάνοιά του στή δειλία καί τόν φόβο.

41. Ὃλα τά καλά καί τά κακά πράγματα πού συμβαίνουν στήν σάρκα νά τά λογαριάζεις σάν ὂνειρα. Διότι ὂχι μόνο μέ τό θάνατο θά ἐλευθερωθεῖς ἀπό αὐτά, ἀλλά συχνά πρίν ἀπό τόν θάνατο ἀποχωροῦν καί σέ ἐγκαταλείπουν.

42. Ἀλλ’ ἐάν μερικά ἀπό τά πράγματα πού σοῦ συμβαίνουν ἒχουν σχέση μέ τήν ψυχή σου, τότε νά τά θεωρεῖς σάν τά ἀποκτήματά σου σ’αὐτόν τόν αἰῶνα. Αὐτά ἐπίσης θά ἒλθουν μαζί σου στόν μέλλοντα αἰῶνα. Ἐάν εἶναι καλά, ἒχε εὐφροσύνη καί εὐχαρίστησε τόν Θεό μέσα στή διάνοιά σου. Ἀλλ’ ἐάν εἶναι κακά λυπήσου και στέναξε. Ὃσο ἀκόμα εἶσαι μέσα στό σῶμα προσπάθησε νά ἐλευθερωθείς ἀπό αυτά.

43. Γιά κάθε καλό πού ἐργάστηκες μέσα σου διανοητικά καί μυστικά νά εἶσαι βέβαιος ὃτι τό βάπτισμα καί ἡ πίστη εἶναι οἱ μεσῖτες μέσω τῶν ὁποίων τό ἐλαβες. Διά μέσου αὐτῶν κλήθηκες ἀπό τόν Κύριό Μας Ἰησοῦ Χριστό στά καλά Του ἒργα. Σ’ Αὐτόν καί στόν Πατέρα καί στό Ἃγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ τιμή, ἡ εὐχαριστία καί ἡ προσκύνηση στούς αἰῶνες τῶν αἰῶνων Ἀμήν.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να σχολιάσετε (με ευπρέπεια) πρέπει να συνδεθείτε με τον λογαριασμό google ή wordpress που διαθέτετε. Αν δεν διαθέτετε πρέπει να δημιουργήσετε έναν λογαριασμό στο @gmail ή στο @wordpress. Μπορείτε βεβαίως πάντα να στέλνετε e-mail στο anavaseis@gmail.com
Ευχαριστούμε.

Συνολικές προβολές σελίδας

Αρχειοθήκη ιστολογίου